Στο δάσος λοιπόν...
Αχνό γκρίζο φως απλώθηκε γύρω τους, την ώρα που ο Μιχαήλ άνοιγε τα μάτια του. Το σώμα της Ραχήλ εφάρμοζε πάνω στο δικό του. Κρατιόταν αγκιστρωμένη πάνω του, σα να ήταν η τελευταία της ελπίδα. Κοιμόταν, ωστόσο στον ύπνο της ακόμη, τα δάκρυα κυλούσαν πάνω στα μάγουλά της. Το στομάχι του σφίχτηκε ανεπαίσθητα.
«Ραχήλ» ψιθύριζε το όνομά της επανειλημμένα. Ένα μουγκρητό, που έμοιαζε με κλαψούρισμα βγήκε από το στήθος της. «Σταμάτα να κλαίς» της είπε επιτακτικά.
Η Ραχήλ κοιμισμένη ακόμη, έσυρε τα δάχτυλά της πάνω από το μάγουλό της, ώστε να διώξει τα δάκρυα, μα ένα νέο κύμα της επιτέθηκε, στη θύμηση του εφιάλτη που την βασάνιζε καθ' όλη τη διάρκεια του ύπνου της. Το κεφάλι της βρήκε κρυψώνα, στη βάση του λαιμού του, ενώ το κλάμα της έμοιαζε πια, με εκείνο του μικρού παιδιού.
Ο Μιχαήλ αναστέναξε, τυλίγοντας τα μπράτσα του προστατευτικά γύρω της. «Εξακολουθώ να βρίσκομαι εδώ Ραχήλ... μπορείς να κλαίς, όταν θα φύγω. Για την ώρα... έχουμε τη ευκαιρία, να χαμογελάσουμε και να κοιτάξουμε ο ένας τον άλλον στα μάτια» προσπαθούσε με κάποιον τρόπο να κατευνάσει το ξέσπασμά της. Η παλάμη του χάιδευε απαλά της μπούκλες, που στόλιζαν το κεφάλι της, προσπαθώντας μερικές φορές να ανασύρει από μέσα τους τις πευκοβελόνες και κάποια ξερά φύλα.
Ο Μιχαήλ μετατόπισε το βάρος του, ώστε να την ξαπλώσει πάνω στο χώμα, με το κεφάλι της να στηρίζεται στο μπράτσο του. Τα σταχτιά, μακριά μαλλιά του χυνόταν γύρω από το πρόσωπο της Ραχήλ.
Η Ραχήλ είχε τα μάτια της ερμητικά κλειστά. «Κοίτα με» παρακάλεσε ο Μιχαήλ. Εκείνη υπάκουσε, αλλά όχι αμέσως. Ένα τεράστιο χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπο του ερωτοχτυπημένου αγγέλου. «Και τώρα χαμογέλα... δεν σε έχω δει να χαμογελάς ακόμη... το μόνο που κάνεις είναι να μουλιάζεις τα μάγουλά σου με τα δάκρυα. Κοίτα πως έγιναν, αυτά τα υπέροχα καστανά ματάκια». Τα δροσερά χέρια της, ακούμπησαν τα πρησμένα από το κλάμα μάτια, απαλύνοντας ελάχιστα τον πόνο τους. Ξεφύσησε, απογοητευμένη. Τα πίεσε ελάχιστα και τον κοίταξε.
Της φαινόταν τόσο αγγελικά όμορφος. Χαμογέλασε χαϊδεύοντας το πρόσωπό του. Στο μυαλό της ήρθε πάλι η στιγμή του αποχαιρετισμού και τα μάτια της ήταν έτοιμα πάλι να δακρύσουν. «Όχι» διαμαρτυρήθηκε ο Μιχαήλ. «Μην τολμήσεις πάλι να κλάψεις!» συνέχισε, αρπάζοντας με το ελεύθερο χέρι του το σαγόνι της. «Ούτε να το σκέφτεσαι!» επιτέλους την είχε κάνει να γελάσει.
Έσυρε τα χέρια της πάνω στο γυμνό στέρνο του, προς τον σβέρκο του και από εκεί μέσα στα πλούσια μαλλιά του. «Τι μου έχεις κάνει άχρηστε άγγελε» ο Μιχαήλ ανασήκωσε το φρύδι του. «Άχρηστος;» είπε δήθεν παρεξηγημένος. «Ναι» απάντησε εκείνη. «Θα έπρεπε να σε μισώ... και γω δεν μπορώ να σε χορτάσω» εξακολούθησε, με τα ακροδάχτυλά της να ταξιδεύουν στις γωνίες του προσώπου του και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του.
Τον τράβηξε κοντά της. «Και εγώ σε αγαπώ δαιμόνισσα» είπε ο Μιχαήλ, λίγο πριν ακουμπήσει τα χείλη του πάνω στα δικά της, και τα ένιωσε να τεντώνουν κάτω από τα δικά του, σε ένα χαμόγελο ευχαρίστησης.
Είχε ξημερώσει πια και η πολύωρη απουσία της Ραχήλ, κίνησε υποψίες στους συγκατοίκους, φίλους της. Ζούσαν σε διαμέρισμα, στο κέντρο του Λονδίνου. Ήταν ένα προσωρινό μέρος διαμονής, μιας και ταξίδευαν συνεχώς. Ο Βαρδιήλ είχε αρχίσει να ανησυχεί, ακόμη από την πρώτη ώρα, που η Ραχήλ άργησε να γυρίσει. Δεν του είχε πει που θα πήγαινε, εύκολα όμως μπορούσε να την εντοπίσει. Η δαιμονική, μαύρη ψυχή του τού έλεγε, πως κάτι δεν πάει καλά. Δεν είχε κλείσει μάτι όλη τη νύχτα, περιμένοντάς την.
Άκουσε τον Τζαμήλ, να προχωρά με βαριά βήματα προς το μπάνιο. «Έι... η Ραχήλ δεν γύρισε» του πέταξε. «Ε, και;» είπε βαριεστημένα ο άλλος, τρίβοντας τα μάτια του, καθώς χασμουριόταν. «Θα πάω να τη βρω, να έχεις το νου σου σε περίπτωση, που θα σε καλέσω για ενισχύσεις» βιάστηκε να τον κατατοπίσει ο Βαρδιήλ. «Εντάξει» είπε σέρνοντας τη λέξη ο Τζαμήλ, που χασμουριόταν ακόμη.
Ο Βαρδιήλ έκλεισε με κρότο την πόρτα πίσω του, φεύγοντας βιαστικά από το διαμέρισμά του.
Μετατράπηκε σε σύννεφο καπνού, ώστε να μην είναι αντιληπτή η παρουσία του στο ανθρώπινο μάτι, αλλά και για να εστιάσει την προσοχή του στην τοποθεσία της Ραχήλ.
«Στοδάσος λοιπόν» μουρμούρισε κάτω από τη μύτη του και κινήθηκε πλάι στα υπόλοιπασύννεφα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top