~κεφάλαιο 35~

Κάθομαι στο κρεβάτι και διαβάζω με τη ησυχία μου από την ώρα που έφυγαν . Η Στέλλα με τη μάνα μου μετά το μεσημεριανό- την πιο τέλεια φασολάδα που έχω φάει ποτέ μου, να σημειωθεί αυτό παρακαλώ-  ανακοίνωσαν μες στη τρελή χαρά ότι θα πήγαιναν  για  μερικά ψώνια και μέσα σε όλα τα σχέδια τους ανέφεραν  ότι θα περνούσαν και από το ιατρείο να μιλήσουν με τον πατέρα μου που τον ήθελαν . Για καλή μου τύχη έχω την ησυχία και το χρόνο μου να καθίσω ήρεμος και να αφοσιωθώ στο κυρίως μέλημα και στόχο μου: το διάβασμα . 

Εγώ, όλη την καλή διάθεση είχα να καθίσω και να αφοσιωθώ στο διάβασμα αλλά να ΄μαι  τώρα που  έχω σκαλώσει σε μια παράγραφο  πόση ώρα και δεν  μπορώ να προχωρήσω παρακάτω με τίποτα. Ακίνητο το βλέμμα μου στο ίδιο σημείο παραμένει της σελίδας ενώ το στυλό επαναλαμβανόμενα χτυπά τη σελίδα στον ίδιο μονότονο ρυθμό, στο ίδιο ακριβώς σημείο . Δεν είναι το θέμα που με δυσκολεύει.. είναι το καταραμένο το μυαλό μου που μου την έφερε στη θύμηση μου και σκάλωσα και δεν μπορώ να προχωρήσω με καθάριο μυαλό παρακάτω. Ξεφυσώ, πετάω το στυλό και κλείνω τα βιβλίο. Μάταιο να συνεχίσω. Κόλλησα στη Βίβιαν.

Τι να έγινε με το  πειθαρχικό ; Θα τιμωρήθηκαν άραγε και αν ναι τι ποινή τους να τους αποδόθηκε  ; 

Τους αξίζει να τιμωρηθούν. Δεν θα έπρεπε να μένουν ατιμώρητοι όσοι παίζουν με ανθρώπινες καρδιές.

Τι μου έτυχε πάλι βρε Ζαχαρία όμως...δεν μπορώ να το πιστέψω ακόμη. Αυτό το φαινομενικά γλυκό πλάσμα.. ήταν όλη ένα ψέμα.. Όλα ένα κόλπο  να πετύχει το σκοπό της. Απίστευτο...Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν μου ανοίχτηκε ως κοπέλα. Τώρα που το σκέφτομαι δεν γνωρίζω τίποτα γι αυτήν. Μας έπαιξε τον ξεναγό, στην Αγνή και τη Στέλλα τη φίλη, σε εμένα την ερωτευμένη αλλά προσωπικά της συναισθήματα, αναμνήσεις και ενδιαφέροντα δεν ανέφερε ποτέ στα λόγια της...σε κανέναν... Πως την πάτησα έτσι.. ούτε τυφλός να ήμουν. 

Αλλά εκείνο το βράδυ... Ήμουν ο πρώτος της γαμωτο... Κάτι θα ένιωσε για μένα, δεν μπορεί.. Εκτός αν ήθελε να μου ξεπληρώσει τη σωτηρία της...

Μια ηρωική πράξη και πήδημα.

Πετάγομαι πάνω εκνευρισμένος με το πάθημα μου  και όπως είμαι με τη  φόρμα ,βγαίνω για τρέξιμο. Τρέχω στους δρόμους, αδιαφορώντας για όλους και για όλα  και προσπαθώ να την αποβάλω . Σε κάθε ανάσα που ελευθερώνω .Σε κάθε βήμα που κάνω. Σε κάθε σταγόνα που τρέχει από το κορμί μου. Να την αποβάλλω από μέσα μου πάση θυσία.

Όπως τότε με την Χριστίνα.

Λίγο πριν  οι δυνάμεις μου  να με εγκαταλείψουν και έχοντας διανύσει μια αρκετά μεγάλη απόσταση παίρνω το δρόμο του γυρισμού. Έχω πολύ δρόμο μπροστά μου για να  καταφέρω να ξεχάσω.
Μπαίνω στη πολυκατοικία  εξαντλημένος και πηγαίνω γραμμή  στο διαμέρισμα μου. Ιδρωμένος και λαχανιασμένος ανοίγω τη πόρτα του δωματίου μου αλλά στη θέα που αντικρίζω φρενάρω το σώμα μου και γουρλώνω τα μάτια μου πνίγοντας μια κραυγή.

Το δωμάτιο μου...

Το δωματιάκι μου...

Το καθαρά εργένικο δωματιάκι μου.

Ποιός βέβηλος το κατάντησε  σπίτι της Μπάρμπι;;;;

-«Στέλλα;;; Στελλίτσα;;;» γρυλίζω ξέροντας καλά τον υπαίτιο της συμφοράς που με βρήκε για να την δω να βγαίνει με φόρα  από το μπάνιο φορώντας ένα  μαύρο,  στενό , επίσημο φόρεμα ως το γόνατο και να κρατάει στα χέρια της ένα σετ γόβες ίδιας αποχρώσεως.

-«Ήρθες επιτέλους;» ρωτάει απαλά χαμογελώντας αθώα.

-«Όπως βλέπεις ..." γαυγίζω συνοφρυωμένος κοιτώντας το μπιλιάρδο μου που έχει κρυφτεί φοβισμένο κάτω από ένα σωρό γυναικεία ρούχα και συνεχίζω.

-"Μπορείς να μου πεις  όμως τι συνέβη εδώ μέσα και το διαμέρισμα μου- το εργένικο διαμερισματάκι μου το τονίζω -  μοιάζει με εμπορικό στην Ερμού;;" γρυλίζω προσπαθώντας να περάσω το σώμα μου προσεχτικά πάνω από μια στοίβα παπούτσια γυναίκεια. Τι στο κόρακα; Εγώ από το Καστελόριζο την έφερα με μια τσάντα ! Που βρέθηκαν όλα αυτά;;;Και που είναι το PlayStation μου γαμώ;;; Εδώ κάπου ήταν πριν είμαι σίγουρος!!

-«Η Λουκία, μου δάνεισε μερικά ρούχα και παπούτσια για να βολευτώ  όπως είπε μερικές μέρες. Είναι φανταστική η μαμά σου Θοδωρή! Τέλεια! Μοναδική! Τι χιούμορ! Τι επίπεδο! Είναι υπέροχη σου λέω ! »  αναφωνεί ευτυχισμένη  λάμποντας ολόκληρη, εκθειάζοντας τη μανούλα μου και μόνο στο όνομα της Λουκίας χαμογελώ δολοφονικά και ανεβαίνει η πίεση μου. Έπρεπε να το είχα φανταστεί ποιος ευθύνεται!

-« Μάζεψε εδώ λίγο σε παρακαλώ  και...  κατεβαίνω μισό λεπτό να πάω να την ευχαριστήσω για την ανακαίνιση .» πετάω κοφτά  και κάνω μεταβολή  για να αντικρίσω  έντρομος το στόχο μου  στο τοίχο όπου από ένα βελάκι κρέμεται ένα παρδαλό σουτιέν και  με την ανάσα φυλακισμένη στο στέρνο και τη κραυγή στα χείλη , κατεβαίνω  από τις σκάλες σφαίρα στο διαμέρισμα του πατρικού μου.

Ανοίγω με τα κλειδιά μου και χώνομαι μέσα.

-«Λουκία μου;;;;;» ρωτώ δολοφονικά και κοιτώ τριγύρω αναζητώντας την για να την δω να ξεπροβάλει από την κρεβατοκάμαρα κρατώντας μια στοίβα ρούχα σε διάφανες σακούλες αποθήκευσης.

-«Καλά που ήρθες γιατί ξεμεσιάστηκα Θοδωρή μου. Πάρε αυτά και ανέβασε τα στη Στέλλα μας.» λέει και μου φορτώνει στην αγκαλιά μου ένα βουνό σακούλες αδιαφορώντας για το εκνευρισμένο μου ύφος και το φρύδι που έχει πάρει τον ανήφορο!

-«Ρε μάνα πας καλά;;; Σοβαρά τώρα;;; Μου έκανες το δωμάτιο μπουτίκ! Το δωμάτιο της Μπάρμπι γαμώτο κατάντησε!» γρυλίζω  με το πρόσωπο χωμένο πίσω και ανάμεσα στις θήκες των ρούχων   όσο η Λουκία με σπρώχνει προς την έξοδο.

-«Υπερβολές ως συνήθως...Τόσα ρούχα που φύλαγα τόσα χρόνια.. Έλεγα   θα έρθει κάποια στιγμή μια κόρη να της τα δώσω... πάντα ήθελα μια κόρη αλλά δεν απόκτησα.. μετά απογοητεύτηκα και  περίμενα μια νύφη αλλά όπως πας αργείς  εσύ ακόμα να φέρεις. .αν φέρεις ποτέ σου!  Τι θα τα κάνω τόσα ρούχα αν  δεν μου φέρεις μια νύφη να της τα δώσω, ε;;; Εγώ πότε θα δω εγγόνια Θοδωρή;;; Όταν θα έχω γεράσει και δεν θα μπορώ να τα πάω μια βόλτα γιατί θα με πονάνε τα πόδια μου; ;; Τέλος πάντων ,θα τα πούμε  μια άλλη φορά αυτά . Η Στέλλα από βδομάδα θα αναλάβει το ιατρείο του πατέρα σου ως βοηθός του και γραμματέας του και πρέπει να δείχνει εμφανίσιμη . Και αύριο θα πάμε μαζί  να κάνει εγγραφή σε μια ιδιωτική σχολή. Πως θες να κυκλοφορεί; Με τις φόρμες και τα τζιν;;; Να μας κοροϊδεύει ο κόσμος θες;;; Μωρέ τι μας λες...πήγαινε της και αυτά και φέρε μου κάτω ότι δεν της αρέσει. Αν και θα  ανέβω να της φέρω ένα παλτό που βρήκα ωραιότατο..  ΑΝΤΕ ΚΑΛΕ! ΚΟΥΝΗΣΟΥ ΡΕ ΘΟΔΩΡΗ! » λέει εκνευρισμένη  σπρώχνοντας με σχεδόν έξω στο χωλ και μου κλείνει τη πόρτα στη πλάτη μου έχοντας μείνει ο καημένος άφωνος.

Ο Θεός να βάλει το χέρι του! Άντρας είναι  και εκείνος ... θα με λυπηθεί... Ή όχι;;;;

Ανεβαίνω πάνω τη σκάλα  αγκομαχώντας έτσι που με έχει φορτώσει  και μπαίνω μέσα από την πόρτα που έχω αφήσει πριν  ανοικτή φεύγοντας  και δίχως να βλέπω, στα τυφλά προσπαθώ να φτάσω στο κρεβάτι μου παρασέρνοντας στο διάβα μου ότι συναντήσω : σακούλες, ρούχα και παπούτσια, ζώνες, φουλάρια, καπέλα και ένα σωρό σκατά που οι γυναίκες θεωρούν απαραίτητα . Παρατάω-  σχεδόν πετάω- με φόρα τις νέες σακούλες με τα ρούχα της Λουκίας στο κρεβάτι που βογκάει  ήδη από αυτά που έχει πάνω του. Αυτή δεν είναι κατάσταση...είπαμε Ζαχαρία να την βοηθήσουμε να βρει το δρόμο της αλλά αυτές θα με κάνουν να χάσω το δικό μου!

-«Θοδωρή έφερες και άλλα; Θεέ μου.. είναι τόσα πολλά..δεν περίμενα όταν είπε να μου δώσει μερικά ρούχα  ότι θα κατέβαζε σχεδόν όλες τις ντουλάπες της...κοίτα εδώ χαμό...»  την ακούω να λέει βγαίνοντας από το μπάνιο φορώντας ένα μπλε φόρεμα με δαντέλα κοιτώντας το χαμό ολόγυρα και εμένα που ξεφυσώ στάζοντας ιδρωμένος στη μέση του δωματίου.

-«Στέλλα σου έφερα  ένα παλτό που βρήκα και μερικές τσάντες...άουτς!» φωνάζει η Λουκία μπαίνοντας μέσα ,πατώντας έτσι που όρμησε μέσα μερικά παπούτσια που βρίσκονται πεταμένα μπροστά στη πόρτα.

Καλά να πάθει! Δικές της νάρκες πάτησε στη τελική.

Γυρνώ και την κοιτώ έτσι που σκύβει να τρίψει το πόδι της ενώ κουβαλάει το παλτό και  τις τσάντες περασμένες σε χέρια και λαιμό και γελώ με την εικόνα της.

-«Σαν μαύρος στο μοναστηράκι μοιάζεις μωρέ Λουκία.»

Με κεραυνοβολεί με το βλέμμα, ισιώνει το σώμα της και κοιτάζει βιαστικά  το χώρο ολόγυρα.  Ξεφυσάει μέχρι το βλέμμα της να  σταματήσει  πάνω στη Στέλλα όπου ξεκινά να διαγράφεται ένα  θλιμμένο χαμόγελο στο πρόσωπο της.

-«Αυτό που φοράς  Στελλίτσα ήταν της γιαγιάς του Θοδωρή... Αριστοκρατική ,γνήσια δαντέλα κιπούρ, δεν υπάρχει πια στην αγορά.. τι κρίμα.. τα σημερινά υφάσματα είναι όλα made in china ...  κοίτα Στέλλα μου δαντέλα, γεμάτη... μεστή δαντέλα με ένα τελείωμα στη πάνω ούγια και ένα μεγαλύτερο στη κάτω ούγια του υφάσματος...Αχ. .τέλειο είναι το φόρεμα πάνω σου. .ίσως να κόψω λίγο το μαντό στη μέση να το κάνω μπολερό που είναι στη μόδα .. και το υπόλοιπο να το προσθέσω από κάτω σαν βολάν να του δώσω μάκρος...δεν ξέρω αν με φτάσει για σούρα βέβαια...ή να το κάνω γοργονέ; Λες να το κάνω ντραπέ που θα του πήγαινε η σούρα πάνω;;; »

Τι είπε τώρα βρε Ζαχαρία;;;; Σε ποια γλώσσα μίλησε γαμώ τα ελληνικά μου;;;;

-«Μάνα σοβαρά τώρα;;;» γρυλίζω βλέποντας το ξεκάθαρα αντρικό δωμάτιο μου να μεταμορφώνεται σε εργαστήριο κοπτικής ραπτικής με τον Λάκη Γαβαλά να κόβει και να  ράβει  ενώ η Στέλλα ενθουσιασμένη ήδη στην ιδέα της Λουκίας σπεύδει και  την αγκαλιάζει.

-«Θοδωρή σταμάτα την γκρίνια επιτέλους!»

-«Μα ρε μάνα έχω διάβασμα γαμώ...ιατρική θα δώσω ή  κοπτική - ραπτική;;;;» γρυλίζω και την βλέπω να συνοφρυώνεται.

Καλό αυτό. .σημαίνει ότι σκέφτεται ..

-« Πω... Στέλλα μου.. ένα δίκιο το έχει ο καημένος ...να σου πω κάτι όμως που σκέφτηκα μόλις ; Δεν μαζεύεις τα πράγματα σου , να έρθεις να μείνεις στο υπνοδωμάτιο του Θοδωρή στο δικό μας διαμέρισμα; Έχουμε τόσα να κάνουμε και ο Θοδωρής να διαβάσει.. με τη ραπτομηχανή να δουλεύει πως θα συγκεντρώνεται; Και καλύτερα εδώ που το σκέφτομαι να μείνεις  κάτω ώστε να φεύγεις για το ιατρείο  με τον Κώστα και να  γυρνάς πάλι μαζί του .  Αχ τι καλά!  Μόλις έλυσα και το πρόβλημα της μεταφοράς σου!! Πάμε κάτω να σου δείξω το δωμάτιο σου παιδί μου.. Είναι μεγάλο και θα σε βολέψει καλύτερα από το να μείνεις με τον γκρινιάρη από εδώ...Θοδωρή μετέφερε τα ρούχα μου κάτω . Και κάπου έχω αφήσει και ένα κινητό που σου αγόρασα. Γκρινιάρη! » λέει και αποχωρεί κυρία με τη Στέλλα από πίσω ενθουσιασμένη και εμένα να κοιτώ το χαμό ολόγυρα.
Που να το βρω καλέ το κινητό εδώ πέρα;;;;

Θα τις σκοτώσω ρεεεεεε! Και τη Λουκία και την άλλη!!! Ποιος θα τα κουβαλήσει όλα τούτα μωρέ;;;;;; σκέφτομαι εξαγριωμένος  και έτσι μου έρχεται να  αρπάξω το σακβουαγιάζ μου , να κάνω μεταβολή και να μετακομίσω σε κάποιο δωμάτιο ξενοδοχείου!!! Αντί αυτού όμως,  κάθομαι  απογοητευμένος σε μια άκρη του κρεβατιού που έχει μείνει ακάλυπτη από ρούχα και αξεσουάρ γυναικεία αναστενάζοντας.

-«Βάζω στοίχημα ότι για αυτό το χαμό ευθύνεται η μάνα σου αποκλειστικά και μόνο...»

Η στεντόρεια φωνή του πατέρα μου από την είσοδο που έχει αφήσει  πίσω του ανοικτή το φαινόμενο Στέλλα και  ο τυφώνας Λουκία με κάνει να χαμογελάσω και να γυρίσω το βλέμμα μου πάνω του.

-«Άδειασε τις ντουλάπες της για να κάνει χώρο να πάρει νέα ρούχα μόνο κρύψε τις πιστωτικές σου αυτές τις μέρες... πέρνα αλλά για να βρεις να καθίσεις κάπου χρειάζεται κόπος.» λέω και τον παρατηρώ να περπατάει προσεχτικά και να πηδάει τα εμπόδια που έχουν αφήσει οι τυφώνες πίσω του.

-«Θέλω να μάθω τι έχει στο μυαλό της πάλι η μάνα σου;» ρωτάει παιχνιδιάρικα και ανασηκώνει από το πάτωμα μια  δερμάτινη τσάντα για να περάσει.

-«Βλέπει , είπε, στη Στέλλα την κόρη που δεν απέκτησε ποτέ, τη νύφη που δεν της φέρνω  και κάτι άλλα που θα στα πει μόνη της μιας και την πήρε προστατευόμενη και θα συγκατοικείτε εις στο εξής. Μου είπε κιόλας να τα μεταφέρω ξανά όλα  κάτω στο δικό μου δωμάτιο!» λέω και τον βλέπω να χαμογελάει αχνά.

-«Σε όλα της υπερβολική αυτή η γυναίκα παιδί μου. Αλλά γι αυτό την λάτρεψα από την πρώτη στιγμή . Υπερβολική σαν γυναίκα, σαν χαρακτήρας, σαν προσωπικότητα, σαν μητέρα, ..»

-«Στα κιλά της μόνο μην αναφερθείς ότι είναι υπερβολικά γιατί σε έφαγε ...» τον διακόπτω και γελάμε δυνατά κοιτώντας και την πόρτα πλαγίως.

Ε, να ΄χουμε το νου μας καλού - κακού. Για την Λουκία μιλάμε!

Καθώς σταματάμε να γελάμε η σιωπή πέφτει ανάμεσα μας και μένουμε να κοιταζόμαστε στα μάτια.

-«Μίλησα με τον παππού σου.» λέει μόνο και τα βλέμμα μου χαμηλώνει και κοιτάζει το δάπεδο.

-«Δεν έχεις κάνει κάτι για να ντρέπεσαι μικρέ και να  σκύβεις το κεφάλι . Κοίτα με...» παρακαλάει με τη ζεστή φωνή του και ανασηκώνω το βλέμμα μου πάνω του ξανά.

-«Άλλοι θα έπρεπε να ντρέπονται . Είμαι περήφανος για σένα Θοδωρή. Και για το πώς αγκάλιασες την Αγνή μας,  και για την προστασία που παρείχες στην Στέλλα. Ναι, ξέρω για την Στέλλα. Αλίμονο, γυναικολόγος είμαι. Ξέρω να ξεχωρίζω μια γυναίκα από το βλέμμα και μόνο παιδί μου, δεν χρειάστηκε η μάνα σου να μου πει κάτι.»

-«Και είσαι εντάξει με αυτό; Την έφερα σπίτι σου.. δεν σε νοιάζει τι θα πει ο κόσμος...»

-«Ο κόσμος και ο  κόσμος...βαρέθηκα να ακούω τόσα χρόνια για το κόσμο ξεχνώντας ότι είμαι και εγω μέρος του κόσμου.  Θοδωρή μου ο κόσμος  αν θέλει να πει  κάτι, θα πει και ας μην έχεις τίποτα κάνει. Έχει από καιρό πάψει να με απασχολεί λοιπόν το σύνδρομο της γειτονιάς . Το μόνο που έχω ανάγκη είναι να είστε υγιείς εσείς και ευτυχισμένοι. Και εσύ δεν είσαι ευτυχισμένος τώρα.»

 Το βλέμμα του με έχει διαβάσει άψογα και τα δάχτυλα μου που ακουμπάνε στο κρεβάτι σφίγγουν μέσα τους νευρικά το ένα, ένα ροζ παντελόνι και το άλλο ένα πολύχρωμο φουλάρι.

-«Η ευτυχία  όμως δεν είναι κάτι που μπορείς να το αγοράσεις για να το αποκτήσεις δυστυχώς Θοδωρή μου ..πρέπει να την αποκτήσεις  μόνος σου προσπαθώντας σκληρά .» λέει και πιάνει το βιβλίο που διαβάζω από το κομοδίνο και το ξεφυλλίζει πριν το κλείσει ξανά και με κοιτάξει.

-«Το νησί σου έκανε καλό. Περισσότερο καλό παρά κακό. Πάρε τις  ξέγνοιαστες, χαρούμενες στιγμές και πάνω σε αυτές δούλεψε την ευτυχία σου. «

-«Και την κακιά ανάμνηση;» ψελλίζω ρωτώντας σιγανά.

-« Αν είναι κακιά ανάμνηση , αυτή θα ξεθωριάσει Θοδωρή μου με το χρόνο.  Δεν θα σε πονάει το ίδιο κάθε μέρα. Όπως έγινε και με της Χριστίνας την ανάμνηση. Άφησε το χρόνο να δουλέψει υπέρ σου...Αρκεί να είναι κακή αυτή η ανάμνηση.... Αν είναι καλή δεν θα σε ανακουφίσει ο χρόνος. Και εκεί δεν μπορώ εγώ να σου πω τι να κάνεις. ... Σε δυσκολεύει πουθενά;» με ρωτάει κουνώντας το βιβλίο απαλά στο χέρι του και νεύω αρνητικά.

-«Έμαθα για τη Στέλλα... Αλήθεια το εννοείς θα την πάρεις στο ιατρείο ;»

-« Απόλυτα. Χρειάζομαι βοηθό και αυτή μια εργασία . Της το πρότεινα και είναι πρόθυμη να δουλέψει δίπλα μου και να μάθει ότι μπορεί ταυτόχρονα με την  παρουσία της  στη σχολή της.  Συμφωνήσαμε να εργάζεται και θα πληρώνει μόνη της τη  σχολή της. Είναι ένα ταλαιπωρημένο πλάσμα και είμαι περήφανος που φέρθηκες αντρίκια απέναντι της.» λέει και χαμηλώνω το βλέμμα.

-«Δεν φέρθηκες αντρίκια μόνο απέναντι της αλλά σε όλους στο νησί και είμαι περήφανος για σένα . Ούτε το πτυχίο με απασχολεί αν θα πάρεις . Φαντάσου. Εγώ να πω κάτι τέτοιο.,.. αλλά τα πτυχία δεν κάνουν τον άνθρωπο Θοδωρή και εσύ απέδειξες ότι είσαι σωστός άνθρωπος παιδί μου και αυτό που παρακάλαγα νυχθημερόν το Θεό ήταν να γίνεις σωστός άνθρωπος. Και έγινες. » τελειώνει και τα μάτια μου θολώνουν.

Νιώθω να ανασηκώνεται από το κρεβάτι και να βάζει το χέρι του στον ώμο μου.

-«Όποτε με χρειαστείς θα είμαι δίπλα σου. Σε κάθε βήμα της ζωής σου δίπλα σου να σε υποστηρίζω. Αρκεί έτσι αντρίκια να συνεχίσεις να περπατάς. Αν και τώρα που έμαθες αυτό το βηματισμό δεν θα αλλάξεις εύκολα.» τελειώνει και με χτυπάει συγκινημένος στον ώμο.

Όχι ότι εγώ πάω πίσω.. Στην ίδια κατάσταση  με εκείνον είμαι.

-«Έλα, σήκω να σε βοηθήσω να τα πάμε κάτω όλα αυτά μπας και ηρεμίσεις λίγο. Χριστέ μου ,τι κουβάλησε αυτή η γυναίκα πάλι...» μουρμουρίζει ενώ φορτώνεται κάμποσες σακούλες και σηκώνομαι πίσω του και σκουπίζω βιαστικά τα μάτια μου πριν τα δει  βρεγμένα.

Πιάνω μερικές σακούλες και τον ακολουθώ όσο ένα νέο συναίσθημα ελπίδας έχει αναπτερώσει την λαβωμένη μου καρδιά και ανασαίνω βαθιά .

Ναι, δεν έχω τίποτα να φοβάμαι όσο έχω την οικογένεια μου στο πλευρό μου. Θα καταφέρω να ξεχάσω... ξανά.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top