Κεφάλαιο 28°
Εννέα και σήμερα ...
Πέρασαν εννέα ολόκληρες μέρες που όλο λέω θα φύγω και δε το κάνω...
Εννέα μέρες που του δίνω τον εαυτό μου κομμάτι κομμάτι και εκείνος τρώει αχόρταγα και λαίμαργα αλλά και πάλι δε χορταινει...
Πώς να χορτάσει;
Πώς να το κάνει όταν ούτε εγώ η ίδια μπορώ; Θεέ μου... Έχω καταστραφεί εντελώς...
Για κάποιο λόγο δε φεύγει από το σπίτι. Βγαίνει στα γρήγορα, παίρνει ότι θέλουμε και έρχεται πίσω...
Ο ιδρώτας πάνω στο κορμί που του έδινα λίγη ώρα πριν ούτε προλαβαίνει να στεγνώσει πριν αρχίσουμε ξανά...
Κι αυτές οι ρημαδες οι μελανιές...
Το νιώθω ... Γινόμαστε βίαιοι ο ένας με τον άλλο. Εγώ τον γδερνω , εκείνος αφήνει σημάδια... Παλεύουμε με τις σάρκες μας χωρίς να ξέρουμε γιατί...
Θαρρείς και κάποιος θα έρθει και θα τα κλέψει όλα... Και ξέρω ποιος...
Πάνε μέρες που λέω πως κάθε φορά που βγαίνει από το σπίτι, θα μαζέψω στα γρήγορα όσα μπορώ και θα φύγω...
Θα φύγω τόσο μακριά ετσι ώστε να μη με βρει ποτέ. Αν έρθει εκείνο το τέρας που κατονομαζα πατέρα χρόνια ολόκληρα, είμαι νεκρή...
Τώρα πλέον όλα δένουν μεταξύ τους...
Κάθε λέξη που άκουσα σε εκείνο το τηλεφώνημα σπέρνει το τρόμο μέσα μου και ξεσπάω πάνω του με το δικό μου τρόπο... Τον έχω γεμίσει γδαρσίματα... Έχω ακόμα αίμα στα δάχτυλα μου.. το δικό του αίμα...
Γιατί μένω; Γιατί επιμένω να ζω αυτο το παραλογισμό;
Σκότωσαν τη μάνα μου και ξέρω πως ίσως εγώ είμαι η επόμενη...
Καφέ φορά όμως που λέω ότι θα ανοίξω τη πόρτα και θα τρέξω μακριά, εκείνος έρχεται... Έρχεται και τρέχω πάνω του. Διψάω για να τον νιώσω. Να τον πονέσω. Να δεχθώ και το πόνο που μου δίνει αυτός...
Δεν έχει ιδέα για το ποια είμαι και ξέρω καλά, το νιώθω, το πιστεύω... Πώς όσα άκουσα να βγαίνουν από τα χείλη της καημένης της μάνας μου, είναι αλήθεια.
Ούτε να τη θρηνήσω μπόρεσα...
Ούτε καν να θάψω το κορμί της ...
Οι τύψεις κάθε φορά που κάνουμε έρωτα μου τρώνε το σαράκι.
Κάνω έρωτα με έναν άντρα που θέλει σαν τρελός να βρει το πατέρα μου και να τον σκοτώσει. Κατ επέκταση, εμένα την ίδια σαν μάθει από το Τζάκ ποια είμαι...
Τον πιάνω μερικές να κοιτάζει τη γυμνια μου σαν να είναι η τελευταία φορά...
Σαν κατά κάποιο τρόπο να αισθάνεται πως είμαι έτοιμη να φύγω... Η ίσως ξέρει πως με τον ερχομό του Τζακ, θα φανερωθεί η αλήθεια...
Όχι η πραγματική φυσικά...
Αλλά εκείνη η αλήθεια που τον κάνει να νιώθει ένοχος εν μέρη. Ο απολογισμός που θα πρέπει να κάνει σαν έρθει σε εκείνη τη θέση που θα πρέπει να φανερώσει πως δεν είμαι η κόρη του Τζακ. Ο Λόγκαν έχει πλήρη άγνοια για το τηλεφώνημα. Πλήρη άγνοια για τις προθέσεις αυτου του σατανά και πλήρη άγνοια για τις δικές μου γνώσεις ...
Αν ήξερε, θα ήταν διαφορετικός...
Παλεύει μέσα του με δαίμονες που μπροστά στους δικούς μου, είναι τόσο δα μικρούτσικοι.
Πώς όμως να του μιλήσω;
Πώς να του εξηγήσω ότι όσα ξέρει, είναι ένα τίποτα μπροστά σε όσα συμβούν; Πώς να του πω ότι άκουγα τη μάνα μου να πεθαίνει και ήμουν ανήμπορη να αντιδράσω;
Πώς να του πω ότι κοιμάμαι με τον αδερφό του φονιά της και ενώ πεθαίνω,ζω ταυτόχρονα;
Είμαστε καταδικασμένοι...
Καταραμένοι ...
Κι αυτός ο πατέρας που έπρεπε να πάρει θέση χρόνια πριν τι έκανε;
Πώς μπόρεσε να φύγει σαν κυνηγημένος και να αποδεχθεί όσα του φόρτωσαν στη πλάτη; Πώς κατάφερε να ζήσει όλα αυτά τα χρόνια έχοντας στο κούτελο του, τη λέξη δολοφόνος;
Ξέρω πως ακόμα κι αν προσπαθήσω να εξηγήσω στο Λόγκαν εκείνος θα τυφλωθεί. Δε θα με ακούσει ...
Δε θα με πιστέψει...
Έχω ήδη βάλει τα κομμάτια του παζλ στη σωστή σειρά. Εκείνος όμως όχι...εκείνος ζεί ακόμα σε ένα διαφορετικό παράλληλο παρελθόν που μόνο μίσος φέρνει.
Ίσως τελικά αυτό πρέπει να κάνω...
Ίσως αντι να τρέξω να σωθώ, να περιμένω τώρα που θα γυρίσει πίσω και απλά να του τα πω όλα με κάθε κόστος και συνέπεια. Ίσως αντι να βρεθούμε πάλι σε εκείνα τα σανίδια να τρώμε ο ένας τη ψυχή του άλλου, να μιλήσω και να αποδεχθώ τη μοίρα που εκείνος θα μου ορίσει...
Το ρολόι τρέχει.
Η ώρα περνά...
Σε λιγότερο από 24 ώρες ο διάολος θα πάρει υπόσταση και θα περπατάει ανάμεσα μας...
Το είπε...
Τον άκουσα καθαρά...
Θα σπείρει το σπορο και θα περιμένει το θάνατο μου...
Πώς να το κάνω όμως; Πώς να πάρω επιτέλους την απόφαση όταν κάθε φορά, κάθε γαμημενη φορά τα όρια στενεύουν κι εγώ απλά αφηνομαι στο χάος του...
Εκτός κι αν ξέρει ..
Εκτός κι αν έμαθε για αυτό και δε το κουνάει από το σπίτι όλες αυτές τις μέρες... εκτός κι αν παραμονεύει στη γωνία σαν αρπακτικό για να με καταστρέψει όταν έρθει η ώρα ...
Τι να κάνω θεέ μου....
Έχω δέκα ολόκληρα λεπτά...
Είτε θα ανοίξω τη πόρτα και θα εξαφανιστω, είτε....
Θεέ μου! Ήρθε....
******
"Άλισον!! Άλισον!!!" Μια φωνή που δεν αναγνώριζε ακούστηκε από το σαλόνι και εκείνη τρομαγμένη , βγήκε έξω τρέχοντας.
"Ποιος είσαι! Τι δουλειά έχεις εδώ!!!"
"Δεν έχω χρόνο για εξηγήσεις!" Ο άγνωστος έτρεξε προς το μέρος της κι εκείνη χώθηκε στο δωμάτιο μα η συρόμενη πόρτα δεν ήταν δυνατή να συγκρατήσει τίποτα. Η όψη του ήταν τόσο οικεία...
"Άσε με!!!" Ούρλιαξε αλλά εκείνος τη κράτησε σφιχτά και την οδήγησε στο σαλόνι.
"Γρήγορα!! Ξέρω πως κάπου έχει ένα μέρος που κρατάει τα πάντα!!"
"Τι λες; Ανάθεμα βγες έξω!!! Θα σε σκοτώσω!!!"
"Για το καλό σου ήρθα! Λέγε γρήγορα που σκατα τα κρατάει όλα!!" Ο Γκάμπριελ άρχισε να ψάχνει σαν τρελός . Μα δεν υπήρχε κάτι που να έβρισκε. Έπειτα κοίταξε το μπαρ. Έτρεξε μπήκε από την εσωτερική πλευρα και άρχισε να ψάχνει σε κάθε συρτάρι και ντουλάπι ενώ εκείνη ούρλιαζε για να φύγει. Μα εκείνος ακόμα κι αν προκαλούσε χαμό, δεν άφησε το χέρι της ρουπι. Όσο εκείνη έβαζε κόντρα άλλο τόσο εκείνος τη πίεζε. "Λέγε που τα έχει γαμώ το!!! Δεν έχουμε χρόνο!!"
"Δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάς! Ποιος είσαι!!! Άφησε με!!! Λόγκαν!!!"
"Εδώ είναι!!" Ξάφνου πάτησε ένα διακόπτη και ολόκληρο το μπαρ μετακινήθηκε. "Σε βρήκα!" Φώναξε ο Γκάμπριελ και αρπάζοντας σχεδόν όλες τις σημειώσεις και τα χαρτιά που είχε κολλημένα ο Λόγκαν, τα έβαλε μέσα στο τζακετ του. "Και τώρα πάμε! Γρήγορα!"
"Άφησε με!!! Δε πάω πουθενά μαζί σου!!! Λογκααααν!!!!"
"Όσο και να ουρλιάζεις δε θα σε ακούσει! Βρίσκεται δέκα λεπτά μακριά ακόμα! Νομίζεις έτσι θα ερχόμουν; Πάψε και προχωρα!!"
"Παράτα με!" Η Άλισον του πάτησε το πόδι στη προσπάθεια της να ξεφύγει αλλά εκείνος τη γραπωσε ξανά και την έσυρε κυριολεκτικά μέχρι έξω. Άνοιξε τη πίσω πόρτα από το αμάξι και τη πέταξε μέσα. Ξέροντας πως δεν υπάρχει τρόπος να ανοίξει τις πόρτες επέστρεψε στο σπίτι , μάζεψε στα γρήγορα ότι σημειώσεις είχαν πέσει , έπειτα πήγε στο δωμάτιο, πέταξε μέσα στην αφημένη της βαλίτσα ότι μπόρεσε να βρει από ρούχο και έτρεξε έξω.
Η Άλισον χτυπιοταν στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου μα δε πτοήθηκε καθόλου. Κοίταξε το ρολοι του, μπήκε μέσα κι εκείνη άρχισε να χτυπάει τις γροθιές της στο βοηθητικό τζάμι που υπήρχε ανάμεσα στα καθίσματα. Την αγνόησε εντελώς, έβαλε μπρος και πάτησε τέρμα το γκάζι...
*******
Υπάρχουν στιγμές που αισθάνομαι σαν ένα κοινό πρεζόνι του δρόμου. Μέρες τώρα βαδίζω στα χαμένα και δεν έχω ιδέα πως να αντιδράσω αλλά και τι να κάνω... Σαν δυο φυλακισμένοι χωρίς έξοδο διαφυγής πέφτουμε ο ένας πάνω στον άλλο και καταλήγουμε να κάνουμε έρωτα με τις ώρες. Μα δε μπορώ να φύγω λεπτό από το πλάι της. Είναι σαν καθαρός εθισμός. Ο Τζακ φτάνει αύριο και στη σκέψη πως θα πρέπει να μάθει, τρελαίνομαι...
Δεν είχα σκοπό να του κρύψω τίποτα...
Μα όσο σκέφτομαι πως πέθανε η γυναίκα του και θα πρέπει να του πω ότι η μικρή δεν είναι κόρη του και πως...πως εμείς... Σκατα! Ανάθεμα!
Αυτό ήταν το χάος που επέλεξα...
Το ρίσκο πως αν τολμήσει να εναντιωθεί, θα με βρει μπροστά του.
Κανείς και τίποτα δε την ακουμπήσει ούτε θα τη κάνει να κλάψει...
Όσο αναπνέω, δε θα το επιτρέψω...
Που να με πάρει και να με σηκώσει ζω μέσα της. Ζω για εκείνη... Ζω έχοντας μια κατεστραμμένη ζωη στις πλάτες και την ελπίδα πως ίσως όλα φτιάξουν...
Άφησα όλο το βάρος να πέσει στο Λίαμ κι εκείνος το αποδέχθηκε με χαρά...
Δεν καταφέραμε όμως να εντοπίσουμε κανένα... Θαρρείς και άνοιξε η γη και τους κατάπιε... Ρεμαλια...
Η εικόνα του Νικ έρχεται σχεδόν κάθε βράδυ σαν εφιάλτης και τρώει τα μέσα μου... Μόνο εκείνη με κανει να ζω...
Γελάω...
Πόσο γελάω σαν θυμάμαι τα λόγια της για το πεπρωμένο...
Τότε που με κοιτούσε έξαλλη και εκνευρισμένη...
Όλα τα λάτρεψα πάνω σε αυτή τη γυναίκα από τη πρώτη στιγμή...
Από εκείνον τον αέρα που μπήκε απ το παράθυρο και μου έφερε μαζί τη μυρωδιά του κορμιού της σαν τη πήρα από το αεροδρόμιο μεχρι τις φωνές και το νεύρο που έβγαζε πάνω μου μετέπειτα.
Τόσος εσωτερικός πόλεμος για κάτι που όπως αποδείχθηκε ήταν απλά γραφτο να συμβεί... Πώς να ξεφευγα από εκείνη όταν εκείνη η ιδια ήθελε να πιαστεί;
Μετέτρεψε το θρήνο για τη μάνα της σε πόνο που τον ξεσπάει πάνω μου κι εγώ την αφήνω... Το κορμάκι της έχει γεμίσει μελανιές αλλά ποτέ δε με σταματάει. Σαν να με παρακαλεί να της κάνω κι άλλες έτσι ο πόνος να φεύγει από τη ψυχή και να καταλήγει στο σώμα...
Τρελό; Ίσως...
Αυτό όμως ζητάει και εγώ αυτό της δίνω μέχρι να αναρρώσει η ψυχή της από τα τραυματα.
Κάθε φορά που φεύγω από το σπίτι τη πιάνω να κοιτάζει στα κλεφτα από την άκρη του τοίχου. Δεν ξέρω αν φοβάται που φεύγω αλλά βλέπω στα μάτια της κάτι πολύ έντονο... Μια διαμάχη που δεν μου έχει λέξη ακόμα για αυτή...
Κάτι τη τυραννάει πέρα από το θάνατο της Βίβιαν... Θα το μάθω ... Θα το μάθω όταν εκείνη το θελήσει. Όταν έρθει η ώρα... Προς το παρόν θα τη χορτάσω λίγο ακόμα... Μόνο για λίγο... Τόσο όσο μέχρι να έρθει το αύριο και μαζί με αυτό να έρθουν και οι ευθύνες...
Δεν είχα ιδέα πως είναι να κάνεις στα χέρια σου ένα κορίτσι γυναίκα... Έτσι δε το λένε; Η Αναστασία δεν ήταν αβγαλτη όταν τη γνώρισα. Ακόμα νιώθω τη καρδιά μου να χτυπάει δυνατά σαν ακούω στο μυαλό μου εκείνες τις λέξεις... Μου παρέδωσε το κορμί της, κι εγώ τη ψυχή μου... Κάναμε δίκαιη ανταλλαγή...
Πλησιάζω το σπίτι και ξέρω πως είναι η τελευταία νύχτα που θα περάσουμε πριν αναλάβουμε τις ευθύνες των πράξεών μας. Χίλιες φορές όμως να είχα την επιλογή, χίλιες φορές θα επέλεγα τη κόλαση μαζί της...Τελικά δεν μύριζε ουρανό...μύριζε παράδεισο... Εγώ τη πήρα, τη κατέβασα στο δικό μου κόσμο και πέσαμε μαζί... Όπου κι αν μας βγάλει όμως, εγώ θα είμαι πάντοτε εκεί ...
****
Ο Λόγκαν πήρε τη στροφή για το σπίτι ώσπου φτάνοντας τράβηξε χειρόφρενο και έμεινε να κοιτάζει την ορθανοιχτη πόρτα.
"Τι; Μα... Δεν είναι δυνατόν!" άρπαξε το όπλο που κρατούσε πάντα στο ντουλαπάκι και κατέβηκε τρέχοντας πανικόβλητος..
"Άλισον!!" φώναζε συνεχώς αλλά απάντηση καμία. Η καρδιά του άρχισε να σφυροκοπά στη σκέψη πως ίσως τη βρήκαν... Το σαλόνι ήταν αναστατο. Μαξιλάρια πεταμένα από δω και από εκεί ενώ το μπαρ σχεδόν διαλυμένο...
Είδε το μέρος που φύλαγε τα πιο σημαντικά του έγγραφα άδειο μα αντί να τρέξει ως εκεί , πήγε σφαίρα στο δωμάτιο.
"Άλισον! Για το Θεό... Λυπήσου με.." ήταν έτοιμος να βάλει τα κλάματα από το τρόμο και οι λυγμοι έφτασαν στο λαρύγγι του. Δε θα άντεχε να τη χάσει... Πόσο μάλλον να του τη πήραν εκείνοι. Λίγο πριν βγει και πάνω στο πανικό του κοντοσταθηκε. Επέστρεψε στο δωμάτιο και το κοίταξε.
Τα ρούχα της δεν υπήρχαν στο κρεβάτι και η βαλίτσα έλειπε.
Ο Λόγκαν έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του. Ένιωσε τοσο μπερδεμένος...
Ποιος έχει χρόνο σε μια τέτοια κατάσταση να αρπάξει τόσο τα ρούχα όσο και τα πράγματα του θύματος και να τα βάλει στη βαλίτσα;
Βγήκε έξω ακουμπώντας στο τοίχο και περπατώντας σιγά σιγά αυτή τη φορά...κοίταξε το χαμό που επικρατούσε τριγύρω ώσπου το μάτι του έπεσε στο πάτωμα.. Ένα μπουκάλι κρασί ήταν σπασμένο σε χίλια κομμάτια αφήνοντας μονάχα την ετικέτα να φαίνεται. Μια ετικέτα που ήταν λευκή αλλά ποτησε και βάφτηκε στο κόκκινο.
Προχώρησε , έσκυψε και τη σήκωσε Καθαρτήριο...
🖤💥🖤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top