Ο Θάνατος 129
Δεν δυσκολεύτηκε να βρει αμέσως το μέρος που ο Κάι θεωρούσε σπίτι του. Ένα ευρύχωρο διαμέρισμα τριώροφου κτίσματος στην άλλη άκρη του χωριού, αρκετά απομονωμένο από τα υπόλοιπα γύρω του. Η Μία είδε την μπαλκονόπορτα να χάσκει ανοιχτή και όρμισε μέσα με τα φτερά της να μαζεύονται τη στιγμή που βρέθηκε μέσα στο σαλόνι.
Ο Κάι κρατούσε το άψυχο σώμα της Έλενας στην αγκαλιά του τραντάζοντάς στο ρυθμό τον λυγμών του. Το σπαρακτικό του κλάμα έκανε την καρδιά της Μία να πονέσει και το στομάχι της κόμπο, ενώ ο λαιμός της έφραξε και με δυσκολία κατάφερνε να καταπιεί την πίκρα του θανάτου της κοπέλας. Ο θάνατος... τόσο εύκολα και γρήγορα την υποδέχτηκε στην αγκαλιά του.
Η Μία κοίταξε το ρολόι πάνω στον τοίχο είχαν περάσει ήδη μερικά λεπτά από τη στιγμή που η καρδιά της κοπέλας είχε σταματήσει. Ο χρόνος συνέχισε να κυλά, ο μεγαλύτερος εχθρός της πάντα.
Ο δύσμοιρος νέος δεν είχε αντιληφθεί την παρουσία της στο χώρο σαν να ήταν μια ασήμαντη σκιά. Και σαν σκιά αθόρυβα μα βιαστικά η Μία ήρθε πάνω από το κεφάλι του.
«Άκου φίλε μου... μπορώ να τη φέρω πίσω» του είπε χαμηλόφωνα σα να φοβόταν μη την ακούσει κανείς, και έτσι ήταν κάτι τέτοιο αποτελούσε ένα μυστικό που θα έπρεπε να παραμείνει κρυμμένο.
Ο Κάι ύψωσε το κεφάλι του, το βλέμμα του ήταν περίεργα βλοσυρό μα και πονεμένο ταυτόχρονα. Ήταν δύσκολο να το ερμηνεύσει κανείς αυτό το βλέμμα.
«Πως;» τη ρώτησε μπερδεμένος μα αμέσως κούνησε το κεφάλι του, σαν να προσπαθούσε να αποδιώξει κάτι. «Μάλλον ξέρεις κάτι... δε με νοιάζει! Αν μπορείς να τη φέρεις πίσω... απλά κάνε το. Δεν με νοιάζει πως... αρκεί να γυρίσει σε μένα ξανά!» είπε με αποφασιστικότητα.
Απόθεσε το σώμα της κάτω, ενώ αμέσως σκούπισε τα δάκρυα που είχαν μουλιάσει τα μάγουλά του. Έσκυψε πάνω από το κεφάλι της Έλενας φιλώντας απαλά τα χείλη της. Ψιθύρισε πάνω από το στόμα της λόγια αιώνιας αγάπης υποσχόμενος να μην την αφήσει ποτέ ξανά.
Ύψωσε έπειτα το ανάστημά του γέρνοντας πάνω από τη Μία. Τοποθέτησε τις τρεμάμενες παλάμες του πάνω στους ώμους της, και με το παρακλητικό του βλέμμα εστίασε τα μάτια της. «Σε παρακαλώ φέρε την πίσω σε μένα» είπε ενώ ένα τελευταίο δάκρυ κυλούσε πάνω στο μάγουλό του. «Θα τη φέρω αλλά... πάντα υπάρχει ένα αλλά σε όλα τα πράγματα και τις αποφάσεις που ήμαστε αναγκασμένοι να πάρουμε» η Μία δίστασε ζυγίζοντας την αντίδρασή του Κάι. «Δεν θα είναι πια άνθρωπος. Θα τη μεταμορφώσω σε ένα πλάσμα όμοιό μου και πραγματικά η δική μου φύση είναι αρκετά περίπλοκη» τα λόγια της συνοδεύτηκαν από μια γκριμάτσα και ένα χαμόγελο που αποκάλυψε κάτι που ο Κάι σε καμιά περίπτωση δεν περίμενε να δει. Αμέσως απομακρύνθηκε μα δεν ήταν φόβος αυτό στο πρόσωπό του αλλά έκπληξη. «Κατάλαβα» αποκρίθηκε νεύοντας. «Δεν πειράζει κάνε το, μη χάνουμε άλλο χρόνο» την παρότρυνε με μια βιασύνη.
«Εντάξει» η Μία έσκυψε κοντά στην Έλενα άλλα πριν κάνει οτιδήποτε έστρεψε το κεφάλι της πάλι πάνω αντικρίζοντας το βλέμμα του Κάι ξανά. «Μου έχεις εμπιστοσύνη;» τον ρώτησε με το χέρι της πάνω από το στέρνο της νεκρής κοπέλας.
Ο Κάι ένευσε. «Δεν έχω κι άλλη επιλογή» είπε και στη φωνή του η απόγνωση ήταν ευδιάκριτη.
«Τότε θα σου ζητήσω να με αφήσεις μόνη μαζί της. Αναγκάστηκα να αφήσω τον Ντάνιελ μόνο του, και συ θα πρέπει να πάρεις την εκδίκησή σου. Το κάστρο της Ιθούριελ εξακολουθεί να πολιορκείται από ορδές αυτών των πλασμάτων που έκαναν κακό στην κοπέλα σου και οι φίλοι σου παλεύουν για τη ζωή τους.» τα λόγια της τον προσγειώσανε απότομα, φέρνοντας εικόνες από τις σκηνές που στιγμιαία εμφανίστηκαν μπρος στα μάτια του έπειτα από την περιγραφή της Μία.
Κοίταξε την αγαπημένη του με θλίψη και ένα αχνό χαμόγελο έκανε την εμφάνισή του στα χείλη του. «Το τελευταίο όραμα που είδε την ταλαιπώρησε πολύ, μα το πρώτο πράγμα που έκανε καθώς επανερχόταν ήταν να μας ζητήσει να εμπιστευτούμε εσάς, εσένα και τον Ντάνιελ. Πως μπορώ να αψηφήσω την τελευταία χάρη που μου ζήτησε. Φυσικά και θα σε εμπιστευτώ» είπε κοιτάζοντας τώρα στα μάτια την κοπέλα με τα μωβ μαλλιά. «Θα έχω τον νου στον φίλο σου, μην ανησυχείς» είπε με το βλέμμα του να στέλνει μια θέρμη στην καρδιά της. «Φτάνει να φέρεις το λουλούδι μου πίσω στη ζωή» έλεγε καθώς πισωπατούσε.
Η Μία χαμογέλασε την ώρα που είδε τα φτερά του να ξεπροβάλουν πίσω από την πλάτη του και ένα σαρδόνιο, διψασμένο για αίμα χαμόγελο να εμφανίζεται στο πρόσωπό του. Είδε τη λευκή λάμψη των φτερών του να πνίγεται στο μαύρο σκοτάδι και γύρισε μπροστά της. «Συγνώμη» μουρμούρισε κοντά στο παγωμένο αυτί της Έλενας. Η οποία φαίνεται από την αρχή ήξερε πολύ καλά τι πρόκειται να της συμβεί.
Λοιπόν... επέστρεψα.
Πέρασα ένα όμορφο δεκαήμερο στη λούφα, έγινα μαύρη κατράμι αν και απο την πρώτη κιόλας μέρα κάηκα και τώρα ξεφλουδίζομαι σαν τη σαύρα αλλά το σοκολά χρώμα παραμένει, ντρέπομαι τώρα να κυκλοφορήσω τόσο μαύρη που έγινα θα με περάσουν για πακιστανή χαχαχαχα και θα με πάνε στα κέντρα κράτησης. αν λείψω πάλι να ανησυχείτε.... χαχαχαχχαχαχα
τεσπα.
και τώρα δουλειά. :)))) λοιπόν θα παραληφθούν πολλά πραγματάκια που αφορούν την ηρωίδα της Έλξης διότι αν τα αποκαλύψω εδώ θα χαθεί η αγωνία στο άλλο βιβλίο και όπως ξέρετε μου αρέσει να κρατάω τους αναγνώστες μου σε αγωνία, λατρείες μου. οπότε συγχωρέστε με και μη ρωτάτε πολλά για τη Μία και τον Ντάνιελ, θα σας τα αποκαλύψω όλα στα βιβλία της Έλξης. ;)
Σας αγαπώ πολύ λοιπόν, φιλιά και κάλο βράδυ!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top