Κεφάλαιο 13
Το εστιατόριο που επέλεξε ο πατέρας μου είναι το δίχως άλλο ακριβό, περιποιημένο, αρχοντικό. Τα πέτρινα σκαλοπάτια σε οδηγούν στο εσωτερικό του στο οποίο κυριαρχεί το κόκκινο χρώμα με τα χρυσά αντικείμενα. Έχει πολύ κόσμο, τα τραπέζια είναι γεμάτα. Οι τοίχοι έχουν μία πολύ όμορφη ανοιχτόχρωμη ταπετσαρία που θυμίζει πέτρινο τοίχο, ενώ στην άλλη άκρη υπάρχει ένα τζάκι ηλεκτρικό, δίνοντας την αίσθηση της ζεστασιάς.
Είναι από τα εστιατόρια που σίγουρα ο πατέρας μου θα επέλεγε για μία ομιλία του για να προσελκύσει περισσότερο κόσμο στο πλευρό του. Σαν να διαβάζει τις σκέψεις μου ο πατέρας μου πλησιάζει το αυτί μου και με ρωτά:
《Θα ήταν το κατάλληλο για μια ομιλία, έτσι δεν είναι;》Κουνώ συγκαταβατικά το κεφάλι μου και χαμογελώ καθώς ο υπεύθυνος μας πλησιάζει κρατώντας έναν χρυσό φάκελο.
《Καλησπέρα σας κ. Οικονόμου. Χαρά μου που σας γνωρίζω. Το τραπέζι σας είναι στο τέλος του διαδρόμου, ακολουθήστε με παρακαλώ.》Πλησιάζουμε προς το τέλος του διαδρόμου, όπου υπάρχει ένα στρόγγυλο τραπέζι στολισμένο με άσπρο τραπεζομάντηλο και κόκκινα τριαντάφυλλα. Στην μια πλευρά του, στέκεται ήδη ο Σταύρος.
Νιώθω το σώμα μου να τρέμει ελαφρώς καθώς πλησιάζω το αγόρι μου. Εκείνος μου κρατάει το χέρι τολμηρά και γλυκά δίνοντάς μου δύναμη.
《Πατέρα από εδώ ο Σταύρος, Σταύρο από εδώ ο πατέρας μου ο Αργύρης Οικονόμου..》Οι δύο άντρες δίνουν τα χέρια και αφού καθίσει ο πατέρας μου παίρνουμε και εμείς θέση.
《Εξεπλάγην από την πρόσκλησή σας κ. Οικονόμου. Συγχωρέστε με αλλά η αλήθεια είναι πως μου ήρθε ξαφνικό..》Ανοίγει την συζήτηση με φωνή γεμάτη θάρρος ο Σταύρος και παίρνει στα χέρια του τον κατάλογο του μαγαζιού.
《Είσαι η πρώτη σχέση της κόρης μου και είχα την περιέργεια να μάθω περισσότερα για σένα. Μπορείς να χρησιμοποιείς τον ενικό, δεν είμαστε ξένοι.》Απαντά ο πατέρας μου ενώ μιμείται την κίνηση του αγοριού μου. Στο μυαλό μου τριγυρίζει το μήνυμα της φίλης μου και το γεγονός πως ο Σταύρος ίσως το είδε και αυτός.
Μετά από δέκα λεπτά έχουμε παραγγείλει όλα τα περίεργα, γκουρμέ και νόστιμα πιάτα και πίνουμε λίγο κόκκινο κρασί.
《Η γυναίκα μου θα ήθελε να σε γνωρίσει πολύ. Ωστόσο αναγκάστηκε να μείνει πίσω με τις κόρες μου.》Ο πατέρας μου ελέγχει το ρολόι του και στρέφει την ματιά του στον Σταύρο.
《Το καταλαβαίνω, εξάλλου όπως είπατε έχετε και άλλα παιδιά. Φαντάζομαι δεν μπορούν να μείνουν μόνα τους. Οφείλει να βρίσκεται εκεί.》Η απάντησή του δημιουργεί ένα χαμόγελο πλατύ στον πατέρα μου. Εμένα από την άλλη μου προκαλεί αγανάκτηση.
Τα φαγητά έρχονται και οι συζητήσεις περιστρέφονται γύρω απο την επιτυχία του πατέρα μου, τις σπουδές του Σταύρου και τις δικές μου. Το κλίμα μοιάζει να έχει ελαφρύνει αρκετά, το κόκκινο κρασί ρέει άφθονα.
《Μικρή ήθελα να σε ρωτήσω εάν σκέφτεσαι καθόλου στον τομέα που θα ήθελες να καταλήξεις.. για μεταπτυχιακό. 》Περιστρέφω το ποτήρι στα χέρια μου και ζυγίζω την ερώτηση του πατέρα μου.
《Όχι όχι ακόμη.. δεν είναι εύκολη απόφαση..》Ψιθυρίζω περισσότερο στον εαυτό μου και αισθάνομαι το χέρι του Σταύρου στο μπούτι μου να με χαϊδεύει καθησυχαστικά.
《Αργύρη μου επιτρέπεις να ρωτήσω εάν αποσπάται εύκολα η Λυδία;》Κοιτάζω τον Σταύρο συνοφρυωμένη και εκείνος μου κλείνει παιχνιδιάρικα το μάτι.
《Από όσο γνωρίζω την κόρη μου καθόλου.. όταν έχει ένα στόχο τον φέρνει εις πέρας!》Ο πατέρας μου δείχνει ενοχλημένος με την ερώτηση του Σταύρου αλλά το ίδιο κι εγώ.
Η οθόνη του κινητού του πατέρα μου ανάβει, εκείνος απαντά σε ένα μήνυμα και ξεφυσάει ανήσυχος. 《Ξέρετε παιδιά στην Θεσσαλονίκη κυκλοφορεί ένας άντρας ο οποίος φέρεται να κακοποιεί την γυναίκα του. Τουλάχιστον αυτό ισχυρίζεται η ίδια..》
《Προφανώς πατέρα για να το ισχυρίζεται και να έχει ήδη οδηγηθεί στον ανακριτή, αυτό ισχύει..》
《Μην το λες αγάπη μου. Πόσες και πόσες ψευδείς καταγγελίες έχουν γίνει από γυναίκες για να καλύψουν μια εξωσυζυγική σχέση ή να καταστρέψουν την φήμη του άντρα τους ή πολύ απλά να κερδίσουν περιουσία.》Μου εξηγεί ο Σταύρος ενώ κάθεται αναπαυτικά λίγο πιο πίσω στην καρέκλα.
《Αλήθεια πιστεύεις ότι όλο αυτό γίνεται για τα χρήματα;》Ρωτώ αγανακτισμένη και χτυπώ απαλά τα νύχια μου στο τραπέζι.
《Λυδία γνωρίζεις πολύ καλά πόσο εκδικητικές είστε οι γυναίκες. Και φυσικά από αυτές τις υποθέσεις που και καλά ισχύουν πόσα κρύβουν από πίσω τους οι γυναίκες. Λες και δεν ξέρουμε ότι προκάλεσαν οι ίδιες τον ξυλοδαρμό τους.》Καταλήγει ο πατέρας μου και ο Σταύρος κάτι απαντά τελείως ήρεμος αλλά δεν ακούω. Το αίμα βράζει μέσα μου με αυτήν την δήλωση και απλώς αδειάζω το ποτήρι με το κρασί στο στόμα μου.
Με ένα νεύμα ο σερβιτόρος μαζεύει τα πιάτα μας και έπειτα μας σερβίρει το επιδόρπιο. Υπό άλλες συνθήκες θα αδημονούσα να το δοκιμάσω αλλά όχι τώρα.
《Λυδία μου προέκυψε μία συνεδρίαση πίσω στην Θεσσαλονίκη και τελικά θα επιστρέψω μετά το γεύμα μας με το αεροπλάνο. Χάρηκα πολύ για αυτές τις στιγμές!》Το παγωμένο χέρι του πατέρα μου αγγίζει στιγμιαία το δικό μου και έπειτα το τραβά πίσω λες και τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. 《Το γεύμα είναι κερασμένο από μένα φυσικά..》
《Δεν ήταν ανάγκη Αργύρη αλλά σε ευχαριστούμε πολύ.》Ο Σταύρος σηκώνεται, κουμπώνει το σακάκι του και οι τρεις μας αποχωρούμε σιωπηλοί.
《Χάρηκα για την γνωριμία νεαρέ. Θα τα ξαναπούμε, δεν χανόμαστε. Η κόρη μου έκανε εξαιρετική επιλογή!》Χαμογελάω έκπληκτη με τα καλά λόγια του πατέρα μου που φαίνεται να τα εννοεί πραγματικά.
《Η χαρά είναι όλη δική μου κ. Οικονόμου. Αργύρη συγχώρεσε με. Θα επιστρέψω εγώ την Λυδία για να γλιτώσεις χρόνο και απόσταση!》Ο πατέρας μου χτυπά απαλά τον ώμο του αγοριού μου, με αγκαλιάζει βιαστικά και εξαφανίζεται στο αυτοκίνητο του αφήνοντας με μόνη μαζί του.
《Ήταν πολύ δύσκολο να κερδίσω την επιδοκιμασία του πατέρα σου! Φάνηκε χαρούμενος όμως.. Θεέ μου και τι ξεστόμισα για τις καημένες τις γυναίκες..》Μου ψιθυρίζει στο αυτί ο Σταύρος και χαλαρώνω.
《Για μια στιγμή πίστεψα πως τα εννοούσες..》Απαντώ στον ίδιο τόνο και τον αγκαλιάζω.
《Υποκρίνομαι καλά μικρή μου..》Με φιλάει τρυφερά και μπαίνουμε στο αυτοκίνητο.《Σε πειράζει να κάνουμε μια στάση σπίτι μου;》
《Καθόλου!》αναφωνώ ενώ ανοίγω το ραδιόφωνο στον αγαπημένο μου σταθμό.
[...]
Λίγη ώρα μετά βρισκόμαστε στο σπίτι του Σταύρου, ξαπλωμένοι στον καναπέ και παρακολουθούμε μια ταινία δράσης. Στο μυαλό μου γυρίζει ακόμη το μήνυμα της κολλητής μου προσπαθώ όμως να μην το δείχνω. Από την άλλη, ο Σταύρος χαμηλώνει λίγο την ένταση και με πλησιάζει. Έχει ξεκουμπώσει ελαφρώς το πουκάμισο του και έχει χαλάσει τα καλοχτενισμένα μαλλιά του.
《Είναι όμορφα..》Τον κοιτάζω κάπως παραξενεμένη ενώ με φέρνει κοντά του. 《Εμείς οι δύο, στο σπίτι μου, στον καναπέ. Με κάνεις να νιώθω άλλος άνθρωπος Λυδία. Με χαλαρώνεις. Μαζί σου ξεχνάω τις δύσκολες ώρες της μέρας, γίνομαι και πάλι παιδί.》Χαϊδεύει απαλά τα μαλλιά μου και με αγάπη μεταφέρει μια τούφα πίσω από το αυτί μου.
《Είτε το πιστεύεις είτε όχι κι εγω περνάω όμορφα μαζί σου.. απλά.. οι απόψεις μας διαφέρουν.. και με στεναχωρεί λίγο αυτό..》Μουρμουρίζω ένοχα και ξεφυσάω. Με ελκύει ο Σταύρος, δεν θα πω ψέματα. Είναι ο πρώτος άντρας που έκανε την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά, που στόλισε τα χείλη μου με χαμόγελο, που με έκανε να κλάψω από τα γέλια..
《Οι απόψεις είναι δημιούργημα των εμπειριών μας. Καταλαβαίνω πως μεγάλωσες με τον πατέρα σου, τον αυστηρό και επιβλητικό σύζυγο που δεν σέβεται και δεν αγαπά. Εγώ δεν μεγάλωσα έτσι..》Ξεφυσάει και κάθεται λίγο πιο πίσω, φέρνει τα γόνατα του μπροστά στο πρόσωπο του και παίρνει μια βαθιά ανάσα. 《Επίτρεψε μου να σου πω την ιστορία μου, πριν θελήσεις να με αφήσεις. Είμαι ψυχολόγος ξέρω καλά να κρύβω αυτό που νιώθω. Όμως, μαζί σου, με την κοπέλα που αγαπώ, μπορώ να είμαι ο αληθινός μου εαυτός..》Κλείνει στιγμιαία τα μάτια του και έπειτα βγάζει από το συρτάρι του τραπεζιού δύο παλιές φωτογραφίες.
《Σου είχα πει ότι είχα ήσυχα παιδικά χρόνια, τίποτε το αξιοσημείωτο. Μακάρι να ήταν έτσι. Μακάρι το παρελθόν να μην επηρέαζε το παρόν.》Μου δίνει την μία φωτογραφία στην οποία απεικονίζεται ένας κύριος ψηλός να κρατά στις πλάτες του τον γιο του και να γελάνε αληθινά στην παιδική χαρά. 《Αυτός είναι ο πατέρας μου. Το πρότυπο μου, ο ήρωας μου, το καταφύγιο μου. Δεν έχω αδέρφια, είμαι μοναχοπαίδι, αν και οι γονείς μου με απέκτησαν πολύ νέοι. Ο πατέρας μου ήταν εργατικός από μικρός. Δούλευε σε δύο εργοστάσια για να κρατήσει ανοιχτό το σπίτι του.. γιατί.. γιατί η μητέρα μου δεν μπορούσε να εργαστεί.》 Με τρεμάμενα χέρια μου παραδίδει μία φωτογραφία μιας γυναίκας αδύνατης πολύ, με μακριά μαύρα μαλλιά και γαλάζια μάτια, να κρατά ένα μπουκάλι βότκα και ένα τσιγάρο, ενώ στα πόδια της κάθεται ένα παιδί θυμωμένο.
《Η φωτογραφία που βλέπεις τραβήχτηκε πρωτοχρονιά δεν θυμάμαι ποιας χρονιάς. Δεν θέλω να θυμάμαι. Ήταν τότε που η μητέρα μου ξεκίνησε το αλκοόλ, το κάπνισμα, την δίαιτα, το μόντελινγκ, την βραδινή ζωή. Πέρασα από κάθε λογής νταντά επειδή οι παππούδες μου δεν ζούσαν ή τουλάχιστον όχι κοντά μας. Η μητέρα μου εθίστηκε στην βραδινή ζωή, στον τζόγο, το ένα μπουκάλι βότκα έγινε δύο μπουκάλια ουίσκι, το ένα πακέτο τσιγάρα έγινε τρία την ημέρα. Μακάρι να ήταν μόνο αυτά..》Λυγμοί ανακατεμένοι με δάκρυα ρέουν από τα μάτια του Σταύρου, τα οποία είναι ίδια με της μητέρας του. Αυθόρμητα τυλίγω το χέρι μου στο δικό του δίνοντας κουράγιο να συνεχίσει. Για να καταλάβω.
《Ξεκίνησαν οι καυγάδες τους. Ο πατέρας μου ήταν έξαλλος! Γυρνούσε στο σπίτι τέσσερις ώρες την ημέρα και εκείνη έλειπε, εγώ ήμουν πεινασμένος επειδή καμία νταντά δεν καθόταν νύχτα. Το ποτήρι ξεχείλισε όταν η μητέρα μου έχασε στο πόκερ το σπίτι μας. Ο πατέρας μου βρήκε ένα υπόγειο ενός φίλου του. Δεν είχαν χωρίσει, ακόμη. Η μητέρα μου συμμορφώθηκε για λίγο.. μέχρι να βγάλει ξανά χρήματα ο πατέρας μου. Εγώ ήμουν οκτώ όταν η γυναίκα που με πρόσεχε με χτύπησε επειδή δεν ήθελα να κοιμηθω. Μεταφέρθηκα στο νοσοκομείο με σπασμένη μύτη και ήρθε μόνο ο πατέρας μου.》Ξεφυσάει και με κοιτάζει με θυμό. 《Δεν είχε καν το κουράγιο να έρθει! Μετά τον τζόγο ξεκίνησε να ξενοκοιμάται. Έφερνε στο υπόγειο που πλήρωσε ο πατέρας μου τους γκόμενους της! Και τότε χώρισαν..》Πλέον τρέμει ανεξέλεγκτα και διώχνει το χέρι μου από το δικό του. 《Και την κηδεμονία την έχασε ο πατέρας μου! Το πιστεύεις Λυδία; Ο πατέρας μου γιατί ο νόμος ήταν υπέρ του τέρατος! Πέρασα χρόνια σε εκείνο το υπόγειο κλαίγοντας και παρακαλώντας να μείνω με τον πατέρα μου! Και εκεινη τίποτα, απλά χαιρόταν που στέρησε στον άντρα της το δώρο που εκείνη του έδωσε!》Σηκώνεται όρθιος και αρχίζει να σπάει κάθε γυαλικό που βρίσκει μπροστά του.
Νιώθω τρόμο και καλύπτω με τα χέρια μου το αυτιά μου. Δαγκώνω τα χείλη μου και τον κοιτάζω φοβισμένα. Μόλις αντικρίζει τα μάτια μου κάθεται κάτω, στα σπασμενα γυαλιά και απλώνει τα χέρια του κάτω.
《Συγγνώμη για τις απόψεις μου Λυδία. Με συγχωρείς που μισώ τις γυναίκες. Δεν τις μισώ. Εκείνη μισώ. Και αυτό παλεύω να ξεχάσω. Δεν θα σου κάνω ποτέ κακό. Σε αγαπώ. Εκείνη, δεν την αγάπησα ποτέ.》
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top