23

Το αμφιθέατρο για ακόμη μία φορά κατακλύζεται από φοιτητές και με πολύ κόπο καταφέρνω να βρω δύο θέσεις για εμένα και την Βαλέρια. Μάλιστα για να βεβαιωθώ ότι θα προλάβει να φτάσει εγκαίρως, τοποθετώ την τσάντα μου στην διπλανή μου θέση και έπειτα ετοιμάζω τις σημειώσεις μου με προσοχή. Ελπίζω να μην εισέλθει πρώτος ο καθηγητής και έπειτα η τρελή κολλητή μου γιατί τα πράγματα θα γίνουν περίπλοκα για όλους.

«Συγχαρητήρια για την εκπληκτική σου ομιλία Οικονόμου. Δεν περίμενα να το έχεις μέσα σου!» Σηκώνω το βλέμμα μου και αντικρίζω την αριστοκρατική μορφή της Γεωργίας. Τα ελαφρώς σγουρά ξανθά μαλλιά της είναι λυτά και είναι ελαφρώς βαμμένη.

«Θα το πάρω ως κομπλιμέντο και θα σε ευχαριστήσω αυτήν την φορά. Εξάλλου δεν προσπάθησα πολύ, μου βγήκε φυσικά.» Χαμογελώ απαλά και την παρατηρώ να κάθεται ακριβώς μπροστά μου.

«Θα σας δούμε το βράδυ; Με προσκάλεσε ο Σωτήρης στην έξοδο με τον Νέστορα, την Βαλέρια και εσένα. Θα έρθει και ο Σταύρος; Πλάκα θα έχει.» Νιώθω σαν να με χτυπάει κεραυνός όπως συμβαίνει στις ταινίες και έπειτα πέφτεις σε ένα κώμα αναμνήσεων, μόνο που εμένα είναι μελλοντικών. Μπορώ να σκεφτώ μία σειρά εικόνων για το τι μπορεί να πάει λάθος σε αυτήν την έξοδο.

«Φυσικά και θα με δεις, δεν το χάνω με τίποτα.» Ανταπαντώ και έπειτα σωπαίνω επειδή ο καθηγητής και η Βαλέρια φτάνουν ταυτόχρονα στην αίθουσα και έτσι ξεκινώ να σημειώνω τα πιο σημαντικά σημεία των μαθημάτων. Στο μυαλό μου δεν σταματά να γυρίζει το πρόσωπο του Σωτήρη και το παθιασμένο μας φιλί. Λογικά θα της πρότεινε την έξοδο πριν από το σκηνικό. Εάν αρνηθώ να πάω θα φανεί ότι κάτι τρέχει μεταξύ μας και εάν παραστώ εκεί ίσως μου ξεφύγει καμία ματιά προς το μέρος του. Και δεν εννοώ την αθώα και ευγενική ματιά αλλά την ματιά γεμάτη θαυμασμό και αυτό το κάτι που δεν μπορώ να εξηγήσω.

Με την σκέψη μου και την φαντασία μου πλάθω το σκηνικό του μαγαζιού με την δυνατή μουσική, το άφθονο αλκοόλ και την γεμάτη κόσμο πίστα και στο κέντρο της ο Σωτήρης να με κρατά γερά από την μέση καθώς χορεύουμε ξέφρενα. Αυτό θα ήταν μία υπέροχη εξέλιξη στην τελική.

«Λυδία πού ταξιδεύεις;» Η Βαλέρια ψιθυρίζει στο αυτί μου μάλλον για πολλοστή φορά αφού με σκούντησε πριν λίγα λεπτά.

«Στον κόσμο των θαυμάτων..» Μουρμουρίζω μελαγχολικά και ζωγραφίζω στο άσπρο κενό του φύλλου μου ένα αντρικό πρόσωπο. «Στον κόσμο του ποτέ..» Ξεφυσάω και συνεχίζω να χρωματίζω αυτά τα υπέροχα κυανά μάτια.

«Δεν σε έχω ξαναδεί έτσι. Δεν φαίνεσαι ούτε ερωτευμένη ούτε νευριασμένη, ούτε καν πληγωμένη. Τι έχεις πάθει;» Με ρωτά σε λίγο πιο υψηλό τόνο με αποτέλεσμα να εισπράξουμε μια αυστηρή κοφτή ματιά από τον καθηγητή.

«Βρίσκομαι σε αδιέξοδο αυτό είναι όλο.» Αφήνω το στιλό στην θέση του και με τα γυμνά μου δάχτυλα αγγίζω το αντρικό πορτραίτο στην άκρη της κόλλας αναφοράς μου. Χαϊδεύω τις γωνίες του, τα πανέμορφα μαλλιά του και τα ζουμερά χείλη του.

«Ο Σταύρος είναι αυτός;» Η περιέργεια της κολλητής μου όλο και αυξάνεται επομένως εάν δεν καταφέρω να την ελέγξω τώρα που είναι νωρίς θα μάθει όλο το αμφιθέατρο τι συμβαίνει ανάμεσα μας. Νεύω αρνητικά και δίπλα από την αντρική φιγούρα αναγράφω το όνομα Σωτήρης με ένα σωρό τύψεις στο κεφάλι μου. Δαγκώνω τα χείλη μου καθώς η έκφραση της κολλητής μου αλλάζει εκατό χρώματα.

«Ήμαρτον κορίτσια! Εάν δεν σας ενδιαφέρει το μάθημα θα σας παρακαλέσω να περάσετε έξω και να επιτρέψετε στους συμφοιτητές σας να παρακολουθήσουν. Δεν είναι υποχρεωτικά τα μαθήματα, δεν σας αναγκάζουμε να έρχεστε. Μην σας ξαναδώ να ψιθυρίζετε.» Ο καθηγητής πλέον στέκεται στην δεξιά πλευρά και μας κοιτάζει με το φρύδι σηκωμένο. Απολογούμαστε και επιστρέφουμε στις σημειώσεις μας με γοργούς ρυθμούς. Η πρώτη και τελευταία φορά που καθηγητής μου κάνει παρατήρηση!

[...]

«Λοιπόν τι ώρα σήμερα;» Ρωτώ την Βαλέρια ενώ περπατάμε προς το σπίτι και περιμένουμε στην διάβαση.

«Κατά τις δέκα το βράδυ. Να ντυθείς όμορφα και όχι πολύ συντηρητικά! Σε κλαμπ θα πάμε όχι σε εστιατόριο ή κρασάδικο. Εν τέλει ο Σταύρος συμφώνησε;» Μόλις το φανάρι για τους πεζούς γίνεται πράσινο, περνάμε την διάβαση και συνεχίζουμε τον δρόμο μας.

«Είμαστε μέσα. Θα σας συναντήσουμε εκεί προφανώς.» Καλύπτω το ψέμα μου με το αίσθημα σιγουριάς καθώς ο Σταύρος ακόμη δεν έχει απαντήσει στο μήνυμα που του έστειλα.

«Υπέροχα θα σας περιμένουμε. Έχουμε ήδη κλείσει τραπέζι. Λυδιάκι εγώ θα σταματήσω εδώ, θα περάσει ο Νέστορας με την μηχανή να με πάει στο σπίτι. Να προσέχεις, έτσι; Μόλις φτάσεις πάρε με τηλέφωνο.» Την αγκαλιάζω στα γρήγορα και συνεχίζω τον δρόμο μου αφηρημένη.

Πρέπει επειγόντως ο Σταύρος να ενημερωθεί και να μου απαντήσει στο μήνυμα αλλιώς θα εμφανιστώ μόνη μου σε ένα κλαμπ με την ξινή νυν του πρώην συμμαθητή μου. Θεέ μου ακούγεται πιο περίπλοκο από ό,τι είναι. Κανονικά δεν θα έπρεπε να τον περιμένω. Τηλεφωνώ βιαστικά ενώ επιβιβάζομαι στο λεωφορείο, στο αγόρι μου. Αφού περιμένω λίγα δευτερόλεπτα τελικά ακούω την φωνή του.

«Καλημέρα μωρό μου! Πώς είσαι; Τελείωσε το μάθημα σου;» Με ρωτά ορεξάτος και λιγάκι λαχανιασμένος.

«Καλημέρα! Είμαι αρκετά καλά γυρίζω σπίτι για την ακρίβεια. Εσύ πού είσαι;» Ρωτώ πίσω και κάθομαι στην πρώτη θέση που βρίσκω κενή.

«Εγώ.. νόμιζα πώς θυμόσουν ότι έχω πάει στην Πάτρα για ένα συνέδριο σήμερα. Πρέπει να στο είχα αναφέρει, δεν γίνεται.» Ξεφυσάει και υποθέτω πως μασουλάει κάτι.

«Ξέρεις τι; Ναι μου το είχες αναφέρει πριν κάποιες εβδομάδες. Το είχα ξεχάσει όμως. Μας κάλεσε η Βαλέρια, ο Νέστορας, ο Σωτήρης και η Γεωργία σε ένα κλαμπ το βράδυ και ήλπιζα να πηγαίναμε μαζί.» Ακούγομαι απογοητευμένη και όντως είμαι περισσότερο από όσο περίμενα. Ήθελα απλά να μπω στο μάτι αυτής της κοπέλας!

«Μα τι κακό τάιμινγκ ήταν αυτό; Τι να σου πω μωρό μου αποκλείεται να ξεμπερδέψω νωρίς.. να πας όμως. Μην μείνεις σπίτι επειδή εγώ δεν μπορώ.» Ξαφνιάζομαι ευχάριστα με την πρόταση του και ο ενθουσιασμός φουντώνει μέσα μου.

«Αλήθεια το λες αυτό;» Σχεδόν ουρλιάζω από χαρά και απολογούμαι στην κυριούλα που κάθεται δίπλα μου και πιθανότατα της έσπασα το τύμπανο. ¨

«Εννοείται ζωή μου δεν θα σου έλεγα να καθίσεις μέσα. Προσπαθώ να αλλάξω, να το ξέρεις. Θα σου αποδείξω πως μπορώ να είμαι σωστός για σένα.» Μου εξηγεί με χαλαρή φωνή και είμαι σίγουρη πως χαμογελάει.

«Το κατανοώ και χαίρομαι γι αυτήν σου την στάση. Μην αγχώνεσαι για τίποτα, θα βγω λίγο και θα ξεσκάσω. Όλα θα πάνε καλά.» Τον καθησυχάζω και στο μυαλό μου έρχεται η εικόνα του Ιάκωβου. «Ωχ όχι..»

«Τι έγινε; Έχασες την στάση σου;:»

«Θυμήθηκα μόλις ότι είχαμε υποσχεθεί στον Ιάκωβο να δούμε ταινία στο σινεμά.» Του υπενθυμίζω και ξεφυσάει και αυτός με την σειρά του.

«Όντως και ξέχασα τελείως να του το ακυρώσω. Ε εντάξει μωρέ θα του πω απλά ότι άλλαξε το πρόγραμμα και όλα καλά. Μην σε αγχώνει.»

«Βασικά σκεφτόμουν ότι θα ήταν πολύ άσχημο να του το ακυρώσουμε τελευταία στιγμή. Εάν ερχόταν μαζί μου το βράδυ;» Οι αναπνοές του γίνονται πιο γρήγορες και κοφτές.

«Ε ο Ιάκωβος δεν είναι τύπος του κλαμπ..»

«Ούτε εσύ είσαι ούτε και εγώ. Για την παρέα πάμε και κυρίως για την Βαλέρια. Είμαι σίγουρη ότι θα δεχτεί, εξάλλου δεν θα χάσω κάτι εάν του το προτείνω.» Νιώθω τον εκνευρισμό του να τον κυριεύει και σκέφτομαι μήπως το παράκανα. Δεν είναι δικός μου φίλος αλλά μου έχει σταθεί σε πολύ δύσκολες στιγμές.

«Έχεις δίκιο να μην είναι μόνος του σήμερα. Θα τον ειδοποιήσω εγώ για να του εξηγήσω πού βρίσκομαι κιόλας. Να περάσετε καλά ζωή μου. Σε λίγο αρχίζει η δεύτερη φάση του συνεδρίου που είναι επτά ώρες συνεχόμενα. Γι αυτό τρώω όσο μπορώ τώρα.» Ακούω τα σαγόνια του να ανοιγοκλείνουν και χαμογελώ τρυφερά μπροστά στην εικόνα που πλάθω μέσω των αισθήσεων μου.

«Να φας και να προσέχεις πολύ εντάξει ζωή μου;»

«Κι εσύ το ίδιο. Θα είσαι μία κούκλα σήμερα.. και φρόνιμα ε;»

«Ναι μπαμπά!»Γελάω γλυκά και έπειτα τερματίζουμε την κλήση.

Αποβιβάζομαι από το λεωφορείο και φτάνω στο διαμέρισμα μου γεμάτη όρεξη και αυτοπεποίθηση. Μου δίνεται μία μοναδική ευκαιρία να υπερισχύσω έναντι της Γεωργίας για πρώτη φορά σε κάτι πέρα από την σχολή. Πρέπει επιτέλους να ασχοληθώ με την εμφάνιση μου, να αναδείξω την άλλη πλευρά του εαυτού μου την θηλυκή. Έχω αρκετά νεανικά χαρακτηριστικά, ήδη μικροδείχνω και θέλω για πρώτη φορά να αφήσω πίσω μου αυτήν την παιδιάστικη εμφάνιση. Θέλω να γίνω πιο σέξι και γυναίκα. Ανοίγω τα φύλλα από την ντουλάπα μου και ψάχνω ένα φόρεμα που να αναδεικνύει όλα αυτά που με κόπο φροντίζω να κρύβω καθημερινά για να μην τραβώ τα λυσσάρικα βλέμματα. Όλα τα ρούχα μου είναι καθημερινά ή φορέματα επίσημα για γάμο. Έχω ελάχιστα κουστούμια και υφασμάτινα παντελόνια. Μία καλοκαιρινή φούστα που δεν ταιριάζει με κανένα μπλουζάκι από αυτά που έχω. Ξεφυσάω και περνάω με απόγνωση τα χέρια μου στα μαλλιά μου.

Ξαφνικά θυμάμαι το δώρο της Βαλέριας που εξαφάνισα κάτω από το κρεβάτι μου σε μία κούτα για να μην το βρει ο πατέρας μου. Σκύβω στο πάτωμα και τραβώ ένα περιποιημένο ροζ κουτί που περιέχει ένα κόκκινο εφαρμοστό φόρεμα με τους ώμους έξω και σούρες στο πλάι. Κόκκινες γόβες τσεκ. Άσπρο τσαντάκι τσεκ. Θα είμαι υπέροχη. Επιτέλους θα δείξω σε όλους και κυρίως στον εαυτό μου ότι δεν είμαι παιδί αλλά γυναίκα, πως μπορώ να έχω και εγώ αυτήν την διασκεδαστική πλευρά που έχουν όλοι. Κάνω ένα ντουζ για ανανεωθώ, στεγνώνω τα μαλλιά μου, και ξεκινώ το μακιγιάζ μου στο οποίο με κατευθύνει ένα βιντεάκι που ανακάλυψα τυχαία στο ίντερνετ. Ακολουθώ κατά γράμμα τις υποδείξεις της κοπέλας και μένω αρκετά ευχαριστημένη με το αποτέλεσμα. Το eyeliner τονίζει τα μάτια μου και το κόκκινο κραγιόν ταιριάζει απόλυτα με το σύνολο που θα φορέσω. Αφήνω τα μαλλιά μου λυτά, ελεύθερα στους ώμους μου και αμφιταλαντεύομαι για το εάν πρέπει να πιάσω μία αλογοουρά ή όχι. Φορώ το φόρεμα και τις γόβες και αμέσως ρίχνω μια ματιά στον ολόσωμο καθρέφτη που είναι στερεωμένος στην ντουλάπα μου. Αμέσως μένω με το στόμα ανοιχτό καθώς δεν με αναγνωρίζω και θαυμάζω την όψη μου. Τα κατάφερα!

Ετοιμάζω το τσαντάκι με τα απαραίτητα και ρίχνω μια ματιά στο κινητό μου. Ο Ιάκωβος μου έστειλε μήνυμα για να με ενημερώσει πως θα περάσει να με πάρει από το σπίτι και να πάμε μαζί στο κλαμπ. Ψεκάζω λίγο άρωμα επάνω μου και κοιτάζω το ρολόι στον τοίχο για να διαπιστώσω πως μου μένει λίγος χρόνος ακόμη αλλά όχι αρκετός για να φάω κάτι που θα με κρατήσει νηφάλια. Τσιμπάω λίγη σαλάτα κοτόπουλο με τρομακτική προσοχή για να μην χαλάσει το κραγιόν και πίνω λίγο νερό. Ξαφνικά το κουδούνι χτυπά και τρέχω να ξεκλειδώσω την είσοδο και αφήνω μισάνοιχτη την πόρτα για να επιστρέψω την σαλάτα στο ψυγείο. Κλείνω το καπάκι και αφού την βάλω στην συγκεκριμένη θέση κλείνω το ψυγείο. Βάζω το ποτήρι και το πιρούνι στον νεροχύτη και σηκώνω το βλέμμα μου στην πόρτα για να αντικρίσω έναν σοκαρισμένο Ιάκωβο. Στέκεται ακίνητος και με κοιτάζει με έκπληξη και θαυμασμό. Φοράει ένα μαύρο υφασμάτινο παντελόνι και ένα γαλάζιο πουκάμισο.

«Είσαι πανέμορφη. Θέλω να πω.. δεν περίμενα να βάλεις αυτά. Δηλαδή έφτασα. Εννοώ είμαι εδώ. Βασικά ξέχνα το.» Παίρνει μια αναπνοή και εγώ απελευθερώνω ένα σύντομο γέλιο. «Γεια σου Λυδία! Είσαι πολύ όμορφη, θέλεις να ξεκινήσουμε; Αυτό ακούστηκε καλύτερα.»

«Γεια σου Ιάκωβε, σε ευχαριστώ για τα λόγια σου.»Συνεχίζω να γελάω νευρικά και τον κοιτάζω χαλαρά. «Παίρνω το τσαντάκι μου και είμαι έτοιμη!» Κρατώ το μικρό τσαντάκι μου, παίρνω τα κλειδιά και αφού βγαίνουμε, κλειδώνω δύο φορές. Έπειτα φτάνουμε στο αυτοκίνητο του και μπαίνουμε μέσα.

«Κρίμα που δεν μπόρεσε να έρθει ο Σταύρος σήμερα..» Ξεκινά μία συζήτηση και βάζουμε ζώνες.

«Ναι πράγματι, μην αγχώνεσαι τα παιδιά είναι υπέροχα θα τα συμπαθήσεις σίγουρα. Θα νιώσεις οικεία μαζί τους.》Περιποιούμαι τα μαλλιά μου από το μικρό μου καθρεφτάκι και ρίχνω μια ματιά στο κραγιόν μου.
《Θα είσαι εσύ δίπλα μου γι αυτό δεν έχω άγχος. Απλά δεν τρελαίνομαι για κλαμπ.》Οδηγεί προσεκτικά με ήρεμες κινήσεις και τα μάτια του προσπαθούν να μείνουν καρφωμένα στον δρόμο. Μετά βίας δεν με κοιτάζει παραπάνω από δευτερόλεπτο.

《Σου υπόσχομαι πως θα κεράσω ποτό για να χαλαρώσεις και θα σου χαρίσω τουλάχιστον έναν χορό!》Γελώ απαλά και αφού συμφωνεί μαζί μου,παρκάρει το αυτοκίνητο και πηγαίνουμε στην είσοδο κρατώντας μία απόσταση μεταξύ μας. Ενημερώνουμε τον υπεύθυνο πως έχουμε μια παρέα μέσα και μας επιτρέπει να περάσουμε πολύ πιο γρήγορα.

Ο χώρος είναι ασφυκτικά γεμάτος, άνθρωποι κάθε ηλικίας χορεύουν σε ξέφρενους ρυθμούς, η δυνατή κακόγουστη μουσική σου τρυπάει τα αυτιά με στίχους που δεν βγάζουν κανένα νόημα. Ενστικτωδώς τυλίγω το χέρια μου στο μπράτσο του Ιάκωβου προκειμένου να μην χαθώ από το μόνο γνώριμο πρόσωπο στο οπτικό μου πεδίο. Γνωρίζω πως εάν επιχειρήσω να του μιλήσω δεν θα καταφέρω τίποτα, οπότε σέρνω το σώμα μου προς τον πλησιέστερο καναπέ. Λογικά για να χωρέσουμε έξι άτομα κάτι τέτοιο θα έκλεισε η Βαλέρια. Τους βρίσκουμε να κάθονται αναπαυτικά και να συζητάνε για άκυρα θέματα. Το βλέμμα τους πέφτει αυτόματα στον συνοδό μου και ο Σωτήρης όρθιος με εκνευρισμένη έκφραση.

《Ποιος είναι αυτός ο κλαρινογαμπρός;》

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top