Κεφάλαιο 11°
Οι πρώτες ακτίνες του ήλιου πέφτουν στα μάτια μου και γυρίζω από την άλλη. Με ενοχλεί το φως και δεν ξέρω πόση ώρα πέρασα χθες ολομόναχη στο σαλόνι. Παίρνω αγκαλιά το μαξιλάρι και βυθίζομαι στη σκοτεινή πλευρά του καναπέ. Το γεγονός πως είδα τον Σάμιουελ στον ύπνο μου θεωρώ πως ήταν από ανάγκη. Ανάγκη για ανθρωπιά.
«Τι στα κομμάτια κάνεις εδώ;» ακούω άξαφνα και πετάγομαι. Στέκεται στο διάδρομο που ενώνει τη κουζίνα και το σαλόνι και με κοιτάζει. Από το τρόπο που πιάνει το κεφάλι του , φαίνεται ξεκάθαρα πως έχει πονοκέφαλο από χθες. Λογικό με τόσο αλκοόλ που κατανάλωσε. Δεν ξέρω ποσά θυμάται μα δε θα τραβήξω το σκοινί τώρα που είναι νηφάλιος.
«Με πήρε ο ύπνος» του εξηγώ και σηκώνομαι.
«Τράβα φτιάξε μου ένα καφέ , η άλλη έφυγε ξημερώματα από δω και είμαι πτώμα» λέει ατάραχος και αντιλαμβάνομαι πως σίγουρα έχει μνήμες. Το θέμα είναι ποιες και πόσες. Περνάω από διπλά του και κάνει στην άκρη. Αυτό ήταν θετικό σημάδι. «Μέχρι να κάνω μπάνιο, φτιάξε το καφέ και ανέβασε τον επάνω. Μην αργήσεις»
«Μάλιστα αφέντη» μουρμουρίζω μα για να ανεβαίνει πάνω δεν με άκουσε. Ηλίθιε!
Ανάβω τη καφετιέρα και αναλογίζομαι τις χθεσινές μου πράξεις. Ώρες ώρες λειτουργώ εντελώς ανόητα. Ο Σάμιουελ λείπει και εγώ παίζω με το λιοντάρι. Η ζωή μου εξαρτάται καθημερινά από τα κέφια του και φρόντισα ώστε να τα ωθήσω στα άκρα. Μπράβο Ανελίζ, σύντομα θα σε κατασπαράξει και όλα θα τελειώσουν. Η καφετιέρα σφυρίζει. Του γεμίζω μια κούπα και προσθέτω λίγη έξτρα δόση καφέ μέσα μπας και συνέλθει και φύγει ήρεμα. Φτάνοντας στο δωμάτιο ακούω το νερό να τρέχει και ηρεμώ. Ανοίγω για να μπω και κουνάω το κεφάλι. Χαμός γίνεται εδώ μέσα. Τα σεντόνια έχουν φύγει από τη θέση τους , πράγματα υπάρχουν πετάμενα κάτω και τα ρούχα του βρωμάνε ακόμα το άρωμα της.
«Ο καφές είναι στο γραφείο. Μόλις τελειώσεις φώναξε με να καθαρίσω» λέω δυνατά και το νερό σταματά. Βγαίνει έξω εντελώς γυμνός και ανεπαίσθητα γυρίζω από την άλλη.
«Δεν έχεις ξαναδεί το πουλί μου; Τι γυρίζεις;» σχολιάζει και κουνάω για ακόμα μια φορά το κεφάλι από τους τρόπους του. .
«Εγώ το έχω δει αν κρίνω όμως από τις γρατζουνιές που έχει πάνω του, η χθεσινή σου γκόμενα πρώτη φορά το είδε» λέω και δαγκώνω αμέσως τη γλωσσά μου. Γιατί δε μπορώ να σταματήσω να μιλάω;
«Φέρε μου το καφέ» προστάζει και τον κοιτώ περίεργα
«Αν απλώσεις το χέρι , θα τον πιάσεις. Είναι ακριβώς διπλά σου Λόγκαν»
«Είπα φέρε μου το καφέ!» ξαναλέει και αναστενάζω. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα χαιρόμουν να του έφερνα αυτό το καυτό παρασκεύασμα στα μούτρα όμως δεν έχω όρεξη για καυγά. Περπατώ κοιτώντας επικριτικά το πάτωμα και τα πράγματα που είναι πεταμένα και φτάνω στο γραφείο. Κάνω να πιάσω τη κούπα μα με αρπάζει.
«Έχεις τρελαθεί;» λέω καθώς με οδηγεί στο μπάνιο και φτάνοντας μέσα με πετάει στη ντουζιέρα. Μπαίνει μαζί μου , ανοίγει το νερό και γίνομαι μούσκεμα.
«Εγώ σου το είπα χθες...» ψιθυρίζει και αντιλαμβάνομαι πως το λιοντάρι έχει πλήρη συναίσθηση των γεγονότων. «Πως τη μελανιά αυτή θα την πλήρωνες ακριβά...» συνεχίζει και με γυρίζει στα πλακάκια. Κολλάει το κορμί μου πάνω τους ενώ παράλληλα μου βγάζει τα ρούχα και με αφήνει γυμνή. Με σπρώχνει πιο πολύ, μουγκρίζω μα δε μπορώ να κουνηθώ. Νιώθω το μόριο του να σκληραίνει πίσω μου και ασκώντας πίεση, το κατεβάζει αγγίζοντας το πρωκτό μου.
«Θέλεις πόνο; Αυτό δε το έχουμε δοκιμάσει ακόμα...» πατάω τις φωνές ακούγοντας τον και προσπαθώ να του ξεφύγω όμως η μεγάλη του παλάμη είναι αρκετά ικανή για να κρατήσει τη μούρη μου πάνω στα πλακάκια. «Λίγο κωλαρακι θα πάρω μόνο...Μη φοβάσαι. Είσαι άραγε παρθένα εκεί πίσω; Η δε σου έχουν αφήσει τρύπα για τρύπα οι γαμιαδες σου;» η τρομακτικά σταθερή του φωνή βγάζει ουρλιαχτά στα χείλη μου και τον εκλιπαρώ να μη το κάνει.
«Όσο αντιστέκεσαι θα πονάει...» με ενημερώνει καθώς πιέζει την αρχή από το μόριο του μέσα μου.
Τσιρίζω σπαρακτικά παρακαλώντας να πεθάνω για να λυτρωθώ. Αρχίζω και βήχω, πνίγομαι από τα ίδια μου τα σάλια, ώσπου απομακρύνεται. Κλείνει το νερό , μου πετάει μια πετσέτα και τυλίγομαι αμέσως.
«Ευχαριστώ...» καταφέρνω να του πω με δυσκολία χωρίς να τον κοιτάζω.
«Για πιο πράγμα ακριβώς; Απλά μου έφυγε η όρεξη να σε γαμησω» με ειρωνεύεται
«Όχι γι' αυτό, σ' ευχαριστώ που μου δείχνεις τον πραγματικό σου εαυτό. Ξέρεις...» λέω και ο βήχας επιστρέφει. «Για μια στιγμή, μια γαμημένη στιγμή ένιωσα πως...πως ...» οι λέξεις δε βγαίνουν από τα χείλη μου και σηκώνομαι «Ξέχασε το...Δεν αξίζει και οι άνθρωποι δεν αλλάζουν» λέω εν τέλει και φεύγω τρέχοντας. Κλείνοντας πίσω μου τη πόρτα, τον ακούω να βρίζει και να σπάει αντικείμενα μα δεν με ενδιαφέρει. Ένα τέρας είναι και εγώ μια ηλίθια που πίστεψα πως θα αλλάξει...
***
Οι μέρες περνούν εφιαλτικά στο σπίτι. Πρέπει να φτάσαμε στις δέκα. Δέκα μέρες. Δέκα νύχτες... νύχτες που πληγώνουν και με καταστρέφουν. Ο Λόγκαν φεύγει το πρωί και όταν επιστρέφει είναι πιωμένος έχοντας πάντοτε φυσικά στο πλευρό του και κάποια γυναίκα. Δεν το αντέχω...Υπάρχουν στιγμές που με βλέπει και δε μου δίνει καν σημασία. Δε με αγγίζει, δε μου μιλά, δεν κάθεται ούτε τον ίδιο αέρα με μένα να αναπνεύσει. Δεν ξέρω τι με ωθεί και τον περιμένω να γυρίσει αφού ξέρω τη κατάληξη. Κι όμως ... Όταν είναι σπίτι , ξέρω πως είναι σπίτι. Αυτό αρκεί. Έχω αναρωτηθεί αρκετές φορές το τελευταίο διάστημα γιατί αισθάνομαι τσιμπιές στο στήθος όταν τον βλέπω. Από τη πρώτη στιγμή τις ένιωσα μα πλέον συνοδεύονται από ταχυκαρδία και κόβουν την ανάσα. Ίσως είναι φόβος για κάποιο ξέσπασμα του. Ίσως πάλι να είναι η λαχτάρα μου να δω τον να μπαίνει σπίτι μόνος. Μπορεί να μη μοιάζει με τον Σάμιουελ σε κανένα τομέα αλλά μου έλειψε... άρρωστο; Μπορεί. Εγώ θα το χαρακτήριζα ως συνήθεια.
Μόλις τον ακούω να παρκάρει χώνομαι πιο βαθιά στο καναπέ. Δεν μου αρέσει να κοιμάμαι πλέον στο δωμάτιο μου μα και να ήθελα δε μπορώ. Δεν καταλαβαίνω το λόγο που υπάρχω αφού φέρνει άλλες γυναίκες. Προχθές του ζήτησα να με αφήσει ελεύθερη και η απάντηση του , ήταν πως αν περάσω τη πόρτα θα μου φυτέψει μια σφαίρα στο κεφάλι. Τόσο απλά... όπως κάθε νύχτα, έτσι και τώρα γέλια απλώνονται απ' έξω μόνο που αυτή τη φορά τρομάζω. Δε μπορεί να έφερε για δεύτερη φορά την ίδια γυναίκα σωστά;
Μπαίνοντας στο σπίτι σταματάνε στο διάδρομο.
«Λοιπόν εσύ μου αρέσεις..» της λέει πονηρά
«Αλήθεια;» του απαντάει σαν ηλίθια γκόμενα
«Ναι, τόσο που σκέφτομαι να σε κρατήσω. Ίσως σε φέρω και εδώ...» της λέει και προσπαθώ να κρατηθώ και να μη σηκωθώ πάνω και γίνει εδώ μέσα χαμός. Με πειράζει. Γιατί με πειράζει γαμώτο;
«Γδύσου μωρο μου, αργά για να το απολαμβάνω»
«Εδώ;»
«Ναι εδώ, θέλω να υπακούς όταν λέω κάτι και θα τα πάμε μια χαρά οι δυο μας»
Την ακούω να κατεβάζει το φερμουάρ του φορέματος της και θέλω να ουρλιάξω.
«Έχεις το πιο υπέροχο κορμί που έχω αγγίξει ποτέ» της λέει και εκείνη αναστενάζει.
«Κάνε ότι θες στο κορμί μου Λόγκαν, μα μη με τυραννάς. Δεν αντέχω άλλο. Θέλω να σε νιώσω μέσα μου!»
Τριάντα λεπτά υπομένω το μαρτύριο...Περιμένω καρτερικά να τελειώσουν χωρίς να κουνιέμαι και ανασαίνω με το ζόρι. Της κάνει σεξ , λίγα μέτρα μακριά μου και ανακατεύομαι. Έχω κολλήσει το βλέμμα μου στα μπουκάλια από το μίνι μπαρ και έχω κάνει εικόνα αμέτρητες φορές να τους τα πετάω. Γιατί; Δεν ξέρω. Το μόνο που ξέρω είναι πως αυτή η γυναίκα τον κάνει και αναστενάζει. Του προκαλεί οργασμό ενώ έμενα έχει να με ακουμπήσει μέρες. Από την αρχή που ήρθα, το μόνο που ζητούσα ήταν να εξαφανιζόταν ο Λόγκαν και να είχα τη δυνατότητα να μπορούσα να κοιμάμαι μόνο με τον Σαμ. Τι μου συμβαίνει Θεέ μου; Θα έπρεπε να ήμουν χαρούμενη που δεν ασκεί βία επάνω μου και έμενα μου λείπει το άγριο άγγιγμα του. Η εξώπορτα ανοίγει και αφού δε χρειάστηκε να την ανεβάσει στο δωμάτιο για σεξ, τη βγάζει έξω. Λίγο πριν σηκώσω το κεφάλι τον ακούω να μπαίνει πάλι μέσα.
«Ελπίζω να το απόλαυσες όσο κι εγώ. Και κοίτα να την συνηθίσεις γιατί την γουστάρω αυτή τη γκόμενά...» λέει άξαφνα και ανεβαίνει πάνω. Ήξερε πως ήμουν εδώ; Το καθικι!
Χωρίς να υπολογίζω τίποτα, σηκώνομαι και τρέχω ξοπίσω του. Μπουκάρω στο δωμάτιο αδιαφορώντας για τις συνέπειες και τον βλέπω να ξεντύνεται ήρεμος. «Δεν πιάνεις μια μπροστά της το ξέρεις;» μου λέει ατάραχος.
«Θέλω τα χάπια μου!» του ζητάω έξαλλη για να μη κάνω κάτι που θα μετανιώσω.
«Δεν το νομίζω, και τώρα στρίβε»
«Είπα θέλω τα χάπια μου!» ξαναλέω και ξεκινάω να ανοίγω σαν τρελή τα συρτάρια ώσπου με πιάνει και με πετάει στο πάτωμα. «Σε σιχαίνομαι!» λέω και σηκώνομαι όρθια. Δεν θα τον αφήσω με τη χαρά να με βλέπει κάτω. Όχι ξανά. Όχι απόψε! . Για πρώτη φορά, εκεί που πιστεύω πως θα με πλακώσει για τα καλά στο ξύλο , εκείνος με διαψεύδει και γελάει.
«Πονάει;» ρωτάει και στενεύω τα μάτια μπερδεμένη
Ανοίγει ένα βαλιτσάκι , βγάζει ένα σακουλάκι και μου το πετά στα πόδια. Δεν είναι χάπια όμως. Είναι πρέζα.
«Παρτο λοιπόν!» καγχάζει
«Όχι! Δε θέλω αυτό»
«Δεν έχω κάτι άλλο, αν το θέλεις παρτο. Αλλιώς φύγε και μη με ζαλίζεις!»
«Ώστε σε ζαλίζω;» ρωτάω και αυτοχαστουκιζω τον εαυτό μου. Τι μου συμβαίνει επιτέλους;
«Ναι και πολύ μάλιστα. Μετά από μια τέτοια βράδια θέλω να χαλαρώσω» ακούγοντας τον, γυρίζω το κεφάλι δεξιά και αριστερά ψάχνοντας κάτι βαρύ να του πετάξω στο κεφάλι και βλέποντάς το γυάλινο τασάκι , το αρπάζω και του το πετάω τσιρίζοντας. «Σταμάτα να γελάς!!!» ουρλιάζω όταν με λοιδορεί κατάμουτρα
«Έχεις πλάκα. Και τώρα πάρε δρόμο γιατί μου προκαλείς νευρικότητα. Δεν θέλεις να εκνευριστώ σωστά;»
«Λόγκαν τι μας συμβαίνει;» ρωτάω λυπημένη και σοβαρεύει. «Γιατί δε με αφήνεις ελεύθερη αφού δε με χρειάζεστε; Γιατί μετά από εκείνο το φιλ...» πριν ολοκληρώσω έρχεται κατά πάνω μου και με πιάνει από το λαιμό. Με σπρώχνει προς τα πίσω και με σηκώνει λίγα εκατοστά μακριά από το πάτωμα. Πνίγομαι μα εκείνος δε φαίνεται να νοιάζεται.
«.....έχεις αλλάξει» ολοκληρώνω τη φράση μου δακρυσμένη και γυρίζοντας με, με πετάει με δύναμη στο κρεβάτι.
«Ποτέ δε μου άρεσε να με αγγίζουν πόρνες» λέει και φεύγει. Με άφησε μόνη στο δωμάτιο του και δεν έχω ιδέα που πάει...Το αυτοκίνητο μαρσάρει δυνατά και χάνεται...
Λίγες μέρες πριν!
Δεν ήταν τίποτα άλλο από μια υπόθεση ρουτίνας. Ο Σάμιουελ είχε φύγει ο ίδιος για τη Σάντα Μόνα μια μέρα πριν και ο Λόγκαν έπρεπε να πάει να ελέγξει το κλαμπ στα δυτικά. Μπήκε μέσα μα σαν έφτασε στο γραφείο του άκουσε τις κοπέλες να κουτσομπολεύουν κάτι που δεν του άρεσε αλλά από την άλλη ήταν ένας τρόπος να μαθαίνει γεγονότα που του απέκρυπταν μερικές φορές και είχαν να κάνουν με τη διαχείριση. Ήξερε πως αυτού του είδους τα πηγαδάκια πάντοτε κρύβουν θησαυρούς. Πλησίασε τόσο ώστε να μη τον βλέπουν και κρυφάκουσε
«Δεν ξέρω Εστέλλα. Εγώ ήθελα να του κάνω ένα δώρο πριν φύγει μα δεν ήθελε. Ξέρεις πόσο καιρό έχουμε να κάνουμε σεξ; Ο Σαμ έλεγε πάντα πως ήμουν η αγαπημένη του!»
«Μη σκας. Άκουσα από τον Τι Τζει, πως προχθές στο μπαρ, μιλούσε σε κάποιον δικό του για μια κοπέλα που έχουν στο σπίτι»
«Κοπέλα στο σπίτι των Κούπερ;»
«Ναι, δεν ξέρω ποια είναι αλλά ειπώθηκε πως ο Σάμιουελ την έχει πατήσει κανονικά!»
«Δε μπορώ να το πιστέψω!»
«Κι όμως! Απορώ με το Λόγκαν!»
«Γιατί απορείς με το Λόγκαν;»
«Έλα τώρα! Ποια γυναίκα θα διάλεγε ποτέ τον Σάμιουελ και όχι εκείνον;»
«Έχεις δίκιο. Από την άλλη ο Λόγκαν δεν είναι των σχέσεων»
«Γιατί ήταν ο Σάμιουελ; Μια ζωή και άλλη γκόμενα κυκλοφορούσαν!»
«Ναι αλλά πάντα έλεγα πως ο Σάμιουελ κάποια μέρα θα βολευτεί. Ήθελα απλά να ήμουν εγώ αυτή. Νομίζεις αν μπορούσα να επιλέξω θα τον διάλεγα έναντι του Λόγκαν; Εκείνος είναι όμως απλησίαστος! Σε φιλάει και νομίζεις πως θα σου κόψει τη γλωσσά και θα τη φάει!»
«Ποιος ξέρει εκείνη η κοπέλα πως βρέθηκε στο σπίτι τους...»
«Την καημένη...Τουλάχιστον αν την ερωτεύθηκε όντως ο Σάμιουελ θα τη σώσει από το βούρκο»
ο Λόγκαν έκανε μεταβολή και έφυγε στο γραφείο. Άναψε ένα τσιγάρο, έβγαλε το ουίσκι και κοίταξε την οικογενειακή τους φωτογραφία. Ο Σάμιουελ ερωτευμένος; Δεν το χωρούσε το μυαλό του. Με την Ανελίζ; Κατέβασε συγκλονισμένος το ποτό και έβαλε κι άλλο ώσπου αποφάσισε ώρες αργότερα να επιστρέψει σπίτι...
Σας φιλώ...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top