ΚΕΦΑΛΑΙΟ 20

Προσοχή! Σκηνή σεξουαλικής κακοποίησης στο συγκεκριμένο κεφάλαιο. Διαβάζετε με δική σας ευθύνη! Δεν σκόπευα να κάνω σποιλερ αλλά οφείλω σαν συγγραφέας να προειδοποίησω!!

*********************************

Είχαν περάσει τρεις μέρες από την ημέρα που η Κάτια εξαφανίστηκε μυστηριωδώς και η βασιλική οικογένεια είχε αρχίσει να χάνει τις ελπίδες τους να τη βρουν. Ο Αλέξανδρος είχε στείλει ανθρώπους σε όλο το βασίλειο να ψάξουν για αυτήν, αλλά δεν είχε βρεθεί κανένα ίχνος της. Τι να απέγινε άραγε η Κάτια; Την απήγαγαν, η το έσκασε, μην αντέχοντας την πίεση του παράνομου έρωτα της με τον Λεωνίδα; Όλοι αναρωτιούνταν συνεχώς και είχαν μεγάλη αγωνία, εκτός από τον Αλέξανδρο. Ο Αλέξανδρος ήξερε πολύ καλά για ποιο λόγο το είχε σκάσει αυτό το ανόητο κοριτσάκι, για να γλιτώσει από τον ίδιο. Τόσο χαζή ήταν! Προτίμησε να τα παρατήσει όλα και να φύγει, απ' το να μείνει και να αντιμετωπίσει το ανεξέλεγκτο πάθος του για εκείνη. Τόσο φοβητσιάρα!

Η Ανθή είχε πέσει σε βαριά κατάθλιψη και έκλαιγε συνεχώς. Πίστευε πως εκείνη και ο Αλέξανδρος ήταν υπεύθυνοι. Ότι την είχαν πιέσει και δεν άντεξε άλλο.

"Αχ, ας γυρίσει το κοριτσάκι μου και θα βρεθεί λύση για όλα. Εγώ θα αποδεχθώ τη σχέση σας και θα προσπαθήσω να πείσω τον πατέρα σου, Λεωνίδα μου. Φτάνει να βρεθεί, Θεέ μου..." είπε με απελπισία στον θετο γιο της, την τρίτη ημέρα της εξαφάνισης. Ο Λεωνίδας δεν απάντησε. Σηκώθηκε αμίλητος και με τη βοήθεια του μπαστουνιού του ως συνήθως πήγε να κλειστεί στο δωμάτιο του.

"Θα του μιλήσω εγώ αργότερα, Ανθή." Την καθησύχασε ο Κωνστάντινος. "Έχεις δίκιο. Προέχει να βρεθεί η Κάτια και όλα τα άλλα διορθώνονται."

Μωρέ, ας γυρίσει και θα την περιποιηθώ εγώ καλά. Είπε από μέσα του ο Αλέξανδρος.

Ξαφνικά, η Άντζελα άρχισε να μη νιώθει καλά. Ένιωσε έναν δυνατό πόνο στο κεφάλι της και ζαλισμένη κάθισε στον πιο κοντινό καναπέ.

"Άντζελα;" Η Ανθή και ο Κωνστάντινος έτρεξαν αμέσως κοντά της.

"Τι έπαθες, κόρη μου;" αναρωτήθηκε η Ανθή.

"Τίποτα, απλά μια ζαλάδα ήταν..." είπε εκείνη, όμως πραγματικά δεν έπειθε η απάντηση της. Φαινόταν κατάχλομη.

"Έλα." Της είπε ο Κωνστάντινος. "Πάμε να ξαπλώσεις. Πέρασες πολύ στεναχώρια αυτές τις μέρες με την αδελφή σου." Τη βοήθησε να σηκωθεί και κίνησαν αργά προς το δωμάτιο της, ενώ εκείνη περπατούσε με το ζόρι. Η Ανθή τους συνόδευσε. Μόνο η Μαρία παρέμεινε ατάραχη στο σαλόνι, ενώ ο Αλέξανδρος, αφού της έριξε μια ματιά κάπως περίεργη, στην οποία η Μαρία δεν έδωσε σημασία γιατί αλλού βρισκόταν το μυαλό της, έφυγε κι αυτός.

Μια περίεργη ιδέα της είχε καρφωθεί στο μυαλό, μια τρελή ιδέα. Κι αν η Κάτια δεν επέστρεφε ποτέ; Κι αν τότε εκείνη παρίστανε τη δίδυμη αδελφή της, έπαιρνε τη θέση της και κέρδιζε έτσι τον Λεωνίδα; Ήταν πραγματικά ένα πολύ ριψοκίνδυνο σχέδιο που, αν πετύχαινε, όχι μόνο θα είχε τον άντρα που ποθούσε από την πρώτη στιγμή, αλλά πολύ περισσότερο θα ήταν η Κάτια, το καλό και ήσυχο εκείνο κορίτσι που όλοι συμπαθούσαν. Για να γίνει αυτό όμως, έπρεπε να γίνουν κάποια πράγματα πρώτα. Για αρχή, θα έπρεπε και η ίδια να εξαφανιστεί, να κάνει κάποιες αλλαγές ώστε να μοιάσει ακόμα περισσότερο στην Κάτια, ώστε να τους πείσει, με την επιστροφή της, ότι ήταν εκείνη η Κάτια. Το μόνο που ήλπιζε ήταν να μην επιστρέψει η αληθινή σύντομα.

Ο Κωνσταντίνος και η Ανθή έβαλαν την Άντζελα να ξαπλώσει.

"Θα είσαι εντάξει, γλυκιά μου;"

"Ναι, μητέρα. Μην ανησυχείς."

"Εγώ θα ξανάρθω σε λίγο. Πάω να δω πως είναι ο Λεωνίδας." Είπε ο Κωνσταντίνος και βγήκε για να πάει στο δωμάτιο του αδελφού του.

Ο Λεωνίδας, χαμένος στις σκέψεις του, δεν ήθελε να δει κανέναν, όταν όμως άκουσε τη φωνή του μικρότερου αδελφού του, που ήταν το άτομο που εμπιστευόταν περισσότερο από όλους πλέον εκεί μέσα, τον άφησε να περάσει και να καθίσει μαζί του.

"Καταλαβαίνω την αγωνία σου." Του είπε. "Όμως πρέπει να κάνεις κουράγιο και υπομονή, αδελφέ. Η Κάτια θα βρεθεί σύντομα. Μπορεί να πήγε απλα μια βόλτα στο δάσος και να χάθηκε η..." Ο Λεωνίδας γέλασε ειρωνικά.

"Μην προσπαθείς άλλο να με πείσεις, Κωνσταντίνε." Σοβάρεψε απότομα. "Νομίζω είναι πλέον ξεκάθαρο. Η Κάτια με εγκατέλειψε."

"Μα γιατί το λες αυτό; Αφού σε αγαπούσε, δεν θα έφευγε ποτέ έτσι στα ξαφνικά και κρυφά..."

"Δεν άντεξε την πίεση απ' τους γονείς μας και τα παράτησε. Δεν θέλησε να παλέψει άλλο μαζί μου." Συνέχισε τη θεωρία του ο Λεωνίδας. Όσο κι αν πονούσε όμως, προτιμούσε να συνέβη όντως αυτό και να τον παράτησε, παρά να της συνέβη κάτι πολύ κακό.

Άλλη μια νύχτα απλώθηκε στη Χώρα των Πέντε Βασιλείων και στο Βασίλειο του Βορρά. Η Άντζελα ανέβασε πυρετό και η Ανθή παρα τις αντιρρήσεις της κάλεσε ανήσυχη τον βασιλικό ιατρό να την εξετάσει. Εκείνη και ο Κωνσταντίνος περίμεναν έξω απ' το δωμάτιο της με αγωνία.

"Μην ανησυχείς. Μια απλή ίωση θα είναι. Δεν πέρασε και λίγα αυτές τις μέρες... Την αδελφή της έχασε." Προσπάθησε να την καθησυχάσει ο Κωνστάντινος, μα πολύ περισσότερο προσπαθούσε να καθησυχάσει τον εαυτό του.

Μετά από μερικά λεπτά αγωνίας, βγήκε ο γιατρός και κοίταξε και τους δύο με ένα ύφος κάπως απογοητευμένο.

"Θα μπορούσα να σας μιλήσω ιδιαιτέρως, Μεγαλειότατη;" Ρώτησε και ο Κωνσταντίνος ανησύχησε.

"Τι έχει, γιατρέ; Και γιατί να μη μάθω κι εγώ;" απόρησε.

"Είναι μια απλή ίωση και θα πρέπει να παραμείνει στο κρεβάτι για λίγες ημέρες. Όμως, θα πρέπει να μιλήσω ιδιαιτέρως με τη μητέρα της για να της πω τι θα πρέπει να προσέξει και για τα φάρμακα που θα πρέπει να της δίνει." Απάντησε ο γιατρός, όμως ο Κωνστάντινος δεν πείστηκε. Κάτι σοβαρό είχε η Άντζελα και έτσι και πάθαινε κάτι, θα εξαφανιζόταν κι ο ίδιος σαν την Κάτια. Όμως άφησε τον γιατρό να ενημερώσει μόνο την Ανθή και θα φρόντιζε να μάθει αργότερα.

Η Ανθή έπιασε τα χέρια του γιατρού τρεμάμενη απ' την αγωνία της.

"Τι έχει το κοριτσάκι μου, γιατρέ; Πες μου, θα γίνει καλά;" Ο γιατρός έσκυψε το κεφάλι του και αμφιταλαντεύτηκε για μερικά δευτερόλεπτα, σαν να έψαχνε λόγια να της πει.

"Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλά, Μεγαλειότατη. Η κόρη σας πάσχει από ένα σπάνιο είδος μηνιγγίτιδας που δεν έχω γνωρίσει έως τώρα. Έχει από μερικές ώρες έως λίγες ημέρες ζωής ακόμα." Η Ανθή κάλυψε το στόμα με της παλάμες της και τα δάκρυα άρχισαν να κυλούν απελπισμένα. Ο γιατρός τη βοήθησε να καθίσει.

"Δεν μπορεί... Κάποιο λάθος θα κάνετε. Δεν υπάρχει κάποια θεραπεία;" ψέλλισε προσπαθώντας να παραμεινεί ψύχραιμη.

"Δυστυχώς, δεν υπάρχει για το συγκεκριμένο είδος. Το τέλος της είναι αναπόφευκτο. Ζήτησε να ενημερωθείτε μόνο εσείς για την κατάσταση της, κανένας άλλος από την οικογένεια σας. Διότι θέλει να περάσει τις τελευταίες της στιγμές με τους αγαπημένους της ανθρώπους χωρίς εκείνοι να τη θεωρούν μελλοθάνατη. "

"Αχ, το κοριτσάκι μου... Γιατί...; Γιατί;" βάλθηκε να κλαίει με λυγμούς η όμορφη βασίλισσα.

Γιατί συνέβαιναν όλα αυτά; Πρώτα εξαφανίστηκε η Κάτια και τώρα αυτό; Άραγε ο Θεός της έπαιρνε σιγά- σιγά πίσω τις κόρες της για να την τιμωρήσει για τις αμαρτίες της; Μακάρι να έκανε λάθος ο γιατρός, όμως ήταν ο καλύτερος γιατρός του βασιλείου, αλάνθαστος πάντα στις διαγνώσεις του, για αυτό άλλωστε τον είχε ορίσει ο Βασιλιάς ως αρχίατρο και τον είχε επιλέξει ως βασιλικό γιατρό.

"Πραγματικά λυπάμαι, Μεγαλειοτάτη. Το μόνο που μπορώ να κάνω αν χρειαστεί θα είναι κάποια αντιπυρετικά και αναλγητικά φάρμακα, τα οποία θα τη βοηθήσουν να υποφέρει λιγότερο. Αν με χρειαστείτε θα είμαι στη διάθεσή σας." Είπε και σηκώθηκε να την αφήσει μόνη να ξεσπάσει.

Η Ανθή σκούπισε τα μάτια της και πήρε μια βαθιά ανάσα. Δεν έπρεπε να καταλάβει κανείς ότι η Άντζελα πέθαινε. Έπρεπε να σεβαστεί την επιθυμία της να φύγει με αξιοπρέπεια και να μην τη λυπούνται όλοι. Σηκώθηκε και ισώνοντας το φόρεμα της επέτρεψε στο δωμάτιο της κόρης της.

Η Άντζελα ήταν κατάχλομη και τα μάτια της πολύ κουρασμένα, όμως κατάφερε να της χαμογέλασει ενθαρρυντικά.

"Αχ, κοριτσάκι μου..." είπε και αγκαλιάζοντας την συνέχισε να κλαίει. Η Άντζελα παρέμεινε ψύχραιμη, της χάιδεψε απαλά τα μαλλιά και έπειτα την κοίταξε γενναία στα μάτια.

"Μη φοβάσαι, μανούλα. Μπορεί να φύγω από ετούτο εδώ τον κόσμο, αλλά ένα μέρος μου πάντα θα είναι μαζί με όλους σας και θα σας συντροφεύει, γιατί είμαι σίγουρη πως ο θάνατος δεν είναι το τέλος. Σε παρακαλώ, μην κλαις. Με στενοχώρεις. Πρέπει να είσαι γενναία για να στηρίξεις τους υπόλοιπους όταν έρθει η ώρα." Της είπε με απαλή φωνή. Η Ανθή κοίταξε τα ολόιδια με τα δικά της μάτια της κόρης της και χαμογέλασε θλιμμένα.

"Έχεις δίκιο, κόρη μου. Ας μην πενθούμε ακόμα. Μην ανησυχείς. Τα αδέλφια σου και ο Αλέξανδρος δεν θα μάθουν τίποτα."

"Ούτε ο Στέφανος, τουλάχιστον όχι ακόμα. Μου το υπόσχεσαι;" τη ρώτησε κρατώντας της το χέρι.

"Ναι. Στο υπόσχομαι. Πώς είσαι τώρα;"

"Το κεφάλι μου πονάει λίγο και νιώθω αδύναμη, αλλά αισθάνομαι κάπως καλύτερα από πριν." Η Ανθή άγγιξε το μέτωπο της για να ελέγξει τη θερμοκρασία της. Σίγουρα είχε πυρετό, αλλά όχι τόσο ώστε να είναι θανατηφόρος. Υποσχέθηκε να μείνει μαζί της όλη τη νύχτα, άγρυπνη στο πλευρό της για να την παρακολουθεί.

Η πόρτα χτύπησε και ο Κωνσταντίνος μπήκε στο δωμάτιο, έπειτα από μια σύντομη βόλτα από το δωμάτιο του Λεωνίδα για να του μεταδώσει τα νέα σχετικά με την Άντζελα.

"Πώς είναι η αγαπημένη μου αδελφούλα;" Ρώτησε και το πρόσωπο της Άντζελας έλαμψε για λίγο, σαν να ήταν απολύτως υγιής.

"Πολύ καλύτερα." Ανέλαβε να απαντήσει παίζοντας θέατρο η Ανθή. "Με την κατάλληλη θεραπεία θα γίνει σύντομα καλά."

"Το ελπίζω. Ο γιατρός φάνηκε πολύ ανήσυχος, αλλά από ότι φαίνεται μας ανησύχησε άδικα. Έτσι δεν είναι;" Ρώτησε την Άντζελα και κάθισε δίπλα της στο κρεβάτι.

"Ναι, έτσι είναι." Απάντησε η Άντζελα, νιώθοντας αυτομάτως τύψεις που τον κορόιδευε και παρίστανε πως όλα πήγαιναν καλά. Όμως καλύτερα έτσι, δεν θα άντεχε να τον βλέπει να πονάει γνωρίζοντας για το επερχόμενο τέλος της.

Παράλληλα, η Μαρία ετοίμαζε έναν σάκο με τα πράγματα της στο δωμάτιο της. Ήταν καιρός να φύγει, δεν μπορούσε να το καθυστερεί άλλο. Θα γινόταν η Κάτια και θα κέρδιζε αυτόν που ποθούσε η καρδιά της απ' την αρχή, έστω και με αυτόν τον ύπουλο τρόπο. Δεν υπήρχε καλύτερη ευκαιρία τώρα που εξαφανίστηκε η δίδυμη αδελφή της...

Με αυτές τις σκέψεις συνέχισε να τοποθετεί όπως- όπως μερικά φορέματα και εσώρουχα στο σάκο της, χωρίς να τη νοιάζει που τα τσαλάκωνε. Η πόρτα που άνοιξε απότομα τη διέκοψε, και ενστικτωδώς έσπρωξε με το πόδι της το σάκο κάτω απ' το κρεβάτι της. Ο Βασιλιάς Αλέξανδρος όμως πρόλαβε να τον δει.

"Για που το έβαλες, μικρή;" τη ρώτησε.

"Ε... Πουθενά." Απάντησε εκείνη με τα χέρια πίσω από την πλάτη της.

"Ψέματα λες. " Ο Αλέξανδρος έκλεισε πίσω του την πόρτα και την πλησίασε. Η Μαρία ένιωσε να απειλείται. Τα μάτια του γυάλιζαν και μπορούσε να διακρίνει μια υποψία σάλιου να κρέμεται απ' την άκρη των χειλιών του.

"Πας να την κοπανήσεις κι εσύ, σαν την αδελφή σου...;" είπε συνεχιζόντας να την πλησιάζει σαν άγριο ζώο που πλησίαζε τη λεία του. "Η Κάτια όμως είχε λόγο που έφυγε. Και ξέρεις ποιος ήταν αυτός;"

"Τι θέλετε από εμένα...;" ψέλλισε με αδύναμη φωνή η Μαρία. Πρώτη φορά την πλησίασε έτσι ο πατριός της και δεν της άρεσε καθόλου. Πριν καν καταλάβει τι συνέβη, βρέθηκε κολλημένη στον τοίχο και με το σπαθί του στο λαιμό της, καθώς εκείνος τη στρίμωξε με μια αστραπιαία κίνηση.

"Πήγα να την κάνω δική μου, για αυτό έφυγε. Τι θα έλεγε στον αγαπημένο της Λεωνίδα; Ότι ο πατέρας του πήγε να τη βιάσει;" της είπε με ένα σαρδόνιο χαμόγελο να φαίνεται κάτω απ' τα μουστάκια και τα πυκνά μούσια του.

"Σας παρακαλώ, Μεγαλειότατε... Αφήστε με..." κλαψούρισε η Μαρία, μάταια βέβαια γιατί προφανώς ο Αλέξανδρος δεν επρόκειτο να την αφήσει. Γέλασε για λίγο σατανικά και έγλυψε τα χείλη του. Το χνώτο του μύριζε απαίσια και την έκανε να θέλει να κάνει εμετό.

"Το καλό είναι..." συνεχίσε να λέει με ανατριχιαστικά ήρεμη φωνή και καθώς το ελεύθερο του χερι άγγιζε με αναίδεια το μπούτι της, ανασηκώνοντας συγχρόνως το φόρεμα. "...ότι η αδελφή σου είναι πολύ δειλή για να γυρίσει πίσω και να μάθουν όλοι για τα...κρυφά πάθη μου που κρατούσα τόσο καιρό που σας έβλεπα εσάς, τρία νέα και ομορφα κορίτσια, να περιφέρεστε εδώ μέσα. Με το ζόρι κρατιόμουν αυτά τα τρία χρόνια. Το κακό όμως είναι...ότι η Κάτια μου έμεινε απωθημένο. Και αφού εσύ είσαι ίδια μ' αυτήν, θα ολοκληρώσω μαζί σου αυτό που δεν έκανα με εκείνη." Το κλάμα της Μαρίας δυνάμωσε, και μόνο σε ένα θαύμα ήλπιζε πλέον για να σωθεί.

Ο Αλέξανδρος της έσκισε το κάτω μέρος του φορέματος και με δύναμη την πέταξε στο πάτωμα και όρμησε πάνω της. Το σπαθί του βρέθηκε πάλι στο λαιμό της και το μόριο του στο σημείο εκείνο που μόνο ο Μάριος είχε αγγίξει, και ήξερε πια πως για εκείνη δεν υπήρχε σωτηρία.

********************

Τι λέτε; Θα καταφέρει να σωθεί η Μαρία από βέβαιο βιασμό; Θα συνεχίσει το σχέδιο της να πάρει τη θέση της Κάτιας; Η Άντζελα θα πεθάνει όντως, η θα σωθεί από θαύμα; Περιμένω προβλέψεις για τα επόμενα κεφάλαια, στα οποία θα παραμείνουμε στον Βορρά διότι θα συμβούν πολλές εξελίξεις και η οικογένεια θα ζήσει χειρότερα δράματα από ότι η Κάτια στον Νότο...

Μέχρι τότε, να είστε όλοι καλά και να περνάτε τις ημέρες της Καραντίνας 2 όσο πιο δημιουργικά μπορείτε.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top