Αναμετρήσου με τους εσωτερικους σου Δαίμονες/part 2

Το βουβό του σπίτι τον καρτερούσε και ο ίδιος μπήκε για ένα σύντομο μπάνιο, όταν έπιασε τον εαυτό του να αφαιρείται. Μηχανικά ντύθηκε και καθώς ήταν νωρίς για να ξεκινήσει με προορισμό το σπίτι του Όσκαρ, κάθισε λίγο στο σαλόνι του, όταν έπεσε στα χέρια του ένα οικογενειακό άλμπουμ. Είδε τον εαυτό του να τσουλά το καροτσάκι του Ελάιζα όταν ήταν μωρό, τον εαυτό του επίσης να βοηθά τους γονείς του, ή τον Μάριο με κάποια μαθήματα. Η καρδιά του βούλιαξε ξανά. Ήταν πάντοτε εκείνος, στην ίδια θέση, με τα ίδια καθήκοντα βοήθειας προς όλους, μονάχα για να έφτανε στο τέλος η μητέρα του να παρακαλεί απλώς να δει τον Έλι, καθώς τίποτε άλλο δεν είχε σημασία για εκείνη. Το μπουκάλι με το ουίσκι βρισκόταν δίπλα του ακριβώς. Κάποτε, είχε μισήσει την ιδέα του αλκοόλ. Ο πατέρας του είχε κατρακυλήσει ένα διάστημα, όταν η μητέρα τους είχε ξεκινήσει να καταρρέει και να έχει καθημερινά ξεσπάσματα. Ο Ρις ήταν και πάλι εκεί και με την βοήθεια του Όσκαρ, κατόρθωσαν να τον παραπέμψουν σε ειδικούς, προκειμένου να τον τραβήξουν έξω από τον βούρκο. Στη σκέψη, το τρεμάμενο χέρι του έπιασε το μπουκάλι και η πρώτη γουλιά μούδιασε τα χείλη του. Το τηλέφωνο δίπλα του χτύπησε και τα καστανά του μάτια εστίασαν σε ένα μήνυμα από τη Ρεβέκκα που ζητούσε συγγνώμη, μα που δεν φαινόταν να αλλάζει την απόφασή της να τον συνοδέψει. Ο Ρις το αγνόησε και η δεύτερη γουλιά κατέβηκε καίγοντας το στέρνο του. Δεν πρόλαβε να καταλάβει για πότε είχε καταναλώσει σχεδόν όλο το μπουκάλι, ξεχνώντας εντελώς την επίσκεψη στον παππού του, ο οποίος στεκόταν τώρα στην πόρτα και τη χτυπούσε φωνάζοντάς τον.

Μέσα στην παραζάλη και τη θολούρα, ο Ρις σηκώθηκε με κόπο. Παραπατώντας άνοιξε την πόρτα και ο Όσκαρ στη θέα του γούρλωσε τα μάτια του. Ο εγγονός του δεν εστίαζε καν στο πρόσωπό του, μέχρι που μην αντέχοντας άλλο, άδειασε το περιεχόμενο του στομαχιού του στο πάτωμα. Ο παππούς του με ραγισμένη καρδιά, τον βοήθησε, βαστώντας τον και καθαρίζοντας όσο γινόταν το πρόσωπό του. Τότε, μέσα στο μεθύσι του, τον άκουσε να ψιθυρίζει ΄΄ευχαριστώ μαμά΄΄. Εκείνη μάλλον ονειρευόταν δίπλα του, εκείνη είχε ανάγκη και πεθυμήσει όσο τίποτε. Ήθελε, έστω για μία στιγμή, να μετατρεπόταν στο μικρό της αγοράκι, έστω για δευτερόλεπτα.

«Τι σου έκαναν Ρις μου;» σκέφτηκε ο Όσκαρ που τον βοήθησε να ξαπλώσει, φέρνοντάς του καθαρά ρούχα.

Με πόνο και θυμό για τον γιό του, κατευθύνθηκε στην κουζίνα. Η υγεία του χειροτέρευε, οι αντοχές του μειώνονταν, μα η ζωή όπως έλεγε και ο ίδιος, τον είχε ευτυχώς διδάξει να κρατά σωστά τα μαχαιροπίρουνα και να χειρίζεται τα μαγειρικά σκεύη. Ετοίμασε στον εγγονό του μία κοτόσουπα για το ταλαιπωρημένο του στομάχι, όταν πρόσεξε το οικογενειακό άλμπουμ, πεσμένο στο πάτωμα. Όλοι τους απεικονίζονταν χαρούμενοι στις φωτογραφίες και ο Όσκαρ αναρωτήθηκε, τι πήγε τελικά τόσο λάθος με τους Κρέιν. Έπειτα όμως, η απάντηση εμφανίστηκε μπροστά του με μεγάλα, φωτεινά γράμματα. Η ισορροπία. Αυτή χάλασε και τα ηνία των γονιών, πήραν από μία τρυφερή ηλικία τα παιδιά. Ο Ρις είχε μεταμορφωθεί σε εκείνον τον γερό βράχο, που αναχαίτιζε τους έντονους κυματισμούς. Ακόμη και έτσι όμως, με τα χρόνια, αυτός ο βράχος θα παρουσίαζε ρωγμές, θα διαβρωνόταν. Ήταν αναπόφευκτο. Έχοντας ετοιμάσει το φαγητό, κινήθηκε προς τον καναπέ που βρισκόταν ξαπλωμένος ο νεαρός. Διακριτικά κάθισε δίπλα του και τον είδε να ανοίγει τα μάτια του με κόπο. Η ψυχρότητα που όλοι οι άλλοι έβλεπαν, είχε εξανεμιστεί. Ο Ρις κοιτούσε τον Όσκαρ με θλίψη, λατρεία και ντροπή.

«Μυρίζει όμορφα εδώ μέσα. Μυρίζει σπίτι επιτέλους...» ψέλλισε βραχνά και κοιτώντας ο ένας μέσα στα μάτια του άλλου, αγκαλιάστηκαν σφιχτά.

Ο Όσκαρ ήταν ο μόνος στην οικογένεια, που γνώριζε πολύ καλά πως οι Κρειν εδώ και αρκετά χρόνια περνούσαν κρίση. Καθώς ο ίδιος ήταν βετεράνος ενός φρικτού πολέμου, ήξερε πολύ καλά πως ο Έλι έδινε καθημερινά μάχη με αόρατους δαίμονες και πως πολλές φορές ήταν ανθρωπίνως αδύνατον να τους αντιμετωπίσει. Δεν ήταν λίγες οι ιστορίες συνομήλικών του, οι οποίοι επιστρέφοντας πίσω στις Η.Π.Α, παρουσίασαν τρομερή δυσκολία προσαρμογής στις νέες συνθήκες και έτσι, μετά από μερικά χρόνια, απλώς έφευγαν για να επιστρέψουν πίσω στο Βιετνάμ και να ζήσουν γαλήνια. Ήταν τόση η πλύση εγκεφάλου που είχαν υποστεί, που απλώς σκότωναν, δίχως λόγο στην ουσία. Μάλιστα, ένας παλαιός του φίλος, ο Λάρι, μετακόμισε στην πόλη Ντα Νανγκ και εργάστηκε εθελοντικά, ως μέλος ανθρωπιστικής οργάνωσης για τα παιδιά- θύματα του πολέμου. Ταυτόχρονα με την εθελοντική εργασία, βοηθούσε ηθικά και υλικά μία οικογένεια, της οποίας τα παιδιά γεννήθηκαν με γενετικές ανωμαλίες λόγω του ΄΄Agent Orange΄΄, ενός επικίνδυνου φυτοκτόνου που χρησιμοποιήθηκε από τον αμερικάνικο στρατό, για την αποψίλωση μεγάλων δασικών περιοχών.

Έχοντας βιώσει στο πετσί του τη φρίκη, δεν επιθυμούσε με τίποτε ο εγγονός του να ακολουθήσει το παράδειγμά του, πηγαίνοντας σε έναν πόλεμο που δεν του ανήκε και επιστρέφοντας με τραύματα στη ψυχή και το σώμα. Ήξερε την αδυναμία που έτρεφαν όλοι γι' αυτόν, ως τον μικρότερο και ζωηρότερο επαναστάτη, μα εκείνος λάτρευε εξίσου τον Μάριο και φυσικά τον αγαπημένο του Ρις, που μην αντέχοντας άλλο την πίεση, τόσο της κοινωνίας, όσο την οικογενειακή, είχε καταρρεύσει. Ο Όσκαρ γνώριζε πως η επίτευξη της ευτυχίας, μοιάζει με αγώνα καθημερινό που καλείσαι να δώσεις. Ειδικά για ανθρώπους όπως εκείνοι, που τους προσέγγιζαν μόνο και μόνο για να έχουν απολαβές και πολύ λιγότερο για να δώσουν, τα πράγματα γίνονταν ακόμη πιο δύσκολα. Τώρα ο Ρις καθόταν απέναντί του, με τα μαλλιά του αχτένιστα και το αλαβάστρινο, αυστηρό, επαγγελματικό προσωπείο, τσαλαπατημένο. Έτρωγε αργά και ανόρεχτα, βυθισμένος στις δικές του σκέψεις.

«Με συγχωρείς που ξέχασα την συνάντησή μας και που πολύ περισσότερο, με βρήκες σε αυτήν την κατάσταση» μουρμούρισε και ο παππούς του κάγχασε.

«Νεαρέ, εγώ δεν είμαι ο γιος μου για να απολογείσαι. Ξέρεις πολύ καλά, πως συχνά έχω κόντρες με τον πατέρα σου για την πίεση που σου ασκεί. Δυστυχώς από τους τρείς σας, μονάχα εσύ έχεις πάρει στα σοβαρά την εταιρεία και ο Αλεξάντερ σε πιέζει. Θα του μιλήσω όμως, νομίζω πως χρειάζεσαι ξεκούραση» πρόφερε για να τον δει να σκοτεινιάζει.

«Τι να την κάνω; Ακόμη και αν πάρω άδεια, δεν έχω πώς να την σπαταλήσω. Η μητέρα βρίσκεται σε αυτήν την κλινική, σε κατάσταση φυτού και καρτερά τον γιο της. Όλοι οι άλλοι δεν υπάρχουμε, εγώ σίγουρα δεν υπάρχω. Έπειτα, η γυναίκα μου με παράτησε και...Γνώρισα μία κοπέλα, η οποία όμως κατά πώς φαίνεται, φοβάται αυτό που είμαι και με αποφεύγει και αυτή. Ο Μάριο λείπει, το ίδιο και ο Έλι και ο Σαμ, ο κολλητός μου, είναι πότε εδώ, πότε αλλού. Ίσως λοιπόν η ενασχόλησή μου με την εταιρεία να είναι καλύτερο. Εσύ πώς είσαι;» τον ρώτησε και ο Όσκαρ χαμογέλασε. Κλασσικός Ρις. Ποτέ δεν μιλούσε για τον εαυτό του παραπάνω από δύο λεπτά. Είχε μάθει πάντα να ακούει τους άλλους.

«Ρις, εδώ δεν ήρθα για να σου μιλήσω για εμένα. Ήρθα για να σε δω. Όπως και να είμαι, έζησα τα χρόνια μου με τα καλά και τα άσχημα. Εσύ όμως, έχεις όλο το μέλλον μπροστά σου. Είσαι ένα εξαιρετικό παιδί και δεν θέλω να μοιάσεις στον γιο μου που η δουλειά κατέληξε να απορροφά σχεδόν πλήρως την προσωπικότητά του. Είναι καλός άνθρωπος και σας αγαπά, μα την αγάπη του δυσκολεύεται να την δείξει. Λοιπόν, θα ήθελα να μου μιλήσεις για εκείνη την κοπέλα που ανέφερες» ξεκίνησε αργά να τον καλεί να ανοιχτεί και τον είδε να κοκκινίζει ολόκληρος.

«Την γνώρισα τυχαία, όταν είχα πάει μία μέρα στο κομμωτήριο που δούλευε. Μου άρεσε ο δυναμισμός της και αυτή η αυθεντική ανεμελιά της, ωστόσο στα μάτια της, ήμουν ο Ρις Κρέιν, ο εκατομμυριούχος που ποτέ του δεν θα γυρνούσε να κοιτάξει μία απλή κοπέλα. Καταλάβαινα πως αυτό την φόβιζε, έτσι, όταν μία μέρα συναντηθήκαμε ξανά στην παραλία, δεν κατάλαβε ποιος ήμουν και εγώ το εκμεταλλεύτηκα, ώστε να κερδίσω μερικές στιγμές μαζί της. Το μόνο που θα ήμουν για εκείνη, θα ήταν ένας νεαρός Αμερικάνος και τίποτε περισσότερο. Φυσικά, καθώς σιχαίνομαι τα ψέματα, της αποκάλυψα την αλήθεια και την κάλεσα να με συνοδεύσει στα γενέθλια του μπαμπά. Εκείνη αρνήθηκε όμως, καθώς πιστεύει πως δεν της αρμόζει να βρίσκεται δίπλα μου. Δεν ήξερα πώς να το χειριστώ, δεν μ' αρέσει να παρακαλώ και κουράστηκα να προσπαθώ να αποδεικνύω στους άλλους το ποιόν μου. Είναι καλύτερη η εργένικη ζωή, με διαφορετικές παρτενέρ και απουσία δεσίματος και υποσχέσεων» κατέληξε «Όπως ήταν και ο Ελάιζα πριν συμβεί αυτό που του συνέβη»

«Ένας Κρέιν δεν τα παρατά ποτέ. Αν η καρδιά σου την έχει επιλέξει, γιατί να υποβάλεις τον εαυτό σου στην ταλαιπωρία των ανούσιων στιγμών; Ο έρωτας δεν αποτελεί αποκλειστικά ικανοποίηση της αντρικής μας φύσης, μα και ανταλλαγή συναισθημάτων, γεφύρωμα ψυχών. Αν τα καταφέρεις, ίσως αυτή η γέφυρα τελικά αντέξει στους κλυδωνισμούς της ζωής και σου προσφέρει την ευτυχία» πρόφερε με νόημα ο Όσκαρ.

Ο Ρις φάνηκε να το σκέφτεται, όμως ευθύς άλλαξε το θέμα.

«Μίλησα με τον μικρό» του πέταξε το δόλωμα.

«Πώς είναι;» ρώτησε ο Όσκαρ με ενδιαφέρον.

«Ερωτευμένος» απάντησε ο Ρις αναστενάζοντας και είδε τον Όσκαρ να μειδιά με νόημα «Πιστεύεις στ' αλήθεια πως θα καταφέρουν να εντοπίσουν την κοπέλα εκείνη; Εκείνη, που αγάπησες;» τον ρώτησε αμήχανα.

«Ρις, αγάπησα την γιαγιά σας. Η Φουόνγκ ήταν απλώς ένας έρωτας ισχυρός, ένα πάθος που την δεδομένη στιγμή δεν μπορούσε να οδηγηθεί πουθενά. Όσο για το αν τελικά θα κατορθώσουν να την βρουν, κανείς δεν το γνωρίζει. Ίσως το Μπαλί να έχει να τους χαρίσει έναν θησαυρό, πολύ μεγαλύτερο, όπως ήσουν και εσύ ως το πρώτο μου εγγόνι. Ο μεγαλύτερος θησαυρός που κράτησα στα χέρια μου. Αν ποτέ θελήσεις συντροφιά ή βοήθεια, για όσο μπορώ ακόμη και με βαστούν τα πόδια, μην διστάσεις» τελείωσε και αργά σηκώθηκε από τον καναπέ. Τη στιγμή που στάθηκε στο κατώφλι, κοίταξε τον Ρις για ακόμη μία φορά «Ένα πράγμα να γνωρίζεις. Πως είσαι ένας υπέροχος άντρας. Όποιος δεν μπορεί ή δεν θέλει να σε αγαπήσει για αυτό, θα κάνει το μεγαλύτερο λάθος της ζωής του. Όλους σας λατρεύω εξίσου. Κανένα εγγόνι μου δεν ξεχωρίζω και θέλω όλοι σας να είστε ευτυχισμένοι, μα πάνω από όλα άνθρωποι. Ποτέ μην το ξεχάσετε αυτό»

Όταν η πόρτα έκλεισε, ο Ρις ξεφύσησε. Ευθύςπέταξε από επάνω του τα ρούχα και εισήλθε στο ντους επιτρέποντας στο ζεστό νερόνα φιλήσει κάθε σπιθαμή του καλοσχηματισμένου του κορμιού. Δεν ήταν έντοναγυμνασμένος, ωστόσο οι αναλογίες του εκ φύσεως, ήταν άψογες. Τα βρεγμένα τουμαλλιά κόλλησαν στο μέτωπό του, τσαλακώνοντας γλυκά την τέλεια εικόνα του,κάνοντάς τον να μοιάζει νεότερος. Κατόπιν, ντύθηκε απλά και ζεστά, βγαίνονταςστην αυλή του σπιτιού του και παρακολουθώντας τον χορό των φθινοπωρινών φύλλων.Τα ζεστά χρώματα των χαρακτηριστικών του, ταίριαζαν απόλυτα με τον φυσικό καμβάτης εποχής. Κοίταξε το ρολόι του. Δεν ήταν πολύ αργά, όμως έκανε ψύχρα. Τότε,του ήρθε μία ιδέα. Μία ιδέα που του υπαγόρευε η καρδιά του, καθώς η λογικήτέτοιες στιγμές, σώπαινε. Πήρε το αυτοκίνητο και κατευθύνθηκε κεντρικά. Πάντοτεστάθμευε σε υπόγεια πάρκινγκ, ώστε να αποφύγει τυχόν δυσάρεστες εκπλήξεις.Μπροστά του, ανοιγόταν η παραλία. Εκείνο το μέρος που του είχε επιτρέψει δύοφορές, να είναι ο εαυτός του, φορώντας έστω το προσωπείο του Άλεξ.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top