ΚΕΦΑΛΑΙΟ 33

Αφιερωμένο στην Lovenovel_99. Σε ευχαριστώ για τους ψήφους και τη στήριξη και ελπίζω να σου αρέσει και αυτό το κεφάλαιο ❣

Ελαφρώς ακατάλληλες σκηνές στο παρόν κεφάλαιο!!

*******************************

Η μέρα του γάμου και της στέψης είχε φτάσει. Το νέο σχετικά με την επιστροφή της όμορφης Πριγκίπισσας Κάτιας άρχισε να διαδίδεται σε όλο το βασίλειο και όλοι ήταν πολύ χαρούμενοι που θα είχαν επιτέλους έναν τόσο άξιο βασιλιά και μια καλόκαρδη βασίλισσα να τους κυβερνούν.

Ο Λεωνίδας έβλεπε πλέον πεντακάθαρα και ήταν πολύ χαρούμενος και ενθουσιασμένος με αυτό. Πάρα τα πρώτα κρύα του Βορρά που είχαν αρχίσει και σύντομα θα χιόνιζε, έκαναν συνεχώς βόλτες στους κήπους με την αγαπημένη του Κάτια, όπως παλια, και παρατηρούσε τα πάντα γύρω του αποτυπώνοντας κάθε λεπτομέρεια, εκτιμώντας το γεγονός ότι τώρα πια έβλεπε κάθε θαύμα της φύσης και το απολάμβανε και με την όραση του εκτός από τις άλλες του αισθήσεις. Το ίδιο και εκείνη. Το πρόσωπό της, που δεν χόρταινε να το κοιτάζει. Τα χείλη της που δεν χόρταινε να τα φιλάει. Η Κάτια του εξακολουθούσε να είναι λίγο ψυχρή και μελαγχολική πολλές φορές, όμως δεν τον πειράζε αυτό. Θα τη βοηθούσε να τα ξεπεράσει όλα με τον καιρό.

Σε μια λαμπερή τελετή στη βασιλική εκκλησία, ενώθηκαν για δεύτερη φορά με τα ιερά δεσμά του γάμου και κατά τη διάρκεια της, ο Λεωνίδας έριχνε συνεχώς κλέφτες ματιές στην αγαπημένη του και χαμογελούσαν ο ένας στον άλλον ευτυχισμένοι. Για τη Μαρία βέβαια, που ήταν η πρώτη φορά που τον παντρευόταν, αυτή ήταν μια μεγάλη νίκη απέναντι στην αδελφή της. Το μόνο που την αγχώνε ήταν η πρώτη νύχτα του γάμου που θα έπρεπε να δεχθεί το άγγιγμα του, όμως εφόσον θα περνούσε την υπόλοιπη ζωή της ως βασίλισσα, μέσα στα πλούτη, στις περιποιήσεις και με όση αγάπη είχε στερηθεί τόσο καιρό, άξιζε να πιέσει τον αυτό της να κάνει αυτή τη θυσία. Και αν η αληθινή Κάτια επέστρεφε ποτέ, θα την έβγαζε ψεύτρα και θα έπειθε τον άντρα της να την οδηγήσει στην εκτέλεση, προτού προλάβει να τους δείξει το σημάδι το οποίο θα κατέστρεφε τα πάντα.

Αυτό ήταν! Η τελετή τελείωσε. Ήταν πλέον γυναίκα του Λεωνίδα και σύντομα θα γινόταν βασίλισσα. Το πρόσωπό της έλαμπε από ένα χαμόγελο ευτυχίας όσο βάδιζαν με την πολυτελή άμαξα στο Παλάτι για να γίνει η στέψη, χαιρετούσε το λαό από όπου περνούσαν, όπως θα έκανε στα αλήθεια η Κάτια, παρόλο που τους μισούσε όλους κατά βάθος, επειδή αυτά τα δύο χρόνια είχε γνωρίσει όλη την κακία και τη βρομιά τους.

Η στέψη τους έγινε με μεγάλες τιμές, σαν να ήταν θεοί. Ο Στρατηγός υποκλίθηκε και φόρεσε το στέμμα του πατέρα του στον Λεωνίδα, έπειτα με το χρυσό του σπαθί τον έστεψε βασιλιά και το ίδιο έκανε και με τη Μαρία στην οποία φόρεσε το στέμμα της μητέρα της. Στη συνέχεια βγήκαν οι δύο τους έξω, στον εξώστη του πρώτου ορόφου. Πλήθος κόσμου είχε μαζευτεί στον κήπο και πιο έξω απ' το Παλάτι, οι οποίοι αποθέωσαν το βασιλικό ζεύγος μόλις βγήκε.

"Συμπολίτες μου!" Ξεκίνησε το λόγο του ο Λεωνίδας και οι πολίτες ζητωκραύγασαν, γιατί κανένας άλλος βασιλιάς δεν τους είχε αποκάλεσει συμπολίτες του. "Για πολύ καιρό, το βασίλειο μας έμεινε χωρίς βασιλιά, μετα τη φυγή της βασίλισσας Ανθής. Πολλά σκοτεινά πράγματα συνέβησαν, και εξαιτίας αυτών ορισμένα πολύ σημαντικά θέματα του βασιλείου έμειναν πίσω. Τώρα όμως, εφόσον εγώ, ως ο νέος Βασιλιάς του Βορρά και έχοντας πλέον ξαναβρεί την όραση μου, να είστε σίγουροι ότι θα τα φτιάξω όλα! Και με τη Βασίλισσα Κάτια στο πλάι μου, την οποία είχα χάσει αλλά την ξαναβρήκα," σε αυτό το σημείο της έριξε μια τρυφερή μάτια όλο υποσχέσεις και εκείνη του χαμογέλασε, "Θα κυβερνάμε το Βασίλειο του Βορρά με αγάπη και δικαιοσύνη!" Το πλήθος χειροκρότησε με περισσότερη συγκίνηση. Ο Λεωνίδας ετοιμάστηκε για το μεγάλο φινάλε του λόγου, το οποίο δεν σκόπευε να το πει, αλλά η αποθέωση και το πρωτόγνωρο αίσθημα της εξουσίας τον συνεπήραν:

"Και όταν εξόντωσω εκείνους τους εχθρούς του στέμματος, τους δολοφόνους του πατέρα μου και των αδελφών μου, τα σύνορα θα ανοίξουν ξανά, και μια νέα εποχή θα ξεκινήσει για το βασίλειο μας! Μια εποχή ειρήνης και ασφαλείας για όλους!" Φώναξε με πάθος τα τελευταία λόγια και ο λαός πανηγύρισε και χειροκρότησε δυνατότερα από πριν. Η Μαρία ήξερε καλά ότι στους εχθρούς στους οποίος αναφερόταν βρισκόταν και η ίδια και για λίγο αυτά τα λόγια της προκάλεσαν φόβο. Όμως τώρα εκείνη ήταν πλέον η Κάτια, και η αληθινή Κάτια θα καταδικάζονταν σαν την έβρισκαν. Οπότε δεν υπήρχε λόγος να ανησυχεί, τουλάχιστον προς το παρόν.

Όλοι σχεδόν οι πολίτες είχαν εμπιστευθεί ήδη τον νέο τους βασιλιά, ο λόγος αυτός τους ενέπνευσε και οι περισσότεροι ήξεραν ότι ο Βασιλιάς Λεωνίδας θα ήταν περισσότερο με το μέρος του λαού από ότι ήταν ο πατέρας του, που δεν ασχολούταν καθόλου μαζί τους, παρά μόνο με τους ευγενείς και με όσους απέφεραν κέρδος στο κράτος. Για αυτόν ακριβώς το λόγο είχε κερδίσει τόσους εχθρούς.

Ακολούθησε δεξίωση στη Μεγάλη Αίθουσα, όπου η Μαρία ένιωσε σαν να πετάει στα σύννεφα καθώς χόρευε με τον Λεωνίδα. Μετά από λίγο, κάθισαν να ξεκουραστούν και τους πλησίασε η Λουκία, η πρώην γυναίκα του Αλέξανδρου και μητέρα του Λεωνίδα.

Ωχ... Αυτή μας έλειπε τώρα! Είπε από μέσα της η Μαρία. Λες να με καταλάβει;

"Κάτια, κορίτσι μου...!" Αναφώνησε όμως εκείνη και τη φίλησε στα δύο της μάγουλα. "Πόσο χαίρομαι που επέστρεψες... Ο γιος μου ήταν έτοιμος να πέσει να πεθάνει σαν έφυγες."

"Κι εγώ είμαι χαρούμενη που σας ξαναβλέπω και είστε καλά, κυρία Λουκία." Της απάντησε παίζοντας το ρόλο της ντροπαλής Κάτιας άψογα.

"Σε παρακαλώ, λέγε με μητέρα." Της είπε εκείνη κλείνοντας της το μάτι και η Μαρία χαμογέλασε δήθεν ντροπαλά.

"Λεωνίδα, παιδί μου... Πόσο χαίρομαι για εσάς..." στράφηκε στο γιο της έπειτα. "Είμαι σίγουρη ότι θα κυβερνήσετε δίκαια και με συνέπεια το βασίλειο."

"Ευχαριστώ, μητέρα." Της απάντησε. "Θα κάνω ότι καλύτερο μπορώ για το λαό μου, αν και με την Κάτια στο πλάι μου όλα θα είναι πιο εύκολα." Και έριξε μια τρυφερή μάτια στη γυναίκα του.

"Η αδελφή σας που είναι; Η Πριγκίπισσα Λίζα;" απόρησε έπειτα. "Δεν την είδα καθόλου στο γάμο, αλλά ούτε και στη στέψη. Δεν ήρθε;"

"Ένιωσε μια μικρή αδιαθεσία και έμεινε στο δωμάτιο της." Ανέλαβε να απαντήσει ο Λεωνίδας.

Στο μεταξύ η Λίζα, κλειδωμένη στο δωμάτιο της, ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι και χαμένη στις σκέψεις της σχετικά με το αβέβαιο μέλλον που τους περίμενε από εδώ και πέρα. Όλα είχαν τελειώσει. Ο αδελφός της είχε παντρευτεί τη Μαρία πιστεύοντας ότι ήταν η Κάτια. Ένιωθε πιο μόνη από ποτέ.

Η δεξίωση τελείωσε και το άγχος της Μαρίας επέστρεψε καθώς βάδιζε πλάι στον Λεωνίδα προς τη βασιλική κρεβατοκάμαρα για την πρώτη νύχτα του γάμου τους. Ήξερε ότι αυτή τη φορά, δεν θα κατάφερνε να αποφύγει το άγγιγμα του. Και αν δεν ήθελε να την υποπτευθεί πάλι, θα έπρεπε να το υποστεί.

Η κρεβατοκάμαρα είχε στολίστει με λευκό τούλι παντού, ακόμα και απ' τον ουρανό του τεράστιου κρεβατιού κρεμόταν και αναμμένα αρωματικά κεριά παντού. Οι υπηρέτες την είχαν ετοιμάσει ειδικά για το νιόπαντρο βασιλικό ζεύγος.

Μπαίνοντας, ο Λεωνίδας την έκλεισε κατευθείαν στην αγκαλιά του.

"Περίμενα καιρό αυτή τη στιγμή..." Είπε και την κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια, σαν να προσπαθούσε να καταλάβει τι του έκρυβε. "Κάτια μου..." Τα χείλη του διεκδίκησαν τα δικά της με πάθος που η Μαρία πάλευε να προσποιηθεί ότι ανταποκρινόταν σε αυτό. Σύντομα χαλάρωσε και αφέθηκε, και για λίγο πίστεψε ότι θα μπορούσε να τα καταφέρει. Τον άφησε να της βγάλει αργά το νυφικό, το οποίο πήρε αρκετή ώρα γιατί είχε αρκετά κουμπιά και κορδέλες. Την ξάπλωσε στο κρεβάτι με τα εσώρουχα, ενώ εκείνος φορούσε ακόμα όλα του τα ρούχα.

"Κάνε κι εσύ κάτι, αγάπη μου. Όλα εγώ θα τα κανω;" αστειεύτηκε κοιτάζοντας την και γελώντας ελαφρώς.

Προσποίηση, Μαρία! Είσαι η Κάτια! Έλεγε μέσα της και προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό της για αυτό. Με γρήγορες κινήσεις τον βοήθησε κι αυτόν να βγάλει τα ρούχα του, κι έπειτα εκείνος της αφαίρεσε το επάνω εσώρουχο και κοίταξε με θαυμασμό το στήθος της. Η καρδιά της πήγαινε να σπάσει, όχι από την προσμονή αλλά από το φόβο. Καθώς εκείνος ταξίδευε με τα χείλη του προς τα κάτω στο κορμί της, έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να αφεθεί.

Σύντομα έμειναν ολόγυμνοι και η Μαρία είχε παραδοθεί στα φιλιά του και στα χάδια του, και όφειλε να παραδεχτεί ότι ήταν πολύ καλός σε αυτό! Η αδελφή της ήταν πολύ τυχερή που τον είχε και πολύ χαζή που έφυγε μακριά.

Όταν όμως μπήκε μέσα της, οι εικόνες απ' το βιασμό της επανήλθαν σαν ζωντανοί εφιάλτες στο μυαλό της, όλα όσα της είχε κάνει το τέρας εκείνο, ο πατέρας του άντρα με τον οποίο βρισκόταν τώρα. Δεν έβλεπε πλέον μπροστά της το γεμάτο έρωτα βλέμμα του Λεωνίδα, αλλά το γεμάτο λύσσα βλέμμα του Αλέξανδρου. Το κορμί της σφίχτηκε και έστρεψε τη μάτια της αλλού περιμένοντας να τελειώσει αυτό το μαρτύριο και να παλεύει με νύχια και με δόντια να μην ουρλιάξει.

Ξαφνικά, ο Λεωνίδας σταμάτησε. Κάτι συνέβαινε με την Κάτια του, ήταν σίγουρος. Δεν έδειχνε να το απολαμβάνει, αντιθέτως έμοιαζε σαν να υπέφερε από την ένωση τους, σαν το κορμί της να μην τον δεχόταν πια.

"Μα...Εσύ είσαι έτοιμη να βάλεις τα κλάματα. Τι συμβαίνει;" τη ρώτησε λαχανιασμένος. Η Μαρία δεν άντεξε και άφησε τα δάκρυα της να τρέξουν. Δεν είχε νόημα να κρυφτεί τώρα πια. Μπορούσε όμως να δικαιολογήσει τη συμπεριφορά της.

"Συγνώμη, δεν μπορώ..." ψέλλισε. Ο Λεωνίδας πήρε μια ανάσα και ξάπλωσε δίπλα της, ενώ η Μαρία ανασήκωσε τον κόρμο της και σκέπασε τη γύμνια της με τα σεντόνια, κλαίγοντας πλέον ανεξέλεγκτα.

"Τι σου έκαναν, Κατια;" τη ρώτησε ανήσυχος.

"Συγνώμη, αγάπη μου..." Είπε εκείνη ανάμεσα στους λυγμούς της. "Μου συνέβησαν φριχτά πράγματα κατά τη διάρκεια της αυτοεξορίας μου, για τα οποία δεν θέλω να μιλήσω. Συγχώρεσε με... Δεν ήθελα να σε πληγώσω..."

Ο Λεωνίδας ανασηκώθηκε και την αγκάλιασε τρυφερά.

"Θα με πληγώσεις μόνο την ημέρα που θα αρνηθείς την αγάπη μου." Της είπε. "Ελπίζω αυτή η μερα να μην έρθει ποτέ, βέβαια. Και όταν νιώσεις έτοιμη, εγώ θα είμαι εδώ να μου μιλήσεις. Μην ανησυχείς. Θα τα ξεπεράσουμε μαζί όλα. Μη φοβάσαι." Της έλεγε καθώς εκείνη έκλαιγε στην αγκαλιά του. Τα δάκρυα της ήταν αληθινά για αυτό που της συνέβη, και ένιωσε μεγάλη ανακούφιση που ο Λεωνίδας δεν συνέχισε και έδειξε τόση κατανόηση.

Αφού ηρέμησε κάπως και οι λυγμοί καταλαγιάσανε, ο Λεωνίδας σηκώθηκε, πήγε στην ντουλάπα και αφού έβγαλε ένα σετ πιτζάμες για τον ίδιο, έδωσε στη γυναίκα του ένα νυχτικό να το φορέσει. Ξάπλωσε και την πήρε στην αγκαλιά του τρυφερά.

"Μην ανησυχείς. Δεν πρόκειται να σε πιέσω να ξανακάνουμε έρωτα... Μου φτάνει που είσαι εδώ, σε αγγίζω και σε βλέπω." Της είπε. Η Μαρία έγειρε στο στήθος του και εκείνη τη στιγμή, κατάλαβε πως θα ήταν δυστυχισμένη μαζί του. Γιατί μπορεί να απέκτησε όλα όσα ονειρευόταν, αλλά το τίμημα που θα έπρεπε να πληρώσει ήταν πολύ ακριβό.

Το πρώτο πράγμα που φρόντισε ο Λεωνίδας την πρώτη κιόλας ημέρα της βασιλείας του ήταν φυσικά οι μυστικοί εχθροί που έπρεπε να εξοντώσει, παρόλο που εδώ και δύο χρόνια δεν είχε γίνει άλλη δολοφονία η απόπειρα δολοφονίας  μέσα στο Παλάτι. Όμως έπρεπε να βεβαιωθεί για την ασφάλεια τη δική του, της γυναίκας του και της αδελφής του.

Θυμήθηκε τη συζήτηση που έκαναν κάποτε με τον αδελφό του τον Κωνσταντίνο, καθώς πήγαιναν για τον μυστικό τους γάμο με την Κάτια. Ο Κωνσταντίνος τους έλεγε για τους λεγόμενους κατασκόπους, ένα στράτευμα που υπήρχε κάποτε στα χρόνια του Μεσαίωνα στα Πέντε Βασίλεια. Αν επανέφερε αυτό το σύστημα, θα έστελνε κατασκόπους παντού και εκείνοι θα παρακολουθούσαν πιθανούς εχθρούς και θα τους εκτελούσαν στα κρυφά πριν προλάβουν να βλάψουν κάποιο από τα μέλη της βασιλικής οικογένειας. Ο αρχηγός τους, που θα ήταν ο καλύτερος από όλους, θα ήταν επίσης ο προσωπικός του κατάσκοπος και το δεξί του χέρι, ένα άτομο έμπιστο το οποίο θα φρόντιζε για τα περισσότερα θέματα ασφάλειας μέσα στο Παλάτι και για την εκπαίδευση των υπολοίπων. Το συζήτησε με τον στρατηγό Διονύση και εκείνος τον διαβεβαίωσε πως ήταν μεν μια πολύ καλή ιδέα, αλλά θα ήταν πολύ δύσκολο να υλοποιηθεί.

"Αξίζει να δοκιμάσουμε." Είπε ο Λεωνίδας και τον  διέταξε να βρει τους καλύτερους στρατιώτες του, άτομα ευέλικτα, που μπορούσαν να περνούν απαρατήρητοι στο πλήθος, και να τους εκπαιδεύσει σύμφωνα με τις οδηγίες του. "Θα επιβλέπω κι εγώ την εκπαίδευση μαζί σου," του είπε, "και όσοι την περάσουν θα γίνουν οι πρώτοι κατάσκοποι στο Νέο Σώμα, όπως θα ονομαστεί. Θα τους παρέχουμε αρχηγείο και δωρεάν γεύματα στους χώρους του Παλατιού. Έπειτα ο καλύτερος από αυτούς θα οριστεί αρχηγός τους."

"Μάλιστα, Μεγαλειότατε." Συμφώνησε ο στρατηγός. "Ελπίζω να πετύχει."

"Είναι η μόνη μας ελπίδα να παραμείνουμε ασφαλείς. Δεν θέλω να ξαναζήσω όσα ζήσαμε πριν από δύο χρόνια. Ήσουν μάρτυρας σε όλα αυτά, θυμάσαι τι περάσαμε. Για αυτό εχε μου εμπιστοσύνη και κάνε όπως σου είπα. Συγκέντρωσε οσους στρατιώτες σου πιστεύεις ότι πληρούν τις προϋποθέσεις και θα μιλήσουμε παλι αύριο."

"Όπως επιθυμείτε, Μεγαλειότατε. Σας εμπιστεύομαι απόλυτα." Είπε ο Στρατηγός, που του μιλούσε πάντα με σεβασμό κι ευγένεια παρόλο που τον είχε σαν γιο του, και έφυγε για να ξεκινήσει να εκτελεί τις εντολές του, ενώ ο Λεωνίδας πήγε στο γραφείο του και άρχισε να καταστρώνει σχέδια για την εκπαίδευση των κατασκόπων.

Ήλπιζε να στέκοταν αντάξιος των προσδοκιών του λαού και να γινόταν ένας ακόμα καλύτερος βασιλιάς απ' τον πατέρα του, αλλά και περισσότερο αγαπητός απ' τον λαό και να μην έκανε νέους εχθρούς. Όμως με την Κάτια στο πλάι του, ήταν σίγουρος ότι θα κατάφερνε πολλά.

********************

Τραγική ειρωνεία , ε; Ο Λεωνίδας νομίζει πως έχει την Κάτια στο πλάι του και μόνο η Λίζα δεν την πιστεύει. Πώς θα κυλήσουν άραγε τα επόμενα χρόνια της διακυβέρνησης τους μαζί; Και η αληθινή Κάτια σε τι κατάσταση βρίσκεται στον Νότο μετά την εγκατάλειψη και τη φυγή του Νικου; Αυτό θα το δούμε στο επόμενο κεφάλαιο!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top