~κεφάλαιο 37~


Λίγους μήνες μετά..

-«Ω να μην σου γαμήσω τίποτα...» γρυλίζω καθώς με το που ανοίγω  τα μάτια μου , έντρομος αντικρίζω το ρολόι  ξυπνητήρι μου, το γνωστό, (πως έχει γλυτώσει ένας Θεός το ξέρει)  να με κοιτάζει βουβό και να δείχνει 7.30 το πρωί. Εμ, τόσες φορές που το έχω πετάξει κάτω κάποια στιγμή θα σταματούσε να κάνει τη μόνη δουλειά που του έχει ανατεθεί! Πανικόβλητος πετώ το σεντόνι από πάνω μου και πετάγομαι σφαίρα στη ντουλάπα όπου κρέμονται τα ρούχα μου που η Λουκία έχει ετοιμάσει αποβραδίς ως συνήθως.

Δεν έπρεπε να αργήσω σήμερα γαμώτο!

Ντύνομαι βιαστικά όπως -όπως,  αρπάζω κλειδιά και κινητό και τρέχω με τα παπούτσια στο χέρι προς τον ανελκυστήρα. Μπαίνω μέσα και πατώ το κουμπί κάμποσες φορές λες και αυτό θα το κάνει να επισπεύσει την λειτουργία του και ξεκινώ να φορώ τα παπούτσια μου. Σηκώνω το σώμα μου και κοιτάζομαι στον καθρέπτη και περνώ τα δάχτυλα μου μηχανικά μέσα από τα μαλλιά μου που  είναι ανάστατα από τον ύπνο . Στρώνω και το πουκάμισο και κοιτώ το ρολόι στο καρπό μου.
Γαμώτο! Σήμερα βρήκα να αργήσω που μας ανακοίνωσαν χτες ότι αλλάζουμε  τμήμα  σήμερα και θα γνωρίσουμε το νέο επιμελητή μας;;; Αν με πάρει με στραβό μάτι από την αρχή την έβαψα κυριολεκτικά! Μαντέψτε  σε ποιόν ειδικευόμενο θα αναθέσουν τις συλλογές των  ούρων των κατάκοιτων ασθενών...Ακριβώς!!!

Χώνομαι ταχύτατα στο αυτοκίνητο μου και παίρνω την καθημερινή μου κατεύθυνση όπως κάθε πρωί, κορνάροντας ανυπόμονα όποτε συναντώ κάποιον αργόσχολο, κοινώς οδηγεί κάτω από 80 χιλιόμετρα την ώρα.

Όταν φτάνω έξω από το νοσοκομείο και παρκάρω η ώρα έχει πάει ήδη 8.30 και καλημερίζω τρέχοντας τον σεκιούριτι στη πόρτα που  τελευταία στιγμή  παραμερίζει το σώμα του για να περάσω  πριν τον παρασύρω μαζί μου και βρεθούμε αγκαλιά στο πάτωμα.

Χώνομαι στο ασανσέρ και βγαίνω στο όροφο μου και μετριάζω το βηματισμό μου καθώς αρκετοί γιατροί και επιμελητές ήδη βρίσκονται στο  κεντρικό χώρο του ορόφου.

Θοδωρή σφύριζε χαρούμενος... Δεν έχεις αργήσει σήμερα απλά... είχες πάει τουαλέτα! Στη σκέψη αυτή νιώθω τον Ζαχαρία να διαμαρτύρεται και γουρλώνω τα μάτια μου.

Ωχ , αυτό το ξέχασα πάνω στη φούρια μου! Υπομονή Ζαχαρία μου, θα κατουρήσεις σε λίγο. Ανάθεμα τις μπύρες χτες το βράδυ με τον πατέρα μου στη βεράντα!!!

Γρυλίζοντας μπαίνω στο δωμάτιο των ειδικευομένων γιατρών και στριμώχνομαι πίσω από μερικούς. Την γλίτωσα...δεν πήρε χαμπάρι κανείς τελικά ότι άργησα.. ουφ...την γλίτωσα...

-«Και αφού μας έκανε την τιμή να παραστεί επιτέλους  ο κύριος Πετράκης ας ξεκινήσουμε την επίσκεψη ασθενών.»

Πετρώνω στη θέση μου και τα γελάκια των γύρων μου με αφήνουν ασυγκίνητο. Καθώς τα σώματα  των υπόλοιπων ειδικευομένων μετακινιούνται ελαφριά προς την έξοδο εγώ με το βλέμμα  στραμμένο προς την κατεύθυνση της φωνής που ακούστηκε παραμένω ακίνητος .

Δεν μπορεί...

Μόλις το τελευταίο σώμα φεύγει από μπροστά μου μουρμουρώντας ότι την έβαψα  ο χειρότερος μου φόβος παίρνει σάρκα και οστά και με κοιτάζει κατάματα χαμογελώντας ειρωνικά ενώ η τελευταία μου ελπίδα ότι ήταν αποκύημα της φαντασίας μου διαψεύδεται .

Και όμως οι εφιάλτες μπορούν να σε στοιχειώσουν  και την ημέρα χρησιμοποιώντας ένα ανθρώπινο κορμί.

Με πλησιάζει  κρατώντας ένα ντοσιέ , συνεχίζοντας να χαμογελά ενώ το βλέμμα του χειρότερου εφιάλτη μου ως τώρα , χαϊδεύει  όλο το παγωμένο  κορμί μου. Ένα βλέμμα που κάποτε πέθαινα γι αυτό. 

Η Χριστίνα...με σάρκα και οστά. 

Πιο όμορφη από ποτέ, μέσα στο κρεμ ταγιέρ της και την άσπρη ρόμπα του γιατρού να πέφτει χαλαρά γύρω από το κορμί της με πλησιάζει ισορροπώντας τέλεια πάνω  στις γόβες της. Στο λαιμό της κρέμεται ένα στηθοσκόπιο που πάνω της φαντάζει ως το πιο όμορφο κόσμημα. Πανέμορφη και απαστράπτουσα μεν αλλά με το πρόσωπο σκληρό και παγωμένο παρόλο που χαμογελά. 

-«Πόσα χρόνια Θοδωρή...» λέει αργά και με φιλάει στο μάγουλο , έχοντας προσέξει ότι έχει αδειάσει η αίθουσα  και είμαστε μόνοι ,ενώ έχοντας αποθέσει το δηλητήριο της, με τα  μακριά , λεπτά δάχτυλα  της προσπαθεί να σβήσει τα ίχνη του από το παγωμένο μάγουλο μου.  Νιώθω το σημείο που απόθεσε το φιλί της να καίει , όμοια αίσθηση όπως αν με είχε τσιμπήσει μέλισσα.  Τραβιέμαι μακριά της,  κάνοντας  απότομα  ένα βήμα προς τα πίσω αποστρέφοντας το πρόσωπο μου   ώστε το χέρι της να φύγει από το δέρμα μου. 

-«Θοδωρή μου...δεν νομίζω να μου κρατάς κακία χρυσέ μου...ήμασταν τόσο νέοι...» ψιθυρίζει δίπλα στο αυτί μου   και γρυλίζω εκνευρισμένος.

-«Μην ρίχνεις στα ηλικία μας την ανάγκη σου για  γρήγορη αποκατάσταση και καταξίωση.» γαυγίζω νιώθοντας το θυμό, την αδικία, τον πόνο που ένιωσα να γυρεύει δικαίωση  και την κοιτώ με ανάλογο θάρρος που ούτε εγώ ξέρω που βρίσκω.
Οι αναμνήσεις ξύπνησαν και ουρλιάζουν θυμωμένες.

-«Θοδωρή μου...τι λόγια είναι αυτά.. πίστευα ότι θα χαιρόσουν και εσύ που ανταμώσαμε...μην μου πεις ότι μου κρατάς κακία για τον χωρισμό μας; » σχεδόν  τραγουδάει χαμογελώντας σαρδόνια  και το μυαλό  την συγκρίνει με τις σειρήνες του Οδυσσέα. Έτσι και αυτές όπως αυτή μπροστά μου προσπαθούν να με κάνουν να παρεκκλίνω της πορείας που έχω χαράξει.
Η Χριστίνα βρίσκει ευκαιρία πατώντας πάνω στην σιωπή μου  να απλώσει το μακρύ χέρι της και  να προσπαθεί να μου φτιάξει ένα τσουλούφι που πετάει. όπως τότε.. όταν ξυπνάγαμε μαζί τα ατελείωτα πρωινά  μας   και το μαλλί  μου πετούσε.

-«Η χαρά μου δεν κρύβεται Χριστίνα, δεν την βλέπεις;;» απαντώ σκληρά  διώχνοντας το χέρι της από τα μαλλιά μου με μια απότομη κίνηση και το βλέμμα της σκληραίνει.

-«Επιμελήτρια σου θα είμαι. Προσποιήσου την χαρά.»  ξύλινα λόγια ακούγονται συνοδευμένα  με το άχρωμο βλέμμα της πάνω μου.

Προειδοποίηση ήταν αυτή μόλις;;; Σοβαρά τώρα;;;;

-« Την χαρά δεν μπορώ να την νιώσω αλλά δεν σου κρύβω ότι νιώθω βλέποντας σε ,τις  δυο τρομάρες.  Χριστινάκι να σου πω κάτι ... Άει παράτας μας τώρα  και κατουριέμαι!» γρυλίζω και κάνω μεταβολή και φεύγω σφαίρα για την πλησιέστερη τουαλέτα αφήνοντας την να με κοιτάζει έκπληκτη και εξαγριωμένη πίσω μου.

Η Χριστίνα... Δεν το πιστέυω...Τι περίμενε μετά από τόσα χρόνια;;; Μπορεί αυτή να μοιάζει με σειρήνα αλλά εγώ Άργος δεν είμαι.

Θα το μετανιώσω αυτό Ζαχαρία .. το γνωρίζω καλά... Αλλά  δεν γινόταν να προσποιηθώ...τόση αδικία , τα ανομολόγητα γιατί που με έπνιγαν τόσα χρόνια φούσκωσαν το στέρνο μου και οδήγησαν τη γλώσσα μου. Ούτε εσύ χάρηκες που την είδες τελικά...Ούτε να κατουρήσεις δεν μπορείς από την τρομάρα που πήρες.. Πάμε έξω, να βρούμε τους υπόλοιπους ειδικευόμενους  και θα κάτι μου λέει ότι θα καλοπεράσουμε.

Και καλοπεράσαμε!

Όλη η υπόλοιπη μέρα πέρασε άκρως βασανιστικά. Η νέα μας επιμελήτρια , το Χριστινάκι σκοπό το είχε βάλει να μας ταλαιπωρήσει αφάνταστα και ιδιαίτερη εμένα που όποτε ζήταγε κάτι το όνομα μου επικαλούταν πρώτο! Πετράκη και Πετράκη με είχε σκάσει κυριολεκτικά το Χριστινάκι σήμερα και κάτι μου λέει ότι έτσι θα είναι από εδώ και στο εξής μέχρι να διαλέξω ειδικότητα.

Από σκόρπιες κουβέντες στα πηγαδάκια-  όποτε το άγρυπνο βλέμμα της Χριστίνας δεν έπεφτε πάνω μας καυτό-   κατάφερα να μάθω  ότι και οι υπόλοιποι ειδικευόμενοι είχαν καταφέρει να μάθουν για τη σκύλα με το αψεγάδιαστο πρόσωπο. 

Παντρεμένη με τον επικεφαλή χειρούργο στο νοσοκομείο που ειδικεύτηκε – όχι που θα της ξέφευγε της Χριστίνας - πήρε μετάθεση εδώ και προαγωγή σε επιμελήτρια  μιας και ο  σύζυγος χειρούργος της τελείωσε και οι κακές γλώσσες έλεγαν ότι είχε δεσμό με τον διευθυντή αυτής της κλινικής. Προαγωγή κανονική  το Χριστινάκι μας.  Σε όλου τους τομείς.

Στο τέλος της βάρδιας εξαντλημένος με ένα δίσκο ούρα ανά χείρας από τους ασθενείς που με έβαλε να κάνω εξετάσεις φτάνω στο εργαστήριο όπου τα αποθέτω και ξεφυσώντας παίρνω το δρόμο της ελευθερίας. Προσωρινής μιας και αύριο τα ίδια χάλια θα είναι και χειρότερα. Και αυτό καμία διαίσθηση δεν μου το έλεγε. Είμαι  απλά σίγουρος.

Και επαληθεύτηκα πανηγυρικά...

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top