Κεφάλαιο 32°
"Ποια είπατε ότι είστε;" Ξαναρωτησε ο Κοσμάς μπαίνοντας σπίτι. Με συγχωρείτε μα ήμουν στο αυτοκίνητο"
"Θέλετε να σας καλέσω αργότερα;"
"Όχι, όχι. Μπορείτε ελεύθερα να μιλήσετε. Είπατε πως σας έδωσε η Εύα το τηλέφωνο μου;'
"Μάλιστα. Είμαι η μητέρα του Άρη Παπά" ο Κοσμάς ένιωσε μια ακατανόητη αίσθηση. Η Εύα; Με τη μητέρα ενός από εκείνους τους άντρες; Πώς ήταν δυνατόν; Όταν ήταν πιο μικρή, μιλούσε συχνά για εκείνους. Πολλές φορές τους φώναζε στον ύπνο της. Πάντα όμως πίστευε πως το έκανε από πόνο. Όταν η Ελένη τον πήρε τηλέφωνο και του ζήτησε αν μπορεί να βάλει την Εύα κρυφά στο πρόγραμμα προστασίας γιατί ήταν ανήλικη, δέχθηκε δίχως δεύτερη κουβέντα. Βέβαια τον ξόρκισε να μην της πει λέξη ποτέ. Να μη μάθαινε ποτέ η Εύα κάτι. Του είπε πως είτε θα την έστελνε σε κάποια ψυχιατρική κλινική, αφού είχε θέματα. Είτε θα την έστελνε Θεσσαλονίκη. Το πρόβλημα ήταν, πως η Εύα ήταν ερωτευμένη με τους βιαστές της. Αυτό εξήγησε η Ελένη στο Κοσμά. Ήταν πολύ μικρούλα. Δεν ήθελε να πάθει κάτι.. δεν είχε ιδέα μάλιστα πως το ημερολόγιο της το είχε η αστυνομία για αυτό ακριβώς το λόγο.
Σαν οικογένεια είχαν αρκετούς γνωστούς και ο Κοσμάς ήταν ο συνδετικός κρίκος. Σχεδόν όλοι γνώριζαν τους πάντες εκείνη την εποχή στη Μυτιλήνη. Πόσο μάλλον τον Σωτήρη Μακρή και την οικογένειά του. Το λαδωμα ήταν απλά ένας τρόπος σιωπής.
"Κύριε Φωτίου με ακούτε;"
"Ναι, με συγχωρείτε. Αφαιρέθηκα..."
"Όπως σας έλεγα, θα ήθελα τη βοήθεια σας..."
Η Μάρθα πλησίασε προβληματισμένη. Ο Κοσμάς της έκανε νόημα και έβαλε τη κλήση σε ανοιχτή ακρόαση.
"Τη βοήθεια μου σε τι ακριβώς;"
"Σας κάλεσα σαν μάνα. Η Εύα μας έχει πει πως δεν έχετε παιδιά, αλλά εκείνη σας έβλεπε σαν γονεις της.." η Μάρθα δακρυσε "Θα σας μιλήσω χωρίς περιστροφές. Δεν είναι του στυλ μου. Το ημερολόγιο το οποίο κατατέθηκε ως βασικό στοιχείο κατηγορίας για τα παιδιά μας, δεν ανήκει στην Εύα. Κι αν ανήκει, είναι πειραγμενο. Αν καταλαβαίνετε τι εννοώ! Επίσης να σας ενημερώσω πως η Εύα , δεν ξέρει! Αυτό το καταλάβαμε και για ευνόητους λόγους, δεν της αποκαλύψαμε τίποτα." Η Μάρθα έκλεισε το στόμα για να μη βγάλει φωνή ενώ ο Κοσμάς είχε ασπρίσει.
"Ξέρω πως έχετε τη δύναμη να πάρετε τα στοιχεία της υπόθεσης στα χέρια σας. Ζητάω λοιπόν, το ημερολόγιο!"
"Μα τι είναι αυτά που λέτε; Πώς μου ζητάτε να πάρω ένα πειστήριο και να σας το παραδώσω; Αν είναι δυνατόν!" της είπε δύσπιστος
"Πολύ καλά λοιπόν. Να σας θυμίσω σαν απλή ενημέρωση, πως πρώτων, αυτό που κάνατε τότε είναι παράνομο με βάση το νόμο. Ένα στοιχείο το οποίο κατατίθεται, δεν μπορεί να τεθεί σε ισχύ χωρίς μάρτυρα. Ο καθένας θα μπορούσε να γράψει κάτι και να πει ότι είναι δικό σας. Εσείς δε θα θέλατε να έχετε γνώμη ; Άποψη; Να πείτε τη δική σας αλήθεια; Υποθέτω... Μα για να μη νομίζετε πως σας εκβιάζω, γιατί επουδενί δεν είμαι τέτοιος άνθρωπος, ορίστε κάτι που σίγουρα δεν είναι πλαστό!" η Τασία έβαλε την ηχογράφηση στο κινητό της να παίζει...
"Εχουμε μια υπόνοια πως τα στοιχεία που δόθηκαν στην αστυνομία δεν ήταν αυθεντικά Εύα. Εκείνος θα μπορέσει να μας βοηθήσει!"
"Ποια στοιχεία; Εκτός από το φόνο υπάρχουν κι άλλα;"
"Ναι... "
"Υπάρχει κάτι που δε ξέρεις Εύα..."
"Με τρομάζετε..."
"Με απλά λιτά και απέριττα λόγια, κατηγορήθηκαν για βιασμό μιας κοπέλας αλλά και το θάνατο δύο ακόμα παιδιών που βρέθηκαν στο γκρεμό ένα χρόνο πριν σκοτώσουν το Κώστα"
"Θεουλη μου!Ποιος θα μπορούσε να τους κατηγορήσει για κάτι τέτοιο"
"Νομίζω κύριε Φωτίου, κάλυψα στο τέρμα την αμφιβολία σας..."
Και πράγματι. Ο Κοσμάς αναγνώρισε τη φωνή της Εύας μα και μιας ακόμα γυναίκας. Ένιωσε ένα τσίμπημα στη καρδιά. Ένα ψέμα; Ζούσε δεκαπέντε χρόνια σε ένα ψέμα; Η Μάρθα προσπάθησε καθόλη τη διάρκεια που έπαιζε η ηχογράφηση να τον βάλει να καθίσει.
"Δεν είχα σκοπό να ηχογραφήσω την Εύα. Την έχω σαν κόρη μου. Νομίζω πως πρέπει να το ξεκαθαρίσω αυτό. Μα δεν υπήρχε τρόπος να με πιστέψετε..."
Τίποτα. Εκτός από μερικούς περίεργους θορύβους , η Τασία δεν άκουγε λέξη.
"Δυστυχώς κάποιος έπαιξε άσχημο παιχνίδι κύριε Φωτίου. Κι αν πράγματι αγαπάτε την Εύα σαν παιδί σας όπως μας ελεγε, θα βοηθήσετε να βγει η αλήθεια στο φως"
"Έτσι έλεγε;" Ο Κοσμάς μίλησε ύστερα από αρκετή ώρα δακρυσμένος. Πάντα μάλωναν. Είχαν κόντρες... Μα ποτέ δεν του είπε πως τον έβλεπε σαν πατέρα.
"Ναι... Η Εύα είναι καλή ψυχή. Πέρασε τόσα..."
"Σας τα είπε όλα;"
"Αν εννοείται την εγκυμοσύνη και την αποβολή της, ναι..." Ο Κοσμάς έσφιξε τα χείλη του ενώ η Μάρθα άρχισε ήδη να κλαίει στα βουβα.
"Μας πέθανε και επέστρεψε..." Ο Κοσμάς πια έκλαιγε "Ποιος τόλμησε να κάνει κάτι τέτοιο! Θα τον σκοτώσω! Εμείς νομίζαμε...θεέ μου..." Ξάφνου σηκώθηκε και η Μάρθα τρόμαξε "Σε δύο μέρες θα είμαι στο νησί!" είπε και έκλεισε το τηλέφωνο δίχως δεύτερη κουβέντα.
*********
"Πώς μου ζητάς να κάνω κάτι τέτοιο Ελένη! Πρέπει να σταθείς στο παιδί σου! Όχι να το στείλεις εδώ! Η Εύα θα καταρρεύσει!"
"Δεν έχω επιλογή Μάρθα! Το καταλαβαίνεις; Το παιδί μου , μου το κατέστρεψαν! Το είδα με τα μάτια μου! Κι αυτό εκεί! Επέμεινε να πάει να τους βρει! Πρέπει να φύγει από το νησί! Κανένας δε πρέπει να μάθει και ειδικά εκείνη πως έδωσα το ημερολόγιο στην αστυνομία!"
"Ο Κοσμάς προσπαθεί. Έχει βάλει κάθε γνωστό και μέσο για να μη βγει παραεξω. Μα πως μας ζητάς να της πούμε ψέματα Ελένη; Πώς θα της κρύψουμε ότι ξέρουμε;"
"Η άλλη επιλογή είναι να τη κλείσω σε ψυχιατρική κλινική! Δε θα την αφήσω να πεθάνει ! Έκαναν ότι έκαναν πάνω της κι εκείνη ακόμα τρέχει! Προσπαθώ Μαρθα! Ένα παιδί έχω! Η μήπως έπρεπε να σωπάσω; Τρελάθηκα όταν με πήραν από το τμήμα και μου είπαν πως τη βρήκαν σε ένα σπίτι στο βουνό μαζί τους! Τι να έκανα!"
"Καταλαβαίνω. Αλλά..."
"Δεν έχει αλλά! Αυτά τα παιδιά είναι δολοφόνοι! Δε δίστασαν να σκοτώσουν το πατέρα του ενός! Πόσο μάλλον εκείνα τα καημένα τα παιδιά! Καινή κόρη μου το ήξερε και δεν είπε κουβέντα! "
"Ο Κοσμάς το φρόντισε αυτό. Είπε πως της ασκήθηκε ψυχολογική βία αλλιώς θα τη καταδίκαζαν για συνεργεία..."
"Και ο βιασμός! Που το πας! Θεουλη μου, το κοριτσάκι μου... Αν έβλεπες το έγραψε εκεί μέσα... Πώς γίνεται να τους αγαπούσε τόσο με όσα έκαναν; Αυτό είναι αρρώστια!"
"Το καταλαβαίνω..."
"Ωραία. Σε δύο μέρες τη στέλνω επάνω!"
"Ελένη; Είναι δύσκολη η κατάσταση..."
"Το ξέρω. Μην της πείτε λέξη. Δε θέλω να καταλάβει πως ξέρουμε για το βιασμό. Θα καταρρεύσει. Σαν να μην έγινε τίποτα... Της είπα πως πέταξα τα πράγματα της. Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς..."
"Εντάξει... Θα τη προσέχουμε ..."
*********
Ξεδεσε τα μαλλιά της, έβγαλε το σακάκι και έπιασε το παραλιακό δρόμο. Το μάθημα έμοιαζε εξαντλητικό. Χωρίς τέλος. Τα παιδιά ήταν ήρεμα και ακολουθούσαν κατά γράμμα το πρόγραμμα μα η Εύα ενιωσε πως δεν έκανε σωστά τη δουλειά της. Συνέχεια έπιανε τον εαυτό της να χάνεται.
Δεν κατάφερε να σταματήσει να σκέφτεται όσα της είπε η Ξανθίππη και η Τασία.
Ο Ορέστης και ο Άρης σε καμία περίπτωση δε θα βίαζαν κάποια κοπέλα και ήξερε καλά πως δεν σκότωσαν κανέναν άλλο. Στα δικά της μάτια όλο αυτό ήταν μια βαριά συκοφαντία και μια πλεκτάνη για να μπουν πιο βαθιά στη φυλακή. Ποιος όμως; Γιατί...
"Εύα!!"
"Χρήστο..." Γύρισε και τον είδε να πλησιάζει με βήμα γοργό. Φορούσε τη στολή και έδειχνε αλαφιασμενος.
"Πέρασα από το σπίτι αλλά δεν ήταν κανείς. Μετά κατάλαβα πως ίσως είχες μάθημα. Δευτέρα είναι σήμερα..."
Έφτασε πλέον κοντά της
"Πέρασες; Τι έγινε;"
"Ήρθε η Έλσα στο νησί! Κι αν κατάλαβα καλά από τα λεγόμενα της..."
Η Εύα χαμογέλασε .
"Ώστε για αυτό πρόκειται και με τρόμαξες; Την είδα, και κατά κάποιο τρόπο κατάλαβα σχεδόν αμέσως. Μετά ρώτησε για ένα Χρήστο. Οπότε τα συνδιασα..Ελπίζω να μην βγήκε σε κακό. Δεν το έκανα για να φέρω κάποιο πρόβλημα.."
"Πρόβλημα; Κάθε άλλο... Σε έψαχνα να σε ευχαριστήσω..."
"Δε τίθεται θέμα. Για να ήρθε ως εδώ, τελικά δε θα πέταξε όλα σκουπίδια όπως λες... Όλοι αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία . Σωστά;"
"Ακριβώς... Όλοι. Θα μείνει μαζί μου τους υπολοίπους μήνες και έπειτα θα επιστρέψουμε πίσω."
"Χαίρομαι για σένα. Νομίζω το αξίζεις..."
"Δεν ξέρω τι πράγματι αξίζω. Δεν είμαι άγιος και δεν της έκανα και λίγα. Βέβαια κι εκείνη σκέτο πείσμα..."
"Αυτά τα πείσματα φέρνουν το αποτέλεσμα..."
"Έχεις δίκιο. Ξέρεις... Νομίζω πως είσαι υπέροχος άνθρωπος. Αν και δε καταφέραμε να ανοιχτουμε πολύ ο ένας στον άλλο, δε θα ξεχάσω ποτέ το βράδυ του Σαββάτου...Παίρνεις, δίνεις. Ανταλλαγή. Έτσι το λέω..."
"Κι όμως, συμφωνώ. Ίσως μερικές φορές χρειάζεται ο κατάλληλος άνθρωπος, τη κατάλληλη στιγμή για να δέσει μια διάσπαρτη κατάσταση. Οπότε κατά κάποιο τρόπο, ίσως βοηθήσαμε ο ένας τον άλλο..."
"Εύα; Εκείνη τη νύχτα που έδωσες αρκετές συμβουλές. Να σου δώσω και εγώ μια ; Ύστερα θα φύγω. Με περιμένουν στο στρατόπεδο"
"Κι εσύ μου έδωσες... Ίσως τη πιο σημαντική. Να πιστεύω στον εαυτό μου... Ποια θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερα από αυτή;"
"Η συγχώρεση..." της είπε γλυκά. "Αυτή είναι η μεγαλύτερη από όλες... Ίσως αξίζει και η υπομονή, μα έρχεται δεύτερη..."
"Συγχώρεση... Όμορφη λέξη, τόσο όμορφη που για να γίνει πράξη περνάει πρώτα από την ασχήμια των ανθρώπων και των καταστάσεων που βιώνουν..."
"Ακριβώς. Γι αυτό αξίζει ..."
"Ευχαριστώ Χρήστο. Ειλικρινά δε θα το ξεχάσω..."
"Εγώ σε ευχαριστώ.." έσκυψε και χαρίζοντας της ένα φιλί στο μάγουλο, συνοδευόμενο από ένα τεράστιο χαμόγελο, έφυγε.
"Συγχώρεση..." Μουρμουρισε η Εύα και αναρωτήθηκε... Μπορούν άραγε όλα να συγχωρεθούν; Όχι. Έδωσε αμέσως απάντηση. Και δεν είχε στο μυαλό της τον Ορέστη ή τον Άρη καθεαυτού... Από πιο μικρή όταν άκουγε αυτή τη λέξη έφερνε στο μυαλό καταστάσεις που οι άνθρωποι βιώνουν. Όπως η Ξανθίππη...
Πόσο εύκολα μπορεί μια γυναίκα να ξεχάσει, να συγχωρέσει και συνεχίσει έπειτα από ένα τόσο βίαιο οικογενειακό περιβάλλον; Γυναίκες που ξεκινάνε με όνειρα και καταλήγουν να βλέπουν φαντάσματα στο καθρέφτη. Απαξίωση και σιωπή από τους ανθρώπους γύρω τους. Δυσπιστία...
Έντιμος άνθρωπος...
Οικογενειάρχης...
Με παιδί....
Μα ήταν απλά , ένα τέρας...
Όχι. Η Εύα δε θα έδινε ποτέ συγχώρεση σε έναν άνθρωπο σαν τον Κώστα και σε κάθε Κώστα εκεί έξω.
Για εκείνη, συγκεκριμένα πράγματα άξιζαν συγχώρεση...
Ήταν βαριά λέξη. Με τεράστιο υπόβαθρο. Για να φτάσει κάποιος να ζητήσει συγχώρεση, έπρεπε να βάλει πρώτα στο ζυγι τις ίδιες του τις αμαρτίες. Να κρίνει τον εαυτό του με ειλικρίνεια και ύστερα να αποφασίσει με γνώμονα την απλή λογική κατά πόσο την αξίζει.
Πόσοι το έκαναν; Ελάχιστοι. Πόσοι από αυτούς άξιζαν συγχώρεση; Ακόμα πιο λίγοι...
Κι ολοι αυτοί που ζήτησαν μεγάλες συγνώμες και ψεύτικη συγχώρεση, πήραν απλά απαξίωση.
Τα μεγάλα λόγια εύκολα λέγονται.
Οι πράξεις από την άλλη φανερώνουν πολλά περισσότερα.
Η Εύα είχε ήδη συγχωρέσει τον Ορέστη και τον Άρη... Όχι τώρα... Χρόνια πριν...
Ένα παράθυρο κλειστό που είχε να ανοίξει μέρες. Σκοτάδι. Ένα λαμπατερ μόνιμα κλειστό. Ένα μακό μπλουζάκι που είχε μέρες να βγει από το δέρμα της.. μαλλιά μαζεμένα πρωί βράδυ. Και σιωπή...
"Ένας μήνας πέρασε... Υπάρχουν φορές που οταν καταφέρνω και κοιμάμαι, ξυπνάω πνιγμένη στους εφιάλτες. Με πιάνουν πόνοι χαμηλά στη κοιλιά. Βέβαια τώρα ξέρω από τι είναι... Το κορμί προσπαθεί να βρει γιατρειά μα η ψυχή δε βρίσκει Ορέστη μου... Σήμερα ήρθες στο ακουστικό... Άκουσα την ανάσα σου και πέθανα. Το ήξερες πως ήμουν εγώ; Είπα ψέματα για να έρθεις ματια μου.... Μα έπρεπε.
Αλλιώς δε θα άκουγα ποτέ ξανά τη χροιά έστω και της αναπνοής σου...
Ήθελα να σου πω ότι όλα τελείωσαν. Πώς είμαι καλά... Πώς με έχουν μπουκωσει στα φάρμακα και με ελέγχουν κάθε μία ώρα...
Μα πάει...
Τελείωσε...
Είμαι μόνη.. Τίποτα πια δε ζει εκεί μέσα.
Είναι κατάθλιψη όπως όλοι λένε;
Ή μήπως η ψυχή θα νιώσει γαλήνη αν επιτέλους καταφέρω να σε συγχωρέσω που με άφησες;
Γι αυτό σε πήρα σήμερα...
Ένιωσα ότι μέσα από τη σιωπή μου με κατάλαβες. Ένα λεπτό και είκοσι δύο δευτερόλεπτα... Τόσα μέτρησε η καρδιά . Τόσοι ήταν οι χτύποι μου πριν το κλείσεις...
Έμεινες κι εσύ σε εκείνη τη ζοφερή σιωπή να αναρωτιεσαι γιατί κανένας δε μιλάει από την άλλη γραμμή; Η μήπως... Μήπως ήξερες από πού ερχόταν η σιωπή;
Όσο αλλάζω σου μοιάζω...Το ξέρεις;
Πάντα το έλεγε ο Άρης ότι μοιάζουμε..
Νομίζω πως πρέπει να παλέψω. Να σταθώ στα πόδια μου. Να γίνω αξία γυναίκα στη κοινωνία κι όχι το κινούμενο πτώμα που είμαι σήμερα.
Ξέρεις... Υπήρχε ένας νοσοκόμος όταν ήμουν σε εκείνο το νεκροταφείο ψυχών.
Ερχόταν κάθε μέρα. Τρεις, τέσσερις πέντε φορές... Έβλεπε αν είμαι καλά...
Είχε σημάδι από βέρα στο δάχτυλο μα δε φορούσε. Έπρεπε όμως να έβλεπες με τι λεπτότητα με προσέγγισε....
Ξέρεις τι μου είπε πριν φύγω;
Να μάθω να συγχωρώ...
Πονάει...
Πέρασε ένας χρόνος και νιώθω πως είσαι ακόμα εκεί... Σε εκείνο το χαμόσπιτο. Πώς θα ανοίξω αυτή τη πορτα, θα τρέξω και θα βγω στο δάσος...
Ζω με δανεική ψυχή...
Κάτι ίσα ίσα σαν ρεζέρβα να βολεύει για την ώρα. Δεν είναι αστείο;
Σε ακούω στις σιωπές μου... Γι αυτό τις αγαπώ. Γι αυτό σ'αγαπαω ακόμα... Γι'αυτό σε συγχωρώ...
Δε θα ξεχάσω ποτέ, όμως πάντα θα περιμένω...
Μια στιγμή...
Μια τόσο δα μικρη στιγμουλα, να σε δω...
Τελικά ίσως αυτά τα τελευταία φάρμακα , κάνουν καλύτερη δουλειά...
Ίσως πάλι, έφυγε και δεν με πονάει...
Πιστεύεις πως ίσως η ζωή που μου έδωσες, να είχε το δικό σου χαρακτήρα; Γι αυτό να με πονούσε τόσο συνεχώς;
Ακόμα και αυτή η σκέψη , δε φέρνει πια δάκρυα... Ίσως μια γλυκιά νοσταλγία...
Ίσως ένα παράπονο. Μα όχι δάκρυα...
Εύχομαι απλά, να ξυπνήσεις ένα πρωί, να κοιτάξεις τον καθρέφτη και να με δεις να σε κοιτάζω... Μάτια στα μάτια...
Μέσα από εσένα, να δεις εμένα..
Όπως ακριβώς κάνω κι εγώ...
**********
Σπασμένα γυαλιά ακούστηκαν από το εσωτερικό και ο Άρης έτρεξε δίχως δεύτερη σκέψη στις τουαλέτες έτοιμος. Μα δεν ήταν κανένας άλλος...
"Είσαι τρελός;" Είπε και ορμώντας, έπιασε τις γροθιές του που ήταν κολλημένες στο καθρέφτη του μπάνιου και τις κοίταξε έντρομος. Δεκάδες γυαλιά υπήρχαν καρφωμένα μέσα τους.
"Δεν αντέχω άλλο..."
"Τι έκανες Ορέστη... Ξέρεις που θα καταλήξεις γι'αυτό;'
"Δε μπορώ άλλο!"
"Ηρέμησε! Θα έρθουν οι φρουροί ανάθεμα!!"
"Δεν αντέχω ρε μαλάκα... Δεν αντέχω!!" Ο Ορέστης σωριάστηκε στο βρώμικο πάτωμα βάζοντας τα ματωμένα του χέρια στο πρόσωπο. "Δεν αντέχω να τη βλέπω όπου κοιτάζω!"
"Αιμορραγείς..."
"Από πού;" Ο Ορέστης σήκωσε σαν νεκρός το κεφάλι και τον κοίταξε "Το σώμα είναι απλά ένα γαμημενο σακί... Κοίτα με ξανά, και πες μου... Από πού δεν αιμορραγω;"
Γδουποι...
Φωνές... Τρικλισμα....
Σίδερα...
Γέλια....
"Μη πλησιάσει κανένας!!" Ο Άρης ούρλιαξε μα ο Ορέστης σηκώθηκε. Ήταν τέτοια η ανάγκη να καταλήξει σε εκείνη τη τρύπα που έδωσε μια γροθιά και τον άλλο το καθρέφτη εξτασιασμενος.
Στόλισε με το χαμόγελο του τρελού το πρόσωπο και γέλασε πιο δυνατά από αυτούς...
Σπρώξιμο...
Ο Άρης βρέθηκε στην άκρη...
Τον κρατούσαν και έβλεπε μπροστά του, τον απόλυτο τρόμο...
Τον σακατευαν στο ξύλο κι εκείνος γελούσε και έκλαιγε μαζί...
Ποτέ δε θα ξεχνούσε σε όλη τη ζωή του εκείνο το χαμόγελο του...
Τα δάκρυα που το συνόδευαν και το πόνο...
Μα το είπε και το έκανε...
Κατέληξε δέκα μέρες νηστικός, κάπου που δεν υπήρχαν καθρέφτες...
**********
Άφησε το βλέμμα να χαθεί στο πέλαγος. Το αεράκι έγινε αέρας πια και ούτε που κατάλαβε πως τα βήματα της, την οδήγησαν στη πίσω μεριά του λιμανιού.
Ήταν τόσο όμορφα.
Παλιές ξεχασμένες βάρκες περίμεναν το θάνατο, πουλιά πετούσαν χαμηλά στα νερά... Τα ξύλα ετριζαν στα πόδια της και εκείνη απλά περπάτησε. Είχε τόσα πολλά σημεία η Μυτιλήνη μα όλα είχαν γεμίσει ταβέρνες. Ελάχιστα έμειναν μόνα τους να αργοσβηνουν...
Με βήμα αργό, χωρίς βιασύνη περπάτησε ως το τέρμα. Κάθισε , έβγαλε τα παπούτσια, και βούτηξε τα πόδια στο νερό..
Άνοιξε τη τσάντα, έβγαλε ένα χαρτί και το άφησε πλάι της. Ύστερα έβγαλε τα τσιγάρα και ανάβοντας ένα, πήρε το χαρτί και σχημάτισε ένα μικρό χάρτινο καραβάκι...
Το άφησε στο νερό κι εκείνο με τον αέρα άρχισε να ταξιδεύει...
Κι εκείνη έμεινε απλά να το βλέπει...
Τόσο υπομονετικό...
Τόσο πεισματάρικο...
Έφτασε μέχρι τα δέκα μέτρα...
Κι ύστερα βυθίστηκε..
Άκουσε πατημασιές πίσω της.
Ήθελε τόσο να γυρίσει μα δε το έκανε. Δε θα της έκανε εντύπωση αν ο Άρης την είχε ακολουθήσει. Κατά κάποιο τρόπο ξεπετάγονταν συνέχεια από το πουθενά.
"Σου το είχα πει... Μη βάλεις ποτέ αυτό το διαολο στα χείλη σου..."
Μα δεν ήταν ο Άρης...
😔😔😔😔😔
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top