Κεφάλαιο 4: Κίτρινα Μάτια
Το ξυπνητήρι δίπλα μου χτυπάει και ανοίγω απότομα τα μάτια μου. Ο ήχος του ξυπνητηριού μου φαίνεται πως είναι δυνατότερος από κάθε άλλη φορά. Το κλείνω και κοιτάω την ώρα. Ακριβώς 7:00.
Σχολείο... Όσοι μήνες και μέρες να πέρασαν συνεχίζω να μην είμαι ψυχολογικά έτοιμη για αυτό.
Νιώθω πως δεν ανήκω εκεί, πως δεν είμαι ευπρόσδεκτη. Είμαι σαν το φάντασμα του σχολείου. Σαν αόρατη που σπάνια να με παρατηρήσουν.
Οπότε απλά το έχω αποδεχτεί. Μέχρι να τελειώσω το σχολείο.
Ετοιμάζομαι όσο πιο γρήγορα μπορώ και αφού πάω στο μπάνιο, κάνω όλη την πρωινή μου ρουτίνα και μαζί με ένα ντουζ επιστρέφω στο δωμάτιο μου. Στεγνώνω τα μαλλιά και βγάζω μια από τις λεπτές μπλούζες μου μέσα από την ντουλάπα.
Την στιγμή που το πιάνω στα χέρια μου, παρατηρώ μία το μπλουζάκι και μία το σώμα μου. Ποτέ μου δεν περίμενα να το πω αυτό αλλά χρειάζομαι νέα ρούχα σε λίγο μεγαλύτερο μέγεθος. Οι μυς και γενικά η σωματική μάζα που πήρα, μου έδωσαν την δεύτερη ευκαιρία που τόσο πολύ ποθούσα.
Τώρα όμως τι θα βάλω; Τότε μου έρχεται μία αναλαμπή. Πριν τρία χρόνια περίπου είχα αγοράσει από μόνη μου μερικά ρούχα σε ένα μέγεθος μεγαλύτερα, έτσι για την μέρα που θα έχω χτίσει μυς, ενώ επιπλέον ένα καινούργιο ζευγάρι παπούτσια που μου άρεσαν. Λοιπόν, αυτή η μέρα επιτέλους έφτασε.
Σπρώχνω τις κρεμάστρες αριστερά και τις άλλες μισές δεξιά και βγάζω το άσπρο κουτί που βρίσκεται βαθιά μέσα στην ντουλάπα.
Το παίρνω μαζί μου και κάθομαι στο κρεβάτι οκλαδόν. Τοποθετώ το καπάκι δίπλα μου και ένα χαμόγελο απλώνεται στο πρόσωπο μου.
Μέσα βρίσκεται ένα μπλε σκούρο τζιν σορτς, μία άσπρη λεπτή μακρυμάνικι μπλούζα με κόψιμο χαμόγελο και λευκά παπούτσια.
Ετοιμάζομαι όσο πιο γρήγορα μπορώ και στην συνέχεια πηγαίνω μπροστά στον μεγάλο ασημένιο καθρέφτη και χαμογελώ με το αποτέλεσμα.
Παίρνω την σχολική κυπαρισσί τσάντα ώμου και κατεβαίνω γρήγορα τις ξύλινες σκάλες με κατεύθυνση την κουζίνα.
"Καλημέρα μαμά, καλημέρα μπαμπά!" Είπα στους γονείς μου και κάθομαι στο τραπέζι του πρωινού.
Ο πατέρας μου αφήνει την εφημερίδα όπως και η μητέρα μου το τηγάνι και με κοιτάνε περίεργα.
"Τι έγινε; Έχω κάτι πάνω μου;" τους ρωτάω και παρατηρώ τον εαυτό μου.
"Γλυκιά μου... Είσαι πανέμορφη! Δηλαδή πιο όμορφη από ότι είσαι ήδη." Η μητέρα μου με κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω χαρούμενη.
Ενώ ο πατέρας μου απλά μου προσφέρει ένα ζεστό χαμόγελο πράγμα που μου είναι αρκετό.
"Ευχαριστώ πολύ!" Απαντάω και στους δύο και κοκκινίζω λίγο.
"Τι λέτε να φάμε τώρα πρωινό; Γιατί πρέπει να προλάβω και το λεωφορείο."
"Έχεις δίκιο." Είπε η μητέρα μου και ξεκινάμε το πρωινό μας.
Ο πατέρας μου πίνει τον καφέ του συνοδευόμενος από ένα μπισκότο, η μητέρα μου τρώει δύο πανκέϊκς με μέλι και στο δικό μου πιάτο υπάρχουν δύο πανκέϊκς με σοκολάτα και λίγες φράουλες.
Μόλις τελειώσω βάζω το σακίδιο στον ώμο μου και αφού τους αποχαιρετήσω και μου ευχηθούν καλή αρχή για την πρώτη μέρα, πηγαίνω να περιμένω στην στάση του λεωφορείου.
Καθώς πλησιάζω, βλέπω δύο γνώριμες γυναικείες φιγούρες να έχουν στρέψει την προσοχή τους στα πανάκριβα κινητά τους. Γνώριμες μεν αλλά καθόλου συμπαθείς, μιας και τις αναγνωρίζω αμέσως.
Αυτή που είναι όρθια και πληκτρολογεί στο κινητό με τα ξανθά ίσια μαλλιά, το διακοσμητικό στεφάνι με τα πολλά άσπρα λουλούδια στο κεφάλι της, τα μπλε μάτια, την κίτρινη ολόσωμη κοντή φόρμα, το άσπρο μεγάλο βραχιόλι και με τα άσπρα παπούτσια είναι η Μία.
Ποτέ μου δεν την συμπαθούσα καθώς ανήκει στην κλίκα των "διασήμων" του σχολείου και τυχαίνει να είναι και η κολλητή φίλη της μία και μοναδικής διασημότητας, της Σεσίλια Τόμσον.
Να σημειωθεί η ειρωνεία.
Η Σεσίλια βρίσκεται λίγο πιο δίπλα από την Μία και στέκεται σε μια σιδερένια κολόνα πληκτρολογώντας με ταχύτητα, ενώ σε μερικές στιγμές χαμογελά πάνω από την θέα των όπως φαίνεται ρομαντικών μηνυμάτων που λαμβάνει από το αγόρι της.
Φοράει μια λευκή μπλούζα, με ένα δερμάτινο μαύρο τζάκετ, κόκκινα μακριά σκουλαρίκια, ένα μαύρο βραχιόλι, μια πολύ κοντή κόκκινη φούστα και ψηλά μαύρα τακούνια. Και μετά σου λένε ότι πας σχολείο και όχι στα καλλιστεία...
Μετά από λίγα λεπτά, έχω φτάσει στην στάση και περιμένω μαζί με τις άλλες κοπέλες το λεωφορείο. Καμιά δεν με έχει προσέξει λόγω της τόσο μεγάλης προσήλωσης στα κινητά και προσεύχομαι έτσι ώστε να μην με δούνε και κυρίως να μην με αναγνωρίσουν.
Η τύχη δεν είναι με το μέρος μου και παρόλο που κοιτάω ευθεία τα πολλά αμάξια που περνάνε με μανία τους δρόμους, νιώθω στα δεξιά μου ένα επίμονο βλέμμα να με παρατηρεί προσεχτικά και ύστερα να δέχομαι και ένα δεύτερο βλέμμα πάνω μου.
Μην γυρίσεις. Μην κοιτάξεις. Μην δώσεις στόχο. Είναι τα λόγια που επαναλαμβάνω συνέχεια στον εαυτό μου. Ευτυχώς μετά από μερικά δευτερόλεπτα στρέφουν ξανά την προσοχή στα κινητά τους.
Μα πότε επιτέλους θα έρθει αυτό το λεωφορείο; Τότε ύστερα από μερικά δευτερόλεπτα, το λεωφορείο σταματάει ακριβώς δίπλα και μπαίνω πρώτη γρήγορα μέσα.
Ο οδηγός με κοιτάει περίεργα και αλλά παρόλα αυτά τον πλησιάσω.
"Ένα εισιτήριο για το σχολείο "Flying Owls", παρακαλώ."
Με το βλέμμα που μου ρίχνει μπορεί να καταλάβει κανείς ότι δεν έχει ιδέα ποια είμαι. Μιλάμε για τον οδηγό που με γνωρίζει από μικρό κοριτσάκι και εδώ και τόσα χρόνια τον βλέπω καθημερινά.
"Κύριε Τομ, εγώ είμαι. Η Άλις Σνόου. Απλά άλλαξα λίγο την εμφάνιση μου." Του είπα σιγανά και του προσφέρω ένα ζεστό χαμόγελο.
Ο κ. Τομ φαίνετε να με "ζυγίζει" με τα μάτια του και μετά από λίγο αναγνωρίζοντας με, τα καφέ του μάτια γυαλίζουν από χαρά και βγάζοντας το καπέλο του οδηγού, μου ανταποδίδει το χαμόγελο.
"Ω θεέ μου, Άλις! Με δυσκολία σε αναγνώρισα." Αφήνει ένα γελάκι και προσθέτει.
"Σου πάει πάντως."
"Σας ευχαριστώ κ. Τομ! Χάρηκα που τα είπαμε μετά από καιρό." του απαντάω γλυκά.
Ο οδηγός μου δίνει το εισιτήριο και ολοκληρώνει.
"Και εγώ Άλις! Μπορείς να κάτσεις τώρα." Δείχνει με το χέρι του το εσωτερικό του λεωφορείου.
"Ευχαριστώ!"
Κατευθύνομαι μέσα στο διάδρομο του λεωφορείου που είναι γεμάτο με φοιτητές, αναζητώντας μια κενή θέση.
Για άλλη μια φορά νιώθω σχεδόν όλα τα μάτια καρφωμένα πάνω μου.
"Ποια είναι αυτή;"
"Καινούργια; Πρώτη φορά την βλέπω."
"Είναι πανέμορφη!"
"Πρώτη μου φορά βλέπω ασημένια μαλλιά!"
"Λες να είναι μαθήτρια; Μοιάζει πιο μεγάλη."
"Κοίτα! Έχει τατουάζ!"
"Σε ποια τάξη λες πηγαίνει;"
Αυτοί είναι μερικοί από τους πολλούς ψιθύρους που άκουγα καθώς περνούσα. Ύστερα από λίγο, βρήκα μια κενή θέση δεξιά δίπλα στο παράθυρο και έκατσα. Το να μην έχουν ιδέα ποια είμαι, αποτελεί κάτι αρκετά ενδιαφέρον.
Η παλιά Άλις έφυγε και στην θέση της ήρθε η νέα ανανεωμένη και γεμάτη αυτοπεποίθηση Άλις. Για πρώτη φορά στην ζωή μου, μου αρέσει αυτό που αντικρίζω στο καθρέφτη.
Τότε ακούω έναν περίεργο γνωστό ήχο που μου προσφέρει ανατριχίλα σε όλο μου το σώμα, αλλά συνοδευόμενη με μια άγνωστη μυρωδιά. Κοιτάω σε όλες τις κατευθύνσεις για να δω από που προέρχεται και εκείνη είναι η στιγμή που συνειδητοποιώ πως προέρχεται από έξω.
Κοιτάω έξω από το παράθυρο και οι τρομακτικές αναμνήσεις που βίωσα την προηγούμενη νύχτα, ξυπνούν η μία μετά την άλλη.
Αρκετά χιλιόμετρα μακριά, βαθιά στο σκοτάδι του δάσους λόγω της εκτενούς βλάστησης και των φυλλομάτων, κάνει την εμφάνιση του από έναν θάμνο ένας μεγάλος μαύρος λύκος με κίτρινα μάτια, ο οποίος κοιτάει συνεχόμενα προς ένα και μόνο σημείο.
Το δικό μου.
Η έντονη ματιά του μου προκαλεί ένα ρίγος κάνοντας με να θέλω να ξεκολλήσω το βλέμμα μου από εκεί.
Ξαφνικά σαν να αισθάνθηκε τον φόβο μου, γρυλίζει και χάνεται αστραπιαία μέσα στο σκοτάδι του δάσους.
Σταματάω να κοιτάζω έξω απ' το παράθυρο και παρατηρώ προσεχτικά τα άλλα παιδιά για οποιαδήποτε σύγχυση ή και ενθουσιασμό μπροστά στο θέαμα του ζώου.
Όμως, δεν αργώ πολύ να καταλάβω ότι ο μόνος που τον είδε, άκουσε αλλά και μύρισε τον μαύρο λύκο ήμουν... εγώ.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top