ΙΙ Αθηναΐς και Πουλχερία

Η Αθηναΐς ήταν, όπως αβίαστα μαρτυρούσε το όνομά της, τέκνο των Αθηνών κι ίσως και της ίδιας της αρχαίας θεάς. Τίποτα δεν είχε να ζηλέψει από την Αθηνά· διέθετε μια δωρική χάρη, μια ομορφιά ανεπιτήδευτη, μια ώριμη σοφία με έναν απόλυτα ακέραιο και αδαμάντινο χαρακτήρα.

Η Πουλχερία ήταν το δευτερότοκο παιδί του Αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αρκαδίου και της σκανδαλώδους Ευδοξίας, ωστόσο ήταν το πρώτο τους παιδί που μεγάλωσε, γιατί η πρωτότοκη κόρη τους πέθανε σε βρεφική ηλικία. Είχε άλλα τρία αδέλφια· την Αρκαδία, έναν χρόνο μικρότερή της, τον Θεοδόσιο, που ήταν ο διάδοχος του θρόνου και τη Μαρίνα. Τα δυο τελευταία αδέλφια γεννήθηκαν το ίδιο έτος, δυο χρόνια μετά την Πουλχερία και κατά τη γέννα της Μαρίνας η Αυτοκράτειρα Ευδοξία πέθανε.
Η Πουλχερία μορφώθηκε άρτια κι έλαβε εξαιρετική φιλοσοφική και θεολογική παιδεία. Ήταν ευσεβής και ενάρετη, αφοσιωμένη στο ήθος. Υπήρξε προσωπικότητα ιδιαίτερα δυναμική, δραστήρια, ευφυής και φιλόδοξη.

Ήταν επόμενο το γεγονός ότι όταν αυτές οι δυο εκρηκτικές προσωπικότητες συναντιούνταν, θα συνέβαιναν απερίγραπτες συγκρούσεις και εκρήξεις μεγατόνων. Η πραγματικότητα δεν απέχει τόσο πολύ από αυτή την αναλογία.

Ο πατέρας της Αθηναΐδος, ο Λεόντιος, ήταν φιλόσοφος, από τους πιο επιφανείς νεοπλατωνικούς, που δίδασκε κανονικά στη μεγάλη σχολή των Αθηνών, την οποία ακόμα κανένας Ρωμαίος Αυτοκράτορας δεν είχε τολμήσει να προκαλέσει. Δεδομένου του επαγγέλματος και των πεποιθήσεων του, ο σεβαστός Λεόντιος παρέμενε πιστός στην Αρχαία Θρησκεία των Ελλήνων, το ίδιο κι η Αθηναΐδα.

Η νέα αυτή είχε μεγαλώσει χωρίς μητέρα, γιατί η δύστυχη Νικία είχε πεθάνει, όταν ήταν ακόμα νήπιο. Αναθρεμένη δίπλα στον πατέρα της, διδάχτηκε από παιδί τα γράμματα, έγραφε και διάβαζε τέλεια στα Ελληνικά και στα Λατινικά, κατανοούσε τα Ομηρικά Έπη, μελετούσε φιλοσοφικά κείμενα, αλλά και ιστορικά, του Ηροδότου, του Ησιόδου, του Ξενοφώντα, του Θουκιδύδη και πολλών άλλων Ελλήνων και Ρωμαίων, απορροφώντας τις γνώσεις σαν σφουγγάρι κι ο πατέρας της καμάρωνε για την οξυδέρκεια και την ευφυΐα της. Με πρότυπα την Αθηνά, την Αντιγόνη και την Αταλάντη, η Αθηναΐδα πληρώθηκε αρετές και ξεχώριζε στα κορίτσια της ηλικίας της για τη σύνεση και τη σωφροσύνη της. Ήταν δίκαιη, υπομονετική, συμπονετική και πάρα πολύ εργατική, αφού μόνη της συντηρούσε το νοικοκυριό από εννιά χρονών. Μα και στις τέχνες ήταν ζηλευτή· ήξερε ολόκληρα θεατρικά έργα απέξω, απήγγειλε ποιήματα με στόμφο ραψωδού και η δεξιοτεχνία της με τη λύρα και τον αυλό, θα έκανε κι αυτές τις Μούσες να ωχριούν. Αδιαμφισβήτητα, η Αθηναΐδα, εκτός από πανέμορφη, ήταν και προικισμένη με όλα τα χαρίσματα από τις Χάριτες, τις Μούσες και τις Νύμφες. Ωστόσο, οι Μοίρες δε φάνηκαν τόσο απλόχερες μαζί της.

Ο Λεόντιος πέθανε ξαφνικά και μέσα σε λίγες ώρες η Αθηναΐδα έμεινε ορφανή, σε ηλικία τρυφερή, με μερικούς συγγενείς και μια μυστηριώδη διαθήκη.

"Δεν είναι δυνατόν," ωρύονταν σκασμένη η αδελφή της μητέρας της, η Ευφροσύνη. "Δε γίνεται να σου αφήνει μόνο χίλια κωνσταντινάτα κι όλη την υπόλοιπη περιουσία να τη μοιράζει στους δυο γιους του!"

"Αφού έτσι αποφάσισε ο πατέρας μου, δεν πρόκειται να τον αμφισβητήσω," ήταν η συνεσταλμένη και σοβαρή απάντηση της Αθηναΐδος.

"Μόνο εσύ του στάθηκες ως το τέλος της ζωής του, τον φρόντιζες, τον συγύριζες, τον έπλενες και του μαγείρευες! Οι δυο αδελφοί σου αδιαφορούσαν αν ζούσε η πέθαινε και μονάχα να ζητούν χρήματα γνώριζαν, για να τα σπαταλούν σε κάθε είδους ασωτεία. Όλα αυτά τα ξέχασε και τους πλειοδότησε, πετώντας σε στους πέντε δρόμους! Σίγουρα είχε αρχίσει να χάνει τα λογικά του προς το τέλος, δεν εξηγείται διαφορετικά!"

Η Αθηναΐδα ήθελε απεγνωσμένα να γελάσει με το σχεδόν κωμικό ξέσπασμα της θείας της, όμως παρέμεινε στωική, διότι ήταν η μόνη που γνώριζε την αλήθεια για αυτή την αλλόκοτη πράξη του πατέρα της. Χρόνια πριν, όταν αυτή έπαιζε τη λύρα και συνέθετε ύμνους στους Ολύμπιους Θεούς, ο πατέρας της της είχε εκμυστηρευτεί.

"Κόρη μου δε χρειάζεσαι κληρονομιές και χρήματα για να επιτυχείς στη ζωή σου. Μόνη σου, με τον κοφτερό νου, την ασύγκριτη σοφία κι έμφυτη χάρη σου θα κατορθώσεις να ξεχωρίσεις και να φτάσεις ψηλότερα από οποιαδήποτε άλλη γυναίκα! Αυτό το πιστεύω ακράδαντα κι εύχομαι να προλάβω να παρακολουθήσω αυτή σου την απέραντη δόξα. Μόλις πεθάνω, θα σου αφήσω χίλια κωνσταντινάτα και την ολόψυχη ευχή μου για να μεγαλουργήσεις και να αναδειχθείς με την υπέρτατη αξία σου!"

"Ο πατέρας μου διατήρησε το λαμπρό του νου ως την τελευταία του στιγμή," διαβεβαίωνε συνεχώς τους μύριους συγγενείς που είχαν ταχθεί με το μέρος της, αναγνωρίζοντας όχι μόνο τη μέριμνα της για τον συγχωρεμένο Λεόντιο, αλλά και την αδυναμία που της είχε. Ορισμένοι διατείνονταν ότι η διαθήκη του ήταν πλαστή, φτιαγμένη από τους γιους του, για να αδράξουν την περιουσία από την Αθηναΐδα. Χίλιες δυο εικασίες και θεωρίες περνούσαν από τα αυτιά της νεαρής κι εκείνη τις αγνοούσε και τις απέρριπτε όλες, αδημονώντας για την ώρα που όλοι οι από μηχανής σωτήρες θα εξαφανίζονταν από τη ζωή της, επιτρέποντας της επιτέλους να αφοσιωθεί στις μελέτες και στο φιλοσοφικό και ποιητικό έργο της, για να δώσει στον πατέρα της την υπερηφάνεια και την καταξίωση που τόσο περίμενε από εκείνη.

Ωστόσο, οι κατά φαντασίαν προστάτες της παρέμεναν ακλόνητοι περισσότερο από όσο ανέμενε και κυρίως η θεία Ευφροσύνη, που είχε νυμφευτεί έναν πρωτοσπαθάριο του Ιερού Παλάτιου. Αυτή η γυναίκα, που ζούσε και μεγάλωνε τα παιδιά της στη Βασιλεύουσα για πάνω από δυο δεκαετίες, αποφάσισε ότι το ζήτημα της περιουσίας ήταν εξαιρετικά σοβαρό και κανένα δικαστήριο δε θα μπορούσε να το λύσει επαρκώς, παρά μόνο το Ανώτατο Δικαστήριο της Αυτοκρατορίας· ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας.

Το μοναδικό πρόβλημα ήταν ότι εκείνη την εποχή στην Αυτοκρατορία δεν υπήρχε Αυτοκράτορας. Ο Αύγουστος Αρκάδιος είχε πεθάνει την Πρωτομαγιά του έτους 408, αφήνοντας πίσω του τέσσερα ορφανά παιδιά από μάνα και πατέρα. Ο διάδοχος του, ο Θεοδόσιος, ήταν τότε εφτά ετών και το μεγαλύτερο παιδί του, η Πουλχερία, εννέα. Άξαφνα, η μικρή πριγκίπισσα από μεγάλη αδελφή των βασιλικών παίδων εξελίχθηκε απότομα και αναγκαία σε μητέρα· προστάτιδα, πρότυπο και υπέρτατο διδάσκαλο. Όσο μεγάλωνε ο Θεοδόσιος, αυτή στέκονταν δίπλα του και τον καθοδηγούσε, τον συμβούλευε με τη φρόνηση Αγίας και τον επηρέαζε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον.

Μόλις η Βασιλοπούλα συνειδητοποίησε πόσο μεγάλη ήταν η επιρροή της πάνω του, αποφάσισε να την αξιοποιήσει στο έπακρο. Το έτος 414, στα δεκαπέντε της χρόνια, παραμέρισε τον Ύπατο κι Αντιβασιλέα Ανθέμιο, αποκαλούνταν από όλους Αυγούστα και κάθονταν στον αυτοκρατορικό θρόνο, λειτουργώντας ως Αντιβασίλισσα του αδελφού της και Αυτοκράτειρα των Ρωμαίων όσο ο Θεοδόσιος παρέμενε ανύπαντρος, άτεκνος και ανήλικος. Το 421, η Αυγούστα Πουλχερία έστεψε η ίδια τον Θεοδόσιο Αυτοκράτορα των Ρωμαίων, Ελέω Θεού Βασιλέα και Προστάτη της κολοσσιαίας Αυτοκρατορίας που είχαν δημιουργήσει οι πρόγονοί τους. Το επόμενο βήμα ήταν να του βρει την κατάλληλη σύζυγο, για να σταθεί στο πλάι του Αυγούστα άξια, στη θέση της. Η Πουλχερία δεν ήθελε καθόλου να χάσει ούτε το στέμμα ούτε τις τιμές και την εξουσία που συνεπάγονταν για οποιαδήποτε άλλη γυναίκα, όμως δεν είχε άλλη επιλογή παρά να διαφυλάξει τη συνέχεια της δυναστείας τους, άρα και την τάξη και ειρήνη στο εσωτερικό του κράτους.

Ο Θεοδόσιος, καθώς μοσχαναθρεμένος και καλομαθημένος που ήταν, είχε αναπτύξει πολύ μεγάλες προσδοκίες και απαιτήσεις για τη σύζυγό του. Δεν επιθυμούσε απλώς μια όμορφη σύντροφο, μα και μια εύστροφη, πολυμαθή γυναίκα, με άποψη και ενημέρωση για όλα τα ζητήματα· οικονομικά, θρησκευτικά, φιλοσοφικά ως και στρατιωτικά. Οι απαιτήσεις του φάνταζαν εξωφρενικές κι η Πουλχερία φοβόταν ότι ποτέ δε θα έβρισκε κοπέλα που να τις πληροί όλες. Κάθε νύφη που παρουσιαζόταν μπροστά του, όλες οι ανύπαντρες νέες ευγενείς του Βυζαντίου, απορρίπτονταν σχεδόν αμέσως. Είχε σκεφτεί να αναζητήσει την πολυπόθητη νέα στο εξωτερικό, όμως έδιωξε την ιδέα από το μυαλό της, γιατί θα ήταν πολυδάπανη διαδικασία και δεν ήθελε να σπαταλήσει κρατικά χρήματα για τον γάμο του Θεοδόσιου.

Η απελπισία είχε ξεκινήσει να την κυριεύει, ώσπου εμφανίστηκε μπροστά της η Αρχόντισσα Ευφροσύνη, που γνώριζε πολλά χρόνια τώρα, μαζί με την ανιψιά της Αθηναΐδα από την Αθήνα. Στην όψη της νεαρής η Πουλχερία θαμπώθηκε· ήταν απίστευτα όμορφη, χωρίς επιτηδευμένο ντύσιμο, με έναν απλό, ολόλευκο χιτώνα που στήριζε με μια ασημένια ζώνη και τρεις ασημένιες πόρπες, έμοιαζε πράγματι με την αρχαία Αθηνά· ψηλότερη από τις περισσότερες γυναίκες, με μαλλιά στο χρώμα του κόρακα και μάτια σκοτεινά, δεν ήταν γλαυκώπις, όμως οι ίριδες της πετούσαν σπίθες από την ευφυΐα και την ευστροφία που ανέδιδαν. Κατάφερνε να διαθέτει επιβλητικότητα και εκτόπισμα χωρίς καν να το προσπαθεί, χωρίς να ντύνεται και να στολίζεται επιτηδευμένα.

Αυτή είναι η σύζυγος που επιθυμεί ο Θεοδόσιος, όλα όσα αναζητά είναι στο πρόσωπό της. Κι αυτή η γυναίκα βρέθηκε στον δικό μου δρόμο, εγώ θα του τη γνωρίσω, εγώ θα γίνω ο καταλύτης στην ευτυχία του και θα φροντίσω αυτό να μην το ξεχάσει ποτέ. 

"Πώς σε λένε;" Τη ρώτησε αυθόρμητα.

"Αθηναΐς, Αυγούστα," απάντησε η κοπέλα.

"Ποσών ετών είσαι;"

"Είκοσι, Αυγούστα."

Ταιριάζουν ως κι οι ηλικίες τους. Είναι σταλμένη από τον Θεό αυτή η κοπέλα, προορισμένη να λάμψει όσο καμία άλλη! Δεν πρέπει να την αφήσω να φύγει.

"Έμαθα σε έχουν αδικήσει στην κληρονομιά οι αδελφοί σου."

"Κανείς δε με αδίκησε," απάντησε με σύνεση η Αθηναία. "Ο πατέρας μου κληροδότησε την περιουσία του όπως εκείνος έκρινε ορθότερα. Δεν αμφισβητώ την κρίση του. Θέλησε να ευνοήσει τους αδελφούς μου, διότι χρειάζονται χρήματα για να ζήσουν."

"Κι εσύ; Δε χρειάζεσαι προίκα για να νυμφευθείς;"

Η Αθηναΐδα άφησε ένα σύντομο γέλιο, που παραξένεψε την Πουλχερία.

"Αυγούστα, η πραγματική προίκα δε βρίσκεται στα χρήματα, μα στην ψυχή του ανθρώπου. Αυτό μου το δίδαξε ο πατέρας μου από τότε που ήμουν παιδίσκη. Τι σημασία έχει ο πλούτος, αν η ψυχή είναι σάπια και παραμορφωμένη από την αλαζονεία, τη ματαιοδοξία, την απληστία κι όλες τις άλλες διαβρωτικές σκέψεις;"

"Ευφροσύνη, σε παρακαλώ, άφησε μας μόνες," διέταξε η Πουλχερία. Μόλις η θεία έφυγε, της ένευσε να προχωρήσει.

"Αν ο άνθρωπος δεν είναι καλλιεργημένος πνευματικά και ψυχικά, οχυρωμένος από τους πειρασμούς, τότε δεν είναι πράγματι πλούσιος ή επιφανής. Η δόξα του δε θα αξίζει, αν έχει τυφλωθεί από αυτή και λησμονεί την αίσθηση του δικαίου και της ανιδιοτελούς θυσίας κι αυταπάρνησης;"

"Ακούγεσαι σαν φιλόσοφος," τη θαύμασε η Αυγούστα. "Θαρρώ έχεις διαβάσει και μελετήσει ώρες πολλές στη ζωή σου."

Έμειναν στο τρίκλινο και συζητούσαν αδιάκοπα, με την Πουλχερία να μαγεύεται από τη μόρφωση και τη φιλοσοφημένη σκέψη της νεαρής, ωστόσο τη στοίχειωνε το γεγονός ότι πίστευε ακόμα στην Αρχαία Θρησκεία των Ελλήνων. Και τότε, ξεκίνησε σταδιακά να της μιλά για τη φιλοσοφία του Χριστιανισμού, τις διδαχές του Ιησού, τον Θείο Λόγο, για να την εισάγει στην Πίστη. Αυτό ήταν το πρώτο βήμα.

Την επόμενη κιόλας ημέρα τη σύστησε στον Θεοδόσιο κι αμέσως ανίχνευσε τον θαυμασμό και τον έρωτα να υποβόσκει στα μάτια του αδελφού της. Μετά βίας έκρυψε τη χαρά της. Με δική της πρωτοβουλία, ονόμασε την Αθηναΐδα πατρικία και την εγκατέστησε στο Ιερό Παλάτιον, όπου καθημερινά της έστελνε διδασκάλους για να της μάθουν τους νόμους και το βασιλικό πρωτόκολλο, αλλά και τον ίδιο τον Πατριάρχη, για να τη μυήσει και να την προσυλητίσει στη θρησκεία. Μέσα σε λίγους μήνες, η Αθηναΐδα έμοιαζε γεννημένη Πριγκίπισσα, το μυαλό της σαν σφουγγάρι ρουφούσε γνώσεις και είχε αγαπήσει τον Χριστιανισμό σαν πατρικό θρήσκευμα. Βαφτίστηκε Χριστιανή και πήρε το όνομα Αιλία Ευδοκία, μα όλοι την αποκαλούσαν Ευδοκία.

Ο γάμος με τον Θεοδόσιο δεν άργησε να γίνει. Τον ίδιο χρόνο, μέσα σε περισσή λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια, ενώ ο λαός ζητωκραύγαζε έντονα όχι μόνο τον Αυτοκράτορα, αλλά και την Ευδοκία, αποκαλώντας την Αυγούστα, γεγονός που θορύβησε την Πουλχερία. Ποτέ της δεν είχε φανταστεί ότι θα ζήλευε τόσο αν όσο ζούσε άκουγε να αποκαλούν άλλη γυναίκα με τον τίτλο που είχε κερδίσει με τόσο κόπο.

Την επομένη του γάμου, η Πουλχερία είδε τον Θεοδόσιο στο ιδιαίτερο τρίκλινό του, τον άφησε να τη χαιρετήσει και να την παινέψει όσο ήθελε και προτού φύγει αμέσως, του είπε το εξής·

"Μέχρι να γεννήσει τον διάδοχό σου, η Ευδοκία δε θα ονομαστεί ούτε θα στεφθεί Αυγούστα."

Πράγματι, μέχρι το 422, έναν χρόνο μετά, όπου η Ευδοκία γέννησε ένα υγιέστατο κοριτσάκι, η Πουλχερία εμπόδιζε τη στέψη της. Όμως, τώρα που υπήρχε ο διάδοχος, δεν μπορούσε να αντιστέκεται άλλο κι έτσι η Αθηναία νύφη στέφθηκε η πρώτη Ελληνίδα Αυτοκράτειρα των Ρωμαίων, με την κόρη της στην αγκαλιά, που βάφτισαν Ευδοξία, προς τιμήν της γιαγιάς της, μητέρας του Θεοδόσιου.

Η Βασιλεία τους ήταν σχετικά ειρηνική και αρμονική. Ο Θεοδόσιος επιδόθηκε στη νομική οργάνωση, συνέθεσε νέα νομοσχέδια και προσπάθησε να ρυθμίσει κάθε προβλημα της κρατικής λειτουργίας. Δημιούργησε τον περίφημο Θεοδοσιανό Κώδικα -στον οποίο αποφασιστικά συνέβαλε η Ευδοκία- κι έχτισε τα Θεοδοσιανά Τείχη γύρω από τη Βασιλεύουσα. Όμως, δεν είχε μορφωθεί κατάλληλα ούτε για να γίνει στρατιωτικός, ούτε κυβερνήτης, παρά καλός χριστιανός. Προσεύχονταν, εκκλησιάζονταν, μελετούσε τα ιερά κείμενα και αντέγραφε στο χέρι την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, βοηθώντας την Εκκλησία. Δεν μάθαινε ποτέ τι συνέβαινε έξω από την Αυλή, παρά μόνο αν του το έλεγαν οι Σύμβουλοι του. Όλη την υπόλοιπη διακυβέρνηση της Αυτοκρατορίας ανέλαβαν η Ευδοκία, η Πουλχερία κι ο πανέξυπνος και πανούργος ευνούχος Χρυσάφιος, που διατηρούσε φιλικές σχέσεις και με τις δυο γυναίκες, για να διατηρήσει και το κεφάλι στη θέση του.

Οι μεγάλες φουρτούνες δεν άργησαν να έρθουν. Εξωτερικά, οι Ούννοι, οι Βάνδαλοι και οι Πέρσες επιτίθονταν στις ακριτικές ρωμαϊκές εκτάσεις. Η Ευδοκία πρότεινε να ασχοληθούν πρώτα με τους Πέρσες, ώστε να εξασφαλίσουν την ηρεμία στα Ανατολικά σύνορα. Ο Βυζαντινός στρατός κατανίκησε τον Πέρση Βασιλιά κι η συνθήκη ειρήνης ευνόησε το Στέμμα. Αμέσως μετά, στράφηκαν στους Βάνδαλους, που λεηλατούσαν την Αφρική, και με τον αυτοκρατορικό στόλο τους διέλυσαν. Τέλος, έδιωξαν τον στρατό του θρυλικού Ούννου Αττίλα μακριά από τα εδάφη τους, αφήνοντας τον να στραφεί στη Δύση και να τη ρημάξει.

Στο εσωτερικό, όμως, τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα. Ο πόλεμος απαιτούσε χρήματα κι έτσι η φορολογία αυξήθηκε δρυμύτατα, βυθίζοντας τον λαό στη φτώχεια κι όταν απελπίζονται οι άνθρωποι στρέφονται στους δημαγωγούς. Δυο νέες αιρέσεις ξεπετάχτηκαν σε ελάχιστο χρόνο· μονοφυσίτες και νεστοριανιστές. Ο Θεοδόσιος, μονάχα στον θρησκευτικό τομέα δρούσε χωρίς επιτήρηση και στήριξε τον νεστοριανισμό, εξοργίζοντας τους 'ορθόδοξους'.

Η Ευδοκία, από πλευράς της, θέλησε να διαδώσει την Ελληνική Παιδεία στη Βασιλεύουσα. Ίδρυσε το Πανδιδακτήριο, όπου τα Ελληνικά είχαν πρωτεύουσα θέση, με τα Λατινικά να υστερούν και να περιορίζονται. Εξέδωσε διάταγμα οι διαθήκες να συντάσσονται στην ελληνική γλώσσα, αλλά εμφανίστηκαν κι οι πρώτες γνωστές δικαστικές αποφάσεις στην ελληνική. Ταυτοχρόνως, η ελληνική χρησιμοποιούνταν προοδευτικά και σε ορισμένους τομείς της διοικήσεως. Έτσι, εδραιώθηκε ο εξελληνισμός της Αυτοκρατορίας, χάρη στην ταπεινή κόρη ενός νεοπλατωνικού φιλοσόφου από την Αθήνα.

Η Πουλχερία, παρόλο που δεν το επεδίωξε, ξεκίνησε να ζηλεύει παθολογικά την Ευδοκία. Ο λαός τη λάτρευε, την επευφημούσε όπου πήγαινε, την ονόμαζε πλέον Αύγουστο, αφού αυτή ουσιαστικά διοικούσε, και τη φώναζε Μάνα των Ρωμαίων. Τότε, αποφάσισε να λάβει τα μέτρα της και να την εξαφανίσει από το παλάτι για πάντα.

Συμμάχησε με τον Χρυσάφιο, του υποσχέθηκε τιμές και χρυσάφι και ταυτόχρονα παντρεύτηκε έναν στρατηγό, τον Μαρκιανό, αφού πρώτα τον ξόρκισε να μην την αγγίξει ποτέ, για να μείνει σε όλη της τη ζωή παρθένα. Με έναν άνδρα στο πλευρό της, επανέφερε λίγο από το παλιό της κύρος.

Η Ευδοκία, αφού πάντρεψε την Πριγκίπισσα Ευδοξία με τον διάδοχο της Δυτικής Ρωμανιάς, τον Βαλεντίνιαν, κι έγινε η κόρη της Αυγούστα της Δύσης, έφυγε από τη Βασιλεύουσα, για να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους, που ήταν όνειρο ζωής για εκείνη. Το έτος 437, στα τριάντα έξι της χρόνια, μετέβη στα Ιεροσόλυμα, προσκύνησε και παρέμεινε δυο χρόνια, συνεπαρμένη από την ιερότητα του τόπου. Μόλις επέστρεψε στη Βασιλεύουσα, έπεισε τον Θεοδόσιο να ανεγείρει χρήσιμα έργα για τα Ιεροσόλυμα.

Τότε, άδραξε την ευκαιρία ο Χρυσάφιος και επηρέασε με την πανουργία του τον Θεοδόσιο, ώστε δημιουργήθηκαν προβλήματα στην ως τότε τέλειο γάμο των Αυγούστων. Ο ευνούχος κατάφερε να τον πείσει ότι η Ευδοκία είχε εραστή τον ανώτατο αξιωματούχο του παλατιού Παυλίνο. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο Παυλίνος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο.

Τότε, η Ευδοκία συνειδητοποίησε ότι αν παρέμενε στη Βασιλεύουσα, τα προβλήματα κι οι τριβές στον γάμο δε θα σταματούσαν ποτέ. Αισθάνθηκε ότι η Πουλχερία κι ο Χρυσάφιος την είχαν νικήσει κατά κράτος. Αγανακτισμένη κι αδικημένη, έφυγε για τους Αγίους Τόπους το 443 κι έμεινε εκεί ως το τέλος της ζωής της, το 460. Δε γύρισε πίσω ούτε όταν ο Θεοδόσιος πέθανε πέφτοντας από το άλογό του το 450.

Μόλις πέθανε ο Θεοδόσιος, αντί να τον διαδεχθούν η κόρη κι ο γαμπρός του, επενέβη η Πουλχερία και στέφθηκε μαζί με τον Μαρκιανό Αυγούστα των Ρωμαίων. Επίσημος Αυτοκράτορας ήταν ο Μαρκιανός, όμως μονάχα τον στρατό διοικούσε, όλη την υπόλοιπη διακυβέρνηση είχε αναλάβει η Πουλχερία. Η σκληρή Πριγκίπισσα με την ατσάλινη θέληση και την αστείρευτη φιλοδοξία πέθανε τον Ιούλιο του 453, σε ηλικία πενήντα τεσσάρων ετών, κι ο Μαρκιανός, που την είχε αγαπήσει πραγματικά, δεν νυμφεύθηκε ξανά και πέθανε άτεκνος.

Μόλις η Ευδοκία πληροφορήθηκε τον θάνατο της Πουλχερίας, προσευχήθηκε για την ψυχή της και αναστέναξε, θυμούμενη το τεράστιο κακό και το τεράστιο καλό που της είχε κάνει. Στην Ιερουσαλήμ, έκανε μεγάλα έργα κι ασχολήθηκε με τη συγγραφή και τη μελέτη των ιερών κειμένων. Έγραψε ποιήματα, ύμνους για τον σύζυγό της, μέχρι και την Αγία Γραφή σε ομηρικούς στίχους και κοιμήθηκε ήσυχη, χωρίς πόνο και βάσανα στο αγνό της μυαλό.

Η Αθηναΐς κι η Πουλχερία πολέμησαν και συνεργάστηκαν μεγαλουργώντας όσο κανένα άλλο δίδυμο γυναικών ή ανδρών στην ιστορία της Ρωμανίας...

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Αυτό ήταν λοιπόν!

Πώς σας φάνηκε;

Στο επόμενο διήγημα, που θα έρθει πολύ νωρίτερα από αυτό, θα δούμε δυο ευνούχους! Τώρα που ξεκινήσαμε να τους αναφέρουμε δε θα τελειώνουμε!

Ποιοί λέτε να είναι;

Στοιχείο: Έδρασαν στην εποχή της Εικονομαχίας!

Μέχρι το επόμενο διήγημα, να είστε όλοι καλά και να προσέχετε τους εαυτούς σας!

Υ.Γ. Το επόμενο κεφάλαιο θα ανεβεί όταν αυτό εδώ φτάσει τις 12 ψήφους :)

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top