Μέσα από τα μάτια του διαβόλου... 18
Ο διάβολος βλεφάρισε διώχνοντας τις αναμνήσεις για μερικές στιγμές ακόμη. Δεν όφειλε σε τίποτα να φέρνει στην επιφάνια ετούτες τις μνήμες, πίστευε λανθασμένα. Ας μείνουνε εκεί στο παρελθόν... έλεγε στον εαυτό του αν και είχε σκοπό μέσα στα επόμενα λεπτά να κάνει ξανά αυτή την αναδρομή στο παρελθόν για χάρη της ανιψιάς του, αλλά και για να θυμηθεί καλύτερα. Το παρελθόν ορίζει πολλές φορές το μέλλον ή βοηθάει στην αποφυγή της επανάληψής του.
Απομακρύνθηκε προχωρώντας προς τον επιβλητικό θρόνο του ντυμένο στα κόκκινα βελούδα και σκαλισμένο, χρυσό βαμμένο ξύλο. Απόθεσε τον αγέρωχο κορμό του με τα άκρα του να κρέμονται από τα μπράτσα του θρόνου. Η σινδόνη που είχε για ένδυμα, από ώρα τώρα είχε αντικατασταθεί με μια -από ασημένιο μέταλλο-πανοπλία, που ταίριαζε με την ξεθωριασμένη από χρώματα μορφή του και μπότες γερές, δερμάτινες που έφταναν ως τα γόνατά του.
«Δώσε μου μια στιγμή αγαπητό παιδί μου... φάε εσύ κάτι. Και έχω μια τρομερή ιστορία να σου διηγηθώ. Μια ιστορία φερμένη σχεδόν από την δημιουργία» αναστέναξε βαριά πριν κλείσει τα βλέφαρά του και χαθεί σε κάποιον άλλον κόσμο.
Μηχανικά η κοπέλα ακολούθησε την προσταγή του σαν άβουλο ον, μα και ήταν, με τη σύγχυση να μην της επιτρέπει να σκεφτεί λογικά και να πράττει ανάλογα. Έλυσε τη ζώνη της με τα όπλα να κροταλίζουν από την πρόσκρουση στο πέτρινο, παγωμένο πάτωμα. Δε θα της χρειαστούν σε αυτό το οχυρωμένο, συμμαχικό μέρος. Ερχόμενη στην κόλαση γνώριζε τη συγγένεια της με τον Εωσφόρο. Κατέβηκε δίχως κανένα φόβο ή αμφιβολία. Το πως το γνώριζε από ένα σημείο και μετά ήταν μεγάλος γρίφος, ωστόσο είχε αυτή τη γνώση και σιγουριά. Τράβηξε την ίδια πολυθρόνα στην οποία είχε και πριν καθίσει πέφτοντας γρήγορα με τα μούτρα στην λαιμαργία αυτή την τόσο γλυκιά αμαρτία. Κατάφερε να σκέφτεται και να απολαμβάνει το φαγητό δίχως να συλλογίζεται για λίγο τα όσα συνέβησαν αλλά και τα όσα έμαθε από το θείο. Ως που το στομάχι της δεν δεχόταν άλλη τροφή και έριξε την πλάτη της προς τα πίσω σε αυτήν του καθίσματός της.
Τα βλέφαρά της έπεσαν βαριά με την εικόνα του πάντα εύθυμου προσώπου της Μία να χορεύει σαν σκοτεινή σκιά δίχως μορφή πίσω τους.
«Είπες -κατά πάσα πιθανότητα-... δηλαδή μπορεί να μην είναι νεκρή; Τότε τι;» η Ιθούριελ συλλογίστηκε φωναχτά.
«Ε;» αποκρίθηκε ο διάβολος σμίγοντας τα ξανθά γωνιώδη φρύδια πάνω από τα μονίμως αιματοβαμμένα μάτια του. Επεξεργάστηκε για λίγο τη φράση και θυμήθηκε σε τι αναφερόταν η Ιθούριελ.
«Ναι.. υπάρχει μια απειροελάχιστη πιθανότητα το νήμα της ζωής της Μία να μην έχει εντελώς κοπεί... βασικά αυτό και νοιώθω. Είναι ακόμη εν ζωή...αν και σχεδόν νεκρή... ζωντανή» μιλούσε και έμοιαζε να χλευάζει τα ίδια του τα λόγια. «Μια κλωστή την κρατάει... δεν έχει πεθάνει... είμαι σίγουρος» αποφάσισε τελικά.
«Πως μπορείς να τη νοιώθεις; Απ' όσο γνωρίζω δεν έχει δεσμό αίματος μαζί της» αντιγύρισε η Ιθούριελ, αναζητώντας πλέον σθεναρά τις απαντήσεις χωρίς περιθώρια για υπεκφυγές. Το γνωρίζανε και οι δύο πως αυτός ήταν ο σκοπός της επίσκεψης... να μάθει! Να μάθει τα πάντα!
Ο Εωσφόρος πήρε άλλη μια βαθιά ανάσα. Εγκατέλειψε αβίαστα την αναπαυτική του θέση, για να καθίσει τώρα αντίκρυ στην ανιψιά του.
Η Ιθούριελ τώρα τον κοιτούσε έντονα ξανά στα μάτια ξεχωρίζοντας αμέσως μάσα τους την ίδια ανησυχία που είδε και πριν. Το βλέμμα του στράφηκε στο πλάι, όπου και αναπαυόταν πάνω στο τραπέζι η παλάμη του. Ξαφνικά εμφανίστηκε από το πουθενά ένα πακέτο τσιγάρα.
«Ακόμη δεν ξέρω γιατί μου αρέσει τόσο πολύ αυτή η ανθρώπινη κακή συνήθεια» είπε ονειροπόλα ο Εωσφόρος. Ξετύλιξε αβίαστα τη ζελατίνη που αγκάλιαζε το μικρό κουτάκι. Έπειτα τράβηξε έξω και το χαρτάκι που σκέπαζε τα φίλτρα του. Έβγαλε έναν λευκό μικρό δολοφόνο και το έφερε κοντά στα ρουθούνια του. Εισέπνευσε κλείνοντας τα μάτια του με απόλαυση. Μια φλόγα τρεμούλιασε στον αέρα μπροστά που από έναν ανύπαρκτο αναπτήρα. Η καύτρα του τσιγάρου απέκτησε πνοή. Κάθε κίνηση του διαβόλου έμοιαζε με ιεροτελεστία όπως έδειχνε να απολαμβάνει τον καπνό να ταξιδεύει στα πνευμόνια του.
Η ηρεμία που εξέπεμπε το πρόσωπό του, σύγχυσε περισσότερο την Ιθούριελ. Άρπαξε το πακέτο χωρίς την έγκριση του οικοδεσπότη και σε αντίθεση με τον ίδιο άναψε το δικό της γρήγορα και βιαστικά, φυσώντας αμέσως τον καπνό με ορμή πάνω από το κεφάλι της.
«Στο θέμα θείε!» ανυπόμονα τον ανάγκαζε να μιλήσει.
«Θέμα;»
Δεν ήταν ποτέ συγκεντρωμένος, παρατήρησε με νεύρο η νεοφερμένη στην κόλαση Ιθούριελ στριφογυρίζοντας τα μάτια της και επιτρέποντας στο μυαλό του να φέρει στην επιφάνεια ξανά το... θέμα.
«Α ναι... θέμα» ανταποκρίθηκε στο επόμενο κιόλας δευτερόλεπτο. «Το θέμα δεν είναι η σύνδεσή που έχω με τη Μία, αλλά με το χρόνο και την ανατροπή του ή την επιστροφή του... ενώ η Μία είναι το επακόλουθο της σύνδεσης με ένα γεγονός στο χρόνο... ή τη χρονική στιγμή -να το πω καλύτερα- που αναγκάστηκα να επέμβω για να αλλάξω. Και αφορά περισσότερο εσένα αγαπητό ανιψάκι μου» ο διάβολος κοιτούσε με λατρεία την κοπέλα απέναντί του, με μια γαλήνη που εξέπεμπαν τα κόκκινα μάτια του και αφοσίωση που ταίριαζε σε έναν πατέρα.
Τέντωσε το χέρι που δεν κρατούσε το τσιγάρο προς το μέρος της πάνω από το τραπέζι, με την επιθυμία να του δώσει το δικό της.
«Πρώτα θα σου πω κάποια πράγματα και έπειτα θα σου δείξω, και μετά πάλι θα σου πω άλλα πράγματα και πάλι θα σου δείξω» Την παρότρυνε να απλώσει την παλάμη της πάνω στη δική του, με το βλέμμα του. «Δείξε εμπιστοσύνη» μίλησε αυστηρά σα να τη μάλωνε που ακόμη εκείνη δίσταζε.
Μόλις όμως τα δάχτυλά της ακούμπησαν το εσωτερικό της παλάμης του, ο Εωσφόρος μίλησε ξανά.
«Μάλλον είναι καλύτερα να σου δείξω πρώτα. Με κουράζουν τα πολλά λόγια» τα δάχτυλά του αιχμαλώτισαν βίαια το χέρι της και η ενέργειά του ξεχύθηκε άπλετη δια μέσου της επαφής τους, ευθύς σε όλα τα κύτταρά της, φτάνοντας γρήγορα στον εγκέφαλό της και γεμίζοντας τον με εικόνες.
Η πρώτη εικόνα ήταν και η πιο σοκταριστική.
Μέσα από τα μάτια του διαβόλου. Με τα συναισθήματα που τον καθιστούσαν ανήμπορο πιόνι στον κόσμο της αδικίας, η Ιθούριελ είδε στην αγκαλιά του ένα μωρό. Με γκρίζα σαν τον συννεφιασμένο ουρανό μάτια και σκούρα σαν κάρβουνο μαλλάκια.
Το μωρό έφυγε από την αγκαλιά του και πήγε στην αγκαλιά ενός άλλου άντρα.
Και αυτός ήταν ο Σαχιήλ.
Μοιάζει να έχω τηρήσει την υπόσχεση. Ανέβασα... βραδάκι. Αλλά δε δίνονται οι απαντήσεις για τον χωροχρόνο που είπαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο... στο επόμενο ή τα επόμενα λοιπόν λατρείες, θα δοθούν οι απαντήσεις. Και μην ξεχνάτε θέλω να μου πείτε αν έχετε πέσει μέσα με τι υποθέσεις που κάνατε! ;)
Λοβ γιου ολ!!!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top