(5,3) Κάποια που Ξέρουμε

Τα δύο αδέλφια μπήκαν στον ενιαίο χώρο του σπιτιού που ήταν κουζίνα και σαλόνι μαζί. Στο βάθος μια σκάλα οδηγούσε στο επάνω πάτωμα όπου βρισκόταν η κρεβατοκάμαρα. Πρώτη φορά επισκεπτόταν η Γεωργία τον αδελφό της στο καινούργιο του σπίτι.

"Ωραίο το σπιτάκι σου." σχολίασε.

"Ευχαριστώ." της είπε ο Κώστας. "Έλα να καθίσουμε." Κάθισαν στον μοβ λουλουδάτο καναπέ.

"Λοιπόν, πώς αισθάνεσαι που ζεις πάλι μόνος σου;" τον ρώτησε η Γεωργία για να ανοίξει ένα θέμα συζήτησης. "Εγώ δεν μπορώ να με φανταστώ πλέον μόνη, σε ένα άδειο σπίτι, χωρίς τον Σίμο." Ο Σίμος ήταν το αγόρι της τα τελευταία δύο χρόνια με τον οποίο συζούσαν. Ήταν θνητός και αυτό δημιούργησε στην αρχή πολλά εμπόδια στη σχέση τους, τα οποία στη συνέχεια ξεπέρασαν και όλα έδειχναν ότι θα πήγαιναν καλά μεταξύ τους.

"Εγώ είμαι μια χαρά χωρίς εκείνους τους ηλίθιους συγκάτοικους που είχα." είπε ο Κώστας, καθώς θυμόταν πώς τον κοιτούσαν πάντα υποτιμητικά οι θνητοί συγκάτοικοι του, πολλές φορές και με φόβο, εξαιτίας αυτού που ήταν. Αν και έτρωγε μπροστά τους τα ίδια φαγητά με αυτούς και δεν τον είχαν δει ποτέ να πίνει αίμα, δεν έλεγαν να τον αποδεχτούν και να τον βάλουν στην παρέα τους. Έτσι ο ημίαιμος γιος του Τζέρι και της Βαλεντίνας μετακόμισε μόνος του σε δικό του σπίτι.

"Απορώ πώς άντεξες. Εγώ στη θέση σου θα τους είχα πιει το αίμα." είπε η Γεωργία χαμογελώντας σατανικά.

"Έχω απαρνηθεί κάθε είδους αίμα και το ξέρεις πολύ καλά." της υπενθύμισε ο αδελφός της, που προτιμούσε να ζει σαν άνθρωπος και όχι σαν βρικόλακας. "Σε αντίθεση με εσένα."

"Ναι, βέβαια... Όμως εγώ δεν σκοτώνω πια." είπε η Γεωργία. "Μόνο αν με πειράξουν." Τα δύο αδέλφια βυθίστηκαν για λίγο στη σιωπή, ώσπου η Γεωργία μίλησε ξανά: "Τι άλλα νέα; Υπάρχει καμιά κοπέλα στη ζωή σου;"

"Ναι." παραδέχτηκε ο Κώστας. "Υπάρχει κάποια. "Όμως...δεν ξέρω αν πρέπει να το συνεχίσω."

"Γιατί; Α, κατάλαβα. Είναι περίπλοκο." είπε η αδελφή του με πειραχτικό χαμόγελο.

"Κάτι τέτοιο... Είναι καθαρή ζωοφάγος. Μήπως αυτό αποτελέσει εμπόδιο στη σχέση μας;"

"Καθόλου. Όσο δεν πίνεις ανθρώπινο αίμα δεν πρόκειται να σε θεωρήσει εχθρό της." εξήγησε η λίγο μεγαλύτερη αδελφή του. "Εδώ εγώ κατάφερα να είμαι με θνητό, δεν θα τα καταφέρετε εσείς;"

"Είναι και κάτι άλλο." είπε σκεπτικός ο Κώστας. "Κάτι μου θύμιζε όταν την πρωτογνώρισα. Και νομίζω ότι την ξέρεις κι εσύ. Όμως είναι πολύ μυστηριώδης. Δεν μου λέει σχεδόν τίποτα για το παρελθόν της."

"Γοητευτική μου ακούγεται. Θα ήθελα πολύ να τη γνωρίσω."

"Πάμε αύριο σπίτι της;" πρότεινε ο Κώστας και η αδελφή του συμφώνησε.

Την επόμενη νύχτα, ο Κώστας άφησε το αυτοκίνητο του μπροστά από τη δεκαόροφη πολυκατοικία όπου έμενε η κοπέλα του. Ανέβηκαν με το ασανσέρ και όταν η πόρτα του διαμερίσματος της άνοιξε, η Γεωργία έμεινε άναυδη, όχι από την απαράμιλλη ομορφιά της, αλλά επειδή σίγουρα την ήξερε και θυμόταν κιόλας ποια ήταν! Αλλά δεν μίλησε ακόμα. Θα περίμενε την κατάλληλη στιγμή.

Πάντως ήταν πανέμορφη και έδειχνε να ταιριάζει με τον αδελφό της. Είχε μακριά καστανά μαλλιά, τα οποία είχε ισιώσει, τα χρυσά μάτια της ήταν τονισμένα με σκιά και μολύβι, τα σαρκώδη χείλη της με κατακόκκινο κραγιόν και είχε δώσει χρώμα στα μάγουλα της με λίγο διακριτικό ρουζ. Φορούσε ένα κόκκινο, απίστευτα στενό και κοντό φόρεμα που αναδείκνυε την τέλεια σιλουέτα της και μαύρες απλές γόβες.

"Μωρό μου!" αναφώνησε μόλις είδε τον Κώστα και τον φίλησε. Η Γεωργία έστρεψε το βλέμμα της αλλού με αμηχανία.

"Να σου συστήσω την αδελφή μου, τη Γεωργία." είπε έπειτα ο Κώστας. "Είναι κι αυτή σαν εμένα: μισή- μισή. Γεωργία, από εδώ η Νατάσα."

"Χάρηκα." είπε και έσφιξαν χέρια.

"Κι εγώ." απάντησε η Γεωργία προσπαθώντας να φανεί φιλική.

"Ελάτε, ας καθίσουμε". είπε η Νατάσα και τους οδήγησε στο μικρό τραπέζι της κουζίνας. Το διαμέρισμά της ήταν ένα στούντιο πολύ μικρό και λιτό, με το κρεβάτι να βρίσκεται στον ίδιο χώρο με το σαλόνι και την κουζίνα. Είχε όμως ωραία θέα έξω απ' τα παράθυρα, που έβλεπαν στο λιμάνι. Οι τρεις βρικόλακες κάθισαν και αρχικά κοιτάζονταν μεταξύ τους αμήχανα χωρίς να λένε τίποτα.

"Δεν δούλευες σήμερα ε;" ρώτησε έπειτα ο Κώστας τη σύντροφο του.

"Όχι, έχω ρεπό."

"Πού δουλεύεις, Νατάσα;" θέλησε να μάθει η Γεωργία.

"Στο νοσοκομείο." αποκρίθηκε εκείνη. "Είμαι νοσηλεύτρια, αυτό που σπούδασα δηλαδή."

"Μάλιστα." είπε η Γεωργία κάπου μεταξύ ειρωνείας και ενδιαφέροντος. Τα ανοιχτά γαλάζια μάτια της την κοιτούσαν διερευνητικά. "Σου αρέσει δηλαδή να βοηθάς τους ανθρώπους;"

"Ναι, πάρα πολύ." Η Νατάσα χαμογέλασε για πρώτη φορά από την ώρα που μπήκαν. "Για πες μου για σένα, Γεωργία... Τρέφεσαι μόνο με ανθρώπινα φαγητά όπως ο αδελφός σου;"

"Όχι, αλλά όταν νιώθω την ανάγκη να πιω αίμα, πίνω μόνο συσκευασμένο τώρα πια." Κοιτάχτηκαν πάλι όλοι σιωπηλοί. Και τότε η Γεωργία το ξεστόμισε:

"Τι κάνει ο γιος σου ο Αλέξανδρος;" Η Νατάσα φάνηκε για μια στιγμή να τα χάνει, όμως την κοίταξε με βλέμμα προσποιητά αδιάφορο.

"Πού...το ξέρεις εσύ ότι έχω γιο;" ρώτησε συγκρατώντας την ψυχραιμία της.

"Όλα τα ξέρω." είπε η Γεωργία, διασκεδάζοντας με την αγωνία της που προσπαθούσε να κρύψει και με το απορημένο βλέμμα του Κώστα. Όχι, δεν θα άφηνε άλλο αυτή την γυναίκα να κοροϊδεύει τον αδελφό της!

"Πριν ένα χρόνο, ο άντρας σου τον μετέτρεψε σε ανθρωποφάγο βρικόλακα ενώ ήταν καθαρός, και μόλυνε την αγνή ψυχή του. Γι' αυτό ρωτάω, πώς τα πάει; Έχετε επαφές;"

"Γεωργία, παρεκτρέπεσαι!" αναφώνησε ο Κώστας, που ακόμα δεν είχε καταλάβει τι γινόταν.

"Τι, να μην ενδιαφερθώ για τον αδελφό μας;" του είπε εκείνη.

"Αυτά τα πράγματα είναι προσωπικά και δεν... Για μια στιγμή... Αδελφός μας είπες...;"

"Ναι." απάντησε η Γεωργία κοιτάζοντας με ειρωνικό χαμόγελο τη Νατάσα. "Αυτή είναι η Νατάσα Οικονομίδη, η πρώην σύζυγος του πατέρα μας. Δεν το είχες καταλάβει τόσον καιρό;"

"Δεν το πιστεύω..." έκανε ο Κώστας και σηκώθηκε αποφεύγοντας να κοιτάξει τη Νατάσα.

"Κώστα..." είπε η Νατάσα και σηκώθηκε και αυτή για να τον πλησιάσει.

"Γιατί δεν μου είπες ότι ήσουν παντρεμένη με τον Τζέρι Γκίντο;!" της φώναξε με τα βιολετί μάτια του να την κοιτούν με οργή, αυτά τα μάτια που μέχρι πριν λίγο την κοιτούσαν με έρωτα και πόθο.

"Κώστα μου, σε παρακαλώ άκουσε με. Ήξερα πως είσαι γιος του, όμως περνούσα τόσο ωραία μαζί σου που δεν με ένοιαζε, και δεν ήθελα να χαλάσω αυτό που είχαμε, γιατί..."

"Το χάλασες ούτως η άλλως με τα ψέματα σου! Τελειώσαμε! Δεν θέλω να έχω καμία σχέση με οτιδήποτε σχετίζεται με αυτόν".

"Τον μισώ κι εγώ το ίδιο για αυτό που έκανε στο παιδί μου, πίστεψε με..."

Η Γεωργία τους παρακολουθούσε απ' την καρέκλα της αμέτοχη, ικανοποιημένη που μαθεύτηκε η αλήθεια και γλίτωσε ο αδελφός της από αυτήν τη σκύλα!

"Δεν με νοιάζει!" φώναξε με ακόμα μεγαλύτερη ένταση και θυμό ο Κώστας. "Δεν θέλω να ακούσω άλλα! Τέρμα! Πάμε, Γεωργία." Φόρεσε το σακάκι του και κατευθύνθηκε προς την πόρτα. Η Γεωργία σηκώθηκε αμέσως, φόρεσε κι εκείνη το δερμάτινο τζάκετ της και πριν φύγει, στράφηκε στην ολοφάνερα πληγωμένη και απογοητευμένη Νατάσα:

"Συγνώμη, Νατάσα." της είπε με προσποιητή συμπόνοια. "Δεν ήξερα ότι θα το πάρει έτσι. Όμως εγώ σαν αδελφή του όφειλα να του πω την αλήθεια. Λυπάμαι." Και ακολούθησε τον αδελφό της στο διάδρομο ως το ασανσέρ.

Και η Νατάσα απέμεινε μόνη και έρημη στο άδειο, μικρό διαμέρισμα αλλά και στη ζωή.

Πόσα ακόμα θα καταστρέψεις, Τζέρι; Μέχρι που μπορείς να φτάσεις; είπε μέσα της με μίσος.

**************************************************************************************


Πάμε κατευθείαν στα ΣΠΟΙΛΕΡ του επόμενου κεφαλαίου: Έχουν περάσει κάποιοι μήνες, έφυγε ο Χειμώνας, μπήκε Καλοκαίρι, έφυγε και αυτό και τώρα είναι πλέον Οκτώβρης στο Γεφυρολίμανο! Ο Αλέξανδρος και η Νάνσυ βγαίνουν σ' ένα μπαράκι να διασκεδάσουν και εκεί βλέπουν τον Κρις και τη Νατάσα. Η Νάνσυ νευριάζει και τσακώνεται με τον Κρις. Και στη συνέχεια ακολουθεί η μεγάλη έκπληξη που σας έλεγα!! Πολλά φιλιά σε όλους 😘😘

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top