9.ΣΚΛΗΡΗ ΓΥΝΑΙΚΑ

Δεν νομίζω πως το ονειρεύτηκα αλλά νομίζω πως χθες ο κάφρος μου πρότεινε να γίνει ο προσωπικός μου δάσκαλος. Στον έρωτα. 

Δεν ξέρω τι σκεφτόταν όταν το πρότεινε και πόσο μάλλον δεν ξέρω εγώ τι σκεφτόμουν ,όταν δέχτηκα την συμφωνία, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να καταδεχτώ να με συμβουλέψει.

Άσε που μπορεί να έκανε πλάκα, σκέφτομαι και βάζω το chanel φόρεμα. Κότσος τα μαλλιά, δεκάποντη γόβα και έξω απο την πόρτα. Ξέρω καταντάει γραφικό. Αλλά αυτή είναι η ζωή μου. Αυτή είναι η ζωή , όταν είσαι πλούσια, μαλθακή και ανόητη. Αυτά δεν μου είπε? Ξεχνάω κάτι?ήταν και πολλά. 

Μπαίνω στο γραφείο και για καλή μου τύχη ο εκνευριστικός λείπει.

Βλέπω την Φανή και πάω ολοταχώς κατά πάνω της. Καλά θα τρελαθεί αν ακούσει τα νέα μου!

-Φανή δεν θα πιστεύεις τι μου πρότεινε ο κάφρος ! Κρατήσου της λέω και κάθομαι στην καρέκλα δίπλα της. Το οτι είδα τον Μιχαλάκη να τρίβεται στην κοκκινομάλλα προς στιγμή το έχω ξεχάσει. 

-Μυρτώ πήρε ο Παπαδόπουλος. 

Tην ακούω να μου λέει με κοφτό ύφος και στην στιγμή έχω ξεχάσει τον Δημήτρη και την πρόταση του.

-Η αποθήκη λέει οτι είναι εδώ και δυο ώρες χωρίς φύλαξη. Φαίνεται οτι κάτι συνέβη και τους μάζεψαν . Υπάρχει ένας φρουρός, μου λέει σιγανά και με λοξή ματιά σκανάρει το γύρω χώρο.

Επιτέλους μετά απο τόσους μήνες έρευνας για να εντοπιστεί η αποθήκη , μετά απο τόση παρακολούθηση των κινήσεων τους, σήμερα θα ξεκινήσει το παιχνίδι. Είμαι χρόνια έτοιμη γι αυτό. Το έχω φαντασιωθεί να συμβαίνει με δεκάδες τρόπους. Ήρθε η ώρα να μας ξεπληρώσουν το κακό. Και θα μας το ξεπληρώσουν όλο.

-Φεύγω , της λέω και σηκώνομαι πάνω. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χάσω χρόνο.  Με πιάνει απαλά απο το χέρι.

-Φοβάμαι. Φοβάμαι για σένα. Μήπως.. μου λέει και τα γαλανά μάτια της με κοιτάν διστακτικά.

-Το περιμέναμε καιρό Φανή και μόλις ξεκίνησε, της λέω αποφασιστικά. Κανένας δισταγμός γι αυτά που θα ακολουθήσουν.

-Να προσέχεις, μου λέει και με κοιτά ανέκφραστη.

-Πάντα προσέχω της λέω κοφτά.

-Το ξέρω. Πάντα προσέχεις, μου λέει και πάω να φύγω.

-Μυρτώ .. μου λέει και ξέρω τι σκέφτεται.

-Κι εγώ Φανή της λέω και σχεδόν τρέχω στο ασανσέρ.

Ανοίγω την πόρτα και συγκρούομαι με φόρα πάνω σε ένα μυώδη στέρνο. Την ξέρω αυτή την μυρωδιά!

-Ε..γειά , λέω και τον παραμερίζω για να περάσω.

-Πού νομίζεις οτι πας? μου λέει και με κοιτά σοβαρός. 

-Έχω τα γυναικολογικά μου, του λέω χωρίς να τον κοιτάω και πατάω το κουμπί του ασανσέρ. Πριν κλείσουν οι πόρτες , βάζει το πόδι του ανάμεσα και ανοίγουν και πάλι.

-Σου τελείωσαν πριν απο..

-Δεν έχω όρεξη βιάζομαι! του λέω κοφτά και του κλωτσάω το πόδι.

-Είπα που πας? Επειδή ο πατέρας σου είναι ιδιοκτήτης του γραφείου δεν θα κάνεις οτι θέλεις!

-Καλά , δείξε έλεος στην μικρή ανοήτη! Είδα τον Μιχαλάκη και τρέχω να τον προφτάσω! Άσε με τώρα και βιάζομαι! του λέω και τον σπρώχνω να βγει απο το ασανσέρ.

-Ο κούριερ έρχεται δυο η ώρα. Μου έχεις θυμώσει για χθες?μου λέει και καταλαβαίνω πως δεν τον πείθω. Με σαρώνει με το βλέμμα ακτινογραφία .

-Ειλικρινά δεν μπορώ να την κάνω αυτή την συζήτηση τώρα!

-Φύγε αλλά το βράδυ περιμένω να έρθεις στο Manolo bar για το πρώτο μάθημα, μου λέει και νιώθω πως το λέει μόνο για να δει την αντίδραση μου.

-Ναι εντάξει..λέω γιατί θέλω να με αφήσει να φύγω. Και τον βλέπω να με κοιτά έκπληκτος. Κοίτα που μπλόφαρε. Πίστευε πως θα έκανα πίσω σήμερα.

-Στις εννιά! τον ακούω να μου φωνάζει ενώ οι πόρτες κλείνουν.

---

Παίρνω την πόρσε και πάω με ταχύτητα μια ώρα ταξίδι δυτικά. Εκεί την παρκάρω απόμερα και ξεντύνομαι. Βγάζω το φόρεμα , τις γόβες , και ανοίγω το βαλιτσάκι στο πορτμπαγκάζ. Φοράω ένα μαύρο τζην , ένα μακό μαύρο και μποτάκια τρακτερωτά. Πλέκω τα μαλλιά μου σε μια πλεξούδα και ξεβάφομαι. Παίρνω ταξί και συνεχίζω την διαδρομή για άλλη μια ώρα. Απο το σημείο που με αφήνει περπατάω μισή ώρα και προσέχοντας να μην με δει κάποιος πατάω τον επταψήφιο κωδικό του συναγερμού. Μπάινω στην αποθήκη και τρέχω στα ράφια.

Παίρνω ασετόν, λακ, οξυζενέ και λίπασμα. Τα βάζω προσεκτικά στο δερμάτινο σακίδιο μου και αρχίζω να φοράω την μαύρη δερμάτινη στολή μου. Τελευταίο το κράνος. Μαύρο με μια μικρή κόκκινη φλόγα στο τελείωμα. Hand made, όπως και το μωρό μου. Mια Ducati μεγάλου κυβισμού. 

Μην το παινευτώ αλλά άλλη γυναίκα δεν έχω δει ποτέ να οδηγάει τέτοιο μωρό. Είναι ασυγκράτητο στην άσφαλτο.

Την καβαλάω και βγαίνω προσεκτικά έξω απο την αποθήκη. Κανείς.

Φεύγω με ταχύτητα και ταξιδεύω άλλη μια ώρα.

Όταν βλέπω το κτίριο στην μέση του πουθενά , αφήνω να φύγει μια ανάσα απο μέσα μου. 

Το σχέδιο του κτιρίου το ξέρω απ' έξω και ανακατωτά. Ο Παπαδόπουλος τράβηξε με drone κάθε σπιθαμή του.

Σε δέκα λεπτά ήδη είμαι μέσα στην καρδιά του. Με ακουστικά ακροάζομαι το κουτί ασφαλείας και για πλάκα σπάω τον κωδικό. Ναι είμαι τόσο καλή σε αυτό.

Αφαιρώ το περιεχόμενο και αρχίζω την μαγειρική.

Αναμιγνύω το λίπασμα, με το ασετόν και το οξυζενέ ενώ στάλες ιδρώτα τρέχουν απο το μέτωπο μου. 

Όλα καλά Μυρτώ ..λέω μονολογώντας. Δεν είναι η πρώτη φορά , ηρέμησε.

Τοποθετώ το μείγμα στο κουτί και το γεμίζω με τις λάκ .

Πριν βγω απο το κτίριο πατάω το κουμπί ενεργοποίησης και τρέχω πίσω στην μηχανή μου.

Ένα χιλιόμετρο μακριά σταματώ την μηχανή και κοιτάω στο βάθος.

Οι φλόγες μοιάζουν να γλύφουν το νυχτερινό ουρανό. 

Το κτίριο γίνεται σκόνη. Κι εγώ νιώθω συγχρόνως να αναγεννιέμαι απο τις στάχτες μου. Φοίνιξ όχι αστεία. 

Κάνω βιντεοκλήση την Φανή. Δεν μιλάμε παρά μόνο της δείχνω με την κάμερα του κινητού την φωτιά.

Την ακούω να κλαίει.

-Ευχαριστώ Μυρτώ..

-Όχι Φανή. Εγώ ευχαριστώ.

---

Νιώθω ελεύθερη πάνω στην μηχανή μου. Αλλά θα νιώθω ελεύθερη πραγματικά όταν τελειώσει όλο αυτό. Είμαστε στην αρχή της ιστορίας.

-------------------

Είναι έντεκα το βράδυ. Είμαι μέσα στην πόρσε μου. Φοράω φόρεμα chanel και έχω τα μαλλιά μου κότσο. Βαμμένη προσεκτικά και γόβα δεκάποντη. Δεν ξέρω γιατί ήρθα εδώ αλλά δεν ήθελα να πάω σπίτι.

Τον παίρνω τηλέφωνο. Χτυπάει για ώρα και το ανοίγει πριν κλείσω.

-Τι θέλεις? μου λέει λαχανιασμένος.

-Άργησα? του λέω γλυκά.

-Προφανώς, εγώ φταίω που ήθελα να σε βοηθήσω! Τώρα είμαι σπίτι. Τα λέμε αύριο, μου λέει κοφτά.

-Είμαι κάτω απο το σπίτι σου.

-..

-Δημήτρη?

-Ανέβα.





Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top