part 24

«Φίλα με..»  ψιθύρισα για ακόμη μια φορά. Η καρδιά μου ήταν παγωμένη, χαμένη στο χρόνο, αδιαφορεί για το πόσους παλμούς έχασε και εξακολουθεί να χάνει. Το μόνο που ήθελα, ήταν κάποιος να ζεστάνει αυτή τη παγωνιά που κυλούσε στις φλέβες μου. Αλλά είναι φορές που ο πάγος δεν λιώνει σε συνθήκες πάνω του 0. Είναι φορές που μια συγκεκριμένη αγκαλιά το κάνει. Η δικιά του.
Αυτός με κοίταξε. Το καστανό χρώμα των ματιών του γυάλιζε και οι κόρες των ματιών του διαστέλλονταν κάτω από το φως του δωματίου. Τα μάτια του βούρκωσαν, τα χείλια του άνοιξαν απαλά. Το βλέμμα του σάστισε, φάνταζε αβοήθητος, και εγώ απελπισμένη. Τα χέρια του έτειναν προς το πρόσωπο μου. Η παλάμη του αγκάλιασε το μάγουλο μου, και τότε ώθησε με φόρα τον εαυτό του προς το μέρος μου. Τα χείλια μας συγκρούστηκαν.
Πίεσα τα χείλια μου πάνω στα δικά του και τα χαρακτηριστικά του προσώπου μου ζάρωσαν. Ήθελα όσο οτιδήποτε άλλο στο κόσμο να τον φιλήσω, και άλλο…και άλλο, μέχρι να μην νοιώθω τα χείλια μου. Άνοιξα το στόμα μου ελαφρά για να αφήσω τη γλώσσα του να παίξει ερεθιστικά με την δικιά μου..
Εδώ και μήνες, είμαι αχόρταγη όλο θέλω κι άλλο, κι άλλο, σαν εθισμένη σαν να είναι το τσιγάρο μου. Ένα ναρκωτικό που όσο και να ξέρω πως θα με σκοτώσει, δεν παύω να είμαι εξαρτημένη από αυτό. Και νοιώθω, πως είναι και αυτός. Τουλάχιστον.. έτσι ελπίζω.
Τυλίγω τα χέρια μου γύρω από ο σβέρκο του και σπρώχνω τον εαυτό μου προς το μέρος του. Τα χέρια του τυλίγονται γύρω από τη μέση μου και με τραβάνε προς ο μέρος του. Τα χείλια μας ανοιγοκλείνουν και αλληλοεπιδρούν στο δικό τους νόμο. Το χέρι του ανεβαίνει απαλά και διασχίζει τη κοιλιά μου σηκώνοντας τρυφερά τη μπλούζα μου. Χαμογελάω αμήχανα μέσα από το φιλί και εκείνος δαγκώνει τα χείλια μου. Έπειτα το χέρι του ξανά ανεβαίνει προς το στήθος μου και τα δάχτυλα του χαϊδεύουν το σχήμα του, και ύστερα το συμπιέζουν. Ξεφυσάω ξεψυχισμένα και ένα πονηρό χαμόγελο διαγράφεται πάνω του.
Νοιώθοντας την ανάγκη να τον ερεθίσω και εγώ, παίρνω το ένα μου χέρι από το λαιμό του και χαδεύω τον θώρακα του και αυτή τη φορά το μόνο πονηρό χαμόγελο που σχηματίζεται είναι ο δικό μου. Απομακρυνόμαστε και οι δυο αναζητώντας μια ανάσα με τα κούτελα μας ενωμένα. Με το στήθος μου να ανεβοκατεβαίνει ψάχνοντας ακόμα μια ευκαιρία για καθαρό αέρα, δαγκώνω πονηρά τα χείλια μου όσο τον κοιτάζω κατάματα. Τα χέρια μου κατεβαίνουν. Διασχίζουν το κορμί του, και πλησιάζω την αρχή του παντελονιού του. Απομακρύνει το χέρι  του από το στήθος μου, και παρατηρεί το δικό μου. Χωρίς να σταματήσω, αγγίζω απαλά την περιοχή του. Χαϊδεύω το μεγάλο εξόγκωμα που είχε δημιουργηθεί στο παντελόνι του. Εκείνος ανασαίνει βαριά και τεντώνει το σβέρκο του.
«Γαμωτο σου Ελένη» ψιθυρίζει.
«Συμβαίνει κάτι;» ρωτώ πονηρά
Δεν απαντάει. Αρχίζει μόνο να με ξανά φιλάει σαν να εξαρτάτε από αυτό. Ανεβάζει τη μπλούζα μου, απομακρύνεται αργά και τη βγάζει. Σύντομα καταλήγει στο πάτωμα. Και τα δυο του χέρια χαϊδεύουν το στήθος μου και τότε πλησιάζει και φιλάει το θώρακα μου. Τα χείλια του κατεβαίνουν προς τα κάτω προσεχτικά για να μην πειράξουν τις γάζες. Κατεβάζει τις τιράντες μου αρχίζοντας από τη δεξιά. Εκεί αρχίζει και φιλάει τρυφερά τον ώμο μου. Έχω ήδη αρχίσει να ιδρώνω. Εκπνέω βαθιά χωρίς να το θέλω.
Αρχίζω και γρατζουνάω τη πλάτη του ώστε α αφαιρέσω τη μπλούζα του. Τελικά την τραβάω αφού έχω αυξήσει ελάχιστα την απόσταση μεταξύ μας. Αρχίζουμε και παρατηρούμε ο ένας το σώμα του αλλού με τρυφερότητα. Το καλογυμνασμένο σώμα του , που διαγραφεί καλοσχηματισμένους κοιλιακούς και το  V που υπάρχει στο ξεκίνημα του παντελονιού του ολοκληρώνει την εικόνα του.
Προσπάθησα να κρύψω την ευχαρίστηση, που να τον βλέπω έτσι αλλά μάταια, και οι δυο είχαμε παρόμοιο πονηρό χαμόγελο.
«Σκέφτεσαι αυτό που σκέφτομαι;» με ρώτησε αισθησιακά.
«Νομίζω πως ναι..» είπα χαμηλόφωνα και ένοιωσα τα μάγουλα μου να παίρνουν φωτιά.
Εκείνη τη στιγμή με αρπάζει, και με ανεβάζει πάνω του. Αρχίζω και γελάω όσο τα πόδια μου τυλίγονται γύρω από τη μέση του και τα χέρια μου χαϊδεύουν το λαιμό του. Πλησίασα το πρόσωπο μου στο δικό του άλλα τελευταία στιγμή  σηκώθηκε. Πιάστηκα καλυτέρα από πάνω του ξαφνιασμένη και εκείνος γέλασε. Άρχισε να περπατάει προς το διάδρομο. Τον παρατηρούσα καθώς πηγαίναμε προς το δωμάτιο του. Με κοιτούσε με ένα χαμόγελο γεμάτο υποσχέσεις.
Δεν κρατιόμουν… πριν καλά καλά περάσουμε την πόρτα του δωμάτιου του πίεσα πειςς ακόμα μια φορά τα χείλη μου πάνω στα δικά του. Ανταποκρίθηκε άμεσος. Το περπάτημα του έγινε ελάχιστα πιο αργό, πιο σταθερό και τα χέρια του πίεζαν περισσότερο το δέρμα μου. Ίσως να με πονούσε αλλά δεν με ενοχλούσε, μου άρεσε.
Το βήμα του σταμάτησε απότομα και με αφησε απαλα από την αγκαλια του.Το σωμα μου αγγιξε το υφασμα του κρεβατιου. Εκεινος ηρθε με αργες κινησεις από πανω μου. Ενωσε τα χειλια μας φιλωντας το πανω μερος των χειλιων μου. Τοποθετησα το χερι μου  στο σβερκο του και τον εφερα λιγο πιο κοντα μου κανοντας πιο εντονο το φιλι μας. Εκεινος εστρυψε το κεφαλι του και τα χειλια του αργα κινηθηκαν προς το λαιμο μου. Εκει αρχισε να μοιραζει διασκορπα φιλια στο δερμα μου. Αρχισε  να κατεβαινει προς τα κατω. Τα χειλια του διεσχυσαν το στηθος μου και νοιθωντας κάθε χιλιοστο του δερματος μου να καιγεται , η μεση μου λυγισε σαν τοξο. Η πληγη μου τεντωθηκε και αισθανθηκα εξα εντονο τσουξιμο αλλα δεν μιλησα.
Όταν εφτασε κοντα στη περιοχη μου φιλησε τρυφερα τα μπουτια μου και ανοιξε απαλα τα ποδια μου. Ανεβασε το βλεμμα του πανω μου και με ρωτησε: “Εισαι σιγουρη μωρο μου;”
Εγω εγνεψα. Ημουν σιγουρη πλεον. Με φιλησε άλλη μια τελευταια φορα. Τοτε αισθανθηκα ένα εντονο ερεθυσμα και ένα περιεργο τσουξιμο να απλωνεται αναμεσα απο τα ποδια μου. Μια ανασα μου ξεφυγε, και το στηθος μου αρχισε ξα ανεβοκατεβαινει από την ταχυπαλμια. Το δαχτυλο του  εισχορουσε μεσα μου αργα. Ο πονος ηταν αρκετα ενοντος, αλλα εκανε τον πονο να μοιαζει υπερβολικα καλος. Λιωνοντας στα χερια του, με το σωμα μου να καιει, εκεινος συνεχιζε.
“Πονας;” με ρωταει.
Μουγκρισα ανηκανει να μιλησω. “Λιγο μωρο μου αλλα συνεχισε” καταφερα τελικα και ειπα.
Και αυτό εκανε. Μονο που αυτή η φορα εβαλε και το δευτερο δαχτυλο του. Αυξανοντας για μια στιγμη το πονο, αλλα συντομα συνηθισα τη παρουσια του και ο ερεθυσμος ελεγχε το κορμι μου. Η ταχυπλαμια αυξηθηκε λιγο ακομα. Αναστεναξα σιγανα το ονομα του οσο εκεινος συνεχιζε τη δουλεια του.
Εκεινος όμως δεν αρκεστικε εκει. Και βαζοντας το τριτο , το τσουξιμο μου εγινε ανυποφορο. Κανοντας μια αποτομη συσπαση το σωμα μου ενοιωα τη πληγη μου να ανοιγει ακομα περισσοτερο. Εβγαλα ένα επιφωνημα πονου και τα ματια μου γρηγορα γεμισαν δακρυα. Εκεινος ξαφνικα σταματαει εντελως και απομακρυνεται, φοβισμενος πως με πονεσε.
“Τι εγινε;” ρωταει αγχομενος.
Το βλεμμα μου επεσε πανω στη πληγη μου δειχνοντας του ετσι πως με πονεσε.  Το χερι μου α υτοματα πηγε να αγκαλιασει τη πληγη αλλα σταματησε με το σκεφτηκο ότι θα γινει χειροτερα. Εκεινος ψιθυρισε “ Σκατα” και ετρεξε στη κουζινα. Παραξενευτικα και σηκωνοντας τη μεση μου για να δω καλυτερα τη πληγη ειδα ότι ξανα αιμοραγουσα. Το αιμα αυξανοταν και χρωματιζε τα σεντονια. Εκεινος ξανα ερχεται και ακουμπα στη πληγη μου εξα βαμβακι με υνοπνευμα. Τοτε ο πονος γινεται κατι παρα πανω από τοξικος. Δαγξωνω τα χειλαι μου δυνατα και ένα ακρυα σταζει από τα ματια μου. “Υπομονη μωρο μου” λεει και φιλαει το μετωπο μου. Εγω γνεφω με τα δακευα να κυλουν αργα κατω από τα μαγουλα μου. Επειτα βαζει λιγο ιοδιο για να επουληνει τη πληγη μου και μετα τη τυλιγει με μια καθαρη γαζα.
“Εισαι ενταξει;” με ρωταει
“Ναι..” απαντω καπως δυσανασχετισμενη. Κατεβαζω το βλεμμα μου νοιωθωντας τυψεις που χαλασα το κλημα.
“Τι;” με ρωταει
“..τιποτα απλα..” λεω. “Συγνωμη.πεις πεις” συνεχιζω.
“Για ποιο πραγμα;” ρωταει και αφηνει ένα μικρο ειρωνικο γελακι στο τελος.
“Ξερεις. Που το χαλασα..” απαντω.
Εκεινος γελαει πνιχτα. Σκυβει κοντα μου και με φιλαει απαλα. “Δεν χαλασες τιποτα” μου ψιθυριζει.







Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top