Κεφάλαιο 4°

Μη με κοιτάς μέσα στα μάτια ... Μη...

°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°

"Επιτέλους τελείωσα... Μου πήρε όλη τη νύχτα χθες τελικά. Δε φαντάζεσαι τους τύπους που έπρεπε να συμπληρώσω και να βρω.... Γύρω στις έντεκα αφού...."

Η Μάγδα μιλούσε μα η Ξανθίππη ήταν στα χαμένα. Κολλημένη στη θέα της θάλασσας.
Ακόμα μύριζε το αφρολουτρο του. Το πρωί έφυγε σαν τη κλέφτρα από το σπίτι. Κοιμόταν και δεν ήθελε να τον ξυπνήσει. Είχε πάνω από ένα χρόνο να κοιμηθεί εκεί και πάνω από τέσσερα χρόνια να κοιμηθεί εντελώς μόνη της μαζί του. Της είχε λείψει απίστευτα πολύ. Πάντα έκαναν περίεργες κουβέντες μερικές φορές και η χθεσινή ήταν μια από αυτές. Κάθε πρωί όμως, η πραγματικότητα ήταν εκεί και τους χτυπούσε όμορφα τη πόρτα για να τους πει καλημέρα. Είχε γίνει μια συνήθεια...
Ήξερε ότι αρπάχτηκε με το Φάνη. Δεν πίστεψε λεπτό το ψέμα του. Μα και η ίδια ήταν λίγο εκνευρισμένη μαζί του. Χρόνια τους είχαν ξεκαθαρίσει τη σχέση τους. Κάθε φορά που υπήρχε γκρίνια ήταν άσχημο. Δε της άρεσε καθόλου.

"Ξανθίππη είσαι εδώ;"

"Ε;" ρώτησε σαστισμένα

"Α καλά... Που ταξιδεύεις;"

"Πουθενά..."

"Σε ρωτάω εδώ και δύο λεπτά το κόκκινο ή το μαύρο;"

"Ποιο κόκκινο και ποιο μαύρο;"

"Τα εσώρουχα ρε Ξανθίππη! Τι να πάρω μαζί στη Λευκάδα;"

"Που να ξέρω ρε Μάγδα..."

"Δεν έτυχε ποτέ να ρωτήσω τον Άρη ποιο είναι το αγαπημένο του χρώμα. Θέλω όλα να είναι τέλεια στη Λευκάδα" αποκρίθηκε μπερδεμένη

"Και εγώ που θες να ξέρω τι χρώμα εσώρουχα προτιμάει ο Άρης, πας καλά;"

"Αμάν μωρέ Ξανθίππη! Εννοείται και δε θα ξερεις για τα εσώρουχα. Για το χρώμα σε ρωτάω. Ξέρω ότι του αρέσουν και τα δύο άλλα ίσως ένα τσικ παραπάνω;"

"Βάλε το κόκκινο" είπε αδιάφορα.

"Και μαγιό; Εσύ τι θα πάρεις;"

"Δεν ξέρω μωρέ Μάγδα"

"Έχεις κάτι σήμερα; Περίεργη είσαι..."

"Ναι, σκεφτόμουν να δώσω νωρίτερα το μάθημα να μην έχω τίποτα να σκάω στο ταξίδι" παραδέχθηκε

"Αυτό είναι υπέροχο. Γιατί δε το τολμάς;"

"Δεν ξέρω αν μου φτάσει ο χρόνος. Ειναι λίγες οι μέρες"

"Τόσο δύσκολο είναι;"

"Όχι αλλά πρέπει να κάνω ολόκληρο γράφημα στατιστικής. Θέλει έρευνα αρκετή"

"Κατάλαβα. Και εσύ τι ήθελες και διάλεξες προγραμματισμό;"

"Δεν είναι προγραμματισμός Μάγδα" απάντησε κουρασμένα "Γεωγραφικες έρευνες είναι. Όταν τελειώσω θα ταξιδέψω σε όλο το κόσμο... Με τις δικές μου έρευνες θα μπορούν να βγαίνουν στατιστικές μελλοντικά..."

"Περίεργος κλάδος..."

"Δε θα συνέχιζα τη νοσηλευτική... Με κούρασε"

"Δεν έχεις και άδικο. Τουλάχιστον πηγες ένα χρόνο. Κάτι έμαθες..."

Η Ξανθίππη δεν ήθελε να συνεχίσει τη κουβέντα περί σπουδών. Κοίταξε γύρω της και ύστερα το ρολόι.

"Άργησαν..."

"Σε λίγο θα είναι εδώ. Ο Άρης πριν λίγο σηκώθηκε. Ούτε για το αμάξι πήγε... Τα ήπιατε χθες;"

"Όχι πολύ. Τα συνηθισμένα"

"Το λέω γιατί κοιμήθηκες εκεί"

"Ναι, καλά ήταν. Καιρό είχαμε..."

"Πω πω... Πόσο περίεργο μου φαινόταν όταν σας γνώρισα..." είπε χαρούμενη "Θυμάμαι ήθελα να σου βγάλω το μαλλί..."

"Εμένα; Γιατί;"

"Γιατί πριν γίνουμε φίλες μαζί, τον είχα βάλει στο μάτι ρε Ξανθίππη. Σε έβλεπα όλη την ώρα αγκαλιά του. Τι να υποθέσω;"

"Ότι είμαστε φίλοι;" απόρησε η Ξανθίππη

"Ναι και σε λέει και μωρό μου...!"

"Έτσι είμαστε εμείς. Πάμε αυτά πέρασαν... Τώρα μας ξέρεις"

"Πράγματι. Και χαίρομαι τόσο πολύ... Ποτέ δε πίστευα ότι θα είχε το αγόρι μου κολλητή και θα χαιρομουν. Ξέρεις καμιά φορά αυτές οι φιλίες είναι κάπως περίεργες..."

"Τον ξέρω από τότε που ήμασταν πέντε Μάγδα..."

"Καμιά φορά ζηλεύω λιγάκι..." Παραδέχθηκε χαμογελαστή

"Ποιον ζηλεύεις εσύ;" ο Άρης έσκασε μύτη από πίσω τους και τη φίλησε ενώ το βλέμμα του έπεσε στην Ξανθίππη μετέπειτα

"Κανέναν αγάπη μου. Λέγαμε τα δικά μας εδώ... Επιτέλους σηκώθηκες!"

Ο Άρης κάθισε και έβγαλε αμέσως το καπνό του. Έκανε σήμα για ένα καφέ και εστιασε στη Ξανθίππη

"Έτσι φεύγεις εσύ το πρωί;" της είπε σοβαρός

"Κοιμόσουν σαν δεινόσαυρος. Τρόμαξα ακόμα και να σε ξυπνήσω. Σου άφησα σημείωμα δε το είδες;"

"Όχι. Που το άφησες;" ρώτησε περίεργα

"Στο μπάνιο με κόκκινο κραγιόν...." είπε κοροϊδευτικά και συνέχισε"Που θες να το άφησα;! Στο ψυγείο επάνω..."

"Δε μπήκα καν στη κουζίνα..."

"Ποιος κέρδισε τελικά χθες;" πετάχτηκε η Μάγδα θέλοντας να πάρει μέρος στη συζήτηση και η Ξανθίππη σαστισε. Δεν θυμόταν καν το αποτέλεσμα από την ώρα που σηκώθηκε από το καναπέ.

"Του έριξα ένα γκολ στο πρώτο ημίχρονο..." είπε σιγανα κοιτώντας τον...

"Ένα-δύο έληξε αγάπη μου, τη πάτησα στο δεύτερο"

Η Μάγδα γέλασε χαρούμενα

"Στατιστικά πάντως Ξανθίππη και αφού με αυτό ασχολείσαι, χάνεις...!"

"Κάποια στιγμή θα το γυρίσω. Που θα πάει..."

"Ο Φάνης;" ρώτησε ο Άρης

"Πήγε από την ακαδημία. Παίρνουν στολές σήμερα κεκλεισμένων όμως. Θα σκάσει μύτη όπου να ναι. Έπρεπε να ήταν ήδη εδώ"

"Πόσο χαίρομαι ρε παιδιά! Μπράβο του πάντως. Πρέπει να είσαι περήφανη ρε Ξανθίππη..."

"Που έγινε μπάτσος;" Ο Άρης γέλασε ανάβοντας το τσιγάρο του.
"Άλλη όρεξη δεν είχα. Αλλά αφού αυτό αγαπάει , δε μου πέφτει λόγος..."

"Καλά δεν σε ενδιαφέρει τι δουλειά θα κάνει ο άντρας σου;"

"Δεν είναι άντρας μου Μάγδα"

"Θα γίνει όμως. Έτσι δεν είναι;"

Η Ξανθίππη χαμογέλασε σφιγμένα

"Θα πάρω έναν ακόμα καφέ..." είπε και σηκώθηκε. Μόλις έμειναν μόνοι με τον Άρη η Μάγδα έσκυψε και τον αγκάλιασε.

"Συγνώμη για χθες. Έκανα σαν χαζή"

"Δεν πειράζει. Το ξέχασα κι όλας..."

"Η Ξανθίππη δεν φαίνεται πολύ ενθουσιασμένη με την ιδέα του γάμου πάντως. Νομίζω ότι θα της κάνει επίσημα πρόταση στη Λευκάδα..."

"Τι σε κάνει να το νομίζεις αυτό;"

"Χθες βράδυ τον άκουσα να μιλάει στο τηλέφωνο. Ήταν δώδεκα περίπου όταν γύρισε. Νομίζω με τη μητέρα σας μιλούσε. Της ζήτησε το δαχτυλίδι της γιαγιάς σας... Υπέθεσα πως για αυτό το θέλει..."

"Πλάκα θα έχει αυτό..." Μονολογησε

"Γιατί δεν της μιλάς ρε Άρη; Κρίμα είναι και ο Φάνης "

"Μάγδα δεν με απασχολεί. Συζήτηση τέλος. Δε θα μιλήσω σε κανένα και για κανένα. Ας τα βρούνε μόνοι τους... Όπως ακριβώς πρέπει να κάνουμε και εμείς" είπε με ύφος
"Έχω χίλια δυο στο κεφάλι μου δε θα ασχοληθώ και με το Φάνη τώρα"

"Καλά ντε! Δεν είπα και κάτι... Λοιπόν, έλα να διαλέξεις ένα μαγιό για μένα"

"Μόνη σου δε μπορείς;"

"Για σένα θα το πάρω ρε αγάπη μου..."

"Εγώ σε προτιμώ και χωρίς αυτό..."

"Αλήθεια;"

"Αμέ..." η Μάγδα δάγκωσε τα χείλη της και πιάνοντας τον από το πρόσωπο του χάρισε ένα βαθύ φιλί. Χάιδεψε το στήθος του και χαμογέλασε πονηρά.

"Μου έλειψες από χθες..." είπε με υπονοούμενο

"Και μένα..." Η Μάγδα χαμογελούσε σαν ερωτευμένη. Και ερωτευμένη ήταν άλλωστε... Εκείνος από την άλλη, κοιτούσε τη Ξανθίππη που γελούσε με τον Σάββα στο μπαρ. Ο Φάνης δεν τον ήθελε καθόλου αυτό το τύπο. Ηταν μαζί τους στο πανεπιστήμιο και έδειχνε απροκάλυπτα το ενδιαφέρον του για εκείνη με αποτέλεσμα να υπάρχουν αρκετοί καυγάδες. Παρόλα αυτά ο Άρης ξέροντας την Ξανθίππη, το διασκέδαζε.

"Λέω να πάρω αυτό, σου αρέσει;"

"Ποιο;"

"Το μαγιό ρε Άρη!"

"Ναι ωραίο είναι"

Έπιασε με την άκρη του ματιού του το αμάξι του Φάνη να παρκάρει στη πλατεία και χαμογέλασε.

"Τι κοιτάς έτσι;" Απόρησε η Μάγδα "Ωχ..." Είπε βλέποντας το Φάνη να κατεβαίνει με προορισμό το καφέ. "Μετά από τόσα χρόνια πάντως και τη ζηλεύει ακόμα... Φαντάσου πόσο τη θέλει..." Μονολογησε η Μάγδα. "Εσύ δεν ζηλεύεις πάλι ποτέ..."

"Δεν έχω να ζηλέψω τίποτα από κανένα. Αν σου γυαλίσει κάνεις πάει να πει ότι δεν ήσουν άξια. Φεύγεις και τέλος"

"Ρε Άρη! Δε το είπα έτσι. Αμέσως να αρπαχτεις"

"Ήρεμος είμαι"

"Ο Φάνης πάλι καθόλου..." Η Μάγδα του έδειξε προς το εσωτερικό του καφέ. Καυγαδιζε με την Ξανθίππη ώσπου σε κάποια φάση βγαίνοντας προς τα έξω την έπιασε από το μπράτσο και ο Άρης τσιτωσε.
"Εντάξει, γίνεται κάπως τοξικός καμιά φορά..." παραμίλησε

"Μαλάκας γίνεται αλλά θα του τα κόψω τα ξερά του..." είπε μέσα από τα δόντια του ο Άρης.

"Μην ανακατευεσαι. Θα βρεις και το μπελά σου"

"Τι να βρω; Μάγδα συνελθε..."

"Ζευγάρι είναι ρε Άρη. Σσς.... Έρχονται"

"Σόρρυ που άργησα" ο Φάνης τράβηξε μια καρέκλα και η Ξανθίππη έκατσε πλάι του εμφανώς εκνευρισμένη

"Πώς πήγε; Πήρατε στολή;" ρώτησε η Μάγδα θέλοντας να αλλάξει ύφος στη συζήτηση

"Πήραμε ναι. Άλλη μια εκπαίδευση και τελείωσα. Βγαίνω κανονικά επιτέλους!"

"Και θα γίνεις σαν όλους εκείνους τους βρωμομπατσους που απλώνουν τα ξερά τους νομίζοντας ότι τους ανήκουν όλα..." είπε ο Άρης ήρεμος.

"Δε θα κάτσω να ανοίξω τέτοια κουβέντα τώρα. Είμαι αρκετά χαρούμενος!"

"Φεύγω. Πάω στο μαγαζί" ο Άρης σηκώθηκε , έβαλε τα τσιγάρα στη τσέπη και έριξε ένα βλέμμα στο Φάνη που έσταζε φαρμάκι "Εμείς θα τα πούμε άλλη ώρα"

"Μη του δίνετε σημασία. Είναι αγχωμενος με το ταξίδι..." αποκρίθηκε η Μάγδα μολις ο Άρης έφυγε.

"Αν έδινα σημασία στον αδερφό μου, θα είχαμε καεί μέχρι τώρα. Στο κόσμο του είναι"

"Ξανθίππη μου; Θέλεις να πάμε μήπως για ψώνια;" η Μάγδα ήθελε διακαώς να ελαφρύνει το κλίμα. Την έβλεπε ότι ήταν στις τσιτες. Εκτός αυτού ούτε εκείνης της αρςσε συμπεριφορά του Φάνη σε αυτό το τομέα. Στη τελική η Ξανθίππη ήταν και δική της φίλη.

"Όχι Μάγδα μου σε ευχαριστώ πάντως. Θα πάω σπίτι" η Ξανθίππη σηκώθηκε και μαζί της σηκώθηκε και ο Φάνης

"Θα σε πάω"

"Εσύ να κάτσεις εδώ που κάθεσαι κι αν τολμήσεις ξανά να απλώσεις τα κουλά σου πάνω μου θα στα κόψω" Είπε σοβαρή και η Μάγδα τρόμαξε. Προσευχήθηκε και ευχαρίστησε το Θεό που ο Άρης δεν ήταν εκεί να το ακούσει.

"Αλήθεια τώρα;"

"Ναι ρε Φάνη. Μα τη Παναγία δηλαδή ώρες ώρες κάνεις σαν ηλίθιος! Είμαστε δέκα χρόνια μαζί! Αν ήθελα να στα φορέσω στο καφέ θα το έκανα; Με το Σάββα; Συνελθε Φάνη... Ειλικρινά"

"Έλα εδώ..." Την έπιασε από το χέρι απαλά "Συγνώμη. Απλά δε τον θέλω καθόλου..."

"Και αποφάσισες να με κάνεις ρεζίλι και να γίνουμε θέαμα. Γάμησε το..." Η Ξανθίππη τράβηξε το χέρι της και έφυγε ενώ εκείνος έμεινε με τη Μάγδα.

"Τα έκανα σκατά πάλι..." Είπε πιάνοντας το κεφάλι του.

"Θέλεις την αλήθεια; Ναι... Φέρθηκες σαν κανένας μαλάκας Φάνη" Του είπε ξαστερα "Τι σε έπιασε τώρα τελευταία; Δεν ήσουν έτσι ρε Φάνη... Ήσασταν πολύ αγαπημένοι. Έχει ένα χρόνο που ώρες ώρες δε σε αναγνωρίζω..." Ο Φάνης αναστεναξε. Πράγματι από τη μέρα που την απάτησε για κάποιο λόγο του βγήκαν προς τα έξω οι ανασφάλειες που δεν ήξερε καν ότι είχε.

"Κάνω μαλακίες..."

"Φαίνεται. Πάρε ένα όμορφο λουλούδι, πήγαινε σπίτι... Ζήτησε της συγνώμη. Μη γίνεσαι έτσι..."

"Έχεις δίκιο"

"Το ξέρω. Εγώ θα σε είχα ήδη στείλει στη μάνα σου" του είπε έξω από τα δόντια και χτύπησε καμπανάκι μέσα του. Όντως της  φερόταν πιο κτητικά από εκεινη τη καταραμένη μέρα. Ίσως από φόβο μη το μάθει και τη χάσει, να λειτουργούσε αντίστροφα. Η Μάγδα είχε δίκιο. Και ο Άρης είχε δίκιο...

"Πάω!" ο Φάνης σηκώθηκε νιώθοντας παρά πολύ άσχημα.

"Πάνε γιατί κρίμα είναι .... Δέκα χρόνια είστε μαζί"

Την αποχαιρέτησε και έφυγε...
Μα δε θα πήγαινε στην Ξανθίππη. Πρώτα θα έκανε μια στάση στον Άρη ..
Του χρωστούσε μια συγνώμη. Ίσως και παραπάνω ....

°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°

Μια εβδομάδα αργότερα....

Ήταν χωμένος κάτω από το αυτοκίνητο.
Για εκείνον μια ιατρική ήταν και αυτό...
Ένα λάθος καλώδιο και όλα θα πήγαιναν στραφι. Δε του έλειπε. Είχε κλείσει εκείνο το κεφαλαίο της ζωής του μα κάθε φορά που έμπαινε κάτω από αμάξι, για κάποιο λόγο το έφερνε στο νου του.

Η εβδομάδα κύλησε καλά.
Η δουλειά είχε ανέβει αλλά φρόντισε να ενημερώσει κάποιους δικούς του ότι θα έλειπε τις επόμενες μέρες. Είχαν κάνει αρκετές προετοιμασίες για το ταξίδι.
Η Μάγδα είχε τη βαλίτσα μέρες έτοιμη , η Ξανθίππη πάντα τα άφηνε όλα τελευταία στιγμή ενώ ο Φάνης έβαλε κάθε μέσο σαν νέος στο σώμα, για να καταφέρει να πάρει άδεια αφού απαγορευόταν.

Είχαν μιλήσει μεταξύ τους.
Καυγαδισαν αρκετά με το Φάνη να παραδέχεται σε βάθος το λάθος του. Ο Άρης από την άλλη του τόνισε μόνο ότι αν τη πλήγωνε θα είχαν άσχημα ξεμπερδεματα. Παρόλα αυτά ο Φάνης παραδέχθηκε ότι εκείνος είναι ο μαλάκας στην υπόθεση και ότι θα τα διορθώσει όλα.

Κάθε μέρα έπαιρνε καφεδάκι και του έκανε επίσκεψη στο συνεργείο. Ήθελε να στρώσουν τις σχέσεις τους. Ο Άρης βαρέθηκε. Του είπε ότι όλα ήταν καλά και το άφησαν εκεί. Από την άλλη, είχε τρεις μέρες να δει τη Ξανθίππη. Το πήρε ζεστά και στρώθηκε στο διάβασμα για να βγάλει την έκθεση στατιστικής ενώ η Μάγδα έμενε μαζί της για να τη βοηθήσει.

Όλα έδειχναν να ηρεμούν πριν το ταξίδι.
Σαν τη νηνεμία πριν τη καταιγίδα...

"Με συγχωρείς..." άκουσε μια φωνή και βγήκε κάτω από το αμάξι. "Ο Άρης;"
Μια αρκετά όμορφη γυναίκα στεκόταν όρθια μπροστά του και εκείνος σηκώθηκε και σκούπισε τα χέρια του.

"Ο ίδιος..."

" Λίνα Κοντού ονομάζομαι"

"Χάρηκα. Τι θα μπορούσα να κάνω για σένα;"

"Έχω ένα θέμα..."

"Σε ακούω"

"Κάτι έπαθε το αμάξι μου και δεν υπακούει τις εντολές. Δε ξέρω. Το πήγα και σε άλλους δύο μηχανολόγους αλλά νομίζω το έκαναν χειρότερα... Με σύστησε σε σένα ένας γνωστός..."

"Το έχεις έξω;"

"Ναι. Μπορώ να το οδηγήσω αλλά ξαφνικά δεν σηκώνονται παράθυρα, η οροφή κλείνει μόνη της..." Περπάτησαν μέχρι έξω και ο Άρης κοίταξε το λευκό τζιπ που ήταν παρκαρισμένο στην άκρη.

"Ελαττωματικά μοντέλα. Ένα στα δέκα... Μάλλον ήσουν άτυχη"

"Δε γίνεται κάτι δηλαδή; Καινούριο είναι .."

"Ίσως αν το πας στην αντιπροσωπεία. Παρόλα αυτά άφησε το και θα του ρίξω μια ματιά..." Η γυναίκα του χαμογέλασε. Ήταν από εκείνες που τους άρεσε καθαρά η επίδειξη πλούτου.

"Σε ευχαριστώ πολύ..." άπλωσε το χέρι της και του άφησε τα κλειδιά "Άκουσα τα καλύτερα για σένα..." Ο τρόπος της, τα κουνήματα της, η φωνή της... Φλέρταρε μαζί του απροκάλυπτα.
"Ποτε να έρθω;"

"Αύριο το μεσημέρι"

"Δε μπορείς πιο γρήγορα έτσι;"

"Όπως βλέπεις έχω αρκετή δουλειά..."

"Επείγει..."

Ο Άρης της έδωσε πίσω τα κλειδιά

"Αυτό μπορώ να προσφέρω .."

"Ενταξει. Σύμφωνοι. Έχω ακούσει τόσα για σένα... Αν κάποιος είναι ικανός μόνο εσύ μπορείς. Αύριο τότε. Απλά κάνε μια προσπάθεια..."

"Λίνα είπαμε;"

"Ναι... Πάρε και τη κάρτα μου. Αν χρειαστείς κάτι νωρίτερα να με καλέσεις"

"Καλώς. Θα σε ειδοποιήσω .." η γυναίκα του χαμογέλασε και εκείνος επέστρεψε μέσα μα δευτερόλεπτα αργότερα άκουσε μια γνώριμη χροιά.

"Λίνα! Δε το πιστεύω!"

"Ξανθίππη; Πόσο καιρό έχω να σε δω;!"

"Χρόνια... Από το δεύτερο έτος. Που εξαφανίστηκες;"

Ο Άρης πλησίασε χωρίς να τον δουν

"Με βαρεσε ο έρωτας. Παντρεύτηκα, χώρισα και τώρα είμαι γυμνάστρια..."

"Παντρεύτηκες; Χώρισες κι όλας .. Ποτε πρόλαβες;"

"Αυτά τσακ μπαμ γίνονται..." είπε με νόημα "Κοίτα... Μια αμαξαρα. Με τα λεφτά από το διαζύγιο τη πήρα"

"Μπράβο σου ρε Λίνα. Δε σου το είχα ειλικρινά..."

"Τι δε μου είχες;"

"Να το παίξεις τόσο καλά. Δε ξέρω. Αφού έστρωσες τη ζωή σου μπράβο..."

"Ναι, όλα μια χαρά. Βέβαια χάλασε... Και το δικό σου χάλασε; Ή έμαθες για τον κουκλί εκεί μέσα και ήρθες;"

"Κουκλί;"

"Τον ιδιοκτήτη!"

"Τον Άρη λες;"

"Τον ξέρεις;"

"Ναι .."

"Σοβαρά τώρα;!" Απόρησε ενθουσιασμένη μα η Ξανθίππη μίκρυνε το βλέμμα της.

"Δε τον θυμάσαι;"

"Πες μου ότι είναι εκείνος ο τύπος με τη μηχανή! Και μου φάνηκε γνωστός..."

"Αυτός είναι"

"Έγινε ακόμα πιο όμορφος ρε συ Ξανθίππη..."

"Είναι όντως..." είπε σιγανα

"Τέτοιες ευκαιρίες τις αρπάζεις από τα μαλλιά! Ελεύθερος είναι;"

"Λίνα κόψε. Όχι, δεν είναι..."

"Σοβαρά τώρα; Σιγά μην ήταν ελεύθερος. Αλλά και πάλι, μπορώ να δοκιμάσω;"

"Ξέχασε το!" είπε κατηγορηματικά

"Σιγά ρε Ξανθίππη. Φίλοι δεν ήσασταν;"

"Ήμασταν!"

"Τα σπάσατε;"

"Όχι φυσικά. Το αγόρι μου είναι..."

"Ουπς... Σόρρυ ρε συ..."

"Δε πειράζει. Απλά κοντά τα χεράκια σου..." Της είπε χαμογελώντας έντονα

"Καλά καλά. Πρέπει να φύγω! Χάρηκα πολύ που σε είδα!"

Η Ξανθίππη τη στραβοκοιταξε και γυρίζοντας προς τα πίσω είδε τον Άρη  ακουμπισμένο στη πόρτα να της χαμογελα

"Τέτοιες φίλες είχες στη σχολή και δε μου τις συστησες;"

"Καλημέρα λέει ο κόσμος" η Ξανθίππη μπήκε μέσα έξαλλη

"Νευρακια;"

"Όχι. Θα με πατούσε ένας ηλίθιος εδώ πιο κάτω"

"Μάλιστα..."

"Τι ήθελε αυτή εδώ;"

"Να της κάνω αχαλίνωτο σεξ! Τι λες να ήθελε ρε Ξανθίππη στο συνεργείο; Αν πάλι θέλει και σεξ, μπαίνω άνετα..."

"Πόσο μαλάκας είσαι πες μου..."

"Σιγά μωρέ Ξανθίππη... Ένα πήδημα είναι"

"Σοβαρά;"

"Έλα μωρέ αφού το ξέρεις ότι σε πειράζω..." Ο Άρης άφησε κάτω τη βρώμικη πετσέτα που κρατούσε, τη πλησίασε και την έπιασε από τη μέση "Εκτός αυτού, δεν είναι του γούστου μου αυτές οι γυναίκες... Εμένα μου αρέσουν οι γυναικες σαν... Σαν τη Μάγδα..."

"Σωστά..." είπε σιγανα

"Πάντως ωραία το έπαιξες εκεί πίσω..."

"Τι έπαιξα;" ο Άρης έκλεισε λίγο την απόσταση μεταξύ τους και της χαμογέλασε πονηρά

"Δεν ήξερα ότι είχες απωθημένα μαζί μου μωρό μου..."

"Τι έχω;" είπε σαστισμένη

"Αν ήθελες να γίνω γκόμενος σου και να με υπερασπίζεσαι με τόσο σθένος, έφτανε να το ζητήσεις... Με ανάβουν αυτά, αφού το ξέρεις..." εγυρε στο λαιμό της και εκείνη πάγωσε για λίγο "Με θέλεις πολύ;" ρώτησε σιγανα αγγίζοντας με τα χείλη του το δέρμα της αλλά αμέσως γέλασε και τη δάγκωσε

"Ε είσαι ηλίθιος!" Εκρωξε τσατισμενη και τον έσπρωξε.

"Δε φταίω εγώ μωρό μου που είμαι ποθητος άντρας!" Τη κορόιδεψε

"Θα σου λέγα τι είσαι αλλά βιάζομαι..."

"Τι θες και ήρθες από εδώ;" Ο Άρης απομακρύνθηκε προς το γραφείο

"Τελείωσα την εργασία!"

"Μπράβο ρε τσακάλι! Άντε επιτέλους γιατί μας ζαλισες. Τι θες όμως ακόμα δε μου είπες..."

"Να με πας μέχρι την Χαλκιδική .." είπε έχοντας το πιο όμορφο γλυκό ναζιαρικο χαμόγελο

"Όχι όχι... Ξέχασε το"

"Έλα ρε Άρη... Αν τη δώσω στη καθηγήτρια θα τελειώσω. Δε μπορώ να περιμένω"

"Είσαι τρελή ρε; Θα πας εκεί που παραθερίζει η γυναίκα να της δώσεις την εργασία σου; Θα σε βάλει μέσα! Και τι θα πεις;, Γεια σας ήρθα να παραδώσω την εργασία μου για να φύγω ήρεμη διακοπές;"

"Ρε Άρη!"

"Ξανθίππη συνελθε!"

"Παλιά κάναμε όλες τις τρελές..." Είπε θλιμμένη

"Δε πιάνει το υφακι σε μένα. Και στη τελική, έχεις γκόμενο. Ας σε πάει αυτός!"

"Δε μπορεί"

"Και είπες να έρθεις σε μένα!"

"Σε παρακαλώ! Σε ικετεύω!"

Ο Άρης τη κοίταξε και ξεφυσησε...

"Τι θα κάνω με σένα μου λες;" της είπε και εκείνη χοροπηδησε χαρούμενη

"Θα με αγαπάς ίσως;" αποκρίθηκε ευτυχισμένα

"Κάνω και τίποτα άλλο ρε μάτια μου τόσα χρόνια;" η φωνή του ήταν περίεργη. Η Ξανθίππη τον πλησίασε και τον έπιασε από το πρόσωπο γλυκά

"Σε κουράζω... Το ξέρω. Αλλά πόσο καιρό έχουμε να μπούμε τα δύο μας στο αμάξι και να φύγουμε κάπου;"

"Πολύ..." Παραδέχθηκε εκείνος.

"Δε σου έλειψε;"

"Τι θες ρε Ξανθίππη μου; Είπα θα σε πάω... Κόψε τις μαλαγανιές..."

"Άρη;"

"Τι θες...;"

"Κοντά σου να είμαι, κι ας έχει κύματα... Θυμάσαι;" είπε στίχους από ένα τραγούδι τους και εκείνος αναστεναξε "Μια μυτιά από τη μυρωδιά σου , κι εγώ έχω μεθύσει..." ήταν ένα τραγούδι που άκουσαν κάποια χρόνια πριν όταν πήγαιναν να πάρουν μαζί τη Μάγδα από την Αλεξανδρούπολη και της Ξανθίππης της είχε κόλλησε για μήνες.

"Σε έπιασε η μαλακία σου;" την απομάκρυνε και γύρισε προς το γραφείο.

"Γίνεσαι κακός..."

"Κακός έπρεπε να γίνω πριν είκοσι πέντε χρόνια. Τώρα είναι αργά..."

"Λέγε ότι θες... Εγώ ξέρω ότι θα φύγουμε..." τον αγκάλιασε από πίσω και μόλις ένιωσε τη παλάμη του να αγγίζει τα χέρια της, εγυρε στη πλάτη του. "Άρη;"

"Θα αλλάξω όνομα στο ορκίζομαι..." της είπε σιγανα

"Μου λείπεις..."

"Κάθε μέρα με βλέπεις σχεδόν ρε μωρό μου..."

"Σε βλέπω;" ρώτησε μπλέκοντας τα δάχτυλα της στα δικά του.

"Τι σε πιάνει μου λες;"

"Δε ξέρω..."

"Ποτέ δεν ήξερες..." ο Άρης πήρε μια βαθιά ανάσα "Πάντα δε ξέρεις. Πάντα με αγαπάς. Πάντα λείπω και πάντα θες να είμαι εκεί..."

"Είναι κακό αυτό;" ρώτησε και εκείνος γύρισε ολόκληρος. "Πάλι με κοιτάζεις έτσι...." αποκρίθηκε κοιτώντας τον στα μάτια

"Πώς ετσι;"

"Σαν το κλέφτη..." του είπε και εκείνος έσμιξε τα φρύδια του.

"Δηλαδή;"

"Νιώθω θαρρείς και κλέβεις το βλέμμα μου..." παραδέχθηκε "Με κοιτούσες έτσι κάποτε, υστερα σταμάτησες...
Μα το τελευταίο χρόνο..." Η Ξανθίππη του χαμογέλασε γλυκά "Το τελευταίο χρόνο πάλι έτσι με κοιτάζεις .. και αυτό μου είχε λείψει"

"Γιατί πάντα πρέπει να τα αναλύεις όλα τόσο πολύ ρε μωρό μου;"

"Δεν ξέρω" του γέλασε τρυφερά ακούγοντας την ίδια την απάντηση της και εκείνος γέλασε εξίσου.

"Είπαμε... Ποτέ δε ξέρεις..."

"Ναι... Υποθέτω έτσι είναι" η Ξανθίππη αναστεναξε βαθιά

"Όταν ήρθες βιαζοσουν..." Της θύμισε απαλά

"Ναι. Βιαζομουν"

"Και γιατί είσαι κολλημένη πάνω μου είπαμε;" Η Ξανθίππη αντιλήφθηκε ότι τον είχε στριμωξει κόντρα στο γραφείο τόση ώρα και έκανε ένα βήμα πίσω.

"Συγνώμη.."

"Από πότε εσύ ζητάς συγνώμη για κάτι τέτοιο;" Ο Άρης την έπιασε από τη μέση και την ώθησε ξανά πάνω του απαλά. "Σε δέκα λεπτά φεύγουμε..." της ψιθύρισε και είδε τα μάτια της να λάμπουν...

"Το ήξερα ότι θα σε βρω εδώ!" ο Φάνης φάνηκε αξαφνα και η Ξανθίππη τινάχτηκε ολόκληρη. Ο Άρης από την αλλη παρέμεινε στη θέση του ατάραχος.

"Φάνη;"

"Πήρα άδεια αγάπη μου. Το πάλεψα. Δε μπορούσα να σε αφήσω ετσι... Για τρεις ώρες όμως μόνο. Έλα, πάμε..." της είπε μα εκείνη δίστασε.

"Δεν ... Δε πειράζει. Θα με πάει ο Άρης. Μην έχεις θέματα για μένα..."

"Όλα τα κανόνισα... Αδερφέ, καλημέρα!"

"Καλημέρα" είπε ξερά ο Άρης

"Πάμε Ξανθίππη μου;" τα μάτια της συννεφιασαν...

"Είδες; Σου είπα... Έχεις γκόμενο και θα σε πάει. Άιντε, παντε να κάνω καμιά δουλειά και εγώ..."

"Ευχαριστώ που θα την πήγαινες αδερφέ. Ευτυχώς τα κατάφερα όμως..."

"Ναι..." ψέλλισε η Ξανθίππη

"Τι έγινε ρε αγάπη μου , δε χάρηκες;" ο Άρης έβαλε ένα τσιγάρο στα χείλη ακούγοντας το Φάνη και εκείνη χαμογέλασε σπασμένα

"Εννοείται..."

"Ωραία, έλα πάμε! Μην αργήσουμε..."

Η Ξανθίππη γύρισε και κοίταξε τον Άρη.
Εκείνος με ένα του νεύμα της έκανε νόημα να φύγει...

Ο Φάνης την έπιασε από το χέρι τρυφερά και άρχισαν να περπατούν. Μόλις χάθηκαν από το οπτικό του πεδίο ο Άρης γύρισε προς το γραφείο. Έπιασε τα χαρτιά που είχε πάνω μέσα στη παλάμη του και χωρίς να βγάλει άχνα τα τσαλακωσε...

"Μου χρωστάς μια βόλτα!" Ένιωσε ξαφνικά δύο χέρια να τον αγκαλιάζουν από πίσω πριν η φωνή της φτάσει στα αυτιά του και γύρισε αμέσως.

"Ακόμα εδώ είσαι εσυ;" είπε τρυφερά

"Υποθέτω ξέχασα το κινητό μου..." του χαμογέλασε κάπως περίεργα και τον αγκάλιασε σφιχτά

"Και το βρήκες;" τη ρώτησε ήρεμος

"Ακόμα το ψάχνω..." απάντησε και το χαμόγελο της έσβησε...

"Πήγαινε μωρό μου... Θα αργήσεις"

Η Ξανθίππη πήρε ένα στυλό και το πρώτο χαρτί που βρήκε μπροστά της και άρχισε να γράφει. Ύστερα από λίγο του το έδωσε.

"Τι είναι αυτό;"  απόρησε κοιτώντας τη

"Ένα τραγουδάκι που άκουσα το πρωί..."

"Βοριάς;"

"Ναι... Απλά μου άρεσε πολύ. Αυτό είναι όλο..."

"Και εγώ πρέπει να το ακούσω ας πούμε; Θα μου αφιερώνεις και τραγούδια τώρα;"

"Θυμάσαι μικρά που ανταλλάσαμε τραγούδια που μας άρεσαν; Απλά το κάναμε ρε Άρη! Μην το αναλύεις τόσο! Μετά εμένα λες... Απλά μου άρεσε πάρα πολύ... Ήθελα να το μοιραστώ..."

"Εσύ δεν αντέχεις τον αέρα ούτε σαν σκέψη  και με βάζεις να ακούσω ένα τραγούδι που λέγεται Βοριάς;"

"Μαζί σου δε φοβάμαι τον αέρα Άρη... Το ξέχασες;" η Ξανθίππη του χαμογέλασε γλυκά και έφυγε....

Ο Άρης έμεινε να κοιτάζει το χαρτάκι...
Έβγαλε το κινητό του, πληκτρολόγησε το τραγούδι και ανάβοντας ένα τσιγάρο, το έβαλε να παίξει....

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top