Κεφάλαιο 3°

"Και τότε η μέρα χάραξε... Η μέρα άλλαξε και από τότε τίποτα πλέον δε θα ήταν το ίδιο .."

Το φιμέ τζάμι του τζιπ κατέβηκε σιγανα.
Χαμήλωσε ελαφρώς το κεφάλι του και έχοντας το βλέμμα κολλημένο στην είσοδο του αεροδρομίου περίμενε για μια καστανή κοπέλα γύρω στα 17, ντυμένη σε ένα σκούρο  πράσινο όπως του περιέγραψε ο Τζακ. Ούτε μια φωτογραφία της δεν είχε έτσι ώστε να έχει μια γενική εικόνα. Ο Τζακ με τη τεχνολογία δεν είχε καλές σχέσεις και παρά τη τρομακτική εξέλιξη αυτής επέμενε να χρησιμοποιούν όλοι στο σπίτι κινητά χωρίς κάμερες. Το μόνο που του είπε στο τηλέφωνο ήταν πως μοιάζουν αρκετά και θα την αναγνωρίσει.

Μια μεσήλικη γυναίκα άρχισε να μαλώνει με έναν οδηγό ταξί, ένας άντρας παραπέρα καταριόταν την ίδια του τη τύχη όταν άνοιξε η βαλίτσα του στη μέση του δρόμου ενώ ταυτόχρονα το πλήθος του κόσμου που είχε αποβιβαστεί από το αεροπλάνο και έφευγε είχε διαλυθεί. Εκείνη όμως πουθενά. Δεν υπήρχε ίχνος νεαρής κοπέλας ντυμένη στα πράσινα.
Ο Λόγκαν δεν έχανε ποτέ την υπομονή του μα να που πλέον ένιωθε μια περίεργη αναστάτωση. Σαν κάτι να μη πήγαινε όπως έπρεπε. Τα δάχτυλα του άρχισαν να τρικλιζουν μηχανικά πάνω στο τιμόνι και λίγο πριν τραβήξει το χειρόφρενο για να κατέβει να ψάξει είδε μια κοπέλα να βγαίνει στην είσοδο που ταίριαζε στη περιγραφή. Τουλάχιστον φορούσε ένα ζευγάρι σετ κυπαρισσί φόρμες. Ίσως αυτό να ήταν το σκούρο πράσινο που έψαχνε.

Κατέβασε τέρμα το παράθυρο. Εκείνη κοιτούσε εμφανώς αμήχανα δεξιά και αριστερά ψάχνοντας ότι ακριβώς και εκείνος. Το άγνωστο.

Ο Λόγκαν πάτησε μια φορά τη κόρνα τραβώντας τη προσοχή της και έπειτα βγάζοντας το χέρι έξω από το παράθυρο του συνοδηγού της έκανε νόημα να περάσει το δρόμο και να πλησιάσει. Μπορούσε κάλλιστα να καταλάβει από το τρόπο που έσερνε εκείνο το βαλίτσακι πως δεν ήταν καθόλου βαρύ έτσι ώστε να βγει να τη βοηθήσει. Πάραυτα βγήκε έξω και περίμενε.
Όσο πλησίαζε του δινόταν και η ευκαιρία να παρατηρήσει το άγνωστο μέχρι πρότινος πρόσωπο της.
Χαμογέλασε....
Δεν είχε καμία σχέση με τον Τζακ εξωτερικά . Όχι τουλάχιστον έτσι όπως εκείνος του την παρουσίασε και ευτυχώς δεν έμοιαζε και με τη Βίβιαν την οποία πάντα τη θεωρούσε περίεργη γυναίκα.
Η Άλισον είχε μακριά μαλλιά, κάστανα από τη κορυφή και ελαφρώς ξανθά στις άκρες. Φαινόταν πως ήταν φυσικά. Περνούσε το δρόμο και ο αέρας τα έπαιρνε απαλά μαζί του σαν να ήταν βαμβάκι. Δεν ήταν πολύ ψηλή και τη περίμενε πιο τροφαντή συγκριτικά με το αδύνατο κορμί που πλησίαζε. Μπορεί να φορούσε φόρμες αλλά το μάτι του είχε μάθει να σκαναρει εξαιρετικά τα γυναικεία κορμιά χρόνια τώρα. 

Ο Λόγκαν ξεροβηξε ελαφρά μόλις εκείνη τον έφτασε.

"Καλώς ήρθες..." της είπε σοβαρός.

"Εμ.. Είστε ο θείος μου;" Ο Λόγκαν γέλασε με την ερώτηση της. Αν και ήταν απόλυτα φυσικό να μην είχε ιδέα ούτε και εκείνη για το ποιος ήταν, η όλη κατάσταση του φάνηκε κωμικοτραγική.

"Δε σου γεμίζω το μάτι;" Τη ρώτησε και η Άλισον κοκκινησε ολόκληρη.

"Με συγχωρείτε δεν ήθελα να σας προσβάλλω με κάποιο τρόπο απλά..."

"Μην αγχώνεσαι. Σε πειράζω.  Καταλαβαίνω ακριβώς πώς αισθάνεσαι. Και τώρα φέρε αυτό το πράγμα που σέρνεις και μπες στο αμάξι. Σιγά σιγά όλα θα μπούνε σε σειρά"

Του παρέδωσε σιωπηλά τη βαλίτσα της και χωρίς πολλά πολλά άνοιξε τη πίσω πόρτα για να κάτσει.

"Ε! Που πας;"

"Εμ... Να κάτσω;" Αποκρίθηκε ντροπαλά

"Πίσω;"

"Ο μπαμπάς δεν με αφήνει να κάθομαι μπροστά οπότε..."

"Τον βλέπεις πουθενά τριγύρω ;" ρώτησε κοιτάζοντας δεξιά και αριστερά "Όχι. Οπότε κλείσε ξανά τη πόρτα και κάθισε μπροστά."

"Μάλιστα θείε.." αποκρίθηκε διστακτικά και μπήκε στο αμάξι. Ο Λόγκαν ένιωσε πως θα ήταν παιχνιδάκι. Η Άλισον έδειχνε να υπακούει σαν καλό στρατιωτάκι. Απο τη μια δεν του άρεσε τόσο καθώς ο ίδιος ήταν ένα αρκετά ανεξάρτητο και ανήσυχο πνεύμα αλλά από την άλλη , αν η Άλισον διατηρούσε τόσο χαμηλούς τόνους κατά τη διάρκεια της παραμονής της, θεώρησε πως δε θα του ήταν πρόβλημα ούτε στη δουλειά αλλά ούτε και στη ζωή του γενικότερα.

"Καταρχήν ας κόψουμε το πληθυντικό. Εντάξει; Θείος σου είμαι όχι διευθυντής στο σχολείο" της είπε μόλις πήρε θέση κι εκείνος στο αυτοκίνητο

"Με συγχωρείτε απλώς..."

Ο Λόγκαν γύρισε ολόκληρος σχεδόν προς το μέρος της χωρίς να πει λέξη. Τόσο το βλέμμα όσο και η συνολική  του παρουσία την έκαναν να σωπάσει. Της φάνηκε τόσο τεράστιος ενώ κατάλαβε αμέσως το λόγο που τη κοίταξε με αυτό το τρόπο. Συγκριτικά με τον πατέρα της έδειχνε τόσο νέος. Το κορμί του ήταν άψογα δομημένο. Σε τέτοιο βαθμό όμως που δεν έμοιαζε ψεύτικο. Ένιωθες πως αν σε έκλεινε σε εκείνα τα χέρια που έμοιαζαν με δαγκάνες δε θα έβγαινες εύκολα. Το έλεγαν άλλωστε και οι ζωγραφιές που υπήρχαν στο λαιμό του. Νύχια. Δύο ζευγάρια νύχια κατέληγαν στο λαιμό ενώ η πηγή ήταν βαθιά κρυμμένη κάτω από τα ρούχα.
Ήταν ντυμένος στα μαύρα και η επιβλητικότητα που ανέβλυζε ήταν κάτι που δεν είχε ξαναδεί στο Λονδίνο. Ακόμα και τα λεγόμενα "κακά" παιδιά της περιοχής έμοιαζαν σαν ακακα γατάκια μπροστά του. Είχε πυκνό μούσι, ούτε μακρύ αλλά ούτε και κοντό. Η επιδερμίδα του ήταν ηλιοκαμμενη αλλά όχι σκούρα. Φαινόταν πως ήταν σχετικά ανοιχτόχρωμος.  Τα μαλλιά του ήταν τραβηγμένα προς τα πίσω , δεν είχαν πολλά λευκά και ακόμα και ένα τσουλούφι που τόλμησε να πέσει , έστεκε ακίνητο σαν κλαδάκι ανάμεσα στα μάτια του.
Το βλέμμα σταθερό. Ακέραιο. Αμετακίνητο. Δεν πήγαινε ούτε μια ιντσα δεξιά ή αριστερά. Στόχευε απευθείας στα μάτια της και μέσα από αυτά στη ψυχή της προκαλώντας άμεσα ένα πρωτοφανή τρόμο στα σωθικά της.

Η Άλισον ξεροκαταπιε.

"Δε θα το ξανακάνω θείε. Το υπόσχομαι. Όχι άλλο πληθυντικό" είπε σιγανα και μόλις είδε τα χείλη του να σχίζονται και να δημιουργούν ένα χαμόγελο , ξεροκαταπιε ξανά. Πόσο περίεργα χαμογελούσε, σκέφτηκε πιάνοντας αμήχανα τα μανίκια από τη φούτερ της. Δεν καταλάβαινε αν χαμογελάει ή αν θέλει να ορμήξει και να τη πνίξει.
Ήταν σίγουρα ένας περίεργος άνθρωπος και δεν είχε συνηθίσει να έχει τέτοιους γύρω της.

"Μου αρκεί" ήταν τα μόνα του λόγια μα εκεί που η Άλισον νόμιζε πως πλέον ήταν όλα καλά και θα ξεκινούσε , εκείνος δεν έβαλε μπροστά. Καθόταν απλά και τη κοιτούσε. Παρατηρούσε λεπτομέρειες πάνω της και το κατάλαβε από τις κόρες των ματιών του που εστίαζαν σε διάφορα σημεία του προσώπου της. Ανέβαιναν και κατέβαιναν τόσο γρήγορα σαν να τη περνούσε από σκαναρισμα.

"Πριν πάμε σπίτι και ενώ είμαστε ακόμα εδώ θα σου θέσω κάποιους κανόνες" είπε αξαφνα ταράζοντας τη ακόμα περισσότερο. Κι άλλοι κανόνες; Παντού κανόνες... Σκέφτηκε απογοητευμένη.
Δεν ήταν από τα κορίτσια που πήγαιναν κοντρα στην οικογένεια αλλά θέλοντας και μη, η ηλικία ούρλιαζε σε όλο της το είναι να ζήσει λιγάκι παραπάνω κάθε της στιγμή.
Ίσως για πρώτη φορά θέλησε να παραπονεθεί μα ο Λόγκαν συνέχισε χωρίς να της δώσει περιθώριο "Ο ένας και μοναδικός κανόνας, είναι πως δεν υπάρχουν κανόνες" της ανακοίνωσε κι εκείνη ξαφνιάστηκε ευχάριστα. "Θέλω όμως να μου λες τα πάντα. Από το πιο ασήμαντο που ίσως σε προβληματίζει ή έγινε μέχρι το πιο σοβαρό. Είμαστε σύμφωνοι;"

Η Άλισον χαμογέλασε φαρδιά πλατιά.
Ήταν από εκείνα τα αληθινά της χαμόγελα. Εκείνα που έβγαιναν φυσικά στα χείλη όταν ένιωθε όμορφα.

"Ευχαριστώ!" αποκρίθηκε έχοντας συγκρατημένο τον αυθόρμητο ενθουσιασμό της.

"Να υποθέσω αυτό σημαίνει πως είμαστε σύμφωνοι έτσι;"

"Ναι , ναι!" απάντησε χωρίς δεύτερη σκέψη και αναστεναξε βαθιά. Ίσως τελικά δεν ήταν τόσο απροσπέλαστος όσο έδειχνε ...σκέφτηκε κοιτάζοντας τον . Πάντα θαύμαζε τους ανθρώπους που είχαν την ικανότητα να γελάνε με τα μάτια. Η ίδια πίστευε πως ήταν εξαιρετικά δύσκολο να δείξεις μόνο με ένα βλέμμα τι ακριβώς θέλεις και ζητάς και ο Λόγκαν είχε αυτή την ικανότητα. Κρατούσε το τιμόνι σταθερά με το ένα χέρι, το άλλο ήταν στις ταχύτητες, το κορμί του καθόταν ευθεία στη θέση ενώ το κεφάλι του είχε γύρει ελαφρά στο πλαι. Τη κοιταζε χωρίς να σπάσει τα χείλη του αλλά τα μάτια χαμογελούσαν. Έκαναν εκείνες τις μικρές λεπτές ρυτίδες που μια τις έβλεπες και μια όχι.
Ο Λόγκαν αποτραβηξε το βλέμμα του από πάνω της και έβαλε μπροστά.

"Θείε;" ρώτησε ύστερα από λίγα δευτερόλεπτα

"Μμμ" μουγκρησε ξερά καθώς έλεγχε τη κίνηση για να στρίψει και να βγει στην άσφαλτο εκείνος.

"Γιατί έφυγε ο μπαμπάς από εδώ;" τον ρώτησε διστακτικά κι εκείνος χωρίς να τη κοιτάξει συνέχισε το δρόμο του. "Δεν έχω ιδέα τι έχει συμβεί και..."

"Ο παππούς σου είχε ερωμένη. Η γιαγιά το ανακάλυψε και αυτοκτόνησε. Ο πατέρας σου δε το συγχώρεσε ποτέ αυτό. Όχι απλά γιατί είχε ερωμένη αλλά γιατί ήταν η γυναίκα του ίδιου του του αδερφού.
Εκτός αυτού όμως , λίγους μήνες πριν την αποκάλυψη έγινε  περίγελος γιατί ήθελε να γίνει παπάς και όταν η μητέρα σου τόλμησε να υψώσει φωνή στο πεθερό της για τα θέλω του άντρα της, ο παππούς σου του ζήτησε να χωρίσει ή να εξαφανιστεί καθώς το θεώρησε απρεπές η νύφη να βγάζει γλώσσα. Ο θάνατος της γιαγιάς όμως ήταν η σταγόνα που τον ώθησε μακριά. Έχει ακόμα όλη του τη περιουσία εδώ μα επέλεξε να την αφήσει να σαπίσει με το χρόνο. Βλέπεις ο παππούς σου ποτέ δεν του στέρησε τη περιουσία του. Έχει μάλιστα και ένα σπίτι στη Κούβα! Κληρονομιά από το προπάππου...Κάποτε βλέπεις η βάση της οικογένειας ήταν εκεί. Ολόκληρη η περιουσία χωρίστηκε στα δύο αδέρφια και εκείνα την έδωσαν στα παιδιά τους.
Όπως και να έχει νομίζω σε κάλυψα εντελώς" αποκρίθηκε  αδιάφορα.

Η Άλισον έμεινε άφωνη. Μέσα σε 6 δευτερόλεπτα της είπε όλα όσα πάσχιζε χρόνια να μάθει και κανένας δε της έλεγε ενισχύοντας παράλληλα την εμπιστοσύνη της προς το πρόσωπο του. Νόμιζε πως ο παππούς της ήταν μοναχοπαίδι και το να μαθαίνει πως είχε και αδερφό της ώθησε ακόμα περισσότερο τη περιέργεια. Που να ήταν άραγε όλη αυτή η οικογένεια...σκέφτηκε μα δε θέλησε να ρωτήσει κάτι παραπάνω και να τον φέρει ίσως σε δυσκολη θέση.

"Οι ρίζες μας έχουν σχεδόν καταστραφεί Άλισον..." της είπε αξαφνα "Κάποτε η οικογένεια μεσουρανούσε. Μόλις όμως ο παππούς έκλεψε τη γυναίκα του αδερφού του όλα άλλαξαν. Η οικογένεια χωρίστηκε. Ο αδερφός του δε το άντεξε και πέθανε από καρδιά αφήνοντας ορφανό το μοναχογιό του. Από εκείνη τη πλευρά έμεινε μόνο ένας εγγονός τη δεδομένη. Ο Λίαμ, ο οποίος έχει και το όνομα του προπάππου του.  Από την άλλη, μείναμε εμεις..." Ο Λόγκαν απάντησε εν μέρει σε κάθε ερώτηση που γεννήθηκε στο κεφάλι της προκαλώντας φρενίτιδα στον εγκέφαλο της. "Στο είπα και πριν μικρή ..." συνέχισε και σταματώντας στο φανάρι , γύρισε και τη κοίταξε κατάματα. "Ότι και να σε απασχολεί, θέλω να το ξέρω. Δεν είναι κανόνας μα είναι μια παράκληση. Ότι έχεις εδώ μέσα..." είπε και απλώνοντας το τεράστιο χέρι του, άγγιξε το κεφάλι της απαλά "Θέλω να είμαι ο πρώτος που θα το μαθαίνει. Είτε αφορά το παρελθόν, είτε το παρόν, είτε το μέλλον. Εντάξει;" για κάποιο λόγο η Άλισον ανατριχιασε στο άγγιγμα. Ο πατέρας της δεν έδειχνε συχνά τη στοργή του με αγκαλιές και αγγίγματα οπότε η κίνηση του της προκάλεσε περίεργα συναισθήματα. Ο Λόγκαν αποτραβηξε το χέρι του και έστρεψε ξανά το βλέμμα στο δρόμο. "Εντάξει;" ρώτησε ξανά με περισσότερη έμφαση αυτή φορά  μιας και δε πήρε απάντηση κι εκείνη κάνοντας του ένα απλό νεύμα, μαζεύτηκε νωχελικα στη θέση της και έριξε το βλέμμα της στο παράθυρο.
Οι λεπτομέρειες ήταν πολλές και το μυαλό της μετατράπηκε σε ένα ζωντανό χάος. Μέσα σε 24 ώρες όλα είχαν αλλάξει. Όλα έμοιαζαν εντελώς διαφορετικά και για κάποιο λόγο, η Άλισον ένιωσε μια πρωτόγνωρη ελευθερία. Κάθε φόβος που είχε στη πτήση άρχισε να σβήνει απαλά στο κεφαλάκι της. Ο Λόγκαν αποδείχθηκε περισσότερο με σανίδα σωτηρίας για μια καινούρια αρχή παρά με τιμωρία....

❤️❤️❤️❤️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top