κεφάλαιο 6°

Πρωτόγνωρα Παιχνίδια

°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°

Λευκαδα...

Η Ξανθίππη κοίταζε μέσα από το τζάμι μαγεμένη με το άγριο τοπίο μπρος στα μάτια της. Είχαν αποφασίσει να πάνε αεροπορικώς μέχρι ένα σημείο και μετά να νοικιάσουν αμάξι και να διασχίσουν την γέφυρα ώστε να φτάσουν οδικώς εκεί. Ηταν το μοναδικό νησί που μπορούσε να πάει κάποιος με το αυτοκίνητο σε όλη την Ελλάδα.

Μπαίνοντας στο νησί αντίκρισε γκρεμούς ...
Όμορφα καταγάλανα νερά και φύση.
Ήταν μαγικά...

Ο Άρης οδηγούσε, ο Φάνης ήταν δίπλα του και τα κορίτσια πίσω.

"Που είναι το ξενοδοχείο. Κουράστηκα λιγάκι είναι η αλήθεια..." είπε η Μάγδα βλέποντας ότι έφτασαν

"Έχουμε λιγη ώρα ακόμα. Δεν είναι ξενοδοχείο, σπιτάκια είναι σε απομακρυσμένη παραλία Μάγδα μου..." απάντησε ο Άρης

"Ξενοδοχείο δεν είχες πει;"

"Άλλαξα γνώμη. Καλύτερα εκεί. Έχει και πιο όμορφα τοπία..."

"Ζωή θα έχει;" αστείευτηκε η Μάγδα

"Εσύ τι λες;"

"Έτσι που το παρουσίασες νόμιζα ότι θα μας πας στα κατσαβραχα"

"Δε βλέπω πουθενά κατσαβραχα στο νησί..." παρατήρησε ήρεμος. "Τέλος πάντων. Από τα σπιτάκια θα έχουμε δέκα λεπτά διαδρομή για τη κοντινή πόλη. Θα μείνουμε κοντά στη παραλία Πασά... Δύο καταλύματα είναι πάνω στο κύμα... Για ποτό θα πάμε παραδίπλα το βράδυ αν θέλετε. Έχει μικρές σπηλιές και βράχια. Είναι πολυ όμορφα..."

"Ρομαντικά..." πετάχτηκε ο Φάνης γυρίζοντας προς τα πίσω

"Έχει και beach bar;"

"Κάτι έχει ρε Μάγδα. Για τη παραλία άλλωστε θα περπατήσουμε λίγο αλλά αξίζει..."

"Πολύ σιωπηλή είσαι...." Η Μάγδα γύρισε προς τη Ξανθίππη

"Απολαμβάνω απλά τη θέα... Είναι πανέμορφα..."

"Πράγματι. Ποτέ δεν ήρθαμε..."

"Για όλα υπάρχει η πρώτη φορά κορίτσια! Θα σας πάμε στα σπιτάκια και εμείς θα φέρουμε προμήθειες. Δε τους είπες το καλύτερο ρε Άρη!" Είπε ο Φάνης

"Τι πράγμα;" Ρώτησε περίεργα η Μάγδα

"Από τη πάνω πλευρά στα σπιτάκια έχει μπαράκι. Οπότε μη σκατε!"

"Ε γιατί δε το λέτε τόση ώρα ρε παιδιά;" η Μάγδα ξετρελαθηκε

"Έχει σημασία; Μόνοι μας δε μπορούμε να περάσουμε όμορφα;" πετάχτηκε ο Άρης κοιτώντας από το καθρέφτη την Ξανθίππη

"Εννοείται αγάπη μου. Απλά ένα μπαράκι όσο να ναι, κάνει τη διαφορά..."

Ο Άρης δε της απάντησε...

Μισή ώρα αργότερα είχαν φτάσει.

Ο Άρης πάρκαρε το αμάξι και κατέβηκαν.

"Αυτά είναι;" αναφώνησε η Μάγδα. "Αυτά δεν είναι σπιτάκια Άρη ... Βίλες είναι .." είπε άναυδη.

"Για σένα είναι βίλες. Εγώ βλέπω τέσσερις τοίχους"

"Έλα, δε θέλω ειρωνίες!" Κατέβηκε και η Ξανθίππη με τον Φάνη και ο Άρης έβγαλε ένα ζευγάρι κλειδιά από τη τσέπη του.

"Ποιο θέλετε;" ρωτησε

"Δεν έχουμε θέμα..." Απάντησε η Ξανθίππη

"Ωραίο κρεβάτι να έχει και ότι να ναι, αδερφέ...!" χαριτολογησε το Φάνης και ο Άρης έστρεψε το βλέμμα πάνω του.
Του πέταξε ένα ζευγάρι κλειδιά και εκείνος τα έπιασε

"Πάρτε το αριστερό..."

"Έλα αγάπη μου, κάτσε να βγάλω τις βαλίτσες..." Ο Φάνης έβγαλε τα πράγματα και άρχισε να τα βάζει στο σπίτι μα η Ξανθίππη γύρισε προς τη παραλία και ξεκίνησε να περπατά.

"Άρη;! Έχει και κουζίνα!" Η Μάγδα είχε ήδη μπει μέσα μα σημασία δε της έδωσε. Ακολούθησε τη Ξανθίππη. Υπήρχαν μερικά δέντρα και ένα κολπακι πριν βγεις στη θάλασσα.

"Όμορφα έτσι;" στάθηκε πίσω της μόλις πέρασαν τα δέντρα και την αγκάλιασε

"Καιρό είχαμε..." του είπε γλυκά αφήνοντας το κεφάλι της να γύρει προς τα πίσω

"Όντως μωρό μου..."

"Άρη;"

"Τι είναι...;"

"Θα ανάψουμε το βράδυ φωτιά; Όπως τότε... Θυμάσαι; Που πήγα πενταήμερη και έσκασες μύτη με τη μηχανη.. Ανάβαμε φωτιά το βράδυ και το έσκαγα από το ξενοδοχείο... Θυμάσαι τη πρώτη νύχτα που ήπια; Πω... Δε θυμάμαι τίποτα σχεδόν. Μόνο ότι ήσουν έξαλλος την επόμενη μέρα και δε μου έδωσες να πιω ξανά..."

"Λες να μη θυμάμαι;" Ο Άρης αναστεναξε και έκανε μια μεγάλη παύση στις αναμνήσεις "Άκουγα μετά τη γκρίνια του Φάνη δύο εβδομάδες που δε του είπα τίποτα και ήρθα μόνος..."

"Ακόμα δε μου είπες τι έγινε εκείνη τη πρώτη βραδιά... Μετά το μπουκαλάκι έσβησα και ήσουν έξαλλος..."

"Τίποτα δεν έγινε. Ήπιες... Εκνευρίστηκα. Αυτό ήταν όλο..."

"Περάσαμε τέλεια όμως εκείνες τις μέρες..."

"Και τώρα θα περάσουμε όμορφα..."

Η Ξανθίππη χαμογέλασε

"Κοντά σου να 'μαι... Κι ας έχει κύματα..." είπε γνωστούς στίχους

"Ακριβώς..."

"Ακόμα δε μου είπες αν σου άρεσε ο βοριάς..." η Ξανθίππη αναστεναξε "Πάντα μου έλεγες αν σου άρεσαν τα τραγουδάκια μου..."

"Θα σου απαντήσω άλλη στιγμή..."

"Γιατί;"

Ο Άρης χαμήλωσε το κεφάλι του στο λαιμό της, έκανε στην άκρη τα μαλλιά της και άφησε την ανάσα του να σκάσει σαν δροσερός αέρας πάνω στην σάρκα της... Η Ξανθίππη ανατριχιασε αμέσως...

"Γιατί αν φυσήξω, θα τα διαλύσω όλα μωρό μου..."

"Τι κάνετε εδω ρε παιδιά!" Η Μάγδα εμφανίστηκε και ο Άρης τράβηχτηκε αμέσως από τη Ξανθίππη. "Πωωω πόσο όμορφα..." αποκρίθηκε κοιτώντας τη παραλία "Άρη, έλα!" έβγαλε τα ρούχα της και τον έπιασε από το χέρι "Πάμε για μπάνιο!"

"Τώρα ρε Μάγδα;!"

"Ναι ναι! Έλα!" Άρχισε να τον τραβάει και σε λίγο είχαν κατέβει τα βραχάκια και μπήκαν στο νερό. Η Ξανθίππη έμεινε να τους κοιτάζει. Η Μάγδα έλαμπε. Τον έπιανε, τον φιλούσε, τον αγκάλιαζε. Δεν ήταν η πρώτη φορά που τους έβλεπε μα το θέαμα την ενόχλησε ύστερα από λίγο αυτή τη φορά.

°°°°°°°°

"Δεν είναι υπέροχο το νερό;" η Μάγδα τον είχε αγκαλιάσει ολόκληρο.

"Βαθιά είναι ... Δε το περίμενα" Της είπε και εκείνη έμπλεξε τα πόδια της στο κορμί του και πιάνοντας τον από το πρόσωπο, τον φίλησε παθιασμένα .. 

Τα μάτια του άνοιξαν πάνω στο φιλί ...
Κοίταξε ψηλά...
Η Ξανθίππη ήταν ακόμα εκεί...
Ο Φάνης όμως φάνηκε μετά από λίγο, την γύρισε και άρχισε να τη φιλάει εξίσου παθιασμένα...

°°°°°°°°°°°°°

Καβάλα
8 χρόνια πριν....

"Ξανθίππη το κινητό σου χτυπάει;"

"Ναι ρε Ειρήνη σε ευχαριστώ!"

"Η μάνα σου θα είναι. Και εμένα η δική μου με πήρε έξι φορές να δει αν φτάσαμε!"

"Άστα να πάνε..."

Η Ξανθίππη έβγαλε το κινητό της και χαμογέλασε αυθόρμητα

"Σου έλειψα ακόμα δεν έφυγα;" είπε βγαίνοντας στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου

"Μπορεί..."

"Πέντε μέρες θα είναι. Σιγά..."

"Το ξέρω ..."

"Φτάσαμε καλά... Μόλις μπήκαμε στα δωμάτια"

"Και αυτό το ξέρω..."

"Πώς το ξέρεις ρε Άρη με δουλεύεις;"

"Για κοίτα κάτω μωρό μου..."

Η Ξανθίππη έσκυψε από το μπαλκόνι και τον είδε πάνω στη μηχανή να της χαμογελάει.

"Είσαι τρελός ρε;" έκλεισε το τηλέφωνο και μπήκε μέσα.

"Που πας έτσι φουριοζα;!" Ρώτησε η Ειρήνη μα εκείνη άνοιξε τη πόρτα του δωματίου και κατέβηκε κάτω τρέχοντας.

"Ει!!!" Του όρμησε και κόντεψε να τον ρίξει από τη μηχανή. "Να με σκοτώσεις θες;"

"Είσαι βλαμμένος ρε..."

"Ξανθίππη κλαίς; Πας καλά;"

"Δε ξέρω γιατί κλαίω ρε Άρη. Παράτα με" γελούσε και έκλαιγε μαζί.

"Τράβα επάνω. Θα μας δουν και θα σε κράξουν... Άντε ντε! Τι με κοιτάς..."

"Είσαι ηλίθιος..."

"Το ξέρω..."

"Σαν πολλά δε ξέρεις;"

"Όχι μωρό μου... Αν ήξερα πολλά δε θα ήμουν εδώ τώρα... Άντε, πήγαινε και το βράδυ θα σε περιμένω..."

"Που θα πας;"

"Τι σε νοιάζει; Θα είμαι εδώ το βράδυ"

"Να είσαι καλό παιδί!" είπε χαμογελαστή

"Πάντα είμαι.." η Ξανθίππη πέρασε το δρόμο μα πριν μπει στο ξενοδοχείο σταμάτησε και τον κοίταξε. Το χαμόγελο της αστραφτε στα χείλη της.

°°°°°°°°°

"Γιατί βάζεις παπούτσια;"

"Ειρήνη θα με καλύψεις αν γίνει κατι;"

"Ξανθίππη που πας;"

"Έχω ένα φίλο εδώ μωρέ... Θέλω να τον δω"

"Αα... Γκομενάκι;"

"Φίλος είναι..."

"Καλά καλά. Έχε το κινητό μαζί σου. Ο έλεγχος σταμάτησε. Όλοι θα κοιμούνται άλλωστε. Πρωτη μέρα και ούτε μας έβγαλαν... Σα δε ντρέπονται"

"Έλα, αύριο θα μας βγάλουν... Λοιπόν έφυγα!"

"Καλά να περάσεις!"

Η Ξανθίππη άνοιξε σιγανα τη πόρτα και κατέβηκε.
Ο Άρης ήταν εκεί μόλις κατέβηκε.

"Βάλε κράνος"

"Μακριά θα πάμε;"

"Δεν έχει σημασία... Και πέντε μέτρα να πάμε βάλε κράνος..." Η Ξανθίππη το φόρεσε και σκαρφάλωσε στη μηχανή. Ο Άρης ξεκίνησε και σε λίγα λεπτάκια βρέθηκαν σε ένα απομερο κολπακι.

"Ουαου... Έκανες και έρευνα;" του είπε κατεβαίνοντας

"Σιγά μην έκανα και έρευνα. Μάτια δεν έχω;"

"Και γιατί με έφερες εδώ; Πήρες τελικά απόφαση να με σκοτώσεις;"

"Μπράβο ρε σαΐνι! Το βρήκες... Έλα.." την έπιασε από το χέρι και κατέβηκαν τα βράχια.
"Κρυώνεις;"

"Λιγάκι. Δεν ήξερα ότι θα έρθουμε στη θάλασσα..."

"Περίμενε... Θα σε φτιάξω!"

"Τι θα κάνεις;"

"Θα ανάψω φωτιά ρε Ξανθίππη!"

"Με τι;"

"Με τσακμακόπετρες! Με τι ρε πουλάκι μου; Με βενζίνη, ξύλα και αναπτήρα..."

Σε λίγη ώρα η φωτιά είχε ανάψει.

"Πώς και δεν ήρθε ο Φάνης;"

"Όλα πρέπει να τα ξέρει ο Φάνης;"

"Υποθέτω πως όχι;" του είπε χαμογελαστή

"Έχει ματσάκι σήμερα ..." Ο Άρης έβγαλε το κινητό του

"Καλά ρε... Ήρθες μέχρι τη Καβάλα για να δούμε το ματς;"

"Και ναι και όχι..."

"Πότε θα παραδεχτείς ότι δεν αντέχεις μακριά μου;" Τον κορόιδεψε

"Μεγάλη ιδέα έχεις για τον εαυτό σου!"

"Δεν έχω μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου... Λέω απλά την αλήθεια. Ίσως τη δική μου αλήθεια... Χάρηκα πολύ που είσαι εδώ..."

Ο Άρης έβγαλε από το μπουφάν ένα μπουκαλάκι, το άνοιξε και ήπιε...

"Νερό είναι;"

"Εσύ τι λες;" της είπε πονηρά

"Έφερες τσίπουρο ρε;!"

"Βότκα είναι. Θέλεις; Τώρα έγινες δεκαοχτώ. Μαλακίες δεν έχει..."

"Μπορώ να δοκιμάσω;"

Ο Άρης της έδωσε το μπουκάλι "Μια γουλιτσα... Μη σε βαρεσει και τρέχω μετά"

"Σιγά που θα με βαρεσει..."

Μικρή ώρα αργότερα η Ξανθίππη χόρευε μόνη της στην ακροθαλασσιά

"Ρε Άρη έλα!"

"Ξανθίππη μαζέψου!"

"Έλα να κάνουμε μπάνιο!"

"Μαζί σου δεν κάνω μπάνιο ξανά. Έλα εδώ τη τρέλα μου!"

"Είσαι κακός..."

"Θα σου λέγα τι είμαι αλλά δε μου πάει η καρδιά να βρίσω τον εαυτό μου..."

Η Ξανθίππη άρχισε να γδυνεται και εκείνος σηκώθηκε αμέσως

"Ξανθίππη τρελάθηκες;"

"Ζεσταίνομαι..." Έμπλεξε τα χέρια της γύρω από το λαιμό του και χαμογέλασε μεθυσμένα "Έλα να κάνουμε μπάνιο..."

"Σε πείραξε... Δε θα ξαναπιεις τίποτα. Έλα..."

"Όχι!" Πεισμωσε πατώντας κάτω τα πόδια της

"Μαλάκα πως θα σε πάω έτσι πίσω στο ξενοδοχείο... Ξανθίππη μαζέψου!"

"Θέλω μπάνιο... Θάλασσα..." Η Ξανθίππη ξεκουμπωσε το σουτιέν της και εκείνος έβγαλε αμέσως τη μπλούζα του και τη κάλυψε

"Τρελάθηκες;"

"Σιγά το θέαμα μωρέ Άρη... Δύο λεμονακια είναι .." Κορόιδεψε τον εαυτό της.

"Σε ικετεύω ... Θέλεις να πέσω στα πόδια σου; Έλα να ντυθούμε να σε πάω πίσω ... Μισό μπουκάλακι ήπιες ρε Ξανθίππη. Πώς διάολο σε πείραξε...!"

"Εντάξει..." είπε ξαφνικά και εκείνος ξεφυσησε ανακουφισμένος

"Πάω να σου φέρω μια δεύτερη μπλούζα μου γιατι αυτή την εβρεξες και έρχομαι. Μη το κουνήσεις από δω!"

"Όχι. Στο υπόσχομαι!"

Ο Άρης πήγε στη μηχανή μα γυρίζοντας φρικαρε

"Ρε φίλε τι κάνεις!"

"Μπάνιο!"

Η Ξανθίππη έβγαλε τη μπλούζα με την οποία καλυπτε το στήθος της, είχε βγάλει και τη φόρμα και ήταν μόνο με το εσώρουχο της μέσα στη θάλασσα μεχρι το γόνατο.

"Βγες έξω!"

"Έλα βγάλε με..." είπε χαμογελαστή χωρίς να γυρίσει.

"Μαλάκας είμαι... Αυτό είμαι"

"Άρη νομίζω κάτι πάτησα!"

"Τι πάτησες ανάθεμα σε;!"

"Δε ξέρω!"

Ο Άρης έβγαλε τα παπούτσια του και πήγε προς το νερό.

"Κάνε δύο βηματακια προς τα έξω να σε πιάσω ..."

"Δε μπορώ..."

"Πιάσε το χέρι μου ρε Ξανθίππη!" της άπλωσε το χέρι και εκείνη τον έπιασε δυνατά και τον τράβηξε μέσα γελώντας

"Θα σε πνίξω μα τη Παναγία!" της είπε μα εκείνη σημασία δε του έδωσε. "Τόσα χρόνια και ακόμα πέφτω στις μαλακίες σου..."

"Σταμάτα να γκρινιάζεις πια..." Η Ξανθίππη τον πλησίασε και σκαρφάλωσε πάνω του.

"Έχεις πιει. Είσαι γυμνή. Φυσάει και δε ξέρεις τι κάνεις..."

"Κράτησε με να πάμε μέσα..."

"Πριν τρία χρόνια σου είπα ότι δε θα το κάνουμε ξανά..."

"Κράτα με..." είπε κοιτώντας τον και έσκυψε στο λαιμό του. Εγλυψε την αλμύρα της θάλασσας και του χαμογέλασε
"Στο χρωστούσα αυτό..." Ο Άρης δεν απάντησε. "Σου υπόσχομαι πως αν με πας πιο μέσα θα βγω σαν καλό κορίτσι και θα φύγουμε..."

"Έχεις πιει..."

"Μια χαρά είμαι .."

"Όχι δεν είσαι..."

Τον έπιασε από το πρόσωπο και άφησε τα δάχτυλα της να χαϊδεψουν τα βρεγμένα του μαλλιά ενώ με τά πόδια της , τον εσφιγγε δυνατά σαν να ήταν δαγκάνες ..

"Φίλα με..." ζήτησε και εκείνος τα έχασε...

"Ξανθίππη θα σε βγάλω σηκωτη!"

"Πέρασαν τρία χρόνια..."

"Ναι αλλά τώρα ξέρεις να φιλάς..." της είπε παίρνοντας μια βαθιά ανάσα... "Και είσαι μαζί με το Φάνη. Τι λες...;"
Εκείνη σκαρφάλωσε κάπως καλύτερα πάνω του ενώ τα χέρια του ήταν ακόμα σαν κλαράκια στο νερό. Ούτε που την άγγιζε.
"Πάμε έξω..." ο Άρης σοβαρεψε

Η Ξανθίππη τον έπιασε αξαφνα από το πρόσωπο και προσπάθησε να τον φιλήσει μα ο Άρης την γραπωσε από τα μπράτσα και την τράβηξε μακριά του.

"Είσαι σοβαρή;" της είπε μα εκείνη γέλασε "Φουλ πιωμενη είσαι ..." παρατήρησε

Και πράγματι ήταν....
Όσο πήγαινε χειροτέρευε περισσότερο.

"Άγγιξε με..."

"Όχι. Πάμε έξω"

Την κράτησε αναγκαστικά από τα οπίσθια για να μη κάνει καμία μαλακία και την έβγαλε έξω ενώ εκείνη ήταν ακόμα γραπωμενη από πάνω του. Μόλις έφτασαν πλαι στη φωτιά , η Ξανθίππη πάτησε κάτω τα πόδια της και ξάπλωσε χωρίς να την ενδιαφέρει. Ο Άρης κάλυψε τα στήθη της με τη μπλούζα και εκείνη αναστεναξε

"Βλέπεις;" του είπε ξαφνικά

"Τι να δω... Πόσο μαλάκας είμαι που σε άφησα να πιεις;"

"Όχι ρε Άρη..."

"Τότε;"

"Ότι ποτέ σου δε θα με δεις σαν γυναίκα... Αυτό δε βλέπεις..."

"Πώς να σε δω; Πώς!" φώναξε αγανακτισμένος  "Πες μου!"  σηκώθηκε και άρχισε να κόβει βόλτες γύρω από τη φωτιά "Τι να δω;! Τη γκόμενα του αδερφού μου; Τη κολλητή μου; Το κοριτσάκι που μεγάλωσα; Πώς να σε δω σαν γυναίκα!" της φώναξε "Και τι θες επιτέλους! Τη φιλία μου, ή τον έρωτα μου ρε Ξανθίππη;"

"Τα πάντα σου θέλω..." την άκουσε να ψιθυρίζει έκπληκτος και είδε τα βλέφαρα της να κλείνουν...."Μα τώρα είναι αργά..."

°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°

Παρόν.
Λευκάδα

"Είναι υπέροχα! Ομολογώ ότι δε το περίμενα έτσι..." Η Μάγδα ήταν ενθουσιασμένη "Να βάλω το κόκκινο η το λευκό;"

"Οποίο θέλεις βάλε. Αλλά κάνε γρήγορα. Μας περιμένουν ρε πουλάκι μου..."

Είχαν μαζευτεί στα σπιτάκια εδώ και ώρα και αποφάσισαν τελικά να τσιμπήσουν κάτι στα γρήγορα και να βγούνε για ποτό.
Κύλησε ήρεμα σχετικά η μέρα. Τα αγόρια πήγαν να κάνουν ψώνια , τα κορίτσια έστρωσαν τα σπίτια και όλα πήγαν καλά.

"Έτοιμη είμαι..."

"Μια χαρά κούκλα είσαι. Πάμε;"

"Ούτε που με κοίταξες ρε Άρη..." Παρατήρησε κάπως θιγμενα

"Σε κοίταξα..."

"Μήπως να γδυθω και να μη πάμε πουθενά;" του είπε πονηρά

"Όχι σήμερα. Άντε πάμε..."

Βγήκαν έξω και ο Φάνης ήταν ήδη στο αμάξι

"Η Ξανθίππη;" ρώτησε η Μάγδα

"Έρχεται. Άφησε το πιστολάκι στη πρίζα και πήγε να το βγάλει..."

Η πόρτα άνοιξε και η Ξανθίππη βγήκε.

"Φάνη έχεις τα κλειδιά;" ρώτησε

"Ναι αγάπη μου, έλα..."

Μόλις γύρισε και άρχισε να κατεβαίνει η Μάγδα τρελάθηκε.

"Σοβαρά τώρα....;"

"Χάλια είμαι;"

"Ξανθίππη πας καλά; Πρώτη φορά σε βλέπω έτσι... Μια κούκλα είσαι..."

Είχε αφήσει βρεγμένα τα μαλλιά της και αποφάσισε να βάλει ένα μαύρο δαντελωτό φόρεμα που έδειχνε τη σάρκα της και από κάτω μαγιό.

"Σιγά ρε Μάγδα... Σε νησί είμαστε.."

"Εγώ το βρίσκω υπερβολικό ένα τσακ..." πήρε θέση ο Φάνης "Αλλά αφού της αρέσει δε μου πέφτει λόγος..."

"Ξανθίππη πήγαινε να αλλάξεις..." μίλησε ο Άρης ξαφνικά τραβώντας τα βλέμματα πάνω του.

"Τι λες;" Του είπε σοβαρή και κατέβηκε αλλά και εκείνος ήταν εξίσου σοβαρός

"Να, νοήμων άνθρωπος!" Βρήκε ευκαιρία να σχολιάσει ο Φάνης

"Δεν αλλάζω!"

"Ξανθίππη πήγαινε να βάλεις κάτι από μέσα..."

"Σε νησί είμαστε. Όλοι μαγιό φοράνε..."

"Αυτό δε μοιάζει με μαγιό Ξανθίππη!"

"Εντάξει φέρνει λίγο σε μαύρα εσώρουχα είναι η αλήθεια..." πήρε θέση η Μάγδα "Αλλά είναι κούκλα ρε παιδιά. Και εσένα τι σε νοιάζει ρε Άρη και το κάνεις θέμα; Πριν τρία χρόνια όταν είχαμε πάει σε εκείνο το πάρτυ με τα δίχτυα δεν είχες θέμα!"

"Τότε τη συνόδευα εγώ Μάγδα... Τώρα τη συνοδεύει ο Φάνης. Δε γουστάρω υστεριες!"

"Αααα δεν έχω θέμα. Τα ξεκαθαρίσαμε αυτά..." Πετάχτηκε ο Φάνης.

"Εντάξει. Κανόνισε να κάνεις καμιά μαλακία τότε..." του είπε ο Άρης κοιτώντας τον άγρια μα δευτερόλεπτα αργότερα έσυρε το βλέμμα του στη Ξανθίππη . Ήταν πανέμορφη μα ήξερε ότι ο Φάνης καταβαθος έβραζε.

"Φοβάστε μη με κλέψει κανείς;" ειρωνεύτηκε για να σπάσει το κλίμα και ο Φάνης γέλασε

"Κανένας δε μπορεί να σε κλέψει από μένα αγάπη μου..."

"Εκτός κι αν αποφασίσω να φύγω. Να τα λέμε και αυτά..."

"Ναι, ξέχασα... Έχεις χιούμορ τώρα τελευταία .."

"Μπορεί και να έχω..."

Η Μάγδα μπήκε στο αμάξι , ο Φάνης κάθισε στη θέση του συνοδηγού και η Ξανθίππη έκανε το κύκλο για να κάτσει και εκείνη. Λίγο πριν μπει  όμως σταμάτησε και κοίταξε τον Άρη που έστεκε στη πόρτα του οδηγού.

"Να είσαι φρόνιμη..." της ψιθύρισε

"Θα προσπαθήσω..." η Ξανθίππη του έκλεισε το μάτι και μπήκε και εκείνη στη θέση της...

"Δώσε μου δύναμη θεέ μου..." Ο Άρης αναστεναξε, κάθισε και έβαλε μπρος....

🥳🥳🥳🥳

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top