3ο Κεφάλαιο
Πλησίασε στο τραπέζι. Πάνω σε αυτό ήταν δύο σοκολάτες. Πιο πέρα υπήρχαν άλλες δύο πόρτες. Η μία πόρτα ήταν κόκκινη ή άλλη άσπρη. Πλησίασε στις σοκολάτες. Φαινόντουσαν λαχταριστές. Σε ένα μικρό χαρτάκι έγραφε: «Φάε». Με προσοχή τις πήρε. Δάγκωσε την μία και μέσα της βρήκε ένα λευκό κλειδί. Δάγκωσε και τη άλλη και πήρε ένα πράσινο κλειδί. Στο περιτύλιγμα της δεύτερης σοκολάτας διάβασε: «Η πράσινη ή η λευκή πόρτα οδηγεί στη έξοδο; Εσύ αποφασίζεις»
«Όχι πάλι τα ίδια. Ποιος είσαι; Τι θέλεις; Άσε με σε παρακαλώ να βγω. Σε παρακαλώ, μη μου κάνεις κακό.» παρακάλεσε η Άννα και ξέσπασε σε λυγμούς. Όταν ηρέμησε κάπως, αποφάσισε να ξεκλειδώσει την λευκή πόρτα. Ούρλιαξε μπαίνοντας στο δωμάτιο. Υπήρχε παντού αίμα. Στους τοίχους, στο ταβάνι, στο πάτωμα. Κραυγές πόνου ακουγόντουσαν από τα μεγάφωνα. Ένα αναπηρικό αμαξίδιο υπήρχε στο κέντρο του δωματίου. Πάνω σε αυτό ένα ματωμένο σεντόνι. Η Άννα έπρεπε να προχωρήσει για να ανοίξει και την δεύτερη πόρτα που υπήρχε εκεί, αλλά εκείνη δίσταζε. Από μικρή έτρεμε στη θέα του αίματος.
Ξαφνικά οι κραυγές σταμάτησαν και ακούστηκε μία φωνή να λέει: «Σχεδόν τα κατάφερες. Άνοιξε την πόρτα, χωρίς να περπατήσεις.»
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top