Κεφάλαιο 12ο.
Η στιγμή που τον είδε να μιλάει με τον άνδρα εκείνο της θόλωσε το μυαλό κι η απερισκεψία βαρούσε κόκκινο στην ψυχή της και στην καρδιά της. Αγκρομαχούσε να βρει μια λογική εξήγηση για το τι σχέση μπορεί να είχε ο Στρατής με τον Χρόνη. Για έναν ανεξήγητο λόγο μόλις αντίκριζε βαθιά τα μάτια του καθρεφτιζόταν ο Χρόνης. Τόσο όμοια μάτια μεταξύ τους δεν είχε ξανά αντικρίσει ποτέ. Το γκρίζο που αχνοφαίνοταν στο γαλανό των ματιών τους αν μη τι άλλο από διαφορετικό δεν ήταν. Τόσο διαφορετικοί χαρακτήρες που όμως δεν το πρόσεχες με την πρώτη. Με την πρώτη ματιά. Το πρώτο βλέμμα που σε έκανε να αντικρίσεις τα σώματά τους και τα πληθωρικά κορμιά τους. Το βλέμμα του Στρατή ήταν τόσο φιλικό με μια στάλα φιλοξενίας και τόσο μοναχικό ταυτόχρονα που τσίριζε από μακριά πως ήταν μοναχοπαίδι με πληγωμένη καρδιά από τις λίγες. Αντίθετα το βαρύ βλέμμα του Χρόνη σε ωθούσε στο να τρέξεις όσο πιο μακριά μπορείς, με όσες δυνάμεις είχες και να σωθείς από το οπτικό πεδίο του. Γιατί η πίκρα ζωγραφισμένη στις κόρες των ματιών του και η θλίψη στις ίριδες του σε έκαναν να πιστεύεις πως μεγάλωσε δύσκολα και βασανιστικά χρόνια. Δεκαοκτώ χρονών και οι δυο αλλά καμία η στενή σχέση τους. Η διαφορετικότητα ξεχείλιζε από το σώμα τους μολονότι ήταν δύο νέα παιδιά που το αίμα τους έβραζε και κόχλαζε στις φλέβες τους σαν νερό. Όσο όμως τους έβλεπε τόσο πιο πολύ σιγουρευόταν πως είχαν κάτι κοινό που όμως δεν μπορούσε να εντοπίσει.
Οι σκέψεις τις εξαφανίστηκαν μόλις συνειδητοποίησε ότι ο χρόνος της λιγοστεύει. Ήταν πλέον σίγουρη ότι ο Στρατής είχε άμεση σχέση με τον Χρόνη. Δεν ήταν τυχαία η σύγκρουση τους ούτε η επιμονή του να μάθει περισσότερα για εκείνη. Το γεγονός ότι επέμεινε να μάθει για εκείνη και ότι, καταλάθος, έμαθε για την σχέση με την μητέρα της, ήξερε πως ήταν στοιχείο για τον εκβιασμό της. Ο Χρόνης θα έκανε τα αδύνατα δυνατά για να την βρει και να την κερδίσει πίσω. Έτσι ο μόνος τρόπος να ξεφύγει από τον Χρόνη και τον συνεργό του είναι να πάρει το αεροπλάνο και να φύγει. Δεν είχε πολλά υπάρχοντα αλλά ό,τι είχε και δεν είχε το έβαλε σε ένα σακίδιο και μη την είδατε.
Ο Στρατής μόλις είδε την Σαβίνα από μακριά να τρέχει πίστεψε πως ήταν κάποιο είδους οφθαλμαπάτη η φιγούρα της ή πιο απλά κάποια άλλη που της έμοιαζε. Από πριν εκείνος ο παράξενος νέος δεν του φαινόταν και πολύ αθώος ή απλός άνθρωπος. Αντίθετα, πίσω από το γελοίο καπέλο του θα έβρισκε κάτι τρομερό και μυστήριο που έτσι και αλλιώς του κέντριζε το ενδιαφέρον. Δεν έδωσε σημασία στην οφθαλμαπάτη αυτή ωστόσο κάτι μέσα του έλεγε πως ίσως κάτι θα συμβεί από στιγμή σε στιγμή. Σύντομα. Πολύ σύντομα.
~ Θεσσαλονίκη ~
Η Χαρούλα τόσες μέρες πάσχιζε να μιλήσει με τον Παύλο για το ενδεχόμενο της μετακόμισής τους στην Κρήτη. Με αυτόν τον τρόπο θα τον έχουν από κοντά σε περίπτωση που προσπαθήσει κάποιος Μπρουσαλάκης να τον πλησιάσει. Για αυτό το λόγο αποφάσισε να κάνει μια επίσκεψη στα γραφεία της εταιρίας που δουλεύει ο Παύλος έτσι ώστε να ζητήσει μια λιγοήμερη άδεια από τον διευθυντή της εταιρίας. Βέβαια ο Παύλος σαφώς δεν γνωρίζει τίποτα για αυτή την συνάντηση, αλλιώς θα την απέτρεπε από κάτι τέτοιο.
Βιαστικά έφτασε στην υποδοχή και ζήτησε τον διευθυντή.
" Τον διευθυντή θα ήθελα παρακαλώ. "
" Τον κύριο Κοσμίδη; " λέει η υπεύθυνη και η Χαρά την κοιτά έκπληκτη.
" Ακόμα εδώ είναι ο κύριος Κοσμίδης; Δεν έχει παραιτηθεί; "
" Φυσικά και όχι. Είναι διευθυντής εδώ και έξι χρόνια στην εταιρία μας. " απαντά η συμπαθής καστανομάλλα κοπέλα όμως η Χαρά παραξενεύεται με αυτή την πληροφορία. Όταν ακυρώθηκε ο γάμος τους το μόνο που πρόλαβε να μάθει από τον Παύλο είναι πως ο γάμος τους δεν θα γινόταν επειδή ο Κοσμίδης παραιτήθηκε και θα ζούσε με την αδερφή της στην Γερμανία. Για αυτό τον λόγο δεν ζήτησε ποτέ να μάθει περισσότερα. Ήταν ευτυχισμένη που η αδερφή της βρήκε το νόημα της ζωής και δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει που μένει ή γιατί δεν περίμεναν τον γάμο.
Τώρα όμως κάτι δεν πήγαινε καλά. Για ποιόν λόγο είπε ένα τέτοιο ψέμα στην Χαρά ενώ ο Κοσμίδης και συνεπώς η αδερφή της Δέσποινα, ζούσαν ακόμα εδώ; Απευθείας άλλαξε γνώμη και κατευθύνθηκε για το γραφείο του Παύλου. Ανεβαίνει στον τρίτο όροφο και η τρίτη πόρτα δεξιά γράφει με μεγάλα γκρι γράμματα το επίθετό του σε μια λεπτή πλακέτα. Αλλά η πόρτα είναι σχεδόν ανοιχτή. Αντιλαμβάνεται πως ο Παύλος έχει μια σοβαρή συζήτηση με κάποιον. Δεν καταλαβαίνει αν είναι τηλεφωνική ή απευθείας, γιατί ο επισκέπτης δεν μιλάει. Δεν λέει κουβέντα. Μιλάει μόνο ο Παύλος. Εξοργισμένος και χωρίς καν να παίρνει ανάσα από την νευρικότητά του.
" Σου είχα πει. Στο είχα ξεκαθαρίσει! Στο είχα γράψει. Δεν ξέρω τι άλλο πια να κάνω με εσένα! Ζήτησα μια φορά την βοήθειά σου και εσύ με αδειάζεις με τον χειρότερο τρόπο γαμώτο!Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι βασίστηκα πάνω σου! "
" Σου είπα... "
" Σκατά μου είπες! Είσαι ή δεν είσαι εκεί! Ξέρω κάθε άλλο ότι μπορείς να ελέγχεις τα πάντα. Και μην μου πεις πως δεν ξέρεις. όπως τύλιξες τον άντρα σου έτσι μπορείς τα τυλίξεις όποιον θέλεις!"
" Αρκετά ά... "
" Όχι δεν άκουσες αρκετά! Ένα σου λέω. Έστω και ακουμπήσει μία τρίχα από τον γιο μου. Έστω μια σε εσένα θα ρίξω το φταίξιμο. Σου είχα πει να τον εμποδίσεις να κατέβει στην Ελλάδα αλλά εσύ τίποτα. Να πας στο μαγαζί του Κυριάκου να το μάθεις μπόρεσες όμως. Και φαντάζομαι τον τρόπο. " φωνάζει. Πλέον η Χαρά έχει καταλάβει με ποιον μιλάει ο Παύλος μάλλον με ποια μιλάει ο Παύλος. Έτσι χωρίς να χάσει χρόνο μπουκάρει μέσα στο δωμάτιο και οι δυο τους μένουν άναυδοι μόλις αντικρίζουν την Χαρά. Η Δέσποινα στέκεται στον λευκό δερμάτινο καναπέ σχεδόν κλαμμένη. Ο Παύλος έχει πετάξει στο πάτωμα ότι έχει και δεν έχει το γραφείο του. Η Χαρά πατάει χαρτιά, στυλό, φακέλους. Προχωράει σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Κοιτάζει την δερμάτινη καρέκλα κοντά στο γραφείο και πετάει κάποια χαρτιά που βρίσκονται πάνω. Κάθεται αναπαυτικά και σταυρώνει τα πόδια της. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και συνεχίζει.
" Περιμένω εξηγήσεις. " ήταν οι μόνες λέξεις που ξεστόμισε. Ο Παύλος πήγε στον τηλεφωνητή και μίλησε με την γραμματέα στην υποδοχή.
" Γιατί δεν με ειδοποιείς γαμώτο προτού έρθει κόσμος! "
" Για ποιον λέτε; "
" Για την γυναίκα που ανέβηκε πάνω λέω! "
" Η κυρία εκείνη ζήτησε τον διευθυντή. Όχι εσάς κύριε Παύλο. " απαντά ξανά. Ο Παύλος κοιτάζει την Χαρά επίμονα. Εκείνη είναι άνετη και καθόλου αγχωμένη. Το μόνο που θέλει εξάλλου είναι εξηγήσεις. Κλίνει το τηλέφωνο και κάθεται στην καρέκλα απέναντί της.
" Γιατί ήρθες; "
" Ήθελα να ζητήσω να σου δώσουν κάποιες μέρες άδεια για να δούμε τον μικρό αλλά από όσο βλέπω τα έχεις όλα κανονισμένα. Σχεδόν όλα δηλαδή. " του λέει και στρέφει το βλέμμα της προς την Δέσποινα.
" Εμένα μην με κοιτάς. Προσπάθησα..." λέει η Δέσποινα. Ο Παύλος σηκώνεται αγανακτησμένος και βάζει τα χέρια του στο κεφάλι. Ο πονοκέφαλος μάλλον τον κάνει να μιλήσει πλέον λογικά.
" Εγώ φταίω για όλα. Εγώ. "
" Πες μου. Μίλα μου. Θέλω να ξέρω ο,τι έχει να κάνει με τον Στρατή Παύλο! "
" Η Δέσποινα. Δηλαδή εγώ, της ζήτησα να μάθει από τον Κυριάκο αν ξέρει τα σχέδια του Ζήση. Μου είπε πως θα κατέβει. Ξέρω ότι ο Κωστής τον είδε. Δεν χρειαζόταν να το κρύψεις. "
" Από τον Κυριάκο; Δέσποινα ακόμα είσαι μαζί του; " ρωτάει.
" Δούλευε στο μαγαζί του. "
" Είχες πει ότι δεν θα το έλεγες Παύλο! "
" Εδώ που φτάσαμε αυτό μου έλειπε τώρα! "
" Και μετά; "
" Της είπα να το αποτρέψει. Να του απαγορεύσει να πατήσει το πόδι του στην Ελλάδα. "
" Αλλιώς; "
" Αλλιώς θα το έλεγε στον Κοσμά. Και σε εσένα. "
" Και εσύ Παύλο βρήκες τον κατάλληλο άνθρωπο για αυτή την βρωμοδουλειά! Θα έδινε το κορμί της για να ικανοποιηθείς εσύ και να μην χάσεις τον εγωισμό σου; "
" Τον εγωισμό μου; "
" Προκειμένου να μην έχει ο Στρατής καμιά σχέση με τον βιολογικό πατέρα του ναι! "
" Εγώ φταίω τώρα που θέλω να προστατεύσω τον γιο μου από αυτό το κτήνος! "
" Έπρεπε να χρησιμοποιήσεις την αδερφή μου για αυτό; "
" Η συζήτηση τελείωσε Χαρά. Προσπάθησα να βοηθήσω. Αν θες. Αν δεν θες καλώς. " της λέει. Μαζεύει κάποια χαρτιά από το πάτωμα και τότε βλέπει την Χαρά να σηκώνεται από την καρέκλα.
" Δεν θέλω Παύλο. Και αν ήθελα να πήγαινα εγώ η ίδια μαζί του για να τον προστατεύσω. Αν η μοίρα το θέλει να τον συναντήσει θα τον συναντήσει. " απαντά. Ρίχνει ένα ψυχρό βλέμμα στην Δέσποινα και φτάνοντας στην πόρτα λέει την τελευταία λέξη της.
" Μην σε δω στο σπίτι το βράδυ. Και εσένα μην σε δω καθόλου. " λέει απευθυνόμενη στην Δέσποινα.
Περισσότερο την πείραξε το γεγονός ότι η αδερφή της τής είπε ψέματα τότε παρά το ότι ο άνδρας της την χρησιμοποίησε. Γιατί άλλο είναι το ψέμα και άλλο η απόκρυψη της αλήθειας.
~ Κρήτη ~
Μια ώρα αργότερα το μαγαζί έκλεισε. Το υγειονομικό είχε κάνει την εμφάνισή του σε όλα τα γύρω μαγαζιά της περιοχής και ζητήθηκε άμεσα οι υπάλληλοι να αποχωρήσουν για να γίνει η δουλειά τους ευκολότερα. Έτσι και αλλιώς δεν είχε πολλή δουλειά οπότε βρήκε την ευκαιρία να πάει λίγο νωρίτερα στο σπίτι και να ετοιμάσει για πρώτη φορά κάτι για την Σαβίνα.
Ίσως του φαινόταν πολύ μυστήρια κοπέλα και παράξενη αλλά αυτό του άρεσε σε εκείνη. Όχι ερωτικά. Έτσι νόμιζε δηλαδή.
Μέχρι που συνειδητοποίησε ότι από το σπίτι του έλειπε κάτι. Κάτι βασικό. Δεν ανησυχούσε για εκείνη αλλά για το τι είναι ικανή να κάνει. Ώσπου αντίκρισε εκείνο το μέρος που συνήθιζε να βάζει την τσάντα της. Έλειπε. Η τσάντα της έλειπε. Δεν ήταν καμία απλή τσάντα ώμου. Άλλα ένα σακβουαγιάζ. Γεμάτο με ρούχα και προσωπικά αντικείμενα. Οπότε και μέχρι στο σούπερ μάρκετ να πήγαινε, αποκλείεται να έπαιρνε μαζί της ολόκληρο το σακβουαγιάζ.
Ο Στρατής κατευθείαν άρπαξε την δική του τσάντα και έφυγε για να την ψάξει. Μέχρι που μια ιδέα ήρθε στο μυαλό του.
" Στο αεροδρόμιο! "
Εκεί θα είναι. Αν την έχει προλάβει δηλαδή. Κάποτε του είχε πει πως θα πήγαινε στο εξωτερικό για να βρει την τύχη της αλλά έτσι αλλοπρόσαλλα γιατί;
Το ταξί τον άφησε ακριβώς απέξω από το αεροδρόμιο. Έτρεχε πανικόβλητος στους διαδρόμους να βρει την Σαβίνα. Στον πανικό του άκουγε παράλληλα και τις πτήσεις μήπως και κάποιο φεύγει για Αμερική. Στις υποδοχές των εισιτηρίων βρισκόταν αμέτρητος κόσμος. Εκεί που υπήρχε μονάχα ένας κύριος μπήκε μπροστά του χωρίς καν να ζητήσει συγνώμη ή να απολογηθεί.
" Εε! Νεαρέ! "
" Μήπως έκλεισαν κάποιο εισιτήριο σήμερα για Αμερική στο όνομα Σαβίνα Στάκα; "
" Δεν βλέπετε πως υπάρχει κόσμος πίσω σας; " λέει η κρύα μεσήλικας που βρίσκεται πίσω από ένα γυάλινο τοιχάκι.
" Βιάζομαι κυρά μου! Πείτε μου! "
" Φεύγει σε μισή ώρα η πτήση της δεσποινίδος. Εσείς ποιος είστε; "
" Ευχαριστώ ευχαριστώ! " λέει ο Στρατής και καθώς γυρνάει με μια απότομη κίνηση, ρίχνει κάτω την βαλίτσα του άνδρα. Το μόνο που κάνει είναι να πάρει την ετικέτα της βαλίτσας και να την δώσει στον άνδρα.
" Ζήσης Μπρουσαλάκης "
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Γεια σας! Ένα ακόμα μεγάλο κεφάλαιο είναι έτοιμο και περιμένει την αγάπη σας!
Μην ξεχάσετε να πατήσετε το αστεράκι κάτω αριστερά και να μου αφήσετε τα σχόλιά σας!
Σας φιλώ!
Σμουτςςς😘😘😘
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top