Μόρνα
Ο Κάϊ πέταξε από πάνω τους, με τα φτερά του να τους καλύπτουν προστατευτικά. Κοίταξε συνωμοτικά τον Ραφαήλ, χαρίζοντάς στον αδερφό του, το πιο ενθαρρυντικό χαμόγελο. Ενώ στη συνέχεια, με μια επιδέξια στροφή και τα φτερά του κάτω από μια ασυνήθιστη γωνία και τρόπο περίεργα προτεταμένο, να λειτουργούν σαν λεπίδα, αποκεφάλισε έναν αξιοσημείωτο αριθμό δαιμόνων. Το αίμα τους πεταγόταν, από τα λαρύγγια τους λεκιάζοντας το λευκό των φτερών του με αμέτρητες πιτσιλιές, κόκκινες και μαύρες.
Σπέρνοντας τον θάνατο και ολοκληρώνοντας την θανατηφόρα κίνησή του, ωθήθηκε προς τα πάνω βγάζοντας από το στόμα του μια διαπεραστική κραυγή, χωρίς κανένα σκοπό. Το κεφάλι του ριγμένο προς τα πίσω, το γυμνό επιβλητικό στέρνο του στραμμένο προς τον ουρανό και τα χέρια του παράπλευρα ανοιγμένα αναδεικνύοντας έτσι κάθε σχηματισμένο μυ. Θύμιζε θηρίο έτοιμο να κατασπαράξει, χάρο έτοιμο να θερίσει. Όσοι όμως τον άκουσαν και είδαν τα πτώματα, που τον περιτριγύριζαν, επηρεάστηκαν άμεσα, καθώς φρίκη κάλυπτε τα σοκαρισμένα πρόσωπά τους.
Παρόλη την αποτρόπαιη παράσταση, που έδωσε ο Κάϊ, ο Ραφαήλ έμεινε ανεπηρέαστος. Εγκλωβίζοντας βίαια το πρόσωπο της Ιθούριελ, ανάμεσα στις παλάμες του, την ανάγκασε να τον κοιτάει στα μάτια. «Δεν σε μοιράζομαι, ούτε με το Θεό τον ίδιο» είπε τονίζοντας οργισμένα την κάθε λέξη που ξεστόμιζε. «Αν σου πέρασε από το μυαλό, να μας έχεις και τους δυο, ξέχνα το! Και αν επιλέγεις εκείνον, δεν θα με ξαναδείς ούτε στην επόμενη ζωή, ούτε ποτέ!» σύριξε, με τη μύτη του να σχηματίζει πάνω της έντονες γραμμές και να τρέμει νευρωτικά. Το βλέμμα του περιπλανήθηκε πίσω της, συναντώντας κάπου εκεί στο βάθος, αυτό του Μιχαήλ, που είχε ακούσει κάθε του λέξη.
Η Ιθούριελ μέσα στην παραζάλη της, αυτό που πραγματικά εκτίμησε, ήταν η επιμονή του και όχι η μόνιμη παραίτηση που εισέπραττε επανειλημμένα από τον Μιχαήλ. Φυσικά της πέρασε από το μυαλό η ιδέα, τού πως θα ήταν η ζωή της χωρίς τον Ραφαήλ, μα της φάνηκε αβάσταχτη και μόνο η σκέψη.
Άρπαξε τη μπλούζα του, σχηματίζοντας γροθιές πάνω της. Τον τράβηξε πάνω της, συνθλίβοντας τα χείλη της με τα δικά του. Τα φτερά του, την τύλιξαν, μέσα τους. Εκείνη πήδηξε, με τα πόδια της, να αγκαλιάζουν τη μέση του. Τη συγκράτησε πάνω του, πιέζοντας το σώμα της με τα χέρια του έντονα.
«Δεν έχεις το δικαίωμα, να πας, πουθενά!» γρύλισε μέσα στο ανοιχτό στόμα του. «Ούτε ρούπι δαίμονα» διέταξε.
Το χαμόγελο του Ραφαήλ, απλώθηκε σαν βούτυρο πάνω σε ψωμί, σε όλα τα χαρακτηριστικά του. Δεν ζητούσε τίποτε άλλο. Τα δάχτυλά του σχεδόν έγδερναν τη σάρκα στην πλάτη της, από την χαρά της επιβεβαίωσης.
«Φυλαχτείτε» φώναξε ο Κάϊ που για άλλη μια φορά πετούσε από πάνω τους, έχοντας στα χέρια του μια απροσδιόριστη μορφή, που επιδίωκε, να κόψει στη μέση.
Αντέδρασαν στιγμιαία και επιτέθηκαν άγρια στους δαίμονες, που τους είχαν περικυκλώσει τώρα πια. Κατέφταναν σε ντουζίνες, βγάζοντας κραυγές μάχης από το στόμα τους.
«Από πού ξεφύτρωσαν όλοι αυτοί;» φώναξε για να ακουστεί πάνω από την οχλοβοή η Ιθούριελ, την ώρα που πηδούσε στην πλάτη κάποιου και του έσπαγε το σβέρκο, πετώντας τον στο χώμα ξεψυχισμένο. Είδε το σώμα του να εξατμίζετε σε μια στήλη μαύρου καπνού και να εξαφανίζεται.
«Κάτι δεν πάει καλά» της είπε ο Ραφαήλ, εκτιμώντας την κατάσταση γύρω του. «Αυτοί είναι κατώτεροι δαίμονες» συνέχισε, διαπερνόντας με την γροθιά του το στήθος του επόμενου θύματός του.
Την είχαν αρπάξει από τα μαλλιά για άλλη μια φορά και αναρωτήθηκε, πόσες από της τρίχες της είχαν ξεριζωθεί. Φέρνοντας στο μυαλό της, έναν νεροχύτη γεμάτο, από τις τούφες των μαλλιών της. «Κάθαρμα» τσίριξε, αρπάζοντας το χέρι που την έβλαπτε και με το γόνατό της να συντρίβει το ζυγωματικό της θηλυκής δαιμόνισσας. «Κάθε τούφα από τα μαλλιά μου, είναι πολύτιμη» φώναξε στο αναίσθητο σώμα, κάτω από τα πόδια της.
«Ραφαήλ» φώναξε επιτακτικά ο Σαχιήλ, που φανερώθηκε μπροστά τους, με τα ολόχρυσά φτερά του απλωμένα. «Οι ίντιγο είναι ασφαλής στο σπίτι μας. Υποχωρήστε! Πάρε την κόρη μου μακριά από εδώ!» πρόσταξε, αποκρούοντας την κλοτσιά, που στόχο είχε το στήθος του.
«Μα γιατί; Κοίταξέ την, είναι υπέροχη όταν παλεύει» παραπονέθηκε σκερτσόζικα ο Ραφαήλ.
«Ραφαήλ» τον μάλωσε ο Σαχιήλ.
«Καλά. Εντάξει» συμφώνησε με απογοήτευση, σέρνοντας τις λέξεις εκείνος.
Αποφεύγοντας τις επιθέσεις με ευελιξία, την έφτασε, κλείνοντας την στην αγκαλιά του.
«Έχε χάρη» φώναξε εκείνη διαμαρτυρόμενη, τινάσσοντας τον δείκτη της προς την κατεύθυνση των δαιμόνων.
Τα πόδια της κρεμόταν άτσαλα στον αέρα πια. Την κρατούσε, σα να ήταν πάνινη κούκλα. Γρύλισε δύστροπα, με απογοήτευση. Την αμέσως επόμενη στιγμή ούρλιαξε, απελευθερώνοντας την ένταση που κουβαλούσε, στην προσπάθεια να περάσει, σε μια πιο ήρεμη κατάσταση τον εαυτό της. Έριξε μια τελευταία ματιά κάτω, αναγνωρίζοντας ανάμεσα σε άλλους το πρόσωπο του Μιχαήλ.
Ο κύβος ερρίφθη... σκέφτηκε.
Στα μάτια του είδε τη λύπη, μα μόνο για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου. Ένευσε σε εκείνη με κατανόηση και γύρισε από την άλλη, για να αντιμετωπίσει τον αντίπαλό του. Παράδοξος, ο αντίπαλός του είχε και εκείνος φτερά, μόνο που ήταν φτερά νυχτερίδας.
Η Ιθούριελ παραξενεύτηκε, μα δεν το σκέφτηκε παραπάνω.
«Που πάμε;» τη ρώτησε ο Ραφαήλ, την ώρα που αυτή γύριζε μέσα στα χέρια του, έτσι ώστε, να βλέπει το πρόσωπό του.
Η Ιθούριελ πήρε μια βαθιά ανάσα και έκλεισε τα μάτια της. Ακούμπησε το κεφάλι της στο στέρνο του. Το αίμα στις φλέβες τις έτρεχε με μανία και η καρδιά της σφυροκοπούσε με την αδρεναλίνη της μάχης να έχει εξαντλήσει τα ανώτατα όρια της θερμοκρασίας του σώματός της.
«Μακριά από εδώ, σίγουρα» ψέλλισε. Το σκέφτηκε για λίγο και μόνο ένα μέρος της ερχόταν στο μυαλό, όπου θα μπορούσε τελικά να απομονωθεί για λίγο και να ηρεμίσει.
Μυρωδιές της άνοιξης την κατέκλεισαν και ο ήχος από τα ήρεμα τρεχούμενα νερά, ακουγόταν στα αφτιά της.
Σήκωσε το κεφάλι της για να βρει τα μάτια του να την χαζεύουν αχόρταγα. «Μόρνα» είπε μόνο.
Εκείνος χαμογέλασε στραβά. «Το ήξερα» συγκατένευσε, νιώθοντας για άλλη μια φορά τη χαρά της επιβεβαίωσης και θαυμάζοντας τον συγχρονισμό των σκέψεών τους.
Χτες έκατσα και διάβασα μερικά απο τα τελευταία κεφάλαια που έγραψα και απόρησα, Τί είναι τελικά αυτό που σας κάνει να θαυμάζεται τον χαώδη τρόπο με τον οποίο γράφω, πραγματικά. Και ας μην αναφερθώ στα λάθη που κάνω ή ολόκληρες τις λέξεις που παραμένουν στο μυαλό μου χωρίς ποτέ να γραφούν, παρά μόνο να υποθέσει κανείς καταφέρνει.. αα, μάλλον αυτό ήθελε να πει. Τι να πω, σας ευχαριστώ για την ανιδιοτελή πίστη σας σε μένα και την αγάπη σας!!!
Κατά τα άλλα, νομίζω ότι σας τρέλανα με το τραγούδι! Ε; Ουαααααααα! για άλλη μια φορά!!!
Από κάτω σύνδεσμος (για όποιον ενδιαφέρεται να μάθει) προσδιορισμού της τοποθεσίας "Μόρνα".
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CE%BA%CE%BF%CF%84%CE%B5%CE%B9%CE%BD%CE%AC_%CE%A0%CE%B9%CE%B5%CF%81%CE%AF%CE%B1%CF%82
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top