Κεφάλαιο 3 Βουνό με βουνό


"Βρε βρε,βουνό με βουνό δεν σμήγει,καλησπέρα Κυρία Καλιφάτη,απολαυμβάνετε το γεύμα σας;" Μου είπε και τράβηξε τη καρέκλα και κάθησε,χωρίς να με ρωτήσει,απέναντι μου.

"Απολάμβανα,Κύριε Αλεξίου,απολάμβανα." Του είπα με ειρωνικό ύφος,σβήνοντας το τσιγάρο μου στο τασάκι,δεν είχα καθόλου όρεξη για τη παρουσία του,τι ήθελε άλλωστε;Πριν τρεις μερες με είχαν πάρει τηλέφωνο απο το συνεργείο που άφησε τ αυτοκίνητο και εξόφλησα το ποσό αμέσως.

"Μα γιατί να υπάρχει τόση ένταση μεταξύ μας Κυρία Καλιφάτη?Δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτα,πλέον." Έδωσε τόση έμφαση στη λέξη πλέον,που ήθελα να του ορμήξω και να του βγάλω τα μάτια με τα ίδια μου τα νύχια.

"Βλέπω τα νέα ταξιδεύουν γρήγορα στη πόλη,μα επιτρέψ' τε μου να σας πω κάτι κύριε Αλεξίου,ούτε και πριν είχαμε να χωρίσουμε κάτι,έκλεινα με ευκολία πολλές περισσότερες δουλειές απο εσάς και το ξέρουμε και οι δύο αυτό.''Του απάντησα ψυχρά και σηκώθηκα μαζεύοντας τα πράγματα μου μέσα στη τσαντα μου,το γέλιο απο το πρόσωπο του είχε χαθεί,τώρα το μόνο που μπορούσα να διακρίνω ήταν θυμός.

Όπως ακριβώς ήθελα,τον θύμωσα όσο με θύμωσε αυτός,αλλα εγω είχα αυτοκυριαρχία,μπορούσα να διαχειριστώ άψογα τα συναισθήματα μου.

"Που πάτε Κυρία Καλιφάτη,δεν τελειώσαμε εδώ." Μου είπε εμφανέστατα εκνευρισμένος.

"Ω, μα τελειώσαμε Κύριε Αλεξίου,απλά δεν το έχετε καταλάβει."Απαντησα και γύρισα τη πλάτη μου όλο αυτοπεποίθηση να φύγω.

"Δούλεψε για μένα." Τον άκουσα να λέει και έμεινα ακίνητη για λίγα δευτερόλεπτα έχοντας τον ακόμα πλάτη.Η φωνή του ήταν ψυχρή αλλά και επιτατικτή,φυσικά και θα με ήθελε στην εταιρία του,σίγουρα έμαθε για τον χωρισμό μου,ήξερε τι έκανε.

Γύρισα και τον κοίταξα στα μάτια,το βλέμμα του ήταν σχεδόν ικετευτικό,μου άρεσε αυτό,είχα ξεκάθαρα το πάνω χέρι.Φόρεσα το πιο ειρωνικό μου χαμόγελο "Εγώ Κύριε Αλεξίου δεν δουλεύω για κανένα,άλλοι δουλεύουν για μένα." Του απάντησα όλο περιφρώνηση δίνοντας έμφαση στη λέξη 'κύριε' δείχνωντας του οτι ενικοί μεταξύ μας δεν υπάρχουν.

Γύρισα τη πλάτη μου και άρχισα να περπατάω με αυτοπεποίθηση προς τη μεγάλη σάλα του ξενοδοχείου,σκεπτόμενη το πρόσωπο του,που οι μύες συσπόνταν απο τα νεύρα που του είχα προκαλέσει.Ήμουν σίγουρη μέσα μου οτι θα με ακολουθήσει,συνέχισα να περπατάω με το πιο θυλικό τρόπο που θα μπορούσε μια γυναίκα,κουνόντας ρυθμικά τους γοφούς μου.

Ένιωσα βήματα πίσω μου και ένα ικανοποιητικό χαμόγελο απλώθηκε στα χείλη μου,η φιγούρα του εμφανίστηκε γρήγορα δίπλα μου και σε δευτερόλεπτα μου έκλεισε το δρόμο.

"Κάν' τε στην άκρη Κύριε Αλεξίου,σας παρακαλώ." Του είπα και τον κοίταξα στα μάτια.Θεέ μου ήταν πολύ ψηλός άντρας,αν σκεφτεί κανείς οτι εγω είμαι ένα και εβδομήντα και φορώντας τακούνια με περνούσε σχεδόν ένα κεφάλι,ναι ήταν σίγουρα γύρω στο ένα ενενήντα.

"Σκέψου το Διδώ,είναι κάτι που μας συμφέρει και τους δύο.Σε παρακαλώ ας κόψουμε τον πλυθηντικό πλέον,κατάντησε αστείο." Μου είπε ενώ εγω χάζευα τα χείλη του ενώ μου μιλούσε,ήταν γεμάτα και με υπέροχο περίγραμμα,ήταν πολύ αρρενωπός άντρας,το πρόσωπο του είχε γωνίες που άνετα τον χαρακτήριζες αρχαιοΕλληνικό γλυπτό.Ήταν σχεδόν τέλειος,η έλξη μου για εκείνον πλέον ήταν εμφανής,σε εμένα τουλάχιστον.

Δεν απάντησα έμεινα εκει να τον κοιτάζω επιφυλακτικά.Που έμαθε για τα προσωπικά μου;Που ήξερε ότι χώρισα;Δεν είχα μιλήσει σε κανέναν εγω πέρα απο τη μια και μοναδική φίλη που μου είχε απομείνει απο όταν ήμουν στο ορφανοτροφείο.

"Δεν διαβάζεις καθόλου εφημερίδες ή περιοδικά; Έχουν βγάλει πολλά σενάρια για τον λόγο που έχεις χωρίσει.Όμως εγω ξέρω και μην διανοηθείς να σκεφτείς οτι ήταν η πρώτη φορά,είχε βουήξει ο τόπος για το πόσο γυναικάς είναι και το κέρατο που σε είχε φλομώσει ενώ εσυ δούλευες σαν το σκυλί να του ανεβάσεις τις μετοχές της εταιρίας." Οι κουβέντες του ακούγονταν τόσο σκληρές,σαν να μου έξυνε με δύναμη τις πληγές μου και τις ξανα άνοιγε μια μια.

Το χέρι μου σηκώθηκε αυτόματα για να τον χαστουκίσει,όμως ήταν γρήγορος και έπιασε το καρπό μου πριν προλάβω.

"Μην διανοηθείς να το τολμήσεις ξανά αυτό."Μου είπε και άφησε απότομα τον καρπό μου.

"Μην διανοηθείς εσύ να ξανα μιλήσεις απαξιωτικά για μένα." Του είπα ενω απο τα μάτια μου έβγαιναν φωτιές.Έκανα να φύγω και με ξανα σταμάτησε.

"Δούλεψε μαζί μου,είναι ο πιο εύκολος τρόπος για να τον εκδικηθείς και να τον γονατίσεις." Η φωνή του ήταν πιο μαλακή και ξανά μου έδινε την αίσθηση πως σχεδόν με ικέτευε.

"Το είκοσι τις εκατό της εταιρίας και δεν πρόκειται να κάνω πίσω λεπτό,αν με θες,θα πληρώσεις και το τίμημα." Του είπα και τον προσπέρασα ενώ εκείνος έμεινε αποσβολομένος. "Σκέψου το." του είπα και πάτησα το κουμπί του ορόφου μου στον ανελκυστήρα,γύρισε και με κοιτούσε ενώ έκλειναν οι πόρτες και μόνο αφότου έκλεισαν,άφησα την αναπνοή μου ελεύθερη που κρατούσα τόση ώρα με κόπο.

Μπήκα στο δωμάτιο μου και πηγαινοερχόμουν σαν τρελή,δεν μπορούσα να ησυχάσω απο τα λόγια του,ποιος ξερει πόσα κέρατα μετρούσα και εγω το ζώον κοιμόμουν όρθιο όλο αυτό το διάστημα.Θα τον λιώσω,το καθίκι,αύριο κιόλας θα παω στο δικηγόρο μου να καταθέσω αίτηση διαζυγίου και θα πουλήσω το ποσοστό μου στη εταιρία του.

Αυριο.Σήμερα όμως είμαι πιο θυμωμένη με τον Άγγελο Αλεξίου.Πως τολμάει να είναι τόσο εριστικός και να μπλέκεται στα προσωπικά μου με τέτοια αλαζονία;

Κάτι μέσα μου όμως με έλκει τόσο πολύ πάνω του.Είναι πραγματικά η προσωποποίηση του άντρα,ψηλός,γεροδεμένος,με δύο μάτια μπλέ που ανάβουν πυρκαγές μέσα μου,το βλέμα του πάντα τόσο πρόστυχο και σίγουρο που με κάνει να νιώθω τρέμουλο στα πόδια,κάτι που δεν μου έχει δημιουργήσει κανένας άντρας.

Σύνελθε Διδώ,τι σκατά σκέφτεσαι;Εσύ και αυτός δεν μπορείτε να είστε μαζί.

Είναι αλαζόνας,είρων,υπερόπτης και έχει μόνο σκοπό να σε κάνει δικιά του εργασιακά.

Ένα χτύπημα στη πόρτα με έβγαλε απο τις σκέψεις μου,μόλις την άνοιξα την ξανα έκλεισα απότομα.

"φύγε τώρα και μη ξανα έρθεις εδώ."Φώναξα με όλη τη δυναμή μου στο μακαρίτη.

"Διδώ άνοιξε τη πόρτα να μιλήσουμε σε παρακαλώ." Μου είπε με τον τόνο της φωνής του να είναι παρακλητικός.

"Φύγε τώρα Μάρκο γιατί θα καλέσω την ασφάλεια του ξενοδοχείου." Του είπα και χτύπησα τη πόρτα με το χέρι μου.

"Άκουσε με μόνο για μια τελευταία φορά,σου υπόσχομαι μετά δεν θα σε ξανα ενοχλήσω αν δεν το θελήσεις." Η φωνή του πλέον πιο σίγουρη.

Το σκέφτηκα λίγα δευτερόλεπτα και του άνοιξα,θα άκουγα ότι ήταν αυτό που είχε να πεί και μετά μπορούσε να πάει στο διάολο με συνωπτικές διαδικασίες.

"Είσαι πολύ όμορφη" μου είπε και άρχισα να γελάω ειρωνικά και δυνατά.

"Και εσύ πολύ μαλάκας αγάπη μου." Του είπα και τον κοίταξα με τη μεγαλύτερη σιχαμάρα στο βλέμμα που μπορούσα να έχω για άνθρωπο."Έχεις πέντε λεπτά,ξεκίνα."

Δίστασε για μια στιγμή,προσπαθούσε να μιλήσει και οι λέξεις δεν έβγαιναν απο το στόμα του."Γύρνα πίσω μωρό μου,σε παρακαλώ,ήταν ένα μεγάλο λάθος,μια αδύναμη στιγμή,δεν το ήθελα." Μου είπε με ύφος λυπημένο χειρότερο και απο κουταβιού.

"Λάθος;Αδύναμη στιγμή;" Ο εκνευρισμος μου βαρούσε ήδη κόκκινα."Τι μου λες βρε παιδί μου,θα σε λυπηθώ κιόλας εν τέλη." Είπα προσπαθώντας να κρατήσω ψηλά όσο μπορώ την αξιοπρέπεια μου.

Έκανε ένα βήμα μπροστά.

"Μη με πλησιάζεις." πρόσταξα.

"Διδώ μη μας το κάνεις αυτό,μη γκρεμίζεις όσα έχουμε χτίσει όλα αυτά τα χρόνια για ένα λάθος που έκανα.'Ηταν ενα ασήμαντο πήδημα για μένα,σ'αγαπάω μωρό μου,δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα." Το γέλιο μου πλέον ήταν ασυγκράτητο.Γελούσα δυνατά για να μην κλάψω.

"Μη τολμήσεις να μου ξανα πείς πως μ αγαπας,εσυ αγαπάς μόνο τον εαυτό σου,εγω σ'αγάπησα.Πλέον δεν νιώθω τίποτα για σένα,αυτή τη στιγμή σε λυπάμαι,φύγε όσο είναι νωρίς,όσο μιλάς πέφτεις όλο και χαμηλότερα στα μάτια μου."

Τα μάτια του μου έδειχναν πόσο τον τσάκιζαν τα λόγια μου,αλλά όλα αυτά δεν ήταν τίποτα μπροστά στο πόσο με τσάκισε εκείνος.Δεν τον λυπόμουν,ουτέ λίγο.

Έκανε κ άλλο βήμα να έρθει κοντά μου.

"Μη με πλησιάζεις άλλο." Ούρλιαξα. Σε μια στιγμή με είχε αρπάξει και προσπαθούσε να με φιλήσει,εγω τον έσπρωχνα και απέφευγα το προσωπό του ενώ συγχρόνως ούρλιαζα για βοήθεια.

Η πόρτα άνοιξε απότομα και ο άντρας που μπήκε μέσα δεν ήταν άλλος απο τον Άγγελο Αλεξίου.

"Άφησε τη σου λέει ρε γελοίε."

Σε δευτερόλεπτα τον άρπαξε απο τους ώμους,τον γύρισε έτσι ώστε να τον κοιτάξει και η γροθιά του βρέθηκε με μένος στο πρόσωπο του Μάρκου.Παρακολουθούσα σε κατάσταση σοκ όλο αυτό που συνέβαινε μπροστά μου και δεν έβγαινε ούτε ελάχιστη φωνή απο το στόμα μου.

Ο Μάρκος δεν πρόλαβε να αντιδράσει καθώς δεν περίμενε σε καμιά περίπτωση αυτό που συνέβη.

Μετά τη δυνατή γροθιά έμεινε λιπόθυμος στο πάτωμα,ενώ ο Άγγελος ανάσαινε γρήγορα και με θυμό απο πάνω του,κοιτόντας με στα μάτια.

Γιατί το περίμενα εγω;Τι διάολο κάνει αυτός εδώ;




A/N

Τι λέτε να γίνει μετά απο αυτό το σκηνικό;

Ψηφίστε και αφήστε ένα σχόλιο να μου πείτε τη γνώμη σας.

Τα λέμε σύντομα.

Δέσποινα.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top