~κεφάλαιο 62~

Το σούρουπο δεν αργεί να φτάσει και μπροστά στο καθρέπτη  κάμποση ώρα τώρα στέκω και   καλλωπίζομαι.  Μα είμαι κούκλος, σκέφτομαι  και με φτύνω  να μην με ματιάσω. Κουκλί ζωγραφιστό που λέτε  ο γαμπρός , συνεχίζω να καυχιέμαι  και αυτομάτως φτύνω το κόρφο μου πάμπολλες φορές χωρίς σταμάτημα συνειδητοποιώντας τι επαναλαμβάνω τόση ώρα σαν χάνος! Και επειδή όλα του γάμου δύσκολα  και η πεθερά μην πω τι είναι  , εκείνη τη στιγμή βρίσκει η Λουκία να μπει  στο δωμάτιο μέσα και να φρενάρει κοιτώντας με ενώ ξεκινά να σταυροκοπιέται!

-«Σου σάλεψε Τεό;» αναρωτιέται και με πλησιάζει κρατώντας το «γαμπριάτικο κουστούμι μου» σιδερωμένο κολλαριστά. Γουρλώνω τα μάτια και αρπάζω το  πρώην καλό μου ,τσαλακωμένο, φθαρμένο τζιν παντελόνι από τα χέρια της και το κοιτώ έτοιμος να βάλω τα κλάματα.

-«Δυσκολεύτηκα να σβήσω τις τσαλάκες αλλά τα κατάφερα μωρό μου...» περηφανεύεται η Λουκία που  μου τραβάει την κρεμάστρα πίσω όσο εμένα ένα δάκρυ συσσωρεύεται στην άκρη του ενός μου οφθαλμού. Ο άλλος οφθαλμός κοντεύει να πεταχτεί απλά έξω ...

-«Α, Θοδωρή μου έχω αναγνώστριες και εδώ στο ακριτικό νησί, το φαντάζεσαι καλέ μου; Υπέγραψα ένα βιβλίο σήμερα εκεί που είχα κατέβει στο φούρνο για ψωμί...την κάλεσα και στο τραπέζι το βράδυ.....»

Άσε μας ρε μάνα με τους θαυμαστές σου και εσύ.. κοίτα εδώ πως μου κατάντησε το αγαπημένο μου τζιν...

-«Αυτές τις τσαλάκες ..τις είχα πληρώσει 180 ευρώ...»κλαψουρίζω καταπίνοντας ένα λυγμό απελπισίας  για να την δω να σταυροκοπιέται ξανά και να απομακρύνεται ξεκινώντας να μουρμουρίζει για τα χάλια αυτής της γενιάς.

Αδυνατώ να τραβήξω το βλέμμα από  το παντελόνι  που κρέμεται  πλέον από τη  κρεμάστρα στο χερούλι της ντουλάπας  και ξεκινώ να βρίζω ,τι άλλο  εκτός από την τύχη μου τη μαύρη και  την άραχνη!  Αυτό το παντελόνι ήταν το αγαπημένο μου! Έστρωνε θειικά πάνω μου !  Άντε να βρω τέτοιο άλλο! Εκνευρισμένος  αποστρέφω το βλέμμα διατάζοντας τον εαυτό μου να προσπαθήσει να μην ξανά κοιτάξει τον μακαρίτη.  Άντε μωρέ για μανάδες! Αν ήταν στο χέρι τους θα σιδέρωναν μέχρι και  το πατάκι της εξώπορτας! 

Μετά από λίγη  ώρα  κατεβαίνω στολισμένος στο καθιστικό όπου έχουν στρωθεί τρία τεράστια τραπέζια απ άκρη σ άκρη του σαλονιού και του καθιστικού.

Η Λουκία όπως ήταν φυσικό και επόμενο να συμβεί  μιας και μπορεί να τη στέρησα τη χαρά να με δει γαμπρό στην εκκλησιά , δεν δέχθηκε να μην   φάμε όλοι μαζί το βράδυ διοργανώνοντας ένα υποτυπώδη γιορτινό τραπέζι πριν το γάμο μιας και μετά το γάμο , να φεύγαμε όπως είχαμε κανονίσει  εσπευσμένα για Αθήνα να τακτοποιήσουμε το νέο σπιτικό μας και το παιδί στο νηπιαγωγείο της περιοχής μας . Τι να κάνω και εγώ ο καημένος γαμπρός; Συμφώνησα τότε  με το ζόρι...αν και νιώθω ανακουφισμένος που δεν θα συμβεί τίποτα από όλα αυτά καλώς εχόντων των πραγμάτων!

    Και να με  τώρα να κοιτάζω  το τραπέζι με τα λευκά ,  καλοσιδερωμένα  τραπεζομάντιλα και τα σερβίτσια τα μακαρίτισσας της γιαγιάς μου να έχουν βγει από τα ντουλάπια  και αν αστράφτουν έπειτα από αιώνες αχρηστίας   χωρίς αληθινό  λόγο . Ευκαιρία ήταν να πάρουν τον αέρα τους και αυτά κλεισμένα πόσες δεκαετίες στα σκοτεινά ντουλάπια...Ούτε αυτό το καταλαβαίνω αλλά καρφάκι δεν μου καίγεται που θέλουν να έχουν τόσα πράγματα οι γυναίκες. Εγώ τα καθαρίζω στο κάτω - κάτω;

Τις σκέψεις μου αποσπάει η  Λουκία  που εμφανίζεται απαστράπτουσα, με ένα υπέροχο μακρύ λευκό φόρεμα με  κεντημένα  πάνω του πολύχρωμα λουλούδια .  Και επειδή τα λουλούδια να μην μας λείψουν  μέρα γιορτινή   στο μαλλί της που είχε πιάσει  ψηλά,  ένα άνθος βρίσκεται να κοσμεί την κόμη της!  Και η ίδια καμαρωτή περπατάει περνώντας από μπρος μου κουβαλώντας μια ανθοδέσμη την οποία τοποθετεί στο κέντρο του τραπεζιού. Έτοιμη για το κόκκινο χαλί η μανούλα μου! Αυτό για την απονομή των χρυσών  βατόμουρων όμως...

-«Τι συμβαίνει δεν είμαι καλή;» ρωτάει αγχωμένη κοιτώντας με, με αγωνία στρώνοντας τις αόρατες τσακίσεις του  φορέματος  της.Είπαμε η Λουκία έχε ιδιαίτερη σχέση με το ατμοσίδερο της..

-«Δύσκολα ξεχωρίζω ποια είναι τα αληθινά λουλούδια μάνα...» απαντώ και αφήνει μια ανάσα που κράταγε ,περνάει από δίπλα μου χαμογελαστή και με φιλάει.

Εγώ αυτό που είπα πριν , δε το είπα για καλό...τέλος πάντων.. δεν θέλω να τσακωθώ πάλι μαζί της και πριν δέκα λεπτά έληξε ο τελευταίος καβγάς μας.

Ναι, καβγαδίσαμε πάλι! 

Δεν φτάνει που κατάντησε το τζιν μου ακυκλοφόρητο τόση ώρα που το σιδέρωνε για να το φορέσω σήμερα  είχε την φαεινή ιδέα να φορέσω αύριο στο γάμο ένα παντελόνι με ένα πουκάμισο του πατέρα μου! Ποιανού;;;; Του πατέρα μου! Πως δεν πρότεινε και του παππού μου τα ρούχα!!! Τα γεροντίστικα ρούχα του παππού μου ως ρούχα γάμου ! Ποιανού παππού μου μωρέ; Ας ξεθάψουμε το προπάππου μου να  πάρω αυτού  τα ρούχα!!!Το κουστουμάκι του θα είναι μούρλια για το γάμο!!!

Και αφού εξέφρασα τη άποψη μου φωναχτά εισέπραξα και ένα χέσιμο κανονικό εκ μέρους της! Που τα ξέρει όλα!!!Και για να της την σπάσω φόρεσα ένα τζιν μου, από αυτά τα σκισμένα και τσαλακωμένα που τόσο μου πάνε αλλά δεν μπόρεσα να αποφύγω το γελοίο πουκάμισο που μου φόρεσε με το ζόρι!! Ένα πουκάμισο του πατέρα μου που για να φύγει η μυρωδιά του άδειασα το μπουκάλι μου με το άρωμα όλο! Ε, δεν είχα φέρει πουκάμισο , μην βαράτε,  που να το φανταστώ όταν ετοίμαζα βαλίτσες ότι θα παντρολογιόμουν και θα  μου χρειαζόταν! 

Γυροφέρνω λίγο το χώρο επιθεωρώντας - βασικά ψάχνω κουφέτα , μια υπογλυκαιμία την έχω και αφού τα εντοπίσω σε μια γυάλινη πιατέλα , - αράζω έξω σε ένα δροσερό σημείο της στολισμένης  αυλής , με παραφουσκωμένη τη τσέπη του πουκαμίσου με κουφετάκια   και τηλεφωνώ στα κορίτσια μου για να ξεχαστώ και να περάσει η ώρα γρηγορότερα.

Κλείνω το τηλέφωνο αρκετή ώρα μετά , με τη Στέλλα που δεν παραλείπει να αναφέρει το πόσο ανανεωμένος ακούγομαι και χαμογελώντας την αποχαιρετώ με την υπόσχεση ότι θα μάθει σύντομα την πηγή της ανανέωσης και της ευτυχίας μου . Η μορφή εκείνης εμφανίζεται μπροστά μου και αναστενάζω σιγανά. Μόλις τελειώσω με όλα αυτά και αποκαταστήσω τη μητέρα του παιδιού μου θα είμαι ελεύθερος να πάω να τη βρω ! Και όταν τη βρω δεν θα την ξανά αφήσω ποτέ! Ποτέ όμως!

-«Θοδωρή βοηθάς τον πατέρα σου να μετακινήσει το έπιπλο δίπλα στη πόρτα;»

Μουρμουρίζοντας ότι θα τον βοηθήσω σηκώνομαι και χώνομαι στο εσωτερικό του σπιτιού να βοηθήσω όπου μπορώ. Βασικά τα πάντα όλα κάνω ! Ότι μου ζητήσουν το μπορώ! Βουνά μετακινώ , όχι απλά ένα έπιπλο μόνο!

-«Αυτό το χαμόγελο του ερωτευμένου περίμενα να δω για να ησυχάσω...»

Σηκώνω το βλέμμα και κοιτάζω το πατέρα μου που με καμαρώνει που σηκώνω όλο το βάρος σχεδόν του επίπλου και χαμογελώ πλατιά.

Ναι, να το φωνάξω να το ακούσουν όλοι θέλω! Είμαι ερωτευμένος! Πως το λένε; Καψούρης! Καμένο χαρτί! Δεν μπορώ χώρια της λεπτό! Θέλω να ανασαίνω τον ίδιο αέρα! Να μοιραζόμαστε τα ίδια πράγματα! Να χάνω την αίσθηση του χρόνου στο κορμί της!

-«Τώρα βλέποντας σε έτσι , ξέρω ότι αυτός ο γάμος είναι απόλυτα  σωστός.»τελειώνει ο γέρος μου και το έπιπλο γλιστράει απότομα και πέφτει απότομα κάτω! Πάνω στο ποδάρι μου !!!!

-«Να με πεθάνεις μωρέ θέλεις;;; Πως τα πετάς έτσι ρε γέρο!» γρυλίζω χοροπηδώντας στο ένα πόδι και ο πατέρας μου αλαφιασμένος με σπρώχνει να καθίσω στη πρώτη εύκαιρη καρέκλα για να επιθεωρήσει τη ζημιά.

Ευτυχώς που δεν έγινε  μεγάλη ζημιά δοξάζω το θεό και με μια ελαφριά ενόχληση συνεχίζω κουτσαίνοντας και  βρίζοντας ανά τακτά διαστήματα τον Κοσμά – γιατί αυτός φταίει για όλα - να ετοιμάζω το χώρο για τους καλεσμένους που θα καταφτάσουν μόλις σουρουπώσει. 

Η μάνα κατάφερε να διοργανώσει μια υπέροχη , γιορτινή βραδιά , σκέφτομαι κοιτώντας τα  αναμμένα φαναράκια που κρέμονται  από την λεμονιά  στην αυλή  και τις  λευκές κορδέλες που λικνίζονται απαλά στο φύσημα του αέρα που έχει δέσει σχεδόν παντού, από τα κλαδιά της λεμονιάς μέχρι τα κάγκελα της αυλής και ως τις αυλές των γειτονικών σπιτιών. Τώρα έχει ανέβει στο δωμάτιο της να βοηθήσει την Βίβιαν με το μαλλί της όσο έχω το μικρό, πανέμορφο  σίφουνα να τρέχει χαρούμενος μες στα πόδια μας τραγουδώντας ότι ακούγεται από το στερεοφωνικό φορώντας ένα αέρινο θαλασσί φόρεμα που ανεμίζει γύρω από το κορμάκι της. Και είναι όλο δικός μου  έτσι, μην ξεχνιόμαστε!

Οι καλεσμένοι χαμογελαστοί   δεν αργούν να ξεκινήσουν να φτάνουν και παίρνω μια ανάσα και στέκομαι στην εξώπορτα να τους υποδεχτώ και επικεντρώνομαι στον στόχο μου που δεν είναι άλλος από το να κάνω το Κοσμά να σκάσει από το κακό και την ζήλια του ώστε  να εκδηλωθεί και ο γάμος μου με την μητέρα της μικρής Λουκίας να ματαιωθεί. Απλά πράγματα μωρέ...!

Πρώτος  καλεσμένος μας που φτάνει και μου εύχεται είναι  ο γνωστός και μη εξαιρετέος  Φώτης, ο κολλητός του παππού, που αμέσως  μόλις ευχηθεί τρέχει να μοιραστούν το τσίπουρο  που ρέει άφθονο και να  του κάνει παρέα. Αλίμονο...

Έπειτα καταφτάνει  μια  τροφαντή  κυρία που δηλώνει ότι είναι η ιδιοκτήτρια  του  φούρνου του νησιού με τον σύζυγο της και  με τα  τέσσερα τέκνα τους, έπειτα  σειρά έχει ο δήμαρχος μετά της συζύγου του και των  τριών τέκνων τους   επίσης, που ανυπομονεί αύριο να μας παντρέψει όπως δηλώνει, πίσω του όμως έρχεται  ο παπάς του νησιού με την παπαδιά που πετάει τη σπόντα του ότι χρόνια έχει να δει το νησί γάμο και ευκαιρία ήταν να παντρευτώ στην εκκλησιά του νησιού  και ευτυχώς που είναι η  παπαδιά που του πατάει μια αγκωνιά και μαζεύεται  . Τα  έξι τέκνα αυτών περνάνε δίπλα μου χαμογελώντας  πονηρά...Θεέ μου...

Όχι δηλαδή εμένα περίμεναν να έρθω να δουν γάμο;;;;;Αχ, μωρέ Λουκία.

Πίσω από την πολυμελή  οικογένεια του πάτερ  έρχεται ο μοναδικός υπάλληλος του ταχυδρομείου του νησιού σέρνοντας σε ένα αναπηρικό αμαξίδιο ένα ηλικιωμένο απολίθωμα το οποίο βρίσκεται συνδεδεμένο μόνιμα με οξυγόνο. Με χαιρετάνε εγκάρδια και οι δύο , το απολίθωμα  με έναν επιπλέον  βρυχηθμό!

ΑΧ ΒΡΕ ΜΑΝΑ!!!

 Έπειτα σειρά  έχει η κυρία που διαθέτει ενοικιαζόμενα δωμάτια παρέα με ένα άγνωστο σε μένα  ανδρόγυνο που διατηρεί όπως δηλώνει  εστιατόριο  στο νησί . 

Αυτούς πότε  πρόλαβε και τους γνώρισε η μάνα;;;;

Και με αυτά και εκείνα έχει μαζευτεί όλο το νησί, και οι πενήντα μόνιμοι κάτοικοι- ώσπου τελευταίοι καταφθάνουν ο διοικητής με τον Κοσμά. Ένα διοικητή αυστηρό, σοβαρό και λιγομίλητο και ένα Κοσμά εμφανώς μαραζωμένο και κατηφή . Τον λυπάμαι λίγο για όσα θα περάσει σήμερα αλλά διώχνω τη σκέψη όπως ήρθε κατευθείαν και εσπευσμένα! Αυτός είπαμε φταίει για όλα!

-«Η κόρη μου;» ρωτάει ο διοικητής και του δείχνω με το δάχτυλο άνωθεν.

-«Η νύφη μας  στολίζεται. Καθίστε όμως.» προτρέπω σαν καλός οικοδεσπότης περήφανος που το ουσιαστικό  που χρησιμοποίησα βρήκε στόχο ενώ χαμογελώ πλατιά απόλυτα ευτυχισμένος. Και δεν είναι ψέμα ότι νιώθω ευτυχισμένος. Αν όλα πάνε βάση σχεδίου και σωστού χειρισμού της ψυχολογίας του Κοσμά , θα εκδηλώσει την όποια αγάπη έχει για την Βίβιαν. Αυτό που εύχομαι είναι μόνο η Βίβιαν να τον έχει ψυχολογήσει σωστά και να την αγαπάει όπως ισχυρίζεται με πάθος. Γιατί αν δεν την αγαπάει και έχει πέσει τόσο έξω εγώ αύριο τέτοια ώρα θα έχω περάσει τη θηλιά στο λαιμό μου . Και είτε είναι από σχοινί είτε από αιώνιους όρκους το ίδιο μου κάνει. Θα έχω χάσει κάθε ευκαιρία με εκείνη άρα δεν θα έχω ζωή.

Εδώ διακυβεύονται πολλά για να μην πω όλα!!!

Τριγυρίζω ανάμεσα στο κόσμο και δέχομαι τις ευχές όλων – φτύνοντας κάθε φορά τον κόρφο μου κομψά- όταν κάνει την εμφάνιση της η νύφη στη κορφή της σκάλας και όλοι σιωπούν και κοιτούν μαγεμένη τη Βίβιαν. 

Φοράει ένα κοντό λευκό φόρεμα κεντημένο εξ ολοκλήρου από  δαντέλα και τα μαλλιά της τα έχει αφήσει ελεύθερα να χορεύουν στους ώμους της κυματίζοντας απαλά, ενώ στη δεξιά πλευρά πίσω από το αυτί ένας κόκκινος κρίνος έχει στερεωθεί. (- Αυτό δημιούργημα ξέρω ποιανής είναι φυσικά-)  Έχει βαφτεί απαλά και τα πόδια της φαίνονται ιδιαίτερα μακριά έτσι που στερεώνονται πάνω σε ένα ζευγάρι κόκκινες γόβες. Όμορφο θέαμα δεν μπορώ να πω αλλά κρίνοντας  το  αποχαυνωμένο βλέμμα του Κοσμά  και το σαγόνι που αγγίζει το πάτωμα δεν την βρίσκει απλά όμορφη αλλά εκθαμβωτική . Εμ, καημένε Κοσμά, δεν ήξερες ότι οι γυναίκες έχουν την χάρη να μεταμορφώνονται πανεύκολα από νοικοκυρές σε σέξι θηλυκά και από μάνες σε ύαινες έτοιμες να σε κατασπαράξουν; Και στη δική σου περίπτωση από άχαρη στρατιωτικό  σε σαγηνευτικό  θηλυκό πλάσμα;

Πλησιάζω την σκάλα σηματοδοτώντας την έναρξη του καρναβαλιού...-ε, του πάρτι ήθελα να πω- και η Βίβιαν κατεβαίνει αργά τη σκάλα με χάρη και ένα λίκνισμα που το κάναμε πρόβα πριν.  -Ποιο εύκολα θα μάθαινα να κουνιέται η βάρκα μου – αν είχα – παρά ετούτη εδώ!-

Περνάω δίπλα από τον αποχαυνωμένο Κοσμά  και τον σκουντάω απαλά δήθεν κατά λάθος σιγομουρμουρίζοντας.

-«Και που να δεις πως λικνίζεται στο κρεβάτι το τιγράκι μου...» πετάω ψιθυρίζοντας  και σπεύδω να περάσω το μπράτσο μου γύρω από τη μέση της και να την τραβήξω πάνω μου φιλώντας την στο μάγουλο δυνατά αφήνοντας τον  Κοσμά πίσω μου έτοιμο να τσακιστεί στο πάτωμα .Άνδρες...

Το βλέμμα μου  περήφανο πλανιέται στους καλεσμένους όσο περπατώ αλλά παγώνει ταυτόχρονα με το αίμα μου καθώς διασταυρώνεται με ένα εξίσου παγωμένο βλέμμα...

Ένα  σμαραγδί βλέμμα. 

Είμαι σίγουρος ότι είναι αποκύημα της φαντασίας μου ότι εκείνη στέκεται στην είσοδο μαρμαρωμένη δίπλα στη μανούλα μου που την έχει υποδεχτεί χαμογελαστή. Βάζω το μυαλό μου να δουλέψει- αν και αρνιέται σθεναρά-  και καταλήγει στο μόνο λογικό συμπέρασμα το οποίο σαν καμουτσιά  με χτυπά ότι εκείνη θα έπρεπε να είναι η θαυμάστρια της μανούλας γα την οποία καυχιόταν νωρίς το απόγευμα! Φυσικά ποια άλλη στο νησί έχει διαβάσει τα άπαντα των πάντων;;;Γαμώ την βιβλιοφαγία της μέσα! 

Το ότι μας κοιτάνε όλοι οι καλεσμένοι με επαναφέρει στην πραγματικότητα και προχωράω προς το τραπέζι μας έχοντας την Βίβιαν στην αγκαλιά μου.

 Και αυτή τη στιγμή νιώθω ο πιο διχασμένος και δυστυχισμένος άνθρωπος του κόσμου! Το μόνο που θέλω είναι να σπρώξω την Βίβιαν  από την αγκαλιά μου και να τρέξω να κουμπώσω με εκείνη αλλά επειδή γνωρίζω ότι δεν γίνεται ειδικά τώρα που βρίσκομαι εν τω μέσω  μιας παγίδας σφίγγω τα χείλια μου ώστε να πετρώσει  αν είναι δυνατόν το χαμόγελο πάνω τους.

Καθόμαστε στο τραπέζι με την Βίβιαν , καθώς ο πεθερός μου έχει πάρει θέση απέναντι μου με τον Κοσμά δίπλα του  πιστό  φρουρό. Ένα φρουρό  που έχει καταπιεί μπαστούνι έτσι αλύγιστος που είναι. Αν όμως  κάποιος γνωρίζει και  παρατηρήσει προσεχτικά τον Κοσμά , την νύφη και εμένα  θα διαπιστώσει  ότι ο Κοσμάς από τους  ελαφρά κυρτούς ώμους του  ότι μοιάζει σαν να κουβαλάει το βάρος όλου του κόσμου , τη Βίβιαν  ότι έχει καταπιεί τη γλώσσα της  και εγώ τα έχω χάσει εντελώς με την απρόσμενη εμφάνιση εκείνης. Και οι τρεις μας πάντως είμαστε  αμήχανοι και μπερδεμένοι. 

Σερβίρω στη νύφη  κόκκινο κρασί σε ένα κρυστάλλινο, ψηλό , σκαλιστό ποτήρι και της το προσφέρω προσπαθώντας να  χαμογελάσω και να συνέλθω  .

-«Χαμογέλα και μην κάθεσαι σαν κούτσουρο!» σφυρίζω ενώ σκύβω δήθεν να της ισιώσω το φόρεμα και τινάζεται .

Ευτυχώς πήρε μπρος, σκέφτομαι βλέποντας την να σκύβει και να  με φιλάει στο μάγουλο δήθεν ευχαριστημένη με την κίνηση μου κάνοντας όσους μας κοιτάνε να μουρμουρίσουν πόσο ταιριαστό και αγαπημένο ζευγάρι φαινόμαστε.

Αμ,  δε... πότε θα καταλάβουν όλοι ότι τα φαινόμενα απατούν;;;; σκέφτομαι εκνευρισμένος και κλέβω μια ματιά προς το μέρος εκείνης. 

Στέκει στην πόρτα αδυνατώντας ακόμα να πιστέψει τι βλέπει ,  φανερά ταραγμένη. 

Μην πιστέψεις τίποτα μωρό μου...εύχομαι με όλη τη δύναμη της ψυχής μου και σκέφτομαι ότι  με κάποιο τρόπο θα πρέπει να  σηκωθώ και να της εξηγήσω. Αλλά πώς; Όλοι έχουν στρέψει την προσοχή τους πάνω στο ευτυχές ζευγάρι και κάτι τέτοιο θα προκαλούσε σκέψεις στον ηλίθιο Κοσμά! Ξανά κοιτώ  κλεφτά προς το μέρος της  και την βλέπω όμοια  με  αερικό, πανέμορφη και εξωπραγματική , να λάμπει λουσμένη στο φως και να μου χαμογελάει με κατανόηση και απίστευτη αγάπη. Ξαφνικά σταματάει... το βλέμμα της γυάλινο πέφτει πάνω μου , γυρνάει το σώμα της  και  με μια στροφή αέρινη και χορευτική σχεδόν ...φεύγει.

Φεύγει!  ΤΙ ήθελε να πει με αυτό το συγκαταβατικό βλέμμα;;;Που σκατά  πάει;;; 

Τινάζομαι σαν να με κτυπάει ρεύμα και νιώθω το χέρι της Βίβιαν να κλείνει γύρω από το δικό μου.

-«Τι έπαθες;» μου ψιθυρίζει στο αυτί όπως γέρνει δήθεν να μου αφήσει ένα φιλί στο μάγουλο και με επαναφέρει στην τάξη.  Δεν μπορώ να φύγω , αδυνατώ να τρέξω πίσω της, να την προφτάσω και να της εξηγήσω! Μόλις τελειώσει αυτή η παράσταση , ότι ώρα και αν είναι θα τρέξω να την βρω και να της μιλήσω ! Να μην την αφήσω να πιστέψει ότι όσα είδε είναι αλήθεια. Δεν την κοροϊδευα  τόσες μέρες. Εγώ εκείνη μόνο αγαπώ!!!

Η δήλωση μου , με κάνει να  βογκήξω!

Μου πήρε σχεδόν 5 χρόνια να καταλάβω τι νιώθω για την Βίβιαν αλλά σε λίγα 24ωρα ξέρω τι νιώθω για εκείνην!!!! Απίστευτο! Άρα όταν είσαι σίγουρος για κάτι ξέρεις από την αρχή δεν υπάρχουν δεύτερες σκέψεις και αμφιβολίες!

Περνώ το χέρι μου γύρω από τους ώμους της Βίβιαν ανάλαφρος. Ναι, την αγαπώ. Αυτή η γυναίκα θα είναι τα πάντα μου, τα όλα μου , τα γενικά και τα ορισμένα μου! Θέλω να φωνάξω να το πω  πόσο ευτυχισμένος  ως τα κατάβαθα της καρδιά ς μου είμαι !!! Η Βίβιαν, ανίδεη για την...αποκάλυψη που συντελείται μέσα μου φωλιάζει μέσα στο στήθος μου δήθεν ευτυχισμένη όπως έχουμε συνεννοηθεί να κάνει με το στήμονα του κρίνου να μου γαργαλάει τη μύτη και να με ενοχλεί σε κάθε κίνηση. Μου έρχεται να φθαρνιστώ κάθε τρεις και λίγο και ρουφάω τη μύτη μου για να μην τρέξει.

Την αγαπώ...εκείνην...με τα υπέροχα πράσινα μάτια...τα υπέροχα χείλια... τα στήθη σαν άγουρα , μικρά πεπονάκια....τη κοφτερή γλώσσα ...το θεϊκό κορμί και το υπερ...

ΑΤΣΟΥ!!!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top