ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
Την επομένη της δεξίωσης, πριν το πρωινό, οι τρεις αδελφές είχαν συγκεντρωθεί στο δωμάτιο της Κάτιας και έλεγαν τις εντυπώσεις τους από την προηγούμενη βραδιά.
«Λοιπόν, για πες... Τι έκανες με τον Λεωνίδα τόση ώρα που εξαφανίστηκες;» ρώτησε τη δίδυμη της η Μαρία με πονηρό βλέμμα, κατά βάθος όμως ήλπιζε να μην είχε συμβεί τίποτα σοβαρό.
«Εσύ που ξέρεις ότι λείπαμε τόση ώρα; Αφού ήσουν απασχολημένη με τον Μάριο...» ανταπάντησε η Κάτια. Η Μαρία γούρλωσε τα μάτια της.
«Τι;! Κι εσύ που το ξέρεις;»
«Είχαμε πάει με τον Λεωνίδα στον πιο απομονωμένο και όμορφο κήπο του Παλατιού και φιληθήκαμε, αλλά μας διακόψατε εσείς αμέσως μετά.»
«Αλήθεια;! Σε φίλησε;! Για πες, πώς ήταν;» αναφώνησε ενθουσιασμένη η Άντζελα. Η Μαρία ένιωσε να βράζει μέσα της από θυμό και ζήλια, μα συγκρατήθηκε και δεν το έδειξε στις αδελφές της.
«Και που ήσασταν ακριβώς; Γιατί δεν σας είδαμε;» ρώτησε.
«Επειδή, κρυφτήκαμε τη στιγμή που εσείς μπαίνατε στον κήπο. Προλάβαμε να δούμε και να ακούσουμε μόνο μερικά πράγματα, όμως ευτυχώς υπήρχε μια μυστική έξοδος από πίσω μας, από την οποία δραπετεύσαμε.» εξήγησε η Κάτια.
«Πότε συνέβησαν όλα αυτά ρε κορίτσια κι εγώ δεν πήρα είδηση τίποτα;!» αναρωτήθηκε η Άντζελα. «Εσύ Μαρία τι έκανες με τον Μάριο στον κήπο;»
«Τίποτα ολοκληρωμένο.» απάντησε εκείνη τινάζοντας τα μαλλιά της πίσω. «Μόνο φιλιά και διάφορα άλλα. Μωρέ δεν ξέρω, δεν μου βγαίνει να προχωρήσω με τον Μάριο. Δεν νιώθω τίποτα για αυτόν. Αφήστε που είναι ανώριμος σαν παιδάκι ακόμα...»
Και όντως έτσι ήταν. Έκανε ό,τι έκανε με τον Μάριο μόνο και μόνο για να περνάει την ώρα της και θα συνέχιζε, ώσπου να της δινόταν η ευκαιρία να κερδίσει την καρδιά του Λεωνίδα, να την κλέψει μάλλον από την αδελφή της. Το μόνο που έμενε ήταν να βρει ένα τρόπο. Ίσως... αν μαρτυρούσε στη μητέρα τους ότι η Κάτια και ο Λεωνίδας φιλήθηκαν; Όχι, αυτό θα στρεφόταν εναντίον της, γιατί σίγουρα η Κάτια θα καταλάβαινε ότι το είπε αυτή και θα δεν θα την εμπιστευόταν ποτέ ξανά, και ο Λεωνίδας θα τη σιχαινόταν οπότε δεν θα είχε καμία ελπίδα μαζί του. Όχι, έπρεπε να παίξει διπλωματικά. Θα έκανε υπομονή.
«Εσύ, Άντζελα, για πες... Σου κίνησε κανένας από όσους σε φλέρταραν χθες το ενδιαφέρον;» ρώτησε στο μεταξύ η Κάτια.
«Αχ, ναι... Ο Στέφανος...» είπε η Άντζελα με βλέμμα ονειροπόλο. «Είναι καταπληκτικός νεαρός. Είναι ευγενικός, ρομαντικός... Μακάρι να τον ξαναδώ και να γίνει κάτι μεταξύ μας...»
«Στο εύχομαι.» της είπε με ειλικρίνεια η αδελφή της. Τώρα η Μαρία ζήλευε και την Άντζελα. Και οι δύο αδελφές της είχαν αυτόν που ήθελαν, εκτός από την ίδια.
«Τέλος πάντων.» είπε και σηκώθηκε, μην αντέχοντας άλλο τους ρομαντισμούς. «Πάω να ντυθώ και να ετοιμαστώ για το πρωινό.»
«Ναι, κι εγώ. Θα τα πούμε στην τραπεζαρία, Κάτια.» είπε η Άντζελα και ακολούθησε την αδελφή της έξω απ' το δωμάτιο.
Η Κάτια ξάπλωσε πάλι προς τα πίσω χαμογελώντας ευτυχισμένη. Το φιλί με τον αγαπημένο της επανήλθε στο μυαλό της και μπορούσε ακόμα να νιώσει τα χείλη του επάνω στα δικά της. Δεν μπορούσε να το πιστέψει! Ο Λεωνίδας τη φίλησε και της είπε πως την αγαπάει!
Ντύθηκε και κατέβηκε στο πρωινό, όπου ο αγαπημένος της έλαμπε και αυτός ολόκληρος από ευτυχία και χαμογέλασε πλατιά μόλις άκουσε τη φωνή της να λέει «Καλημέρα».
Μετά το πρωινό, ο Αλέξανδρος ζήτησε να μιλήσει στον μεγαλύτερο γιο του και πήγαν κάπου ιδιαιτέρως.
«Σε ακούω, πατέρα.» είπε ο Λεωνίδας.
«Λοιπόν, γιε μου, έπεσε στην αντίληψη μου το φλερτ ανάμεσα σε εσένα και στην Πριγκίπισσα Κάτια. Και χθες λείπατε και οι δυο για πολλή ώρα απ' το παλάτι. Τι συμβαίνει μεταξύ σας;» Ο Λεωνίδας σάστισε.
Δηλαδή ο Μάριος και η Μαρία δεν έλειπαν τόση ώρα; Για αυτούς γιατί δεν λες τίποτα; Ήθελε να του πει, μα συγκρατήθηκε. Δεν ήθελε να καρφώσει τον αδελφό του, ότι κι αν συνέβη χθες βράδυ με την αδελφή της Κάτιας.
«Τίποτα δεν συμβαίνει.» απάντησε ψύχραιμος. «Γιατί, δεν μπορεί κανείς να κάνει παρέα με τα αδέλφια του;»
«Ναι, να κάνει. Όμως εσείς έχετε έρθει υπερβολικά κοντά. Όλοι το βλέπουν και χθες στη δεξίωση σας σχολίαζαν όταν φύγατε. Μια τέτοια συμπεριφορά δεν είναι σωστή, και ιδιαίτερα τη στιγμή που απομακρύνεις την πριγκίπισσα Κάτια από νέες πιθανές γνωριμίες.» Ο Λεωνίδας σφίχτηκε μέσα του. Νέες γνωριμίες; Αποκλείεται! Κανένας δεν θα έπαιρνε την Κάτια του!
«Εντάξει, πατέρα.» είπε παρόλα αυτά. «Δεν θα επαναληφθεί.»
«Πρόσεχε, Λεωνίδα. Αν τρέφεις αισθήματα για την αδελφή σου, να ξέρεις ότι αυτό είναι άρρωστο. Είμαστε μια οικογένεια εδώ με αυστηρούς κανόνες και οποιαδήποτε ερωτική σχέση ανάμεσα σε αδέλφια απαγορεύεται. Δεν θα διστάσω να σας στείλω στην κρεμάλα αν αντιληφθώ ότι κάνατε οτιδήποτε ερωτικό. Έγινα κατανοητός;»
«Μάλιστα, πατέρα.» απάντησε απρόθυμα εκείνος σκύβοντας το κεφάλι.
«Μπορείς να πηγαίνεις τώρα.»
Ο Λεωνίδας έφυγε νευριασμένος και πληγωμένος.
«Τον ηλίθιο!» φώναζε λίγη ώρα μετά, στο δωμάτιο του Κωνσταντίνου, όταν του εξομολογήθηκε τι έγινε χθες με την Κάτια και τη συζήτηση με τον πατέρα τους σήμερα. «Ποιος νομίζει ότι είναι, που θέλει να μου δημιουργήσει τύψεις για κάτι τόσο όμορφο! Δηλαδή εκείνος που πέταξε τη μαμά έξω απ' το Παλάτι επειδή ερωτεύθηκε την Ανθή είναι καλύτερος;!» Ο Κωνσταντίνος δεν έλεγε τίποτα. Τον άφησε μόνο να ξεσπάσει. Και όταν εκείνος σταμάτησε το μονόλογο και κάθισε δίπλα του, έβαλε το χέρι του αδελφικά στον ώμο του.
«Ηρέμησε, αδελφέ.» του είπε. «Κάποια λύση θα βρεθεί. Πάντως να ξέρεις πως ότι και αν κάνετε με την Κάτια, εγώ θα είμαι δίπλα σας.»
«Δεν υπάρχει άλλη λύση, Κωνσταντίνε.» είπε ο Λεωνίδας δακρυσμένος. «Πρέπει να το τελειώσω.»
Τις επόμενες ημέρες που ακολούθησαν, ο Λεωνίδας απέφευγε συστηματικά την Κάτια. Δεν άντεχε να της πει ότι δεν μπορούσαν να είναι μαζί. Εκείνη είχε πληγωθεί. Γιατί δεν ήθελε να τη φιλήσει ξανά, γιατί της αρνιόταν να πάνε για μια βόλτα και γιατί δεν ήθελε έστω να μιλήσουν; Μήπως εκμεταλλεύτηκε τα αισθήματα της για ένα φιλί; Μήπως δεν του άρεσε; Και το Σ' αγαπώ που της είπε; Ήταν ψεύτικο; Όχι, δεν μπορούσε να το δεχθεί. Έπρεπε να μάθει τι συνέβαινε.
Ένα βράδυ, ο Λεωνίδας χτυπούσε με το σπαθί του με μανία μία ειδικά κούκλα προπόνησης που υπήρχε στην αίθουσα προπόνησης αποκλειστικά για αυτόν τον σκοπό. Είχε περάσει μια εβδομάδα τώρα που δεν είχαν μιλήσει με την Κάτια, δεν την είχε αγγίξει, δεν την είχε φιλήσει ξανά μετά το πρώτο τους φιλί και κόντευε να τρελαθεί, έτσι ξεσπούσε όλη του την οργή για τον πατέρα του που τους χώρισε στην προπονητική κούκλα, λες και βρισκόταν σε πόλεμο και έσφαζε τον εχθρό. Είχε ζεσταθεί και είχε βγάλει το πουκάμισο του, μένοντας γυμνός από τη μέση και πάνω.
Σε αυτή την κατάσταση τον βρήκε η Μαρία, η οποία έμαθε πως βρισκόταν εκεί και σκέφτηκε ότι ήταν η ευκαιρία της να τον πλησιάσει, τώρα που για κάποιο λόγο είχαν απομακρυνθεί με την αδελφή της. Κοίταξε με θαυμασμό τις γυμνασμένες πλάτες του που γυάλιζαν απ' τον ιδρώτα και για λίγο έμεινε άφωνη και ένιωσε να ανάβει φωτιά μέσα της, ειδικά έτσι όπως χειριζόταν το σπαθί με τα δυνατά του χέρια και χτυπούσε τον ψεύτικο εχθρό, ακόμα και χωρίς να βλέπει.
«Λεωνίδα;» είπε τελικά.
«Τι θες;» ρώτησε εκείνος πετώντας στο πάτωμα το σπαθί με νεύρα.
«Η Μαρία είμαι.»
«Το ξέρω. Οι φωνές σας διαφέρουν. Της Κάτιας είναι πιο ήρεμη και απαλή.» Η Μαρία απόρησε. Τι στο καλό; Όλοι μπέρδευαν μέχρι και τις φωνές τους και αυτός ήταν ο μόνος που τις ξεχώριζε; Μα πως;
«Τι συνέβη με την αδελφή μου; Χωρίσατε;» τον ρώτησε πλησιάζοντας αργά.
«Δεν είχαμε και τίποτα, έτσι κι αλλιώς.» της απάντησε έχοντας σκυμμένο το κεφάλι του.
«Α, ναι; Δηλαδή δεν ένιωθες τίποτα για εκείνη;»
«Είμαστε αδέλφια.» είπε. Αυτό θα ήταν και το δύσκολο κομμάτι. Αφού θεωρούσε πλέον την Κάτια αδελφή του, άρα θα θεωρούσε και την ίδια. Κάτι θα σκεφτόταν να κάνει και για αυτό. Ο Λεωνίδας γύρισε προς το μέρος της και τότε η Μαρία θαύμασε και τη μπροστινή του μεριά, το στέρνο του και τους μύες της κοιλιάς του. Άραγε η Κάτια τον είχε δει ημίγυμνο;
Δεν νομίζω! Είπε από μέσα της κάνοντας αέρα με τα χέρια της. Τουλάχιστον σε αυτό εγώ έχω την πρωτιά.
Ο Λεωνίδας έσκυψε και σήκωσε το μπαστούνι του από το πάτωμα εκεί όπου το είχε αφήσει, έπειτα ψηλαφώντας με αυτό βρήκε το πουκάμισο του και το σπαθί και αφού ντύθηκε ξανά- προς μεγάλη απογοήτευση της Μαρίας- έβαλε το σπαθί στη θήκη του και το άφησε δίπλα στην κούκλα.
«Πάντως, αν θες να μιλήσεις σε κάποιον, ή να απλά αν θες παρέα γενικά, να ξέρεις ότι είμαι διαθέσιμη.» του είπε.
«Ευχαριστώ, αλλά έχω και δύο αδελφούς στους οποίους να μπορώ να μιλήσω και να κάνω παρέα. Έναν δηλαδή, γιατί ο άλλος ξέρω ότι στα λέει όλα.» της είπε εννοώντας φυσικά τον Μάριο και βγήκε από την αίθουσα, αποστομώνοντας την. Η Μαρία βγήκε κι εκείνη νευριασμένη και κίνησε για το δωμάτιο της.
*****************************
Πω πω νεύρα η Μαρία που δεν μπορεί να τον έχει... Εσείς τι λέτε; Θα καταφέρει τελικά να τους χωρίσει, ή το αγαπημένο μας ζευγαράκι θα ζήσουν κι άλλες ρομαντικές στιγμές, έστω και για λίγο, μέχρι η συγγραφέας να τους το διαλύσει εντελώς; Αξίζει να ρισκάρουν την αγάπη τους με κίνδυνο τη ζωή τους; Και τι θα γίνει με την Άντζελα; Θα έχει νέα από τον Στέφανο; Αυτά κι άλλα πολλά στο επόμενο κεφάλαιο!!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top