Κεφάλαιο 16: Νεράιδες

Στο προηγούμενο κεφάλαιο:

"Τώρα που θα πάμε;"

"Στην ταβέρνα."
Απαντάει απλά.

"Στην ταβέρνα;" Στο πρόσωπο μου είναι διαγραμμένη η απορία.

"Σου χρειάζεται ένα ποτό."

Τον κοιτάω με περιέργεια.

"Πόσο φαίνεται ότι δεν είσαι από εδώ!" Περνάει το χέρι του μέσα από το καστανόξανθο μαλλί του και χαμογελάει.

Μικρά λακκάκια εμφανίζονται στο πρόσωπο του και ένα μικρό γέλιο του ξεφεύγει κάνοντας με να ανταποδώσω το χαμόγελο.

***

Μπύρα.

Διάφορες μυρωδιές φαγητού.

Γέλια και ομιλίες.

Αυτά παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στον κλειστό χώρο.

Γυναίκες με αυτιά λύκου που ανήκουν στο ίδιο είδος σαν την Ανελίζ σερβίρουν στον κόσμο, ντυμένες με μουντά χρώματα και ποδιές.

Μια από αυτές σερβίρει έναν δίσκο με πολλές μπύρες σε ένα ξύλινο τραπέζι με πολλούς νεαρούς και ο ένας από αυτούς της αφήνει φιλοδώρημα, κάνοντας την να χαμογελάσει πλατιά.

Λευκά κεριά βρίσκονται επάνω σε κάθε στρογγυλό ξύλινο τραπέζι, μαζί με φέτες μαύρο ψωμί για όσους έχουν παραγγείλει φαγητό.

"Τι λες; Ωραία δεν είναι; Είναι από τις αγαπημένες μου ταβέρνες στο Γουλφβιλ."

"Ναι! Είναι πολύ ωραία."

Απαντάω και καθόμαστε γύρω από ένα ξύλινο τραπέζι.

Μετά από λίγα δευτερόλεπτα έρχεται η σερβιτόρα από πριν αφήνοντας δύο μεγάλες στρογγυλές φλούδες σκούρου ξύλου στο τραπέζι μας και φεύγει με γρήγορα βήμα.

Κοιτάω μία τον Τζακ και μία αυτό που μας άφησε η κοπέλα.

"Δεν έχεις ιδέα τι είναι αυτό, ε;"

Ρωτάει και χαμογελάει.

"Για να είμαι ειλικρινής, δεν έχω την παραμικρή ιδέα για τα περισσότερα ή και όλα θα έλεγα τα πράγματα και μέρη εδώ." Παραδέχομαι και φτιάχνω καλύτερα την μαύρη μου κουκούλα.

"Μην αγχώνεσαι θα σου δείξω εγώ."

Η απάντηση του με ξαφνιάζει.

"Θέλω να σε ρωτήσω. Γιατί με έσωσες προηγούμενος και γιατί είσαι τόσο καλός μαζί μου;"

Η ερώτηση μου αυτή αντί να τον πιάσει απροετοίμαστο μου χαμογελάει πλατιά.

"Και γιατί όχι; Έτυχε να περνάω πιο έξω από το στενάκι και άκουσα τον γρήγορο χτύπο της καρδιάς σου, καθώς και του μικρού κοριτσιού. Οπότε λέω, γιατί όχι; Εξάλλου πιστεύω πως ό,τι καλό κάνεις, αυτό θα σου γυρίσει πίσω κάποια στιγμή. Δεν χάνεις τίποτα το να είσαι καλός και ευγενικός."

Του χαμογελάω πίσω.

Μια γρήγορη σκέψη μου έρχεται στο μυαλό και ένα σιγανό γελάκι μου ξεφεύγει.

"Τι σκέφτηκες;" Είπε και με κοιτάει μπερδεμένος, αλλά ακόμα χαμογελαστός.

"Στο στενάκι γιατί αντί να μεταμορφωθείς για να τους τρομάξεις, τελικά τους πέταξες μήλα;"

Ακόμα γελάω από μέσα μου με την σκηνή με τα μήλα. Περίμενα πολλά πράγματα. Αλλά όχι να τους κάνει να φύγουν πετώντας τους μήλα.

Τόσο αστεία και περίεργη κίνηση.

"Είδα ότι ήταν απλά παιδάκια, οπότε δεν ήθελα να τους τρομάξω τόσο πολύ. Δεν θα χρειαζόταν εξάλλου. Ψευτομαγκάκια ήταν. Οπότε αυτή ήταν η πιο γρήγορη και αποτελεσματική λύση που θα μπορούσα να κάνω."

"Μα έχασες τα μήλα σου."

"Για να είμαι ειλικρινής..." Είπε τρίβοντας τον σβέρκο του.

"Δεν το είχα σκεφτεί αυτό."

Τον κοιτάω και προσπαθώ να συγκρατήσω το γέλιο μου.

"Ίσως πρέπει να αρχίσω να σκέφτομαι περισσότερο πριν πράξω κάτι τελικά."

"Μπαα η ιδέα σου είναι." Τον πειράζω και το παίζει πληγωμένος.

"Όσο και να θέλω να μην το παραδεχτώ, έχεις λίγο δίκιο."

Σταυρώνω τα χέρια μου στην μέση.

"Λίγο;"

"Εεε ντάξει τώρα και συ."

Γελάμε και οι δυο σιωπηλά.

Είναι από τις λίγες φορές που νιώθω τόσο ασφαλής δίπλα σε ένα άτομο που πρόσφατα γνώρισα.

Η αύρα του είναι χαοτική, αλλά με την καλή έννοια.

"Μπορείς αν θες να βγάλεις την κουκούλα."

Ασυναίσθητα την κρατάω πιο σφιχτά.

"Δεν αισθάνομαι ιδιαίτερα άνετα να το κάνω."

"Α δεν υπάρχει πρόβλημα τότε."
Κρατάει την φλούδα τους δέντρου και την κοιτάει προσεχτικά.

"Τι θα πάρεις;"

Τα γαλάζια του μάτια με κοιτούν πάνω από τον μάλλον υποτιθέμενο κατάλογο.

"Εεε..."

Παίρνω το δικό μου στα χέρια μου και το γυρνάω μπρος πίσω με ένα μπερδεμένο ύφος.

"Για να εμφανιστούν πρέπει με το νύχι του λύκου να πατήσεις την μικρή τρύπα κάτω αριστερά."

Έχω τόσες απορίες γιατί να πρέπει να κάνεις κάτι για να εμφανίσεις το μενού, αλλά αποφασίζω να κάνω αυτό που μου είπε.

Η Λούνα ακόμα δεν έχει επικοινωνήσει μαζί μου, οπότε ελπίζω πραγματικά να είναι καλά. Έχω αρχίσει να ανησυχώ.

Απλά πρέπει να συγκεντρωθώ στο τι θέλω να κάνω. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο.

Παίρνω μια βαθιά ανάσα και το κάνω εικόνα στο μυαλό μου ενώ έχω το δάχτυλο μου πάνω από την μικρή τρύπα.

Ξάφνου, το νύχι μου μεγαλώνει, γίνοντας πιο μυτερό μέχρι ένα σημείο. Πατάω εκεί που μου είπε ο Τζακ, ενώ το νύχι μου επιστρέφει πίσω στην κανονική του μορφή και πάνω στην πίσω μεριά του λείου ξύλου συμβαίνει κάτι τελείως μαγικό.

Σκαλιστά χρυσά γράμματα αρχίζουν και γράφονται επάνω το ένα μετά το άλλο, σχηματιζόταν λέξεις σε όλη την επιφάνεια.

"Είναι μαγικό.."

Ο Τζακ βλέποντας το ξαφνιασμένο καθώς και ενθουσιώδης ύφος στο πρόσωπο μου απαντάει.

"Στην κυριολεξία είναι μαγικό."

Συναντάω το βλέμμα του.

"Τι εννοείς;"

"Η συγκεκριμένη ταβέρνα εκτός πως είναι μισό πανδοχείο από πάνω, αποτελεί την μόνη επιχείρηση στην περιοχή που συνεργάζεται με νεράιδες. Οπότε μιας και οι νεράιδες είναι γνωστές για την ιδιαίτερη μαγεία τους, εδώ σε αρκετά πράγματα χρησιμοποιούν μαγεία και νεραιδόσκονη προκειμένου να προσελκύσουν πελάτες."

Τα μάτια μου γουρλώνουν στο άκουσμα αυτών των λέξεων.

Νεράιδες, μαγεία.

"Υπάρχουν όντως νεράιδες;!"

Ρώτησα ενθουσιασμένα όσο πιο σιγανά μπορούσα τον Τζακ.

"Φυσικά! Νεράιδες, ξωτικά, γοργόνες, λυκάνθρωποι φυσικά, μονόκεροι και πολλά ακόμα! Απλά ανήκουν σε διαφορετικά Βασίλεια αρκετά πιο μακριά από εμάς."

"Βρικόλακες;"

Η ερώτηση μου ακούγεται λίγο περισσότερο δυνατά, με αποτελέσματα να αντιληφθώ πολλά επικριτικά και έντονα βλέμματα πάνω μου.

Τι συμβαίνει;

Το χαμόγελο του Τζακ εξαφανίζεται και νιώθοντας τα έντονα βλέμματα των άλλων γυρνάει να τους κοιτάξει και αναφωνεί.

"Όλα καλά! Είναι καινούργια!"

Μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα οι ματιές των άλλων σταματούν και όλοι γυρίζουν στις δουλειές τους.

Ο Τζακ γυρνάει προς σε εμένα και παίρνει μια βαθιά ανάσα ηρεμώντας.

"Παραλίγο. Λίγο έλειψε."

Ακουμπάω τον κατάλογο στο τραπέζι.

"Τι έγινε μόλις τώρα;"

Σκύβει πιο κοντά μου. "Θεώρησε αυτή την λέξη ως απαγορευμένη. Υπάρχει μια αρχαία και έντονη έχθρα-μίσος μεταξύ των λυκανθρώπων και αυτών. Οπότε για δικό σου καλό, μην την ξανά αναφέρεις, ειδικά όταν είμαστε με ξένα άτομα."

"Ω εντάξει. Συγγνώμη."

"Δεν χρειάζεται να απολογείσαι, δεν το γνώριζες."

Χαμογελάω ελαφρά.

"Είχε δίκιο τελικά το βιβλίο που είχα διαβάσει."

Κρατάει τον κατάλογο πάλι στα χέρια του.

"Ορίστε;"

"Πριν καιρό είχα διαβάσει στην βιβλιοθήκη του σχολείου μου ένα βιβλίο σχετικά με τα υπερφυσικά από απλό ενδιαφέρον και είχα δει το σημείο που ανέφερε αυτή την έχθρα, αλλά δεν έγραφε, ούτε μπορώ να καταλάβω γιατί."

Η απάντηση του βγαίνει σαν ψίθυρος. "Αν σε ενδιαφέρει τόσο, τότε μπορώ να σου πω. Αλλά αργότερα. Όταν δεν θα έχουμε κόσμο."

Γνέφω θετικά.

Ακούω γρήγορα βήματα και βλέπω μια διαφορετική κοπέλα από πριν να στέκεται λίγο πιο δίπλα μας.

Κρατάει ένα κομμάτι πάπυρο και μια ξύλινη πένα διακοσμημένη με ένα πολύχρωμο φτερό στα χρώματα του μαύρου, με λευκές, κόκκινες και μπλε βούλες.

"Αποφασίσατε;"

Κοιτάω τον Τζακ γνωρίζοντας πως δεν έχω ιδέα τι να πάρω. Εντοπίζω αρκετά γνωστά αλλά και περίεργα ονόματα.

"Εγώ θα πάρω έναν χυμό μήλου με νεραιδόσκονη."

Το σημειώνει και τώρα κοιτάει προς την μεριά μου.

"Εσείς δεσποινίς;"

"Εεε και εγώ το ίδιο."

"Φυσικά." Το σημειώνει στον μικρό πάπυρο.

"Κοστίζουν 5 σελίνια."

Δεν περίμενα να πληρώναμε πριν μας τα φέρουν.

Τα μάτια μου γουρλώνουν συνειδητοποιηώντας κάτι.

Δεν έχω χρήματα πάνω μου. Πως στην ευχή θα πληρώσω;

"Τελικά δεν θα ήθ-"

"Ορίστε." Ο Τζακ λέει γρήγορα στην σερβιτόρα και της δίνει 5 σιδερένια σελίνια.

"Σας ευχαριστώ! Σε λίγα λεπτά έρχονται." Η ξανθομάλλα κοπέλα φεύγει και μένω μόνη μου με τον Τζακ.

Τον κοιτάω ελαφρά εκνευρισμένη.

"Δεν χρειαζόταν να το κάνεις αυτό. Δεν διψάω τόσο."

"Θα ξεχάσω το γεγονός πως μόλις μου είπες ψέματα πως δεν διψάς, μιας και το ακούω από τον χτύπο της καρδιάς σου και θα σου απαντήσω πως το έκανα επειδή θα ένιωθα άσχημα να έπαιρνα μόνο εγώ κάτι."

Πάω να απαντήσω και τα λόγια του με σταματάνε.

"Αλλά... Ακόμα μου χρωστάς μια σακούλα κόκκινα μήλα."

Χαμογελάω και γνέφω θετικά.

"Γειά σας."

Η ψηλόλιγνη κοπέλα αφήνει τα μεγάλα ξύλινα ποτήρια στο τραπέζι και μαζεύει τους καταλόγους.

"Καλή απόλαυση!"

"Ευχαριστούμε!" Απαντάμε την ίδια στιγμή με τον Τζακ.

Με αυτό φεύγει και παρατηρώντας την καλύτερα μια απορία μου έρχεται στο μυαλό.

"Είναι άνθρωπος;"

Το καστανόξανθο αγόρι με κοιτάει και γνέφει θετικά.

"Βασικά, περίπου. Είναι μισή άνθρωπος και μισή νεράιδα."

Ενδιαφέρον.

"Μπορεί να μην έχουμε πολλούς κοινούς νόμους όλα τα πλάσματα, αλλά υπάρχει ένας από αυτούς που θεωρείται απαγορευτικός."

"Δηλαδή:"

"Όχι αναμείξεις με διαφορετικά πλάσματα και κυρίως όχι με ανθρώπους. Θα καταστραφεί η ομαλή λειτουργία της φύσης. Για αυτό, αν συμβεί κάτι τέτοιο τα άτομα αυτά φεύγου οριστικά από τον κόσμο των ανθρώπων και το κάθε μέλος έχει την κατάλληλη τιμωρία. Η κοπέλα για παράδειγμα έχει σαν τιμωρία να δουλεύει για πάντα εδώ. Ο κόσμος των νεραιδών δεν θα ήταν τόσο σκληρός απέναντι της, αλλά μιας και είναι και άνθρωπος, το αποφασίζει το συμβούλιο των πλασμάτων."

Γυρνάω διακριτικά και την παρατηρώ.

Στέκεται μπροστά από έναν άντρα γύρω στα πενήντα που καταλαβαίνω αμέσως ό,τι είναι λυκάνθρωπος, ενώ παίρνει την παραγγελία του χαμογελώντας.

"Είναι πολύ όμορφη."

Γυρνάω πίσω στον Τζακ ο οποίος πίνει λίγο από το ποτήρι και στην συνέχεια το αφήνει στο τραπέζι.

"Όντως. Όλες οι νεράιδες είναι γνωστές για την ομορφιά τους, καθώς βέβαια και για το περίεργο χιούμορ τους."

"Περίεργο χιούμορ; Πόσο περίεργο;"

Πίνει άλλη μια γουλιά από το ποτήρι.

"Υπερβολικά περίεργο."

"Όπως;"

"Όπως... Μπορεί να σε μεταμορφώσουν σε βάτραχο και να σε βάζουν να τρως μόνο κέικ κεράσι. Και θα σταματήσουν μόνο όταν βαρεθούν."

"Ω."

"Ακριβώς. Δεν θες να μπλέξεις. Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα."

Τον κοιτάω ξαφνιασμένη.

"Πλάκα κάνεις."

Κρατιέμαι να μην βάλω τα γέλια.

"Εύχομαι να έκανα." Απαντάει και πίνει ξανά από τον χυμό του.

"Αν είναι δυνατόν..." Είπα σχεδόν γελώντας.

"Ηθικό δίδαγμα: Μην κάνεις πολύ παρέα με νεράιδες, όσο όμορφες και να είναι."

Χαμογελάω και προσπαθώ να ηρεμήσω.

Φέρνω το ποτό πιο κοντά μου και το μυρίζω.

"Δοκίμασε! Είναι πολύ ωραίο!"
Ο Τζακ τονίζει.

Δοκιμάζω και ύστερα τον κοιτάω ενθουσιασμένα.

Περίεργη, αλλά ιδιαίτερα ωραία γλυκιά γεύση.

"Είναι υπέροχο!"

Χαμογελάει αποκαλύπτοντας την λευκή οδοντοστοιχία του.

"Εγώ στο είπα! Μπορεί να είναι ένας απλός χυμός μήλου, αλλά η προσθήκη της νεραιδόσκονης το κάνει απίθανο! Εκτός από την αισθητική του, εννοώ και από θέμα γεύσης!"

"Το κάνει πιο γλυκό!"

"Το μυστικό της νεραιδόσκονης είναι πως ουσιαστικά είναι ένα είδος μαγείας. Οπότε η προσθήκη της στα ροφήματα, γλυκά και φαγητά δίνει μια επιπλέον ιδιαίτερη δυνατότητα."

"Δηλαδή;"

"Ο χυμός μήλου από μόνος του έχει λίγη γλυκύτητα, όμως το συγκεκριμένο μπορείς να του προσθέσεις και μια επιπλέον γεύση."

Είπε και τον κοιτάζω μπερδεμένη.

"Ενδιαφέρον, σωστά; Η νεραιδόσκονη στο ποτό νιώθει ποια άλλη είναι η αγαπημένη σου αίσθηση γεύσης και την προσθέτει! Ή ακόμα και αν σκεφτείς κάτι άλλο! Δηλαδή μπορείς να το κάνεις αυτομάτως πιο γλυκό, ξινό, καυτερό ή ακόμα και αλμυρό!"

"Απίστευτο!"

Έχω τόσα πολλά πράγματα να μάθω για τον κόσμο του υπερφυσικού και η κάθε λεπτομέρεια με ενθουσιάζει.

Τελειώνουμε το ποτό μας και οι δυο, ενώ μου λέει περισσότερες λεπτομέρειες για τις νεράιδες που ήθελα.

"Η συγκεκριμένη κοπέλα ως μισή άνθρωπος και μισή νεράιδα δεν έχει όλες τις δυνάμεις ή τα προσόντα που θα είχε μια κανονική νεράιδα."

"Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι δεν έχει φτερά." Είπα κοιτάζοντας τον.

"Σωστά! Αφού είναι μισή μισή, δεν έχει φτερά και η μαγεία της μέσω της νεραιδόσκονης δεν είναι τόσο ισχυρή όπως κανονικά θα έπρεπε."

"Είναι κρίμα, πάντως."

Τα γαλανά του μάτια με κοιτούν με απορία.

"Γιατί;"

"Δεν είναι ούτε τελείως άνθρωπος, ούτε τελείως νεράιδα. Δεν θα μπορέσει να ανήκει ποτέ της σε κανέναν κόσμο πραγματικά."

Ο Τζακ σκέφτεται πριν απαντήσει.

"Προσωπικά πιστεύω ότι αυτό έχει σχέση με το πως θα το δει ο καθένας. Μπορεί να νιώθει ότι δεν ανήκει σε κανέναν κόσμο, όμως μπορεί να το δει και αλλιώς. Δηλαδή, ότι μπορεί να ανήκει και στους δύο, όταν άλλοι δεν θα μπορέσουν ποτέ."

Η απάντηση του με ικανοποιεί και συμφωνώ.

"Κάτι άλλο αρκετά ενδιαφέρον για τις νεράιδες;"

"Σε ενδιαφέρουν πολύ βλέπω."

"Ναι. Μου ακούγονται αρκετά ενδιαφέρον." Χαμογελάω.

"Τι άλλο να σου πω... Α ναι! Ένα πολύ περίεργο αλλά και ιδιαίτερο πράγμα για αυτές είναι πως είναι μόνο γυναίκες. Μόνο."

"Τι; Πως γίνεται αυτό;" Τα λόγια του με ξαφνιάζουν.

"Έχω ακούσει ιστορίες πως γεννιούνται από ένα μαγικό ροζ τριαντάφυλλο που ανθίζει κάθε πανσέληνο, το οποίο πλέει πάνω στα γαλήνια νερά της λίμνης της νεραιδόσκονης."

"Σαν να βγήκε από παραμύθι ακούγεται." Ομολογώ.

"Να σου πω την αλήθεια, δεν ξέρω αν όντως ισχύει όλο αυτό. Είναι μόνο μια από τις πολλές ιστορίες που έχουν ακουστεί. Εμένα μου ακούγεται αρκετά τρελό για να είναι αληθινό, αλλά ποιος ξέρει."

"Χμμ κατανοητό."

Στον χώρο αντιλαμβάνομαι μια νέα μυρωδιά που με φέρνει σε κατάσταση συναγερμού.

Κοιτάω πιο πίσω από τον Τζακ μια ομάδα λυκανθρώπων οι οποίοι φοράνε μαύρες πανοπλίες και τώρα κάθονται γύρω από ένα μεγάλο ξύλινο τραπέζι.

"Τι συμβαίνει; Είσαι καλά;"

Αγνοώ την φωνή του και κοιτάω όσο πιο διακριτικά γίνεται προς τα εκεί και κυρίως έναν γεροδεμένο άντρα που κάθεται στο κέντρο.

"Ποιοι είναι αυτοί;"

Ο Τζακ γυρνάει και αυτός διακριτικά να δει και στην συνέχεια στρέφεται σοβαρά προς σε εμένα και ψιθυρίζει.

"Είναι η Βασιλική φρουρά του Βασιλιά Μπλακ. Μου κάνει εντύπωση που ήρθαν εδώ. Συνήθως μένουν στο δικό τους Βασίλειο και όχι στο Γουλφβιλ που θεωρείται ουδέτερο. Δηλαδή δεν είναι ούτε με το Black Kingdom, αλλά ούτε και με την μεριά του Moon Kingdom."

"Και ποιος είναι αυτός στην μέση του τραπεζιού με το μακρύ μαλλί;"

"Αυτός είναι ο μεγάλος γιος του Βασιλιά Μπλακ. Ο Λούσιαν Μπλακ."

Σκύβει πιο κοντά μου και ψιθυρίζει.

"Το λιγότερο που μπορώ να τον χαρακτηρίσω είναι ψυχοπαθής."

"Ψυχοπαθής;"

"Ναι. Έχουν ακουστεί φήμες ό,τι δεν σκοτώνει απλά μόνο τους εχθρούς του, αλλά είναι πολύ "δημιουργικός" πάνω σε αυτό.
Τελείως ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Μείνε μακριά του. Είναι επικίνδυνος."

Ο νεαρός άντρας γυρίζει να φωνάξει μια σερβιτόρα για να παραγγείλει και μπορώ να διακρίνω καλύτερα το πρόσωπο του.

Εκτός από το σχετικά μακρύ μαύρο μαλλί του, το οποίο είναι πιασμένο σε μια χαμηλή αλογοουρά, μπορώ να διακρίνω πως φοράει ένα μαύρο δερμάτινο κάλυμμα στο αριστερό του μάτι και από πίσω του είναι φανερή μια μεγάλη ουλή.

Η μυρωδιά του...

Κάτι μου θυμίζει, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω από που.

Τότε το συνειδητοποιώ.

Εξαιτίας του έντονου καπνού στο σπίτι των γονιών μου, δεν μπορούσα να την αναγνωρίσω απευθείας.

Όμως τώρα είμαι πλέον σίγουρη.

Ήταν εκεί.

Ο Λούσιαν Μπλακ βρισκόταν εκεί. Στο σημείο που ξέσπασε η φωτιά.

Και τώρα... βρίσκεται μπροστά μου.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top