κεφαλαιο 26 ντινγκ ντονγκ
Διδώ
Ήταν Σάββατο βράδυ όταν καθισμένη στον καναπέ του σπιτιού μου άκουσα το κουδούνι και ξαφνιάστηκα.Ο Ματία είχε βγει με ένα καινούργιο φλερτ που είχε τον τελευταίο καιρό,οπότε εγώ είχα κοιμήσει από νωρίς την Αγάπη και απολάμβανα τα ποπκορν που είχα φτιάξει, βλέποντας νέτφλιξ.
Δεν περίμενα κανέναν και έτσι πήγα διστακτικά κοντά στη πόρτα και κοίταξα από το ματάκι πριν ανοίξω. Όταν πρόσεξα τη Ράνια,άνοιξα απότομα τη πόρτα και ένιωσα πως θέλω να τσιριξω από τη χαρά μου.
Μου είχε λείψει τόσο πολύ,που την πήρα στην αγκαλιά μου και έβγαζα πνιχτές κραυγές για να μην ξυπνήσω το μωρό μου.
"Τι κάνεις εσύ εδώ; Γιατί δεν μου είπες ότι θα έρθεις; " Της είπα όταν επιτέλους την ελευθέρωσα από τον κλοιό μου.
"Πρώτον ήθελα να σου κάνω έκπληξη και δεύτερον μου έλειψες πολύ και εσύ και το μικρό τερατάκι." Μου είπε καθώς είχα πάρει τη μικρή βαλίτσα από τα χέρια της και κατευθυνόμασταν προς το σαλόνι όπου συνέχιζε να παίζει η ταινία που έβλεπα πρίν και αφού καθίσαμε πήρα το τηλεκοντρόλ στα χέρια μου και την έκλεισα.
"Εμάς να δεις πόσο μας έλειψες. Πέρασαν δέκα μήνες από την τελευταία φορά που ήρθες να μας δεις." Της απάντησα χωρίς να μπορώ να κρύψω την χαρά μου που επιτέλους την έβλεπα από το πρόσωπο μου.
"Αφού δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό..." Ξεκίνησε εκείνη ανασηκώνοντας το φρύδι της.
"Ο Μωάμεθ ξέρεις ότι δεν μπορεί να επιστρέψει πια σε αυτό το βουνό. Γι αυτό χαίρομαι που τα βουνά πλέον μετακινούνται με άνεση." Αποκρίθηκα και τις έκλεισα το μάτι.
"Δεν σου έλειψε η Ελλάδα; Εγώ; Άντε και κανένας άλλος; " Με ρώτησε πειράζοντας με.
"Αφού ξέρεις την απάντηση από πρώτο χέρι. Θέλεις να σου βάλω κάτι να πιείς; Εγώ έπινα λίγο κρασάκι." Τη ρώτησα ενώ σηκώθηκα να ξανά γεμίσω το ποτήρι μου πηγαίνοντας στη κουζίνα.
"Ναι σε παρακαλώ,το έχω ανάγκη ένα ποτήρι κρασί. Είχε καθυστέρηση η πτήση και ταλαιπωρήθηκα λίγο!"
Μου απάντησε εκείνη και ξάπλωσε στο καναπέ ανεβάζοντας τα πόδια πάνω.
"Πες μου ότι θα μείνεις λίγες μέρες. Η Αγάπη θα τρελαθεί όταν σε δει." Τη ρώτησα με αγωνία.
"Θα μείνω για όσο χρειαστεί." Μου απάντησε την ώρα που είχα φτάσει κοντά της με τα γεμάτα ποτήρια κρασί.
"Τι εννοείς όσο χρειαστεί; Έχεις δουλειές στην Ισπανία; " Τη ρώτησα ξανά περίεργη.
"Όχι,η μόνη μου δουλειά είσαι εσύ.
Παντρεύομαι Διδώ." Μου είπε και σήκωσε το χέρι της να μου δείξει το διαμαντένιο δαχτυλίδι που κοσμούσε τα μακριά και λεπτά δάχτυλα της.
Για λίγα λεπτά είχα μείνει σε κατάσταση σόκ και δεν ήξερα τι να πω. Τη κοιτούσα έτσι ευτυχισμένη και χαμογελαστή και η καρδιά μου ξεχυλιζε από χαρά.
"Χαίρομαι πολύ για σας Ράνια μου. Με το καλό να ενώσετε τις ζωές σας. Ποιος θα μου το έλεγε πως θα κατάφερνε γυναίκα να κάνει τέτοια στροφή στον Λαυρέντη που γνώρισα και θα του δημιουργούσε τη θέληση να κάνει οικογένεια!"
"Εμένα ποιος θα μου το έλεγε πως σε λίγο καιρό παντρεύομαι. Δεν μπορώ να το συνειδητοποιήσω ακόμη."
Μου είπε και το πρόσωπο της έλαμπε.
"Δεν μπορώ να καταλάβω ακόμη όμως το 'όσο χρειαστεί' για το πόσο θα μείνεις εδώ!" Της είπα χωρίς να έχω ιδέα τι μπορεί να εννοεί με αυτά της τα λόγια η παιδική μου φίλη.
"Διδώ,δεν γίνεται να λείπεις από τον γάμο μου εσύ. Είσαι ο μόνος άνθρωπος που έχω στη ζωή μου από παιδί. Εσύ είσαι η οικογένεια μου,αν μου πεις ότι δεν θα είσαι δεν πρόκειται να το κάνω." Μου απάντησε και τα λόγια της με άφησαν άφωνη.
"Δεν υπάρχει περίπτωση να λείπω από κοντά σου μια τέτοια μέρα! Για κανένα λόγο και για κανέναν άνθρωπο. Ακόμα και για εκείνον δεν έχανα τη πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής σου. Απορώ πως το σκέφτηκες αυτό!" Της είπα σχεδόν νευριασμένη που είχε σκεφτεί κάτι τέτοιο.
"Σ αγαπώ πολυυυυυ." Μου είπε και όρμηξε στην αγκαλιά μου και άφησε ζεστά δάκρυα να ξεχυθούν στον ώμο μου.
"Μη κλαίς ρε χαζή. Είσαι πολύ όμορφη σήμερα θα χαλάσεις το μακιγιάζ σου."
"Διδώ είναι και κάτι ακόμα που θέλω να σου πω. "
"Ωχ..."
"Αφού δεν μπόρεσα να γίνω εγώ κουμπάρα στις δικές σου χαρές,θέλω να γίνεις εσύ στις δικές μου. Το ίδιο και ο Λαυρέντης, αλήθεια." Μου είπε και άρχισα να γελάω δυνατά.
"Τους γονείς του τους ρώτησες; Είμαι σίγουρη ότι δεν θα είναι και τόσο χαρούμενοι για αυτό." Της είπα και ήπια μια γενναία ποσότητα από το κρασί μου.
"Δεν είναι έτσι. Η Κάτια λέει συνέχεια πως σίγουρα δεν φταις εσύ για ότι έγινε. Δεν έχουν ιδέα Διδώ. Άλλωστε θυμάσαι εκείνη την ημέρα με κλάματα σε αποχαιρέτησαν." Μου απάντησε και έμεινα για λίγο ακίνητη ενώ το βλέμμα μου είχε κόλληση καθώς μπροστά μου ήρθε η εικόνα να μαζεύω τα πράγματα μου κι να φεύγω.
Πίσω στη μέρα εκείνη.
"Τι έγινε κορίτσι μου,πες μου. Σταμάτα να κλαίς και πες μου σε παρακαλώ." Μου έλεγε η Κάτια καθώς εγώ μάζευα τα πράγματα μου.
Ούτε το φόρεμα μου δεν είχα βγάλει από πάνω μου. Ο Άγγελος είχε φύγει από το γραφείο και δεν είχε γυρίσει πίσω.
"Ούτε εμένα μου λέει τίποτα." Της είπε η Ράνια που είχε αρχίσει να κλαίει μαζί μου ανήμπορη να με βοηθήσει.
"Μίλησέ μας Διδώ. Τι έχει γίνει; " Ρωτούσε και ξανά ρωτούσε η Κάτια ενώ εγώ δεν ήθελα να ακούω κανένα.
"Τελείωσαν όλα.Αυτο έγινε. Αφήστε με τώρα να μαζέψω τα πράγματα μου και να φύγω. Δεν θέλει να με βλέπει." Τις είπα ανίκανη να διαχειριστώ τα συναισθήματα μου.
Δεν μίλησε ξανά καμιά τους. Με κοίταζαν να γεμίζω τη βαλίτσα μου και αφού το έκανα βγήκα από το δωμάτιο με τις δυό τους να μ ακολουθούν και όταν έφτασα στη πόρτα ο πατέρας του στεκόταν αμίλητος και με κοιτούσε βουρκωμενος.
Δίπλα του στεκόταν εκείνος.
Ήρθε δίπλα μου ο κύριος Ιάκωβος και με φίλησε στο μέτωπο χωρίς να πει λέξη. Είδα ένα δάκρυ να φεύγει από τα μάτια του και δεν άντεξα. Όρμηξα έξω από το σπίτι και δεν κοίταξα πίσω μου.
Πήγα στο διαμέρισμα του μάζεψα τα πράγματά μου και τα υπόλοιπα είναι ιστορία...
"Γη καλεί Διδώ." Άκουσα τη Ράνια και όταν γύρισα το βλέμμα μου την είδα να κουνάει τα χέρια της για να της δώσω προσοχή. "Που χάθηκες;"
"Μην στεναχωριέσαι για τίποτα. Καιρός να αντιμετωπίσω το παρελθόν παρέα με το μέλλον μου. Ήρθε η ώρα η Αγάπη να δει την Θεσσαλονίκη,τη πόλη από την οποία κατάγεται και τη χώρα της."
Η Ράνια χτυπούσε παλαμάκια από τη χαρά της σαν μικρό παιδί.
"Ο Ματία που είναι; Εννοείται ότι θα είναι και εκείνος. Έχω κανονίσει με τον Λαυρέντη δύο εβδομάδες για μας και τους φίλους μας τον απόλυτο οδηγό ξεκούρασης. Θα γυρνάμε στα νησιά με το γιοτ και τρεις μέρες πριν το γάμο επιστρέφουμε γιατι η Κάτια έχει οργανώσει ένα μικρό πάρτυ με φίλους και συγγενείς στη Θεσσαλονίκη."
"Ήδη κουράστηκα. Δεν μπορώ να έχω όμως τη μικρή μαζί μου δύο εβδομάδες πάνω σε ένα γιοτ." Της είπα σκεπτική για το τι θα κάνω με τη φύλαξη του παιδιού κάποιες μέρες και ώρες.
"Μη σε απασχολεί το έχω κανονίσει και αυτό. Διδώ ήρθα για κάθε πιθανή σου αρνητική απάντηση προετοιμασμένη γιατί πίστευα τα χειρότερα." Μου απάντησε ενθουσιασμένη.
"Εντάξει λοιπόν. Πες μου όμως το βασικότερο όλων. Τίνος είναι το παιδί Ράνια; " Τι ρώτησα σοκαρισμένη μόλις συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να εμφανίσω την αγάπη!
"Τι σκας; Τον Ματία τι τον έχεις; Δυόμιση εβδομάδες είναι. Ας παίξει λίγο θέατρο πως είστε μαζί. "
"Και η Αγάπη; Δεν τον φωνάζει μπαμπά! Θα το καταλάβουν αμέσως πως λέω ψέματα! " Σηκώθηκα όρθια και άρχισα να πηγαινοερχομαι στο σαλόνι γεμάτη σκέψεις.
"Μην αγχώνεσαι Διδώ." Μου είπε η Ράνια και άκουσα κλειδιά στη πόρτα και είδα τον Ματία να μπαίνει.
"Ράνια" αναφώνησε εκείνος και η φίλη μου σηκώθηκε να τον αγκαλιάσει. "Τι κάνεις εδώ; Δεν μου είπε η Διδώ ότι θα ερχόσουν."
"Δεν τη το είπα,για αυτό. Ήθελα να σας κάνω έκπληξη."
"Και το πέτυχες! " Της είπα εγώ και κάθησα στο καναπέ.
"Ωχ κάτι έχει γίνει εδώ." Είπε ο Ματία και κάθησε δίπλα μου ενώ με πήρε αγκαλιά. "Πείτε τα μου όλα."
Και αφού καθίσαμε και του εξηγήσαμε πως έχει η κατάσταση εκείνος άρχισε να γελάει και να μας κοροϊδεύει.
"Εγώ ότι τα έχω με τη Διδώ και έχουμε και παιδί! Είστε τρελές; " Ρώτησε ενώ εξακολουθούσε να γελάει.
"Έχει δίκιο. Θα αποτύχουμε." Είπα εγώ απεγνωσμένη.
"Το σχέδιο είναι αυτό. Εκτός και αν θέλεις να του πεις επιτέλους την αλήθεια." Μου είπε η Ράνια και την κοίταξα άγρια.
"Λοιπόν η Αγάπη δεν είναι ούτε παιδί του ούτε του Ματία. Αν υποψιαστεί κάτι ας έρθει να με ρωτήσει αν βαστάει και θα του πω εγώ."
"Ας πιούμε σ αυτό." Είπε ο Ματία και σήκωσε το ποτήρι του.
"Στην ευτυχία της Ράνιας." Είπα εγώ και σήκωσα το δικό μου ενώ κοίταξα τη χαμογελαστή φίλη μου.
"Στο ότι επιτέλους θα γνωρίσω τον κύριο Άγγελο." Είπε ο Ματία και γέλασαμε."θα τον κάνω να πεθάνει από τη ζήλια του που σε άφησε να φύγεις."
Τα γέλια μας γέμισαν το σπίτι και ήπιαμε το μπουκάλι με το κρασί χωρίς να καταλάβουμε πως είχε περάσει η ώρα.
Την επόμενη μέρα η Αγάπη ξετρελαθηκε που είδε τη Ράνια να κοιμάται στο σπίτι μας όταν σηκώθηκε.
Πήγε από πάνω της και άρχισε να χοροπηδάει πάνω στη κοιλιά της.
"Ράνια,Ράνια. Ήρθες επιτέλους."
Έλεγε όσο χοροπηδούσε πάνω της και γελούσε.
"Ήρθα μωρό μου και σου έφερα πολλά πράγματα από την όμορφη Ελλάδα μας."
"Μαμά πότε θα πάμε και εμείς στην Ελλάδα μας να τη δω;" Με ρώτησε η Αγάπη και κοίταξα τη Ράνια κάνοντας τη νόημα να της το πει εκείνη.
"Θα σας πάρω μαζί μου μόλις επιστρέψω." Της είπε και με κοίταξε με τα μεγάλα μπλε μάτια της και τα αναμαλλιασμενα της μαλλιά μέσα στα μάτια.
"Λέει αλήθεια η Ράνια μαμά;" Με ρώτησε ξανά η κόρη μου ενθουσιασμένη και έλιωσα.
"Λέει αλήθεια μωρό μου." Είπα και η Αγάπη άρχισε να χοροπηδάει και πάλι ενώ εγώ όσο τη κοιτούσα σκεφτόμουν πως όταν χαμογελάει του μοιάζει απίστευτα πολύ.
Το ίδιο έδειχνε να σκέφτηκε και η Ράνια που με κοίταξε με νόημα και αναστεναξε.
"Ας ελπίσουμε πως δεν θα το προσέξει..." Είπε και σηκώθηκε να πάει στη κουζίνα αγκαλιά με την Αγάπη, όπου είχα ετοιμάσει καφέ και πρωινό και βρισκόταν ήδη ο Ματία.
Εγώ έμεινα πίσω και σκέφτηκα για λίγο. Όλο το βράδυ δεν είχα κλείσει μάτι στη σκέψη πως θα τον ξανά δω.
Πώς να ένιωθε άραγε εκείνος που ήξερε ήδη πως θα επέστρεφα μετά από τόσα χρόνια;
Ω,μα τι νόημα είχαν όλες αυτές οι σκέψεις. Εκείνος ήταν με τη Βαλέρια και πάλι. Δεν έπρεπε να σκέφτομαι τέτοια πράγματα. Δεν ήταν γραφτό να είμαστε μαζί,αν ήταν θα ήμασταν ήδη.
Έδιωξα τις σκέψεις μου και άφησα το σώμα μου να με οδηγήσει στους φίλους μου και το παιδί μου.
Τους χαζευα να τρώνε και να γελάνε και ένιωθα όμορφα.
Για πρώτη φορά μετά από τόσα χρόνια ένιωθα όμορφα...
Αφού δεν προλαβαίνω τις καθημερινές θα ανεβάζω όσο μπορώ τα σαββατοκύριακα που έχω ελεύθερο χρόνο και απολαμβάνω να γράφω.
Καλό υπόλοιπο σε όλους.
Δέσποινα 😉❤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top