Φρούδες ελπίδες


Τα φτερά είχαν τη δική τους βούληση... αποζητούσαν την ελευθερία τους. Ανασήκωσαν το εξαντλημένο σώμα του ξενιστή τους, με τα άκρα του να κρέμονται άψυχα στον αέρα. Τρεμούλιασαν από τις άκρες τους, ως τη βάση της εξόδου τους, στέλνοντας την ενέργειά τους, να απλωθεί με τη μορφή κυμάτων στον δύστυχο Λίο, που ήταν αναίσθητος. Και αμέσως το σώμα του αντέδρασε. Η πλάτη του ίσιωσε, οι παλάμες του άνοιξαν, το κεφάλι του έπεσε προς τα πίσω με τους μυς του λαιμού του, να αναδεικνύονται ακαταμάχητοι. Ο νέος οργανισμός του απορρόφησε τον ιδρώτα και τα ξανθά μαλλιά του ανέμισαν προς τα πίσω.

Οι φτερούγες χτυπούσαν απαλά τον αέρα, ώστε να τον κρατάνε σε ένα συγκεκριμένο ύψος.

Ο Λίο χαμογέλασε γαλήνια, πριν πεταρίσει τα βλέφαρά του και φανερωθούν τα σκούρα μάτια του, σαν δυο πύλες της αβύσσου που σε μαγνητίζουν, σε καλούν κοντά τους.

Αργά και σταθερά υποδούλωνε τα φτερά του, να τον οδηγήσουν στο πάτωμα, όπως γονάτιζε μπροστά στον θετό πατέρα του. Είχε δυναμώσει με την ενέργεια που του επέστρεψε η μεταμόρφωση.

Το βλέμμα του σύρθηκε από το πάτωμα μέχρι πάνω σε αυτό του Σαχιήλ. Η χαρά του οποίου, ήταν φανερή σε όλα τα χαρακτηριστικά του και τα μάτια του σκληρού και αλύγιστου αγγέλου πλέον πλημύριζαν με δάκρυα συγκίνησης.

«Καλώς ήρθες υιέ μου, στο τάγμα των αγγέλων» είπε ο Σαχιήλ με σταθερή φωνή, καθώς ερχόταν στο ίδιο ύψος με τον Λίο.

«Πως έγινε αυτό;» Ρώτησε ο Λίο μη ξέροντας πως πρέπει να αντιδράσει.

«Θα σου τα εξηγήσω όλα... όσα κατάφερα δηλαδή, να μάθω και ο ίδιος. Μα μη βιάζεσαι πρέπει να ξεκουραστείς τώρα» τον καθησύχασε.

Ο Λίο σηκώθηκε όρθιος, τραβώντας και τον Σαχιήλ μαζί του. «Αυτή τη στιγμή, δεν αισθάνομαι και τόσο κουρασμένος, για να πω την αλήθεια» είπε και στράφηκε πίσω του, συναντώντας το έκπληκτο ύφος του Ραφαήλ, που αδυνατούσε να πιστέψει στα μάτια του.

«Απίστευτο» ψέλλισε με τα χέρια του, να δείχνουν τη λευκή μάζα από πούπουλα πάνω στην πλάτη του Λίο.

Η Ιθούριελ από την άλλη, παρακολουθούσε χωρίς να φανερώνει κάποιο συναίσθημα. Το μυαλό της προέτρεχε όπως πάντα, έτσι επέλεξε να ρωτήσει «Και τώρα τι θα γίνει;»

Ο Σαχιήλ έστρεψε το βλέμμα του πάνω, αγανακτισμένος. «Πάντα ανυπόμονη» απάντησε στοργικά. «Θα γίνει αυτό, που εκείνος έχει σχεδιάσει» συνέχισε με το δάχτυλό του, να στρέφεται πάνω στον ουρανό.

Ο Ραφαήλ γύρισε το κεφάλι του στο πλάι, προς την αντίθετη κατεύθυνση, από αυτήν που στεκόταν η αγαπημένη του. Οι αναφορά στον μεγαλοδύναμο, τον τάραζε πάντα, καθώς δεν θα ξεχνούσε ποτέ την τιμωρία του. Αυτή που του πήρε το αγνό λευκό των φτερών του μετατρέποντας το στο μαύρο της κολάσεως. Αυτή η σφραγίδα θα του θυμίζει πάντα, τα παραπτώματά του.

Τα σμαραγδένια σκούρα μάτια του, προς στιγμή υιοθέτησαν την μαυρίλα που σκέπαζε και τα άλλοτε κατάλευκα φτερά του. Κάποιες σκόρπιες εικόνες από αναμνήσεις θόλωσαν την όρασή του, ως που άκουσε τη φωνή της και όλα τα ξέπλυνε μακριά ο ήχος της.

«Είσαι καλά;» Ρωτούσε τον Λίο χωρίς να αντικρίζει τον ίδιο, αλλά με τα δάχτυλά της να βυθίζονται στα πούπουλά του.

Ο Λίο σφάλισε τα βλέφαρά του, καθώς το άγγιγμά της, έστελνε δέσμες ηλεκτρισμού σε όλο το σώμα του.

«Καλύτερα από ποτέ» είπε με βραχνή φωνή, όπως άνοιγε τα μάτια του και επέτρεπε στον εαυτό του, να τη βλέπει από τόσο κοντινή απόσταση. Μύριζε το ευχάριστο άρωμά της. Τίναξε ελαφρός τα φτερά του, με αποτέλεσμα τα μαλλιά της να ανεμίσουν μπροστά στο πρόσωπό του, χαϊδεύοντάς το ανεπαίσθητα.

Τη στιγμή του Λίο χάλασε ο τόνος του Σαχιήλ, που δεν ήταν ποτέ σύμφωνος με τα συναισθήματά του για την Ιθούριελ. «Περάσαμε μια δύσκολη νύχτα. Πρέπει να ξεκουραστούμε, γιατί δεν ξέρουμε, τι μας περιμένει αύριο... τι αύριο δηλαδή, σήμερα» στράφηκε στο παράθυρο και τα κουρασμένα μάτια του πληγώθηκαν από την έντονη λάμψη του ήλιου.

«Ναι, τώρα που το λες...» είπε η Ιθούριελ μακρόσυρτα με ένα χασμουρητό να κρύβεται πίσω από την παλάμη της. «Νομίζω ότι λίγη ξεκούραση είναι απαραίτητη, ε;» απευθυνόταν τώρα στον Ραφαήλ, που ακόμη ήταν ζαλισμένος από τη σκηνή που διαδραματίστηκε πριν από κάτι δευτερόλεπτα μπροστά του. Πόσους αντίζηλους πρέπει, να αντιμετωπίσω ακόμη; Σκεφτόταν. Σαν τα μανιτάρια ξεφυτρώνουν, από εκεί που δεν το περιμένεις... ήξερε όμως, πως η Ιθούριελ είναι μια ξεχωριστή ύπαρξη και πάντα θα υπάρχουν άντρες, που θα σέρνονται στα πόδια της. Αποπνέει κάτι που δεν περνάει απαρατήρητο, σαν μια ουσία που εκπνέει το σώμα της και μαγνητίζει, ελκύοντας κάθε αρσενικό.

«Ναι, φυσικά» της απάντησε ο Ραφαήλ, έπειτα από τον συλλογισμό του. Απεδίωξε κάθε αίσθημα ζήλιας, ήταν τελείως περιττό. Στο κάτω κάτω, μαζί του ήταν και δεν έδινε καμία σημασία σε αισθήματα που έτρεφαν άλλοι γι αυτήν. Πάντα στο ίδιο θα γυρίζει ξανά και ξανά. Πάντα δική του θα΄ναι.

Η Ιθούριελ πλησίασε την καρέκλα στη οποία καθόταν προηγουμένως, αρπάζοντας τα σπαθιά της και ξεκίνησε πάλι να τα σέρνει στο πάτωμα.

Ο εκνευρισμός του Λίο επέστρεψε αμέσως και δεν κρατήθηκε. «Αλήθεια τώρα... βάλε τα στις θήκες τους» φώναξε και όλα φαινόταν να επιστρέφουν στους ρυθμούς, πριν τη μεταμόρφωση.

Εκείνη του έριξε ένα αποδοκιμαστικό βλέμμα, πριν μιλήσει με τη φωνή της να στάζει χωλή. «Σπίτι μου είμαι... ό,τι θέλω θα κάνω... δεν δέχομαι εντολές από κανέναν».

Ο Ραφαήλ γέλασε άηχα και την τράβηξε κοντά του σμιλεύοντας τη μέση της.

Το ζευγάρι αποχώρισε, κλείνοντας με δύναμη την πόρτα πίσω τους.

Ο Λίο έμεινε να κοιτάζει το σημείο, στο οποίο πριν από λίγο στεκόταν η Ιθούριελ, χαμένος στις σκέψεις του.

« ον Θες συνζευξεν, νθρωπος μ χωριζτω» ψέλλισε ο Σαχιήλ. «Μα στην περίπτωσή τους υπάρχει μια συγκεκριμένη ένωση, την οποία κανείς δεν μπορεί να σπάσει. Παραπλανήσεις για την Ιθούριελ πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν... αλλά η ηθική της στην τελική, δεν της επιτρέπει, να παρεκκλίνει ή να απομακρυνθεί από αυτήν την δέσμευση που έχει μαζί του». Τα λόγια του Σαχιήλ, ταρακούνησαν τον Λίο. Βυθίζοντας ακόμη περισσότερο το μαχαίρι που χρόνια τώρα κουβαλούσε στην καρδιά του, σαν αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού του.

«Η αλήθεια είναι σκληρή, μα πρέπει να τη δεχτείς! Μην τρέφεις φρούδες ελπίδες, ακόμη κι αν υπάρχει αυτό το σκίρτημα μεταξύ σας... δεν θα ενδώσει ποτέ, τελικά» εξακολούθησε ο Σαχιήλ, ακουμπώντας την παλάμη του πάνω στον ώμο του Λίο. Το κεφάλι του οποίου έπεσε βαρύ μπροστά του με τα λόγια του θετού πατέρα του να αντηχούν στα αυτιά του ξανά και ξανά.

«Μάζεψε τώρα τα φτερά σου και πήγαινε να ξεκουραστείς αγόρι μου... α, και πριν δούμε, τι θα κάνουμε και με ποιόν θα μοιραστούμε τα νέα αυτά, κράτα χαμηλό προφίλ».

Ο Λίο ένευσε υπάκουα και με μια κίνηση τα φτερά του κρύφτηκαν κάτω από το δέρμα του. 

Το τραγούδι ελπίζω να σας αρέσει, το έκλεψα από μια εξαίσια συνάδελφο εδώ και αποτέλεσε την έμπνευσή μου. Το ξέρετε ότι σας λατρεύω κι ας μη σας γνωρίζω προσωπικά!!!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top