(6,3) Αναμνήσεις
"Με έκανες ένα τέρας σαν εσένα!" Φώναζε εξαγριωμένος ο Αλέξανδρος. "Μισώ τον εαυτό μου, αλλά δεν μπορώ να αλλάξω και για όλα φταις εσύ!"
"Έχεις δίκιο." Είπε ο Τζέρι μετά από λίγα δευτερόλεπτα που κοιτάχτηκαν οι δύο τους με μίσος. "Γι' αυτό θα φύγω και δεν θα ξανάρθω ποτέ στο Γεφυρολίμανο . Θα σας αφήσω στην ησυχία σας." Έκανε δήθεν πως πήγε να φύγει, μα σταμάτησε απότομα: "Α! Και παραλίγο να το ξεχάσω." Ένα σατανικό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του. "Η Χριστιάνα, η κόρη της Ελίζας, είναι δικό μου παιδί και όχι δικό σου, Αλέξανδρε. Είναι αδελφούλα σου. Αντίο." Και έφυγε.
Η Νάνσυ συγκρατήσε τα τελευταία λόγια του Τζέρι και τα στριφογυρνούσε συνέχεια στο μυαλό της μπροστά στον εμβρόντητο Αλέξανδρο. Και τότε συνδύασε όλα τα γεγονότα και κατάλαβε! Ο Αλέξανδρος την είχε απατήσει με την Ελίζα!
"Νάνσυ..." πήγε να της μιλήσει, όμως εκείνη άρχισε να φωνάζει:
"Δηλαδή υπήρχε περίπτωση να ήταν και δικό σου;!"
"Νάνσυ, να σου εξηγήσω..."
"Δεν υπάρχει τίποτα να μου εξηγήσεις! Με απατήσεις με την πρώην σου μέσα στο ίδιο μας το σπίτι! Και εγώ κοιμόμουν, το ζώον!"
Ο Τζέρι δεν έμεινε έξω απ την πόρτα να ακούσει το υπόλοιπο του καυγά τους. Έφυγε χαρίζοντας στον εαυτό του άλλο ένα από τα σατανικά του χαμόγελα. Μπήκε στο αυτοκίνητο. Είχε ακόμα μια ώρα μέχρι να συναντηθεί με τη Μελίντα. Του έμενε ένα ακόμα μέρος να πάει για να αποχαιρετήσει μια για πάντα το παρελθόν του. Έβαλε μπρος και ξεκίνησε για το παλιό του σπίτι.
Η Νάνσυ ανέβηκε στον πάνω όροφο, συνεχίζοντας να φωνάζει στον Αλέξανδρο κλαίγοντας ότι δεν επρόκειτο να τον συγχωρέσει ποτέ. Θα μάζευε τα πράγματα της και θα έφευγε. Κανένας δεν άξιζε τελικά.
Ο Αλέξανδρος εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά της.
"Σταμάτα να το κάνεις αυτό!" Του φώναξε. "Θα φύγω! Δεν θα με εμποδίσουν τα βαμπιρικα κόλπα σου!"
"Δεν θα πας πουθενά αν δεν με αφήσεις να μιλήσω πρώτα! Και μετά αν θες φεύγεις." Της είπε.
"Ωραία λοιπόν, σε ακούω. Πες μου τις δικαιολογίες σου." Είπε η Νάνσυ και περίμενε σταυρώνοντας τα χέρια της.
"Δεν έφταιγα εγώ. Μας μάγεψε η Πανσέληνος, και εμένα και την Ελίζα. Είδες πως επηρεάζεται ένας Λευκός βρικόλακας από την Πανσέληνο, πως αλλάζει στο φως της. Έτσι παρασύρθηκα κι εγώ, όταν μου εμφανίστηκε στο τζακούζι κάτω απ' το φως της. Δεν ήθελα να το μάθεις για να μην πληγωθείς. Όμως..." Η Νάνσυ τον κοιτούσε σταθερά. Είχε σταματήσει να κλαίει και απλά άκουγε τις ανόητες δικαιολογίες του.
"...Όμως δεν έγινε ποτέ ξανά, ούτε με την Ελίζα ούτε με καμία άλλη, στο ορκίζομαι. Και ούτε πρόκειται να ξαναγίνει. Σ αγαπώ, Νάνσυ. Και εσύ μ' αγαπάς το ξέρω. Γιατί να χαλάσουμε κατι τόσο δυνατό για ένα και μόνο λάθος;" Και την κοίταξε τόσο μετανιωμένος, τόσο αθώα, που σκέφτηκε τελικά να τον συγχωρέσει.
"Δηλαδή θες να μου πεις πως, όταν φύγατε οι δύο σας κρυφά από όλους, και πήγατε στη Διδυμούπολη για να την προστατεύσεις απ' τον πατέρα σου..."
"Δεν έγινε τίποτα." Συμπλήρωσε την πρόταση της. "Συνέχεια εσένα σκεφτόμουν και της μιλούσα για σένα. Απλά ήθελα να σκεφτώ λίγο τη σχέση μας, το λάθος που είχα κάνει και γενικά όλα αυτά που ξέρεις ότι κάνω ως βρικόλακας και σε πληγώνουν. Και όπως είδες, επέστρεψα γρήγορα σε εσένα." Η Νάνσυ ένιωσε άσχημα. Όταν εκείνη νόμιζε πως ο Αλέξανδρος έφυγε για πονηρό σκοπό με την Ελίζα, και τον αμφισβήτησε, ήταν τότε που πέρασε εκείνη τη νύχτα με τον Κρις. Και εκείνη τον είχε απατήσει και επίσης δεν ήταν ειλικρινής μαζί του. Οπότε, γιατί να τον κατηγορήσει για κάτι που και η ίδια είχε κάνει;
"Σε συγχωρώ." Του είπε τελικά. "Άλλωστε...ούτε κι εγώ ήμουν σωστή απέναντι σου. Σε απάτησα με τον Κρις, τότε που νόμιζα ότι το έσκασες με την Ελίζα." Ένιωσε ένα βάρος να φεύγει από πάνω της, όμως τώρα φοβόταν για τις συνέπειες και για το ξέσπασμα του Αλέξανδρου.
"Πώς...;" είπε και ήταν σαν ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Η Νάνσυ πάγωσε από φόβο και έκανε πίσω βήματα ως την κρεβατοκάμαρα. Ήταν σίγουρη πως δεν θα έλεγχε τον εαυτό του και θα τη χτυπούσε. Όμως ο Αλέξανδρος, αντί να ξεσπάσει πάνω της, έριξε μια δυνατή γροθιά στον τοίχο βγάζοντας μια κραυγή και σχημάτισε μια ρωγμή και ένα βαθούλωμα στη μπεζ ταπετσαρία. Γύρισε και την κοίταξε στα μάτια άγρια.
"Για αυτό ήσουν έτσι, όταν γύρισα. Για αυτό φώναζες το όνομα του όταν κάναμε έρωτα , σωστά;" είπε καθώς την πλησίαζε απειλητικά. Ένιωσε τον φόβο να κυλάει σε κάθε φλέβα της.
"Τον αγαπάς ακόμα;!" Τη ρώτησε φωνάζοντας. Δεν τολμούσε να του απαντήσει.
Είχαν φτάσει στην είσοδο της κρεβατοκάμαρας.
"Λέγε! Αγαπάς ακόμα τον Κρις;!"
"Ναι..." του είπε κλαίγοντας. Ο Αλέξανδρος την άρπαξε απ τη μέση, εκείνη έβγαλε μια κοφτή κραυγή...Τι θα ακολουθούσε;
"Δεν με νοιάζει..." ψιθύρισε πάνω στα χείλη της. "Είσαι δική μου τώρα. Μου ανήκεις. Και θα σε κάνω να τον ξεχάσεις θες δεν θες." Τη φίλησε με πάθος και οργή, και σύντομα ο φόβος μετατράπηκε σε ερωτική επιθυμία καθώς την οδηγούσε στο κρεβάτι.
Ο Τζέρι έφτασε έξω από το σπίτι στο οποίο έζησε τόσα πολλά. Ήταν εγκαταλειμμένο τώρα πια και έρημο. Τυπικά το σπίτι του ανήκε ακόμα, αλλά δεν επρόκειτο να μείνει ξανά σε αυτό. Δεν ήξερε ακόμα τι θα το κάνει. Ήθελε να το δώσει σε κάποιο απ τα παιδιά του, όμως, έτσι όπως του είχαν φερθεί οι δύο γιοι του, μάλλον στη Γεωργία θα το χάριζε.
Ξεκλειδώσε, άνοιξε την πόρτα και μπήκε στο μεγάλο σαλόνι. Κοίταξε τους άδειους χώρους, τους καναπέδες, τη μεγάλη τραπεζαρία, την κουζίνα στο βάθος... Πλησίασε αργά τους άσπρους καναπέδες. Κάθισε σε έναν από αυτούς και άφησε το παρελθόν να τον τυλίξει καθώς εικόνες και ήχοι άρχισαν να ξεπηδούν από τα συρτάρια της μνήμης του.
Έβλεπε τη Βαλεντίνα ξαπλωμένη σε εκείνον τον καναπέ, αδύναμη και ωχρή στην πρώτη και πιο επικίνδυνη εγκυμοσύνη της.
"Ο οργανισμός σου είναι πολύ αδύναμος για να αντέξει τις δυνάμεις ενός μικρού βαμπίρ." Της έλεγε ο εαυτός του. "Χρειάζεται και αίμα για να τραφεί, ακόμα και απ τα πρώτα στάδια της ζωής του και τρέφεται με το δικό σου."
"Σε παρακαλώ, Τζέρι μου. Θέλω να προσπαθήσω. " Τον ικέτευε να την αφήσει να κρατήσει το μωρό. Μετά το σαλόνι γέμισε με ανάμενα κερια παντού. Ο Τζέρι γονατίζε μπροστά της με το δαχτυλίδι στο χέρι.
"Θες να με παντρευτείς, να γίνουμε μια ευτυχισμένη οικογένεια;"
"Ω, Τζέρι μου... Δέχομαι!" Απαντούσε χαρούμενη η Βαλεντίνα. Ο Τζέρι της φόρεσε το δαχτυλίδι. Αμέσως μετά είδε το γάμο τους, τους αιώνιους όρκους αγάπης που έδωσαν και το φιλί κάτω απ τη γαμήλια αψίδα, πόσο χαρούμενη ήταν η Νίτσα για την ευτυχία της ανιψιάς της... Ύστερα θυμήθηκε τον πρώτο φόνο του μετά από καιρό, όταν δάγκωσε εκείνη την καμαριέρα. Τότε ξεκίνησε η κάτω βόλτα για αυτόν. Λίγο καιρό μετά, ξεκίνησε και ο παράνομος δεσμός του με τη Νίνα Αδάμου.
"Όλοι το λένε! Οι εφημερίδες, τα κανάλια, σε σέρνει παντού μαζί της η κυρία και σε έχει κάνει διάσημο!" Του φώναζε η Βαλεντίνα έξαλλη.
"Μόνο φίλοι είμαστε." Της είχε πει ψέματα. Θυμήθηκε εκείνον τον φίλο της Βαλεντίνας, που τους είχε πιάσει στα πράσα να φιλιούνται και αντέδρασε βίαια απέναντι του. Με πόσο φόβο τον είχε κοιτάξει η Βαλεντίνα τότε... Τα ξαναβρήκαν όμως. Τη συγχωρέσε, όπως τον συγχωρούσε και εκείνη κάθε φορά. Και ύστερα τη δαγκώσε.
"Τζέρι, σταμάτα... Σε παρακαλώ..." Τον εκλιπαρούσε η φωνή της, όμως εκείνος σαν τέρας που ήταν συνέχισε να της πίνει το αίμα. Ήταν η αρχή του τέλους αυτή. Και μετά θυμήθηκε εκείνο το τηλεφώνημα. Εκείνη την ψυχρή φωνή από την άλλη άκρη της γραμμής που του έλεγε:
"Η γυναίκα σας βρέθηκε νεκρή στο Παρατηρητήριο Μπόκαρη. Τη δολοφόνησε βρικόλακας."
Ένιωσε πως η ζωή του τελείωσε, και αν δεν ήταν η Γιάννα εκεί, θα τρελαινόταν σίγουρα. Η Γιάννα, που με τόση προθυμία δεχόταν τα ξεσπάσματα του στο κορμί της και είχε αγκάλιασει το σκοτάδι της ψυχής του...
Κι ύστερα ήρθαν η Νατάσα και ο Κρις. Σε αυτούς εδώ τους καναπέδες κάθονταν τότε, στην πρώτη τους επίσκεψη, τότε που αποφάσισαν να μείνουν όλοι μαζί.
"Μωρέ, δεν ξέρω... Μη σας γίνουμε βάρος..." είχε πει η Νατάσα.
"Όχι, δεν υπάρχει πρόβλημα. Το σπίτι έχει αρκετά δωμάτια. Θα βολευτούμε μια χαρά." Είχε πει η Γιάννα.
Ε, βέβαια! Εσύ μια χαρά βολεύτηκες με τον Κρις... σκέφτηκε ειρωνικά ο Τζέρι.
"Εντάξει, αν είναι έτσι... Θα μείνουμε μερικές μέρες και μετά βλέπουμε." Είχε πει ο Κρις. Ποιος να το ήξερε ότι τελικά, θα εμέναν για πάντα εκεί, όλοι μαζί.
"Εδώ και καιρό ήθελα να σε χωρίσω." Του είπε η Γιάννα λίγες ημέρες μετά, όταν ερωτεύθηκε τον Κρις. "Δεν μπορώ να είμαι με ένα αιμοβόρο τέρας που πίνει το αίμα των συνανθρώπων μου! Τελειώσαμε, Τζέρι."
Ακολούθησαν μερικά ευτυχισμένα χρόνια, που ο Τζέρι πίστευε πως η ζωή του ήταν φυσιολογική. Που παντρεύτηκε τη Νατάσα και έκαναν μαζί τον Αλέξανδρο.
Όλα ήταν τέλεια, ώσπου μπήκε μια μέρα στο γυμναστήριο η όμορφη κόρη του Κρις και της Γιάννας, η Ελίζα, με ένα κόκκινο μίνι φορεματάκι, χτενισμένη και βαμμένη όπως δεν την είχε δει ποτέ.
"Ελιζάκι, εκπληκτική η αλλαγή σου. Ίδια η μητέρα σου στα 17 της."
"Ευχαριστώ, Τζέρι μου. Εκείνη με έφτιαξε." Από τότε ήταν που άρχισε να την ποθεί κολασμένα. Προσπάθησε να της αντισταθεί, αλλά δεν τα κατάφερε.
Δυο χρόνια μετά τον θάνατο της Γιάννας ήταν που την έκανε δική του, κλέβοντας την από τον ίδιο του τον γιο.
"Σταματήστε και οι δύο!" Άκουσε τη φωνή του Κρις στον μυαλό του, την ημέρα που τους πέτυχε να παλεύουν και τους χώρισε. "Λοιπόν. Για να μην τα μάθει αυτά η Νατάσα, θα τα ξεχάσουμε, εντάξει; Εσύ Τζέρι δεν θα ξαναπλησιάσεις την κόρη μου. Κατάλαβες;"
"Ναι." Είπε ο Τζέρι. Λες και ήταν τόσο εύκολο να μείνει μακριά της...
"Θέλω να το ξανακάνουμε..." θυμόταν τον εαυτό του να της λέει λίγες μέρες μετά.
"Κι εγώ... Δεν αντέχω άλλο..."
"Έχω μια ιδέα. Το Σαββατοκύριακο θα πάρω άδεια απ τη δουλειά για δύο μέρες και θα πάμε ένα ταξίδι στο Χωριό Σάνκο."
Και μετά το ταξίδι στο Σάνκο, ήρθε η τεράστια αλλαγή του Αλέξανδρου, που τον είχε κλειδωμένο τόσες μέρες στο υπόγειο.
"Τώρα, Αλέξανδρε! Δάγκωσε την! Ρούφα το νόστιμο, λαχταριστό αίμα της. Μόνο έτσι θα ξεδιψάσεις!" Και ο Αλέξανδρος βάδισε έτσι στο δρόμο που του είχε ετοιμάσει, όμως και πάλι δεν ήταν αυτό που θα ήθελε.
Και ύστερα θυμήθηκε την επιστροφή της Βαλεντίνας απ τους νεκρούς. Πόσο απίστευτο του φαινόταν...
"Βαλεντίνα; Μα πως...; Αφού σε είδα νεκρή..."
"Ήμουν μια σπάνια περίπτωση νεκρανάστασης." Και μετά ακολούθησε η επανασύνδεση τους, τη νύχτα που με τόσο πάθος έκαναν έρωτα ασταμάτητα ως το πρωί.
Έπειτα, ο δεύτερος γάμος τους.
"Τζέρι Γκίντο. Ορκίζομαι να μείνω για μια αιωνιότητα μαζί σου, να μη φύγω ποτέ ξανά, να σ' αγαπώ και να σε σέβομαι για πάντα." Και ο Τζέρι παρόμοια λόγια της είπε, όρκους αιώνιας αφοσίωσης.
Όρκους, τους οποίους πάτησε πολύ σύντομα, όταν τρελάθηκε εκείνη τη νύχτα στο κλαμπ όπου είδε την Ελίζα να χορεύει και αφού σκότωσε όλους τους βρικόλακες που βρίσκονταν εκεί και ήπιε αίμα από όλους σχεδόν τους θνητούς, απέδειξε για ακόμα μια φορά στον εαυτό του και στην Ελίζα πόσο τέρας ήταν και ενώθηκε μαζί της απολαμβάνοντας το κορμί της για μια τελευταία φορά.
Η δεύτερη φορά που πάτησε τους γαμήλιους όρκους του ήταν με τη Νατάσα, εκείνη την ημέρα στο τζακούζι του υπόγειου του. Τι σκατα σκεφτόταν, όταν της πρότεινε να του κάνει παρέα...Λες και δεν ήξερε ότι δεν θα κατάφερνε να αντισταθεί στην ομορφιά της και στο θεϊκό της σώμα...
Ύστερα θυμήθηκε τον καυγά του με τον Κρις, σε εκείνο το πάρτι που είχε διοργανώσει με σκοπό να μεταμορφώσει την Ελίζα.
"Η ίδια μου το έχει πει πως την απειλείς συνέχεια!"
"Λέει ψέματα!"
"Εσύ λες ψέματα. Είσαι ένας ψεύτης κι απατεώνας."
Και όντως, ο Κρις είχε δίκιο. Γιατί με τον ίδιο τρόπο εξαπάτησε εκείνη τη χορεύτρια στο μπατσελορ πάρτι.
"Έχω και υπόγειο. Θες να πάμε να σου το δείξω;"
"Φυσικά."
Ήταν αθώα. Και εκείνος τη σκότωσε πίνοντας της το αίμα, όπως είχε κάνει με τόσους άλλους.
Και μετά έφτασε η μέρα του γάμου και των μεγάλων αποκαλύψεων, τότε που αποκάλυψε στον Κρις ότι το παιδί της Νατάσας ήταν τελικά δικό του.
"Αρκετά!" Τον θυμόταν να φωνάζει. "Θα σε σκοτώσω ρε! Στα αλήθεια θα σε σκοτώσω!" Και όντως, εκείνη την ώρα ο Κρις είχε θολώσει και παράλιγο να τον σκοτώσει, όμως δεν το έκανε. Κάτι τον σταμάτησε.
Και έπειτα, έμαθε πως η Ελίζα είχε πάει στη Διδυμούπολη για να ξεφύγει από αυτόν και από την εμμονή του να τη μεταμορφώσει. Δεν ήθελε να την αφήσει όμως. Απλά δεν μπορούσε να ησυχάσει αν δεν πραγματοποιούσε την επιθυμία του. Το μοναδικό του εμπόδιο ήταν ο Κρις. Εκείνη τη νύχτα που ο Κρις το έσκασε από τον γάμο, μίλησε με τη Νάνσυ και εκείνη του είπε ότι έμεινε σπίτι της. Φυσικά, ο Τζέρι δεν ήταν κανένας χάζος να πιστέψει ότι δεν συνέβη τίποτα μεταξύ τους. Φυσικά και συνέβη, όμως ο Κρις έπρεπε να επιλέξει: Η θα ακολουθούσε εκείνον και τους υπόλοιπους στη Διδυμούπολη για να προστατεύσει την κόρη του, η θα έμενε πίσω στο Γεφυρολίμανο με τη μεγάλη του αγάπη, τη Νάνσυ. Και φυσικά, ο Κρις επέλεξε το πρώτο.
Ο Τζέρι επανήλθε στο παρόν. Ότι είχε κάνει ως τώρα δεν διαγράφοταν, όσες τύψεις και αν είχε. Είχε πάρει ένα δρόμο από τον οποίο δεν υπήρχε γυρισμός. Η Βαλεντίνα τον εγκατέλειψε, οπότε δεν έβρισκε νόημα στο να νιώθει οτιδήποτε. Πλέον είχαν ένα σχέδιο με τη Μελίντα και θα το ακολουθούσε πιστά, και αν έβρισκε πουθενά τη Βαλεντίνα με τον εραστή της, θα σκότωνε εκείνον πρώτα, για να την τιμωρήσει για την προδοσία της, και τελευταία και καλύτερη εκείνη, δίνοντας έτσι τέλος στον πόνο του.
Δεν θα ένιωθε τίποτα, ποτέ ξανά. Κανένα συναίσθημα. Η Βαλεντίνα έπρεπε να είναι νεκρή καιρό τώρα, οπότε θα την επέστρεφε ο ίδιος στον κόσμο των νεκρών.
Αυτούς τους όρκους έδωσε εκείνη τη στιγμή στον εαυτό του, και έπειτα σηκώθηκε, αποχαιρέτησε μια για πάντα το παρελθόν και όλες τις ευτυχισμένες και δυστυχισμένες αναμνήσεις και κλείδωσε το σπίτι, δίνοντας και έναν τελευταίο όρκο, να μην επιστρέψει ποτέ.
******
Πλησιάζουμε στο τέλος του Αργά τη Νύχτα! Σας ευχαριστώ όλους για τη στήριξη που μου δείχνετε, τις ψήφους και τα σχόλια. Θα ήθελα να μου πείτε την άποψη σας γενικά για το βιβλίο, στο επόμενο κεφάλαιο που θα είναι και το τελευταίο αυτού του μέρους. Πώς σας φάνηκε; Ποιο ήταν το καλύτερο μέρος κατά τη γνώμη σας; Το αγαπημένο σας κεφάλαιο; Αν θέλετε μου απαντάτε μέχρι στιγμής, ή αλλιώς στο τέλος συνολικά!
Ας πάμε στο σποιλερ του επόμενου κεφαλαίου τώρα: Ο Κρις στέλνει ένα email στη Νάνσυ και της λέει για τα πιο πρόσφατα νέα του, και παρακολουθούμε κι εμείς συγχρόνως τι έχει αλλάξει τώρα που η ομάδα έχει μετακομίσει στην καινούργια βίλα του Τζέρι. Της λέει ότι παρόλο που την αγαπάει, η μοίρα επέλεξε να τους χωρίσει. Ποιος ξέρει όμως; Ίσως κάποια στιγμή να καταλήξουν μαζί. 😉
Τι λέτε κι εσείς;;
Δεν σας λέω τίποτα άλλο. Ακολουθήστε με για να μαθαίνετε όλα τα νέα για τα κεφάλαια που ανεβάζω σε όλες τις ιστορίες μου. Να είστε όλοι καλά και να περνάτε καλά, ακόμα και μέσα στο σπίτι τώρα με την απαγόρευση κυκλοφορίας, γιατί η ζωή είναι μικρή (εκτός και αν είσαι βρικόλακας 😋)
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top