Ήλιος...

Η ατελείωτη πτώση είχε αρχίσει, να εκνευρίζει τον Ραφαήλ σε σημείο, να σφίγγει και να ξεσφίγγει τις γροθιές του αναζητώντας έναν τρόπο διαφυγής από αυτό το συνεχές μαρτύριο.

Κάποια στιγμή δεν άντεξε και άνοιξε τα φτερά του. Η κίνηση αυτή συνοδεύτηκε από μια κραυγή αγανάκτησης.

Την ίδια στιγμή όμως το σκοτάδι γύρω του διαλύθηκε. Ένας τεράστιος πολυέλεος εμφανίστηκε αιωρούμενος, πάνω από το κεφάλι του. Οι μπότες του συγκρουστήκαν με το μαρμάρινο πάτωμα, λυγίζοντας τα γόνατά του, αποτέλεσμα της σφοδρής σύγκρουσης.

«Γαμότω Σαχιήλ... γιατί δεν μου είπες να ανοίξω τα φτερά μου από την πρώτη στιγμή;» βροντοφώναξε αγανακτισμένα ο Ραφαήλ, στον αόρατο ακροατή του.

Ανάγκασε τον εαυτό του να ηρεμήσει, ώστε να εκτιμήσει το χώρο γύρω του. Βρισκόταν στο κυκλικό κέντρο μιας σάλας, από την οποία προς όλες τις κατευθύνσεις, εκτίνονταν σκοτεινοί διάδρομοι, που σχημάτιζαν με τον τρόπο αυτό έναν ήλιο.

Οι διάδρομοι ήταν πλαισιωμένοι από ξύλινα ράφια, το ύψος των οποίων δεν ήταν ορατό, ενώ και το βάθος του χώρου προοριζόταν άπειρο.

Τον Ραφαήλ κυρίευσε η απόγνωση. Πώς στο καλό θα έβρισκε ένα βιβλίο, ανάμεσα στα άπειρα που στόλιζαν τα συγκεκριμένα ράφια;

Έκανε το γύρω της σάλας. Αναζητώντας κάποιο προσανατολισμό, ως προς την αλφαβητική σειρά ή τις χρονολογίες. Αλλά δεν υπήρχαν τέτοια πράγματα. Τα βιβλία δεν είχαν τίτλους, αυτά τουλάχιστον που μπορούσε να δει από εκεί που στεκόταν.

«Κάποιο κόλπο θα υπάρχει» μονολόγησε.

Ο Σαχιήλ φυσικά ήταν ένας πανέξυπνος άγγελος και δεν θα επέτρεπε στον οποιονδήποτε να πάρει τις πολύτιμες αναμνήσεις του. Δεν θα επέτρεπε να αποκτήσει πρόσβαση σε πράγματα που δεν γνωρίζει κανείς.

Ο Ραφαήλ από την άλλη σκεφτόταν, πως το να ξεκινήσει, να ψάχνει ένα ένα τα ράφια, θα κατέληγε άσκοπο.

Κάθισε οκλαδόν, κάτω από τη μοναδική πηγή φωτός που υπήρχε στο χώρο. Έκλεισε τα μάτια του, στην προσπάθεια να συγκεντρωθεί. «Σκέψου, σκέψου, σκέψου» μουρμούριζε.

Μα ο χρόνος περνούσε. Κυλούσε σαν το νερό στο αυλάκι, ασταμάτητα. Δύο μήνες μετρούσε η Ιθούριελ από την αναπάντεχη φυγή του Ραφαήλ. Καθόταν πάνω στον πάγκο της κουζίνας της, κουνώντας τα πόδια πέρα δώθε.

Στο διάστημα που εκείνος έλειπε, κατάφερε να σουλουπώσει το κάστρο της, τοποθετώντας όλες τις ηλεκτρικές συσκευές, που τη μοιραία εκείνη μέρα ο Ραφαήλ είχε κουβαλήσει μέσα στην απέραντη κουζίνα της.

Το κάστρο πλέον είχε αποκτήσει τη θέρμη ενός ζωντανού σπιτικού. Μα φάνταζε τόσο άδειο, με την απουσία του Ραφαήλ.

«Πού είσαι, πού είσαι;» έλεγε μέσα από τα δόντια της η Ιθούριελ, ενώ το βλέμμα της, ήταν κολλημένο στο πάτωμα και το νερό που είχε βάλει, να βράσει για τα μακαρόνια, είχε εξατμιστεί.

Πήδηξε από τον πάγκο, ακούγοντας το θόρυβο που έκανε η κατσαρόλα. Έσβησε απλά την εστία και απομακρύνθηκε από το χώρο της κουζίνας.

Τώρα πια είχε και ρεύμα το κάστρο της, μα σχεδόν ποτέ δεν άνοιγε το φως. Το προτιμούσε μέσα στο σκοτάδι ή τουλάχιστον με το φως που ερχόταν από έξω.

Απόθεσε το κορμί της πάνω στα μαρμάρινα σκαλοπάτια, κοιτάζοντας επίμονα την πόρτα. Το βασανισμένο κεφάλι της προσγειώθηκε στο μπράτσο της και έτσι, μετά από ώρα που η πόρτα δεν άνοιγε, την πήρε ο ύπνος.

Ο Ραφαήλ στο βασίλειο των αναμνήσεων, είχε στερέψει από ιδέες. «Φτερά, φτερά, φτερά...» ψέλλιζε. «Την τύχη μου!» φώναξε ενώ σηκωνόταν απότομα. «Φτερά!» φώναξε ξανά με την ηχώ της φωνής του να ταξιδεύει στους διαδρόμους.

«Συγκεκριμένες λέξεις κλειδιά, σε φέρνουν στο αντικείμενο που αναζητάς» αντήχησε η φωνή του Σαχιήλ στον αχανή χώρο. «Συγκεκριμένοι στόχοι,'1 σε οδηγούν στο συγκεκριμένο αποτέλεσμα» ακούστηκε ξανά.

Ο Ραφαήλ σάστισε, κάνοντας κύκλους γύρω από τον εαυτό του.

Μέσα από έναν, από τους διαδρόμους, κάτι ερχόταν με φόρα πάνω του. Οι αισθήσεις του Ραφαήλ οξύνθηκαν. Όμως καθώς το αντικείμενο διακρινόταν στο λιγοστό φως, οι μυς του χαλάρωσαν. Ένα βιβλίο πετούσε προς το μέρος του. «Ναι!» φώναξε χαρούμενος την ώρα που το έπιανε στο αέρα.

«Σαχιήλ» κάλεσε τον ιδιοκτήτη του μέρους. «Δεν είμαι ο ιδιοκτήτης» απάντησε η φωνή του στο μυαλό του Ραφαήλ. «Τότε ποιος είναι;» αναρωτήθηκε ο άγγελος με τα μαύρα φτερά που ταίριαζαν απόλυτα σε τούτη τη διάσταση.

«Ο Λούσιφερ» απάντησε ο Σαχιήλ, με την υποψία ενός χαμόγελου στη φωνή του. 





Νομίζω πως το τραγούδι είναι καλό συνοδευτικό της έντασης που υπάρχει σε αυτό το κεφάλαιο. Φιλιά πολλά!!!!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top