~ Part 1 ~


Μια απλή συνάντηση ή η αρχή της καταστροφής ;

Ξύπνησε με δυσκολία το βράδυ κατά της 11 παλεύοντας για ακόμη μια φορά με τα αδύναμα πόδια της. Περπατώντας άηχα και αργά κατευθύνθηκε στην ντουλάπα, την άνοιξε αργά και πήρε από μέσα ένα μαύρο μακρυμάνικο φούτερ μιας και έχουμε φθινόπωρο. Το πέρασε με αρκετή δυσκολία πάνω από τα καστανά αδύναμα μαλλιά της. Από κάτω αποφάσισε να βάλει μια φαρδιά μαύρη φόρμα μιας και κρύωνε υπερβολικά πολύ για τέτοια εποχή. Καθώς κλίνει  την ντουλάπα τα μπλε τις μάτια πέφτουν πάνω στον εσωτερικό καθρέφτη.
Αποφεύγει  ως συνήθως να αντικρίσει το είδωλο της, γνώριζε πολύ καλά τι θα έβλεπε οπότε ποιο το νόημα. Κλείνει βιαστικά το φύλο της ντουλάπας με ταραχή στις κινήσεις της. Κατευθύνετε στο γραφείο της και πέρνει από το συρτάρι τα τσιγάρα και τα κλειδιά της φυλακής. Ανοίγει αργά και όσο των δυνατών αθόρυβα την μεγάλη κεντρική πόρτα του σπιτιού της. Δεν θα άντεχε αλλά ούτε και είχε την διάθεση να ακούσει πάλι την επικριτική τους άποψη για το σώμα της. Ανοίγει άχαρα την λευκή παπουτσοθήκη από τα ικεα και πέρνει τα μαύρα κλασσικά vans στα χέρια της. Ακόμα και τα παπούτσια της φαινόντουσαν βαριά σαν τούβλα.
Πατάει με όση δύναμη της έχει απομένει το κουμπί του παλιού ανελκυστήρα.
Σε δευτερόλεπτα φτάνει στο όροφο της
Σκέψεις απλά σκέψου κάτι ώστε να μην δεις το πτώμα σου στον καθρέφτη ακόμα και νεκρή πίστευε ότι θα ήταν ποιο ελκυστική. Μην με κοιτάξεις με τρομάζεις, Μα πως μπορεί ένα άψυχο κομμάτι κάτοπτρου να την κοιτάξει είναι αδύνατον. Μπορεί για τους άλλους μα για εκείνη ο καθρέφτης είχε ψυχή και την τρόμαζε, την τρόμαζαν τα μάτια του το πως κοιτούσε το σώμα της πως το έδειχνε ΟΛΑ.

Σκέψου κάτι απλά μην τον κοιτάξεις αλλά τι μπορεί να σκεφτεί ένα μυαλό σαν το δικό της εκτός από τα κιλά και τις θερμίδες. Μερικές φορές απλά δεν χρειάζεται να σκεφτόμαστε αλλά τι κενό αυτό δεν είναι ποιο τρομακτικό; Τις σκέψεις μπορούμε να τις ακούσουμε να τις δούμε
ενώ το απόλυτο τίποτα δεν έχει μορφή ούτε καν η λέξη δεν έχει προσωπικότητα. Επιτέλους έφυγε από το σάπιο κελί της, μια ανάσα ανακούφισης προδίδει την κατάθλιψη της. Γυρνάει το κεφάλι της και βλέπει το κελί της όχι το σπίτι της.

Μετά από λίγα λεπτά

Τρέχει ή τουλάχιστον προσπαθεί να τρέξει
Δεν πρέπει να χάσει το λεωφορείο πρέπει να προλάβει να φτάσει έγκαιρος. Κάθεται βιαστικά σε μια κενή θέση του αστικού. Σκανάρει εξονυχιστικά τους ανθρώπους προσπαθώντας να βρει κάποιον καταθλιπτικό κάποιον ανορεξικο αλλά τίποτα. Ή
οι άνθρωποι πλέον έχουν μάθει να κρύβουν πολύ καλά  τα συναισθήματα τους ή απλά δεν αισθάνονται τόση θλίψη ώστε να καταστρέφονται σκέφτηκε. Παρατηρεί να την σκανάρουν άγνωστοι λες και τους νοιάζει άμα θα πεθάνω ή όχι δεν βγάζει νόημα.
Πολλά βλέμματα
αλλά την κοιτάνε με περιέργεια προσπαθώντας να καταλάβουν εάν είναι ανορεξικια η απλά πολύ αδύνατη
αλλά βλέμματα από την άλλη με κριτική και αηδία μάλλον θα σκέφτονται γιατί βγαίνω έξω γιατί τους αναγκάζω να δουν αυτό το φρικτό θέαμα. Στην πραγματικότητα δεν ήθελε να είναι εκεί να την κοιτάνε όλοι αλλα έπρεπε να πάει στα κοιμητήρια μόνο αυτόν την ενδιέφερε. Έφτασε αρκετά αργά οπότε δεν ήτανε σίγουρη εάν θα ήταν ανοιχτά αλλά δεν την ένοιαξε. Έφτασε μερικά λεπτά μετά λαχανιασμένη μπροστά στην  μαύρη σιδερένια πόρτα. Με αποτέλεσμα η ταχυκαρδία και η χαρά να κάνουν πάρτι μέσα τις. Πιάνει με το χέρι της την καρδιά της σαν να της ζητάει συγχωρέσει που την κούρασε με το γρήγορο βάδισμα. Περπατάει κάτω από την επιβλητική πόρτα τον κοιμητηρίων κρυφά μέσα της ξέρει ότι η πόρτα γνωρίζει την κατάσταση αλλά δεν την κρίνει.
Διασχίζει αργά κάτω από την νεκρική σιωπή το δρομάκι. Μετά από ένα χρόνο σχεδόν είχε συνηθίσει  αυτήν την εκκωφαντική νεκρική σιωπή. Λίγα ακόμη βήματα και σχεδόν έφτασε
Αντικρίζει για άλλη μια φορά την μαρμάρινη ταφόπλακα. ΟΧΙ αλλά δάκρυα αλλά μπορείς εσύ που το διαβάζεις αυτό θα μπορούσες να πας στον τάφο όχι της κολλητής σου αλλά της αδελφής ψυχή σου και να μην κλάψεις να μπορέσεις να συγκρατήσεις τα δάκρυα να μην πέσει ούτε ένα. Εκείνη δεν μπόρεσε ούτε τότε αλλά ούτε και τώρα. Συγκρατήσου ΟΧΙ απλά άσε τον εαυτό σου ελεύθερο και το έκανε άφησε τα συναισθήματα της αντιμέτωπα με τον τάφο. Σκουπίζει τα στεγνά πλέον δάκρυα των ματιών της, πλησιάζει με αργά και συμμετρικά βήματα τον τάφο.
Κάθεται στην άκρη της γωνίας και κοιτάει την ασπρόμαυρη φωτογραφία.
Η ίδια δεν θα ήθελε να είναι θλιμμένη ειδικά μετά τον θάνατο της. Αλλά μπορεί όχι και αυτό την σκότωνε ότι έπρεπε να ξεπεράσει μια απώλεια. Δεν ήτανε όμως  μια οποιαδήποτε ήταν και είναι του μόνου ανθρώπου που την κατάλαβε πλήρως που την έκανε να μην αισθάνεται τόσο περίεργη ίσως να ήταν και οι δυο περίεργες. «Τίποτα δεν είναι ίδιο πλέον» είπε όπως κάθε άλλη φορά.
Ψηλά στον ουρανό μπορούσες να διακρίνεις την μορφή της να παρατηρεί την ανορεξικια αδελφή ψυχή της με θλίψη και να παρακαλεί τον θεό και τον διάβολο για την αφήσουν ήσυχη να μην τις βάζουν ούτε πειρασμούς ούτε τιμωρίες απλά να την αφήσουν να ηρεμίσει



Καταπίνοντας γρήγορα με πάθος και την τελευταία γουλιά από το αλκοολούχο κουτάκι μπύρας. Καταβάθος μισεί τον εαυτό του όλο και περισσότερο που γίνεται σαν και αυτόν που του μοιάζει τόσο εσωτερικά.
Καταραμένα γονίδιά τι να πεις
Καταφέρνει άγαρμπα να περπατήσει έως τα νεκροταφεία. Μια στιγμή χρειάστηκε για να κατηγορήσει ξανά τον εαυτό του με ηλίθιες ενοχές. Είχε αρκετά χρόνια να έρθει πως δεν ξέχασε το μέρος θαύμα ήταν.
Καταφτάνει υπό την επήρεια αλκοόλ στην πόρτα του νεκροταφείου. Αναμνήσεις βλέμματα θλίψη ξύλο όλα μαζί επανέρχονται. Νεύρα πρέπει επιγοντος να ξεσπάσει πριν πάει στην ταφόπλακα. Το σύμπαν άκουσε την επιθυμία του. Παρατήρησε αμέσως έναν  σχεδόν λευκό τοίχο που στηριζότανε η μαύρη καγκελόπορτα. Πλησιάζει και αρχίζει να ξεσπάσει πάνω στο άψυχο ασβεστωμένο τοίχο  με γροθιές. Σταματάει όταν συνειδητοποιεί ότι τα δάχτυλα του έχουν γδαρθεί και βγάζουν ελάχιστο μολυσμένο αίμα. Να λέμε και την αλήθεια όμως βοήθησε και το ποτό. Είχε την μαγική ιδιότητα να εξαφανίσει τα συναισθήματα και να τον μαγέψει με μια αφύσικη ηρεμία.
Βαδίζει σέρνοντας το κορμί του στα σκοτεινά και μοναχικά στενά ή τουλάχιστον έτσι πίστευε μέχρι που αντίκρισε μια άγνωστη.
Μια κοπέλα καθότανε στην γωνία του μπροστινού τάφου και άναβε δυο τσιγάρα.
Το ένα γι αυτήν και το άλλο για την ταφόπλακα  περίεργο σκέφτηκε
Την παρατηρούσε αρκετά λεπτά να καπνίζει και να κοιτάει τον τάφο. Ωστόσο όταν είσαι μεθυσμένος δεν μπορείς να κανείς ησυχία και έτσι έγινε αντιληπτός από την περίεργη άγνωστη
Πριν καν προλάβει να φύγει να πει κάτι να δει την δικιά του απώλεια το στομάχι του διαμαρτυρήθηκε αρκετά ώστε να ξεράσει αστραπιαία και να βγάλει όλη την γεύση ηρεμίας. Πλέον με καθαρό κεφάλι γυρνάει και κοιτάει την κοπέλα ενώ σκουπίζει το στόμα του. Το ελάχιστο φως του νεκροταφείου τους έδινε την ευκαιρία να ανταλλάξουνε ματιές αλλά μόνο αυτό τίποτα παραπάνω. Τα μπλε μάτια συναντιούνται με τα δικά του καφέ δίνοντας τους την ευκαιρία να παρατηρήσουν ελάχιστα ο ένας τον άλλον.
Μαύροι κύκλοι ξηρά χείλη μάτια γεμάτα θλίψη δεν ήτανε δύσκολο να καταλάβεις ένα καταστροφικό άτομο.

Συνεχίζουν να ανταλλάζουν ματιές ελπίζοντας ο ένας από τους δυο να το σταματήσει κανείς δεν το έκανε παρόλο του το θέλανε.
Τα μάτια της κλείνουν  αργά χάνει στα ξαφνικά την ισορροπία της και βρίσκεται σωριασμένη στο δέντρο. Αυτό ήταν πολύ Ξαφνικό και για τους δυο εκείνη δεν συνήθιζε να χάνει την δύναμη της δημόσια και εκείνος δεν έβλεπε συχνά ένα τέτοιο θέαμα. Ασυναίσθητα πηγαίνει κοντά της «είσαι καλά» ρωτά ήξερε την απάντηση αλλά είπε να ήταν για πρώτη φορά ευγενικός.
Γίνεται να μιλήσεις μόνο με τα μάτια στην περίπτωση της Μάιρας έγινε δεν του απάντησε απλά τον κοίταξε και του είπε ναι εύχονταν μέσα της να το κατάλαβε.
Της δίνει το χέρι του για να μπορέσει να ξανά σταθεί
στα λεπτά κλαράκια που είχε για πόδια. Δειλά απλώνει το παγωμένο χέρι της στο δικό του ζεστό.
Ο εγκέλαδος έδωσε κατευθείαν εντολή να απομακρύνει το χέρι της και το έκανε τον υπάκουσε πίστα για ακόμη μια φορά.

Έφυγε
Λάθος όλα
Όλα ήταν ένα κινούμενο λάθος δεν έπρεπε να είχε βρεθεί εξαρχής εκεί σκέφτηκε
«ΤΙ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΚΑΝΩ»
ουρλιάζει στο κενό προσπαθώντας να ξεφύγει από το παρελθόν και τους δαίμονες του. Αλλά τι γίνεται όταν απλά δεν το ξεπερνάς τότε συνεχίζεις να το ζεις κάθε μέρα.

~~~~

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top