Στη φύση μας είναι... η αναταραχή... 23
«Μου έλειψες» μουρμούρισε η Ιθούριελ πλάι στα χείλη του αφήνοντας έπειτα ένα απαλό φιλί πάνω τους.
Ο Ραφαήλ μούγκρισε συμφωνώντας, με ευχαρίστηση. Τα μάτια του ήταν κλειστά, ενώ απολάμβανε την τρυφερότητα με την οποία η Ιθούριελ εναπόθετε φιλιά σε όλο το πρόσωπό του. Τα καστανά ολόισια μαλλιά του απλωμένα στις γκρίζες πέτρες του πατώματος, ενώ τα κατάμαυρα δικά της γαργαλούσαν την επιδερμίδα του στέρνου του κολλώντας πάνω του, και μπλέκονταν με τα δικά του καταλήγοντας στο πάτωμα. Τα κορμιά τους ήταν λουσμένα στον ιδρώτα και κολλούσαν το ένα στο άλλο.
Μετά την επανασύνδεσή τους, η κτητικότατα με την οποία διεκδικούσαν ο ένας το κορμί του άλλου, τους οδήγησε στην εξουθένωση αλλά δεν ήταν δυσάρεστη. Μια τέτοια κόπωση φάνταζε μαγική και επιθυμητή.
Μόλο που δεν είχαν χρόνο να αναπαυθούν.
Από την άλλη πλευρά του τοίχου η φωνή του Εωσφόρου ήταν βροντερή όταν διέταξε να ντυθούν μέσα σε δέκα δευτερόλεπτα. Και αμέσως ξεκίνησε να μετράει... αντίστροφα.
Η Ιθούριελ με τον Ραφαήλ αντάλλαξαν ένα πανικόβλητο βλέμμα. Στη στιγμή βρίσκονταν στα πόδια τους ψάχνοντας τα ρούχα τους. Η σκηνή θύμιζε πρωινό εγερτήριο σε στρατόπεδο με νεοφερμένους στρατιώτες από τις ταινίες, όπου άλλος έψαχνε να βρει τη μπότα του και άλλος το πάνω μέρος της ενδυμασίας του.
Ο Εωσφόρος από την άλλη πλευρά του τοίχου, άκουγε τη φασαρία την οποία προκάλεσαν τρέχοντας σαν τα ποντίκια οι δύο εραστές και χασκογελούσε διασκεδάζοντας με την κατάσταση που για άλλη μια φορά δημιούργησε.
Μπήκε μέσα πριν φτάσει στο ένα, κάπου στο τρία για την ακρίβεια. Τους βρήκε να κοιτάζουν το ταβάνι παριστάνοντας πως δεν έτρεχε τίποτα και είναι χαλαροί όπως η Ιθούριελ είχε απλώσει το κορμί της πάνω σε εκείνο του Ραφαήλ, ενώ αυτός καθόταν σε μια από τις καρέκλες που πλαισίωναν το τεράστιο τραπέζι.
Ο Εωσφόρος με κόπο συγκρατούσε το γέλιο του, έτσι το μόνο που ακουγόταν ήταν ένα ρουθούνισμα.
Ο Ραφαήλ γέμισε ένα κύπελο με κρασί και το έφερε κοντά στα χείλη του. Άρχισε να κατεβάζει το περιεχόμενο με μεγάλες γουλιές μέχρι να το αδειάσει. Αλλά και πάλι δεν είχε ξεδιψάσει. Οπότε και το ξαναγέμισε.
«Σιγά Ραφαήλ και θα μεθύσεις! Αφυδατωμένο σε βρίσκω» σάρκασε ο διάβολος κάτι που έκανε τον Ραφαήλ να πνιγεί.
«Κοφ το Σατανά! Άσε με και μπες στο παρασύνθημα!» ο Ραφαήλ άλλαξε τον τόνο του. Ποτέ δεν είχε καλές σχέσεις με τον Εωσφόρο και μια βαθιά αντιπάθεια τον επανέφερε από την προηγούμενη κατάσταση σε αυτήν που αντιμετώπιζε τώρα. Σχεδόν έσπρωξε την Ιθούριελ να την καθίσει στη διπλανή θέση και έβαλε τους αγκώνες του πάνω στο τραπέζι αποκτώντας την κλασική αμυντική του στάση, και τον καθιστούσε να είναι σε ετοιμότητα για επίθεση ανά πάσα στιγμή. Και αφού απαίτησε να μάθει τα όσα διηγήθηκε νωρίτερα ο πατέρας της, στην Ιθούριελ, έμεινε να ακούει τώρα προσεκτικά κάθε λέξη που έβγαινε από το στόμα του Εωσφόρου. Έπειτα από την αναφορά στον Κρόνο, ο Ραφαήλ σκάλιζε τον εγκέφαλό του να θυμηθεί οτιδήποτε είχε σχέση με τον τιτάνα. Ωστόσο δεν υπήρχε τίποτε από τα συνήθη που γνωρίζουν και οι άνθρωποι γι' αυτόν.
«Μπορεί να ακουστεί χαζό... αλλά τι είναι αυτό που θέλει ο Κρόνος; Για ποιο λόγο πάλεψε τόσο πολύ να δραπετεύσει από τα Τάρταρα μετά από τόσον καιρό;» έκανε την πιο βασική, ουσιώδη και απλή ερώτηση η Ιθούριελ.
Ο Εωσφόρος καθισμένος στο θρόνο του έμεινε για λίγο σιωπηλός.
«Για να πω την αλήθεια... δε μπορώ να απαντήσω σε αυτό με σιγουριά... εξουσία πιθανολογώ. Πολλά μπορεί να λέγονται κατά καιρούς. Σκέψου μόνο, πόσα έχεις ακούσει για μένα! Ποια είναι όμως αυτά που ισχύουν... στην ουσία τίποτα! Ούτε τέρας είμαι με κέρατα στο κεφάλι. Ούτε το σκουλήκι που θέλουν να τρυπά στον εγκέφαλο των ανθρώπων και να τους ωθεί να κάνουν άσχημα πράγματα...»
Ο Ραφαήλ ξερόβηξε κοιτάζοντας τον επικριτικά, όπως ήταν έτοιμος να ρίξει στο τραπέζι των περιστάσεων, τον διχασμό.
«Σιγά που μου κρατάς μούτρα γι' αυτό!» πέταξε με στόμφο και ένα σαρκαστικό χαμόγελο ο Εωσφόρος. «Ήταν απαραίτητο!» τώρα είχε αλλάξει προσωπείο με το βλέμμα του να ανήκει σε αυτό του σοβαρού γονιού που αφήνει τα παιδιά του να αποκτήσουν τις εμπειρίες του και να τρέξουν πάλι πίσω σε αυτόν, και εν τέλη να του πουν... ναι είχες δίκιο πατέρα.
Ο Ραφαήλ δε μπορούσε παρά να αντιδράσει σιωπηλά, σηκώνοντας τα χέρια του στον αέρα και έπειτα να τα αφήνει να πέσουν πάλι, βαριά πάνω στην ξύλινη επιφάνεια με αγανάκτηση. Ωστόσο έκανε ένα νεύμα προς τον διάβολο να συνεχίσει.
«Εν πάση περιπτώσει, δεν γνωρίζω. Δεν ξέρω τί είναι αυτό που πραγματικά θέλει ο Κρόνος. Μόλις που πάτησε το πόδι του στη γη. Το πρώτο πράγμα που θα κάνει είναι να κρυφτεί, ως που να αναπληρώσει τη χαμένη -από τη διαδικασία της ανέγερσης- ενέργεια.
Στο μεταξύ εγώ έχω εξαπολύσει ήδη μια στρατιά -πιστών σε μένα- κατώτερων δαιμόνων, να ψάξουν, να βρουν την τοποθεσία του και να ενταχτούν στη δική του φρουρά. Αν πιάσει το κόλπο, θα γνωρίζουμε κάθε του κίνηση. Πρέπει να πιάσει, άλλωστε από κατώτερους δαίμονες αποτελείται το τάγμα που τον επανέφερε. Μερικοί ακόμη -προδότες μου- θα είναι σχεδόν απαρατήρητοι μέσα στο πλήθος ομοίων τους.» Τα χείλη του Εωσφόρου ανασηκώνονταν με αηδία καθώς μιλούσε για τα κατωτερότερα τάγματα της κόλασης.
«Και τώρα τι; Καθόμαστε με σταυρωμένα τα χέρια και περιμένουμε;» αναρωτήθηκε και πάλι η κόρη του διαβόλου.
«Μπαααα, δεν είναι στη φύση μας!» αποκρίθηκε ο Εωσφόρος με ένα στραβό χαμόγελο κοιτάζοντας μια την κόρη του και μια τον σύντροφο αρχάγγελό της.
«Στη φύση μας είναι... η αναταραχή!» συνέχισε εισπράττοντας δυο όμοια χαμόγελα με το δικό του πονηρό.
Ήρθε η ώρα να πω... Χεχεχε. <3 <3 <3
Τα φιλιά μου λατρείες!!!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top