Κεφάλαιο 6
Κεφάλαιο 6
Τις επόμενες εβδομάδες, η Ραβάννα δεν μιλούσε σε κανέναν, πέρα από τα τυπικά που είχαν να κάνουν με τη δουλειά της. Η μόνες φορές που άνοιγε το στόμα της μπροστά τους ήταν για να προσευχηθεί ή για να ψάλει. Η Λιουντέμνια έβλεπε αυτή της τη στάση με καλό μάτι. Διέκρινε φυσικά τον θυμό της, αλλά αυτή η σιωπή, πέρα από οργή, δήλωνε κατά κάποιον τρόπο υποταγή· δεν μιλούσε σε κανέναν, άρα δεν υπήρχε περίπτωση να ετοιμάζει πάλι κάποιο μυστικό σχέδιο εναντίον της. Ευτυχώς, σύντομα θα είχε τον Σίον να γίνει η σκιά της και να την ενημερώνει για κάθε της λέξη, κάθε της κίνηση, , όπως τον είχε επιμελώς ορμηνέψει στις πρόσφατες συναντήσεις τους. Η Αρχιέρεια χαμογέλασε αχνά κι ευχαρίστησε τη Θεά, που σύντομα δεν θα ήταν υποχρεωμένη να ανησυχεί για αυτό τον μπελά.
🌙
Κάποιες από τις συναδέλφους της ντρεπόντουσαν μέχρι και να την κοιτάξουν, γνωρίζοντας μέσα τους πως είχε δίκιο για το περιστατικό με την Λιουντέμνια. Άλλες πάλι έβρισκαν τη στάση της αγενέστατη κι ανάρμοστη. Με ποιο δικαίωμα τους είχε 'κουνήσει το δάχτυλο' και τις κατέκρινε λες κι ήταν τόσο απλό να εναντιωθούν στην Αρχιέρεια; Η Λάμεννυ έβλεπε την φίλη της να περιφέρεται αμίλητη κι ένιωθε έναν κόμπο στο λαιμό της· ένιωθε πως την είχε απογοητεύσει κι αυτή με το δείλιασμά της. Το ήξερε πάντα ότι ήταν δειλή, ευθυνόφοβη, πρόθυμη να κρυφτεί, αντί να πολεμήσει, μα ποτέ δεν το είχε παραδεχθεί τόσο συνειδητά όσο τον τελευταίο καιρό. Όσο για τη Ραβάννα, δεν ήταν ο θυμός της που έβλεπε και που την τσάκιζε. Όχι, ήταν η θλίψη της. Μία θλίψη που διέκρινε στην φίλη της από τότε σχεδόν που είχανε γνωριστεί, μα που συνήθως κρυβόταν πίσω από το μαχητικό πνεύμα της και την αγάπη της γι' αυτό που έκανε. Πλέον, με το πρώτο από τα δύο να έχει υποχωρήσει εντελώς και το δεύτερο αδύναμο, η θλίψη αυτή φαινόταν ολοκάθαρα και η Λάμεννυ θύμωνε με τον εαυτό της που είχε κάνει κάποιον άλλο να πονέσει τόσο πολύ, πόσο μάλλον την Νεράιδα που θεωρούσε καλή της φίλη.
🌙
Αυτός που επηρεαζόταν περισσότερο από την στάση της, ακόμα κι αν δεν το έδειχνε, ήταν ο Σίον. Δεν είχε τολμήσει ούτε μία λέξη να της πει ιδιαιτέρως, μα εκείνη τη νύχτα το τόλμησε· πρώτη φορά, μετά από 'κείνο το πρωινό, την κοίταξε στα μάτια και τον κοίταξε κι εκείνη για ώρα πολλή. Κι ήταν το βλέμμα της ψυχρό, σαν τον αέρα τον χειμωνιάτικο που τον έκανε να τρέμει. Η ιέρεια που τόσο πολύ θαύμαζε όλο αυτό το διάστημα, η κόρη του ήρωα, εκείνη που του ημέρωνε τον νου δίχως η ίδια να το ξέρει, είχε σταδιακά αποκτήσει θέση ειδώλου στο μυαλό του. Της είχε δώσει, προτού καν το καταλάβει, μία υπόσταση θεϊκή και τώρα που την έβλεπε μπροστά του ένιωθε δέος. Από τον τρόπο που του μίλησε, μπορούσε να καταλάβει πως είχε γνωρίσει πολλές τραγωδίες, παρά τα λίγα χρόνια που ζούσε σ' αυτό τον κόσμο. Πόσο ήθελε ο Σίον να της μιλήσει για όσα είχε υποφέρει, να την αφήσει να τα πάρει από πάνω του και να τα σκορπίσει μακριά! Μα όταν το συλλογίστηκε, τρόμος μεγάλος τον κυρίευσε. Αν μάθαινε πόσο δειλός, πόσο ανάξιός της ήταν, σίγουρα δεν θα τον ήθελε για Ακόλουθό της! Επιπλέον, θα θλιβόταν για όσα συνέβησαν και δεν θα άντεχε να δει τα μάτια της να δακρύζουν περισσότερο απ' όσο είχαν ήδη δακρύσει από τις δικές της έγνοιες. Μα κι εκείνος επιθυμούσε να τις πάρει μακριά της, να βγάλει από μέσα της το δηλητήριο που της σπάραζε την ψυχή, να το πάρει εκείνος στη θέση της, μα αλίμονο· ο δισταγμός του στάθηκε αφορμή να μην γίνει τίποτα. Κι η φωνή της ήταν σκληρή σαν μίλησε, κρύα κι απρόσιτη, όπως ήταν κι η ίδια, όπως ήταν κι η χειμωνιάτικη νύχτα.
Ο Νέβιν φυσικά του εξήγησε αυτό που πίστευε· «Μην το παίρνεις προσωπικά. Δεν έχει κάτι μ' εσένα συγκεκριμένα», του είπε. «Απλώς έχει καταλάβει προς τα πού πάει το πράγμα. Πριν το μάθεις εσύ, αυτή υποψιάστηκε ήδη ότι η Λιουντέμνια σ' έχει βάλει στη θέση που σ' έβαλε, μόνο και μόνο για να την παρακολουθείς και να της μεταφέρεις και το παραμικρό της παράπτωμα».
«Μα είναι δυνατόν να κάνω κάτι τέτοιο στη γυναίκα που με κάλυψε, ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να με στείλει μακριά με μια μόνο λέξη;», διαμαρτυρήθηκε ο Σίον. «Τη γυναίκα που δέχθηκε να με πάρει υπό την προστασία της και να μου δώσει μία ευκαιρία; Τι σόι άνθρωπος θα ήμουν;»
«Κοίτα, δεν θέλω να σ' το χαλάσω, αλλά δεν νομίζω ότι το έκανε απ' την καλή της την καρδιά».
«Μα έχει καλή καρδιά».
«Δεν αντιλέγω, αλλά η Λιουντέμνια την έβαλε να το κάνει με το ζόρι», εξήγησε ο κοκκινομάλλης. «Και μην ξεχνάς και τι έγινε σ΄ εκείνη την πρωινή αναφορά με τις άλλες. Αυτή τη στιγμή η Ραβάννα νιώθει προδομένη κι ως αποτέλεσμα βλέπει παντού γύρω της εχθρούς».
«Και τι να κάνω;»
«Αυτό από σένα εξαρτάται. Σκοπεύεις στ' αλήθεια να τη ρουφιανεύεις τώρα που θα γίνεις Ακόλουθος;» Ο Νεράιδος με τα σκούρα μωβ μαλλιά δεν απάντησε. Ο Νέβιν ήξερε τον χαρακτήρα του και πως δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο σε κανέναν. Ήταν όμως και το χρέος του στη Λιουντέμνια, που δεν μπορούσε να αγνοήσει. Τι θα έκανε εν τέλει; Δεν πρόλαβε να δώσει φωνή σ' αυτή την ερώτηση, αφού το κλάμα του μπέμπη, που είχε μόλις ξυπνήσει διέκοψε την κουβέντα και τον έστειλε φουριόζο στο παιδικό δωμάτιο, μιας και η Μάιρελ έλειπε. Ο Σίον έμεινε μόνος για λίγο στο σαλόνι του σπιτιού του φίλου του και σκέφτηκε σοβαρά. Στο τέλος το πήρε απόφαση! Θα ήταν στο πλάι της και θα της αποδείκνυε την ειλικρινή αφοσίωσή του στο πρόσωπό της, ακόμα κι αν εκείνη δεν τον άκουγε!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top