0005. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΡΑΦΑΕΛΑ
Ανοίγω την κατσαρόλα με ένα χαμόγελο στα χείλη. Η κόκκινη κρεμμυδάτη μου σάλτσα για τα μακαρόνια ήταν επιτέλους έτοιμη. Ήταν και η ώρα να σερβίρω το φαγητό. Σε πέντε λεπτά θα ερχόντουσαν η μαμά και ο μπαμπάς και έπρεπε να είναι όλα έτοιμα.
Φτιάχνω δεκαέξι σερβίτσια στην τραπεζαρία ενώ ο μπάτλερ μας ο Λάμπρος με βοηθάει στις ετοιμασίες. Πήγα στην τουαλέτα. Φορούσα ένα μαύρο στενό τζιν και μια μακρυμάνικη άσπρη μπλούζα με μαύρες ρίγες σαν του φυλακισμένου. Τα μάτια μου ήταν κατάμαυρα από τα δάκρυα που έριξα όταν καθάριζα τα κρεμμύδια και τα μάγουλα κατακόκκινα από τη θερμότητα στη κουζίνα και ας είχα ανοίξει απορροφητήρα. Μύριζα επίσης ελαφρά ιδρώτα αλλά πιο πολύ ντομάτα, λάδι και κρεμμύδι που το ένιωθα πιο πολύ σαν χςςςς... σκόρδο. Αηδία...
Τράβηξα καζανάκι, έπλυνα τα χέρια μου και έφτιαξα λίγο τα μαλλιά μου. Ήταν Σάββατο μεσημέρι. Ήταν πολύ σημαντική ημέρα για εμένα και για όλους όσους θα καλέσουμε σήμερα στο σπίτι. Είναι τα γενέθλιά μου. Και για πρώτη φορά μετά από χρόνια θα ξανασυναντήσω κάποιους που έχω να τους μιλήσω πολλά χρόνια γιατί δεν με άφηναν η μαμά κι ο μπαμπάς για έναν περίεργο λόγο.
Αλλά αποφάσισα να ξεχαστώ. Είπαμε! Χαρούμενη μέρα σήμερα! Είναι τα γενέθλιά μου! Γίνομαι 22 σήμερα. Πήγα στο δωμάτιό μου. Και έβαλα το αγαπημένο μου χακί στενό φόρεμα με το ιδιαίτερο κόψιμο στο λαιμό και τα ψηλοτάκουνα μαύρα παπούτσια μου. Άφησα τα ξανθά κυματιστά μαλλιά μου κάτω. Ευτυχώς δεν βρόμαγα. Ήμουν φρέσκια. Αν και τα μάτια μου ήταν ακόμη μαύρα από τα δάκρυα και τα κρεμμύδια.
Αποφάσισα όμως να αράξω ξαπλωμένη για λίγο στον καναπέ με τα μάτια κλειστά για να ηρεμήσω λίγο από τη δουλειά. Είχα δεκαπέντε λεπτά στη διάθεσή μου. Ευτυχώς ηρέμησα. Όλα καλά. Ένιωθα λες και ήμουν στο κομμωτήριο, καθόμουν στον λουτήρα και μου έκαναν τρίψιμο στα μαλλιά για να μου τα λούσουν. Κάθισα μετά στην αγαπημένη μου πολυθρόνα. Ζήτησα από τον Λάμπρο να με βγάλει μια φωτογραφία για το Instagram από το κινητό. Πήρα λίγο ένα θεατράλε ύφος αλά Κρουέλα, σταύρωσα φινετσάτα τα πόδια μου και αποθανάτισα τη στιγμή. Ένιωθα μοιραία και μοναδική. Το λάτρευα αυτό.
Η φωτογραφία ήταν απίστευτη. Είχα απίστευτη σύνδεση με την κάμερα. Και ευτυχώς δεν φαινόταν τίποτα μαύρο κάτω από τα μάτια μου. Το πιο δυνατό σημείο μου, το στόμα μου, τα χείλη μου, βαμμένα με κόκκινο κραγιόν, που ήταν λίγο πιο μικρά σε σχέση με το υπόλοιπο πρόσωπο ήταν όπως ακριβώς τα ήθελα. Βέβαια ο πισινός μου φαινόταν λίγο πιο μεγάλος λόγω του εφαρμοστού φορέματος από όσο θα ήθελα, αλλά δεν ήθελα να κάνω φότοσοπ. Δεν μου άρεσε...
Επιτέλους χτυπάει το κουδούνι. Όσο ο Λάμπρος σέρβιρε στη τραπεζαρία τα φαγητά που είχα φτιάξει από το πρωί, εγώ υποδέχτηκα τη μαμά, τον μπαμπά και τον Πολύβιο. Είχαν πάει για κάτι δουλειές και για να αγοράσουν κάτι δώρα που ήθελαν να μου πάρουν.
-Γεια σας! Όλα καλά;
-Μια χαρά! Όλα τέλεια! Βέβαια είχε λίγη κίνηση στο κέντρο της Γλυφάδας αλλά δεν πειράζει. Χρόνια πολλά κούκλα μου! λέει η μαμά και με φιλάει στο μάγουλο.
-Τι καλό θα φάμε; ρωτάει ο μπαμπάς
-Μπορείτε να πάτε στην τραπεζαρία να δείτε, αλλά μην αγγίξετε τίποτα μέχρι να έρθουν οι υπόλοιποι!
Πήγαμε λοιπόν στην τραπεζαρία. Και είχα φτιάξει μακαρόνια με κρεμμυδάτη κόκκινη σάλτσα, κανελόνια με κιμά, ρολό μοσχαριού με τυρί και ζαμπόν με πατάτες και μαγιονέζα στο φούρνο, φασολάδα, μικρά γεμιστά μπιφτέκια με ντομάτα, τυρί και μαρούλι, σαλάτα Καίσαρα με σκορδάτο ντρέσινγκ με κοτόπουλο, σπανακόπιτα, χοτ-ντογκ, κοτόπιτα και ω ναι! γαύρο μαρινάτο και τηγανιτά μπακαλιαράκια με πατάτες τηγανιτές. Ήμουν ξύπνια από τις έξι το πρωί. Ήθελα κάθε χρόνο στα γενέθλιά μου να κάνω εξτρίμ προσπάθειες με τις μαγειρικές μου ικανότητες. Ποτέ στη ζωή μου δεν μαγείρευα τόσο πολύ. Μου άρεσε μια στις τόσες να κάνω υπερβολές. Και που να δείτε τα γλυκά! Είχα φτιάξει μάφιν σε τρεις γεύσεις με αφράτο ζαχαρούχο γλάσο βανίλιας, σοκολατένια φύλλα για το καλωσόρισμα και την τούρτα μου όπου την είχα κάνει με ασπρόμαυρο παντεσπάνι και με γλάσο βανίλιας με φρούτα του δάσους από επάνω... Η τούρτα βέβαια ήταν στο ψυγείο ενώ τα μάφιν στη κουζίνα. Τα φυλλαράκια φυσικά ήταν στην κονσόλα, στο χολ. Ήξερα ότι θα έκανα κάτι μοναδικό για σήμερα.
-Αχ βρε αγάπη μου... Δεν έπρεπε να ταλαιπωρηθείς τόσο! λέει η μαμά με ένα λυπημένο ύφος αλλά ήξερα ότι με θαύμαζε.
-Χαρείτε το! Δεν έχεις γενέθλια κάθε μέρα! λέω με περηφάνεια.
Περίμενα τους γονείς μου να αλλάξουν. Χάζευα το περίτεχνο μπλε μπολ με τα άσπρα σχέδια και τα ασπρόμαυρα σοκολατένια φυλλαράκια στην κονσόλα. Είχα φτιάξει γύρω στα εξήντα. Τσίμπησα τρία τέσσερα, γιατί με είχε κόψει η πείνα. Μαγείρευα δέκα ώρες. Δεν είχα φάει όμως πολύ για να μην βαρύνει το στομάχι μου. Και φυσικά γιατί θα το γλένταγα εδώ σήμερα και δεν υπήρχε νόημα. Άφησα το τελευταίο να λιώσει αργά αργά στο στόμα μου. Η γλύκα της σοκολάτας και η περηφάνεια της σκληρής δουλειάς μου είχαν καταλήψει κάθε εκατοστό στη γλώσσα μου και στην ψυχολογία μου.
Γύρισαν πάνω στην ώρα οι γονείς μου και ο αδερφός μου. Ο μπαμπάς φόρεσε το αγαπημένο του μαύρο πουκάμισο με το μαύρο του παντελόνι από το αγαπημένο του κοστούμι με μαύρα μοκασίνια. Η μαμά φορούσε το αγαπημένο της μοβ επίσημο φόρεμα με τα μαύρα ψηλοτάκουνα παπούτσια της που έμοιαζαν πολύ με τα δικά μου. Ο αδερφός μου, ο Πολύβιος, αρκέστηκε σε ένα λευκό πουκάμισο και ένα σκούρο μπλε στενό τζιν και τα αθλητικά του. Τον βλέπω όμως να έχει φτιάξει λίγο τα μαλλιά του. Μου αρέσουν πολύ όλοι τους. Ζητώ από τον Λάμπρο να μας βγάλει μια οικογενειακή φωτογραφία στην τραπεζαρία. Αυτήν όμως την κρατάω για τον εαυτό μου. Ούτε facebook, ούτε instagram. Μόνο εμείς. Αλλά και πάλι είναι μια στιγμή που αποθανατίζω.
Καταλαβαίνω όμως ότι έχουν κολλήσει τα στομάχια των γονιών μου στην πλάτη από την πείνα. Και τους κερνάω από δύο σοκολατένια φυλλαράκια, ένα άσπρο και ένα μαύρο στον καθένα. Κέρασα φυσικά και τον Λάμπρο, όπου ειλικρινά τον ευγνωμονώ για την τόση βοήθεια που μου έχει προσφέρει.
Ο Λάμπρος με κοιτάει με χαμόγελο. Την ίδια στιγμή όμως χτυπάει το κουδούνι. Ο Λάμπρος πάει να ανοίξει ενώ κρατώ το μπολ με τα φυλλαράκια στα χέρια μου. Μπήκαν μέσα ο παππούς και η γιαγιά. Μου εύχονται χρόνια πολλά και τους κερνάω σοκολατένια φυλλαράκια. Αφήνω τα δώρα στο σαλόνι. Φυσικά ο παππούς και η γιαγιά καμαρώνουν τα φαγητά που φαίνονται πανέμορφα στην τραπεζαρία αλλά τους κράτησα με το ζόρι να περιμένουν τους υπόλοιπους καλεσμένους.
Τους πλησιάζει ο Πολύβιος να τους μιλήσει οπότε την είχα γλιτώσει. Θα τους απασχολούσε για λίγο μέχρι να δω τι θα κάνω στη πορεία.
Ύστερα, πηγαίνω στην κουζίνα. Αν και το τραπέζι ήταν καθαρό, στο νεροχύτη γινόταν ο κακός χαμός από τις άπλυτες κατσαρόλες. Δεν μπορούσα όμως να τις πλύνω με το καλό μου φόρεμα.
Βέβαια η κουζίνα μύριζε ακόμη και να είχαμε ανοίξει το παράθυρο, ακόμη και να είχα ανοίξει απορροφητήρα καθώς μαγείρευα. Ο Λάμπρος φυσικά ανέλαβε να πλύνει τις κατσαρόλες γιατί θα γινόντουσαν χειρότερα τα πράγματα. Ξαναχτυπάει το κουδούνι.
Και έρχονται η θεία Θεοδώρα, η αδερφή της μητέρας μου μαζί με τον άντρα της τον θείο Παντελή. Εγώ τους ανοίγω αυτή τη φορά και τους κερνάω φυσικά σοκολατένια φυλλαράκια. Ενώ ο Πολύβιος μίλαγε στον παππού και στη γιαγιά, εγώ μίλαγα σε αυτούς. Με ρώταγαν για το πως πάει η δουλειά, η εκπομπή και τα λοιπά. Μίλαγα, μίλαγα μίλαγα... Μέχρι που με φώναξε ο Λάμπρος από την κουζίνα να μου πει κάτι.
Είχε τελειώσει ευτυχώς τις κατσαρόλες. Κι έπρεπε να τον ενημερώσω για το τι θα έκανε μετά. Είχε περάσει αρκετή ώρα. Και ήμασταν οκτώ. Μέχρι που ξαναχτύπησε το κουδούνι και πήγε να ανοίξει ο Λάμπρος. Είχαν έρθει ο φίλος μου ο Ηρακλής από το πανεπιστήμιο μαζί με τον κολλητό του τον Ιάσονα και κάποιοι συγγενείς της γιαγιάς και της θείας Θεοδώρας. Ήμασταν δεκατέσσερις. Οι τελευταίοι ακόμη να έρθουν.
Μετά σύστηνα τον Ηρακλή και τον Ιάσονα στη γιαγιά και στον παππού. Η θεία και ο θείος ήδη τους γνώριζαν. Μετά μίλησα εγώ σε αυτούς. Ο Ηρακλής ήταν πανευτυχής γιατί κατάφερε να περάσει τις κατατακτήριες μοριακής και γενετικής στην Αλεξανδρούπολη αν και δυστυχώς θα έφευγε τον Οκτώβρη που θα μας ερχόταν ενώ ο Ιάσονας είχε βρει δουλειά σε ένα φροντιστήριο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Πριν καν ρωτήσετε το οτιδήποτε, ο Ιάσονας και ο Ηρακλής μαζί με εμένα έχουμε βγάλει πέρυσι το τμήμα Βιολογίας στο Καποδιστριακό. Ο Ιάσονας και ο Ηρακλής είναι και οι δυο τους 23. Εγώ είχα μπει στο πανεπιστήμιο στα δεκαεφτά μου. Και το τελείωσα στα 21. Εγώ όμως δεν ασχολήθηκα με το αντικείμενο ποτέ επαγγελματικά και δεν σκοπεύω. Ενώ για αυτούς τους δύο, είναι όλη τους η ζωή. Το λατρεύουν.
Όμως τους πλησιάζει ο Πολύβιος για να τους μιλήσει. Εγώ δεν είχα κανένα πρόβλημα. Μιλούσαν και οι τρεις τους για ένα παιχνίδι που είχαν δει στο youtube που εμένα δεν με πολυενδιέφερε αυτή τη στιγμή. Εξάλλου, ήθελα να μιλήσω και στη γιαγιά μου.
Πήγα με τη γιαγιά στη κουζίνα. Ο Λάμπρος είχε φύγει.
-Τι έγινε με την Μυρσίνη και την Ρίτσα; Δεν θα έρθουν; Έχουν αργήσει! Αυτές περιμένουμε!
-Όχι αγάπη μου. Θα έρθουν. Απλά βρήκαν κίνηση...
-Μη μου πεις ότι οδηγάει πάλι η Μυρσίνη! Άσχετη είναι από οδήγηση!
-Μη τα λες αυτά αγάπη μου! Δεν είναι εύκολο πράγμα να οδηγάς, πόσο μάλλον από το κέντρο! Δεν έχουν όλοι λεφτά για διόδια!
-Τι να πεις... Εγώ φοβάμαι να οδηγήσω...
-Όχι όμως να μαγειρεύεις... Πως σκέφτηκες να βάλεις φρούτα του δάσους στη τούρτα; Αν δεν τα τρώει κάποιος;
-Ας τα βγάλουν! Δεν θα σκέφτομαι συνέχεια τα γαστρονομικά γούστα του καθένα, εκτός και αν το αξίζει!
-Οι φίλοι σου; Τι είπαν για το φαγητό;
-Δεν είπαν κάτι ακόμη. Δεν πήγαν στη τραπεζαρία. Μιλούσαμε πιο πολύ για το αν βρήκαν δουλειά.
-Βρήκαν;
-Ναι!
-Μπράβο τα παιδιά! Τι βρήκαν;
-Ο Ιάσονας σε ένα φροντιστήριο. Ο Ηρακλής σαν υπάλληλος σε ένα μπαρ που είναι και κρεπερί στην Αλεξανδρούπολη. Θα φύγει δυστυχώς τον Οκτώβρη από την Αθήνα, αν και θα τον συντηρούν και οι γονείς του...
-Γιατί;
-Θέλει να σπουδάσει μοριακή και γενετική ή κάτι τέτοιο στην Αλεξανδρούπολη. Πέρασε στις κατατακτήριες και οι γονείς του έκαναν δώρο ένα αμάξι για την αριστεία του.
-Μπράβο στα παιδιά! Μπραβο! Εσένα η δουλειά σου πως πάει;
-Καταπληκτικά! Με εντόπισε ένας νέος παραγωγός που...
Δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω γιατί χτύπησε το κουδούνι. Μια στιγμή αργότερα, με φωνάζει ο Ηρακλής στο χολ.
-Ραφαέλα! Ήρθε η Ρίτσα και η Μυρσίνη!
Η γιαγιά κι εγώ πήγαμε στο χολ μέσα στον ενθουσιασμό. Ενώ αυτές μας κοίταζαν με ένα αμήχανο ύφος, εμείς ήμασταν μέσα στη καλή χαρά. Πίστευα ότι θα περιμέναμε εκατό χιλιάδες χρόνια για να αξιωθούν να έρθουν...
___________________________________________
Αχ επιτέλους! Να το πρώτο κεφάλαιο στο βιβλίο αυτό! Ήταν να το γράψω νωρίτερα αλλά τελικά αρρώστησα λίγο και δεν είχα καμία όρεξη να γράψω. (Δεν ήταν κοροναιός, κουλάρετε. Απλά είχα πυρετό και ζαλιζόμουν λίγο.) Γνωρίσατε τη Ραφαέλα και τις μαγειρικές της ικανότητες... Ελπίζω στη πορεία να συνεχίσετε να γνωρίζετε κι άλλα πράγματα από αυτήν... Τα ξαναλέμε σύντομα στο επόμενο!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top