Ζωή
5 μήνες αργότερα...
Η ζωή στο Διαφάνι φαίνεται να είχε επανέλθει στους φυσιολογικούς της ρυθμούς, έπειτα από πολύ καιρό. Το σύννεφο της δικτατορίας υπήρχε ακόμη και θα υπήρχε για πολύ καιρό, ωστόσο, η καθημερινότητα είχε εξομαλυνθεί. Δεν υπήρχαν εντάσεις και συγκρούσεις. Ο ίδιος ο Δούκας Σεβαστός, ερήμην όλων, είχε δώσει ρητή εντολή στον Ακύλα Μεγαρίτη να μην ξανά πειράξει κανέναν Διαφανιώτη. Ο Ακύλας, λοιπόν, ως γνωστό πειθήνιο όργανο του άρχοντα του κάμπου, είχε υπακούσει χωρίς καμία αντίρρηση. Έτσι, το μικρό αυτό χωριό είχε γαληνέψει, για πρώτη φορά, μετά από τόσα δεινά.
Στο σπίτι των αδερφών Σταμίρη είχε έρθει, επιτέλους, η ευτυχία και η γαλήνη. Ο Λάμπρος επέστρεψε στο σχολείο ως δάσκαλος. Τα παιδιά ήταν πολύ χαρούμενα που ο αγαπημένος τους δάσκαλος ήταν και πάλι κοντά τους. Ο Σέργιος, μάλιστα, για πρώτη φορά υπερηφανευόταν που ο δάσκαλος τους ήταν θείος του. Κατέφθανε, λοιπόν, κάθε πρωί στην τάξη πιασμένος χέρι-χέρι με τον Λάμπρο, όλο καμάρι!
Η εγκυμοσύνη της Ελένης κυλούσε ομαλά. Είχε ορισμένες μικρές επιπλοκές αλλά όλες ήταν αντιμετωπίσιμες. Είχε συνέχεια τον Λάμπρο και την Ρίζω στο πλευρό της. Είχε πάει και μερικές φορές σε ένα πολύ καλό γιατρό στον Βόλο και την είχε διαβεβαιώσει ότι όλα βαίνουν καλώς. Είχε μπει ήδη στον ένατο μήνα. Είχε βαρύνει αρκετά. Την κούραζε και το πιο απλό πράγμα. Τώρα έπρεπε να προσέχει ακόμη περισσότερο γιατί από μέρα σε μέρα μπορεί να ερχόταν το μωρό της.
Όλη την μέρα την περνούσε ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Ο Λάμπρος ήταν πάντα δίπλα της να την προσέχει και να την φροντίζει.
Έτσι και εκείνη την μέρα μόλις γύρισε από το σχολείο έτρεξε αμέσως κοντά της.
«Τι κάνουν τα κορίτσια μου;» ρώτησε καθώς έμπαινε στο δωμάτιο
«Εδώ καθόμαστε, όπως πάντα!»
«Ένα φιλάκι για την γυναίκα μου...» είπε και έσκυψε να φιλήσει την Ελένη «και ένα φιλάκι για την κόρη μου» είπε και φίλησε πολύ απαλά την φουσκωμένη πια κοιλίτσα της Ελένης.
Έπειτα, άλλαξε ρούχα και ξάπλωσε δίπλα στην Ελένη.
«Ήρθε σήμερα γράμμα από την κυρά-Μέλπω. Μου γράφει ότι είναι καλά. Είναι όλα όπως τα θυμόμαστε αλλά τουλάχιστον εκείνη είναι υγιής, προς το παρόν» είπε η Ελένη
«Ευτυχώς! Μακάρι να γλιτώσει και εκείνη από αυτή την κόλαση, κάποια στιγμή. Η Δρόσω και η Ασημίνα πού πήγαν με το παιδί;» ρώτησε ο Λάμπρος
«Έχουν πολύ δουλειά στην Ουρανία. Έφαγαν και ξανά έφυγαν. Πήραν και τον Σέργιο μαζί για να παίξει με τον Φώτη»
«Ευτυχώς να έχεις λίγο ησυχία και εσύ. Την χρειάζεσαι!»
«Κάθε μέρα ησυχία έχω, Λάμπρο μου. Βαρέθηκα τόση ησυχία και τόση ξεκούραση. Τόσο πολύ δεν έχω ξεκουραστεί ποτέ στην ζωή μου. Θέλω να βγω έξω, να πάω στα χωράφια, να δουλέψω...»
«Αυτά ξέχνα τα!» της είπε αυστηρά ο Λάμπρος «Πρέπει να τα ξεχάσεις για πολύ καιρό. Ακόμα και όταν γεννήσεις δεν θα μπορείς να πηγαίνεις στα χωράφια. Το μωρό μας θα χρειάζεται την μαμά του!»
«Ναι εσύ μιλάς εκ του ασφαλούς! Δεν ξέρεις πόσο δύσκολο είναι! Ούτε τα παπούτσια μου δεν φτάνω να βάλω πια...» είπε αγανακτισμένη η Ελένη και έδειξε την μεγάλη κοιλιά της
«Θα στα βάζω εγώ τα παπούτσια σου...γι' αυτό σκας, καρδιά μου;» της είπε καθησυχαστικά ο Λάμπρος
Καταλάβαινε το πόσο πολύ ταλαιπωρούταν τον τελευταίο καιρό. Την έβλεπε, άλλωστε. Με δυσκολία σηκωνόταν από το κρεβάτι και με δυσκολία ντυνόταν.
«Κλώτσησε καθόλου όσο έλειπα;»
«Συνέχεια! Δεν με έχει αφήσει σε ησυχία! Πριν ήταν εδώ ο Σέργιος και το άκουγε. Είχε τρελαθεί από την χαρά του»
Ο Λάμπρος έβαλε το χέρι του στην κοιλιά της και άρχισε να την χαϊδεύει
«Λουλούδι μου, εγώ είμαι ο μπαμπάς...μ΄ακούς;»
Αμέσως αισθάνθηκε ένα ελαφρύ σπρώξιμο στο σημείο που είχε βάλει το χέρι του
«Ωχ να την...!» είπε η Ελένη και ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο της
«Περιμένω να σε γνωρίσω, καρδούλα μου!» είπε ο Λάμπρος
«Πότε θα βγεις, βρε μωρό μου; Δεν αντέχω άλλο!» είπε η Ελένη προσπαθώντας με δυσκολία να βολευτεί στο κρεβάτι
«Φαίνεται έχεις φτιάξει ένα τόσο όμορφο περιβάλλον για εκείνη που δεν θέλει να το αποχωριστεί...» είπε ο Λάμπρος προσπαθώντας να την ηρεμήσει
«Άσε τις μαλαγανιές εσύ!» είπε η Ελένη και σούφρωσε το πρόσωπο της, σαν μικρό παιδί που δεν του παίρνουν το γλύκισμα που ζητά
«Ωχ και άλλη κλωτσιά!» είπε ο Λάμπρος ξαφνιασμένος «Σε άκουσε φαίνεται που του μιλάς έτσι και στενοχωρήθηκε! Μην την ακούς την μαμά, αγάπη μου, δεν τα εννοεί όσα λέει!»
Η Ελένη άρχισε να αισθάνεται κάπως περίεργα. Οι κλωτσιές του μωρού είχαν γίνει αρκετά έντονες.
«Αααα, τι ήταν αυτό;» είπε η Ελένη τρομαγμένη
«Ποιο; Τι έγινε;» ρώτησε ο Λάμπρος πανικόβλητος
«Ένας πόνος εδώ χαμηλά» απάντησε και έδειξε το σημείο που πονούσε
«Πόνος; Λενιώ...»
Ο Λάμπρος δεν πρόφτασε να τελειώσει την φράση του
«Λάμπρο, σπάσαν τα νερά!» είπε η Ελένη έντρομη, βλέποντας υγρά να τρέχουν ανάμεσα στα πόδια της
«Τρέχω να φωνάξω την Ρίζω, κορίτσι μου!»
«Και τις αδερφές μου, Λάμπρο...τις θέλω δίπλα μου!»
Ο Λάμπρος της έδωσε ένα φιλί στο μέτωπο και έτρεξε να φωνάξει την Ρίζω.
Μέσα σε λίγα λεπτά όλοι βρίσκονταν στο σπίτι. Είχε έρθει η μεγάλη στιγμή! Η Ελένη θα έφερνε στον κόσμο μια νέα ζωή!
Η Ρίζω εξέτασε την Ελένη και της ανακοίνωσε με δάκρυα στα μάτια ότι σε μερικές ώρες θα κρατούσε το μωρό της στην αγκαλιά της.
Η Ελένη πονούσε όλο και περισσότερο όσο περνούσε η ώρα. Οι συσπάσεις γίνονταν όλο και πιο έντονες. Δυστυχώς, παρά τα παρακάλια του Λάμπρου, η Ρίζω δεν τον άφησε να είναι μέσα στο δωμάτιο.
«Έλα, κορίτσι μου...έλα, σπρώξε ακόμη μία φορά!»
«Ααααααααα!» φώναξε η Ελένη σπρώχνοντας με όλη της την δύναμη και έπεσε ξέπνοη στο κρεβάτι
«Τα πας πολύ καλά, κοκόνα μου. Πάρε βαθιές ανάσες. Έλα μια ακόμη!»
«Δεν μπορώ άλλο, Ρίζω. Δεν αντέχω!» είπε η Ελένη λουσμένη στον ιδρώτα
«Θα τα καταφέρεις, Ελένη! Μπορείς!» είπε η Σοφούλα που βρισκόταν όλη αυτή την ώρα δίπλα στην Ελένη, κρατώντας της το χέρι
Έξω από την κάμαρη, ο Λάμπρος πήγαινε πάνω κάτω νευρικά. Είχε οργώσει όλο το σπίτι χιλιάδες φορές από την αγωνία του. Άκουγε την Ελένη να ουρλιάζει και σπάραζε η ψυχή του. Δεν άντεχε να την ακούει να πονάει τόσο. Ήθελε να τρέξει κοντά της, να την πάρει στην αγκαλιά του, να της κρατήσει το χέρι και να της πει ότι όλα θα πάνε καλά. Ότι και αυτό θα το περάσουν μαζί, όπως τόσα άλλα. Η Ασημίνα και η Δρόσω προσπαθούσαν να τον καθησυχάσουν, αλλά μάταια.
Μέσα στην κάμαρη, η Ελένη ένιωθε σαν να της σπάνε όλα τα κόκαλα της ταυτόχρονα. Είχε γραπωθεί από τα κάγκελα του κρεβατιού και τα χέρια της είχαν ασπρίσει από την πίεση που ασκούσε. Από το πρόσωπο της δεν σταματούσαν να τρέχουν σταγόνες ιδρώτα.
Πονούσε πάρα πολύ. Πιο πολύ από όσο έπρεπε. Η Ρίζω ήξερε ότι ήταν λόγω του προβλήματος που της άφησε η έκτρωση που της έκαναν. Όμως, δεν της είχε πει τίποτα για να μην την ανησυχήσει. Το παιδί κατέβαινε κανονικά και έτσι δεν θα κινδύνευαν.
Όμως, ένας δυνατός πόνος ήρθε να συνταράξει όλο της το κορμί. Ήταν αφόρητος. Αυτή την φορά δεν ούρλιαξε από τον πόνο, φώναξε μόνο το όνομα του
«Λάμπροοοοοοοοοο!»
«Μην τον φωνάζεις, κοκόνα μου. Έλα σπρώξε, σε παρακαλώ»
«Όχι!» είπε λαχανιασμένη η Ελένη «Δεν σπρώχνω αν δεν έρθει ο Λάμπρος εδώ! Μαζί μου!»
Ο Λάμπρος, όμως, ακούγοντας το όνομα του είχε ήδη μπει στο δωμάτιο και έτρεξε να την κρατήσει το χέρι. Την φίλησε στο μέτωπο και τύλιξε το χέρι του γύρω της.
«Δεν το κουνάω από εδώ, Ρίζω. Θα μείνω δίπλα της» είπε απευθυνόμενος στην Ρίζω
Έπειτα, στράφηκε στην Ελένη
«Μαζί, κορίτσι μου! Μαζί! Πάμε να σπρώξουμε!»
«Τώρα που ήρθες, πήρα κουράγιο» του απάντησε με φωνή που έτρεμε και άρχισε πάλι να σπρώχνει
_________________________________________
Πέντε ώρες κοιλοπονούσε η Ελένη, όσες ακριβώς και η μάνα της για να την φέρει στον κόσμο μια ζεστή μέρα του Αυγούστου, όταν επιτέλους η Ρίζω της είπε
«Σπρώξε με όλη σου την δύναμη, κοκόνα μου...βλέπω το κεφαλάκι του»
Η Ελένη, μάζεψε όσες δυνάμεις της είχαν απομείνει, πήρε κουράγιο από τον Λάμπρο που ήταν μαζί της και έσπρωξε για μία τελευταία φορά. Έσπρωξε τόσο δυνατά που αισθάνθηκε την ψυχή της να βγαίνει από το σώμα της. Γραπώθηκε από την αγκαλιά του Λάμπρου για να τα καταφέρει. Έκλεισε το πρόσωπο της στον λαιμό του και ούρλιαξε
«Αααααααααααα!»
Άφησε το κεφάλι της να πέσει στο μουσκεμένο μαξιλάρι. Κράτησε την ανάσα της, μέχρι να ακούσει το μωρό. Λίγα δευτερόλεπτα μετά ο ήχος αυτός ήχησε σαν μελωδία στα αυτιά όλων. Το μωρό άρχισε να κλαίει ασταμάτητα, μαρτυρώντας έτσι ότι είναι υγιές.
«Συγχαρητήρια, παιδιά μου, κορίτσι!» είπε η Ρίζω
Τύλιξε το μωρό και το εναπόθεσε μαλακά στην αγκαλιά της Ελένης, που δεν είχε σταματήσει να κλαίει από χαρά. Το ίδιο και ο Λάμπρος. Της έδωσε ένα φιλί στο μέτωπο και ύστερα έσκυψε να φιλήσει την κόρη τους στο κεφαλάκι.
«Σε ευχαριστώ, αγάπη μου! Σε ευχαριστώ! Είναι πανέμορφη!»
«Μαζί τα καταφέραμε, καρδιά μου!» του είπε η Ελένη
Τα δάκρυα δεν είχαν σταματήσει να κυλούν από τα μάτια και των δύο
«Είχες δίκιο τελικά, κορίτσι ήταν!»
«Να με ακούς άλλη φορά!»
Ξέσπασαν και οι δύο σε γέλια. Γελούσαν και έκλαιγαν μαζί. Δεν μπορούσαν να ελέγξουν τα συναισθήματα τους.
«Να σας ζήσει! Είναι πανέμορφη!» είπε η Σοφούλα
Η Σοφούλα πήρε να πλύνει το μωρό και να το φασκιώσει. Η Ρίζω περιποιήθηκε την Ελένη και της έδωσε το μωρό να το θηλάσει. Έπειτα, βγήκαν από το δωμάτιο και τους άφησαν μόνους τους.
«Είσαι σίγουρος ότι θέλεις να κάτσεις;» ρώτησε η Ελένη επιφυλακτικά
«Πολύ! Τάισε την κόρη μας, αγάπη μου...» απάντησε ο Λάμπρος και την πήρε στην αγκαλιά του
Η Ελένη κατέβασε διστακτικά την ράντα από το νυχτικό της. Η μικρή βρήκε αμέσως την θηλή και άρχισε να ρουφάει το γάλα από την μάνα της. Ο Λάμπρος τις κοιτούσε με δάκρυα στα μάτια
«Είστε η πιο όμορφη εικόνα που έχω δει ποτέ στη ζωή μου! Εσείς είστε η ζωή μου!»
Η Ελένη τέντωσε τον λαιμό της για να φιλήσει τον Λάμπρο στα χείλη.
«Σ' αγαπώ Λάμπρο!»
«Σ' αγαπάω, Λενιώ μου»
Εκείνος άρχισε να χαϊδεύει το χεράκι του μωρού. Τα μικρά του δαχτυλάκια ήρθαν να τυλιχτούν γύρω από το δάχτυλο του και το έσφιξαν. Ένιωθε την ασφάλεια και την προστασία που της προσέφερε ο μπαμπάς της, από το πρώτο κιόλας άγγιγμα τους.
Η Ελένη παρατηρούσε το δέσιμο που δημιουργούταν μεταξύ τους με δάκρυα στα μάτια. Ένιωθε περήφανη και χαρούμενη για αυτό το μικρό πλασματάκι που είχαν δημιουργήσει μετά από τόσο κόπο και τόσες πίκρες.
«Αυτό το παιδί μας έδωσε ξανά ζωή! Είναι η αιτία για να συνεχίσουμε να προσπαθούμε. Να μην τα παρατήσουμε ποτέ!» είπε ο Λάμπρος
«Εε τότε έτσι να την φωνάζουμε!»
«Πώς;»
«Ζωή! Είναι το πιο όμορφο δώρο που μας έδωσε η ζωή και πρέπει να κάνουμε τα αδύνατα δυνατά για να μπορεί εκείνη αύριο να έχει μια καλύτερη ζωή!» είπε η Ελένη
«Ζωή...ναι! Είναι το καλύτερο. Της ταιριάζει!»
«Για μια ζωή ακόμα, λοιπόν!» είπε ονειροπόλα
«Για μια ζωή ακόμα, Λενιώ μου!» απάντησε ο Λάμπρος και τις φίλησε και τις δύο
Έτσι ήρθε στον κόσμο η μικρή Ζωή Σεβαστού. Στις 25 Απριλίου του 1968. Ο ερχομός της σήμανε την αρχή της άνοιξης στις καρδιές όλων!
_________________________________________
Εκείνη τη στιγμή μπήκαν στην κάμαρη η Δρόσω με την Ασημίνα. Η Ελένη έφτιαξε το νυχτικό της. Δάκρυσαν και οι δύο από το όμορφο θέαμα.
«Να σας συστήσουμε την ανιψιά σας!» είπε ο Λάμπρος
«Είναι πανέμορφη! Να μας ζήσει» είπε συγκινημένη η Ασημίνα
«Γερή και καλότυχη να είναι πάντα στη ζωή της!» πρόσθεσε η Δρόσω
Ο Σέργιος προσπαθούσε δειλά να δει τι γίνεται στο δωμάτιο. Η Ελένη τον είδε
«Σέργιε μου, έλα να γνωρίσεις την ξαδερφούλα σου»
Ο Σέργιος αμέσως έτρεξε και κάθισε δίπλα στην Ελένη
«Τι μικρούλα που είναι!» είπε ενθουσιασμένος
Άρχισε να την χαϊδεύει και να την φιλάει
«Έχετε βρει όνομα;» ρώτησε η Ασημίνα
«Ναι!» απάντησε η Ελένη
Ο Λάμπρος και η Ελένη κοιτάχτηκαν
«Ζωή!» είπαν ταυτόχρονα και χαμογέλασαν
Η απόλυτη ευτυχία, η απόλυτη λύτρωση, είχε επιτέλους επέλθει για τον Λάμπρο και την Ελένη.
Μια νέα ζωή ξεδιπλωνόταν μπροστά τους. Μια ζωή ακριβώς όπως την είχαν ονειρευτεί. Ήταν, λοιπόν, έτοιμοι να την εξερευνήσουν...
Μόνο γιατί μ' αγάπησες
(Μαρία Πολυδούρη)
Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες
σε περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες.
Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι' αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.
Μόνο γιατί τα μάτια σου με κοίταξαν
με την ψυχή στο βλέμμα,
περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξης μου στέμμα,
μονο γιατί τα μάτια σου με κοίταξαν
Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα
γι' αυτό η ζωή μου εδόθη
στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα.
Μονάχα γιατί τόσο ωραία με αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατα σου, ωραίε, που βασίλεψες
κι έτσι γλυκά πεθαίνω.
Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ' αγάπησες
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top