(3,2) Κοντινό Παρελθόν
Η νύχτα έπεσε σκοτεινή και ήσυχη στην πόλη που ονομαζόταν Ηλιόλουστη Κοιλάδα. Ήταν ειρωνεία η αλήθεια είναι, σε μία πόλη που πάντα είχε ήλιο να κατοικούν βρικόλακες. Όμως ο Τζέρι και ο Κρις για αυτόν ακριβώς το λόγο ζούσαν εκεί. Για να μην κινούν υποψίες. Έβγαιναν μόνο νύχτα για κυνήγι και σπάνια για διασκέδαση. Έτσι μία τέτοια νύχτα, αρκετά διψασμένοι και οι δύο, πήγαν να κυνηγήσουν στο γνωστό σημείο όπου έβρισκαν πολλά θηράματα: το Κεντρικό Πάρκο, το οποίο βρισκόταν μέσα σε μία μεγάλη έκταση με δέντρα και ένα ξέφωτο με την πλατεία και το συντριβάνι στη μέση. Συνήθως έψαχναν για κακούς ανθρώπους, βιαστές, δολοφόνους, ή ναρκομανείς που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα και ο θάνατος για αυτούς ήταν λύτρωση.
Η Βαλεντίνα είχε βγει για το βραδινό της τζόκινγκ. Με τη μητέρα της άρρωστη και τις δουλειές του σπιτιού, δεν προλάβαινε τίποτα άλλο. Το τρέξιμο το βράδυ ήταν το μόνο που την έκανε να ξεφεύγει λίγο.
Διέσχισε όλο το μονοπάτι μέσα από το σκοτεινό δάσος και έφτασε στο συντριβάνι της πλατείας. Πήρε μερικές βαθιές εισπνοές προσπαθώντας να επαναφέρει την αναπνοή της στα φυσιολογικά επίπεδα. Οι παλμοί της είχαν ανέβει ικανοποιητικά. Ήξερε πως ήταν ότι καλύτερο αυτή η γυμναστική για την καρδιά και πάντοτε τη χαλάρωνε και άδειαζε το μυαλό της. Ξαφνικά όμως, άκουσε κάτι μέσα από τα δέντρα πίσω της. Κάποιος την είχε ακολουθήσει. Προτού προλάβει να αντιδράσει όμως, μια σκιά την πλησίασε με υπερφυσική ταχύτητα και τη στρίμωξε ανάμεσα στο συντριβάνι και στο σώμα του. Δύο κόκκινα μάτια την κοιτούσαν και ένα στόμα ανοιχτό αποκάλυπτε δύο μυτερούς τρομακτικούς κυνόδοντες.
"Γεια σου, όμορφη." Της είπε ο βρικόλακας. Η Βαλεντίνα ένιωθε τον φόβο να την κυριεύει, αλλά κατάφερε να συγκρατήσει την ψυχραιμία της. Ήξερε πως το να παλέψει για να ξεφύγει θα ήταν μάταιο. Μπορούσε όμως να του αντισταθεί με το μυαλό της.
"Το ξέρεις ότι είναι επικίνδυνο να κυκλοφορείς στο Κεντρικό Πάρκο τη νύχτα;" Της μίλησε πάλι εκείνος.
"Ξέρω τι είσαι." Του αντιγύρισε. "Μπορείς να μου πιεις το αίμα ελεύθερα, αν θες να ξεδιψάσεις. Μετά όμως, ξέρω πολύ καλά πως οι τύψεις θα σε κυριεύσουν, όπως γίνεται κάθε φορά που σκοτώνεις έναν αθώο." Ο βρικόλακας γέλασε και απάντησε:
"Μικρό και αθώο κορίτσι... Δεν νιώθω τίποτα. Δεν είμαι άνθρωπος." Εκείνη τη στιγμή μια δεύτερη σκιά κατέφθασε. Ήταν άλλος ένας βρικόλακας με κόκκινα μάτια.
"Τζέρι, τι κάνεις εκεί;" Είπε σε εκείνον που την είχε αρπάξει. "Έχουμε συμφωνήσει κάτι. Ασ' την ήσυχη."
"Μπορείς να με αφήσεις να απολαύσω το γεύμα μου;" Του είπε ο Τζέρι.
"Δεν μου φαίνεται και τόσο σαν γεύμα. Αν ήθελες θα την είχες πιει ήδη. Μας βρήκα όμως κάτι καλύτερο. Ένας τύπος την παρακολουθούσε κρυφά."
"Έμενα;" Απόρησε η Βαλεντίνα. Δεν κατάλαβε ποτέ σηκώθηκε ο Τζέρι και βρέθηκε μπροστά στον φίλο του.
"Πάμε." Του είπε. Έπειτα στράφηκε στη Βαλεντίνα:
"Εσύ μείνε εδώ."
Έλειψαν μόλις μερικά λεπτά. Η Βαλεντίνα σκέφτηκε αρκετές φορές να φύγει, κάτι όμως της έλεγε να μείνει. Δεν ήξερε γιατί, όμως είχε μέσα της μια ακατανίκητη έλξη για τον Τζέρι και συγχρόνως την επιθυμία να τον σώσει. Οι δύο βρικόλακες επέστρεψαν κοντά της και είχαν μια υποψία αίματος στα χείλη τους.
"Είσαι πολύ γενναία. Δεν περίμενα όντως να μείνεις εδώ." Της είπε ο Τζέρι με έκπληξη. "Εγώ θα το είχα βάλει στα πόδια αν ήμουν ένα μικρό απροστάτευτο κοριτσάκι σαν εσένα."
"Απροστάτευτη;! Δεν είμαι απροστάτευτη! Ξέρω καράτε και αυτοάμυνα!" Φώναξε εκνευρισμένη η κοπέλα. Οι δύο βρικόλακες κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και ο Τζέρι ξέσπασε σε γέλια.
"Δεν νομίζω να σε έσωζε η αυτοάμυνα από εμάς, μικρή. Αντί για αυτό όμως, προτιμήσαμε να πιούμε τον ανώμαλο που σε ακολουθούσε τόση ώρα. Νομίζω πως μας οφείλεις ένα ευχαριστώ."
"Ευχαριστώ που σκοτώσατε έναν άνθρωπο;!"
"Ορισμένοι άνθρωποι δεν αξίζει να ζουν. Δεν συστηθήκαμε όμως... Μα που πήγαν οι τρόποι μου; Είμαι ο Τζέρι και από εδώ ο κολλητός μου ο Κρις."
"Βαλεντίνα, χάρηκα." Είπε εκείνη και έπιασε το χέρι του. Ήταν πολύ κρύο σε σχέση με το δικό της. Ο Τζέρι το κράτησε παραπάνω απ' όσο θα έπρεπε, απολαμβάνοντας τη ζεστασιά της.
"Ρε συ, εντάξει, άφησε την ήσυχη." Παρενέβη ο Κρις.
"Μα δεν σκοπεύω να την πειράξω." Του είπε ο Τζέρι χωρίς να παίρνει τα μάτια του από πάνω της. "Μου αρέσει το πείσμα της και η γενναιότητα της. Ας την συνοδεύσουμε τουλάχιστον έξω από το άλσος."
Η Βαλεντίνα τους ακολούθησε.
"Λοιπόν... Πόσο καιρό είστε βρικόλακες;" Ρώτησε για να σπάσει την αμηχανία.
"Εγώ είμαι σχεδόν εκατόν ογδόντα χρόνια. Μεταμορφώθηκα στα δεκαοχτώ μου, αλλά δεν μιλώ ποτέ για αυτό. Τον Κρις τον μεταμόρφωσα στα μέσα της δεκαετίας του πενήντα." Εξήγησε ο Τζέρι.
"Ουάου... Και δηλαδή εσείς για να τραφείτε σκοτώνετε ανθρώπους;"
"Ναι. Όμως απ' ότι είδες και σήμερα, προτιμάμε τους κακούς." Της απάντησε. Ο Κρις παρέμεινε σιωπηλός σε όλη την υπόλοιπη διαδρομή.
Όταν βγήκαν από το άλσος, η Βαλεντίνα κοίταξε το σκοτεινό σοκάκι που οδηγούσε στο σπίτι της και τους είπε:
"Από εδώ πάω εγώ. Ευχαριστώ για τη συνοδεία, όμως καλύτερα να μη μάθετε που μένω."
"Σύμφωνοι." Απάντησε ο Τζέρι. "Θα περιμένουμε εδώ και αν συμβεί οτιδήποτε θα το ακούσουμε και θα τρέξουμε αμέσως."
"Σου είπα, μπορώ να υπερασπιστώ τον εαυτό μου και μόνη μου!" Είπε με πείσμα η νεαρή. "Τουλάχιστον από θνητούς ανθρώπους."
"Εντάξει." Γέλασε ο Τζέρι. "Πήγαινε, και μην ξανάρθεις ποτέ στο πάρκο τη νύχτα. Είναι πολύ επικίνδυνα."
"Δεν θα μου πεις εσύ τι θα κάνω. Καληνύχτα." Και απομακρύνθηκε με γρήγορο βηματισμό. Ο Τζέρι γέλασε για ακόμα μια φορά. Μόλις την είδαν να απομακρύνεται αρκετά, ο Κρις του είπε:
"Τι πας να κάνεις; Θα παρασύρεις μια νεαρή θνητή, έχεις ιδέα που μπορεί να οδηγήσει αυτό;"
"Με παρεξήγησες. Δεν σκοπεύω να την παρασύρω. Απλά, κάτι επάνω της με κέρδισε. Δεν είναι σαν καμία άλλη θνητή που έχω γνωρίσει."
"Μα πέρα από τις πόρνες και αυτές που τους ήπιες το αίμα δεν έχεις γνωρίσει και πολλές..."
"Έχεις δίκιο, φίλε μου. Η αλήθεια είναι πως ζούμε πολύ αποκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο. Θέλω να ζήσω έστω για λίγο ανάμεσα τους, να δω πόσο έχουν αλλάξει από την εποχή όπου έζησα εγώ. Αν και τότε αποκομμένος έζησα..." Αυτά τα τελευταία λόγια ήταν σαν να τα έλεγε στον εαυτό του. "Εν πάση περιπτώσει, θέλω για μια νύχτα έστω, να μην τους δω σαν φαγητό μας. Και η Βαλεντίνα ίσως να βοηθήσει σε αυτό." Ο Κρις απόρησε με τις σκέψεις αυτές του φίλου του, αλλά ένιωσε και μια μικρή αισιοδοξία μέσα του. Λες η Βαλεντίνα τελικά να κατάφερνε να τον αλλάξει; Αν κατάφερνε κάτι τέτοιο, ίσως και ο ίδιος να του έλεγε την επιθυμία του να αλλάξει πιο εύκολα.
Το επόμενο βράδυ, η Βαλεντίνα πήγε πάλι στο πάρκο. Δεν ήξερε γιατί. Ενώ μπορεί να παραμόνευε πάλι ο Τζέρι και ίσως υπήρχαν κι άλλοι πέρα από τον ίδιο και τον Κρις, κατά βάθος είχε μια περίεργη επιθυμία να τον ξαναδεί. Ένιωθε σαν την Κοκκινοσκουφίτσα, που παρόλο που ήξερε πως ο λύκος παραμόνευε στο δάσος, η ίδια περνούσε από εκεί κάθε φορά αντί να βρει κάποιον άλλον δρόμο. Μόνο που στη δική της περίπτωση, κάτι χειρότερο από λύκο παραμόνευε...
Ο Τζέρι πήγε κι εκείνος εκεί με την ελπίδα να την ξαναδεί. Όντως, μύρισε το μεθυστικό άρωμα της και το ακολούθησε στο σιντριβάνι της πλατείας, για να τη βρει να περιμένει καθισμένη σε αυτό.
"Ήρθες πάλι." Της είπε πλησιάζοντας. Αυτή τη φορά δεν διψούσε, την έβλεπε περισσότερο σαν άνθρωπο παρά σαν γεύμα. Ίσως η αθωότητα της να του θύμιζε και τον εαυτό του όταν ήταν θνητός, και για αυτό να ήθελε να δεθεί περισσότερο μαζί της.
"Ήθελες να έρθω." Είπε η Βαλεντίνα, και ήταν το συμπέρασμα της αυτό.
"Ναι." Παραδέχτηκε εκείνος και πλησίασε πάλι. Η Βαλεντίνα έκανε ένα πίσω βήμα ελαφρώς φοβισμένη.
"Μη φοβάσαι." Της είπε. "Δεν θέλω να σε πειράξω. Δεν ξέρω γιατί." Κάθισε στο πεζούλι του σιντριβανιού και της έκανε νόημα να καθίσει δίπλα του.
"Ίσως δεν σε ελκύω τόσο ώστε να με πιεις." Είπε η Βαλεντίνα και γέλασαν. Έπειτα ο Τζέρι απάντησε σοβαρά:
"Όχι. Απεναντίας. Το άρωμα σου με τρελαίνει και μου είναι τρομερά δύσκολο να σου αντισταθώ. Αλλά δεν θέλω, και η θέληση μου υπερτερεί για πρώτη φορά της δίψας μου για αίμα." Η Βαλεντίνα τον άκουσε εντυπωσιασμένη.
"Εγώ με τη σειρά μου ξέρω πως θα έπρεπε να μείνω μακριά σου, όμως για κάποιον ανεξήγητο λόγο κάτι δεν με αφήνει, παρόλο που μέσα μου τρέμω από το φόβο."
"Θέλω να σε γνωρίσω, Βαλεντίνα. Σαν να είμαστε δυο κοινοί θνητοί. Μπορώ να προσπαθήσω."
"Εντάξει." Συμφώνησε η Βαλεντίνα. "Τι θες να μάθεις για μένα; Δεν είμαι και τίποτα σημαντικό..."
"Πες μου όσα χρειάζεται."
"ΟΚ... Είμαι είκοσι χρονών, μου αρέσει πολύ το ποδόσφαιρο και η γυμναστική και όνειρο μου είναι να παίξω σε μια μεγάλη ομάδα. Ήδη έχω κάνει αίτηση για την ομάδα του Γεφυρολίμανου, έκανα δοκιμαστικό και περιμένω απάντηση. Τώρα τελευταία όμως, δεν έχω και πολύ χρόνο. Η μητέρα μου έχει αρρωστήσει πολύ βαριά και ασχολούμαι κυρίως με τη φροντίδα της. Έτσι μπορώ να βγαίνω μόνο βράδια. Μου αρέσει να έρχομαι τις νύχτες στο πάρκο για τζόκινγκ, γιατί ηρεμώ και ξεχνιέμαι λίγο."
"Ενδιαφέροντα όλα αυτά." Είπε ο Τζέρι. "Εγώ μένω με τον Κρις σε ένα μικρό σπίτι στην άκρη της πόλης, στην απομόνωση εδώ και αρκετά χρόνια. Την ημέρα δεν βγαίνουμε λόγω του κινδύνου να μας κάψει ο δυνατός ήλιος της Ηλιόλουστης Κοιλάδας, αλλά και να μας ανακαλύψουν οι άνθρωποι. Κυρίως διαβάζουμε, παίζουμε πιάνο, γυμναζόμαστε η βλέπουμε τηλεόραση. Αλλά θα ήθελα πολύ έστω για ένα βράδυ να γινόταν να βγω και να γνωρίσω τον κόσμο σε αυτή την πόλη, χωρίς να φοβάμαι ότι ανά πάσα ώρα και στιγμή θα διψάσω και θα χρειαστεί να σκοτώσω κάποιον. Γιατί όταν διψάμε, δεν ελέγχουμε τον εαυτό μας, Βαλεντίνα. Υπάρχουν ελάχιστοι βρικόλακες που έχουν καταφέρει να το κάνουν, και απαιτεί τεράστια θέληση και αυτοσυγκράτηση που πολύ λίγοι διαθέτουν."
Η Βαλεντίνα έδειξε να το σκέφτηκε λίγο, έπειτα απάντησε:
"Να σου πω κάτι; Ας πάμε βόλτα αύριο το βράδυ στο κέντρο της πόλης. Θα δεις πολύ κόσμο και θα είναι το πρώτο μου βήμα για να σε βοηθήσω να αποκτήσεις περισσότερη αυτοσυγκράτηση. Τι λες;"
"Δεν ξέρω." Δίστασε ο Τζέρι. "Οι κάτοικοι της πόλης δεν έχουν συνηθίσει να βλέπουν έναν βρικόλακα να σουλατσάρει ανάμεσα τους. Κι αν φοβηθούν και δημιουργήσω πανικό;"
"Θα μεταμφιεστείς, τότε. Θα βάλουμε φακούς επαφής για να καλύψουμε τα κόκκινα μάτια και λίγο μέικ απ για να αποκτήσεις χρώμα. Θα δεις, θα σου αρέσει."
"Εντάξει." Είπε τελικά ο Τζέρι. "Τι έχω να χάσω;"
"Ωραία. Δώσε μου τη διεύθυνση σου για να έρθω σπίτι σου να σε φτιάξω."
"Είσαι σίγουρη; Στο σπίτι μου...;"
"Ναι, Τζέρι. Δεν φοβάμαι."
"Οκ." Και της έδωσε τη διεύθυνση.
Το επόμενο βράδυ, ο ενθουσιασμός του Τζέρι ήταν απερίγραπτος. Ο Κρις είχε τις επιφυλάξεις του. Κι αν τον έπιανε καμία τρέλα και άρχιζε να επιτίθεται σε θνητούς; Απ' την άλλη όμως, ίσως του έκανε καλό. Έτσι κι αλλιώς, είχε αρχίσει να μη θέλει να περνάει και τόσο πολύ χρόνο με τον Τζέρι.
Η Βαλεντίνα έφτασε στις εννέα ακριβώς και ήταν πανέμορφη. Τα ξανθά μαλλιά με τις αφέλειες ήταν πιασμένα σε μια χαμηλή κοτσίδα και φορούσε ένα μπεζ φόρεμα, μποτάκια και μαύρο δερμάτινο μπουφάν. Ο Τζέρι μετά από λίγη ώρα είχε πλέον καστανά μάτια και λίγο παραπάνω χρώμα στο πρόσωπο. Πήγε να ντυθεί όσο η Βαλεντίνα περίμενε στο σαλόνι με τον Κρις.
"Πως είμαι;" Είπε όταν ήταν έτοιμος. Φορούσε ένα μαύρο μακρύ σακάκι, από μέσα λευκό πουκάμισο με κόκκινη γραβάτα χαλαρά δεμένη και μαύρο τζιν παντελόνι.
"Σωστός κύριος." Είπε η Βαλεντίνα. "Αν και...τα ρούχα σου είναι κάπως παλιά."
"Δεν έχω και πολύ μοντέρνα ρούχα. Έχουμε να ψωνίσουμε από τη δεκαετία του εξήντα."
"Έτσι εξηγείται. Πως σου φαίνεται ο φίλος σου, Κρις;"
"Θα με έπειθε πως είναι θνητός άνετα. Μόνο μην του πιάσει κανείς το χέρι." Αστειεύτηκε. "Λοιπόν, καλά να περάσετε. Να τον προσέχεις, Βαλεντίνα. Κι εσύ να την προσέχεις, Τζέρι." Η κοπέλα έπιασε αγκαζέ τον νέο της φίλο και έφυγαν.
Το κέντρο της πόλης μπροστά από το πάρκο ήταν φωτισμένο και όμορφο, με ανθρώπους να πηγαινοέρχονται συνεχώς. Η Βαλεντίνα και ο Τζέρι περπάτησαν κατά μήκος του κεντρικού δρόμου με τα μαγαζιά, το θέατρο και το μπιστρό, καθώς ο Τζέρι κοιτούσε εντυπωσιασμένος γύρω του τα πάντα. Ήταν διαφορετικός ο κόσμος των θνητών από ότι τον έβλεπε στην τηλεόραση. Οι άνθρωποι όντως δεν αντιλαμβάνονταν ότι κυκλοφορούσε ένας βρικόλακας ανάμεσα τους. Διάφορες μυρωδιές έρχονταν συνεχώς στα ρουθούνια του και μπορούσε να ακούσει και την παραμικρή λεπτομέρεια από τις συζητήσεις τους, ακόμα και αν μιλούσαν χαμηλόφωνα. Είχαν όλοι τόσο μικρά προβλήματα... Γύρισε και κοίταξε τη Βαλεντίνα καθώς έφταναν προς την άκρη του κεντρικού.
"Που πάμε;" Τη ρώτησε. Εκείνη του χαμογέλασε και είπε:
"Στην παραλία."
Τον οδήγησε μέσα από ένα μικρότερο δρόμο στην παραλία, όπου ήταν πλέον μόνο οι δύο τους. Μια μεγάλη έκταση αμμουδιάς απλωνόταν μπροστά στα πόδια τους, και στο βάθος η σκοτεινή θάλασσα. Από πάνω τους μυριάδες αστέρια φώτιζαν τον ουρανό και το ασημένιο φεγγάρι σχημάτιζε κυματιστό μονοπάτι επάνω στο νερό. Η Βαλεντίνα έβγαλε τα παπούτσια της και απόλαυσε την απαλή άμμο κάτω από τα πόδια της, έπειτα εισέπνευσε τον καθαρό, θαλασσινό αέρα και είπε:
"Επιτέλους ησυχία." Ο Τζέρι πλησίασε.
"Δεν σε φοβίζει αυτό; Το να είσαι μόνη μαζί μου;" Και ήθελε τόσο πολύ να την αγκαλιάσει, αλλά φοβόταν ότι θα παρασυρθεί και θα της κάνει κακό. Έπειτα τα μάτια της ενώθηκαν με τα δικά του.
"Με φοβίζει." Παραδέχτηκε. "Όμως συγχρόνως, μου αρέσει αυτός ο φόβος."
"Δεν πρέπει να σου αρέσει. Ούτε εγώ πρέπει... να σου αρέσω." Της είπε διστακτικά. Η Βαλεντίνα πλησίασε κι άλλο κοντά του... Γιατί το έκανε αυτό...;
"Θέλω να σε μάθω να ελέγχεις τη δίψα σου, Τζέρι. Πόσο δύσκολο να είναι;"
"Όσο δεν φαντάζεσαι." Της είπε αυτός.
"Νομίζω πως αξίζει να προσπαθήσω." Έπειτα έκανε ένα πίσω βήμα και χαμογέλασε πονηρά.
"Έλα." Του είπε. "Τι περιμένεις; Βγάλε τα παπούτσια σου και έλα." Και άρχισε να τρέχει γελώντας κατά μήκος της παραλίας. Ο Τζέρι με δισταγμό έβγαλε τα παπούτσια και τις κάλτσες χωρίς να βιάζεται, γιατί ήξερε πως θα την προλάβει όσο γρήγορη και αν ήταν. Γύρισε τα μπατζάκια του παντελονιού του και την κοίταξε. Είχε απομακρυνθεί αρκετά, όμως εκείνος σε δευτερόλεπτα βρέθηκε κοντά της και την άρπαξε μέσα στην αγκαλιά του.
"Ει, δεν παίζω! Κλέβεις!" Φώναξε σαν κοριτσάκι εκείνη και γέλασαν καθώς προσπάθησε να του ξεφύγει. Δεν τα κατάφερε όμως και σταμάτησε να παλεύει. Τον κοίταξε στα μάτια και τα χέρια της τυλίχτηκαν γύρω απ' το λαιμό του.
"Μην το κάνεις αυτό..." Ψιθύρισε ο Τζέρι καθώς το πρόσωπο της πλησίασε στο δικό του... Η Βαλεντίνα ένωσε τα χείλη της με τα δικά του απαλά καθώς έντονα συναισθήματα την πλημμύριζαν, πέραν του φόβου που ήδη ένιωθε. Ο Τζέρι δεν θυμόταν πότε ήταν η τελευταία φορά που ένιωσε έτσι. Ίσως ποτέ. Όταν όμως εκείνη κόλλησε πάνω του, όταν το φιλί της έγινε πιο απαιτητικό, ένιωσε μια ακατανίκητη ανάγκη να...
"Σταμάτα." Είπε και βρέθηκε την ίδια στιγμή τρία βήματα μακριά της. Εκείνη τον κοίταξε ξέπνοη.
"Βαλεντίνα, δεν νομίζω να δουλέψει... Αυτό μεταξύ μας, εννοώ. Όχι τη στιγμή που πίνω ανθρώπινο αίμα."
"Ήταν όμως ένα βήμα, μια πρόοδος το ότι αντιστάθηκες."
"Δεν μπορώ να σε αφήσω να γίνεις πειραματόζωο στα χέρια μου."
"Δεν το βλέπω έτσι!" Του φώναξε.
"Εγώ όμως έτσι το βλέπω!"
"Πολύ καλά λοιπόν." Υποχώρησε η Βαλεντίνα. "Πάμε σπίτι. Δεν θα σε πιέσω να το κάνεις."
"Δεν κατάλαβες... Θέλω να το κάνω, Βαλεντίνα. Όμως σιγά- σιγά. Ένα βήμα τη φορά. Μη ζητάς παραπάνω από όσα μπορώ να δώσω. Εντάξει;"
"Εντάξει." Συμφώνησε παίρνοντας μια βαθιά ανάσα η Βαλεντίνα. Κράτησε το χέρι του και πήραν το δρόμο του γυρισμού.
Το επόμενο βράδυ, ο Τζέρι βρισκόταν σπίτι. Ο Κρις κάπου είχε πάει μόνος του, δεν του είχε πει που. Ξαφνικά, το τηλέφωνο του σπιτιού χτύπησε. Ο Τζέρι το σήκωσε. Ήταν η Βαλεντίνα.
"Τζέρι..." Απ' τη φωνή της κατάλαβε ότι έκλαιγε.
"Βαλεντίνα; Τι έπαθες; Γιατί κλαις;"
"Πέθανε η μητέρα μου." Είπε εκείνη. "Αύριο είναι η κηδεία της." Και άκουσε τους λυγμούς της.
"Λυπάμαι πολύ." Της είπε. "Είναι κανείς μαζί σου τώρα; Να έρθω;"
"Ναι, είναι μια θεία μου και ορισμένοι γείτονες ήρθαν να συλλυπηθούν. Δεν νομίζω πως είναι καλή ιδέα να έρθεις, απλά ήθελα να στο πω."
"Θα ερχόμουν αύριο στην κηδεία, όμως θα έχει πολύ ήλιο και δεν θα μπορώ να μείνω παραπάνω από δέκα λεπτά."
"Δεν πειράζει. Καταλαβαίνω."
"Θα ήθελα να σε δω μόλις δύσει ο ήλιος όμως." Της πρότεινε έπειτα.
Την επομένη, το βράδυ μετά την κηδεία, συναντήθηκαν ξανά στο σιντριβάνι του πάρκου. Η Βαλεντίνα ήταν ντυμένη στα μαύρα, τα μάτια της ήταν πρησμένα απ' το κλάμα κι όμως ακόμα και έτσι ήταν τόσο όμορφη... Πήγε κοντά της και την αγκάλιασε. Αν και κρύα η αγκαλιά του, της φαινόταν σαν το πιο ασφαλές καταφύγιο εκείνη τη στιγμή. Και ο Τζέρι ορκίστηκε στον εαυτό του να την προστατεύει με τη ζωή του από εδώ και πέρα.
"Να ξέρεις ότι θα είμαι εδώ για σένα, οτιδήποτε κι αν χρειαστείς." Της είπε κοιτάζοντας τη στα μάτια.
"Το μόνο που χρειάζομαι είσαι εσύ." Του απάντησε.
Πέρασαν δύο μήνες από τότε και ο Τζέρι, όσο επικίνδυνο και αν ήταν, κατάλαβε πως είχε ερωτευθεί τη Βαλεντίνα. Του φαινόταν αδιανόητο ότι η άδεια, σταματημένη καρδιά του μπορούσε να νιώσει ξανά την αγάπη. Υπήρχε αυτό το πράγμα ακόμα και για τους νεκρούς; Όταν ήταν μαζί της όμως, μόνο νεκρός δεν ένιωθε. Άκουγε την καρδιά της να χτυπάει όταν ήταν ξαπλωμένη επάνω του, την ένιωθε στο στήθος του και ήταν σαν να έδινε χτύπους και στη δικιά του. Όταν ήταν μαζί της ξεχνούσε την έντονη επιθυμία του για αίμα. Φρόντιζε όμως πάντοτε να τρέφεται όταν επρόκειτο να τη συναντήσει. Για κανένα λόγο όμως δεν ήθελε να προχωρήσουν παρακάτω πέρα απ' τα φιλιά και τις αγκαλιές. Η Βαλεντίνα του είχε εξομολογηθεί ότι δεν είχε ξανακάνει έρωτα και σίγουρα η πρώτη της φορά με έναν βρικόλακα δεν ήταν και ότι καλύτερο. Και ας πέθαινε από επιθυμία να αγγίξει το σώμα της, να φιλήσει κάθε εκατοστό του ζεστού κορμιού της και να χαθεί μέσα της. Η Βαλεντίνα όμως τον εμπιστευόταν απόλυτα και ήθελε όσο τίποτα να προχωρήσουν.
"Δεν μπορώ, Βαλεντίνα." Της είπε μια μέρα που του το πρότεινε. "Θα μπορεί να αποβεί μοιραίο για σένα και εκτός αυτού, μπορεί να είναι επίπονο και να μην καταφέρω να ελέγξω τον εαυτό μου και να το σταματήσω."
"Σε παρακαλώ... Ας το πάμε σιγά σιγά." Είπε εκείνη.
"Δεν θα μπορώ να σταματήσω." Ξανάπε εκείνος. Η κοπέλα τον αγκάλιασε απ' το σβέρκο και τον κοίταξε ικετευτικά.
Ο Κρις είχε συμπαθήσει τη Βαλεντίνα και την είχε συνηθίσει να μπαινοβγαίνει σπίτι τους συνεχώς. Όμως σκεφτόταν τον Τζέρι, πόσο κακό είχε προκαλέσει σε άλλους θνητούς, τη δυσκολία του για να δεθεί με κάποιον άνθρωπο... Και όσο έβλεπε πόσο δενόταν με τη Βαλεντίνα, τόσο φοβόταν ότι κάποια μέρα δεν θα άντεχε. Είχε ένα απαίσιο προαίσθημα ότι αυτή η σχέση δεν θα έβγαινε σε καλό.
Τελικά, ο Τζέρι αποφάσισε να ολοκληρωθεί η σχέση τους αλλά υπό έναν όρο: ο Κρις θα βρισκόταν εκτός σπιτιού, αλλά κάπου εκεί κοντά ούτως ώστε αν ο ίδιος παρασυρόταν και γινόταν επικίνδυνος να προλάβαινε να επέμβει. Έπιασε τον Κρις και του είπε την ιδέα του και ότι το ίδιο βράδυ η Βαλεντίνα θα έμενε σπίτι τους.
"Είσαι σίγουρος;" Τον ρώτησε εκείνος αβέβαιος.
"Την αγαπάω σαν τρελός. Είναι ο μοναδικός άνθρωπος που δεν μας σιχαίνεται και δεν με μισεί για όσα έχω κάνει σε συνανθρώπους της."
"Δηλαδή είναι σοβαρό." Συμπέρανε ο Κρις.
"Το ξέρω ότι οι διαφορές μας είναι τεράστιες και τα εμπόδια στη σχέση μας φαντάζουν ανυπέρβλητα. Όμως αποφασίσαμε να προσπαθήσουμε κι όπου μας βγάλει."
"Κοίτα, συμφωνώ ότι είναι καλή κοπέλα. Όμως μην ξεχνάς τι είμαστε, Τζέρι. Εγώ απόψε θα είμαι εδώ για εσάς, κάποια άλλη φορά όμως δεν θα είμαι. Σε μια στιγμή αδυναμίας μπορεί να τη σκοτώσεις και τότε θα πονέσεις όσο ποτέ άλλοτε." Είπε ο φίλος του με αυστηρό ύφος. Ο Τζέρι κοίταξε το πάτωμα για λίγο, έπειτα πάλι τον Κρις και είπε:
"Έχω αρχίσει να ελέγχω τη δίψα μου όταν είμαι μαζί της. Και ήδη σκέφτομαι να πίνω μόνο συσκευασμένο αίμα."
"Θα το αντέξεις όμως αυτό; Είναι σαν να τρέφεται ένας θνητός μόνο με φρούτα."
"Η Ελβίρα τα κατάφερε."
"Της πήρε χρόνια προετοιμασίας και ισχυρής θέλησης όμως. Ενώ εσείς δεν έχετε το χρόνο με το μέρος σας. Έχω ωστόσο κάτι άλλο να σου προτείνω. Μπορούμε να γίνουμε ζωοφάγοι. Θα είμαστε σαν τους χορτοφάγους ανθρώπους, που δεν τρώνε κρέας κι όμως επιβιώνουν." Το βλέμμα του Τζέρι πάγωσε. Μάλλον δεν άκουσε καλά!
"Τι είπες;" Ρώτησε. Ο Κρις αποφάσισε να παραδεχτεί αυτό που του έκρυβε εδώ και μερικούς μήνες:
"Προσπαθώ να γίνω ζωοφάγος. Έχω αρχίσει να κυνηγάω άγρια ζώα έξω από την πόλη. Είναι δύσκολο, δεν συγκρίνεται με το ανθρώπινο αίμα, όμως θα συνηθίσω σιγά σιγά." Ο Τζέρι εξακολουθούσε να τον κοιτάει σαν προδομένος εραστής. "Γιατί δεν δοκιμάζεις κι εσύ;" Συνέχισε ο Κρις.
"Πως τολμάς και το κάνεις αυτό;!" Ξέσπασε τελικά ο Τζέρι. "Νόμιζα πως ήσουν κολλητός μου!"
"Είμαι." Παρέμεινε ήρεμος ο Κρις. "Αυτό δεν αλλάζει."
"Αυτή ήταν η χειρότερη προδοσία που θα μπορούσες να μου κάνεις." Συνέχισε με οργή ο Τζέρι.
"Τζέρι, προσπάθησε να καταλάβεις! Κουράστηκα!" Φώναξε ο Κρις. "Δεν αντέχω άλλο να σκοτώνω! Το βάρος τόσων ψυχών είναι πλέον πολύ βαρύ στη συνείδηση μου!"
"Έτσι ξεπληρώνεις αυτόν που σε έσωσε;"
"Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορείς να με ελέγχεις κιόλας!"
"Ούτε είναι σωστό όμως που άλλαξες πλευρά!"
"Έκανα το καλύτερο για μένα! Και καλά θα κάνεις να σκεφτείς τι θα είναι καλύτερο για εσένα και τη Βαλεντίνα!" Φώναξε για μια ακόμα φορά ο Κρις και πριν ξεφύγουν από τα όρια και πιαστούν στα χέρια, άνοιξε την πόρτα για να φύγει. "Θα είμαι εδώ κοντά να έχω το νου μου, όπως συμφωνήσαμε." Είπε χωρίς καν να γυρίσει να τον κοιτάξει. Ο Τζέρι προσπάθησε να ηρεμήσει και να συγκρατήσει τον θυμό του, γιατί σε λίγη ώρα θα ερχόταν η Βαλεντίνα. Όταν όμως άνοιξε λίγο μετά την πόρτα και εκείνη έπεσε στην αγκαλιά του, ηρέμησε αμέσως και τα ξέχασε όλα, ακόμα και τον καυγά του με τον Κρις.
Την είχε σχεδόν γυμνή από πάνω του, η καρδιά της χτυπούσε γοργά επάνω στο στήθος του και τα χείλη της που φιλούσαν τα δικά του τον οδηγούσαν σε νέα κύματα ηδονής. Ήθελε να την κάνει δική του εδώ και τώρα. Με μια κίνηση την ξάπλωσε ανάσκελα και βρέθηκε από πάνω της.
"Θα με τρελάνεις, Βαλεντίνα..." Ψιθύρισε αισθησιακά και της κατέβασε το εσώρουχο καθώς τα χείλη του άγγιζαν συγχρόνως το δέρμα της προς τα κάτω.. Μπήκε μέσα της και ο πόνος της ήταν πολύ γλυκός. Έκλεισε τα μάτια και του παραδόθηκε με όλες τις αισθήσεις της.
Ο Τζέρι την κρατούσε στην αγκαλιά του και της χάιδευε τα μαλλιά, έπειτα από την απίστευτη εμπειρία που έζησαν. Τα συναισθήματα ακόμα πιο δυνατά, ήξερε πως είτε θα τον έσωζαν, είτε θα τους κατέστρεφαν και τους δύο. Τη στιγμή όμως αυτή δεν ήθελε να σκεφτεί τίποτα άλλο.
"Τζέρι..." Είπε εκείνη όταν κατάφερε να μιλήσει. "Ήταν απίστευτο."
"Δεν σε πόνεσα; Δεν ήμουν λίγο απότομος;"
"Ήσουν, όμως...ήταν όλα υπέροχα. Ακόμα και..." Ο Τζέρι διέκρινε μια μελάνια που άρχισε να φαίνεται στο γοφό της, που της προκάλεσε ο ίδιος από τον τρόπο που εσφιγγε τα χέρια του προσπαθώντας να συγκρατηθεί...
"Συγνώμη, μωρό μου. Δεν το ήθελα." Της είπε.
"Δεν πειράζει, αγάπη μου. Αλήθεια δεν πειράζει." Ο Τζέρι σηκώθηκε απ' το κρεβάτι και στάθηκε μπροστά απ' το παράθυρο.
"Είμαι ένα τέρας, Βαλεντίνα." Είπε με γυρισμένη την πλάτη με το τατουάζ προς εκείνη. "Κανονικά θα έπρεπε να με σιχαίνεσαι. Να ξέρεις μπορείς να φύγεις ανά πάσα στιγμή αν νιώσεις ότι κινδυνεύεις." Η Βαλεντίνα σηκώθηκε κι εκείνη, τον πλησίασε και τον έκανε να την κοιτάξει αγγίζοντας απαλά το μάγουλο του.
"Δεν πρόκειται να σε αφήσω, αγάπη μου. Σ' αγαπώ."
"Δεν πρέπει να μ' αγαπάς." Της είπε στρέφοντας αλλού το βλέμμα του. "Μόνο ο κίνδυνος σε περιμένει μαζί μου."
"Όμως δεν μπορώ να ζήσω μακριά σου. Θα πεθάνω αν σε χάσω." Του είπε η Βαλεντίνα και ήταν αλήθεια. "Και δεν φοβάμαι όταν είμαι μαζί σου, αντιθέτως νιώθω ασφάλεια, ότι τίποτα και κανείς δεν μπορεί να με βλάψει." Ο Τζέρι κοίταξε πάλι μέσα στα γαλάζια μάτια της. Ούτε εκείνος ήθελε να τη χάσει.
"Τότε, θα μάθω να ελέγχω πλήρως τη δίψα μου. Το συσκευασμένο αίμα βοηθάει."
"Τι είναι αυτό;"
"Αίμα σε συσκευασία χυμού. Μας το προμηθεύουν δικοί μας γιατροί από διάφορα νοσοκομεία. Είναι ότι περισσεύει από εθελοντές αιμοδότες. Έτσι μειώνονται και οι φόνοι, όμως δεν είναι τόσο νόστιμο όσο το φρέσκο αίμα και γι' αυτό πολλοί ανθρωποφάγοι βρικόλακες το αρνούνται."
"Μπορείς όμως να ζήσεις μόνο με αυτό;"
"Μπορώ, αν καταβάλλω μεγάλη προσπάθεια. Αν και..." Το βλέμμα του σκοτείνιασε πάλι. "Ό,τι έχω κάνει δεν διαγράφεται. Όμως, θέλω να αλλάξω και θα το προσπαθήσω για χάρη σου. Γιατί σ' αγαπώ, Βαλεντίνα." Και τη φίλησε, ενώνοντας το γυμνό της σώμα με το δικό του ξανά.
Λίγες μέρες μετά, ο Τζέρι είχε κάτι να ανακοινώσει στον Κρις:
"Σκέφτηκα αυτά που είπαμε τις προάλλες. Το καλύτερο για μένα και για τη Βαλεντίνα είναι να φύγουμε από εδώ."
"Τι;" Απόρησε ο Κρις. "Και που θα πάτε;"
"Μίλησα με την Ελβίρα χθες...Μένει στο Γεφυρολίμανο τώρα. Είπε πως έχει έναν φίλο που είναι αρχηγός μιας συμμορίας ληστών και ψάχνει καινούργια άτομα, και επίσης η Βαλεντίνα έγινε δεκτή στην ποδοσφαιρική ομάδα της πόλης, οπότε τι καλύτερο απ' το να ξεκινήσω εκεί μια νέα ζωή μαζί της. Επιπλέον, εκεί οι βρικόλακες δεν χρειάζεται να κρύβονται, αλλά ζουν ανάμεσα στους θνητούς και συνυπάρχουν αρμονικά μαζί τους, οι περισσότεροι τουλάχιστον."
"Και η Βαλεντίνα θα είναι ασφαλής εκεί;"
"Θα είναι. Θα την προστατεύω." Απάντησε με σιγουριά ο Τζέρι.
"Εντάξει. Ελπίζω μόνο να ξέρεις τι κάνεις."
"Κι εγώ ελπίζω το ίδιο για σένα, αδελφέ."
Η Βαλεντίνα φυσικά πέταξε από τη χαρά της, όχι μόνο επειδή έγινε δεκτή στην ομάδα των ονείρων της, αλλά επίσης θα έμενε μαζί με τον άντρα που αγαπούσε, που αν και υπήρχαν τεράστια εμπόδια με πρώτο και κύριο τη δίψα του για αίμα, ήταν σίγουρη ότι όλα θα πήγαιναν καλά και ήδη εκείνος είχε αρχίσει να αλλάζει.
Η μέρα της αναχώρησης έφτασε. Ο Τζέρι και η Βαλεντίνα ήταν μπροστά από την πόρτα, με τις βαλίτσες τους έτοιμες. Ο Κρις πήγε να τους αποχαιρετήσει. Ο Τζέρι τον αγκάλιασε.
"Θα μου λείψεις, παλιόφιλε." Είπε βάζοντας στην άκρη τις διαφορές τους.
"Κι εμένα, Κόμη Μονδάνε." Του είπε ο Κρις, που πολλές φορές τον πείραζε συγκρίνοντας τον με τον Πρώτο Βρικόλακα, έτσι αυτό το ψευδώνυμο του είχε μείνει. "Καλή τύχη με ότι κι αν κάνεις στη ζωή σου. Μακάρι να ξανασυναντηθούμε κάποια στιγμή στο μέλλον."
"Καλύτερα όχι." Απάντησε ο Τζέρι.
"Χάρηκα που σε γνώρισα, Κρις." Είπε η Βαλεντίνα και τον αγκάλιασε κι εκείνη.
"Ελπίζω να σε προσέχει ο βλάκας." Της είπε. Την είχε συμπαθήσει παρά πολύ.
"Θα με προσέχει, μην ανησυχείς." Του είπε χαμογελώντας η κοπέλα. "Ελπίζω να πετύχεις το στόχο σου."
"Έλα εντάξει." Είπε λίγο ενοχλημένος ο Τζέρι. "Αρκετά με τους συναισθηματισμούς. Ώρα να πηγαίνουμε." Και σήκωσε πανεύκολα όλες τις βαλίτσες στους ώμους του.
"Αντίο, Κρις." Είπε η Βαλεντίνα, κοιτάζοντας τον για μια τελευταία φορά.
"Γεια σας, παιδιά." Είπε ο Κρις και μόλις η πόρτα πίσω τους έκλεισε, συνειδητοποίησε πως είχε μείνει ολομόναχος. Ίσως ήταν καλύτερο αυτό.
Πήγε στο μπάνιο και κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Το κόκκινο στα μάτια του είχε αρχίσει να ξεθωριάζει. Θα τα κατάφερνε. Ήξερε πως αυτό που έκανε ήταν το σωστό.
*****************
Στο επόμενο κεφάλαιο αρχίζει το καλό! ΧΕ ΧΕ! Ο Κρις διηγείται στον Τζέρι την ιστορία της Νατάσας και του εξομολογείται ότι δεν είναι ερωτευμένος μαζί της αλλά με άλλη. Ο Τζέρι υποπτεύεται μήπως αυτή η άλλη είναι η Γιάννα. Θα βγουν αληθινές οι υποψίες του;
Αν σας αρέσει, εννοείται πως ψηφίζετε και αν θέλετε σχολιάζετε με τη γνώμη σας, η οποία είναι πολύ σημαντική για εμένα και μου δίνει δύναμη να συνεχίζω. Για ότι απορία έχετε σχετικά με τους ήρωες του βιβλίου η για τα βιβλία μου γενικότερα μη διστάσετε να με ρωτήσετε!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top