Κεφάλαιο 9°

Χιλιόμετρα πολλά έκανα για σένα ....
Κι εσύ;
Εσύ μόνο δύο βήματα....
Μόνο εγώ για εμάς είχα αισθήματα..

°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°

"Καλημέρα αγάπη μου ..." Ο Φάνης την αγκάλιασε και τεντώθηκε "Ένα κεφάλι καζάνι έχω ..." η Ξανθίππη γύρισε με τη πλάτη προς το μέρος του. Δεν είχε πάνω από είκοσι λεπτά που επέστρεψε. Τα μάτια της ήταν ακόμα κατακόκκινα από το κλάμα. Ο Φάνης έκανε κίνηση να τη χαϊδεψει κάτω από τα σεντόνια μα εκείνη τραβήχτηκε.

"Νυστάζω Φάνη μου.."

"Έλα ρε αγάπη μου... Μου έχεις λείψει" Φίλησε τη πλάτη της και εκείνη τραβήχτηκε πάλι. "Εντάξει. Δε θα σε πιεσω... Να φτιάξω καφεδάκι;"

"Ναι. Πήγαινε και έρχομαι σε λιγάκι ..." την φίλησε απαλά στο κεφάλι και σηκώθηκε. Η Ξανθίππη κράτησε στις παλάμες της το σεντόνι σφιχτά. Τα δόντια της ετριξαν μεταξύ τους. Δεν ήξερε πώς να νιώσει. Ήταν θυμωμένη. Αυτό ήταν το μόνο ξεκάθαρο συναίσθημα μέσα της.

"Ξανθίππη!" Φώναξε από μέσα ο Φάνης. "Σήκω ματια μου, ξύπνησαν και τα παιδιά. Μου έστειλαν να πάμε έξω για καφέ!" τον άκουσε και έσφιξε τις γροθιές της.

"Έρχομαι σε πέντε λεπτά" του είπε και τινάζοντας το σεντόνι σηκώθηκε. Πήγε στο μπάνιο, έριξε λίγο νερό στο πρόσωπο της και κοίταξε το είδωλο της. "Ένα γαμησι Ε;" ψέλλισε τη λέξη που την εξόργιζε και έβγαλε τα καλλυντικά της. Βάφτηκε στα γρήγορα και βγήκε στο δωμάτιο. Άνοιξε τη βαλίτσα της και άρχισε ένα ψάχνει τρελαμενη ώσπου το βρήκε. Έβγαλε ένα κόκκινο φόρεμα που της έδωσε με το ζόρι η Μάγδα πριν φύγουν και το κοίταξε. Ήταν μίνι. Μικρό και στενό. Το φόρεσε, άφησε ελεύθερα τα μαλλιά της και πηγαίνοντας στο μπάνιο, άνοιξε ξανά τα καλλυντικά της. Έψαξε ένα πιο σκούρο κραγιόν που είχε, και έβαψε τα χείλη της.

Τα μάτια της γέμισαν δάκρυα ξανά...

"Δε θα σου κάνω τη χάρη!" γρυλισε και βγήκε.

"Ξανθίππη μου τελειώνεις; Μας περιμ...." Ο Φάνης έχασε τη λαλιά του βλέποντας την.

"Τι έπαθες;" τον ρώτησε παίρνοντας αδιάφορα το κινητό της.

"Είσαι... Είσαι πανέμορφη ..." ψέλλισε σαστισμένος "Πρώτη φορά βάζεις ένα έντονο χρώμα σε ρούχο... Λάμπεις..." του είχε πέσει το σαγόνι

"Ίσως ήρθε η ώρα για αλλαγή..." είπε και εκείνος χαμογέλασε

"Ότι θέλεις εσύ Ξανθίππη μου..."

"Πάμε;"

"Ναι, είναι στο αμάξι. Μας περιμένουν ..." Η Ξανθίππη όπλισε τον εαυτό της με θράσος και θυμό. Ο Φάνης άνοιξε και βγήκαν.

"Ναι ρε φίλε!" Η Μάγδα χοροπηδησε ενθουσιασμένη "Το έβαλες τελικά!" Ο Άρης της έριξε μια στιγμιαία ματια και μπήκε στο αμάξι.

"Τελείωνε ρε μωρό μου, τη κουβέντα θα πιάσετε; Θέλω καφέ..." είπε προς τη Μάγδα και η Ξανθίππη έπιασε το χέρι του Φάνη και κατέβηκαν.

"Δε θα πάθεις κάτι να περιμένεις ένα λεπτακι. Πολύ βιαστικος είσαι" Ο Άρης τη στραβοκοιταξε

"Δε θα περιμένω τα λουσα σου πρωί πρωί..."

"Δε σε κρατάει κανένας"

"Ρε παιδιά! Τι πάθατε πάλι πρωί πρωί;!" πήρε θέση ο Φάνης. "Άντε πάμε. Για καυγάδες ήρθαμε ή για να περάσουμε όμορφα;"

"Ακριβώς. Σήμερα θέλετε να πάμε στο σπήλαιο;" είπε η Μάγδα "Το είδα χθες καθώς ερχόμασταν. Έχει και κιόσκι να πιούμε το καφέ μας!"

"Και δε πάμε. Ωραίο ακούγεται. Άρη;" είπε ο Φάνης

"Πάμε όπου θέλετε. Μπείτε όμως μέσα να τελειώνουμε"

"Να κάτσω μπροστά σήμερα;" ρώτησε η Μάγδα το Φάνη

"Και τι με ρωτάς ρε. Εννοείται" η Μάγδα χαμογέλασε και μπήκαν στο αμάξι.

Ξεκίνησαν και εκείνη άπλωσε το χέρι στα μαλλιά του Άρη...

"Το βραδάκι μετά το φαγητό, θα πάμε κάπου σήμερα;" ρωτησε

"Θέλετε να ανάψουμε καμιά φωτιά;" απάντησε ο Φάνης

"Τι φωτιά μωρέ Φάνη!" απηυδησε η Μάγδα.

"Ότι θέλει το μωρό μου θα κάνουμε..." Ο Άρης έσκυψε και τη δάγκωσε το λαιμό ενώ η Μάγδα αστραψε ολόκληρη.

"Σταμάτα ρε Άρη... Δε με άφησες σε ησυχία από το πρωί!" είπε χαμηλά.

Η Ξανθίππη έμπλεξε τα δάχτυλα της. Τα είχε ματώσει σχεδόν με τα νύχια της.

"Γιατί δεν πάτε οπου θέλετε εσείς; Εμείς με το Φάνη θα ανάψουμε φωτιά... Να μείνουμε και λίγο μόνοι μας..." είπε μην αντέχοντας άλλο και είδε στιγμιαία το βλέμμα του Άρη να πέφτει πάνω της από το καθρέφτη αλλά συνέχισε ατάραχος να οδηγεί.

"Ωραία ιδέα... Ε Άρη;" είπε με ύφος ο Φάνης υπενθυμίζοντας του τη κουβέντα που έκαναν περί πρότασης

"Κάντε ότι θέλετε. Εμείς θα βγούμε"

"Ναι!" αναφώνησε η Μάγδα.

"Εμείς αγάπη μου, θα ανάψουμε φωτιά;" είπε ο Φάνης σιγανα

"Ότι θέλεις θα ανάψουμε..." Πέταξε πονηρά η Ξανθίππη και εκείνος χαμογέλασε ολόκληρος.

"Έκλεισε λοιπόν! Σήμερα έχει ρεπό η τετράδα!" αστείευτηκε η Μάγδα και ο Άρης άπλωσε το χέρι του στο μπούτι της και τη κοίταξε

"Κι αύριο μπορεί να έχει ρεπό αν γουστάρεις..." είπε πονηρά και εκείνη κοκκίνισε

"Σταμάτα ρε..." είπε σιγανα

"Ερωτευμένοι είμαστε μωρέ Μάγδα. Σιγά. Δικά μας παιδιά είναι!"

"Ναι ρε Άρη αλλά με πασπατευεις όλο το πρωί. Κρατήσου λίγο..."

"Προσπαθώ μωρό μου..." έσκυψε, της χάρισε ένα φιλί και ρουφηξε τα χείλη της.

Η Ξανθίππη έβρασε. Ήθελε να ορμήσει μπροστά να πιάσει το κεφάλι του και να το κοπανησει στο ταμπλό.

Η διαδρομή ήταν εφιαλτική.
Όταν έφτασαν στο καφέ, ο Άρης πήρε το πορτοφόλι του και βγήκε.

"Εγώ δε θέλω καφέ!" φώναξε η Ξανθίππη μα την αγνόησε.

"Πάνε πρόλαβε τον ρε αγάπη μου..." της είπε ο Φάνης

"Αυτό θα κάνω!"

Η Ξανθίππη άνοιξε και έτρεξε πίσω του.

"Τρεις σκετους και ένα μέτριο..." είπε στη κοπέλα

"Δύο σκετους και ένα μέτριο!" πετάχτηκε η Ξανθίππη φτάνοντας τον.
"Εγώ θέλω έναν εσπρέσσο κορρέτο!" είπε και απέφυγε να τον κοιτάξει. Τον ένιωσε να γυρίζει προς το μέρος της μα εκείνη συνέχισε να κοιτά τη κοπέλα

"Αλκοόλ πρωί πρωί; Δε κάνει Ξανθίππη μου... Πίνεις και μετά σε πειραζει" Την ειρωνεύτηκε "Δεν ξέρεις τι κάνεις, και με ποιον...."

"Κάνε δουλειά σου..."

"Αυτό κανω... Γουσταρες μήπως τόσο πολύ χθες που θες ένα ακόμα;" η Ξανθίππη συγκράτησε τη παλάμη της που ήταν έτοιμη να εκτοξευθεί στο πρόσωπο του και του χαμογέλασε

"Για ένα πήδημα, έχω και το γκόμενο μου. Ευχαριστώ, δε θα πάρω..."

"Αουτς.." της είπε ο Άρης έχοντας ένα πονεμένο χαμόγελο "Για αυτό τα πεταξες όλα έξω σήμερα;"

"Σου άρεσε μήπως εσένα το χθεσινό;" του αντιγυρισε δαγκώνοντας τα χείλη της "Έχεις γκόμενα και από ότι βλέπω δε την αφήνεις και σε ησυχία. Τράβα πηδήξου μαζί της να σου φύγει και η κάψα..."

"Αυτό εννοείται πως θα το κάνω μωρό μου..." είπε σιγανα σκύβοντας στο αυτί της και εκείνη γύρισε τόσο όσο ώσπου τα χείλη τους απείχαν εκατοστά . Το βλέμμα της έβγαζε σπίθες. Σπίθες θυμού, σπίθες έντασης... Ήθελε να τον χτυπήσει αλύπητα. Μανιασμένα... Μα αντί για όλα αυτά, χαμογέλασε πονηρά και τόλμησε να αγγίξει ένα τσακ τα χείλη του.

"Πάντως για ένα γαμησι, ήσουν καλός... Το ομολογώ..." του έκλεισε το μάτι και απομακρύνθηκε . ο Άρης δαγκωθηκε. Δεν είχε ξαναδεί αυτή τη πλευρά της. Ήταν σίγουρος ότι θα ήταν αμίλητη. Σκεπτική. Ότι θα ήταν ο εαυτός της. Με τις τύψεις της και με όλα της. Παρόλα αυτά από την ώρα που βγήκε από το σπιτάκι, ήταν άλλος άνθρωπος.

"Έτσι θα παίξεις μπαλιτσα;" ρώτησε και εκείνη σήκωσε το φρύδι της. Δεν του απάντησε. Του χάρισε ένα πονηρό χαμόγελο και έφυγε στο αυτοκίνητο....

°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°

"Εντάξει παραδεχτείτε το. Το σπήλαιο ήταν εξαιρετικό!" Η Μάγδα βούτηξε το ψωμί στη σαλάτα "Να πάμε πάλι!"

"Πολύ κόσμο είχε ρε Μάγδα τελικά. Δε μου άρεσε..." πήρε θέση ο Φάνης ενώ ο σερβιτόρος έφτασε και τους άφησε ένα ακόμα καραφακι ούζο.

Η πρωινή βόλτα ήταν ένα βήμα πριν το μπουρλότο. Ο Άρης φλέρταρε ασταμάτητα με τη Μάγδα. Εκείνη αντιδρούσε ανάλογα ενώ ο Φάνης με τη Ξανθίππη, τους άφησαν μόνους σε κάποια φάση και απομακρύνθηκαν. Η Ξανθίππη δεν υπολόγισε ούτε τύψεις ούτε τίποτα. Ο θυμός της τα ξεπέρασε όλα.

"Έλα μωρέ μια χαρά ήταν"

"Αγάπη μου, θέλεις μήπως να βγούμε και εμείς για ποτό σήμερα με τα παιδιά;" Ο Φάνης γύρισε προς τη Ξανθίππη σκεπτικός

"Γιατί;"

"Έβγαλε αέρα ρε αγάπη μου. Δε θα καταφέρουμε να ανάψουμε φωτιά..."

"Λίγος αέρας είναι..." είπε και έπιασε το βλέμμα του Άρη από απέναντι να σηκώνεται πανω της "Θα έχω εσένα Φάνη μου ..." συνέχισε χαμογελαστή "Γιατί να μη θέλω;"

Ο Άρης άδειασε το ποτήρι του, και το γέμισε πάλι.

"Βάλε και σε μένα..." Η Ξανθίππη του έδειξε το ποτήρι της και εκείνος έπιασε το καραφακι, το γέμισε και τη κοίταξε έντονα.

"Τι τρέχει μεταξύ σας σήμερα. Μύγα σας τσίμπησε;" απόρησε η Μάγδα. "Έτοιμοι να φαγωθειτε είστε..."

"Ιδέα σου είναι γλυκιά μου..." της απάντησε η Ξανθίππη. "Εμείς σαν αδερφάκια είμαστε... Ε Άρη μου;"

"Εννοείται....!" απάντησε όλο νόημα

"Πάντως Ξανθίππη μου, το κόκκινο σου πάει εξίσου! Πρέπει να πάμε για ψώνια στη Θεσσαλονίκη!" της είπε η Μάγδα ενθουσιασμένη

"Σαν χτυκιό είναι..." απάντησε ο Άρης και η Ξανθίππη φούντωσε

"Εεεεε τι λες ρε;" πήρε θέση ο Φάνης. "Περπαταει και τρίζουν τα πατώματα. Πας καλά;"

"Εγώ έτσι τη βλέπω ρε φίλε... Στη τελική, δε μπορώ να τη δω αλλιως. Τι να κάνουμε; Αν φορούσε η Μάγδα αυτί το φόρεμα θα της το είχα ξεσκίσει σε δευτερόλεπτα. Στη Ξανθίππη χάνει..." συνέχισε προκαλώντας φρενίτιδα στα νεύρα της.

"Ρε Άρη!" η Μάγδα επενέβη στο σχόλιο του μα εκείνος έστριψε ατάραχος ένα τσιγάρο

"Δε μας ενδιαφέρει η γνώμη σου... Έχεις αποδείξει στο παρελθόν άλλωστε τα γούστα σου..." έσταξε φαρμάκι η Ξανθίππη και η Μάγδα σκυθρωπιασε "Δεν εννοώ εσένα Μάγδα μου. Μην ανησυχείς..." Έσπευσε να την καθησυχάσει η Ξανθίππη

"Ρε παιδιά... Τι ένταση είναι αυτή; Ας χαλαρώσουμε λιγάκι..." Ο Φάνης εξυσε το κεφάλι του μπερδεμένος

"Χαλαροί είμαστε αδερφέ..." απάντησε ο Άρης ήρεμα

"Το βλέπω... Τέλος πάντων. Λέω να πάμε μαζί με τα παιδιά για ποτό. Θα ανάψουμε αύριο φωτιά. Τι λες αγάπη μου;"

"Πάμε. Δεν έχω θέμα" η Ξανθίππη γέμισε το ποτήρι της ξανά χαμογελαστή ενώ ο Άρης έσκυψε προς το αυτί της Μαγδας, της ψιθύρισε κάτι και εκείνη άλλαξε χίλια χρώματα.

"Σταμάτα πια..." είπε χαμηλά χαχανιζοντας

"Είναι αχόρταγο για σένα το παιδί. Μη τον παρεξηγεις!" Πετάχτηκε η Ξανθίππη

"Με τέτοια γυναικάρα πλάι μου πως να μην είμαι; Σόρρυ αλλά ώρες ώρες δε κρατιέμαι..."

"Εντάξει δε κάνατε και τίποτα" Είπε ο Φάνης "Αυτό είναι έρωτας..." συνέχισε κοιτώντας γλυκά τη Ξανθίππη και εκείνη έσκυψε, τον έπιασε τρυφερά από το πηγούνι και ανοίγοντας τα χείλη της, ρουφηξε τα δικά του απροκάλυπτα

"Καλέ!" η Μάγδα αναφώνησε γελώντας.

"Τι έπαθες;" ρώτησε η Ξανθίππη

"Δε ξέρω. Πρώτη φορά σας βλέπω έτσι..."

"Πώς έτσι;"

"Να τον φιλάς με τόσο πάθος. Δε ξέρω. Απλά μου άρεσε..."

"Είναι παθιαρα γυναίκα η Ξανθίππη μωρό μου, μη τη βλέπεις έτσι. Πιάνει πάγο και αυτός γινεται παγόβουνο!" κορόιδεψε και η Ξανθίππη του χαμογέλασε ειρωνικά

Ο Άρης έπιασε το καραφακι, γέμισε τα ποτήρια και γυρίζοντας , φίλησε τη Μάγδα.

"Πώς το πίνεις χωρίς πάγο ρε Άρη..." απόρησε εκείνη βλέποντας τον να κατεβάζει το ούζο.

"Ωραίο είναι... Θέλεις να δοκιμάσεις;" το βλέμμα της Ξανθίππης αστραψε. Τον είδε να πιανει το ποτήρι του , να το σέρνει ως τα χείλη της Μαγδας και σηκώθηκε χωρίς να το θέλει.

"Τι έπαθες αγάπη μου;" τρόμαξε ο Φάνης.

"Τίποτα. Πάω ένα λεπτακι στο μπάνιο..." Η Ξανθίππη έφυγε κακήν κακώς. Το μπάνιο ήταν βαθιά μέσα στο μαγαζί και το τραπέζι τους στην αμμουδιά. Περπατούσε και έβριζε. Ήταν έξαλλη. Δεν ήξερε τι σκατά να νιώσει με όσα γίνονταν και θύμωνε ακόμα περισσότερο. Το ούζο την είχε βαρεσει τόσο που το μόνο που ήθελε πραγματικά ηταν να επιστρέψει στο τραπέζι , να πιάσει το μπουκάλι και να του το σπάσει στο κεφάλι.

Άνοιξε τη πόρτα και μπαινοντας μέσα, έβαλε τις παλάμες της στο πάγκο. Χτύπησε δυνατά τα χέρια της και εξαγριώθηκε

"Παλιό μαλάκα!" φώναξε μέσα από τα δόντια της όταν ξαφνικά η πόρτα άνοιξε και εκείνος μπήκε μέσα.

"Τ.." η Ξανθίππη δε πρόλαβε να βγάλει λέξη. Την έπιασε και την πέταξε κόντρα στα πλακάκια πίσω της. Όρμησε έξαλλα στα χείλη της ενώ τα χέρια του, ανέβασαν το φόρεμα της ως τη μέση. Εκείνη αντέδρασε χωρίς να το ορίζει. Κλείδωσε τα πόδια της γύρω από τη μέση του , τα χέρια της αγκάλιασαν το κεφάλι του και σε λίγα δευτερόλεπτα ο Άρης ήταν μέσα της...
Το μπάνιο γέμισε μικρές κραυγές και εκείνος δάγκωνε κάθε σπιθαμή των χειλιών της. Ήταν άγριος. Μα εκείνη ήταν το ίδιο άγρια μαζί του...
Πάλευαν, δεν έκαναν σεξ...
Ξάφνου το κεφάλι της εγυρε προς τα πίσω  και εκείνος ένιωσε τα υγρά της να τον καίνε.
Έχοντας κόντρα το κορμί της στο τοίχο, άφησε το ένα του χέρι από το σώμα της και την έπιασε από τα μάγουλα. Έφερε το κεφάλι της στο βλέμμα του και κοιτώντας τη θυμωμένα, ρουφηξε τα χείλη της και βάθυνε το φιλί. Κραυγασε στα χείλη της, έκανε τρεις ωθήσεις μέσα της και εκείνη τσιτωσε ολόκληρη. Έμεινε να τη κρατάει λαχανιασμενος ύστερα από λίγο...
Τα βλέμματα τους, ζούσαν το ένα για το άλλο. Ήταν μόνο μια στιγμή...
Μια μεθυσμένη στιγμή που κράτησε κάποια λεπτά...

"Είσαι τρελός..." ψέλλισε ψάχνοντας την ανάσα της και εκείνος τη κατέβασε απαλά κάτω. Κούμπωσε το παντελόνι του και της χαμογέλασε.

"Τσιτωσε με κι άλλο μπορείς... Έτσι δεν είναι μωρό μου;..." την έπιασε από τα μάγουλα και εκείνη τραβήχτηκε ελαφρά μα δε την άφησε. Ρουφηξε απότομα τα χείλη της και τη κοίταξε έντονα. Νεύρα αλκοόλ και έρωτας ήταν ο χειρότερος συνδιασμός ανάμεσα τους τελικά...

"Τι θες ρε Άρη;" Είπε θυμωμένα  προσπαθώντας να στρώσει το φόρεμα της, και εκείνος γέλασε ακόμα περισσότερο

"Δε ξέρω..." είπε λέξεις που εκείνη του είπε ένα εκατομμύριο φορές και χωρίς να της ρίξει άλλο βλέμμα, βγήκε από το μπάνιο...

🤣🥳

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top