Κεφάλαιο 20
Η ανάμνηση με βρίσκει ακριβώς εκεί που την άφησα, με εμένα πίσω από το τιμόνι και εκείνη δίπλα μου, με την ανάσα της να τρέμει στον κλειστό χώρο του αυτοκινήτου. Όλα είχαν ξεκινήσει από τη στιγμή που την έβαλα στο αμάξι μου. Η ένταση που χτίζαμε για μήνες κατέληγε εκεί, σε αυτόν τον περιορισμένο χώρο, χωρίς καμία διέξοδο. Οι λέξεις ήταν λίγες, ποτέ δεν χρειάζονταν να είναι πολλές. Τα βλέμματά μας έκαναν όλη τη δουλειά.
Σταματημένος στην άκρη ενός άδειου δρόμου, είχα γυρίσει να την κοιτάξω. Τα μακρινά φώτα έριχναν σκιές στο πρόσωπό της, τονίζοντας τις γραμμές που έκαναν το βλέμμα της αδύνατο να το αποφύγεις. Εκείνη τη στιγμή, δεν είχε σημασία τι σκεφτόταν ή τι σκεφτόμουν εγώ. Το μόνο που μετρούσε ήταν ότι δεν υπήρχε τίποτα να μας σταματήσει—ή τουλάχιστον, έτσι νομίζαμε. Το χέρι μου είχε ήδη σηκωθεί και είχε βρει τη θέση του στο μάγουλό της, τραβώντας την πιο κοντά. Το πρώτο άγγιγμα των χειλιών μας ήταν απαλό, αλλά η φλόγα που ξέσπασε ήταν αναπόφευκτη.
Το φιλί μας είχε αρχίσει να αγριεύει, να γίνεται πιο πεινασμένο, σαν να γέμιζε το κενό από όσα δεν είχαμε τολμήσει να πούμε. Το σώμα της είχε γείρει προς το μέρος μου, και πριν προλάβω να το συνειδητοποιήσω, την είχα τραβήξει στη θέση μου, πάνω μου.
Τα χέρια μου είχαν ταξιδέψει από τη μέση της στο ντεκολτέ της και ξανά πίσω. Και ξανά εκεί, και ξανά πίσω. Τα δάχτυλά μου χάραζαν κάθε εκατοστό του κορμιού της, σαν να ήθελα να το εξερευνήσω. Εκείνη, δαγκώνοντας απαλά τον λοβό του αυτιού μου, τύλιξε τα δικά της χέρια αισθησιακά γύρω από το λαιμό μου, τραβώντας με όλο και πιο κοντά της, σαν να ήθελε να γίνει ένα μαζί μου. Τριβόταν πάνω μου και ένιωθα έτοιμος να εκραγώ, το χέρι μου ακολούθησε τη δική του πορεία, κάτω από το δαντελωτό της εσώρουχο. Εκείνη ανασηκώθηκε και δάγκωσε το κάτω χείλος της, κοιτάζοντάς με με ένα βλέμμα γεμάτο λαγνεία. Έπρεπε να το κάνω. Παρόλο που κάθε μόριο του κορμιού μου φώναζε να συνεχίσω, ήξερα ότι έπρεπε να της δώσω την επιλογή...
«Θέλεις να σταματήσω;» ρώτησα με τη φωνή μου βραχνή, αλλά τόσο χαμηλή που μόλις ακουγόταν. Τα μάτια της ήταν σκοτεινά, ήξερα ότι δεν μπορούσα να απαρνηθώ εύκολα τη στιγμή αυτή, αλλά αν το ήθελε, έπρεπε.
«Όχι,» είπε, και αυτή η μικρή λέξη ήταν η αρχή του τέλους για ό,τι θα συνέβαινε εκείνη τη νύχτα. Τα χείλη μου επέστρεψαν στα δικά της, αλλά αυτή τη φορά, τα χέρια μου ήταν πιο τολμηρά. Τα δάχτυλά μου τη χάιδευαν κάτω από το ύφασμα, εξερευνούσαν κάθε σημείο της θηλυκότητάς της που μπορούσαν να φτάσουν. Η ανάσα της γινόταν πιο κοφτή, το σώμα της πιο απαιτητικό και ένιωθα τον εαυτό μου να χάνεται, να παρασύρεται στη δίνη που δημιουργούσαμε μαζί. Κάθε φιλί, κάθε άγγιγμα, κάθε ήχος που ξέφευγε από τα χείλη της με έσπρωχνε πιο κοντά στο σημείο χωρίς επιστροφή.
Μέχρι που χτύπησε το τηλέφωνο...
Στην αρχή δεν το συνειδητοποίησα. Ο κόσμος μου ήταν γεμάτος μόνο με εκείνη. Αλλά ο ήχος ήταν επίμονος, σαν να ήθελε να μας επαναφέρει στην πραγματικότητα που προσπαθούσαμε να αγνοήσουμε. Ένιωσα το σώμα της να παγώνει πάνω μου, και η μαγεία της στιγμής που πήγαινε να δημιουργηθεί, έσπασε απότομα. Το τηλέφωνο συνέχιζε να χτυπά, και η φωνή μέσα μου με έσπρωξε να το κοιτάξω.
Ήταν ο πατέρας της.
Τα χέρια μου έπεσαν από πάνω της, και εκείνη, ανεβάζοντας το εσώρουχό της, μετακινήθηκε από τη θέση μου. «Πρέπει να το απαντήσω,» είπα, αν και κάθε ίνα του κορμιού μου ήθελε να αγνοήσω τον κόσμο έξω από αυτό το αυτοκίνητο. Εκείνη έγνεψε, αλλά το βλέμμα της ήταν κενό, σαν να είχε ήδη απομακρυνθεί από εμένα. Και μετά από αυτό... τίποτα. Σαν να αφήσαμε για λίγο τους εαυτούς μας να αγγίξουν κάτι που δεν θα μπορούσαμε ποτέ μας να έχουμε...
Σήμερα είναι το πάρτι μιας ακόμη πλούσιας φιλης της Μπριάννα, της Μέγκαν. Το διαμέρισμα της είναι σκέτη υπερβολή—με την καλή έννοια. Βρίσκεται σε έναν πανύψηλο ουρανοξύστη στο κέντρο του Μανχάταν, με θέα που κόβει την ανάσα. Κυριολεκτικά, αν κοιτάξεις κάτω πολύ ώρα, μπορεί να ζαλιστείς. Όλα μέσα φωνάζουν πολυτέλεια, αλλά χωρίς φλυαρίες. Μίνιμαλ γραμμές, γήινα χρώματα, και ένας τεράστιος καναπές που δείχνει να σε ρουφάει άμα καθίσεις,ενώ τα φωτιστικά από πάνω μοιάζουν με γλυπτά—δεν ξέρω ποιος τα διάλεξε, αλλά σίγουρα ήξερε τι έκανε.Η κουζίνα δε, είναι λες και βγήκε από εκπομπή μαγειρικής. Όλο μάρμαρο και ατσάλι, με έναν σεφ που δεν σταματάει να δουλεύει, όσο οι καλεσμένοι περιμένουν στη σειρά σαν να μοιράζει βραβεία. Η ταράτσα, όμως, είναι το κάτι άλλο. Από εκεί έχεις στο πιάτο ολόκληρη τη Νέα Υόρκη. Η ταράτσα διαθέτει επίσης πισίνα, τζακούζι, και ατμοσφαιρικά φώτα που δίνουν έναν ρομαντισμό—αν αυτό είναι το στυλ σου. Αν όχι, απλώς απολαμβάνεις τη θέα με ένα ποτό στο χέρι, σε αντίθεση με εμένα που στέκομαι σε μια γωνιά κοντά στην Μπριάννα, με τα χέρια μου σταυρωμένα μπροστά. Παρατηρώ. Πάντα παρατηρώ. Οι καλεσμένοι περνούν από δίπλα μου χωρίς να μου ρίχνουν δεύτερη ματιά, σαν να είμαι απλώς ένα διακοσμητικό στοιχείο στον χώρο, και αυτό μου αρέσει. Έτσι μπορώ να δουλεύω καλύτερα.
Η Μέγκαν εμφανίζεται σχεδόν από το πουθενά πλησιάζοντάς μας. Είναι το είδος της γυναίκας που ξέρει πώς να τραβάει τα βλέμματα. Μακριά, κατάμαυρα μαλλιά, γαλάζια μάτια και ένα χαμόγελο που δεν μου γεμίζει το μάτι. Είναι όμορφη, αλλά κάτι πάνω της μου φαίνεται ψεύτικο.«Ευχαριστώ που ήρθες!» αποκρίνεται στη Μπριάννα, τραβώντας την σε μια αγκαλιά που φαίνεται υπερβολικά ενθουσιώδης.
«Πρέπει να σε συστήσω σε κάποιον ιδιαίτερο...» συνεχίζει, αλλά πριν η Μπριάννα προλάβει να απαντήσει, τα μάτια της στρέφονται σε εμένα.
«Γεια σου, Νταμιάνο! Δεν νομίζω ότι έχουμε συστηθεί. Είμαι η Μέγκαν, η οικοδέσποινα αυτής της υπέροχης βραδιάς,» λέει, και η φωνή της έχει έναν ένα είδος προκλητικότητας που μοιάζει επιτηδευμένο. Δεν αλλάζω έκφραση.«Χαίρω πολύ,» απαντάω, διατηρώντας τη φωνή μου ουδέτερη, όμως εκείνη δεν δείχνει να πτοείται. Αντίθετα, το ενδιαφέρον της μοιάζει να μεγαλώνει. «Άκουσα πολλά για σένα,» συνεχίζει, πλησιάζοντας λίγο περισσότερο. «Λένε ότι είσαι πολύ καλός στη δουλειά σου. Πώς είναι να είσαι ο προσωπικός φύλακας μιας τόσο εκρηκτικής γυναίκας όπως η Μπριάννα;»
Ξέρω πού το πάει.
«Η δουλειά είναι η δουλειά,» απαντάω. «Αλλά είναι πάντα μια πρόκληση να διασφαλίζω την ασφάλεια κάποιου,» λέω και εκείνη χαμογελάει πλατιά, σαν να ακούει κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που είπα. «Αχ, είμαι σίγουρη ότι είναι περισσότερο από πρόκληση. Θα πρέπει να είναι μια ενδιαφέρουσα δουλειά. Πολλές ευθύνες, αλλά και πολλές ευκαιρίες για διασκέδαση,» λέει, γελώντας ελαφρώς.
Δεν της δίνω τίποτα. Το πρόσωπό μου παραμένει απαθές, αλλά εκείνη δείχνει ότι έχει όλη τη διάθεση να συνεχίσει. «Αν χρειάζεσαι λίγο χρόνο για να χαλαρώσεις από τη δουλειά, μπορούμε να κάνουμε μια βουτιά στην πισίνα. Αλλά, προσοχή, μπορεί να βραχείς,» λέει, και το χαμόγελό της γίνεται ακόμη πιο επιτηδευμένο.
Γυρνάω το κεφάλι μου προς το μέρος της, σαν να χρειάζεται να της δώσω την προσοχή που θέλει, μήπως και αυτή η συζήτηση σταματήσει. Εκείνη παίζει με τις τούφες των μαλλιών της. Δεν είναι η πρώτη γυναίκα που προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή μου, αλλά αυτό που με ενοχλεί περισσότερο είναι η προσπάθειά της να φανεί συμπαθής, ενώ το μόνο που καταφέρνει ειναι να κάνει αδιάκριτες ερωτήσεις. «Σας ευχαριστώ για την προσφορά,» της λέω, με μια σχεδόν ευγενική αυστηρότητα. «Αλλά η προσοχή μου είναι στην ασφάλεια. Το νερό μπορεί να είναι επικίνδυνο.»
Η Μπριάννα με κοιτάζει λοξά. Ξέρω ότι αυτό το βλέμμα σημαίνει κάτι. Δεν είμαι σίγουρος αν είναι ενόχληση ή κάτι άλλο.
«Μέγκαν, ποιον ήθελες να μου συστήσεις;» ρωτάει, σαν να θέλει να μας διακόψει. «Ω, είναι κάποιος που με έχει ταράξει με τις ερωτήσεις του για εσένα.»
Αυτά τα λόγια με κάνουν να σφίξω το σαγόνι. Η Μέγκαν με κοιτάζει για μια στιγμή, σαν να καταλαβαίνει κάτι. «Ίσως πρέπει να βουτήξουμε στην πισίνα, τώρα που είναι εδώ,» συμπληρώνει κάνοντας ένα βήμα πίσω.
Η Μπριάννα δεν χάνει χρόνο. «Μάλλον θα πρέπει να ρωτήσουμε και τον Νταμιάνο αν είναι έτοιμος να μας φυλάξει,» λέει με έναν τόνο που μου φαίνεται προκλητικός και ύστερα με κοιτάζει με ένταση σαν να θέλει να μου υπενθυμίσει την παρουσία της. Όχι ότι θα μπορούσα ποτέ μου να την ξεχάσω... υστερα γέρνω το κεφάλι, κρατώντας το βλέμμα μου επίμονα πάνω της. «Δεν είναι ανάγκη να με ρωτήσετε αν είναι διασκεδαστικό για εσάς,» της αποκρίνομαι, και ξέρει ότι ο τόνος που της το λέω, είναι ξεκάθαρα για να την προκαλέσω.
Ανταλλάσσουμε ματιές και η Μέγκαν, κάνει ακόμη ένα βήμα πίσω. «Θα είμαι στην πισίνα,» λέει και απομακρύνεται, αφήνοντάς μας μόνους.
«Πάντως, αν θες, μπορώ να σου δώσω λίγο ελεύθερο χρόνο για τη Μέγκαν,» μου αποκρίνεται η Μπριάννα κοιτάζοντάς με προκλητικά. «Είναι δύσκολο να βρω χρόνο όταν όλοι με χρειάζονται,» της απαντάω και εκείνη σηκώνει το φρύδι της με ένα χαμόγελο. «Ξέρεις ότι αν ήθελες, θα μπορούσες να ζητήσεις λίγο χρόνο για τον εαυτό σου.»
Δεν της απαντώ αμέσως. Αντίθετα, αφήνω το βλέμμα μου να την εξετάσει από πάνω ως κάτω. «Και πώς θα το κάνω αυτό, Μπριάννα; Είναι αδύνατο να αποσπάσει κάτι άλλο την προσοχή μου. Ιδίως όταν φοράς αυτό το φόρεμα που τονίζει το μαγιό σου.»
Εκείνη χαμογελά ακόμα πιο πλατιά, σαν να απολαμβάνει την απάντησή μου. Με μια ανάλαφρη κίνηση του χεριού της, πιάνει την τιράντα και το αφήνει να γλιστρήσει από τους ώμους της. Το λευκό ύφασμα πέφτει στα πόδια μου, σαν μια δήλωση και αφήνω το βλέμμα μου να χαμηλώσει, καταγράφοντας κάθε λεπτομέρεια. «Ίσως να είναι πιο εύκολο για σένα αν είμαι έτσι,» λέει, στρέφοντας την πλάτη της προς την πισίνα.
Αν δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ πριν, τώρα είναι απλά αδύνατο...
«Αν δεν μπορείς να συγκεντρωθείς, τότε ίσως θα έπρεπε να βουτήξεις μαζί μου,» προσθέτει παιχνιδιάρικα, σαν να διαβάζει τη σκέψη μου. Δεν περιμένει να απαντήσω και κάνει ένα βήμα μπροστά, βουτώντας στο νερό με μία κίνηση που φαίνεται γεμάτη αυτοπεποίθηση, όσο εγώ παραμένω σοβαρός με τα χέρια μου σταυρωμένα ακόμη στο στήθος και το φόρεμα της στα πόδια μου. Ξέρω τι θέλω. Ξέρω τι θέλω να της κάνω, και δεν εννοώ να της πάρω απλά το κολιέ. Πρώτη φορά βλέπω τη θέση μου να αμφισβητείται. Όχι μόνο ως φύλακας, αλλά και ως άντρας...
⊱ 𖥸 ⊰
Γεια χαρά σε όσα Μεδουσάκια με στηρίζουν, είτε απλά διαβάζοντας, είτε μέσα από τα σχόλια και τις ψήφους σας—όπως και να'χει, το εκτιμώ! Δουλεύω αυτό το βιβλίο από τέλη Νοέμβρη, (δηλ. λίγο μετά την ανακοίνωση που σας έκανα στο πρώτο,) όμως το τελευταίο διάστημα έχω πιεστεί και θέλω να ζητήσω ένα μεγάλο συγνώμη που δεν απαντάω πλέον σε αρκετά σχόλια, η αλήθεια είναι ότι έχω κουραστεί λίγο με τα σόσιαλ και δεν έχω την πολυτέλεια του χρόνου αυτήν την περίοδο, (για αυτό είχα κατεβάσει και τα κεφάλαια,) αλλά στο τέλος της ημέρας, το να γράψω ένα νέο κεφάλαιο για τον Νταμιάνο, (έστω κι αν είναι μόνο μία παράγραφος,) είναι αυτό που θα με χαλαρώσει, οπότε, υπόσχομαι ότι η ιστορία θα συνεχιστεί. Μπορεί το Under Control να ξεκίνησε ως μια παρωδία που έγραφα για πλάκα, αλλά, όσοι έχετε διαβάσει και τα δύο βιβλία, πιστεύω ότι μπορείτε να διακρίνετε τις διαφορές. Ο αγαπημένος μας Νταμιάνο είναι σίγουρα πιο προκλητικός σαν χαρακτήρας, κάτι που ίσως να μην αρέσει σε όλους. Παρ' όλα αυτά, νιώθω πως έχω δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην αφήγηση, ενώ τα κεφάλαια έχουν μεγαλώσει σε έκταση. Αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο βιβλίο ενδέχεται να βγει αρκετά πιο εκτενές από το πρώτο! Θα επιστρέψω σίγουρα και με μια πιο ώριμη ιστορία κάποια στιγμή, αλλά ο Νταμιάνο είναι ένας χαρακτήρας που αγαπώ ιδιαίτερα, οπότε χαίρομαι όταν βλέπω ότι έχω καταφέρει σε κάποιους, να σας κάνω να τον αγαπήσετε και εσείς...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top