3α. Καλός

Ευτυχώς, η Νατάσα -αν και πρωί, ακόμα- βρισκόταν στο μπαράκι και καθαριζε. Της χτυπησα το τζαμι της πορτας κι εκεινη μολις με ειδε στρος να μου ανοίξει.

"Σ' ευχαριστώ" ειπα μπαίνοντας μεσα στο μπαρ.

"Τι θα γινει, μικρε, κολιτσιδας θα μας γίνεις;" κράτησε περιπαικτικα. Παρ' ολα αυτα, μπορούσα να καταλάβω οτι ηταν χαρούμενη που με εβλεπε.

"Μπορεί..." της χαρησα ενα βεβιασμένο αλαζονικό χαμόγελο.

"Ελα δω" μου ειπε και με αγκάλιασε, σφιχτα.

Με επιασε απροετοίμαστο αυτη η αγκαλιά κι ετσι, αργα και διστακτικά την αγκάλιασαν κι εγω.

"Βλέπεις; Δεν νιωθεις καλυτερα τώρα;" με κοίταξε διαπεραστικα μεσα στα ματια.

Αν και ηταν πιο κοντη απο εμενα, ηταν δυνατή, τοσο μυικα, οσο και πνευματικα! Δεν μπορεσα να της αρνηθώ.

"Κατω τα χερια σου απο την κοπέλα μου, μικρε, γιατι δεν ξερω κι εγω τι θα κανω!" Φώναξε ο Νικος-Μαλακας απο πισω.

Πηρα τα χερια μου απο την Νατάσα και τα σηκωσα δείχνοντας του οτι δεν ημουν ενοχος. Εκείνος περασε το χερι του γυρω απο τους ώμους της και την φιλησε γλυκα στα χείλη. Μια τοσο απλη κίνηση με εκανε να ζηλεψω τοσο πολυ! Μα τι στο καλο εχω πάθει;! Σε λιγο θα θέλω να νιώσω ξανα ερωτευμένος! Μα τον διάολο! Τι στον πούτσο!

"Τι εγινε; Τα βρήκατε επιτέλους χαζοχαρούμενα πιτσουνακια;" τους πειραξα.

"Εμεις φταιμε ρε! Εμεις που σε βοηθησαμε με την κοπέλα σου!" Μου επιτέθηκε ο Νίκος.

"Δεν είναι η κοπέλα μου!" Αρπαχτηκα για κάποιον ανεξήγητο καιο ακαταλαβίστικο λογο. "Δεν είναι κανενος!" Ειπα πιο ηρεμα.

"Μικρε-"

"Κοφ' το αυτο το μικρε!" Τον διεκοψα.

"Οκ, Κάρτερ." Ξεφυσηξα ενοχλημένος. "Τι ουτε οι αυτο σ' αρέσει;" γέλασε.

"Νικο" τον μαλώσει η Νατάσα. "Ελα, Κάρτερ, πες μας τι τρέχει. Γιατι, για να έρχεσαι εδω ξανα και πρωι κιολας κατι παει πολυυυυυ στραβα, ετσι;"

Απόρησα. Γιατι η Νατάσα μια τοσο καλη κοπέλα τα είχε με αυτόν τον αξεστο μαλακα;

Δίστασα να απαντησω στην ερώτηση της. Δεν ηξερα τον λογο που είχα παει σε κείνους... απλα εκεινοι με είχαν ακούσει και την προηγούμενη φορά και... με συμβούλεψαν...

Και; Ειδες διαφορα; Μονο που δεν σε έβρισε! Οχι, περίμενε, το έκανε κι αυτο! Απλα ξεχνα το, δεν θα τα καταφέρεις! Απλούστατο! , ειπε η εκνευριστικη φωνη στο μυαλο μου.

Σκασε πια! Δεν εχω την ορεξη σου!, της αντιγυρισα.

Αναστεναξα.

"Το ξερω αυτο βλέμμα" ο Νικος-μαλακας κούνησε το χερι του μπροστά στο προσωπο μου, και μα τον Θεο, αν δεν με ειχε βοηθήσει θα του το έπιανα επι τοπου θα του το εσπαγα μεσα στα ηλίθια μούτρα του! "Το ειχα κι εγω κάποτε..." εδειξε με νόημα την κοπέλα του. Εκείνη του χαμογέλασε γλυκα και τον φίλησε απαλα. Εκείνος την τράβηξε απο την μεση και κόλλησε το σωμα της στο δικο. Το φιλί τους εγινε πιο "σύνθετο" , προσθέτοντας και γλώσσα.

Δεν θα τους σταματήσεις;

Ποιος εγω; Οχι, μια χαρα είμαι. , απαντησε στη φωνη.

Ναι, σωστα. Θα τους αφήσεις να πηδηχτουν μπροστά σου.

Μμμ, δεν θα ηταν κακο...

Ω, ναι... , ησυχία, Για σκέψου ομως τι θα σκεφτόταν η Τορι.

Πρέπει να μου το χαλας συνέχεια ;!

Αυτη είναι η δουλειά μου! , καγχασε και μου 'ρθε να την πνιξω!

Αι γαμησου!

Θα γαμηθω μονο οταν γαμηθεις κι εσυ!

"Ει, παιδια, μην πηδηχτητε και μπροστά μου!" Τους φώναξα για να ξυπνήσουν απο το όμορφο "όνειρο" που έβλεπαν. "Δωμάτια στο χωριό σας δεν έχετε;"

"Ελα τώρα που σε πειραξε κιολας!"

"Οχι, δεν με πειραξε. Ουτε θα με πείραζε" γέλασα στην σκεψη μου να...το κανουν μπροστα μου.
"Μικρε, κανόνισε την πορεια σου!" Μούγκρισε ο μαλακας και με έσπρωξε πιο μεσα στο μαγαζί.
Γέλασα.

"Ναι, ναι, ο,τι πεις!" Γέλασα ξανα.



"Δηλαδή μου λες," ηπια μια γουλια απο την βοτκα και συνέχισα συλλογιζομενος, "να είμαι καλός μαζι της κι οτι εκείνη θα..." τον κοίταξα κουνώντας το κεφάλι μου μη καταλαβαινοντας την λογικό αυτού του "σχεδίου".

"Θα σε συγχωρήσει." Ολοκλήρωσε την σκεψη μου.

"Είναι ανόητο!" Παραπονέθηκα. "Δεν μπορεί να είναι τόσο εύκολο! Εννοώ, ... απλά, δεν θα με συγχωρήσει τόσο εύκολα! Δεν έιναι χαζη, γαμώτο μου!"

Δεν καταλάβαινα που θα ωφελούσε να είμαι καλός μαζι της! Παντα ήμουν καλοσ μαζι της, ... εκτος απο εκεινη την καταραμένη μερα! Που δεν θα μπορούσα να της εχω φερθεί χειρότερα! Γαμώτο! Γαμώτο! Γαμώτο! Σαν τα μούτρα μου τα 'χω κάνει! Δεν θα μπορούσε να πετυχει ποτέ! Θα μπορούσε; Fuck!

Κατέβασα μονορούφι το ποτο χωρις να με νοιάζουν οι επιπτώσεις που θα είχε πανω μου. Περίεργο. Παντα μου ελεγε να σκέφτομαι τις επιπτώσεις των πράξεων μου! Χα! Τελικά, παιζει να είμαι πολυ μαλακας!

Ελα ρε, τωρα το κατάλαβες;! , γέλασε ειρωνικά ξανα νευριαζοντας με.

Θα χέσεις επιτέλους;

"Ακουσε με, μικρε-" τον αγριοκοιταξα και μουρμούρισε ενα συγνώμη. "Θα την μπερδέψει και περισσοτερο οι πράξεις σου! Δεν θα καταλαβαίνει για ποιον λογο ασχολείσαι μαζι της και θα θελήσει να μαθει!"

"Δεν θα θελήσει. Πίστεψε με." Κοίταξα ερευνητικα το αδειο ποτήρι στα χερια μου σαν να ειχε κατι το ξεχωριστό πανω του. "Την ξερω πολυ καλα για να μετη την καθε αντιδραση της! Δηλαδή σχεδόν..." γέλασα ειρωνικά με τον άθλιο εαυτο μου.

"Ρε Κάρτερ, τι ψυχολογία είναι αυτη;" κράτησε η Νατάσα που παρακολουθούσε την συζήτηση μας απο πιο περα.

"Του κωλου!" Της απάντησα δίνοντας στον οχι-και-τοσο-μαλακα-Νικο το ποτήρι μου για να το γεμίσει για τεταρτη η' πέμπτη φορά.

Αναγκάστηκα να περιμένω μεχρι να νυχτώσει μεχρι να μου επιτρέψουν να πιω! Και οταν αναψε το πράσινο φως, δεν δίστασα να πιω ολοκληρη τον παγκο με τα ποτα! Τοσο σκατα ήμουν!

"Λοιπόν, τελείωσε!" Μου πηρε το καινούριο ποτήρι με την βοτκα μου. Το κεφάλι μου πονούσε αλλα δεν ζαλιζομουν. "Τερμα το ποτο! Και θα σε ξαναδώ εδω εαν δεν μου υποσχεθείς οτι θα φτιάξεις τα πράγματα με την Βι! Κατανοητό;" έκανε σαν να ηταν η μεγαλη μου αδερφή και ηταν εκνευριστικό να μου λενε οι αλλοι τι να κάνω, τι απεχθανομουν τρομερα!

Κούνησαν αρνητικα το κεφάλι μου. Δεν υπηρχε περίπτωση η Βι να με συγχωρήσει!

"Γιατι στον διάολο δεν μ' ακουτε;! Σας ειπα δεν ειναι χαζη θα καταλάβει! Δεν θα προλάβω να αρθρωσω ουτε μία γαμημενη λεξη! Γαμώτο, γιατι κάθομαι και σας ακούω! Εσεις εχετε ο ενας τον άλλον. Εγω ποιον εχω;"

Πηρα το ποτο απο το χερι της Νατάσας και το κατέβασα μονορούφι.

"Παντως δεν εχεις το ποτο! Το ποτο δεν ειναι ποτε η λύση!" Με επέπληξε η Νατάσα σαν "τη μεγαλυτερη αδερφή μου". "Εχεις οικογενεια, Κάρτερ. Εχεις τέσσερα αδέρφια, για να μιλήσεις και δυο γονεις, επιπλέον! Εχεις εμας," εδειξε το αγορι της και τον εαυτο της, "και φυσικα, αν τα καταφέρεις -που θα τα καταφέρεις, πιστευω σε σενα!- θα εχεις και την Τορι!" Μου πεταξε μια πετσέτα στα μούτρα. "Ξυπνά, ωραία κοιμωμένη! Εχεις τόσους ανθρώπους γυρω σου που νοιάζονται για σενα!"

Γέλασα στο άκουσμα της φράσης "ωραία κοιμωμένη" κι εκείνοι με κοίταξαν ερωτηματικα.

"Ετσι με αποκάλεσε οταν τσακωθηκαμε νωρίτερα" περιςργαστηκα ξανα το ποτήρι.

"Αουτς!" Εκανε ο Νικος προσπαθώντας να μην ακουστεί, αλλα εγω τον ακουσα.

"Ναι, δεν λες τίποτα!" Εβγαλα τα χρήματα που τους χρωστούσα και τους πλήρωσα. "Την κάνω!" Ανακοίνωσα σηκώνοντας το χερι μου ψηλα. "Α! Παραλίγο να το ξεχάσω!" Γυρισα πισω στον παγκο του μπαρ, οπου ο Μαλακας ειχε περάσει το χερι του γυρω απο την μεση της Νατάσας. Κατι της ψιθύρισε που την έκανε να κοκκινίσει. Για μια στιγμη μου περασε σπιτι μυαλο να τους πειράξω λεγοντας τους να φροντίσουν να μην πηδηχτουν σε δημόσιο χώρο, αλλα τελικά, αποφάσισα να μην το κανω. Με κοίταξαν ξαφνιασμενοι, ξανα. "Νατάσα, ωραίος λογος" χαμογέλασα. "Ευχαριστώ"

Εκεινη ενευσε και μου ανταπέδωσε το χαμόγελο γερνοντας στον ωμο του μαλακα της, του Νίκου. Εκανα μεταβολη κι έφυγα.




Εβγαλα τα κλειδιά του σπιτιού και ξεκλειδωσα γην πόρτα. Τα πέταξα στο τραπεζάκι διπλα απο την πόρτα κι εβγαλα το μπουφάν μου.

Οι σκέψεις μου περιτριγυριζονταν απο εκείνη. Δεν ημουν σίγουρος οτι το σχέδιο μου θα πετύχαινε. Βασικα, δεν θα πετύχαινε! Ξεφυσηξα. Πέταξα το μπουφάν μου στην πολυθρόνα πηδηξα στον καναπέ δίνοντας ενα σαλτο. Έτρυψα τους κροταφους μου αναστεναζοντας.

"Βρε, βρε. Βρήκες τον δρόμο για το σπίτι;" ειπε μια φωνη.

Γυρισα προς την κουζίνα και ειδα τον Ντάνιελ -τον αδερφό μου- να γέρνει στον πάγκο κρατώντας ενα ποτήρι νερο στα χερια του, αν δεν κανω λαθος.

Ξεφυσηξα και γύρισα μπροστά μου αγνοώντας τον. Δεν ειχα όρεξη. Οχι πως αν είχα θα του μιλούσα!

"Σου μιλάω!" Με πλησίασε. "Γαμώτο, Κάρτερ, μην το κανεις αυτο στον εαυτό σου!" Κάθισε στο τραπεζάκι μπροστά μου. Τα χερια του στα γόνατα του και η ανησυχία ζωγραφισμένη στο προσωπο του. "Τουλαχιστον, σκέψου την μαμα! Και την Ελλη! Για όνομα! Μην εισαι τοσο εγωιστής!"

"Δεν ξερεις τίποτα για ενα." Τον κοίταξα κενος.

Ξαφνικά, σηκώθηκε όρθιος και τα χερια του τυλίχτηκαν γυρω απο την λαιμοκοψη της μπλούζας μου.

"Μην αρχίζεις αυτο το γαμημενο παιχνιδάκι!" Με ταρακούνησε. "Ξυπνά, γαμω την ατυχια μου γαμω!" Φώναξε πολύ πολύ δυνατα.

"Σσσς! Θα ξυπνήσεις τ' αδέρφακια μας!" Γέλασα και ο μεγαλύτερος μου αδερφός μονο που δεν με πέταξε στην αλλη ακρη του δωματίου.

"Επινες;!"

"Τι στο διάολο γίνεται εδω; Κάποιοι προσπαθούν να κοιμηθούν γιατι αύριο γράφουν!" Ακούστηκε η φωνή του Εκτορα απο την σκαλα, του δεύτερου μεγαλύτερου αδερφού μου μετα τον Ντάνιελ.

"Ο μικρός μας Κάρτερ απο δω" ενευσε προς το μερος μου, "επινε."

"What the hell, Carter? You've been fucking drinking again? God, damn it! (Μτφ: Τι στο διάολο, Κάρτερ; Έπινες πάλι; Να πάρει!) Ξερεις τι θα γίνει αν σε πιάσουν η μαμα και ο μπαμπάς!" Με ελευθερωσε απο την πανω του Ντάνιελ, του οποίου η αναπνοή ηταν ακόμα βαρια. "Δεύτερη νύχτα μεσα σε μία εβδομάδα! Σε λίγο θα μας γίνεις μπεκρης!"

"Και τι σε νοιάζει; Δικο μου το πρόβλημα, εγω θα βρω την λύση!" Τον έσπρωξα. Γιατι ασχολούνται ετσι κι αλλιώς, είπαμε;

"Μάζεψε την γαμημενη την γλώσσα σου μικρε, γιατι δεν ξέρω κι εγω τι θα κανω!"

"Δικια μου κι αυτη η γαμημενη γλώσσα!"

"Μην βρίζεις και πήγαινε κατευθείαν στο κρεβάτι σου για ύπνο!" Με επιασε ξανα στα χερια του ο Ντάνιελ και τοτε άναψαν ολα τα κόκκινα λαμπάκια!

"Μην μου λες τι να κάνω και κοντα τα κουλα σου απο πανω μου! Αντιλαβου;!"

"Δεν θα τα παμε καλα! Αυτο ειναι το μονο σίγουρο!" Ξεσπασε ο Ντάνιελ.

Ο Εκτορας του ζητησε να ηρεμήσει κι εκείνος γαβγισε κατι ως απάντηση.

"Αντι να πεις και ευχαριστώ που δεν σε καρφωσαμε μας βρίζεις κι απο πανω! Πραγματικά, δεν ξέρω πως στον πουτσο σε άντεχε η Τορι!"

Και τοτε, χωρις να το σκεφτώ καθόλου η γροθια μου βρέθηκε ενάντια στο πρόσωπο του μαλακισμενου αδερφού μου.

Ναι, ήμουν δύσκολος. Ναι, ήμουν αγύριστο κεφάλι. Ναι, ήμουν μαλακας -και είμαι! Ομως, η Τορι έκανε παρεα μαζι μου γιατι το ηθελε! Και επειδη ηταν καλη, κι επειδη δεν μου χαλούσε χατήρι, κι επειδη ηταν υπομονετικη μαζι μου και με τις μαλακίες μου... κι επειδη... κι επειδη... κι επειδη...!

Ο Ντάνιελ περασε την αντίστροφη της παλαμης του απο το στομα του.

"Μην τολμήσεις και την ξαναπιασεις στο στομα σου κατάλαβες;! Δεν ξέρετε τίποτα για μενα και ποσο μάλλον για κεινη!" Φώναξα αδιαφορώντας για το ποιος με άκουγε και ποιος οχι!

"Ε, βέβαια! Πρωτα την πληρώνεις και μετα την προστατεύεις. Ωραίος φίλος είσαι, Κάρτερ! Εύχομαι να τα βρείτε και οταν τα βρείτε, να σε παρατήσει εκείνη για να δεις τι ωραίο συναίσθημα ειναι το να νιώθεις να σε παρατούν!" Με ειρωνεύτηκε με την σειρα του ο Εκτορας.

Πηγα να του επιτεθω. Τι να του επιτεθω! Να τον γαμησω στο ξύλο!

Η ανασα μου βαρια. Με δυσκολία ανασαινα. Αυτα που ελεγε -ελεγαν, ηταν πολύ... χοντρα! Και δεν μου αρεσε να μου μιλούν για εκείνη και τι της είχα κανει! Ήξερα πολυ καλα τι ειχα κανει και σε ποιον! Δεν χρειαζόμουν κανεναν τους να μου υπενθυμίζει τα ηλίθια και απερίσκεπτα λάθη μου! Ειχα την γαμημενη την συνείδηση μου!

Αλλα, απο εκει που δεν το περίμενα, ενα χερι βρέθηκε στο μάγουλο μου να μου δίνει μια μπουνια ολη δικη μου! Επεσε κάτω ξερος. Η όραση μου θόλωσε και το κεφάλι μου χτύπησα με δύναμη στο πάτωμα.

Επεσα αναίσθητος.




"Κάρτερ! Κάρτερ!" Ακουσα κάποιον να με φωνάζει.

Ανοιξα τα ματια μου και βρέθηκα σε ενα δάσος με πανύψηλα δέντρα, με τόσο πυκνή βλάστηση που σχεδόν το φως δεν μπορούσε να περασει μεσα απο τα πυκνό φύλλα.

Έψαξα να βρω την πηγή αυτης της τόσο μελωδικής φωνής. Κι έτρεχα κι ξανατρεχα, αλλα πουθενά...

Εκανα εναν γυρο γυρω απο τον εαυτο μου και τοτε, την ειδα να μου χαμογελάει. Με περίμενε σ' ενα λοφακι λιγο πιο περα. Φορούσε ενα όμορφο λευκό μακρύ φόρεμα που έκανε αντίθεση με τα μεταξενια, σχεδόν μαυρα μαλλιά της.

"Βι..." ειπα σαστημενος κι εκείνη μου έκανε νόημα να παω κοντα της γελώντας. "Βι! Έρχομαι!" Κι εκείνη χαχανισε.

Έτρεξα οσο πιο γρήγορα μπορούσα κατα πάνω της. Κι εκείνη, κι εκείνη έκανε το ιδιο σηκώνοντας το φόρεμα της για να μην το πατήσει. Γέλασα και τύλιξα τα χερια μου γυρω της σηκώνοντας την ψηλα στον αέρα καθως γελούσαμε και οι δυο χαρούμενοι.

Μια λεξη θα μπορούσε να περιγράψει την συγκεκριμένη στιγμή, ευτυχία.

Την αφησα στο εδαφος και βύθισε τα χερια της στα μαλλιά μου ανακατεύοντας τα. Τα χερια μου στην μεση της, την έσφιγγαν πάνω μου με ευκολία. Παρατήρησα τα χαρακτηριστικά της και ηταν τόσο μα τόσο όμορφη! Η μυτούλα της, τα ματια της, τα ... χείλη της... τόσο ...τελεια...

Τόσο, τόσο όμορφη! , συλλογιστηκα βουβα.

Έσκυψα με σκοπο να την φιλήσω τώρα που ειχα την ευκαιρία κι εκείνη δεν με σταμάτησε. Τραβούσε με τα χερια της τα μαλλιά μου κοιτώντας τα χείλη τα δικα μου. Κάνοντας μύτες, έφτανε περίπου στο ιδιο υψος με το δικο μου. Οι ματιές μας κλειδώθηκαν και ένιωσα ενα παραξενο σκίρτημα στην καρδιά μου.

"Τι μου κανεις, Βι; Τι μου εχεις κάνει;" την ρώτησα απαλα μεταφέροντας το ενα μου χερι στο πισω μερος του λαιμού της τραβώντας ταυτόχρονα το κεφάλι της κοντύτερα στο δικο μου. Τα χείλη μας απείχαν μολις ενα χιλιοστό κάνοντας με να θελω να το εξαλειψω.

Τράβηξε τα μαλλιά μου, με αποτέλεσμα, να με αναγκάσει να κανω πισω το κεφάλι μου.

"Εσυ τι κανεις, Κάρτερ;" ειπε απαλα με την μελωδική της φωνή να ακούγεται σαν τραγούδι στα αυτια μου. "Τι κάνεις στον εαυτο σου; Γιατι τον τιμωρεις κατ' αυτον τον τρόπο;" τράβηξε το κεφάλι μου ξανα κοντα στο δικο της. "Δεν είσαι μονος Κάρτερ." Με φίλησε στην ακρη των χειλιών μου κι εγω σφράγισα αμέσως τα ματια σε μια προσπάθεια να αισθανθώ οσο καλύτερα μπορούσα το άγγιγμα της. Τα χείλη της απομακρύνθηκαν, το ιδιο και το κορμι της. "Ποτε δεν ήσουν..." Με κάποιον μαγικό τροπο ειχε καταφέρει να ξεγλιστρησει απο τα χερια μου.

Αρχισε να κάνει πισω βήματα εχοντας αποκλειστικα τα ματια της στραμμένα στα δικα μου. Σαν...σαν να με καλούσε...

"Βι..." ψιθύρισα ανίκανος να καταλάβω τι συνέβαινε.

"Να είσαι καλός, Κάρτερ και να προσέχεις τους ανθρώπους που αγαπάς" ειπε και ως δια μαγείας εξαφανίστηκε έτσι οπως εμφανίστηκε.

"Βι!" Φώναξα. "Βι! Περίμενε! Περίμενε ..." Δεν ηθελα να φύγει πάλι, οχι δεν θα τη άφηνα μέχρι να με συγχωρούσε! "Μην φεύγεις... Δεν θέλω να σε χάσω...!" Γονάτισα αποκαρδιωμενος στο έδαφος. "Σε... Σε χρειάζομαι..."

"Δεν έφυγα." Ακούστηκε η γαλήνια φωνούλα της. Ενα χερι ακούμπησε τον ωμο μου και γύρισα τρομαγμενος πίσω. Ηταν εκείνη. Γονάτισε μπροστά μου. "Θα είμαι πάντα εδω" τοποθέτησε το χερι της στο αριστερό μου στήθος, στην καρδια.

Έπιασα το χερι της απελπισμένος.

"Μην φύγεις." Την παρακάλεσα.

Με φίλησε στο μάγουλο γλυκα οπως έκανε η Νατάσα στον Νίκο.
"Δεν μπορω να σου υποσχεθώ κατι τέτοιο." Και ξαφνικά, το χερι της εγινε διάφανο και... άυλο.

"Οχι. Οχι! Σε παρακαλώ! Μην φεύγεις! Οχι!"

"Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς" επιχείρησε να με χάιδεψει, αλλα δεν ένιωσα το απαλό άγγιγμα της.

"Κάρτερ; Κάρτερ!" Κάποιος με φώναξε απο κάπου πολύ μακριά.

"Δεν μπορώ να μείνω αλλο. Σε φωνάζουν." Μου γύρισε την πλάτη κι εγω την κυνήγησα.

"Οχι, Βι. Σε παρακαλώ!"

"Κάρτερ! Κάρτερ!" Η φωνή αυτή γινόταν ολο και πιο γνωστή, ολο και πλησίαζε περισσότερο. "Κάρτερ! Κάρτερ! Κάρτερ, μ' ακούς; Ξύπνα!"

"Βι..." ειπα παρετημενος.

"Κάρτερ; Κάρτερ, ελα! Θα αργήσω στο σχολείο!" Παραπονέθηκε η παιδική φωνούλα.

"Ελλη;" ειπα μουδιασμένα. "Τι; Τι κανεις εδω;" ρώτησα την πεντάχρονη αδερφουλα μου.

"Η μαμα ειπε οτι θα με πας εσυ σχολείο!" Τσιριξε χαρούμενα. "Δεν είναι τέλειο;!"

Ώστε ολα ηταν ενα ηλίθιο όνειρο. Μα και φυσικά! Ενα ηλίθιο όνειρο που μου γαμησε την ψυχολογία!

"Ναι, ναι." Ανακαθισα προσπαθώντας να βαλω σε μια σειρα τις σκέψεις μου.

"Τι δεν είσαι χαρούμενος;" παραπονέθηκε.

"Πως! Πως!" Ειπα οταν κατάλαβα οτι θα της χαλούσα την ημέρα αν συνέχιζε να ειμαι ενας μαλακισμενος κατσούφης. "Χαίρομαι παρα πολύ, Ελ!" Της χαρησα ενα οχι και τοσο αληθινό χαμόγελο. "Τωρα αν με αφησεις να ντυθώ, θα μπορέσουμε ίσως αργότερα και να παίξουμε, τι λες;"

"Ναι! Ναι!" Τσιριξε ενθουσιασμενα και με έκανε να.χαμογελασω αληθινό αυτην την φορά.

Μου εδωσε μια μεγάλη αγκαλιά κι εφυγε τρέχοντας σπιτι δωμάτιο μου κλείνοντας την πόρτα πισω της εκκωφαντικα.

Γελασα. Αχ! Βρε, Ελλη! Αχ, βρε αναθεματισμενα χαρούμενο ζουζουνακι μου! Σ' ευχαριστώ που με κάνεις να γελώ, σ' ευχαριστώ.

Σηκώθηκα όρθιος και παρατήρησα οτι φορούσα τα χθεσινα ρούχα κι επίσης, οτι έπρεπε να κάνω μπάνιο επειγόντως! Έτσι, πήρα καθαρά ρούχα και μπήκα στην τουαλέτα για να κανω ενα μπάνιο.

Καθως το νερό με δροσιζε, σκεφτόμουν αυτο το οχι και τόσο ασυλο τελικά όνειρο. Δες το απ' την θετική πλευρά, είχες την τιμή να βρεθείς ελάχιστα χιλιοστά μακριά της. Η πρώτη, αλλα σίγουρα η τελευταία φορά που θα συμβεί... Ωχ, Θεε μου, τι κάθομαι και σκέφτομαι;! Ωρες ωρες κανω σαν γκόμενα!

...Και ήταν, απλά, πανέμορφη! Με το φόρεμα να τονίζει τόσο τα πουπουλενια μαλλιά της, οσο και τα αγγελικα ματια της. Ήταν -βασικα, θα ήταν η ιδανική...

Αναστεναξα.

Γαμώτο, τι εχω πάθει Τορι; Πες μου. Είχες την λυση για καθε μου ερώτημα ή πρόβλημα. Τωρα γιατί δεν μου λες;

Σκούπισα το σωμα μου στα γρήγορα και τύλιξαν την πετσέτα γυρω απότην μεση μου.

Και το ήταν κι αυτο το Να είσαι καλός ; Και Να προσέχεις τους ανθρώπους που αγαπάς; God, damn it!

Κοπανισα την πόρτα μετα την είσοδο μου στο δωμάτιο μου. Την στιγμή που πηγα να βγαλε την πετσέτα, αντιλήφθηκα και αλλη μια παρουσία στο δωμάτιο. Ηταν ο Ντάνιελ.

"Τι έγινε; Θα μας κανεις και στριπτίζ για να σε συγχωρεσουμε;"

"Βρωμιάρη!" Του γύρισα την πλάτη μου. "Τώρα φύγε, θελω να αλλάξω για να παω την Ελλη σχολείο."

Δεν πήρα απάντηση. Ο μεγαλύτερος αδερφός μου με χτυπησε φιλικα στην πλάτη.

"Σε καταλαβαίνω, Κάρτερ. Δεν είσαι μονος"

Και ξέσπασα.

Έκανε να φύγει, αλλα κοντοσταθηκε οταν του μίλησα.

"Γιατι ολοι μου λεγε τα ιδια και τα ιδια; Μπορείς να μου εναν γαμημενο λογο;"

"Ολοι;" με κοίταξε σαν να ημουν εξωγήινος.

Ξεφυσηξα και κάθισα στο κρεβάτι μου. Βύθισαν το προσωπο μου στις παλάμες μου κι έτρυψα το προσωπό μου.

"Είδα ενα όνειρο," ξεκίνησα να λεω κι ο Ντάνιελ πλησίασε αργα και μεικερ διπλα μου, "και ηταν και η Τορι εκεί"

"Ναι και; Τι ειπε;" με ενθάρρυνε.

"Ειπε οτι δεν ειμαι μονος και να είμαι καλός και επίσης, να προσεχω αυτους που αγαπώ"

"Και... σου λεει κατι αυτο;"

"Δεν ξερω... ειναι περίεργο. Εννοώ, για ποιον λογο να δω στο το ηλίθιο όνειρο;"

Ανακαθισε και στηριξε τον ενα του αγκώνα στο γόνατο του και γύρισε τον κορμο του προς το μέρος μου.

"Ίσως να σε επηρέασε κατι, ας πούμε. Η' μάλλον κάποιος..."

"Χθες πηγα σ' ενα μπαρ... Και μιλησε σε αντι παιδιά..."

"Τι παιδιά;" ειπε καχύποπτα.

"Γυρω στην ηλικία σου. 25-27. Και με συμβούλεψαν να είμαι καλός..."

"Καλός; Νομιζω οτι αυτή η λεξη δεν υπαρχει στο λεξικό σου!" Με πειραξε κι εγω τον έσπρωξα.

"Μαλακα"

"Βλέπεις; Μονο να βρίζεις ξερεις!"

"Θες να μάθεις ναι η' όχι;"

"Εντάξει, εντάξει. Λεγε." Γέλασε ηττημένος.

"Και μου είπαν να- όχι, περίμενε αυτο μου το είπε η Τορι." Μονολογισα.

"Τι σου είπε η Τορι;"

"Να προσεχω αυτούς που αγαπώ και μ' αγαπούν." Τον κοίταξα ερευνητικα ψάχνοντας την αντιδραση του.

"Καλη συμβουλή."

"Ναι... Αλλα τι κάνω;"

Ετρυψε το σαγόνι του με των λίγων ημερών γενι του.

"Μάλλον, θα πρέπει να τους ακούσεις. Και μάλλον, κάποια μερα θα μου τους γνωρίσεις ολους! Συμπεριλαμβανόμενης και την Τορι" Με κοίταξε με νόημα.

"Ω." Δεν ξέρω γιατι ένιωσα περίεργα στην αναφορά του ονόματος της.

"Όχι ω ουτε α. Μονο ναι" Σηκώθηκε όρθιος και μου ετεινε το χερι. "Σύμφωνοι;"

Αναστεναζοντας σηκώθηκα όρθιος. Δίστασα. Δεν υπάρχει γιατι, απλα δίστασα δεν ήξερα αν θα με συγχωρούσε με το να ειμαι καλός μαζι της η' γενικότερα, αν θα με συγχωρούσε! Σκατα!

"Σύμφωνοι." Του εδωσα το χερι μου και το κούνησε αργα.

"Τέλεια. Καλή επιτυχία με το να είσαι καλός μικρα αδερφέ! Λιγο δύσκολο, αλλα τελος πάντων!" Μου ανακατεψε τα μαλλιά, μια χειρονομία που από μικρός με ενοχλούσε.

"Κοφ' το!" Του κατέβασα το χερι ενοχλημένος κι εκείνος γέλασε. Κατευθύνθηκε προς την πόρτα, αλλα τον σταμάτησα την στιγμή που θα έβγαινε απο το δωμάτιο και θα με άφηνε μονο στο δωμάτιο. "Ντάνιελ," γύρισε να με κοιτάξει, "σ' ευχαριστώ και..." δίστασα. Για κάποιον λογο, οταν έκανα μαλακία και το αναγνώριζα δεν μπορούσα να αιτηση συγνώμη. Το μεγαλο εγω μου θα έφταιγε, "συ-συγνώμη."

Χαμογέλασε κρατώντας την πόρτα.

"Πρέπει να γνωρίσω οπωσδήποτε αυτην την Τορι!" Μονολογισε κουνώντας το κεφάλι του και βγηκε εξω.

"Φουουου!" Εκανα και έπεσα στο κρεβάτι.

Παει κι αυτό...

Μια εβδομάδα αργότερα, με βρήκε να διαβάζω πανικόβλητος για το τεστ της Φυσικής του πρώτου τετραμήνου. Και γαμώτο, ήταν τόσο δύσκολο που δεν μπορούσα να στρωσω τον κωλο μου κάτω!

Πως στο διάολο μπορεί και διαβάζει και παίρνει καλούς βαθμούς;! Εδω και μια ώρα προσπαθώ να λύσω το γαμημενο πρόβλημα και δεν μπορώ! Δεν το καταλαβαίνω!

Αναστεναξα και πέταξα το στυλο στο γραφειο μου. Έσπρωξαν την καρέκλα μου πίσω και σηκώθηκα όρθιος.

Θα το λύσω μετά. , σκέφτηκα και πήρα την τσάντα της προπόνησης του ποδοσφαίρου μου. Κοίταξα το ρολόι. Fuck! Εχω αργήσει! Τέλεια τώρα θα τ' ακούω και από τον προπονητή!

Κατέβηκα τρέχοντας την σκάλα πηδώντας τα τέσσερα τελευταία σκαλιά.

"Ντάνιελ!" Φώναξα. "Ντάνιελ!" Πέρασα απο την κουζίνα και εδωσα ενα γρήγορο φιλί πρώτα στην μανα μου και έπειτα ενα πιο ρουφικτο στην Ελλη -εφαρμόζοντας τόσο τα λογια του Νίκου και της Νατάσας, οσο και της Βικτώριας. Η Ελλη τραβήχτηκε αηδιασμενη, αλλα γελώντας. Έπαιζαν παιχνίδι με την μαμα.

"Ντάνιελ! Τσακίσου και φερε τον άχρηστο κωλο σου κάτω! Έχουμε αργήσει παλιομαλακ-" έκοψα την λεξη μου στη μεση αφου θυμήθηκα οτι ηταν παρούσα και η Ελλη. "Παλιο...Παλιόπαιδο!"

"Καλα που το κατάλαβες!" Με μαλωσε η μαμα και η Ελλη κρυφογελασε.

"Συγνώμη..." μουρμουρισα. "Ντάνιελ!" Φώναξα ακόμα πιο δυνατα.

"Τι φωναζεις έτσι;" Με μαλωσε ξανα η μαμα. "Ειναι η Μαρία πάνω! Ας' τους!"

Ωστε έτσι, εε; Πουλάκι μου!, γέλασα σατανικα απο μεσα μου. Ανέβηκα στις σκάλες ξανα. Και μπούκαρα μεσα στο δωμάτιο του Ντάνιελ.

Βρήκα την Μαρία απο κάτω του φορώντας μονο τα εσώρουχα της και τον Ντάνιελ απο πάνω της μονο με το μποξερακι του να την φιλάει λες και θα την έτρωγε! Ξεροβηξα και τοτε γύρισαν και με κοίταξαν.

"Τι στο;!" Αναφώνησε ο αδερφός μου και η Μαρία έσπευσε να καλυφθεί! "Το κάνεις εδω ρε μαλακα;!"

"Ηρθα να σε ρωτήσω αν θα πας προπόνηση. Αλλα απ' ο,τι βλέπω, δεν νομιζω να 'ρθεις..."

"Καλά νομίζεις!" Προσπάθησε να καλύψει την ημίγυμνη Μαρία με το σώμα του. "Τωρα 'δινε του!" Φώναξε νευριασμενος.

Έκλεισα την πόρτα γελώντας που ειχα πιάσει τον μεγαλύτερο αδερφό μου ενα στάδιο πριν το πήδημα με την Μαρία. Α, βαζεχα να πω.

Η Μαρία ηταν η κοπέλα του Ντάνιελ εδω και δυο η τρια χρόνια. Την ειχε γνωρίσει στις διακοπές που έκανε παλιότερα στο χωριό μας στη Σύρο.

Χαμογέλασα σατανικα για δεύτερη φορά και μπήκα παλι μεσα στο δωμάτιο του αδερφού μου. Αυτη τη φορά, ο Ντάνιελ είχε το χερι του χωμενο μεσα απο το εσώρουχο της Μαρίας.

Μόλις, αντιλήφθηκαν την παρουσια μου -που εγινε αυτόματα με το που ανοιξα την πόρτα- ο Ντάνιελ τα πηρε στο κρανίο!

"Γαμώτο, Κάρτερ! Εξαφανίσου γιατι θα σε γαμησω στι ξύλο! Ακούς;!"

Βγήκα γρηγορα εξω απο το δωμάτιο του αδερφού μου. Τον ακουσα να κλειδώνει την πόρτα κι εγω κατέβηκα γρήγορα την σκάλα.

"Μαμα, θ' αργήσω! Μην με περιμένετε!"

Χωρις να παρω απάντηση, έκλεισα την πόρτα και αρχισα να τρέχω για να προλάβω την προπονηση.




Μετα απο μια εβδομάδα, με τη βοήθεια του Ντάνιελ -και μερικές φορές και του Εκτορα και της Μαρίας- προσπαθούσαμε να σκεφτούμε τρόπους για να της μιλήσω η' ακομα και να της τραβηξω την προσοχή. Με αλλα λογια, με συμβούλευαν.

Όμως, για κάποιον λόγο οπως πάντα, με νευριαζε/ μου την έδινε που μου έκαναν υποδείξεις. Νε μεν το εκτιμούσα, αλλα μου θα άρεσε αν το έκανα εξ ολόκληρου μόνος μου. Ήμουν αρκετα εγωιστής ώστε να ζητήσω ευχαριστώ. Κι όταν το έκανα, το έκανα με μεγάλη δυσκολία! Δεν μου άρεσε να εχω υποχρέωση σε κάποιον!

Παρ' ολα αυτα, ακολούθησα τις συμβουλές των "φίλων μου". Αλλα η Τορι συνέχιζε το ηλίθιο βιολί της. Να είναι κακιά μαζί μου. Δεν το έβαλα κάτω. Ετσι μια μερα που ήμασταν στην τάξη και κάναμε Φυσική, κάθισα στην κενή θέση διπλα στην Τορι. Κι εκείνη προσπάθησε να με αγνοήσει. ΠΡΟΣΠΆΘΗΣΕ! Δεν τα καταφερε όμως!

"Γεια σου Τορι." Άπλωσα τα ποδια μου πανω στο θρανίο κι εκείνη ξεφυσηξε. "Τι θα κάνουμε σήμερα;" την ρώτησα ευγενικά.

"Ησυχία." Η ματια της πετούσε φλόγες.

"Μιλάω σοβαρά!" Κατέβασα τα ποδια μου απο το θρανίο.

"Και 'γω σοβαρά μιλάω!" Με κοίταξε κενή.

Την κοίταξα διερευνητικα. Η' μου έλεγε ψέματα επειδη δεν ήθελε να μου πει η' επειδή δεν ηξερε και απλα ήθελε να με εκνευρίσει. Αλλα στη δεν θα έπεφτα στην παγίδα της. Τοσο καιρό προσπαθώ να είμαι καλός απέναντι της και σ' ολους τους ανθρώπους που νοιάζονται για μενα, δεν θα έπεφτα στην χαζη παγίδα της.

"Καλημέρα, παιδιά!" Είπε ο κ.Λαγος.

"Καλημέρα, κυριε." Είπα έχοντας την ματια μου καρφωμένη πανω της.

"Λοιπόν, βγάλτε μια κολλα χαρτί και γράψτε:..."

Αμέσως ολοι μεσα στην τάξη άρχισαν να παραπονιούνται. Και γω το ιδιο θα έκανα αν δεν ημουν συγκεντρωμένος στην Τορι. Αν καταφέρω να την πείσω οτι εχω αλλάξει..., λες να με αφήσει να την φωνάζω ξανα Βι; Διάολε! Τι κάθομαι και σκέφτομαι! Συγκεντρώσου γαμω την πουτανα μου! Εδώ γράφουμε ενα γαμημενο τεστ κι εγω κάθομαι και σκέφτομαι αν θα με αφήνει να την φωνάζω Βι! Έλεος!

Τι μου κάνεις γαμώτο, Βι;

"Έχεις κανένα στυλο;" την ρώτησα πλησιάζοντας την αρκετά κοντά στο αυτι της. Μετα απο λίγα δευτερόλεπτα γύρισε και με κοίταξε δολοφονικα. Ποσο μου άρεσε να την εκνευριζω! Έδειχνε τόσο σέξι. Και με άναβε με κάποιον τρόπο. Ήθελα να κάνω τόσα πολλά πράγματα στρο αθώο -ακομη- σώμα της. Εννοώ, η Βι δεν θα άφηνε ποτέ τον οποιουδήποτε μαλακα να την γαμ- πηδήξει. Να την πηδήξει. Αν...κάποιος -οποιοσδήποτε!- την... αν έμπαινε μεσα...της, τοτε θα τον γαμουσα ανάποδα!

Τι στο διάολο;!

Της χάρισα ενα απο τα αυταρεσκα χαμόγελα μου για να καλύψω τις πρόστυχες σκέψεις μου. Με κοίταξε ενοχλημένη-θα έλεγα- κι έσκυψε στα δεξιά για να μου δώσει το στυλο. Μου εδωσε το στυλο συνεχίζοντας να με κοιτάει με απέχθεια κι εγω την ευχαρίστησα ευγενικά. Κι εκείνη στρέφοντας την προσοχή της στο γραπτό της, με αγνόησε.

Προσπάθησα να συγκεντρωθώ κι εγω στο δικο μου, αλλα απλα δεν μπορούσα! Τα μαλλιά της έπεφταν γυρω απο το χαρτί της. Προσπάθησε να τα στερεώσει πισω απο το αυτι της, αλλα με τοσο σγουρα μαλλιά πως να μπορέσει κανείς! Γέλασα. Θυμήθηκα που πιο μικρή μισούσε τα μαλλιά της επειδή και μονο δεν μπορούσε να τα ξεμπλεξει. Αλλα ήταν τόσο όμορφα.

"Γιατι γελάς;" με κοίταξε κάνοντας δυο σχισμες τα πράσινα μάτια της.

"Τίποτα," έπνιξα ενα γελάκι, "απλα θυμήθηκα κατι." Η ματια μου διασταυρώθηκε με την δικια της.

"Είσαι ενοχλητικός." Αποκρίθηκε ξερα.

"Στις υπηρεσίες σας!" Της χαμογέλασα πλατιά κι εκείνη στριφογύρισε τα μάτια της.

Γέλασα ξανα με την αντιδραση της κι έκανα οτι συγκεντρώθηκα στο γραπτό μου. Σημείωσα δυο-τρεις απαντήσεις σε κάποιες ερωτήσεις και την παρατήρησα στα κλεφτα. Με το ενα χερι κρατούσε τα γεμάτα μπούκλες μαλλιά της και με το άλλο έγραφε τόσο γρήγορα, χωρίς ωστόσο να επηρεάζονται τα κομψα γράμματα της.

Τελικά, κατάφερα να αποστρεψω το βλέμμα μου απο πανω της και τότε το χέρι της σταμάτησε τον δικο του ιδιωτικο μαραθώνιο. Τα φρύδια της ενώθηκαν με μια κίνηση της. Την κοίταξα καλύτερα κι έπειτα το γραπτό της. Είχε κολλήσει, δεν ήξερε τι να γράψει.

Τα θέματα μας ήταν ιδια. Οπότε, γιατί όχι!

"Τον ξέρεις αυτον τον τύπο." Έκανα ότι έγραφα.

"Τι;" με κοίταξε το ιδιο απορημενα οσο κοιτούσε και την άσκηση.

Χαμογέλασα σατανικα απο μεσα μου. Έγραψα τον τύπο, που μια εβδομάδα πριν εσπαγα το κεφάλι μου για να τον θυμηθώ, και της τον έδειξα. "Να." έκανα.

Το βλέμμα της φωτίστηκε και αρχισε να αντιγραφεί τον τύπο.

Την στιγμή που τελείωσε με την πλέον λυμένη άσκηση, ο καθηγητής ζήτησε απο τον Αχιλλέα να μαζέψει τις κόλλες όλων μεσα στην τάξη. Όχι, ρε πούστη μου! , έβρισα. Σπατάλησα τον χρόνο μου βοηθώντας την Βι κι εγώ δεν είχα γράψει τίποτα! Μ' αρέσει που θελω να περάσω και Αθήνα με τέτοιους βαθμούς!

Ξεφυσηξα και έδωσα το γαμημενο και άδειο φυλλο στον Αχιλλέα, ο οποίος μόλις το είδε με κοίταξε καλα-καλα.

"Τι κοιτάς ρε μαλακα;" μουγκρισα κι εκείνος προχώρησε στην Τορι γελώντας. Μωρέ, αν μου δινόταν η ευκαιρια θα του εδινα μια γερή στα αρχειδια και θα το κοβόταν το χαζό γέλιο του. Μαλακα.

Ο καθηγητής μας συνέχισε να εξηγεί τον τρόπο εξέτασης αυτού του τετραμήνου, γεγονός που θα έπρεπε να με νοιάζει, αλλα που δεν έδινα δεκάρα.

Η Βι προτου παραδώσει την κόλλα, έριξε μια γρήγορη ματιά στη δικη μου κόλλα και παρέδωσε το χαρτί.

Αφου τελείωσε η ώρα της Φυσικής, ολοι οι συμμαθητές μου βγήκαν μπουλούκι έξω με πρώτο-πρώτο εμένα.

Ήθελα να κάτσω κι άλλο ώσπου να φύγει και η Βι, αλλά είπαμε, καλός, όχι εξαρτημένος! Θεε μου! Τι μου κάνει αυτη η κοπέλα;! Και με το που σκέφτηκα το όνομα της, ακουσα την φωνή της να προφέρει λαχανιασμενα το όνομα μου.

"Κάρτερ! Κάρτερ!"

Σταμάτησα και την πλησίασα μειώνοντας την απόσταση που μας χώριζε.

"Τι έγινε;" ρώτησα περίεργος. Τα τελευταία χρόνια δεν υπήρχε περίπτωση να με είχε φωνάξει και να μην ήταν θυμωμενη!

"Γιατί με βοηθησες;" ίσιωσε την πλάτη της.

"Ορίστε;" απόρησα.

"Ελα τώρα, Κάρτερ. Μην μου λες ψέματα! Γιατί πολύ απλά δεν μπορείς να μου κρυφτείς!" Μου επιτέθηκε. Είπα κι εγώ, γιατί στην ευχή αργούσε τόσο!

"Δεν καταλαβαίνω."

"Σε είδα, Κάρτερ! Σε είδα και μην το παίζεις ανηξερος! Ήξερες την απάντηση και προτιμησες να την πεις σε μενα παρα να κατσεις και να την λύσεις ο ίδιος!" Κούνησε το χερι της σαν να με κατηγορούσε. "Η κολλα σου ήταν άδεια. Για όνομα! Σκέψου για μια φορά λογικα! Το χαρτί σου ηταν άδειο κι εσυ αντί να γράψεις, προτίμησες να με βοηθήσεις! Γιατί; Δεν χρειαζόμουν την βοήθεια σου!"

Ειναι και περήφανη παναθεμα την!

"Εγώ νομιζω ότι την χρειαζόσουν!" Συνέχισα να περπατάω.

"Όχι, δεν την ήθελα!" Παραπονέθηκε νευριασμενα.

"Ναι, την ήθελες!"

"Όχι! Δεν-" την τράβηξα απο τον καρπό αφήνοντας λιγο ελεύθερο χώρο ανάμεσα μας.

"Ναι, την ήθελες. Και τώρα, σταματα να φωνάζεις γιατί θα γίνουμε ρεζίλι."

Της έδωσα λίγο χρόνο για να σκεφτεί την επόμενη κίνηση της. Τα μάτια της πράσινα, κι όμως πετούσαν φωτιές δείχνοντας απέχθεια προς το άτομο μου, αλλά και ενα αλλο απροσδιόριστο συναίσθημα. Τράβηξε το χερι της κάνοντας ολόκληρο το σώμα της να ταρακουνηθεί. Με κοίταξε καλα-καλα.

"Γιατι είσαι κακια μαζί μου, Τορι; Προσπαθώ να επανορθώσω. Δεν το βλέπεις, γαμώτο;"

Με κοίταξε με ενα τόσο κρύο βλέμμα που πίστευα οτι δεν θα το έβλεπα ποτέ απο την Τορι. Ήταν περίεργο...

"Είχες την ευκαιρία σου!" Είπε και εφυγε για αλλη μια φορά, όχι απλά νευριασμενη αλλά, έξαλλη μαζί μου.

"Γαμώτο!" Ούρλιαξα.

Τι στο διάολο δεν κάνω σωστά;! Μπορεί κάποιος να μου πει;!

Πηρα τα βιβλία μου και κατευθύνθηκα στο επόμενο μου μάθημα. Που το είχα κι αυτο κοινό μαζί της. Σκατα! Ολα σκατα!


***Γεια σας! Τι μου κάνετε??

Σήμερα άνοιξαν τα σχολεία οπότε είπα να σας κάνω ενα δωράκι για να ελαφρυνω λιγο την ατμόσφαιρα ;) Βασικα, δεν είχα σκοπό να ανεβάσω σήμερα αυτο το κεφάλαιο γιατί ήθελα να γράψω κι αλλο! Αλλα αποφάσισα να μην το κάνω! :)

Λοιπόν, τι πιστεύετε? Σας άρεσε το καινούριο κεφάλαιο??? Ο Κάρτερ και η Τορι τσακώθηκαν για πολλοστή φορά! Τι θα γίνει πια με αυτούς τους δύο??? (Εμένα πάντως θα μου την έδινε! Άσχημα! :( )

Παρακαλώ ψηφίστε την ιστορία μου και σχολιαστε!!! :)

Φιλιά,
Στέλλα <3 ***


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top