11
Α/Ν:Στο προηγούμενο παρτ είχε γίνει μια βλακεία με την επεξεργασία και σίγουρα θα σας μπέρδεψε. Δυστυχώς το είδα αρκετές ώρες μετά. Τώρα είναι ενταξει γι'αυτό αν θέλετε πάτε να διαβάσετε πρώτα το προηγούμενο που τώρα είναι εντάξει.
Γύρισα σπίτι μες τις 6 αφού αποφάσισα να παρακολουθήσω τα περισσότερα μαθήματα για να κρατήσω το μυαλό μου απασχολημένο αλλά και να πάω βόλτα με την Έιμι.
Είναι πολύ καλή κοπέλα πραγματικά αν και πολύ ομιλητική. Θα τη γνωρίσω κάποια μέρα στην παρέα.
Έλεγξα το κινητό μου και ειχα 2 κλήσεις από το Στέφαν, 1 από τη Λόρεν, 1 από το Μπο και 1 από το Τζέι.
Λοιπόν, αυτό με παραξένεψε. Από πού και ως που ο Τζέι;
Αντί να πάρω κανέναν, πήγα δίπλα στα ξαδέρφια μου.
Η πόρτα ήταν ανοιχτή και μπαίνοντας μέσα η μυρωδιά της μπύρας ηταν ιδιαίτερα έντονη.
Τι βλακείες κάνουν πάλι;
Μπαίνοντας αντίκρισα το Μπιλ να παίζει με το κινητό του στον καναπέ και τον Άστον δίπλα του να παιζει PlayStation, ενώ ο Στέφαν με τον Τζέι και τον Λουκ ήταν στη κουζίνα.
Όλοι χωρίς μπλούζα.
Δε τους αδικούσα βέβαια είχε τρομερή ζέστη. Αλλά ήταν θέαμα να κοιτάζεις για ώρες.
Πολυ ωραίο θέαμα. Και ορκίζομαι ο Μπιλ δεν είχε ποτέ τέτοιους κοιλιακούς.
Κανείς δε φάνηκε, ωστόσο, να παρατηρεί ότι μπήκα.
Ότι στεκόμουν εκεί για 5 λεπτά και τους παρατηρούσα.
<<Ξέρετε ο καθένας θα μπορούσε να σας κλέψει, να σας σκοτώσει, να σας βιάσει (Α/Ν:😉) τώρα. Χαμπάρι δε θα παίρνατε.>> Είπα μπαίνοντας στην κουζίνα.
Τα τρία αγόρια στη κουζίνα μόνο τότε φάνηκαν να παρατηρούν ότι ήμουν εκεί.
<<Εει γεια σου Ντι!>> είπε ο Στέφαν με ένα μεγάλο χαμόγελο και μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο.
<<Γεια σου Αντριάνα!>> με χαιρέτησαν ο Λουκ και ο Τζέι.
<<Γιατί βρωμάει τόσο πολύ εδώ μέσα;>>
<<Εμ οι μπύρες λογικά; Πήραμε κάμποσες σήμερα χαχα.>> μου απάντησε ο Λουκ δείχνοντας το κουτάκι μπύρας που κρατούσε.
<<Το κανετε συχνα αυτό;>> μόρφασα στη μυρωδιά που είχε πλημμυρίσει το χώρο.
<<Είναι όπως τα δικα σας sleepover και girls night και τέτοιες μαλακίες που κάνετε εσείς τα κορίτσια.>> φώναξε ο Άστον από το σαλόνι.
<<Εμείς δεν->>
<<Πώς ήταν το σχολείο σήμερα Ντι;>> με διέκοψε ο Στέφαν βάζοντας το χέρι του πίσω από τη πλάτη μου ενώ του ξέφυγε ένα μικρό ρέψιμο.
Τι γουρούνια.
<<Ρε σταματήστε να του δίνετε να πίνει. Μου τον χαλάτε.>> ειπα χτυπώντας το Λουκ περιπαικτικά και γέλασε.
Τι μεθυσμένα γουρούνια θεέ!
Ο Στέφαν δεν έκατσε καν να ακούσει την απάντηση μου αλλάπροχώρησε μαζί με το Λουκ στο σαλόνι, ενώ ο Τζέι έκατσε στο τραπέζι έτοιμος να ανοίξει κουβεντα.
Αναστέναξα και πήγα προς τον νεροχύτη να τους πλύνω τα πιάτα. Πώς επιβιώνουν αυτοί εδώ μέσα είπαμε;
<<Λοιποοοον για πες νέα.>> μου είπε ο Τζέι ακουμπώντας στην πλάτη της καρέκλας.
<<Νέα!>>
<<Ω έλα τωρα τις εξυπνάδες στον Άστον. Πες για το καινούριο σχολείο πώς είναι;>>
Με κορόιδευε ήταν έτοιμος να γελάσει.
<<Σχολή-κολέγιο-πανεπιστήμιο; Δεν είναι σχολείο.>>
<<Έλα τώρα, ξέρεις τι εννοώ. Προσπαθώ να κάνω σοβαρή συζήτηση εδώ πέρα.>>
<<Μετά από 6 κουτάκια μπύρας;>>
<<Οιιι 2 ήταν μόνο!>>
<<Είσαι σίγουρος; >>
<<Έλα τώρα σταμάτα!>> είπε γελώντας. <<Πέρα από τις βλακείες, πες πως ήταν;>>
<<Σκέφτεσαι να πας κι εσύ;>>
<<Αντριάνα! >>
<<Καλαα! Τίποτα που δεν έχω κάνει ξανά. Απλά γύρισα πριν από λίγο γιατί αποφάσισα να παρακολουθήσω τα περισσότερα μαθήματα και να πάω και για καφέ.>>
<<Δηλαδή ήσουν όλες αυτές τις ώρες εκεί πέρα; Διάολε ουάου!>>
<<Τόσο πολύ σ'άρεσε ε; Περίπου ναι χαχα. Ρε συ με πήρες κάποια στιγμή.>>
<<Α ναι αν ήθελες να πάμε καμία βόλτα βασικά, γιατί εγώ κωλοβαράω όλη μέρα και όλοι οι άλλοι είναι ή δουλειά ή με γκόμενες τς τς.>>
Η καρδιά μου σφίχτηκε στη σκέψη του Μπο να είναι με τη Λόρεν. Γιατί η διάθεσή μου πρέπει να πέφτει κάθε φορά έτσι;
<<Ντι είσαι εδώ;>>
Μου κούνησε το χέρι του μπροστά απ'το πρόσωπό μου ξυπνώντας με από τις σκέψεις μου.
<<Ε; Ε ναι χαχα. Να σου πω θες να πάμε τώρα; Δεν έχω κάτι να κάνω και βαριέμαι να πάω σπίτι.>>
<<Χαχα οκει και δεν πάμε; Μόνο να περάσουμε από το σπίτι απέναντι να αλλάξω μια στιγμή.>>
<<Βέβαια παμε.>>
Πρέπει να πω ότι χρειάστηκε να επιστρατεύσω όλες μου τις δυνάμεις για να μην μείνω να κοιτάω τους κοιλιακούς του ενώ σηκωνόταν.
Τι στο διάολο έκαναν όλοι τους και ήταν έτσι;
<<Ειι θα'ρθεις;>>
Με ξύπνησε πάλι από τις σκέψεις μου γυρνώντας και δίνοντας μου τη φουλ θέα, ενώ ένιωθα τα ζέστη να αυξάνεται στα μάγουλά μου.
<<Ε; Εγώ...ναι πάμε.>> ειπα και κοιταξα κάτω για να κρύψω το κοκκίνισμά μου.
<<Χαχα ο Άστον μου είπε ότι ονειροπολείς συχνά.>>
Αυτό με έφερε τελείως πίσω στην πραγματικότητα.
<<Τι; Ναι καλά. Δεν ονειροπολώ απλά χάνομαι στις σκέψεις μου καμιά φορά.>>
<<Το ίδιο δεν είναι;>>με χαμογέλασε, και τον κοίταξα θυμωμένα.
<<Ει μην θυμώνεις. Σε πειράζω. Το βρίσκω πολύ γλυκό πάνω σου. Και το'χεις κάνει αρκετές φορές.>> απάντησε και μου τσίμπησε το μάγουλο.
Πώς μπορεί κανείς να μείνει θυμωμένος μαζί του; Μετάνιωσα που του απάντησα έτσι. Και χαμογέλασα πλατιά ενώ ένιωθα τη γνωστή ζέστη στα μάγουλά μου.
<<Ειι παιδιά! Εμείς πάμε έξω. Μην καείτε πολύ!>> φώναξε ο Τζέι στα παιδιά στο σαλόνι, ενώ βγαίναμε από την κουζίνα.
Ολοι τον αγνόησαν εκτός από το Στέφαν που απλά σήκωσε το χέρι του να μας χαιρετήσει.
Μόνο Στέφαν ρε!
Προχωρήσαμε προς το σπίτι του που ηταν παρόμοιο με το δικό μου και των παιδιών.
Τον περίμενα στο σαλόνι εξετάζοντας το σπίτι και κυρίως τις φωτογραφίες στους τοίχους και τα ράφια.
Καλά αυτοί εχουν παει παντού, έχουν φωτογραφίες από πόσα μέρη του κόσμου.
Θα είναι ωραίο κάθε χρόνο να ταξιδεύεις στον κόσμο για να δεις τις φανς σου.
Αυτοί ζουν ρε.
Ενώ κοιτούσα κάτι φωτογραφίες στο Παρίσι, ο Τζέι εμφανίστηκε και φύγαμε για την πόλη.
-----
Βασικα ναι η Λόρεν είχε δίκιο όταν μου έλεγε να περνάω περισσότερο χρόνο με το Τζέι. Τόσο πολύ γελάω σπάνια.
Με το Τζέι δεν ήταν η τυπική βόλτα. Που θα βγεις για καφέ, θα συζητήσεις, θα περπατήσεις, θα πας για ταινία.
Ήταν πολύ ωραία, γιατί είχε ήδη σκοτεινιάσει και υπήρχαν πλέον μόνο τα ατελείωτα φώτα της πόλης της Μελβούρνης .
Στην αρχή, ο Τζέι ήταν λίγο πιο ντροπαλός, όπως όταν τον γνώρισα. Μετά από λίγο όμως ξεθάρεψε και μάλιστα περισσότερο απ'ότι έπρεπε. Μου έδειξε πως είναι να είσαι στη κυριολεξία ένας από τους Janoskians. Φάγαμε πολύ βρίσιμο, χαλάσαμε το ήσυχο βράδυ πολλών ζευγαριών, ενώ άλλοι μας πέρασαν για ψυχοπαθείς.
Πραγματικά, χρόνια είχα να περάσω τόσο καλά, να γελάσω τόσο πολύ. Αφού πονούσε το στομάχι μου.
Με το Τζέι, μες τις 10 καταλήξαμε στην παραλία, οπου καθόμασταν με δυο κουτάκια μπύρες και λέγαμε τις πιο αστείες ιστορίες μας. Ο Τζέι περισσότερο, δηλαδή. Εγώ δεν ειχα και πολλές με τέτοια βαρετή ζωή.
Τότε ακούσαμε από πίσω μας να μας φωνάζουν. Γύρισα και μου κόπηκε το γέλιο μαχαίρι.
Τι κάνουν αυτοί εδώ;
Ο Τζέι και η Ντι ε; Λέτε να γίνει κάτι;
Και ποιοι λέτε να εμφανίστηκαν ξαφνικα;
Έβαλα και δεύτερο σήμερα, είχα όρεξη.
Ελπίζω να διαβάσατε τη σημείωση στην αρχή του κεφαλαίου.
Σχολιάστε και ψηφίστε 🌟
-Dee🌹
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top