Ένα δάκρυ που τολμούσε να κυλίσει πάνω στο μάγουλό του... 21


«Μάλιστα. Ο Κρόνος. Και τα Τάρταρα.» Η Ιθούριελ κουνούσε πάνω κάτω το κεφάλι της χωρίς να ξέρει τι άλλο να πει.

«Οι προστάτες βέβαια είναι καλό χαρτί... ωστόσο σίγουρα δεν είναι αρκετοί. Πρέπει να αφυπνιστούν όλοι οι άγγελοι» συλλογιόταν φωναχτά ο προβληματισμένος διάβολος.

«Για ριχ το ξανά... Ποιοι είναι οι προστάτες και γιατί κοιμούνται οι άγγελοι εκεί;» η Ιθούριελ έμοιαζε να είχε μπερδευτεί.

«Οι προστάτες δημιουργήθηκαν από τη συσσωρευμένη ενέργεια μετά την επιστροφή της αναστημένης Μίας το 1913. Είναι επινοήματα του Ντρέβεν, πατέρα της φίλης σου. Διοχέτευσε αυτή την ενέργεια από τους αγγέλους σε ανθρώπους, χαρίζοντάς τους δυνάμεις που όμοιές τους δεν υπήρξαν ποτέ ξανά σε καμία εποχή ή διάσταση.» Εξήγησε αμέσως ο Εωσφόρος.

«Ο Ντάνιελ είναι προστάτης».

«Μόλις θα το έλεγα και γω... κάνοντας την συσχέτιση των πληροφοριών που μου έδωσες» χασκογέλασε η Ιθούριελ ενθουσιασμένη με την ιστορία που άκουγε.

«Και πριν προλάβεις να κάνεις την επόμενη ερώτηση -διότι ξέρω ακριβώς ποια είναι αυτή-, άσε με να σου απαντήσω σε αυτή που αφορά τους αγγέλους» βιάστηκε να της κόψει τη φόρα πριν ρωτήσει για την πραγματική φύση της Μια.

«Οι άγγελοι λοιπόν εκεί, σε καιρούς ειρήνης.. δεν κοιμούνται ακριβώς, αλλά παραμένουν αδρανής. Επιλέγουν να απομονωθούν κρυμμένοι μέσα στην ίδια τη φύση...» την κοίταξε με νόημα αφήνοντας την να επεξεργαστεί καλύτερα τα λόγια του, χωρίς ωστόσο να περιμένει να κατανοήσει πλήρως την ουσία αυτών. Οπότε και συνεχίζει με την εξήγηση «Παραμένουν λοιπόν κρυμμένοι μέσα στους κορμούς των δέντρων αποκτώντας τον πλήρη έλεγχο αυτών» ολοκλήρωσε.

Στην Ιθούριελ αυτό φάνηκε σαν παραμύθι για μικρά παιδιά αρχικά. Έπειτα όμως ολοκληρώνοντας την εικόνα της περιγραφής μέσα στο μυαλό της, φάνηκε να ενθουσιάζεται ακόμη περισσότερο. Και η ανάγκη να επισκεφτεί εκείνον τον κόσμο φάνταζε επιτακτική.

«Θέλω να πάω!» κλαψούρισε.

Ήταν τότε που ο Εωσφόρο κατάλαβε πως ο διχασμός είχε χάσει το παιχνίδι του καθώς είχε εξασθενήσει μέσα της. Αφουγκράστηκε καλύτερα τι γίνεται έξω από τα τείχη, σίγουρος σχεδόν, πως από στιγμή σε στιγμή κάτι θα έρθει από τη γη. Και δεν έπεσε έξω. Άψογος συγχρονισμός... σκέφτηκε σα να τα έπαινος.

Την ίδια στιγμή στο σημείο που πριν υπήρχε η τρύπα-πύλη ακούστηκε να πέφτει κάτι βαρύ και δυνατό. Ένας γδούπος που έκανε τις πέτρες του ταβανιού να τρίξουν και σκόνη να πέσει στο πάτωμα.

«Αναθεματισμένε Διάβολε! Αν σε πιάσω στα χέρια μου, δεν θα επιβιώσεις άλλη μέρα! Το διχασμό ρεεε; Το διχασμό έσπειρες μέσα μας; Άτιμο σκουλήκι! Που να σαπίσεις στους παγωμένους τοίχους τη φυλακής σου!» καταριόταν ο Ραφαήλ ουρλιάζοντας με τη βροντερή φωνή του και κοπανώντας τη γη με της γροθιές του ξανά και ξανά.

«Άνοιξε που να πάρει και να σηκώσει!» ο θυμός είχε επικρατήσει του διχασμού, αλλά και των άλλων συναισθημάτων. Τώρα είχε απομακρυνθεί πετώντας ψηλά στον ουρανό. Πήρε τη φόρα που χρειαζόταν και σαν πύραυλος με ανθρώπινη μορφή κατέβαινε προς το ίδιο σημείο που βαρούσε με τις γροθιές του πριν. Αυτή τη φορά διοχετεύοντας τη δύναμη του στα πόδια του.

Κατά την πρόσκρουση σκόνη και χώμα υψώθηκαν στον αέρα και ένας μικρός κρατήρας δημιουργήθηκε στη γη. Παρόλα αυτά δεν κατάφερε να ανοίξει την τρύπα που είχε πριν δημιουργηθεί.

Ο Ραφαήλ ούρλιαξε ξανά με απόγνωση.

Από την άλλη πλευρά ο Εωσφόρος ατάραχος χτυπούσε τα δάχτυλά του πάνω στο ξύλινο τραπέζι με ρυθμό, ενώ ρουφούσε το τσιγάρο του αδιαφορώντας σχεδόν για την υπερβολική συμπεριφορά του εισβολέα.

Η Ιθούριελ ήταν στα πόδια της και ήδη αγωνιούσε περιμένοντας από τον πατέρα της να κάνει κάτι.

«Τς τς τς τι υπερβολές είναι αυτές;» σάρκασε ο Σατανάς. «Έτσι θα μου ζητήσεις το χέρι της κόρης μου;» μιλούσε απαξιωτικά με έναν τόνο υπεροψίας, χωρίς να υψώνει διόλου τη φωνή του.

Ο Ραφαήλ πάγωσε στη θέση του ακούγοντας σαν από το βάθος κάποιου τούνελ τα λόγια του διαβόλου. Έπαψε να ωρύεται και φάνηκε το αίμα στις φλέβες του να έπαψε να κυλάει.

«Τι είπες μόλις;» τραύλισε αποπροσανατολισμένος.

Μα ο άλλος δεν απάντησε. Τίναξε τον καρπό του και το χώμα κάτω από τα πόδια του Ραφαήλ υποχώρησε ομοιόμορφα χωρίς να γίνεται η προηγούμενη ζημιά, που ήθελε τις πέτρες συσσωρευμένες σε μια άμορφη στοίβα. Αυτή τη φορά αιωρήθηκαν για λίγο στον αέρα, τόσο ώστε να εισχωρήσει ο Ραφαήλ στην κόλαση. Έπειτα μπήκαν ξανά στις θέσεις τους.

Ο μπερδεμένος αρχάγγελος ωστόσο προσγειώθηκε άτσαλα στο πάτωμα.

Η αντίδραση του Ραφαήλ στα λόγια του Εωσφόρου προβλημάτισε την Ιθούριελ. Να άλλαζε άραγε τα όσα νοιώθει το γεγονός πως είμαι κόρη του Σατανά; Αναρωτιόταν.

Κάθε αμφιβολία της όμως διαλύθηκε τη στιγμή που την αντίκρυσε και έτρεξε κοντά της μουρμουρώντας το όνομά της σαν προσευχή. Την έφτασε και άρπαξε το πρόσωπό της μέσα στις παλάμες του.

«Μωρό μου, λατρεία μου, Ιθούριελ.. συγνώμη! Ήμουν τόσο τυφλωμένος» άρχισε να φιλάει κάθε σπιθαμή του προσώπου της στην προσπάθεια να αναπληρώσει το χρόνο που χάσανε.

Η κοπέλα από την άλλη μόνο χαμογελούσε ακουμπώντας απαλά τις παλάμες της πάνω στις δικές του και γέρνοντας γατίσια πάνω σε αυτές.

«Αγοοορι μου» μουρμούρισε πριν τα χείλη τους συναντηθούνε πεινασμένα.

Και όπως πάντα... είχανε χαθεί... εκεί που μένανε μόνο αυτοί.

Έχω γίνει υπερβολικά καλός... υπερβολικά συναισθηματικός... σκέφτηκε ο Εωσφόρος σκουπίζοντας βιαστικά ένα δάκρυ που τολμούσε να κυλίσει πάνω στο μάγουλό του.


Όλοι μαζίι!     Ναιιιιιιιιιιιιιι εξοντώσανε το διχασμόοοοοο!!!!    <3 <3 <3

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top