Κεφάλαιο 12°

Η φωτιά στο τζάκι έκαιγε δυνατά και ο αέρας έξω κοπανουσε τα παράθυρα με μεγάλη ταχύτητα. Η θερμοκρασία είχε πέσει αρκετά ενω ο καιρός άλλαξε από το μεσημέρι και μετά.

"Δε πείνας;" ο Λόγκαν πλησίασε την Άλισον η οποία είχε απλώσει φαρδιά πλατιά όλα τα βιβλία που της δώσανε στο τραπεζάκι του σαλονιού. Είχε τοποθετήσει ένα μαξιλάρι κάτω για να κάτσει , μάζεψε ψηλά να μαλλιά της ενώ για πρώτη φορά φόρεσε και τα γυαλιά της .

"Ναι αλλά πρέπει να τελειώσω με τη ταξινόμηση. Τα βιβλία εδώ είναι τόσο διαφορετικά! Μοιάζει σαν βρίσκονται πίσω στην εκπαίδευση! Αυτά τα κάναμε πέρυσι..." είπε σιγανα χωρίς να σηκώσει το βλέμμα από τα βιβλία της. Ο Λόγκαν δε το κούνησε λεπτό από το σχολείο εκείνο το πρωί  Περίμενε υπομονετικά μέχρι που να τελειώσει για να επιστρέψει σπίτι ασφαλής αλλά ήξερε πως αργά η γρήγορα πρέπει να βάλει κάποιον να αναλάβει την ασφάλεια της.
Ήταν τόσο περίεργη έτσι όπως άνοιγε και έκλεινε τις σημειώσεις της. Ίσως πρώτη φορά την έβλεπε να αντιδράει με κάτι έντονα και να δείχνει χαρακτήρα. Μερικές φορές μουρμουριζε σιγανα νευριασμένη ενώ άλλες απορούσε με όσα έβλεπε γραμμένα. Του θύμησε λιγάκι την Αναστασία. Πριν μείνει έγκυος έφερνε συχνά τα μαθήματα της στο καφέ που δούλευε. Ήθελε να σπουδάσει... Να γίνει όπως έλεγε άξιος άνθρωπος στη κοινωνία. Δυστυχώς όμως το γραμμένο της ήταν αρκετό διαφορετικό από τα όνειρα της.

"Θα φτιάξω μια μακαρονάδα. Τουλάχιστον αυτό είναι κάτι που ξέρω να κάνω" της ανακοίνωσε διώχνοντας κάθε σκέψη κι εκείνη γύρισε και τον κοίταξε.

"Να φτιάξω κάτι εγώ; Ξέρω πως έφερνες φαγητό από έξω οπότε ... Μη μπεις και στη διαδικασία."

"Το ότι έπαιρνα έτοιμο φαγητό δεν έχει να κάνει με τις γνώσεις μου. Στην ανάγκη μπορώ και μόνος να μαγειρέψω κάτι αν χρειαστεί .."

"Εντάξει εντάξει. Δε θα σε πιέσω. Ευχαριστώ" αρκέστηκε να πει κι εκείνος κίνησε για τη κουζίνα. Η όλη της εικόνα δεν έμοιαζε καθόλου με μαθήτρια λυκείου. Κάθε άλλο. Έδειχνε σαν να είναι μια φοιτήτρια που έχει επικεντρωθεί σε ένα στόχο τον οποίο πρέπει πάση θυσία να τελειώσει.
Χαλάρωσε τον εαυτό του και βγάζοντας όλα τα απαραίτητα έβαλε νερό να βράσει. Το ψυγείο δεν ήταν και τόσο άδειο. Είχε σάλτσα και τυρί. Λίγη σαλάτα που είχε πάρει η Άλισον όταν πήγαμ για ψώνια και αρκετό κεφαλοτύρι. Συνήθως έφτιαχνε σκέτα μακαρόνια με λάδι αλλά τώρα είχε επιλογές.
"Θέλεις άσπρη ή κοκ..." Φώναξε πηγαίνοντας προς το σαλόνι μα η φωνή του κοπηκε μαχαίρι. Η Άλισον είχε βγάλει τη φούτερ της και είχε μείνει μόνο με ένα απλό λευκό ημιδιάφανο τιραντακι. Η απόσταση ανάμεσα τους ήταν δεν ήταν δύο μέτρα και μπορούσε κάλλιστα να διακρίνει σχεδόν ολόκληρο το στήθος της.

"Λόγκαν; Είσαι εντάξει;" Σηκώθηκε σαν τον είδε παγωμένο. Όσο όμως εκείνη πλησίαζε άλλο τόσο εκείνος απομακρυνόταν.

"Εμ.. κάνει ζέστη; Να σβήσω το τζάκι μήπως;" Ρώτησε προσπερνώντας τη και η Άλισον έσμιξε τα φρύδια της. Ναι μεν της είχε πει για τη συμπεριφορά της αλλά τι να έλεγε τώρα; Σίγουρα δε το έκανε επίτηδες και δεν ήθελε να τη φέρει ξανά σε δυσκολη θέση. Θέλοντας όμως και μη, το στήθος της πιπιλισε τον εγκέφαλο του με αποτέλεσμα να νιώθει εκείνος περίεργα.

"Ε... Έχει λιγάκι είναι η αλήθεια... Αλλά αν το σβήσεις άντε να πάρει μετά. Θα παγώσουμε το βράδυ .."

"Σωστό κι αυτό..."

"Είσαι εντάξει; Πηγαίνεις πέρα δώθε χωρίς λόγο."

Ξάφνου το τζιτζιρισμα από το νερό που κοχλαζε και έπεφτε πάνω στα μάτια της κουζίνας τράβηξε τη προσοχή τους.
Εκείνη ήταν πιο κοντά οπότε έτρεξε πρώτη με το Λόγκαν να την ακολουθεί.
Μπαίνοντας μέσα άρπαξε τη κατσαρόλα για να τη τραβήξει στην άκρη  μα το χέρι της γλίστρησε από το βάρος με  αποτέλεσμα να πέσει στο πάτωμα.

"Αααουτς!!!!" Η Άλισον έβγαλε ένα επιφώνημα πόνου και πάνω στο πανικό στραβοπατησε και έπεσε προς τα πίσω

"Σε έπιασα!" Ο Λόγκαν τη γραπωσε απευθείας από τη μέση και σηκώνοντας τη στον αέρα σαν να ήταν πούπουλο, την γύρισε εντελώς πλευρά και την άφησε κάτω. Το παντελόνι της είχε βραχεί κι εκείνη άρχισε να κλαίει

"Κάηκα!!!"

"Σσς!! Μη κλαίς και το κάνεις χειρότερο! Ποιος διάολος σου είπε να έρθεις μέσα μου λες;!" Είχε εκνευριστει και αυτό ήταν αρκετά ευδιάκριτο στη φωνή του. Έκλεισε τη κουζίνα , μάζεψε τη κατσαρόλα από κατω και αδιαφορώντας για τα νερά γύρισε προς το μέρος της. Ήταν ακουμπισμένη πάνω στο τοίχο κλαίγοντας στα βουβά.
"Έλα... Πάμε να αλλάξεις και θα βγω να φέρω κάτι απ' έξω..." είπε αλλά ειεκξ ούτε που κουνήθηκε "Μικρή; Πρέπει να αλλάξεις!"

"Πονάω..." Παραπονέθηκε εν τέλει

Δεν της απάντησε. Αναστεναξε και πήγε πιο κοντά "Έλα, θα σε σηκώσω και θα σε πάω μέσα εντάξει;" Η Άλισον κούνησε το κεφάλι και εκείνος έσκυψε ελαφρά και τη σήκωσε στα χέρια του. "Ένας μικρός μπελάς είσαι το ξέρεις;" Εκεινη έκλαιγε σιγανα και ο Λόγκαν ανοίγοντας με το πόδι του τη πορτα τη ξάπλωσε στο κρεβάτι.
"Ωραία. Άλλαξε ρούχα και μετά θα δω τα πόδια σου. Αν έχεις κοκκινίλες θα σου δώσω να βάλεις μια κρέμα"

Βγήκε από το δωμάτιο και έκλεισε τη πόρτα. Στάθηκε απ' έξω και την άκουγε να μουρμουριζει σιγανα και γεμάτη παράπονο.

"Λόγκαν;" του φώναξε ξαφνικά

"Να έρθω; Άλλαξες;"

"Όχι ακριβώς ..αλλά σε παρακαλώ έλα μέσα..."

Άνοιξε διστακτικά και μπήκε.

"Δε φοράς παντελόνι! Για το Θεό Άλισον!"

"Μη φωνάζεις! Δε μπορώ να βάλω! Τα... Τα μπούτια μου νομίζω θα κάνουν φουσκάλες..."

"Τέλος πάντων... Περίμενε να σου φέρω τη κρέμα και σκεπάσου με κάτι για να τα δω"

Μέχρι να πάει στο μπάνιο και να επιστρέψει εκείνη τύλιξε γύρω από τη μέση της το σεντόνι αφήνοντας ακάλυπτο το δέρμα από τα μπούτια και κάτω.

"Εδώ ..' του έδειξε με το δάχτυλο της μόλις εκείνος κάθισε στο πλάι του κρεβατιού. Κοίταξε καλά το σημείο και έπειτα σηκώθηκε, άναψε και το δεύτερο πορτατίφ και επέστρεψε. Όντως το δέρμα έμοιαζε ζαρωμένο. Στην αρχή νόμιζε πως υπερέβαλε αλλά τελικά πράγματι το κάψιμο ήταν αρκετά δυνατό. Ακολούθησε τις ραβδώσεις καθώς επεξεργαζόταν τη πληγή  μέχρι που το δάχτυλο του έφτασε κοντά στο σεντόνι. Δε θέλησε να δει πιο πάνω και αποτραβήχτηκε.

"Όντως δείχνει άσχημο είναι η αλήθεια... Πάρε αυτό" Είπε δίνοντας της τη κρέμα " Άπλωσε το απαλά κατά μήκος του ποδιού και στα σημεία που το δέρμα κάνει ζαρες βάλε περισσότερο. Έπειτα ξάπλωσε. Θα βγω να φέρω κάτι να τσιμπήσουμε. Σύμφωνοι;"

"Εντάξει..." Η Άλισον πήρε τη κρέμα και άρχισε να βάζει σιγά σιγά πάνω στο πόδι

"Μη τη βάζεις στον αέρα τη κρέμα Άλισον! Δε θα κάνει δουλειά. Πίεσε το ελαφρά πάνω στο δέρμα , δε θα πάθεις κάτι παραπάνω από ότι ήδη έπαθες" είπε κοιτάζοντας το τρόπο που άπλωνε τη κρέμα.

"Μα με πονάει!"

"Φέρε εδώ!" Ο Λόγκαν άρπαξε τη κρέμα από τα χέρια της. "Ξάπλωσε προς τα πίσω" Πρόσταξε κι εκείνη υπάκουσε. Κρατώντας το σωληνάριο άρχισε να αφήνει μικρές λευκές κουκίδες όπου υπήρχαν σημάδια. Έπειτα το άφησε στην άκρη και ξεκίνησε να το απλώνει.

"Αου.."

"Ωωω μη κάνεις σαν μωρό! Πρέπει να είσαι και λίγο δυνατή!"

"Μα..."

"Δεν έχει μα!"

Η Άλισον σώπασε. Ο Λόγκαν άπλωσε τη κρέμα στη γάμπα της, έπειτα ανέβηκε στο γόνατο μα σαν έφτασε κοντά στα εσωτερικά της μπούτια σταμάτησε.
Η πληγή εκεί ήταν σαφώς ποιο έντονη αφού ήταν το κέντρο στο οποίο έπεσε το νερό αλλά δίστασε για μια στιγμή.

"Νομίζω πως κατάλαβες το τρόπο. Μπορείς να βάλεις και μόνη σου στο υπόλοιπο..." αποκρίθηκε μα εκείνη  πιάνοντας το χέρι του τον σταμάτησε.

"Δε θέλω να το κάνω μόνη. Εσύ δε με πονεσες καθόλου. Σε παρακαλώ..." είπε παραπονιαρικα κι εκείνος ξεφυσησε δυνατά. "Ευχαριστώ. Θα στο χρωστάω" η Άλισον άνοιξε απαλά τα πόδια της βάζοντας παράλληλα το σεντόνι στα επίμαχα σημεία και εκείνος ανοιγοκλείνοντας τα βλέφαρα ενοχλημένος ξεκίνησε πολύ απαλά να απλώνει τη κρέμα στο εσωτερικό των μηρών της ενώ παράλληλα έβριζε με όση δύναμη είχε τον εαυτό του.

Το δέρμα της παρά το κάψιμο ήταν εξαιρετικά απαλό. Η Άλισον ξάπλωσε ολόκληρη προς τα πίσω. Της χάρισε ένα θανατηφόρο βλέμμα χωρίς φυσικά εκείνη να το αντιληφθεί και αρχίζοντας να απλώνει λιγάκι πιο γρήγορα τη κρέμα, επέσπευσε τη διαδικασία. Έβλεπε το στήθος  να βρίσκεται σε σύγχυση και δεν ήξερε πώς να αντιδράσει . Τα μάτια της ήταν κλειστά ομως εκείνο πήγαινε πάνω κάτω και οι ρώγες της είχαν ανασηκωθεί. Οι αντρικές ορμές του , παρά τις εσωτερικές του αντιδράσεις βγήκαν στην επιφάνεια. Ένιωσε μαλάκας σχεδόν αμέσως.

"Έτοιμη..." ψέλλισε σιγανα κι εκείνη άνοιξε τα βλέφαρα και τον κοίταξε "Ο πόνος θα περάσει μέχρι να γυρίσω. Ξάπλωσε και θα είμαι πίσω πριν το καταλάβεις..."

"Λόγκαν;"

"Τι είναι πάλι..."

"Είσαι πολύ προστατευτικός και γλυκός όταν θέλεις.  Απορώ γιατί η μαμά σε χαρακτήριζε πάντοτε  σκληρό και απάνθρωπο..."

Τα φρύδια του σηκώθηκαν αυτόματα

"Έτσι έλεγε η μάνα σου ε;"

"Όχι μπροστά μου... Αλλά έχει τύχει να..
Εμ... Να κρυφακουσω μια συζήτηση που είχε με το μπαμπά. Δεν άκουσα κάτι παραπάνω αλλά θεωρούσα πως θα έρθω και θα βρω κάτι άλλο από αυτό που βρήκα..."

"Μάλιστα... Τουλάχιστον χαίρομαι που δεν έχεις τέτοια γνώμη. Πάραυτα όταν πρέπει, γίνομαι και σκληρός και απάνθρωπος" είπε και σηκώθηκε "και τώρα ξάπλωσε μέχρι να έρθω και θα τα πούμε σε λίγο"

"Λόγκαν;" ξανά είπε με εκείνον να κοντοστεκεται στη πόρτα χωρίς να γυρίσει

"Όταν μεγαλώσω έναν άντρα σαν και εσένα θέλω δίπλα μου! Γεροδεμένο, όμορφο και προστατευτικό..." είπε σιγανα κι εκείνος βλέποντας το τοίχο απέναντι του, ήθελε να πάρει φόρα και να χτυπήσει το κεφάλι του δυνατά.

"Έχεις χρόνια μπροστα σου. Και τώρα.."

"Ξέρω ξέρω..." είπε σχεδόν αηχα "θα κοιμηθώ..." συνέχισε και γυρίζοντας ελαφρώς στο πλάι βολεύτηκε καλύτερα στο κρεβάτι...

*********

Το γράμμα είχε σχεδόν ξεφτισει στα χέρια της. Το κοιτούσε και το ξανακοιτουσε ώσπου άνοιξε το φάκελο και το διάβασε για πολλοστή φορά. Ήταν σαν να μην είχε περάσει ούτε μια μέρα...

"Ξέρω πως ήσουν αποφασισμένη να χωρίσεις αλλά αυτό δε θα γίνει Βίβιαν...
Φεύγω. Έφυγα... Όταν θα λάβεις αυτό το γράμμα θα βρίσκομαι χιλιόμετρα μακριά. Δε θα σε αφήσω να καταστρέψεις το γάμο σου για ένα παράπτωμα όπως πιστεύω ότι είναι η σχέση μας. Ξέρω πως είσαι έγκυος. Είδα κρυφά το χαρτί στη τσάντα σου προχθές που ειμασταν μαζί. Ξέρω πως είναι δικό μου αλλά δεν έχω τίποτα να του προσφέρω... οι Σκιές μας κατέστρεψαν και το ξέρεις καλά. Ξεκλήρισαν την οικογένεια μου εν μια νυκτί. Είμαστε εχθροί Βίβιαν! Πρέπει να με ξεχάσεις...Τουλάχιστον αν όχι για εμάς θα το κάνεις για αυτό το παιδί.
Μεγάλωσε το σωστά και με ασφάλεια. Αν μάθουν πώς είναι αίμα μου θα το ρίξουν στο Καιάδα... Ότι κι αν κάνεις θα είμαστε πάντοτε κυνηγημένοι.
Που ξες, ίσως κάποια μέρα ανταμώσουν ξανά οι δρόμοι μας.
Ίσως αξιωθω να δω αυτό το παιδί και ίσως αποκτήσω ξανά τη χαμένη μου δύναμη. Όσο κι αν με πονάει που σε αφήνω σε αυτό το σκουπιδι είναι ο μόνος τρόπος για να σώσω τη ζωή αυτού του πλάσματος μέσα σου.
Προς το παρόν δεν έχω τίποτα να του προσφέρω εκτός από κίνδυνο...
Για πάντα δικός σου, Ντέμιαν..."

Τα δάκρυα της ξεκίνησαν να τρέχουν.
Πάντοτε έτρεχαν...

"Βίβιαν; Γύρισα...!" η αποσμενη φωνή του Τζακ που επέστρεψε νωρίτερα της έφερε πανικό. Έκλεισε όπως όπως το γράμμα , το έβαλε στο κουτί με τα παπούτσια που είχε στη ντουλάπα και σκούπισε τα μάτια της

"Έρχομαι αγάπη μου! Κατεβαίνω σε μισό λεπτό!" Φώναξε χαρούμενη και πλησιάζοντας το καθρέφτη κοίταξε το πρόσωπο της. Δεκαοχτώ χρόνια είχαν περάσει...
Ούτε ένα ούτε δύο... Δεκαοχτώ...

❤️❤️❤️❤️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top