Εκείνος κινεί τα νήματα...




Ο Ραφαήλ επεξεργάστηκε τα έγγραφα. Ανασήκωσε τους ώμους του και τα τοποθέτησε μέσα στο ντουλαπάκι που έχασκε ανοιχτό. Στράφηκε να κοιτάξει την Ιθούριελ, απολαμβάνοντας τον τρόπο με τον οποίο οδηγούσε. Τεντώθηκε, ώστε να χαμηλώσει την ένταση της μουσικής, όμως έφαγε ένα χαστούκι στο χέρι του ξαφνιασμένος.

Παραιτημένος ακούμπησε τον αγγόνα του πάνω στο παράθυρο, εστιάζοντας το βλέμμα του έξω από αυτό, ενώ ό,τι ήταν αυτό που ήθελε να πει παρέμεινε μονάχα στο μυαλό του.

Ο ουρανός άρχισε να παίρνει ένα αχνό γκρίζο χρώμα, χάραζε.

Ο δρόμος πλέον δεν ήταν άδειος. Βιαστικοί οδηγοί ξεχύθηκαν στη λεωφόρο, να προλάβουν, να πάνε στις δουλειές τους.

Πρόκληση για την Ιθούριελ. Δεν πάτησε φρένο ούτε μια φορά. Προσπερνώντας πότε από δεξιά και πότε από αριστερά, τους έντρομους αγουροξυπνημένους οδηγούς, κάνοντας τους, να σαστίζουν βλέποντας το μαύρο τερατώδες τζιπ να ελίσσεται με τόση χάρη ανάμεσά τους.

Ο Ραφαήλ εντωμεταξύ, ήταν ήρεμος θαυμάζοντας τα αντανακλαστικά της. Κάποια στιγμή όμως, με μια προσπέραση από δεξιά βρέθηκε μπροστά τους ένα άλλο 4*4, το οποίο και απέφυγε η Ιθούριελ στο τελευταίο δευτερόλεπτο, για ελάχιστα εκατοστά. Και δεν είναι εύκολο, να κάνεις κάτι παρόμοιο, με το τέρας που είχαν για αυτοκίνητο.

Ο Ραφαήλ με κομμένη την ανάσα κράτησε τον ενθουσιασμό του, αν και ήθελε να ουρλιάξει σαν ανώριμο αγοράκι βγάζοντας το κεφάλι του έξω από το παράθυρο.

Το μόνο που έκανε, ήταν χώσει το χέρι του ανάμεσα στους μηρούς της Ιθούριελ, αρπάζοντας το πακέτο με τα τσιγάρα αιφνιδιάζοντας την. Έβγαλε δύο τσιγάρα και τα άναψε ταυτόχρονα, το ένα εκ των οποίων έτεινε προς την Ιθούριελ, τοποθετώντας το ανάμεσα στα χείλη της. Εκείνη το κράτησε με τα δόντια της.

Ο Ραφαήλ άνοιξε το παράθυρο ανασηκώνοντας τον κορμό του, με αποτέλεσμα το κεφάλι και οι ώμοι του να βρεθούν αντιμέτωποι με τον αέρα που τον μαστίγωνε αλύπητα. Αλλά η αίσθηση δεν ήταν άγνωστη σε αυτόν, κάθε φορά που άνοιγε τα φτερά του, ένοιωθε παρόμοια συναισθήματα. Δεν κρατήθηκε τελικά και ούρλιαξε παριστάνοντας το λύκο.

Η Ιθούριελ γέλασε με την καρδιά της, αντιγράφοντας το ουρλιαχτό του.

Η διασκέδαση όμως δεν θα κρατούσε για πολύ ακόμη, το λαμπάκι άναψε πάλι κόκκινο, κάτι που σήμαινε πως έκαναν τα ίδια χιλιόμετρα με πριν και πλησίαζαν το άντρο του Σαχιήλ, με τους αγγέλους και τους ίντιγο να τους περιμένουν.

Την ώρα που η Ιθούριελ παρκάριζε το αυτοκίνητο στη θέση του, με άδειο το ντεπόζιτο και τη μηχανή του να αχνίζει ακόμη, ο Λίο έμπαινε στο γκαράζ.

Έμεινε με το στόμα ανοιχτό και τα νεύρα του τεντωμένα, βλέποντας τον Ραφαήλ να αποβιβάζεται και την Ιθούριελ, να μαζεύει από το πίσω κάθισμα τα σπαθιά της.

«Από τα τόσα οχήματα εδώ πέρα... το δικό μου διάλεξες, να κάνεις το κέφι σου;» φώναζε τρελαμένος.

Στο πρόσωπο της εμφανίστηκε ένα πονηρό, στραβό χαμόγελο. Τοποθέτησε τα σπαθιά της στις θήκες τους, άνετη και χαλαρή βάδισε προς τον Λίο, κουνώντας επιδεικτικά τους γοφούς της. Το βλέμμα της μοχθηρό, εστίαζε το χαμένο δικό του.

Ο Λίο τα έχασε, δεν ήξερε πώς να συμπεριφερθεί, βλέποντας την Ιθούριελ να τον πλησιάζει, τόσο μαγευτική και επικίνδυνη.

«Λοιπόν αδερφούλη... δεν νομίζω να σε πείραξε, που πήρα το δικό σου hummerακι να διασκεδάσω. Να ξέρεις δεν έχει βενζίνη... α και του έδωσα να καταλάβει... το ξέσκισα» η τελευταία λέξη της βγήκε σαν συριγμός φιδιού.

Η καρδιά του Λίο χτυπούσε μανιασμένα μέσα στο στήθος του, έτοιμη να δραπετεύσει. Έχασε τα λόγια του. Την κοίταζε και τα γόνατά του έτρεμαν. Αλλά δεν πρόδιδε με κανέναν τρόπο τα συναισθήματά του, παρά μόνο όταν το βλέμμα του συνάντησε εκείνο του Ραφαήλ. Το πρόσωπο του οποίου έδειχνε σφιγμένο, με τα φρύδια του να σκεπάζουν τα μάτια του, ενώ πάνω από τη μύτη του, σχηματίζονταν λεπτές γραμμές, φανερώνοντας τη σύγχυση του, ενώ διάβαζε τις αντιδράσεις του σώματος του Λίο. Ο Ραφαήλ κατάλαβε... συνειδητοποίησε ο Λίο.

Η Ιθούριελ από την άλλη φαινόταν, να έχει πλήρη άγνοια.

Ο Λίο πήρε μια ανάσα ανακούφισης. Έριξε ηττημένος τους ώμους του και έκανε να φύγει.

Η άκρη του σπαθιού της Ιθούριελ, βρέθηκε πάνω στο στέρνο του, σταματώντας τον από το να κάνει το επόμενο βήμα. «Που πας εσύ; Ποιος θα μου δώσει εξηγήσεις;» πέταξε εκείνη, χωρίς να διώχνει λεπτό από το πρόσωπό της το ειρωνικό χαμόγελο.

«Στον πατέρα σου να πας για τις απαντήσεις που ψάχνεις. Εκείνος κινεί τα νήματα» αποκρίθηκε ο Λίο. Αισθάνθηκε τη λεπίδα σαν να τρυπούσε πραγματικά την καρδιά του. Την κατέβασε με μια απότομη κίνηση και βημάτισε γρήγορα, όσο πιο μακριά της γινόταν.

Τελευταία στιγμή έστρεψε το βλέμμα του σε εκείνο του Ραφαήλ, που δεν είχε πει λέξη τόση ώρα, μα απλά παρακολουθούσε.

Δεν είμαι απειλή, για τη σχέση σου... του μετέδωσε τη σκέψη και οι λέξεις του προκάλεσαν έναν έντονο πόνο στο στήθος του, εφόσον γνώριζε πως ο άλλος τον διάβαζε.



Συγχωρέστε με για το ανώριμο της οδήγησης! Μην το επιχειρήσετε ποτέ, αν τα αντανακλαστικά σας δεν είναι σε πλήρη διέγερση! Είναι επικίνδυνο!!!! Φιλιαααααααααααα!!!!  Πλάκα κάνω μην το επιχειρήσετε ποτέ!!!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top