~κεφάλαιο 27~



Επιβιβαζόμαστε στο καΐκι του Φώτη με το που ο ήλιος μαζέψει τις τελευταίες του ακτίνες και όλοι μας ,βουβοί και σκεπτικοί, κοιτάμε τα πολεμικά σκάφη που είναι διάσπαρτα στη θάλασσα και περιβάλουν το νησί μας πλέοντας δίπλα τους σε απόσταση ασφαλείας. Προσπαθώ να ανατρέξω σε  όσα περισσότερα μπορώ να καταφέρω να θυμηθώ από την  πρώτη και μοναδική βόλτα που είχαμε κάνει στη Κας με την Βίβιαν. Ακόμα και οι λεπτομέρειες μπορεί να μου φανούν χρήσιμες ώστε να προσεγγίσω το κατάστημα του Ακίμ με ασφάλεια. Πλησιάζουμε αργά και σταθερά το σημείο μέχρι το οποίο έχει το ελεύθερο να πάει ο Φώτης όπως και όλα τα ελληνικά σκάφη και η αδρεναλίνη μου πρέπει να έχει πιάσει το όριο. 

Έξι χιλιόμετρα απόσταση χωρίζουν το νησί μας από τα τουρκικά παράλια. Μιας και έχουμε ήδη διασχίσει τα τρία από αυτά , άρα τι μου μένει να κολυμπήσω; Τρία μόνο χιλιόμετρα! Αχ, που είσαι βρε μανούλα να δεις το μονάκριβο σου γιο να σπάει το ρεκόρ του. Γιατί όταν ήμουν μικρούλης και με έτρεχε στο κολυμβητήριο δεν νομίζω  να της είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι μια μέρα θα αναγκαζόμουν να κολυμπήσω τέτοια απόσταση σε ανοικτή θάλασσα και πόσο μάλιστα σε εχθρική!

-«Θοδωρή, βοήθησε με να ρίξουμε τα δίχτυα.» ακούω τον Φώτη να με καλεί και σηκώνομαι από τη θέση μου έτοιμος για όλα και κάνω ότι μου ζητήσει σαφώς για να ρίξουμε στάχτη στα μάτια των όποιων θεατών μας.

Εδώ έχει αρπάξει φωτιά ο κωλος μας τα ψάρια μας μάραναν!

-«Ήδη έχουν σημειώσει οι απέναντι ότι ρίξαμε δίχτυα.. ντύσου και  ετοιμάσου να πέσεις από τη πίσω πλευρά να μην σε δουν. » λέει σιγανά και συμφωνώ με ένα απλό νεύμα.

Κατευθύνομαι στην μικρή καμπίνα του καικιού  και ξεκινώ βιαστικά να πετώ τα ρούχα μου για να μείνω στο τέλος μονάχα με το  μπόξερ. Τα κορίτσια είναι μαζί μου, στιγμή δεν με έχουν αφήσει  και προσπαθούν να με βοηθήσουν να περάσω τη κολλητή, κατάμαυρη και στενή στολή δύτη στο σώμα μου και τραβάνε και ξανά τραβάνε για να μου μπει ασθμαίνοντας και βρίζοντας.

Καταφέρνουμε να την βάλουμε  με πολύ κόπο και ιδρώτα και με κοιτάνε συγκινημένες. Ενώ εγώ  συνειδητοποιώ με το που την φορώ ότι τρέμω από το φόβο μου.
Αλλά το κρύβω γιατί οι άντρες δεν πρέπει να φοβούνται.

Εγώ πάντως ομολογώ απροκάλυπτα στον εαυτό μου ότι έχω χεστεί πάνω μου.
Η μόνη που δεν φοβάται τίποτα είναι απέναντι αυτή τη στιγμή.  Αχ βρε Βίβιαν.

-«Είσαι έτοιμος Θοδωρή μου!» ψιθυρίζει η Στέλλα και η Αγνή πρώτη σπεύδει να με αγκαλιάζει δυνατά ,για να ακολουθήσει και η δεύτερη σουσουράδα συγκινημένη και να γίνουμε ένα κουβάρι, μάζα τριών ανθρώπων .

-«Κορίτσια ...αφήστε τον να φύγει. Μας πιέζει ο χρόνος. » τις συμβουλεύει ο Φώτης και απομακρύνονται φιλώντας με εναλλάξ στο μάγουλο.

-«Θοδωρή ακολούθα τα φώτα και θα μας βρεις εύκολα.» με συμβουλεύει και μου δείχνει το παράξενο μπλε φωτάκι που αναβοσβήνει στη πλώρη του καϊκιού του. Δεν ξεχνάει να μου δώσει δύο αναπνευστήρες τους οποίους βάζω στο πλάι του  θώρακος μου και κλείνω το φερμουάρ της στολής ως το λαιμό ψηλά.

Μην δω το φως στο βάθος του τούνελ μόνο...

-«Πήγαινε φέρε το κορίτσι μας.» μου εύχεται η Αγνή .

-«Ναι Θοδωρή, πήγαινε.. . και πρόσεχε τον εαυτό σου σε παρακαλώ.» συμπληρώνει η Στέλλα  ανήσυχη και νεύω.

Εμένα να δω ποιος θα φέρει πίσω!

Κατεβάζω τη μάσκα στο πρόσωπο μου και αφού ο Φώτης κάνει τις τελευταίες ρυθμίσεις στη μπουκάλα που μου φορτώνει στη πλάτη μου κάνει νόημα ότι όλα είναι καλά και κάθομαι με το πισινό στην άκρη του καϊκιού και από εκεί γλιστρώ το σώμα μου στο σκούρο νερό.

Μαύρο είναι σχεδόν το νερό, σκέφτομαι με τρόμο αλλά ζορίζω τον εαυτό μου να σκεφτεί θετικά πριν μουδιάσω ολόκληρος από τον πανικό και ακόμα δεν έχω κάνει ένα μέτρο στα τουρκικά χωρικά ύδατα.

Δεν θα βλέπω τον καρχαρία να έρχεται!!! Σκέφτομαι το μόνο θετικό που καταφέρνω να βρω και ξεκινώ να βυθίζομαι στο νερό με κατεύθυνση τη Κας και να κολυμπώ γρήγορα ακολουθώντας την πυξίδα μου έχει περάσει ο Φώτης στο χέρι.

Πόσα μέτρα βάθος να είναι εδώ άραγε; Λες να υπάρχουν αυτά τα τέρατα που ζουν στα απύθμενα βάθη των θαλασσών; Η μανούλα, μου είχε πάρει μια θαλάσσια εγκυκλοπαίδεια όταν ήμουν στο δημοτικό και σε κάποιο κεφάλαιο ακόμα θυμάμαι με τρόμο όλα αυτά τα θαλάσσια τέρατα που απεικόνιζαν οι σελίδες της. Κάπου είχα διαβάσει ότι άρχισαν να κάνουν επιθέσεις οι λαγοκέφαλοι στις παραλίες της Κρήτης, λες να έχει και εδώ λαγοκέφαλους; Και γιατί τα λένε λαγοκέφαλα; Πόσο τρομακτικό να είναι ένα ψάρι με κεφάλι λαγού; Όλα τα κορίτσια κουνελάκια παίρνουν και τα θεωρούν χαριτωμένα. Και εγώ αν μη τι άλλο , ξέρω καλά να πνίγω το κουνέλι! Δεν με τρομάζετε λαγοκέφαλα!!! 
Αυτό που με άγγιξε μόλις τι ήταν;;; Οκ, θα πεθάνω!!! 
Αυτό το κατάλαβα!!! Αλλά ας πεθάνω πατ κιουτ. Μια και έξω!! !Αλλά πριν πεθάνω αφήστε με καλά μου ψαράκια με κεφάλι κουνελιού, φιδιού ή μαιμουδιού  να πιάσω στα χέρια μου την άλλη!!! Ήξερα πόσο ένθερμη υποστηρίκτρια των θυσιών περί πατρίδος ήταν η Βίβιαν, ότι ήξερα ..ήξερα!!! Ουκ ολίγες φορές στις συζητήσεις της , είχε ανέφερε το θαυμασμό της στους ήρωες που έδωσαν την ζωή τους για την πατρίδα. Εγώ που θα δώσω τη ζωή μου για να τη σώσω δεν συγκαταλέγομαι στους ήρωες; 
Δεν είμαι ήρωας εγώ ;;;;
Πάντως το πιθανότερο είναι να με τρυπήσει καμία τορπίλη και να διαπεράσει το νεανικό , σφριγηλό σώμα μου ή να με φάει κάποιος καρχαρίας! Που ήθελα να το παίξω και διασώστης τρομάρα μου! Αλλά πρώτα ορκίζομαι ότι θα την πιάσω στα χέρια μου να της ρίξω ένα γερό χέρι ξύλο!!!! Όχι μόνο για την ανόητη πράξη της αυτή αλλά και για το ότι με άφησε απέξω. Ας με ενημέρωνε έστω!
 Ας έλεγε "Θοδωρή μου σκέφτομαι να πάω απέναντι κρυφά. Δεν ξέρω αν με ξαναδείς. Σε Αγαπώ. " Αυτό ήθελα να ακούσω; Σ αγαπώ; Εγώ την αγαπώ; Για να κάνω ότι κάνω μάλλον ε; Την πάτησα Ζαχαρία μάλλον ...Μα είναι και αυτή αγαπησιάρα βρε Ζαχαρία μου. Το μουτράκι της το γλυκό με τρελαίνει όταν παίρνει όλες αυτές τις εκφράσεις ..πότε έκπληξης, πότε χαράς, πότε λύπης.. Τα ματάκια της τα καστανά πόσο μ αρέσουν να χάνομαι μέσα τους.. Το κορμάκι της όταν με αγκαλιάζει και τη νιώθω τόσο ευάλωτη ..τη φωνούλα της την γλυκιά όταν με αποκαλεί με το όνομα μου. Σαν να μου έχει κάνει μάγια λιγώνομαι όποτε την ακούω να με φωνάζει. Πρέπει να την σώσω.. ειδικά τώρα που νομίζω ότι την αγαπώ. 
Και θα την δείρω. Αυτό δεν αλλάζει επειδή την αγαπώ.. ή μήπως αλλάζει; Α, μπα.. θα την δείρω. Τελειωτικό. 
Αν δεν με φάνε οι καρχαρίες πριν φτάσω απέναντι βέβαια.

Τα φώτα που προκαλούν ιριδίζουσες αντανακλάσεις στο νερό με ξαφνιάζουν και με κάνουν να βγάλω το κεφάλι μου από το νερό με την ευχή να μην είναι τούρκοι λιμενικοί που με πήραν χαμπάρι αλλά με έκπληξη διαπιστώνω ότι είναι τα φώτα του λιμανιού μιας και ήδη έχω φτάσει αρκετά κοντά! Γουρλώνω τα μάτια μου μέσα από τη μάσκα και γυρνώ το κεφάλι μου προς τα πίσω που το καΐκι του Φώτη σχεδόν δεν φαίνεται.. μόνο μια μικρή αντανάκλαση μπλε φωτός με κάνει να πιστεύω ότι είναι εκείνοι και μας περιμένουν να γυρίσουμε.
Βουτάω ξανά το κεφάλι μου στο νερό και εν τείνω το κολύμπι όσο πλησιάζω.

Κοιτώ προσεχτικά πλησιάζοντας το λιμάνι και περνώ ανάμεσα σε καΐκια και βάρκες αθόρυβα και προσεχτικά. Δεν αργώ να φτάσω σε μερικά σκαλοπάτια της προβλήτας και αρπάζω το τσιμέντο και σκαρφαλώνω με δυσκολία. Τα πόδια μου τρέμουν από την υπερπροσπάθεια αλλά η σκέψη της Βίβιαν δεν με αφήνει να πάρω ανάσα. Στάζοντας βγάζω τα βατραχοπέδιλα και τα αφήνω στο πιο σκοτεινό σκαλοπάτι. Ξεκουμπώνω τη στολή λίγο και αφήνω τους αναπνευστήρες που κουβαλώ δίπλα στα βατραχοπέδιλα. Με μια άγαρμπη κίνηση ξελύνω τον εξοπλισμό μου και σχεδόν αθόρυβα τον αφήνω να χαθεί στα σκοτεινά νερά του λιμανιού. Πλέον μου είναι άχρηστος δίχως οξυγόνο. Το σχέδιο είναι να γυρίσουμε κολυμπώντας με αναπνευστήρες.

Έχοντας μείνει με τη στολή, το βλέμμα μου αγχωμένο ψάχνει τριγύρω. Τα δίχτυα του ψαρά δεν είναι ότι καλύτερο για καμουφλάζ.. 

Με αγωνία περπατώ πατώντας στις μύτες των ποδιών μου τριγύρω με μόνη σκέψη ότι θα της ξεπατώσω το μαλλί τρίχα –τρίχα και θα τα κάνω γέμιση για μαξιλάρι!!! 

Άουτς!! Τι σκατά πάτησα μέσα στο σκοτάδι πάλι;;; 

Αντιτετανικό πότε έκανα τελευταία φορά γαμώ; 

Αχ βρε Βίβιανάκι τι τραβώ για πάρτη σου, αχ!!!

 Κουτσαίνοντας  ελαφρώς προχωρώ στη τσιμεντένια αποβάθρα με κατεύθυνση τα σπίτια αργά και προσεχτικά. 

Ο ξυπόλυτος πρίγκιψ κατάντησα!!! 

Αυτά που πάτησα τώρα μόλις ήταν σκατά;;;;; 

Ορέ πούστη μου γαμωωωω!!!! 

Που αφήνεται τα κοπρόσκυλα σας και χέζουν παντού και δεν τα μαζεύεται μετά!!!!! 

Παντού τα ίδια τελικά!!! Ελλάδα και Τουρκία ίδιες αντιλήψεις!!!

 Ο ξυπόλητος πρίγκιπας με τα σκατά στα πόδια κατάντησα! 

Και αν με συλλάβουν αυτό θα το αναφέρουν στην αναφορά τους; 

Θα γίνω πρωτοσέλιδο στη Χουριέτ ως ο κατάσκοπος με τα σκατά στα πόδια γαμώ;;;;

 Μια φορά θα με γράψουν οι εφημερίδες και αντί να με θαυμάσουν για το περίσσιο θάρρος και την ανδρεία μου  θα γελάνε με τη κατάντια μου, σκέφτομαι έξω φρενών και τέρμα αηδιασμένος τρίβοντας τα πόδια μου στο τσιμεντένιο οδόστρωμα της προβλήτας. 

Ο πανικός μου έχει χτυπήσει κόκκινο όταν το βλέμμα μου σκαλώνει σε ένα καΐκι. Όχι τόσο στο καΐκι αλλά στα ρούχα που κρέμονται από ένα σχοινί...

Υπάρχει ένας Άγιος ,Έλληνας το πιθανότερο , ο οποίος δεν γελάει μαζί μου όπως οι υπόλοιποι μάλλον! Ακροβατώντας στις μύτες των δαχτύλων μου πλησιάζω και με μια κίνηση αιλουροειδούς που θα ζήλευε ο καλύτερος των κλεφτών αρπάζω ένα καφτάνι και το περνάω πάνω από τη στολή .

Αχ βρε Παρασκευούλα πως κατάντησα για σένα...σαν χανουμάκι κατάντησα βρε Βιβιανάκι μου, σκέφτομαι παρατηρώντας με αποστροφή τα κεντημένα πολύχρωμα λουλούδια στο ύφασμα που φορώ και τις σειρές  απο τα στρας και τις πολύχρωμες πέτρες στο σημείο του  αρρενωπού, ανδρικού μου στέρνου.

Τα παιδιά των λουλουδιών αναβύωσαν! Λες να ξεκινήσω να τραγουδώ και κανά τραγούδι του Λένον; Καλή επιλογή θα είναι το «Give peace a chance»; Αν με πιάσουν θα αρχίσω να το τραγουδώ και θα πω ότι είμαι εναντίον της πολεμικής άσκησης που λαμβάνει χώρα. Είμαι πανέξυπνος !

Περπατώ γρήγορα , ενώ το πολύχρωμο καφτάνι ανεμίζει γύρω μου, παίρνοντας τον ανηφορικό δρόμο προς το κατάστημα του Ακιμ με σκυμμένο κεφάλι, και τα υγρά μαλλιά μου πέφτουν στο πρόσωπο καλύπτοντας το. Μάκρυναν και αυτά.. κούρεμα θέλω...αλλά αν με πιάσουν θα με κουρέψουν γουλί οι Οθωμανοί στα σίγουρα και θα γλιτώσω και το 10ευρω! 

Ευτυχώς η προχωρημένη ώρα με ευνοεί. Τα μικρομάγαζα έχουν κλείσει και  οι ελάχιστοι περαστικοί  που υπάρχουν ,περπατούν βιαστικά δίχως να μου δίνουν καμία σημασία. Στο μαγαζί του Κεμέκ το βλέμμα μου φλερτάρει βιαστικό τη βιτρίνα αλλά δεν σταματώ το βηματισμό μου δόλιου παρόλη μου την πείνα. Με τόσο κολύμπι μου έπεσε το σάκχαρο γαμώ!

Με τη φόρα που έχω πάρει ,καθόλου δεν αργώ να φτάσω στο ύψος του μονοπατιού που θυμάμαι να έχουμε σταματήσει και να  τρώμε τα γλυκά του Κεμέκ . Κοιτώ με ανακούφιση το παγκάκι που είχαμε μοιραστεί τότε με την Βίβιαν και δίχως να χάνω χρόνο κατευθύνομαι απέναντι όπου είναι το κατάστημα με τα ηλεκτρικά του Ακίμ.

Φτάνω λαχανιασμένος ελαφριά και αν και τα φώτα του  καταστήματος είναι κλειστά και επικρατεί βαθύ σκοτάδι κολλώ το πρόσωπο μου στο βαρύ, σιδερένιο ρολό ασφαλείας μπας και ανιχνεύσω κάποιο ίχνος ζωής .

 Μήπως έκανα λάθος και ήρθα εδώ τελικά; 

Τζάμπα λέτε τόσος κόπος και ηρωισμός;

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top