~κεφάλαιο 25~




Δεύτερη μέρα σήμερα που  δεν  έχω συναντήσει  ούτε μιλήσει έστω στο τηλέφωνο με  τη Παρασκευούλα μου.

 Μερικά πολεμικά πλοία που μαζεύτηκαν τριγύρω από το νησί ήταν αρκετά για ν α καταλάβω όπως όλοι οι κάτοικοι  του πολύπαθου αυτού νησιού ότι κάποια  πολεμική άσκηση λάμβανε χώρα. Ανησύχησα στην αρχή  όταν είδα τα πλοία να μαζεύονται και την έντονη κινητικότητα σε  θάλασσα και  σε αέρα  δεν το κρύβω αλλά η Βίβιαν είναι γενναίο κορίτσι. Θ α τα  βγάλει πέρα.  Ξέρει αυτή. Έτσι επαναλάμβανα στον εαυτό μου γα τον καθησυχάσω κάθε φορά που κάποια αερομαχία λάμβανε χώρα πάνω απο τα  κεφάλια μας και  έριξα όλη μου την προσοχή στο διάβασμα για να απασχολήσω το μυαλό μου .

Η πρώτη μέρα  δίχως να δω ή να ακούσω το κορίτσι πέρασε εύκολα καθότι  τα κορίτσια το βράδυ είχαν διοργανώσει βραδιά υπαίθριου σινεμά στη μικρή βεράντα του σπιτιού. Τι ταινία είδαμε βέβαια  δεν κατάλαβα.. . Όλο το βράδυ κυνήγαγα τα κουνούπια που μου είχαν κάνει αφαίμαξη κυριολεκτικά!!! 

Δεύτερη μέρα  σήμερα με την Βίβιαν άφαντη και τα πολεμικά  πλοία μας να κόβουν βόλτες ολούθε του Καστελόριζου ενώ σχίζουν τον  αέρα συχνά πυκνά  πολεμικά αεροπλάνα. Ελληνικά κατά το πλείστον εύχομαι. Με  τρομάζει το γεγονός ότι μπορεί να είναι τούρκικα αεροπλάνα αλλά εδώ οι κάτοικοι συνεχίζουν την καθημερινότητα τους εντελώς ανεπηρέαστοι  συνηθισμένοι σε τέτοιες καταστάσεις και έτσι προσπαθώ να χαλιναγωγήσω τους φόβους μου. Ώρα είναι να σημάνει κανένας πόλεμος και να τρέχω να μην φτάνω... Και αυτό το κορίτσι ένα μήνυμα δεν μπορεί να στείλει να μου πει κάτι. Να δώσει ένα σημάδι ζωής ρε γαμώτο! Να με καθησυχάσει;;;

«Ανησυχώ...» ήταν το μονό που της έστειλα πριν λίγο από το κινητό μου  και ακόμα απάντηση να λάβω. Κοιτώ το κινητό συνέχεια και έχει γίνει προέκταση του χεριού μου. Μεσημέριασε και κουρασμένος κλείνω το βιβλίο και αναστενάζω. Όλα είναι παιχνιδάκι και σιχτιρίζω τον εαυτό μου που άφησα τον εαυτό μου τόσο να καταρρακωθεί και δεν έγραψα το τελευταίο μάθημα  αφού ήμουν τόσο  έτοιμος και να έχω ξεμπερδέψει!

Κάλιο αργά παρά ποτέ ..έστω...σκέφτομαι και κοιτώ ξανά το κινητό πριν κατέβω στη κουζίνα να τσιμπήσω κάτι. 

Όταν αγχώνομαι μου ανοίγει η όρεξη..

....

Απόγευμα και έχω αράξει έξω και απολαμβάνω το καφέ που μου έχει ετοιμάσει η Στέλλα όσο η Αγνή απορροφημένη  προσπαθεί να τελειώσει ένα πίνακα. Έχει οίστρο μας είπε και μας έκλεισε την πόρτα στο πρόσωπο όταν πήγαμε να την αναζητήσουμε να περάσουμε λίγη ώρα μαζί. Και να μαστε τώρα η Στέλλα και εγώ μονάχοι στην αυλή να βαριόμαστε.

-«Τι σκέφτεσαι;»

-«Τίποτα Στέλλα.» απαντώ κοφτά σχεδόν ουρλιάζοντας για να ακουστώ μιας και την ίδια στιγμή ένα μαχητικό σκίζει τον  πεντακάθαρο ουρανό  του Καστελόριζου.

-«Ανησυχείς ε;»

-«Δεύτερη μέρα δεν έχει δώσει σημεία ζωής!!! Ας είχε στείλει ένα μήνυμα. Κάτι! Πόσο χρόνο θέλει να πληκτρολογήσει ένα :είμαι καλά! Μην ανησυχείς.  Άδικο έχω βρε Στέλλα; Κοίτα εδώ τι γίνεται γαμώ!!» γκρινιάζω  κοιτώντας  μια τον ουρανό  και μια τη θάλασσα και παίρνω το κινητό στα χέρια μου και το κοιτώ με μια ελπίδα.

-«Δίκιο έχεις Θοδωρή  ..αλλά δεν ξέρουμε πως λειτουργεί ο στρατός και  εγώ δεν θα μάθω .. εσύ έχεις ελπίδες βέβαια.» απαντάει παιχνιδιάρικα και γελάει σιγανά με τη φάτσα μου που έχει σουφρώσει από αηδία.

-«Δεν θα το αποφύγω αλλά μπορώ να το καθυστερήσω...ούτε σε σένα και στην Αγνή έχει στείλει κάτι;»

Η Στέλλα ξεφυσάει και ανασηκώνει το φρύδι της. 

Οκ, το πιασα καλέ. Μην βαράς...

-"Αλήθεια σκέφτηκες την πρόταση της Αγνής;" 

-"Ναι...αν και στην αρχή μου φάνηκε αστεία όσο την σκέφτομαι τόσο δεν μου φαίνεται και τόσο άσχημη τελικά..Συζητήσαμε το θέμα και με το παππού σου το πρωί πριν κατέβεις. Την βρήκε λογική σκέψη και αυτός... Έχετε δίκιο όλοι σας. Πρέπει να  πάρω τη ζωή μου στα χέρια μου.  "

-"Να πάρω την Λουκία τηλέφωνο; Να το κανονίσει δηλαδή;" ρωτώ και νεύει καταφατικά.

Αυτό μου αρκεί. Για αρχή θα πάρω τηλέφωνο τη μανούλα και τα υπόλοιπα βλέπουμε.
Ελέγχω  μια τελευταία φορά τη σύνδεση μου στο ίντερνετ μήπως αυτή φταίει που το κινητό μου δεν λαμβάνει μηνύματα και ξεφυσώ αγανακτισμένος διαπιστώνοντας ότι αυτό δουλεύει άψογα. Το πετάω εκνευρισμένος πάνω στο τραπέζι. 

-«Είστε πάντως μυστήρια πλάσματα εσείς οι γυναίκες. Ενδιαφερόμαστε γκρινιάζετε , αδιαφορούμε πάλι γκρινιάζετε! Σκέψου το πάντως πριν ασπαστείς το αντρικό φύλο για πάντα!» λέω και γελάω με την φάτσα της ενώ σηκώνει το ποτήρι της να με βρέξει.

-«Εσύ δεν τρώγεσαι με τίποτα τρελέ!» φωνάζει γελώντας και κάνει κίνηση να μου αδειάσει το ποτήρι με το νερό της όταν εγώ σηκώνομαι αστραπιαία και της αρπάζω το χέρι.

Γελάμε και σπρώχνουμε ο ένας τον άλλον όταν το ποτήρι  της γλιστράει , άγνωστο πως και προσγειώνεται με δύναμη στο τραπέζι όπου σπάει  και καταλήγει στο δάπεδο με το νερό να  χύνεται παντού γύρω μας.

Γελάω δυνατά με την έντρομη φάτσα της μιας και έχω πιάσει κατευθείαν  το δικό μου ποτήρι και ανασηκώνω το φρύδι μου.

-«Μην τολμήσεις...μια ώρα ίσιωνα το μαλλί...» ψελλίζει και οπισθοχωρεί μερικά βήματα.

-«Νομίζεις...» σφυρίζω δολοφονικά  και πετάγεται σφαίρα  και τρέχει έξω  στο σοκάκι και από εκεί στο δρόμο προς λιμάνι. Την παίρνω στο κατόπι με το ποτήρι στο χέρι και τρέχω πίσω της γελώντας σατανικά. 

-"Στελλίτσαααα στάσου...μύγδαλααααα!!!"φωνάζω γελώντας  έτσι που τρέχει σαν παλαβή.

Αμάν τα κορίτσια και τα μαλλιά τους δηλαδή!!!

Στρίβει στο στενό που οδηγεί στο λιμάνι και στρίβω πίσω της  απότομα όταν έκπληκτος αντικρίζω  το τζιπάκι της Βίβιαν να σταματάει απότομα  μπροστά μου! 

Άγιο είχα πριν γίνω γαύρος μαρινάτος...σκέφτομαι όσο λαχανιασμένος από το τρέξιμο παρατηρώ το κορίτσι μου να πετάγεται έξω από αυτό ανήσυχη... όχι καλέ δεν χτύπησα μωράκι μου...να ίσως λίγο εδώ στα χείλη αλλά αν τα κάνεις μάκια θα περάσει...

Η Στέλλα βλέποντας την χαμογελάει και χαιρετώντας την βουβά παίρνει το δρόμο της επιστροφής και περνώντας από δίπλα μου, μου κλείνει το μάτι παιχνιδιάρικα σκουντώντας με και παίρνει το ποτήρι που κρατώ .

 Πλησιάζω  το κορίτσι μου  με τη λαχτάρα να καίει τα σωθικά μου ενώ με πλησιάζει και εκείνη και χάνομαι στα ανήσυχα μάτια της. Παρατηρώ τον Κοσμά  με μια κλεφτή ματιά στη θέση του οδηγού αλλά δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Μου φτάνει που το κορίτσι μου είναι εδώ!

-«Βίβιαν, επιτέλους! Ανησύχησα! » λέω και την κλείνω στην αγκαλιά μου με δύναμη και λαχτάρα ανασηκώνοντας την  έτσι χαρούμενος  που είμαι λίγο από το έδαφος.

-«Συγγνώμη αλλά δεν μπορούσα να χρησιμοποιήσω το κινητό μου. Απαγορεύεται εν ώρα ασκήσεως.» την ακούω να λέει μέσα στην αγκαλιά μου και ένα βάρος μου φεύγει αυτόματα ενώ δεν χορταίνω να μυρίζω την μυρωδιά του γιασεμιού που αναδύουν τα μαλλιά της.

-«Αυτός τι θέλει πάλι μαζί σου;» γρυλίζω παρατηρώντας θέλοντας και μή τον Κοσμά να  μας κοιτάζει από τη θέση του  οδηγού εκνευρισμένος.

-«Ευτυχώς που ήταν και αυτός να λες  και κατάφερα να βγω πέντε λεπτά έξω να σε δω . « απαντάει και βγαίνει από την αγκαλιά μου και με κοιτάζει ταραγμένη.

Κάτι μου διαφεύγει εμένα εδώ πάντως...

-«Σιγά μην τον ευχαριστήσω κιόλας. ..Για πέντε λεπτά μόνο ήρθες; Έχω ανησυχήσει με όλα αυτά που συμβαίνουν τριγύρω από χθες. Σου έστειλα και μήνυμα δεν το πήρες;»

-«Ναι το πήρα .. αλλά που χρόνος για μηνύματα Θοδωρή. Βασικά θέλω  να σου ζητήσω  κάτι.. για αυτό ήρθα περισσότερο . Αλλά μην ρωτήσεις το γιατί σε παρακαλώ...Να ...αν μπορούσες ....να μου δάνειζες για αυτές τις μέρες μόνο.... το...» η πρόταση της κόβεται από την κραυγή της Στέλλας πίσω μου  που φωνάζει το όνομα μου και που μας κάνει ενστικτωδώς να γυρίσουμε και οι δύο μας ταυτόχρονα τρομαγμένοι  προς το μέρος της.

Η Στέλλα τρέχει προς το μέρος μας κραδαίνοντας το κινητό μου που στάζει ακόμα.

Όχι ρε γαμώτο μου! Το ξέχασα στο τραπέζι με τα νερά απο το σπασμένο ποτήρι ...αναπαύσου εν ειρήνη καημένο μου. Αλλά έχω σημαντικότερα πράγματα από το να σκάσω για αυτό τώρα!     

-«Θοδωρή ..το κινητό...άστραψε και δεν ανοίγει!!! Τα νερά ...» ψελλίζει η Στέλλα λαχανιασμένη αλλά της χαμογελώ καθησυχαστικά. Χέστηκα για το κινητό ρε παιδιά  ..εδώ κρατάω το κορίτσι μου...

Η κραυγή τρόμου της Βίβιαν με ξαφνιάζει  και γυρνώ ξανά σε εκείνη την προσοχή μου και σμίγω τα μάτια μου παρατηρώντας προβληματισμένος  ότι έχει χάσει το χρώμα από το πρόσωπο της.

Καλά τι πάθανε όλες σήμερα και κάνουν σαν υστερικές για ένα κινητό ;

-«Μην κάνεις έτσι για ένα κινητό...θα πάρω άλλο.. θα πάμε πάλι στην Κας ...και θα πάμε και για γαλακτομπούρεκ..» ξεκινώ να λέω  χαμογελώντας και την τραβώ πίσω στην αγκαλιά μου  αλλά το τρέμουλο σε όλο της το κορμί με κάνει να σταματήσω απορημένος.

Κάτι μου ξεφεύγει εμένα πάντως εδώ..

-«Απίστευτο...» ψελλίζει και απομακρύνεται μερικά βήματα από μένα προς τα πίσω σαν χαμένη.

-«Θοδωρή...πρέπει να φύγω. Θα σου εξηγήσω μια άλλη φορά.» λέει  κοφτά με όση δύναμη της έχει μείνει και κάνει μεταβολή και τρέχει προς το τζιπ αφήνοντας μας άφωνους να την κοιτάμε.

Τι σκατά;;;

-'Και αυτό που ήθελες να σου δανείσω;;;» φωνάζω έκπληκτος βλέποντας την να πηδάει στο τζιπ και να λέει κάτι αναστατωμένη στον Κοσμά.

-«Την άλλη φορά που θα σε δω!» φωνάζει και χάνεται δίχως να μπορώ να καταλάβω τι έχει συμβεί πραγματικά!

-«Τι ήθελε; Γιατί έφυγε σαν να την κυνηγούσαν;» ρωτάει η Στέλλα έκπληκτη και την κοιτώ σαν να την βλέπω πρώτη φορά με το σταυρό έντονα χαραγμένο ανάμεσα στα φρύδια μου.

-«Ένα ς θεός μονάχα ξέρει...μου φτάνει που είναι καλά... Γυρνάμε;» ρωτώ κοφτά και παίρνουμε μαζί το δρόμο της επιστροφής αμίλητοι.

Μια υποψία φόβου έχει φωλιάσει  βαθιά μέσα μου.. Σχεδόν αγγίζει την καρδιά μου και την παγώνει και δεν  λέει να φύγει...

Εμένα  εδώ κάτι στα σίγουρα μου ξεφεύγει..

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top