Κεφάλαιο 1°
Η αρχή
°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°
Θεσσαλονίκη
Άνω Πόλη, Κάστρα.
Έτος 1999
"Μαμά τι είναι αυτό;" Ήταν σκαρφαλωμένη στη καρέκλα της κουζίνας και κοιτούσε περίεργα από το παράθυρο.
"Ξανθίππη θα πέσεις. Κατέβα από εκεί!"
"Θα κατέβω μαμά. Αλλά τι είναι αυτό;" Επέμεινε και η μητέρα της σκούπισε τα χέρια στη ποδιά της και πλησίασε.
"Φορτηγό είναι Ξανθίππη μου. Κάνει μεταφορές. Μάλλον θα νοικιάστηκε το διαμέρισμα απέναντι..." της είπε και η μικρή στήριξε το κεφαλάκι της στη καρέκλα και συνέχισε να κοιτά.
"Κατέβα όμως τώρα γιατί θα πέσεις!"
"Λες να έχουν παιδάκια μαμά; Να κάνω παρέα;"
"Μόλις ήρθαν οι άνθρωποι Ξανθίππη μου. Ίσως δεν έχουν καν παιδιά..."
"Α! Κοίτα μαμά!" η μικρή ξεφωνησε ενθουσιασμένη "Δύο αγοράκια!"
"Για να δω..." η Φωτεινή πλησίασε στο παράθυρο και είδε πράγματι πως ήταν μια μαμά με τα παιδιά της.
"Ο μπαμπάς τους που είναι;"
"Τι ρωτάς βρε αγάπη μου; Ίσως ο άνθρωπος έχει δουλειές. Δεν είναι όλες οι οικογένειες σαν εμάς καρδούλα μου. Μερικές έχουν και μπαμπά..."
"Μαμά να βγω να παίξω;"
"Όχι Ξανθίππη μου. Δεν υπάρχει περίπτωση να βγεις να αναστατώσεις του ανθρώπους!"
"Μα ρε μαμά!"
"Τι είπαμε για το -ρε;- μικρή μου;"
"Καλά συγνώμη. Να βγω τώρα να παίξω;"
"Ξανθίππη;" Της είπε πιο έντονα
"Μα να μη τους υποδεχτούμε;"
"Οι άνθρωποι κάνουν μετακόμιση γλυκιά μου..."
"Δε πειράζει. Θα πούμε ένα γεια. Σε παρακαλώ!"
"Θα κάψω το φαγητό!"
"Μαμά σε παρακαλώ! Ούτε ένα παιδάκι δεν έχει εδώ που ήρθαμε. Ένα χρόνο τώρα δε παίζω με κανένα" παραπονέθηκε.
"Θα ξεκινήσεις το σχολείο σε λίγες μέρες και θα γνωρίσεις παιδάκια"
"Μαμά σε παρακαλώ!" η Φωτεινή αναστεναξε.
"Εντάξει. Θα πούμε ένα καλησπέρα όμως και θα φύγουμε. Έχουν δουλειές εντάξει;"
"Ναι!" χοροπηδησε πάνω στη καρέκλα μα κατέβηκε πριν τη μαλώσει η μαμά της.
Βγήκαν έξω και εκείνη εστίασε αμέσως στα δύο αγοράκια. Ήθελε απεγνωσμένα να κάνει φιλίες. Δεν είχαν πολύ καιρό που μετακόμισαν και εκείνη με τη μητέρα της εκεί. Ποτέ δε κατάλαβε γιατί ο πατέρας της αποφάσισε να μείνει σε άλλο σπίτι. Την έβλεπε όμως που και που. Για το μυαλουδακι της, ήταν εντάξει.
"Γεια σου!" αναφώνησε σε ένα από τα αγοράκια που καθόταν στο παρτέρι της μονοκατοικίας "Θέλεις να παίξουμε μπάλα;"
Εκείνο τη κοίταξε άγρια
"Όχι. Μη μου μιλάς!"
Η μικρή θύμωσε.
"Είσαι κακός!"
"Δε σε ξέρω!"
"Είμαι η Ξανθίππη. Είμαι τεσσάρων αλλά θα γίνω πέντε σύντομα!"
"Ξανθίππη;" Εκείνο γέλασε "Τι όνομα είναι αυτό;!"
"Κανονικό..." ένιωσε ντροπή από τη στάση του.
"Γεια σου! Είμαι ο Φάνης!" Το δεύτερο αγοράκι τη πλησίασε "Εδώ μένεις; Είδα τη μαμά σου να μιλάει με τη δική μου"
"Χάρηκα! Είμαι η Ξανθίππη. Ναι εδώ απέναντι..."
"Τι της μιλάς ρε; Κορίτσι είναι!"
"Και επειδή είμαι κορίτσι;!" του γύρισε ενοχλημένη
"Τέλος πάντων. Εσείς τα μικρά μπορείτε να παίξετε. Εγώ τη κάνω..."
"Πολύ κακός ο αδερφός σου..." σχολίασε λυπημένη.
"Μη του δίνεις σημασία. Νομίζει ότι είναι μεγάλος. Θέλεις να παίξουμε;"
"Αμέ! Έχουμε βάλει λίγο χώμα και παιχνίδια στην αυλή μας. Θέλεις να έρθεις αν σε αφήνει η μαμά σου;"
"Εννοείται! Περίμενε να τη ρωτήσω"
Ο Φάνης έφυγε και εκείνη μίκρυνε το βλέμμα της και γεμάτη αποφασιστικότητα πλησίασε το άλλο αγοράκι.
"Δεν είσαι ευγενικός"
"Παράτα με!"
"Πώς μιλάς έτσι;"
"Τι θες ρε παιδάκι μου; Τι θες;!" φώναξε ενοχλημένο
"Άρη γιατί φωνάζεις;!" η μητέρα του πλησίασε και μαζί και η δική της.
"Δε φωνάζω! Δε με αφήνει ήσυχο!" πήρε τη μπάλα του και έφυγε στο σπίτι ενώ η Ξανθίππη θύμωσε.
"Συγνώμη Φωτεινή μου. Δε το πήρε καλά το διαζύγιο. Είναι και μεγαλύτερος καταλαβαίνεις..." Η Ξανθίππη έσμιξε τα φρύδια της.
"Είδες μαμά; Ούτε αυτοί έχουν μπαμπά... Σαν εμάς είναι"
"Ξανθίππη!" φώναξε η Φωτεινή ντροπιασμένη
"Δε πειράζει. Μικρούλα είναι. Εκτός αυτού, ξέρεις πως είναι. Θα συνηθίσουν"
"Χάρηκα πολύ Δάφνη μου. Οπότε θέλεις πάντως μπορείς να έρθεις για καφέ. Και εγώ σπίτι δουλειά, δουλειά σπίτι είμαι. Ελπίζω να τακτοποιηθείτε σύντομα κι αν χρειαστείς κάτι να μη διστάσεις"
"Σε ευχαριστώ πολύ! Δε περίμενα να βρω κανέναν άνθρωπο είναι η αλήθεια. Στη προηγούμενη γειτονιά κάτσαμε ένα μήνα και φύγαμε. Πολύ χάλια ήταν. Έχω κάνει και περιοριστικά τα οποία παραβιάστηκαν... Άσε. Θα στα πω κάποια στιγμή. Πάντως χάρηκα πολύ!"
"Επίσης. Πάμε Ξανθίππη μου;"
"Ο Φάνης;" Ρώτησε εκείνη "Είπε θα έρθει να παίξουμε στην άμμο μαμά. Αλλά εξαφανίστηκε"
"Πήγε στον αδερφό του καλη μου..." εξήγησε η Δάφνη"Είναι δεμένα. Ευτυχώς και τα δύο αγαπιούνται πολύ. Κάθε φορά που θυμώνει ο Άρης, ο μικρός πάει και του κάνει αγάπες"
"Έχουν πολλά χρόνια διαφορά;" ρώτησε η Φωτεινή
"Δύο μόνο. Ο Άρης είναι έξι και ο Φάνης τέσσερα"
"Ίσως γι αυτό δυσκολεύεται..."
"Το ξέρω..." είπε η Δάφνη λυπημένα
"Λοιπόν, Ξανθίππη μου πάμε σπίτι. Θα κανονίσουμε όμως με τη κυρία Δάφνη να παίξετε μέσα στην εβδομάδα εντάξει;"
Η μικρή κούνησε το κεφάλι της και έπιασε το χέρι της μαμάς της. "Καλή ευκολία Δάφνη μου. Και οτι χρειαστείς απέναντι είμαι!"
"Ευχαριστώ και πάλι!"
Γύρισαν στο σπίτι μα η Ξανθίππη πήγε πάλι στη κουζίνα και σκαρφάλωσε στη καρέκλα.
"Αγάπη μου πάλι εκεί ανέβηκες;"
"Ήταν πολύ κακός μαζί μου μαμά"
"Θυμάσαι τι σου είπα όταν ο μπαμπάς πήγε να μείνει μόνος του;"
"Πώς πρέπει να δείξω κατανόηση σαν παιδάκι; Να τον αγαπάω εξίσου;" Είπε δίχως να πάρει τα μάτια από το παράθυρο.
"Ναι καρδούλα μου. Γιατί σε αγαπάει και ο μπαμπάς. Υπάρχουν όμως κάποιες οικογένειες που είναι κάπως πιο δύσκολα... Δε ξέρω πως να σου το εξηγήσω. Κάθε παιδάκι όταν ο μπαμπάς μένει μόνος του το παίρνει διαφορετικά. Είμαι σίγουρη ότι δεν είναι κακό παιδί ο Άρης. Θα γίνετε φίλοι. Θα το δεις...!"
"Δε θέλω τώρα να γίνω φίλη του!"
Η Φωτεινή χαμογέλασε
"Καλά καλά... Δε σε πιέζει και κανένας. Έλα τώρα , κατέβα από τη καρέκλα σε παρακαλώ. Σε λίγο θα είναι έτοιμο το φαγητό"
"Μαμά;"
"Τι είναι αγάπη μου;"
"Τι όνομα είναι το Ξανθίππη;" ρώτησε λυπημένα
"Ένα πολύ όμορφο όνομα... Τι ερώτηση είναι αυτή;"
"Το αγοράκι με κορόιδεψε..."
Η Φωτεινή αναστεναξε
"Να μη δίνεις σημασία. Έχει κι αυτό τα δικά του καρδούλα μου. Θα δεις ότι θα ζητήσει συγνώμη. Και να μη ζητήσει όμως τι είπαμε;"
"Να μη στεναχωριέμαι ποτέ για χαζομάρες..."
"Ακριβώς αγάπη μου. Και τώρα πλύνε τα χερακια σου και έλα να φάμε..."
××××××××××××××××××××××××××××××××××××××
Θεσσαλονίκη, λίγους μήνες μετά...
"Έλα Ξανθίππη! Κοίτα!"
"Ουαου!" η μικρή κράτησε το ζωάκι και το χάιδεψε αμέσως
"Τι είναι Φάνη;"
"Δεν ξέρω. Το βρήκα στην αυλή σήμερα..."
"Μη το πιάνεις!!" ο Άρης βγήκε τρέχοντας από το σπίτι, πήρε το σκατζόχοιρο και τον άφησε παραπέρα. "Είστε με τα καλά σας; Μπορούσε να σας τσιμπήσει!" φώναξε και η Ξανθίππη βουρκωσε.
"Να της το δείξω ήθελα μόνο! Γιατί φωνάζεις. Θα τα πω στη μαμά!" Ο Φάνης έφυγε σφαίρα στο σπίτι και ο Άρης ξεφυσησε.
"Κλάψε και έτσι τώρα να τελειώνουμε...." είπε προς τη Ξανθίππη μα εκείνη σηκώθηκε και τον άγριοκοίταξε. Ήταν τόσο θυμωμένη μαζί του. Πάντα της μιλούσε απότομα όταν πήγαινε να παίξει με το Φάνη.
Εκεί όμως που ήταν έτοιμη να πει τα δικα της σταμάτησε.
"Έχεις αίματα..." είπε απλώνοντας το χέρι της προς το μέρος του.
"Δεν είναι τίποτα. Άσε με!"
"Γιατί είσαι τόσο κακός;"
"Δεν είμαι κακός! Άντε πήγαινε σπίτι σου. Σε ησυχία δε μας έχεις αφήσει!" Η Ξανθίππη έτρεξε προς το σπίτι λυπημένη μα γυρίζοντας για να μπει και εκείνος στο δικό του, είδε τον Φάνη να βγαίνει.
"Τι της είπες πάλι;"
"Τίποτα δε της είπα. Με έχει κοιτάζει η φίλη σου Φάνη!"
"Ποιο είναι το πρόβλημα σου. Δεν έχω κανένα φίλο"
"Σου είπα έλα μαζί μου στο σχολείο να γνωρίσεις τους δικούς μου"
"Δε θέλω Άρη! Είστε μεγαλύτεροι. Δε μου αρέσουν τα παιχνίδια σας" απάντησε στεναχωρημένο "Γιατί διώχνεις συνέχεια τη φίλη μου;" Ο Φάνης έβαλε τα κλάματα και ο Άρης ξεφυσησε
"Σταματα να κλαίς. Τι θέλεις να κάνω;"
"Είναι καλό κορίτσι. Γίνε φίλος της και εσύ. Τι σε πειράζει πια;"
"Άντρας είμαι. Δε θα κάνω παρέα με κοριτσάκια Φάνη!"
"Επτά χρονών είσαι!"
"Ακριβώς. Και εσείς ούτε πέντε! Με το ζόρι διαβάζετε!"
"Γίνεσαι κακός"
"Άντε πάλι με το κακός..." μονολογησε.
"Η μαμά είπε να είσαι καλό παιδί! Να μη διώχνεις τη φίλη μου!"
"Καλά καλά πάψε πια! Υπόσχομαι να είμαι καλός με το νιανιαρο εντάξει;"
"Αλήθεια το λες;!"
"Ναι Φάνη. Και τώρα άντε, πάμε μέσα και μη τολμήσεις να πιάσεις πάλι σκατζόχοιρο!"
"Ήθελα να το δω..."
"Κάποια πράγματα τα βλέπεις από απόσταση..."
"Μα όταν θέλω κάτι..."
"Άκου μικρέ... Δεν έχουμε πάντα στη ζωή αυτό που θέλουμε εντάξει;" είπε και χωρίς να μείνει παραπάνω, τον άφησε στην αυλή και μπήκε σπίτι...
××××××××××××××××××××××××××××××××××××××
Θεσσαλονίκη
2002
"Ξανθίππη έλα! Τρέχα επιτέλους!"
"Προσπαθώ!"
"Βαλε τα παπούτσια σου, εκατό ώρες κανεις! Τελείωνε!"
"Τι θες και φωνάζεις μου λες;"
"Δε θα πιστέψεις τι ανακάλυψα!"
"Τι ανακάλυψες Άρη; Λέγε γιατί έχω και μαθήματα , η κυρία μας έβαλε να κάνουμε όλη την αλφαβήτα!" Είπε κουρασμένα και βάζοντας επιτέλους τα παπούτσια της βγήκε στην αυλή. Ήταν καθημερινό φαινόμενο πια να μιλάνε από το παράθυρο...
"Κοίτα αυτό!" είπε δείχνοντας της μια εφημερίδα.
"Δε ξέρω να διαβάζω ακόμα καλα! Σιγά σιγά..." παραπονέθηκε.
"Σωστά... Ακόμα έξι είσαι!"
"Άντε λέγε!"
"Εδώ λέει, Ότι έχει αγώνα Άρης Ξάνθη!" είπε κοροϊδεύοντας τη.
"Δεν κατάλαβα..."
"Πόσο χαζή είσαι! Ποδόσφαιρο είναι Ξανθίππη!"
"Και εγώ τι σχέση έχω και ουρλιάζεις σαν τρελός;"
"Ειλικρινά είσαι χαζή... Ξάνθη; Ξανθίππη; Άρης; Είναι σαν να παίζουμε εγώ και εσύ μπαλιτσα!'
"Αηδιες. Εξάλλου δε μου αρέσει το ποδόσφαιρο!"
"Τώρα! Αύριο θα σου αρέσει!"
"Ποτέ δε θα μου αρέσει. Είναι για αγόρια!"
"Ε λοιπόν, έλα σπίτι σήμερα να δούμε τον αγώνα μαζί!"
"Πας καλά; Θα κάτσω να δω ποδόσφαιρο;"
"Ναι. Αν κερδίσω, θα σταματήσεις να με ενοχλείς!"
"Μα δε σε ενοχλώ!"
"Συνέχεια με ενοχλείς Ξανθίππη!"
"Κι αν κερδίσω εγώ;" του είπε αφού το ενδιαφέρον της πια μεγάλωσε ξαφνικά.
"Τι θες; Λέγε. Παράνομα γλυκά; Σοκολάτα;"
Η Ξανθίππη χαχανισε...
Δύο ώρες μετά, ο Άρης καθόταν στο δωμάτιο της με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος έξαλλος...
"Θέλω να γελάς!"
"Σαν το καραγκιόζη με έκανες! Θα με δει και κανείς θα γίνω ρεζίλι!"
"Εσύ είπες πως μπορώ να ζητήσω ότι θέλω γιατί θα κερδίσεις. Έχασες όμως! Και τώρα κάτσε να σου βάλω και ένα κλαμερακι στα μαλλιά. Και ίσως λίγο γκλιτερ..."
"Ξανθίππη!" της φώναξε
"Μη μου φωνάζεις!"
"Μια μέρα θα στο πατήσω το γκολ και θα σε κάνω εγώ καραγκιόζη!" Είπε θυμωμένα
"Απο ότι είδα αυτό το ποδόσφαιρο είχε πλάκα. Όταν παίξουμε ξανά, πάλι θα κερδίσω! Και τώρα υποσχέθηκες! Μη γκρινιάζεις! Θα σου κάνω μποτέ μισή ώρα!"
××××××××××××××××××××××××××××××××××××
Παρόν
Θεσσαλονίκη
"Ναι σου λέω. Ήταν απίστευτη η παρουσίαση! Μισό λεπτό..." στερέωσε το κινητό στο αυτί της έβγαλε λίγα χρήματα και τα άφησε στο περιπτερά "Ευχαριστώ πολύ!" πήρε το νεράκι της και ξεκίνησε προς τη παραλία "Νομίζω θα τα καταφέρω αγάπη μου. Σιγά, ένα μάθημα ακόμα είναι. Λίγο διάβασμα παραπάνω και η θέση θα είναι δική μου. Την θέλω πολύ!"
"Το εύχομαι καρδιά μου. Και εγώ πήγα να ελέγξω το πίνακα σήμερα. Επιτέλους τελειώνουμε!"
"Επιτέλους δε θα πεις τίποτα. Δε θα άντεχα με το ζαβο να με κοροϊδεύει για άλλη μια χρονιά..."
"Για τον αδερφό μου μιλάς έτσι;" την κορόιδεψε
"Είναι κολλητός μου Φάνη, ξεπερνάει την ιδιότητα του αδερφού σου χρόνια τώρα" απάντησε χαμογελαστή
"Ποιος να μου το έλεγε ειλικρινά" είπε γελώντας
"Λοιπόν, η Μάγδα με περιμένει. Θέλω να μάθω και τα δικά της αποτελέσματα. Ο Άρης είπε θα περάσει μετά. Θα έρθεις;"
"Δεν ξέρω αγάπη μου αν προλάβω. Η σχολή είναι πολύ επιτακτική. Δίνω ένα τελευταίο και επιτέλους θα φορέσω τη στολή μου. Καλύτερα να μην έρθω απόψε. Δε θα χάσω και τίποτα"
"Όπως αγαπάς. Θα έρθεις μετά από μένα;"
"Εννοείται. Δε μπορώ να κοιμηθώ χωρίς εσένα... Το ξέρεις αυτό" η Ξανθίππη χαμογέλασε.
"Αν δεν έχω γυρίσει πρώτη , θα ανάψεις και για μένα το νερό;"
"Έγινε αγάπη μου. Θέλεις να μαγειρέψω τίποτα ή θα παραγγείλουμε;"
"Θα δούμε. Θα μαγειρέψω εγώ αν χρειαστεί. Αφού η Μάγδα θα μείνει στου Άρη, έχουμε το σπίτι ήρεμα. Θα δούμε τι θα κάνουμε..."
"Γιατί δε μένουν μαζί πια; Να μείνουμε και εμείς να τελειώνουμε"
"Βιάζεσαι μπατσάκο;" τον κορόιδεψε
"Ει! Μη με λες μπάτσο!"
"Αφού μπατσος θα γίνεις"
"Ρε Ξανθίππη μου, ακουγεσαι σαν τον αδερφό μου δηλαδή..."
"Λεπτομέρειες! Λοιπόν, σε φιλώ. Σε αφήνω γιατί έφτασα!"
"Σαγαπαω!"
"Φιλάκια!" έκλεισε το τηλέφωνο και το έβαλε στη τσάντα.
Πέρασε το δρόμο και φτάνοντας στη πλατεία Αριστοτέλους είδε αμέσως τη Μάγδα έξω στα τραπεζάκια.
"Ένα έμεινε φιλενάδα!" ξεφωνησε τρελαμενη πλησιάζοντας
"Ένα; Συγχαρητήρια κοριτσάκι μου!" Η Ξανθίππη άφησε τη τσάντα της, έκανε νόημα στο σερβιτόρο να της φέρει το γνωστό και κάθισε "Εγώ τρια πάλι... Πυρηνική φυσική κάναμε την δερματολογία"
"Ιατρική είναι και αυτή, μη κάνεις έτσι! Πάλι καλά να λες"
"Δε πάω και για δερματολόγος Ξανθίππη. Απλά θέλω να διευρύνω τους ορίζοντες μου. Όταν θα σου κάνω αποτρίχωσεις με λέιζερ τσάμπα θα με ευχαριστείς" τη κορόιδεψε και γέλασαν.
"Ο άλλος που είναι;"
"Έρχεται είπε. Τον σταμάτησαν στα φανάρια"
"Πάλι χωρίς κράνος ήταν;"
"Δε βάζει μυαλό Ξανθίππη. Κουράστηκα ειλικρινά!"
"Καλά ας έρθει και θα τον στρώσω!"
Ο σερβιτόρος έφερε το καφέ της μα η Μάγδα ήταν περίεργη
"Τι συμβαίνει. Λέγε!"
"Τίποτα μωρέ..."
"Ε πώς τίποτα. Αφού με κάτι τρωγεσαι. Σε ξέρω"
"Θέλω να μείνουμε μαζί και εκείνος είναι στο κόσμο του ρε Ξανθίππη. Είμαστε μαζί επτά χρόνια. Τι άλλο περιμένουμε πια; Δουλειά έχει, εγώ θα τελειώσω φέτος και ακόμα είμαστε σαν ζευγαράκι!" Γκρινιαξε.
"Έλα μωρέ Μάγδα. Για αυτό κανείς έτσι; Θαρρείς και δε τον ξέρεις. Θέλει το χώρο του"
"Ως πότε ρε Ξανθίππη; Ο Φάνης κάθε τρεις και λίγο έρχεται σε εμάς. Γιατί δεν μένουμε ο καθένας με το ζευγάρι του;"
"Το ίδιο είπε και εκείνος" παραδέχθηκε η Ξανθίππη. "Το θέμα όμως είναι ότι ο Άρης..."
"Ο Άρης το πάει με ρυθμούς χελώνας..." τη συμπλήρωσε "Τον αγαπάω πολύ. Αλλά δεν κάνει κάποια κίνηση να το επισημοποιήσουμε..."
"Κάτσε ρε Μάγδα. Τι να κάνεις επίσημο από τώρα;"
"Εφτά χρόνια δεν είναι λίγα Ξανθίππη. Κουράστηκα τα πήγαινε έλα. Θέλω σταθερότητα. Να τελειώσω και με τη σχολή και να στρώσω τη ζωή μου"
"Δεν αντιλέγω βρε αγάπη μου αλλά αυτό που λες είναι διαφορετικό από την επισημοποίηση..."
"Μήπως φοβάται;" ρώτησε απογοητευμένη.
"Ο Άρης;, Τι να φοβάται;"
"Ξέρω 'γω; Τη δέσμευση ίσως..."
"Τον ξέρω καλά. Όλες τις είχε για να σπάει πλάκα Μάγδα. Ξέρεις πόσο έντονη εφηβεία πέρασε; Είναι χορτάτος από γυναίκες. Αν αυτό είναι που σκέφτεσαι βγαλτο από το κεφάλι σου. Είσαι η πρώτη σχέση που αποφάσισε να κάνει. Αυτό κάτι λέει νομίζω"
"Ναι δεν λέω... Απλά κάθε φορά που του ζητάω να μείνουμε μαζί, είναι φουλ αρνητικός"
"Σου εξήγησα... Θέλει το χώρο του"
"Και εγώ θέλω να φτιάξω επιτέλους το δικό μου χώρο Ξανθίππη. Απλά στεναχωριέμαι... Εσένα που σε ακούει μπορείς να του πεις κάτι;"
"Εμένα ακούει;" γέλασε η Ξανθίππη
"Πάντα όταν παίρνει μια σημαντική απόφαση, με τη δική σου γνώμη πορεύεται τόσα χρόνια. Όταν άνοιξε το συνεργείο. Όταν αποφάσισε να παρατήσει την ιατρική και να το ρίξει στη μηχανολογία. Όλα..."
"Κάνεις λάθος. Εγώ απλά στηρίζω τα αληθινά του θέλω Μάγδα. Δεν τον πιέζω"
"Δε ζήτησα να τον πιέσεις βρε αγάπη μου... Μια κουβέντα σου μόνο..."
"Καλά. Θα δω... Να ξέρεις όμως ότι άλλο η φιλία μου μαζί του, κι άλλο η σχέση σας. Μη τα μπερδεύεις"
"Πες εσύ μια κουβέντα και βλέπουμε. Σε παρακαλώ..."
"Στο υπόσχομαι" η Μάγδα χαμογέλασε επιτέλους. "Θέλω να κάνω οικογένεια μαζί του Ξανθίππη. Εγώ βρήκα αυτό που έψαχνα. Δε ζητάω να αλλάξει. Λίγο ένα τσακ παραπάνω να δώσει στη σχέση μας θέλω..."
"Δε μου πέφτει λόγος τι κάνετε ανάμεσα σας. Ειλικρινά. Εγώ είμαι εδώ και για σένα και για εκείνον. Παρόλα αυτά ειλικρινά νομίζω ότι το αναλύεις παρά πολύ. Δεν σας πήραν τα χρόνια"
"Φοράς δαχτυλίδι Ξανθίππη... Για αυτό τα λες..."
"Ένα δαχτυλίδι είναι. Δεν παντρεύτηκαμε κι όλας Μάγδα"
"Ναι αλλά ο Φάνης είναι ξεκάθαρος. Για γάμο το πάτε"
"Ειναι πολύ νωρίς για αυτά..."
"Τέλος πάντων. Και μόνο που θα πεις κάτι αρκεί...."
"Άκου κοριτσάκι μου, είμαστε παρέα δέκα χρόνια τώρα..." είπε σιγανα "Ο Άρης είναι ελεύθερο πνεύμα. Στο ξεκαθάρισε πριν κάνετε σχέση... Πετάς μαζί του ή μόνη σου. Έχει ένα δικό του κόσμο. Μια δική του οπτική για όλα... Αν τον πιέσεις θα σπάσει. Άκουσε με..."
"Πίεση είναι που θέλω να είμαι μαζί του; Να τον φροντίζω και να τον προσέχω;"
"Δεν έχει ανάγκη από προσοχή. Από ηρεμία έχει ανάγκη"
"Τώρα αυτό τι ήταν μωρέ Ξανθίππη;'
"Σταμάτα να γκρινιάζεις. Αυτό ήταν... Θα φέρεις αντίθετα αποτελέσματα. Σαγαπαει. Το βλέπω... Άφησε τον να φτιάξει το κόσμο όπως τον θέλει και ύστερα να σε βάλει μέσα σε αυτόν μόνος του..."
"Δεν καταλαβαίνω... Εφτά χρόνια αυτό περιμένω..."
"Τι περιμένεις εσύ εφτά χρόνια;" Άφησε το κράνος στη καρέκλα, έκανε νόημα στο σερβιτόρο και τη φίλησε.
"Τίποτα. Να τελειώσει με τη σχολή..." Η Ξανθίππη αποφάσισε να σωσει τη κατάσταση.
"Θα τη τελειώσει. Όλα αρχίζουν και τελειώνουν κάποτε..." η Μάγδα του χαμογέλασε γλυκά "Εσύ μωρό μου τι έκανες με το σεμινάριο;"
"Ένα μάθημα έμεινε! Πήγα και εκει. Νομίζω το έχω για πλάκα!"
"Αλήθεια; Κι εγώ νόμιζα θα σε είχα αιώνια φοιτήτρια να σε κοροϊδεύω"
"Κάνε όνειρα!"
"Κάνω ρε μωρό μου αλλά δε με αφήνεις. Θα περάσεις τη σχολή και μετά;"
"Μετά θα βρεις κάτι άλλο να ασχολείσαι!"
Η Μάγδα γελούσε. Είχαν πολύ πλάκα όταν μιλούσαν έτσι μεταξύ τους. Της πήρε λίγο καιρό μέχρι να συνηθίσει όταν εντάχθηκε στη παρέα αλλά πλέον ήταν η καθημερινότητα της. Ούτε το μωρό μου τη πειραζε ούτε τίποτα. Τη Ξανθίππη την είχε πιο πάνω και από τον αδερφό του. Ειδικά στη σχέση τους. Σαν να ήταν και εκείνη αδερφή του. Θαύμαζε το τρόπο που οι δυο τους επικοινωνούσαν.
"Και να σου πω, πάλι το κράνος διακοσμητικό στο χέρι το είχες;"
"Μην αρχίσεις πάλι..."
"Δίκιο έχει μωρέ Άρη. Αφού το έχεις γιατί δε το φοράς;"
"Γιατί ζω για τη στιγμή που θα με σταματήσει ο αδερφός μου για κράνος. Κάνω πρόβες τώρα..."
"Α καλά..." η Μάγδα κούνησε το κεφάλι. "Αν δε σε ήξερα καλά θα έλεγα ότι είσαι φουλ ανώριμος ώρες ώρες..."
"Και τώρα που με ξέρεις , δεν με βρίσκεις ανώριμο;" έπιασε τα μάγουλα της και της χάρισε ένα φιλί στα χείλη.
"Όχι σάλια πρωί πρωί!" επενέβη η Ξανθίππη.
"Ναι, όταν σαλιωνεσαι εσύ καλά είναι!"
"Τέλος πάντων. Είπες έχεις νέα! Ακούω!" Του είπε και ο Άρης έδειξε να ενθουσιάζεται
"Φεύγουμε!" ανακοίνωσε.
"Που πάτε;" ρώτησε περίεργα η Ξανθίππη.
"Όχι ρε μωρό μου, δε κατάλαβες... Όλοι μαζί φεύγουμε..."
"Και που θα πάμε; Άρη τρελάθηκες;"
"Πάμε Λευκάδα σε είκοσι μέρες. Έκλεισα τα πάντα"
"Αλήθεια τώρα;" Η Μάγδα τρελάθηκε από τη χαρά της.
"Ναι αγάπη μου αλήθεια. Είχα ένα γνωστό, του έκανα το αμάξι προχθές. Είναι ωραίος τύπος. Έχει ξενοδοχείο εκεί. Τώρα που θα ανοίξει ο καιρός, μου πρότεινε να πάμε..."
"Να πάτε και να περάσετε υπέροχα! Έχω διάβασμα. Το ξέχασες;"
"Κάνω πως δε το άκουσα αυτό.." ο σερβιτόρος ήρθε και άφησε το καφέ του. Ο Άρης άναψε ένα τσιγάρο και τραβώντας μια βαθιά τζούρα τη κοίταξε σοβαρός. "Θα πάμε Λευκάδα. Τέλεια και παύλα. Έχεις ανάγκη από ξεκούραση"
"Μην επιμένεις... Ο Φάνης δίνει σε λίγες μέρες. Τελείωσε ρε Άρη"
"Μα για αυτό κανόνισα το ταξίδι να γίνει σε είκοσι μέρες. Εκτός αυτού, μη λες μαλακίες σε μένα... Δεν έχεις χρονικό περιθωριο για το μάθημα. Ένα εξάμηνο έχεις μπροστά σου. Δε θα σε βλάψουν λίγες μέρες.."
"Ναι ρε Ξανθίππη πάμε! Τρία χρόνια έχουμε να πάμε κάπου όλοι μαζί!" επενέβη και η Μάγδα.
"Δε ξέρω ρε παιδιά..."
"Ξέρω εγώ μωρό μου. Σε είκοσι μέρες φεύγουμε..." Της είπε ο Άρης τελεσίδικα και εκείνη ξεφυσησε.
Πριν του απαντήσει, το κινητό της Μαγδας χτύπησε.
"Μισό λεπτό παιδιά. Από τη σχολή είναι!" Πήγε πιο μακριά να μιλήσει και μόλις έμειναν οι δυο τους η Ξανθίππη τον άγριοκοίταξε.
"Γιατί δε τη παίρνεις τη καημένη να πάτε οι δυο σας διακοπές και με σέρνεις μαζί;"
"Γιατί δε θα έχει πλάκα"
"Κοντεύεις τριάντα και ακόμα ψάχνεις τη πλάκα; Συνελθε μωρέ Άρη. Άντε να μείνετε και μαζί... Γενικά κάνε κάποιο βήμα. Στεναχωριέται..."
"Ξανθίππη μη με ζαλίζεις. Όταν κάναμε σχέση της εξήγησα ότι δε μπορώ δεσμεύσεις τέτοιου είδους.."
"Δεν είναι όλοι σαν τους γονείς μας Άρη..." Είπε ήρεμα και εκείνος στριφογυρισε το βλέμμα του.
"Δε φοβάμαι μη γίνω σαν τον πατέρα μου Ξανθίππη... "
"Ε τότε τι φοβάσαι; Έχεις μια δουλειά που βγάζει παραπάνω λεφτά από όλους μας αυτή τη στιγμή. Μηχανή, αυτοκίνητο, καταθέσεις στη τράπεζα... Ποιο το θέμα σου; Εκείνη σε λίγο θα γίνει αισθητικός. Θέλει να ανοίξει γραφείο..." Ο Άρης βαρεσε με την ανάποδη ένα τσιγάρο στο τραπεζάκι και το έβαλε στα χείλη του ενώ την ίδια στιγμή, έσκυψε προς το μέρος της.
"Εσύ γιατί δε παντρεύεσαι δηλαδή;" τη ρώτησε σοβαρός " Ο Φάνης σου έβαλε ολόκληρη κοτρώνα και εσύ το θεωρησες απλά ένα δώρο. Και μη τολμήσεις να μου πεις μαλακίες... Ξέρω ότι σου έκανε πρόταση και είπες όχι"
Η Ξανθίππη αναστεναξε "Δεν είναι έτοιμος για τέτοιο βήμα. Ούτε εγώ είμαι. Αλλά εγώ έχω αυτογνωσία"
"Και εγώ έχω. Και ούτε εγώ είμαι έτοιμος. Ο γάμος διαλύει τον έρωτα. Τι να τον κάνω;"
"Σε αυτό θα συμφωνήσω..." παραδέχθηκε η Ξανθίππη.
"Το ξέρω ρε μωρό μου ότι συμφωνείς. Αν το καταλάβουν και οι υπόλοιποι θα είμαστε μια χαρά"
"Λοιπόν πρέπει να φύγω. Ο Φάνης θα πάει από το σπίτι μετα και εγώ πρέπει να περάσω από τη μάνα μου. Της υποσχέθηκα..."
"Δε ξέρω τι θα κάνεις , αλλά το απόγευμα ένα δίωρο σε θέλω..."
"Γιατί;" απόρησε αμέσως.
"Έχει ματσάκι μωρό μου..."
"Αμάν ρε Άρη..."
"Έλα, μήνες είχε να παίξει..."
"Να φέρω τίποτα ή έχεις;" Η Ξανθίππη ήξερε πως δεν είχε επιλογή. Δεν είχαν χάσει μάτς από τότε που ήταν μικρά. Καμιά φορά δεν έπαιζαν και ποτέ σαν ομάδες πάνω στο χρόνο, αλλά όποτε τύχαινε να έχουν αγώνα πάντα τον έβλεπαν κι ας μην τους ενδιέφεραν καν οι συγκεκριμένες ομάδες.
"Θα εχω τη Μάγδα δε σου φτάνει;" Αστείευτηκε
"Θα φέρω και εγώ το Φάνη να γίνουμε πολλοί τότε!" αστείευτηκε και εκείνη.
"Δε τους διώχνουμε λέω εγώ να δούμε το ματσάκι τα δύο μας όπως παλιά;"
"Όχι!" φώναξε σχεδόν "Τη τελευταία φορά που είδαμε μόνοι μας το ματς θα σε εδερνα. Δε παίζει..."
"Πόσο είναι το σκορ μας;"
"Κερδίζεις προς το παρόν μικρέ αλητήριε αλλά όχι για πολύ!"
"Αυτό θα το δούμε. Λοιπον δεν ήρθα για κάτσω. Έχω ένα αυτοκίνητο στο συνεργείο. Θέλω να το τελειώσω πριν το βράδυ"
"Τι ώρα να έρθουμε;"
"Οχτώ ελάτε. Εννιά είναι το ματς. Θα πάρουμε καμιά πίτσα, έχω και ποτά θα είμαστε κομπλέ"
"Εντάξει. Όσο για τη Λευκάδα, σκέψου το ξανά. Είναι ολόκληρη διαδικασία μωρέ Αρη"
"Το έχω ήδη σκεφτεί. Έχουμε ανάγκη από ηρεμία Ξανθίππη. Χωρίς πλάκα... Το τελευταίο χρόνο τρέχουμε σαν τρελοί ρε μωρό μου. Δε τη παλεύω άλλο..."
"Έχεις δίκιο αλλά σιγά μη δεχθεί ο Φάνης"
"Θα δεχθεί. Και εκείνος με τη σχολή δεν έχει πάρει ανάσα. Το αξίζουμε όλοι μας..."
"Άρη;"
"Μη με ζαλίζεις Ξανθίππη..." Απάντησε ξέροντας τι θα του πει "Δε γουστάρω συγκατοίκηση"
"Καλά. Δε θα σε πίεζα ποτέ για κάτι... Απλά τη λυπάμαι ώρες ώρες. Σε αγαπάει πολύ"
"Όλα στην ώρα τους..."
"Σκοπεύεις να κάνεις δηλαδή το βήμα;"
"Ίσως..." Είπε κοφτά. Η Ξανθίππη έβαλε τη τσάντα της και εκείνος σηκώθηκε ενώ η Μάγδα ακόμα μιλούσε στο τηλέφωνο
"Σ'αγαπαω ρε βλάκα..." Του είπε χαρίζοντας του μια τεράστια αγκαλιά. "Κάνε ότι θέλεις. Εγώ πάντα εσένα θα στηρίζω και το ξέρεις..."
"Για αυτό σ'αγαπαω κι εγώ..." απάντησε σφίγγοντας τη. "Γιατί είσαι ακόμα αυτό το σκασμενο ξεροκέφαλο νιανιαρο"
"Ναι αλλά δεν μπορείς χωρίς εμένα..."
"Μπορώ και χωρίς εσένα. Απλά δε το θέλω..." της έκλεισε το μάτι και απομακρύνθηκε.
"Σοβαρά;" του είπε κοιτώντας τον στραβά
"Ξανθίππη είχες δουλειές θυμάσαι; Άντε μωρό μου τελείωνε και στριβε που με ρωτάς κι όλας!"
"Ήθελα να ήξερα ειλικρινά ώρες ώρες πως σε ανέχομαι τόσα χρόνια..." είπε χαμογελαστή και σηκώνοντας ψηλά το χέρι έκανε νόημα στη Μάγδα ότι φεύγει.
"Το ίδιο απορώ. Μη σπας το κεφάλι σου" απάντησε αμέσως και εκείνη σήκωσε το μεσαίο της δάχτυλο διακριτικά προς το μέρος του και απομακρύνθηκε.
"Μετά εγώ είμαι ο ανώριμος..." ψέλλισε κοιτώντας τη... Ώσπου ένιωσε τα χέρια της Μαγδας γύρω του.
"Έφυγε;" τον ρώτησε χαρίζοντας του ένα φιλί στο μάγουλο.
"Ναι αγάπη μου. Το βράδυ θα έρθουν σπίτι"
"Γιατί; Κανονίσατε τίποτα;"
"Έχει ματς"
"Σοβαρά τώρα;" Είπε απογοητευμένη
"Γιατί το λες έτσι; Συνέχεια το βλέπουμε"
"Γιατί στο τηλέφωνο ήταν η καθηγήτρια μου Άρη. Μου ζήτησε να ετοιμάσω μια αναφορά με τα συστατικά από τα δείγματα που μας έδωσε. Τη θέλει μεθαύριο..."
"Τώρα βρήκε;"
"Έλα ντε! Αυτό λέω και εγώ..." είπε λυπημένη
"Λοιπόν, μη μου σκοτεινιάζεις... Έλα, πάμε μια βόλτα και μετά πάμε σπίτι. Είχα να κάνω ένα αμάξι αλλά γάμησε το. Θα το πιάσω αύριο. Πάμε να χαλαρώσουμε λιγάκι και βλέπουμε..."
"Παίζει να ακυρωσετε το ματς; Για να κάνω πιο ήρεμα την εργασία;" τον ρώτησε και εκείνος χαμογέλασε.
"Εικοσιπέντε χρόνια δε χάσαμε ούτε ένα..." της ειπε με ύφος.
"Κατάλαβα... Θα δω... Ο Φάνης;"
"Θα έρθει και εκείνος. Το πολύ πολύ ρε αγάπη μου την κάνεις τώρα"
"Θέλει ώρες. Δε θα προλάβω. Θα δω πάμε σπίτι κι αν είναι ίσως πεταχτώ στο διαμέρισμα πριν το ματς και έρθω όταν τελειώσει"
"Εσύ ξέρεις. Σόρρυ αλλά δε γίνεται να το χάσουμε"
"Το ξέρω αγάπη μου. Μην ανησυχείς. Εξάλλου και μένα μ'αρεσει. Απλά σήμερα όλα έγιναν χάλια με την ηλίθια εργασία" του χαμογέλασε γλυκά και τον αγκάλιασε. "Σαγαπαω πολύ το ξέρεις;" Είπε και εκείνος τη τράβηξε και τη φίλησε.
"Βάλε το κράνος" της το έδωσε σπάζοντας το φιλί και εκείνη το πήρε και περπάτησαν πλάι πλάι μέχρι τη μηχανή...
××××××××××××××××××××××××××××××××××××
19 χρόνια πριν
Χαλκιδική
"Και ποιος σου ειπε ότι σε ήθελα μαζί μας στις διακοπές;"
"Η μαμά μου μίλησε με τη δική σου!"
"Είσαι ένα ξεροκέφαλο πλάσμα. Μου σπας τα νεύρα!"
"Και εσύ σπας τα δικά μου Άρη!"
"Ωραία συμφωνούμε τότε!"
"Ναι" Έμπλεξε τα χέρια της στο στήθος και έμεινε να τον κοιτάζει έντονα.
"Έτσι θα με κοιτάζεις τώρα;"
"Αυτό είναι το βλέμμα που σου αξίζει!"
"Δε φτάνει που θα σε έχω στο κεφάλι μου μια εβδομάδα! Θα με κοιτάζεις και έτσι;"
"Παιδιά μη μαλώνετε!" Φώναξε η Δάφνη από το δωμάτιο.
"Δε μαλώνουμε μαμά!" Έσπευσε να της πει ο Άρης
"Σωστά κυρία Δάφνη! Εμείς αγαπιόμαστε!"
"Μη λες βλακείες!" της είπε δαγκωμενος
"Δε λέω βλακείες!" του απάντησε θυμωμένα
"Δε σ'αγαπαω!"
"Μ'αγαπας!"
"Δε σ'αγαπαω!"
"Μ'αγαπας!" η Ξανθίππη χτύπησε τα πόδια της στο χώμα εκνευρισμένη
"Δε σ'αγαπαω!" επέμεινε ο Άρης.
"Εντάξει τότε! Αφού δε μ'αγαπας, πάω να πνιγώ!"
"Ξανθίππη κόψε τις χαζομάρες!" την έπιασε αμέσως από το χέρι "Δε ξέρουμε κολύμπι. Έλα εδώ!"
"Όχι!"
"Καλά σ'αγαπαω... Εντάξει τώρα;" εκείνη σταμάτησε και του χαμογέλασε με το ύφος του νικητή.
"Είδες ότι μ'αγαπας; Εγώ όμως δε σ'αγαπαω!" του αντιγυρισε και εκείνος τη κοίταξε έκπληκτος. "Πάρτα τώρα!" η Ξανθίππη άρχισε να τρέχει
"Κάτσε να σε πιάσω και θα δεις!" της φώναξε κυνηγώντας τη μα ήταν πολύ γρήγορη.
"Πιάσε με!" φώναζε συνεχώς μα εκείνος ύστερα από λίγο έπιασε τα γόνατα του
"Ξανθίππη έχουμε απομακρυνθεί έλα πίσω η μαμά είπε να μη φύγουμε από το σπιτάκι!"
Εκείνη σταμάτησε και τον κοίταξε.
"Αν έρθω μου υποσχεσαι να μη με πιάσεις;"
"Στο υπόσχομαι..." είπε ηττημένος και λαχανιασμενος
Εκείνη τον πλησίασε και ο Άρης κάθισε κάτω προσπαθώντας να βρει την ανάσα του.
Μόλις όμως η Ξανθίππη έφτασε σε σημείο βολής την άρπαξε και την πέταξε κάτω.
"Αουτς!" Φώναξε παίρνοντας μια γκριμάτσα πόνου.
"Αυτό γιατί με κορόιδεψες!" της είπε χαμογελαστός.
"Δε σε κορόιδεψα" απάντησε δακρυσμένη
"Τώρα γιατί κλαίς;"
"Γιατί πόνεσα όταν έπεσα" ο Άρης ξεφυσησε αγανακτισμένος
"Έλα, θα σε βοηθήσω και πάμε πίσω καλά; Αλλά μη κλαίς..." Άπλωσε το χέρι του και μόλις η Ξανθίππη το έπιασε, τον τράβηξε δυνατά κάτω και σηκώθηκε.
"Ψεύτη! Είπες δε θα με πιάσεις!"
"Κοίταξε την!" απόρησε έκπληκτος με το θέατρο της μα εκείνη ήταν όλο ναζι
"Σ'αγαπαω και εγώ..." του είπε και κάθισε πλάι του.
"Τώρα είμαστε φίλοι δηλαδή;" Τη ρώτησε και εκείνη του χαμογέλασε
"Ναι... Οι φίλοι αγαπιούνται σωστά;"
"Σωστά" της απάντησε και κοίταξαν και τα δύο τη θάλασσα μπροστά τους
"Άρη;"
"Τι είναι;"
"Τώρα που έγινα επτά και εσύ κοντεύεις τα δέκα πιστεύεις ότι είμαι ακόμα μωρό και νιανιαρο;"
"Πάντα θα είσαι..."
"Τι θα είμαι; Θα μεγαλώσω! Θα γίνω μεγάλη"
"Πάντα θα είσαι μωρό για μένα Ξανθίππη..."
"Μα οι φίλοι δε κοροϊδεύουν ο ένας τον άλλο..."
"Δε σε κοροϊδεύω... Δεν είναι άσχημη λέξη. Είσαι πιο μικρή. Άρα είσαι πιο μωρό για μένα. Αυτό είναι όλο..."
"Άρα δε με μισείς;"
"Γιατί να σε μισώ;"
"Σε άκουσα μια μέρα που το έλεγες στο Φάνη. Δε θέλω να με παίζεις γιατί σου είπε ο Φάνης να το κάνεις..."
"Απλά με εκνευρίζεις. Αυτό είναι όλο..."
"Μα τι κάνω;"
"Μιλάς πολύ Ξανθίππη... Παρά πολύ"
"Ναι αλλά είσαι φίλος μου. Αν δε μιλήσω σε σένα σε ποιον να μιλήσω;"
"Μιλα στο Φάνη!"
"Δε θέλω"
"Γιατί; Και εκείνος φίλος σου είναι..."
"Ναι αλλά δε τον αγαπάω ακόμα..." του είπε και εκείνος σηκώθηκε.
"Δε ξέρω τι εννοείς αλλά πάμε σπίτι γιατί η μαμά θα φωνάζει"
"Καλά..." σηκώθηκε και εκείνη και τον ακολούθησε...
"Άρη;"
"Τι θες πάλι;"
"Θα μου μάθεις μπάνιο;"
"Όχι"
"Γιατί;"
"Γιατί είσαι μωρό ακόμα. Τα είπαμε αυτά..."
"Άντε πάλι..." Είπε σταματώντας
"Πριν λίγο έτρεχες και τώρα περπατάς σαν χελώνα. Αντεε!"
"Άρη;"
"Τι είναι ρε Ξανθίππη;"
"Φυσάει πολύ..."
"Ε και;"
"Φοβάμαι τον αέρα..."
"Μα πως γίνεται να φοβάσαι τον αέρα;!" απόρησε κοιτώντας την
"Με τρομάζει... Κάνει τα δέντρα να αφήνουν σκιές στους τοίχους και πάντα κρυώνω..."
"Μα είναι ζεστός ο αέρας... Πώς γίνεται να κρυώνεις! Ένας αέρας είναι. Βοριάς νομίζω" είπε ανοίγοντας το βήμα του.
"Άρη μη τρέχεις!"
"Τρέξε και εσύ!"
"Περίμενε σου λέω!"
"Αμάν ρε Ξανθίππη! Αμάν!" αγανακτισε και σταμάτησε
"Ο μπαμπάς όταν έφυγε, φυσούσε πολύ. Μάλωναν με τη μαμά άσχημα... Τους άκουσα. Δεν ήμουν κουφή. Εκείνη τη μέρα φοβόμουν παρα πολύ. Δε μου αρέσει όταν φυσάει..." Ο Άρης αναστεναξε
"Άκουσε με..." είπε και σταθηκε μπροστά της "Όταν θα είμαστε μαζί, ακόμα κι αν γίνεται χαλασμός, δε θα φοβάσαι. Εντάξει;"
"Και ο αέρας;"
"Ένα καιρικό φαινόμενο είναι Ξανθίππη. Για αυτό σε λέω μωρό... Δε φοβάσαι να πετάξεις από τη τσουλήθρα και φοβάσαι έναν άνεμο!"
Η Ξανθίππη χαμήλωσε το βλέμμα της.
"Έλα, δώσε μου το χέρι σου και πάμε πίσω... Σκέψου ότι όσο είμαστε μαζί, ούτε ο αέρας μπορεί να σε αγγίξει καλά;"
Τα μάτια της έλαμψαν. Έπιασε το χέρι του και άρχισαν να περπατούν προς τα πίσω...
"Άρη;"
"Βλέπεις γιατί σου λέω ότι μιλάς πολύ;!" είπε χωρίς να τη κοιτάξει
"Όλο Άρη, και Άρη και Άρη... Με ζαλίζεις!"
"Ήθελα απλά να σου πω ευχαριστώ που έγινες φίλος μου..." του είπε αποκαρδιωμενα
"Αν συνεχίσεις έτσι, θα πάψω να είμαι. Περπατα τώρα πριν φρικαρει η μαμά σε παρακαλώ...!" της έσφιξε το χέρι και άρχισαν να περπατούν "Και για το υπόλοιπο της ημέρας, μη με ρωτήσεις ξανά τίποτα. Εντάξει;"
"Θα το σκεφτώ..." απάντησε με ύφος και σφίγγοντας τα δάχτυλα της στα δικά του , τον ακολούθησε σιωπηλά...
🤫❤️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top