χ

Κάθησα στο παγκάκι έξω από την είσοδο του υπόγειου του δημαρχείου. Είχε αρχίσει να ψιχαλίζει και κρύωνα. Αγκάλιασα τα πόδια μου καθιστή και ανατρίχιασα. Η εικόνα του δεν είχε σβηστεί από το μυαλό μου, και μάλλον δεν θα σβήνονταν και ποτέ.

Ηταν παγωμένος όταν του κράτησα το χέρι. Τα μάτια του ήταν ορθανοιχτά και τελείως άδεια από οποιοδήποτε συναίσθημα. Το δέρμα του ήταν σχεδόν άσπρο. Μου θύμισε την γάτα του, με τα μεγάλα και σχεδόν μαύρα μάτια της και το πιό λευκό και απαλό τρίχωμα που είχα χαϊδέψει ποτέ.

Ενιωσα δάκρυα στα μάτια μου και τα μαύρα μου ρούχα είχαν κολλήσει πάνω στο σώμα μου από την βροχή. Δεν είχα πια επαφή με τον κόσμο γύρω μου. Δεν ένοιωθα τα δάκρυα που κυλούσαν στα μάγουλα μου, ανακατεμένα με τα δάκρυα της βροχής. Το μόνο που ένοιωθα ήταν το συναίσθημα της μοναξιάς.

Ηταν σαν να έκλαιγε και ο ουρανός μαζί μου.

Αν ήταν ακόμη εδώ, θα με παρηγορούσε. Θα μου έτριβε την πλάτη με ένα χέρι υποστηρικτικά και θα καθόταν δίπλα μου χωρίς να έλεγε τίποτα. Δεν θα χρειάζονταν τίποτα να υποθεί, η ησυχία μας θα γινόταν νόμος.

Αλλά τώρα δεν καθόταν δίπλα μου, αλλά κάτω από το έδαφος, όπου και θα έμενε μέχρι να τον φάνε τα σκουλήκια.

Δεν ήθελα εκείνη την ησυχία που υπήρξε στον αέρα, ήθελα την ησυχία που μοιραζόμασταν μαζί. Αλλά στο τέλος, και αυτήν την έχασα. Οπως έχω χάσει οτιδήποτε άλλο καλό είχα.

Ακουσα βήματα στην βροχή και κάποιος έκατσε δίπλα μου στο παγκάκι. Σήκωσε την ομπρέλα του πάνω απο τα κεφάλια μας. Γύρισα και τον κοίταξα, αναγνωρίζοντας τον αμέσως.

"Τί θες; Δεν σου είπα πως δεν θέλω να σε ξαναδώ;" Τον ρώτησα, γυρνώντας από την άλλη για να αποφύγω το βλέμμα του για άλλη μια φορά.

"Κάποια στιγμή θα πρέπει να μου πείς τί σου συμβαίνει. Δεν αντέχω να σε βλέπω έτσι."

"Κανείς λες και με ξέρεις. Λες και είμαστε κολλητοί."

"Δεν είμαστε σε αυτό το στάδιο πιά;"

Είχε δίκιο. Ημασταν. Με ήξερε μέσα και έξω, όπως εκείνος που βρισκόταν κάτω από το έδαφος.

Ο βλάκας...

Ημασταν. Οπότε, γύρισα και τον κοίταξα κατάματα, κάτι που δεν του είχα κάνει για μήνες.

"Απλά σκάσε," Του είπα και έκατσα πιο κοντά του, βάζοντας το κεφάλι μου στον ώμο του. "Δεν θές να με έχεις κολλητή σου, στο λέω από τώρα."

"Και άν θέλω;"

Σήκωσα το ένα μου φρύδι. "Τότε προετοιμάσου. Θα είναι ένα δύσκολο ταξίδι."

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top