~κεφάλαιο 53~




Τον  διοικητή τον αντιλαμβάνομαι αμέσως λόγω του όγκου του - εμένα πάντως τον αείμνηστο Κωνσταντάρα μου θυμίζει - να  μας περιμένει  περίπου στο κέντρο της τσιμεντένιας αυλής  καθώς βρίσκεται να συνομιλεί χαλαρά  με μερικούς αξιωματικούς του.  Όμως και ο  ίδιος με  τη σειρά του μας αντιλαμβάνεται ,  έτσι που πλησιάζω αποφασιστικά προς το μέρος του υπό την συνοδεία μου. Σταματώ απέναντι του και τον κοιτώ σοβαρά δίνοντας  του το  χρόνο να αφήσει τους αξιωματικούς ελεύθερους να αποχωρήσουν .  

-«Καλημέρα Θοδωρή. Χαίρομαι που σε βλέπω. Χαίρομαι περισσότερο που η ανταπόκριση σου ήταν άμεση. Πάμε όμως;» ρωτά μπαίνοντας κατευθείαν στο ψητό και αφού ανταλλάξει με συνοπτικές διαδικασίες μια δυνατή χειραψία  με τους υπόλοιπους ξεκινά ν α προπορεύεται προς ένα σημείο του στρατοπέδου που μερικά άχρωμα κτίρια στέκονται απομακρυσμένα από τα υπόλοιπα κτίρια του στρατοπέδου.

Εκεί μέσα , σε αυτό το άχαρο, μουντό  μέρος μεγαλώνει το παιδί , αναρωτιέμαι συννεφιασμένος  πλησιάζοντας τα  γκρι κτίρια και  αφού σταθώ λίγο επιφυλακτικά , περνάω μια συγκεκριμένη   πόρτα που έχει ανοίξει ο διοικητής και  μιας και γυρισμός δεν υπάρχει πλέον ,μπαίνω μέσα ,πρώτος ,δυναμικά ,παρά το στομάχι μου που έχει δεθεί κόμπος   και ακούω να  με ακολουθούν οι υπόλοιποι. Ναι, ο Τεό και τρείς σωματοφύλακες του.

Μόλις βρισκόμαστε  όλοι μέσα στο  καθιστικό αυτό του κτιρίου που δεν διαφέρει το εσωτερικό του από το εξωτερικό του μιας και με υποδέχεται άχρωμο και μουντό, την εμφάνιση της κάνει αμέσως από το πουθενά μια φιγούρα που φοράει καφτάνι μακρύ και έχει περασμένη μια  πολύχρωμη μαντίλα στο κεφάλι με αποτέλεσμα να φαίνονται μόνο τα μάτια της που μας κοιτούν ξαφνιασμένα.

Τρομάζω προς στιγμήν μιας και πίστευα ότι ήταν η Βίβιαν αυτή που θα μας υποδεχόταν και προσπαθώ να ηρεμίσω τους χτύπους της καρδιάς μου. Ευτυχώς  που δεν είναι η Βίβιαν.

-"Η νταντά του παιδιού ." μας ενημερώνει ο διοικητής όρθιος ακόμα όπως όλοι μας και πριν προλάβω να διαπιστώσω  ότι αυτή με το τυλιγμένο σεντόνι γύρω της και τη μαξιλαροθήκη στο κεφάλι  είναι η γυναίκα που βρίσκεται με το παιδί μου συνέχεια,  συνεχίζει ο διοικητής απευθυνόμενος σ εκείνην. 

-«Σάγια,  το παιδί ;» ρωτάει  και τον κοιτάζω  με περιέργεια και μια μικρή ,πικρή, δόση ελπίδας  ομολογώ ένοχος μπας και δεν υπάρχει παιδί . -Αφήστε με να ελπίζω!-

-«Μιγκή κοιμάται. Φαγητό μπανάνα μήλο... κοιμάται.» τα λόγια της σε σπαστά ελληνικά με ταράζουν περισσότερο. Έτσι μιλάει στη κόρη μου ;;;  Όταν λέει μιγκή εννοεί μικρή έτσι; Δεν είναι αυτό το όνομα του παιδιού έτσι;; Άρα, εγώ είμαι ο πατέγκας;;;

-«Ωραία...Πήγαινε όμως κορίτσι μου γιατί έχουμε να κάνουμε μια σοβαρή συζήτηση .» της απευθύνεται  τελευταία φορά και γυρνάει σε εμάς δείχνοντας μας τον  σκούρο γκρι καναπέ να καθίσουμε όσο η κοπέλα αμίλητη απομακρύνεται.

-«Η Σάγια την μεγαλώνει. Δεν κατάφερα να βρω καμία Ελληνίδα γυναίκα για αυτή τη δουλειά και αναγκάστηκα να φέρω νταντά από απέναντι. Οι γυναίκες εδώ στο νησί είναι ηλικιωμένες οι περισσότερες και δεν θα τα κατάφερναν με ένα μικρό παιδί..» απολογείται ενώ καθόμαστε μουδιασμένοι στους άχρωμους καναπέδες .

-«Μήπως να βάζατε μια αγγελία , ίσως να βρισκόταν  από κάποιο άλλο μέρος μια κοπέλα ελληνίδα..» προτείνει η μητέρα μου χαρίζοντας του ένα χαμόγελο που της ανταποδίδει αχνά ο διοικητής.

-«Νομίζετε ότι δεν το έκανα; Καμιά δεν ήταν διατιθέμενη να έρθει στην εξορία μου είπαν. Τα καλύτερα γραφεία ευρέσεως εργασίας ρώτησα στην Αθήνα και την Ρόδο. Απευθύνθηκα δίπλα αναγκαστικά και η μοναδική κοπέλα που βρήκα  είναι τόσο φτωχή που δέχθηκε να έρχεται καθημερινώς σχεδόν μερικές ώρες να την κρατάει. Αλλά με το πρόβλημα συγκοινωνίας και τον κακό καιρό που επικρατεί το χειμώνα συχνά αναγκάζομαι να παίρνω το παιδί μαζί μου στο γραφείο...   Είστε η κυρία;»

-«Λουκία. Η μαμά του Θοδωρή και από εδώ ο σύζυγος μου Κώστας . Το πεθερό μου τον γνωρίζετε υποθέτω. Είμαι η  γιαγιά .»

Η μητέρα σπάει το πάγο πρώτη και κάνει τις απαραίτητες συστάσεις  μιας και κανένας άλλος  δεν φιλοτιμήθηκε όσο εγώ κοιτώ τριγύρω το χώρο.  Δυο άχρωμοι, μουντού, γκρι καναπέδες αντικριστά , στη μέση ένα τραπεζάκι άδειο , απλό ξύλινο . Πίσω από τον ένα καναπέ μια βιτρίνα με μετάλλια, βραβεία και αναμνηστικές στρατιωτικές  πλακέτες πλαισιωμένες από φωτογραφίες σε κορνίζες με στρατιωτικούς που ποζάρουν σοβαροί και μετρημένοι και απέναντι από τον άλλο καναπέ ένα έπιπλο που φιλοξενεί μια τηλεόραση.  Δεν φανερώνει  τίποτα ότι σε αυτό το καθιστικό μεγαλώνει ένα μικρό παιδί παρά μόνο ένα παραπεταμένο μπαλάκι που έχει ξεφύγει  και βρίσκεται κρυμμένο κάτω από τον απέναντι καναπέ καταφέρνω να εντοπίσω και ένα παγωμένο ρίγος διατρέχει την ραχοκοκαλιά μου. 

Που είναι τα παιχνίδια της κόρης μου;

Αν κάτι θυμάμαι καλά από τα παιδικά μου χρόνια παρότι αγόρι,  είναι το ότι το δωμάτιο μου ξεχείλιζε  από εκατοντάδες παιδικά παιχνίδια, λούτρινα,  παραμύθια, και ότι χαζομάρα μπορούσες να φανταστείς! Οι τοίχοι  δε, είχαν τις δικές μου εικαστικές πινελιές που έφερναν την Λουκία συχνά στα όρια της και αν και συχνά πυκνά  η καημένη έτριβε τους τοίχους με σφουγγάρι την επόμενη μέρα από το καθαρισμό τους ένα νέο σχέδιο διακοσμούσε τον τοίχο κάνοντας την Λουκία μου να βγάζει αφρούς . Έτσι έκανε στα φανερά γιατί στα κρυφά -όταν νόμιζε ότι δεν την έβλεπα και παρίστανα τον κοιμισμένο -πάντα   στεκόταν λίγο πριν βγει από το δωμάτιο να θαυμάσει το σχέδιο μου και δάκρυζε από συγκίνηση για το ταλέντο μου!!!

-« Να με λέτε Σπύρο, κυρία Λουκία . Λυπάμαι  όμως που το μάθατε έτσι. Από μένα, με τέτοιο τρόπο και τόσο απότομα.. δεν μου έχει αφήσει κανένα περιθώριο άλλο αυτό το κορίτσι..» μονολογεί παραιτημένος ο διοικητής και αποφεύγει να μας κοιτάξει. Σαφώς αναφέρεται στην κόρη του την οποία ένα χέρι ξύλο θα της το έδινα ευχαρίστως. Λόγους έχω νομίζω!

-«Γιατί το έκρυψε όμως  από το γιο μου;» η απάντηση που με καίει την ξεστομίζει η μητέρα μου και την ευχαριστώ βουβά .

-«Η αλήθεια είναι ότι άργησε να το μάθει και η ίδια ότι είναι έγκυος...πάντα από ότι μου είπε είχε ασταθή κύκλο και όταν μου το ανακοίνωσε ήταν ήδη 4 μηνών έγκυος. Εννοείται ότι σε τόσο προχωρημένη εγκυμοσύνη η μόνη οδός ήταν να ολοκληρωθεί η κύηση...και γεννήθηκε στη Ρόδο η μικρή ..και όλα πήγαν καλά.. και  μου είχε υποσχεθεί οτι θα ενημέρωνε τον πατέρα ...όταν θα ήταν έτοιμη...κάποια στιγμή έφυγε με την Αγνή για Αθήνα αλλά όταν  γύρισε  μου είπε ότι δεν της δόθηκε η ευκαιρία να του το πει...Αλλά στην επιμονή μου είχε απαντήσει ότι θα το έκανε. Κάποια στιγμή. Και αν και στην αρχή όλα φαινόντουσαν ρόδινα η Βίβιαν με το πέρασμα του καιρού άρχισε να αλλάζει συμπεριφορά.» Το βλέμμα του σκοτεινιάζει και κοιτάζει απέναντι που βρίσκεται ένα παράθυρο και αποφεύγει να μας κοιτάξει και εμένα όλο αυτό μου δημιουργεί  άλλο ένα σφίξιμο στο στομάχι. Το έλκος στομάχου, προ των πυλών!

Γι αυτό είχε έρθει η Βίβιαν  τότε, στην ακροαματική διαδικασία  στη κλινική με την Αγνή...έψαχνε ευκαιρία να μου μιλήσει αλλά δεν την άφησα τότε...Αλλά αυτό είναι κάτι που έπρεπε όχι απλά να μου το πει αλλά θηρίο να γίνει και να το φωνάξει! Προσπαθώ να μην φουντώσω περισσότερο και να  κρατήσω τις σκέψεις για τον εαυτό μου γιατί το ένστικτο μου το αλάθητο ως τώρα με προειδοποιεί ότι τώρα μόλις   αρχίζουν τα ωραία   και τεντώνω τα αυτιά μου σαν λαγωνικό καταπίνοντας τον θυμό μου.

-«Μόλις ξεπετάχτηκε λίγο η μικρή άρχισε να της λείπει η δουλειά της, τα καθήκοντα της, ο στρατός. Ένιωθε να πνίγεται. Την έβλεπα θλιμμένη και χαμένη στις σκέψεις της. Το συζήτησα με το Θοδωρή και μου είπε να την αφήσω να επιστρέψει στα καθήκοντα της για να προστατέψουμε την ευαίσθητη λόγω γέννας  ψυχική της υγεία. Έτσι έγινε αλλά πριν το καταλάβω οι μικρές απουσίες της Βίβιαν έγιναν με τον καιρό μεγαλύτερες και δυσκολότερες...δίχως να το καταλάβω βρέθηκα μονάχος μου με ένα μικρό παιδί και τη μάνα του να παίρνει μέρος σε επιχειρήσεις που την κράταγαν μακριά μας.. έφτασα στο σημείο να ψάξω για κοπέλα να κρατά το μωρό και να το μεγαλώνει...αλλά αυτό δεν είναι αυτό που επιθυμώ για την εγγονή μου.. Να μεγαλώνει όπως η Βίβιαν και να εξελιχτεί σαν τη Βίβιαν.. ανίκανη να θέσει σωστές προτεραιότητες..»

Μονόλογος του μας έχει αφήσει άφωνους όλους.

-«Μου λέτε ότι παράτησε το παιδί της;» ρωτώ βραχνά για να δω αν έχω καταλάβει σωστά και το νεψιμο του κεφαλιού του καταφατικά μου ρίχνει μπουνιά στο ήδη επιβαρυμένο στομάχι.

-« Δεν το παράτησε ακριβώς...Μην  σπεύσεις να την κατηγορήσεις  ...δεν έμαθε να κάνει κάτι άλλο στη ζωή της. Από την στιγμή που γεννήθηκε μεγάλωσε με αυστηρότητα σε συγκεκριμένο πλάνο. Δεν έπαιξε με άλλα παιδιά , δεν γνώρισε την ανεμελιά της ζωής αλλά την στιγμή που τα υπόλοιπα παιδιά σερφάριζαν στο διαδίκτυο και έβγαιναν για καφέ η δικιά μου έλυνε και έδενε όπλα και μάθαινε σκοποβολή.  Σε αυτό φταίει το αντικείμενο της δουλειάς μου αλλά αυτό ήταν δεν μπορούσα να το αλλάξω και να ήθελα ...Μετά μας.. δηλαδή  την παράτησε η μάνα της... δεν κάνει κάτι διαφορετικό από ότι διδάχθηκε..» 

-«Μαλακίες!» μου ξεφεύγει  διακόπτοντας τον  αγενέστατα και γίνομαι στόχος της προσοχής όλων.

-«Μαλακίες...τη μητρότητα την νιώθεις...γίνεσαι μάνα και αλλάζεις. Θέτεις προτεραιότητες αναγκαστικά. Κάνεις υποχωρήσεις τόσο σε προσωπικό αλλά και σε επαγγελματικό πεδίο...» η φωνή μου τραχιά βγαίνει αβίαστη από μέσα μου και γεμίζει το χώρο με την αλήθεια της.

Πνίγομαι!

- «Δεν θα την δικαιολογήσω Θοδωρή περισσότερο. Μην ξεχνάς ότι έχει τα δίκια της και το αναφαίρετο δικαίωμα να κάνει στη ζωή της ότι θέλει. Δεν το ζήτησε αυτό το παιδί αλλά έτυχε . Και δεν του στέρησε το δικαίωμα της ζωής! »

-«Δεν είναι η πρώτη που αποκτάει παιδί ενώ ζει σε στρατόπεδο! Τόσες γυναίκες υπάρχουν με οικογένεια που υπηρετούν τη πατρίδα αλλά δεν ξεχνούν ότι είναι σύζυγοι και μητέρες!   Οι άλλες πως τα καταφέρνουν και διατηρούν την ισορροπία και η Βίβιαν δεν τα κατάφερε;» γρυλίζω και βλέπω τον διοικητή να σηκώνεται όρθιος.

-«Δεν ξέρω...δεν έχω απάντηση σε αυτό! Αλλά πιεζόταν, το έβλεπα! Την άφησα να αναλάβει τα καθήκοντα της ως αξιωματικός του στρατού  για να μην κάνει κακό στον εαυτό της Θοδωρή! Δεν φανταζόμουν ότι θα επικεντρωνόταν σε αυτό ολοκληρωτικά σχεδόν! Είναι παιδί μου και νιώθω εγώ ένοχος για αυτή τη κατάσταση! Εγώ και η πρώην γυναίκα μου δεν  καταφέραμε να τη δείξουμε αυτή την ισορροπία!  Όπως όλοι οι γονείς ,την διδάξαμε μέσω των ενεργειών μας  και αυτή τη στιγμή μιμείται εμάς! Αν κάποιος θα πρεπει να επωμιστεί τις ευθύνες είμαι εγω! » φωνάζει ταραγμένος ενώ περπατάει νευρικά πάνω κάτω στο δωμάτιο και η Λουκία σηκώνεται από τη θέση της και τον αρπάζει ευγενικά από το μπράτσο.

-«θα ξυπνήσει το παιδί..» τον μαλώνει ήρεμα και ο διοικητής ρίχνει το σώμα του βαριά στη πολυθρόνα ξεφυσώντας ταραγμένος και φωλιάζει το κεφάλι του στις παλάμες του.

-« Δεν μπορώ να κάθομαι άπραγος και να βλέπω τη μικρή να μεγαλώνει χειρότερα από ότι η κόρη μου. Δίχως τη πατρική παρουσία και με μια μητέρα απούσα το περισσότερο καιρό. Δεν θέλω η εγγόνα μου σε λίγο καιρό να μιμηθεί τη μητέρα της και να μου ζητάει όπλα ονοματίζοντας τα, αντί για παιχνίδια της ηλικίας της. Για τη κόρη μου μπορεί να παρίστανα τον τυφλό , ότι δεν έβλεπα  ότι μεγάλωνε με δίχως  ουσιαστικά πατέρα , δίχως μητέρα σε ένα εντελώς λάθος περιβάλλον...αλλά όχι για το εγγόνι μου....» τελειώνει μουρμουρίζοντας και τα έχω χάσει κυριολεκτικά.

Είναι απίστευτο όλο αυτό! Βασικά δεν ξέρω ποιο είναι περισσότερο απίστευτο σε αυτή την ιστορία! Το ότι μου αποκρύφτηκε το γεγονός  ότι ήμουν πατέρας ή το ότι η κόρη μου δεν έχει ούτε μητέρα;;; Θα τρελαθώ μα το Θεό πιστεύω σήμερα!!! 

Το χέρι που νιώθω να μου χαϊδεύει το κεφάλι είναι της Λουκίας που στέκει όρθια από πάνω μου και με κοιτάζει με θολά μάτια από την υγρασία.

Βασικά όλοι με κοιτάνε περιμένοντας από μένα ένας Θεός ξέρει τι!

-«Θοδωρή....» ψελλίζει ταραγμένη και σηκώνομαι πάνω απότομα.

Ναι, μάνα ξέρω τι πρέπει να κάνω ...σκέφτομαι και γυρνώ και κοιτώ για πρώτη ίσως φορά τον δικό μου πατέρα  που είναι αφύσικα ήρεμος και με κοιτάζει σοβαρά και απόλυτα.

-«Αναλαμβάνω εγώ τώρα. Και δεν υπάρχει περίπτωση να με εμποδίσει κανένας!»

Τα λόγια μου προκαλούν αναστάτωση σε όλους -εκτός τον γέρο μου που ένα αχνό χαμόγελο σχηματίζεται στις άκρες των χειλιών του  -έτσι  απόλυτος και κάθετος που τους  απευθύνθηκα . 

-"Η Βίβιαν να μαντέψω ότι βρίσκεται σε αποστολή... Πότε επιστρέφει γνωρίζετε;"  

-"Δεν μπορώ να είμαι σίγουρος...Βρίσκεται εδώ και καιρό σε ειρηνευτική αποστολή στη Λιβύη. Από μέρα σε μέρα  και από ώρα σε ώρα την περιμένω να επιστρέψει. . Πριν φύγει μου υποσχέθηκε ότι στον αγιασμό θα είναι εδώ. Η μικρή θα πάει προ νήπιο φέτος και θα έχει γυρίσει μου είπε."

Α, ναι σε λίγες μέρες ξεκινούν τα σχολεία...Μας τελείωσε ο Αύγουστος και δεν το καταλάβαμε...Ώστε προ νήπιο η μικρή...Ορίστε σε κάτι  στη ζωή της σημαντικό που θα είμαι επιτέλους. Και θα είμαι σε όλα από εδώ και στο εξής! 

-«Όλα έχουν γίνει λάθος. Αλλά θα τα διορθώσω. Η μικρή θα έχει και μητέρα και πατέρα από εδώ και στο εξής. Αναλαμβάνω εγώ.» λέω  αποφασιστικά  και περπατώ προς το απέναντι  καναπέ όπου σκύβω και παίρνω το μπαλάκι  που είχε σφηνώσει από κάτω στα χέρια μου.  Το κρατώ μουδιασμένος γιατί είναι το μόνο που με συνδέει με τη κόρη μου. Νιώθω ένα άγγιγμα στον ώμο που με βγάζει από το φρενήρη ρυθμό της σκέψης μου να τα οργανώσω όλα και γυρνώ το βλέμμα μουδιασμένος. Ο διοικητής με κοιτάζει φανερά ταραγμένος αλλά το βλέμμα του ξεχειλίζει περηφάνια.

-«Αυτό περίμενα από σένα...τίποτα λιγότερο.. με δικαίωσες.» λέει και τον κοιτώ μπερδεμένος.

-«Έπρεπε να μην μου το είχατε κρύψει από την αρχή...δεν θα είχαν φτάσει εδώ τα πράγματα.» λέω σοβαρός και γυρνώ προς την Λουκία και την κοιτάζω για να πάρω θάρρος. Μου νεύει συγκινημένη.

-«Πόσο χρονών είναι  το παιδί;» ρωτώ μονάχα.

-«Κοντεύει  τεσσάρων χρονών... Τώρα έχει ξεκινήσει να  κάνει του κόσμου τις ερωτήσεις. Ένα γιατί στάζει το στόμα της. Τον τελευταίο καιρό  έχει αρχίσει να  αναρωτιέται και για σένα..."

-"Τι ξέρει για μένα;" ρωτώ κοφτά, ξύλινα.

-" ...ξέρει ότι  ο πατέρας της λείπει ταξίδι...είχε σκοπό η Βίβιαν  να το μάθεις βλέπεις .. δεν σε απέκλεισε ολότελα από τη ζωή της μικρής...» η απάντηση του με κάνει να καγχάσω ειρωνικά.

-«Ωραία...φεύγουμε τώρα. Όλοι. Προετοίμασε ήρεμα το παιδί ότι το ταξίδι έληξε και γύρισα. Θα σας περιμένω στο πατρικό μου όποια ώρα θελήσει να δει το πατέρα της.»

Αυτά είναι τα τελευταία λόγια μου πριν τον κοιτάξω αυστηρά και ανοίξω τη πόρτα και βγω έξω να ανασάνω καθάριο αέρα που τόσο έχω ανάγκη, κρατώντας δυνατά το μπαλάκι στο ένα μου χέρι.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top